29 Φεβρουαρίου 2016

Ο ΜΗΝΑΣ ΜΑΡΤΗΣ ΣΤΗΝ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ



 Ο Φλεβάρης πάει φεύγει και το Μάρτη δεν χωνεύει. Όξω ψύλλοι, ποντικοί. Μέσα Μάρτης και χαρά και καλή νοικοκυρά. Ο καημένος ο Φλεβάρης. Ο λαός τον έκαμε άσχημο και κουτσό γαϊδουρο-καβαλάρη. Τα παιδιά τον συνοδεύουν, τον διαπομπεύουν στους δρόμους με τενεκέδες, φωνές και με τραγούδια σε πολλά μέρη της Ελλάδας.
Όξω βρε κουτσοφλέβαρε με τα πολλά τα χιόνια.
Να ρθει' σ Μάρτης με χαρά και με τα χελιδόνια.
Βγαίνει ο κακός ο μήνας. Μπαίνει ο καλός ο μήνας.

Ο Μάρτης είναι ο πρώτος μήνας της Άνοιξης. Ο μήνας των χελιδονιών και των πελαργών. Ο μήνας της βλάστησης και των πρώτων λουλουδιών, μα και ο μήνας των μεγάλων αντιθέσεων και των απότομων μεταβολών. Για το λόγο αυτό δέχτηκε τα καταιγιστικά πυρά του λαού με απίθανα σκωπτικά κυρίως ονόματα. Βαφτίστηκε λοιπόν Κλαψομάρτης, κλάψας, Πεντάγνωμος, Γδάρτης, Παλουκοκαύτης, Ανοιξιάτης και φυτευτής. Ονομάστηκε Κλαψομάρτης και Κλάψας, γιατί με τον συνήθως βροχερό του καιρό φαίνεται πως κλαίει.

  Ο Μάρτης στην αρχαιότητα ήταν ο πρώτος μήνας του χρόνου και n πρωτομαρτιά ήταν και πρωτοχρονιά. Σαν τέτοιος, αυτός ο μήνας, έπρεπε να τιμηθεί ιδιαίτερα. Γι' αυτό και οι Ρωμαίοι του δώσανε το όνομα Μαρτίους από το Θεό Μαρς, δηλαδή Άρης, ο Θεός του πολέμου και γενάρχης των Ρωμαίων. Ο Μάρτης δεν ήταν μόνο Θεός του πολέμου,
μα και των αέρηδων που φυσούσαν την Άνοιξη και βοηθούσαν τη βλάστηση της γης και των χωραφιών.

Οι Αρχαίοι 'Έλληνες τον λέγανε Ελαφιβολίονα, γιατί τότε γινόταν το κυνήγι των ελαφιών στην Ελλάδα.
Οι κρητικοί τον λένε πεντάγνωμο για την αστάθεια και τις απότομες μεταβολές του.
H αστάθεια του είναι χαρακτηριστική. Μπορεί το πρωί να αρχίσει με ωραίες λιακάδες και ασυννέφιαστο ουρανό και ύστερα από λίγο να αρχίσει να Θυμώνει, να κατσουφιάζει και να το γυρίζει στις βροχές και στα μπουμπουνητά. Γι' αυτό και οι άνθρωποι ξέροντας αυτή την αδυναμία και την ιδιοτροπία, σου συμβουλεύουν. "Μη σε γελάσει ο Μάρτης το πρωί και χάσεις την ημέρα".


Στα παλιά χρόνια υπήρξε ένα όμορφο γραφικό έθιμο που διατηρείται και σήμερα ακόμα. Το έθιμο της κλωστής του Μάρτη. Την παραμονή, συνήθως n γιαγιά του σπιτιού ετοιμάζει την κλωστή, κόκκινη και άσπρη. Τα παλιά χρόνια μάλιστα την στριφογύριζε και την περνούσε σε μια τρύπια δεκάρα, έκανε για όλους τους σπιτικούς, γυναίκες και μικρά παιδιά. H διαδικασία αυτή, το δέσιμο της κλωστής έχει βαθύτερο νόημα. Το άσπρο χρώμα συμβολίζει την αγνότητα και το δεσμό της οικογένειας, n δε κόκκινη συμβολίζει την αγάπη. Οι δυο μαζί κλωστές αποτελούν δεσμό και την πίστη προς τη Θρησκεία. Οικογένεια και θρησκεία είναι δυο έννοιες στενά συνδεδεμένες. Το έθιμο αυτό έχει τις ρίζες του απ' τη ρωμαϊκή εποχή, μετά πέρασε στους βυζαντινού, όπου οι βυζαντινές πατρίκιες κρεμούσαν στο λαιμό
τους σκόρδο, κρεμμύδι και άλλα μικροπράγματα, καθώς και χρυσή αλυσίδα.

 H κλωστή του Μάρτη δένονταν σε όλα τα μέλη της οικογένειας στους μικρότερους φυσικά. Την κλωστή του Μάρτη την κρατούσαν εννιά μέρες. Την ενάτη την κρεμούσαν στα μπουμπουκιασμένα κλαδιά έξω απ' το σπίτι ή σε καμιά τριανταφυλλιά του κήπου. Πίστευαν ότι από εκεί Θα την έπαιρνε ο πελαργός
και τα χελιδόνια και θα την πήγαιναν στο Θεό και ο Θεός Θα τους ανταπέδιδε αυτά που επιθυμούσαν. Έτσι τα μικρά παιδιά περίμεναν τα δώρα τους όλο το χρόνο. Άλλοι λένε ότι την κλωστή την κρατούσαν μέχρι τις 25 Μαρτίου τη μεγάλη γιορτή, που έχει για τπ Ρωμιοσύνη διπλό χαρακτήρα, διπλή σημασία, τη θρησκευτική και την εθνική. Την ημέρα αυτή βγάζουν την κλωστή από τα χέρια τους
«τους μάρτηδες» και τους κρεμούν στα κλαριά για να τους πάρουν τα χελιδόνια. 0 λαός μας πιστεύει ακόμα απόλυτα πως με τον ερχομό της 25ης Μαρτίου μπαίνουμε πια επίσημα στην εποχή της Άνοιξης και έρχονται και
τα πρώτα χελιδόνια.

 H κλωστή του Μάρτη είχε μεγάλη δύναμη και τους προφύλασσε απ' το μαύρισμα του ήλιου που καίει αυτό το μήνα παράξενα. Κι αυτό είναι συνδεδεμένο με μια παλιά δοξασία των Βυζαντινών, ο οποίοι πίστευαν ότι n άσπρη κλωστή συμβολίζει το πρωινό φως του ήλιου και π κόκκινη το μεσημεριάτικο ήλιο και οι δυο μαζί διώχνουν την καυτερή ηλιαχτίδα και έτσι προστατεύεται το πρόσωπο και ο λαιμός από το άρπαγμα του μαρτιάτικου ήλιου. Ακόμα n κλωστή του Μάρτη είχε τη δύναμη να τους προστατεύει και από διάφορες αρρώστιες, ειδικά από τους πυρετούς. Γύρω από την όμορφη κλωστή αυτή του Μάρτη, υπάρχουν πολλοί ωραίοι Θρύλοι. Μια παράδοση λέει τους έφτιαχναν με τέχνη και τους κρεμούσαν σε κλώνους αμυγδαλιάς ή τριανταφυλλιάς, ενώ συγχρόνως τραγουδούσαν χαρμόσυνες στροφές. Άλλη παράδοση λέει ότι βγάζανε τον «Μάρτη» όταν αντίκριζαν το πρώτο χελιδόνι και τραγουδούσαν:

Χελιδόνι μου γοργό,
που ’ρθες απ' την έρημο,
τι καλά μας έφερες ;
Την υγεία και τη χαρά
και τα κόκκινα τ' αυγά.

O Μάρτης έχει και έναν ζεστό ήλιο, φοβερό που καίει και τσουρουφλίζει. H παράδοση λέγει, πως ο ήλιος του Μαρτίου μαυρίζει το πρόσωπο και δημιουργεί στίγματα και λεκέδες. «Του Μάρτη ο ήλιος βάφει και πέντε δεν ξεβάφει». Οι κοπέλες λοιπόν, έπρεπε να προφυλαχθούν να μείνουν κρινόλευκες και γαλατένιες «οπόχει κόρην ακριβή του Μάρτη ο ήλιος μην την δει». Στις εννιά του Μάρτη είναι n γιορτή των Αγίων Σαράντα Μαρτύρων. Στη συνείδηση του λαού μας ο αριθμός σαράντα λογαριάζεται σαν ιερός. Οι συνήθειες και οι προλήψεις την ημέρα αυτή ανήμερα δηλαδή της γιορτής παίρνουν και δίνουν όπως, λένε . Έτσι ορισμένες νοικοκυρές θα φτιάξουν τις σαραντόππιτες.. Πίττες με σαράντα φύλλα ή με σαράντα ειδών λάχανα. Κι ακόμα σαράντα τηγανίτες, σαράντα είδη φαγητά με σαράντα ειδών χόρτα και όσπρια, που μοιράζονται για την «ψυχή των ζωντανών».

‘’Σαράντα να φας, σαράντα να πιεις, σαράντα να δωσ ' για την ψυχή σ’ ‘’
H αιφνίδια αλλαγή του καιρού δηλώνεται εμφατικά με διάφορα ρητά: 0 Μάρτης ως το γιόμα το ψόφησε, κι ως το βράδυ το βρωμάει. Το γάιδαρο τον σκουληκιάζει και τον ξεσκουληκιάζει. Όλοι μήνες τρώνε κρέας κι ο Μάρτης κόκαλα. Μάρτης, γδάρτης και κακός παλουκοκάφτnς, λέγεται αυτό γιατί καίμε και τα παλούκια ακόμα, μιας και νομίζουμε πως τελείωσε ο χειμώνας και μαζί του τα ξύλα. Επειδή «ο Μάρτης δε λείπει απ' τη Σαρακοστή» γι' αυτό για κάποιον ή κάτι, που δεν το περιμένουμε αλλά έρχεται, λέμε: «λείπει ο Μάρτης απ' τη Σαρακοστή;»

Λέμε ακόμα για το Μάρτη: Το Μάρτη ξύλα φύλαξε, μην κάψεις τα παλούκια. Μάρτης είναι, χάδια κάνει, πότε κλαίει πότε γελάει. Όλο το Μάρτη φύλαγε, ως τις δέκα τα’ Απρίλη. Από τις εννιά του Μάρτη, είν’ η άδεια του φιδιού. Κάλλιο Μάρτης στις γωνιές παρά Μάρτης στις αυλές. Από Μάρτη καλοκαίρι, μηδ’ ο Μάρτης καλοκαίρι, μηδ’ ο Αύγουστος χειμώνας, που αν και φαινομενικά αντιφάσκουν, σημαίνουν ότι απ’ τον Μάρτη αρχίζει διαφαίνεται το καλοκαίρι και από τον
Αύγουστο ο χειμώνας, πλην όμως ούτε Μάρτης είναι το καλοκαίρι, ούτε Αύγουστος χειμώνας.

 Τις καλοκαιρινές αλλαγές του Μάρτη, ο λαός της Μακεδονίας, τις έκαμε παραμύθι:
Ο Μάρτης είχε δύο γυναίκες. H μία είναι όλο δροσιά, χαρά και ομορφιά και n άλλη φορτωμένη μ' όλη την ασκήμια του κόσμου. Όταν βλέπει την πρώτη του γυναίκα χαμογελά και χαίρεται. Το γέλιο του το παίρνουν οι ηλιαχτίδες και το σκορπίζουν σ' όλο τον κόσμο. Όταν όμως κοιτάζει τη δεύτερη γυναίκα του σκυθρωπιάζει και Θυμώνει. Και την ανταριασμένη καρδιά του την παίρνουν τα σύννεφα και οι βοριάδες και την κάνουν χιόνια και βροχές. Σε κάποιο άλλο παραμύθι, ο Μάρτης έχει μια και μοναδική γυναίκα. Μια πεντάμορφη κόρη που το πρόσωπό της μοιάζει με το ολοφώτεινο πρόσωπο του ήλιου. Όποιος την δει μαγεύεται. Όμως n καημένη είναι κουτσή. Όταν ο Μάρτης την κοιτά καθιστή χαίρεται και n καρδιά του γεμίζει ευτυχία. Όταν την βλέπει όρθια να κουτσαίνει γεμίζει λύπη και πόνο και συννεφιά. Υπάρχουν και διάφορες άλλες παραδόσεις που τις αναφέρω παρακάτω: Οι μήνες αποφάσισαν μια μέρα να βρουν ο καθένας και από μια γυναίκα για να μην είναι έτσι έρημοι και σκοτεινοί, χωρίς καμιά παρηγοριά στο σπιτικό τους. Όλοι έβαλαν προξενητάδες και ο καθένας βρήκε την δικιά του. 0 Μάρτης όμως γελάστηκε και πήρε μια χανούμισσα. Είχε μάθει πως οι Τουρκάλες είναι όμορφες και γι' αυτό παντρεύτηκε ανεξέταστα . Το τι έγινε, όμως το βράδυ δεν περιγράφεται. H Τουρκάλα ήταν πάρα πολύ άσχημη και ο Μάρτης μόλις εκείνη έβγαλε το γιασεμάκι, σηκώθηκε και έφυγε.

 H άλλη παράδοση λέει τα εξής: Κάποτε οι 12 μήνες αγόρασαν ένα γεμάτο βαρέλι γεμάτο κρασί με 12 κάνουλες, μια για τον καθένα, κάθετα τοποθετημένες. Τότε ο Μάρτης επειδή ήταν γερός και πονηρός όπως φάνηκε στο τέλος ζήτησε να του επιτρέψουν να χρησιμοποιεί την πρώτη από κάτω κάνουλα, πράγμα που έγινε. 0 Μάρτης κάθε μέρα πήγαινε σαν κύριος στο βαρέλι, άνοιγε την κάνουλά του και έπινε το κρασάκι. Οι άλλοι μήνες καθυστέρησαν λίγο να αρχίσουν το κρασί. Όταν κάποτε πήγαν στο βαρέλι να πιουν και αυτοί, είδαν με έκπληξη ότι καμιά κάνουλα δεν έτρεχε κρασί. Σαν αίτιο Θεώρησαν το Μάρτη και τον ρωτούσαν: «Μάρτη, γιατί μας ήπιες το κρασί;» Δεν σας το ήπια εγώ απαντούσε αυτός. Εγώ έπινα απ’ τη δική μου κάνουλα . Οι δικές σας είναι σφραγισμένες. Οι κουτοί μήνες επιτέλους κατάλαβαν την πονηριά του Μάρτη και αποφάσισαν να τον δικάσουν. Όταν του 'λεγαν πως θα τον δικάσουν και Θα τον τιμωρήσουν, αυτός στενοχωριόταν και τότε ο καιρός γινόταν «λίαν νεφελώδης μετά βροχών και καταιγίδων ...» Όταν όμως οι άλλοι δεν του μιλούσαν σχετικά με το θέμα αυτό, αυτός χαμογελούσε ικανοποιημένος και τότε ο καιρός γινόταν «αίθριος» και ανέβαινε n Θερμοκρασία.

 Οι τελευταίες μέρες του Μάρτη λέγονται «τ'ς Μπάμπους οι μέρες» γιατί μια γριά τσομπάνισσα ξεγέννησε τις προβατίνες της μέχρι τις 30 του μήνα με καλοκαιρία και νομίζοντας ότι ξεγέλασε τον Μάρτη, που είχε τότε 30 μέρες, αφού δεν έπαθαν τίποτα τα αρνάκια της, τον κορόιδευε. Όμως ο Μάρτης Θύμωσε για την προσβολή της γριάς και έκλεψε μια μέρα απ’ τον Φλεβάρη (που έμεινε κουτσός) για να την εκδικηθεί. H 31η λοιπόν του Μάρτη ήταν σωστή θεομηνία. Χιονοθύελλες και παγωνιές σάρωσαν τη φτωχή γριά, την μπάμπω και δεν έμεινε ούτε πρόβατο ούτε προβατίνα. Πέρα από τα ήθη και τα έθιμα ο λαός έθεσε τον Μάρτη στα τραγούδι του, στους έρωτές του, στα κατορθώματά του, στη λεβεντιά του.

Πανάθεμά σε Παχνιστή Γενάρη και Φλεβάρη.
Και συ Μαρτούλη Θλιβερέ που κάνεις το χειμώνα.
Δεν σκέφτεσαι την κλεφτουριά και τα παλικαράκια.
Τα γέλασες, τα πλάνεψες με τον λαμπρό τον ήλιο,
και βγήκαν πάνω στα βουνά στους πάγους και στα χιόνια...
Το Μάρτη να μην χαίρεστε και βγάνετε τις κάπες
Πότε γελάει και ξαστερών και πότε
ανταριάζει.

Γεώργιος Μ. Μπόντας
Τέως Δ/ντής της Μανουσείου Δημόσιας Βιβλιοθήκης
Σιάτιστας – Λαογράφος
......................................................................................................................................................................

Ο Μάρτης Μάρτης μίλησε - Παντελής Θαλασσινός.



 Ο  Μάρτης, Μάρτης μίλησε και είπε πως θα αργήσει
έχει ακόμα δυο βροχές και μία να χιονίσει.
Ένα δεντράκι τ’ άκουσε και πήγε να λυγίσει
του είπα να’ χει υπομονή, το φόβο να νικήσει.

Ό,τι αργεί κι ό,τι στη Γη είναι βαθιά κρυμμένο.
πάλι στο φως θα βαφτιστεί και θα’ ρθει ευλογημένο...

Ο Μάρτης χείλη έσκασε, στον ήλιο να γελάσει
είπε θ’ αργήσει, μα θα’ ρθεί ο κόσμος να χαλάσει.
Θα βάλει τ’ Ανοιξιάτικα να ομορφύνει η πλάση,
στα μπλε και στα κατάλευκα θα βγει να παρελάσει.

Ό,τι αργεί κι ό,τι στη Γη είναι βαθιά κρυμμένο,
πάλι στο φως θα βαφτιστεί και θα’ ρθει ευλογημένο...
   
Στίχοι:  
Ηλίας Κατσούλης
Μουσική:  
Παντελής Θαλασσινός

1.Παντελής Θαλασσινός
....................................................................................................................................................................            

28 Φεβρουαρίου 2016

Το ''διαφορετκό'' που δεν το άντεξες ...και που εσύ δεν επιλέγεις.....

Γύρω τριγύρω άνθρωποι πολλοί...άνθρωποι νέοι ...άνθρωποι γέροι...άνθρωποι παιδιά... άνθρωποι έφηβοι...άνθρωποι χωρίς φως...άνθρωποι που δεν περπατούν πια...άνθρωποι γελαστοί ...άνθρωποι λυπημένοι...άνθρωποι ανόητοι ...άνθρωποι ευφυείς...άνθρωποι ανυποψίαστοι...άνθρωποι υποψιασμένοι...κακεντρεχείς...
Και όλοι όμως άνθρωποι !!!

Παζλ πολύχρωμο...παζλ διαφορετικό...κάμπος πολύχρωμος...πεταλούδες που έρχονται στη Γη για να πετάξουν...για λίγο...για ένα σύντομο πέταγμα...για έναν χορό στους αιθέρες...και μετά αναχώρηση ...φευγιό για το άγνωστο...για ταξίδι άγνωρο...
Και ο αέρας γεμάτος πετάγματα...διαφορετικά...και αρνητικά πετάγματα..και μυαλά ανάποδα και σκέψεις κακές...και σκέψεις στέρφες...και η αγάπη απούσα...και ο προβληματισμός ανύπαρκτος...Και τι κρίμα !!!
Η φύση αμείλικτη ...και παρούσα δυνατά και πλάστης αυτή  των πάντων...και ανεξερεύνητη...και μεγαλουργούσα...και λανθάνουσα πολλές φορές...συχνά...και πάντα γεμάτη ομορφιές...και ο σκοπός η συνέχεια...η ανανέωση...η διαδρομή προς την τελείωση...
Κι εσύ άνθρωπε εκεί...μες στο κουβάρι το δικό σου τυλιγμένος...μπερδεμένος...και στο δίχτυ σου εγκλωβισμένος...δεν ανέχεσαι ...δεν αγαπάς...δεν δέχεσαι...
Προκρούστης σκληρός και αμείλικτος μυαλών...νοοτροπιών...και διαφορετικότητας...τείνεις από μονάχος σου να οριστείς...
Ό,τι δεν καταλαβαίνεις το απορρίπτεις...ό,τι δεν σε αγγίζει το πετάς...
Εγωιστής...ημιμαθής ...αλαφρο'ί'σκιωτος...στα όρια της βλακείας αφημένος....

''Κορώνες''' εγωιστικές...της τέλειας μορφής...της τέλειας φτιαξιάς σου ξεστομίζεις...
Κι ο κόσμος προχωρά χωρίς εσέ να συμμετέχεις στο πραγματικό το γίγνεσθαι...μα σαν παράσιτο μιας σκέψης...και σαν ζιζάνιο φυτρώνεις...στου κόσμου το λιβάδι...
Διαλαλείς με στόμφο πως είσαι εσύ κανονικός...και οι άνθρωποι μιάσματα που δεν σου μοιάζουν και δεν ζούν την μίζερη πολλές φορές και την ''κανονική'''ζωή σου...
Ποιός είσαι εσύ που την κανονικότητα με νόμους και κανόνες προσωπικούς σου την ορίζεις...?
Ζωή στον καθένα εχαρίστηκε σε τούτη εδώ τη Γη...και όπως νιώθει και την αντιλαμβάνεται...εκείνος ..ο καθένας  θα τη ζήσει...πάψε από την κλειδαρότρυπα ζωές να σεργιανάς...και κοίταξε τη δική σου να πλουτίσεις...
Του κόσμου το λιβάδι είναι πολύχρωμο και πλούσιο και αν δεν σου ταιριάζει...κάτσε εκεί σε μια γωνιά...κι άφησε τους καλοπροαίρετους και τους σκεπτόμενους..να δέχονται να προχωρούν ...να σκέφτονται  σεμνά  και με περίσκεψη ...αγάπη να σκορπούν....
Σοφία Θεοδοσιάδη.
................................................................................................................................................................... 
Διάβασε το παρακάτω άρθρο... 

 http://didee.gr/2016/02/28/ekthamvotikes-fotografies-petaloudon-me-genetiki-anomalia/
....................................................................................................................................................................

Νίκος Καζαντζάκης – η Αμυγδαλιά ..






 Η καρδιά μου μοιάζει με μυγδαλιά
που ενώ γύρα της είναι ακόμη χειμώνας
κι αποπάνω της ολοσκότεινος ουρανός
όμως αυτή,έχει κιόλα δεχτεί τα κρυφά ανοιξιάτικα μηνύματα
και ξαφνικά τη βλέπουμε,
να τρέμει στον κρύο άνεμο,ολάνθιστη..
Όμοια τρέμει και η καρδιά μου ολάνθιστη..
Μπορεί να φυσήξει δυνατός άνεμος να τη μαδήσει
δεν πειράζει’ έκαμε το χρέος της,
έσυρε φωνή και φώναξε πως είδε την Ανοιξη!!

Ν. Καζαντζάκης
.....................................................................................................................................................................

Νίκος Καζαντζάκης – η Αμυγδαλιά

Στην ακροαματική διαδικασία στο εφετείο του Ναυπλίου, κατά τη δίκη του Ανδρέα Δελμούζου, όλοι οι πνευματικοί άνθρωποι της πατρίδας μας έδειξαν μεγάλη συμπαράσταση τόσο στον Δελμούζο, όσο και στους συνεργάτες του. 

Ο δικός μας, ο Νίκος Καζαντζάκης, που τότε υπέγραψε με το ψευδώνυμο Πέτρος Ψηλορείτης, έστειλε επιστολή συμπαράστασης στον μεγάλο και κυνηγημένο παιδαγωγό μαζί με το παρακάτω ποίημα:
Του αγαπημένου μου Α. Δελμούζου

Κι αν όλοι τρέμουν σκλάβοι μεσ’ στα χιόνια,
λεύτερη εγώ μεσ’ στ’ όνειρό μου κραίνω
τη γνώμη μου άφοβα και με άνθια ραίνω
το χώμα μου και νοιώθω χελιδόνια
να μου σπαθίζουν την καρδιά κι αηδόνια
να μου βαράν τη μέση. Απ’ το σκασμένο
φλούδι μου θριαμβικό χυμάει, ζεμένο
σε γέρανους, περδίκια, σπουργιτόνια
το ψίκι της κλεμένης Πριγκιπέσας.
Να, τους ανθούς μου ασώτεψα να διώξω
το φόβο από τις άνανθες κορφές σας,
ώ Φρόνιμοι, τανυώντας τ’ άγιο τόξο
της τρέλας. Τί αν μαδώ χλωμή στ’ αγιάζι;
Φέρνω το Μήνυμα και δε με νοιάζει!


Πέτρος Ψηλορείτης, Απρίλης 1914
.........................................................................................................................



           Ετίναξε την ανθισμένη αμυγδαλιά -Χορωδία  - Δροσίνης
.....................................................................................................................................

27 Φεβρουαρίου 2016

Το ταγκό της Ματίνας - Πέμυ Ζούνη..

Χίλιες γυναίκες κι αν σου κλείσουνε το μάτι,
μόνο εγώ, μωρό μου, ξέρω αυτό το κάτι
που θα σε κάνει να πεθάνεις από γλύκα,
αν θα σε πάρω αγκαλιά κι αυτή τη νύχτα.

Έλα λοιπόν κι απόψε πάλι στη Ματίνα,
έχω κρυμμένα να σου δώσω όλα εκείνα,
έλα μωρό μου, έλα πάλι στη Ματίνα,
έλα να φύγουμε μαζί απ’ τη ρουτίνα.

Στίχοι:  
Βασίλης Δημητρίου
Μουσική:  
Βασίλης Δημητρίου


Πέμη Ζούνη
 .......................................................................................................................................................

                                                             Το ταγκό της Ματίνας..Πέμυ Ζούνη
.............................................................................................................................................................

Η ιστορία του Τάνγκο.


Το ταγκό, όπως είναι γνωστό στην Ελλάδα, είναι μουσική και χορός, που αποτελεί τη συνεισφορά της Αργεντινής στον παγκόσμιο πολιτισμό, μαζί βεβαίως με τους αστέρες της μπάλας, που αφθονούν στη χώρα των πάμπας και των γκάουτσος.
Το ταγκό το γνωρίζουμε στην αστική του εκδοχή, αφυδατωμένο από τις κοινωνικές του αναφορές, έτσι όπως το διέδωσαν στον υπόλοιπο κόσμο οι Παριζιάνοι στη δεκαετία του '20. Κυρίες με ολόσωμες τουαλέτες και κύριοι με φράκα να χορεύουν βαριεστημένα στη δεξίωση του κυρίου πρέσβη είναι μία εικόνα, που έχουμε στο μυαλό μας, κυρίως μέσα από τον κινηματογράφο. Στη μικροαστική του εκδοχή το ταγκό θα το συναντήσουμε στη χώρα μας όλο και σε κάποια γαμήλια δεξίωση, με την ετικέτα του «Ευρωπαϊκού», λίγο προτού ηχήσουν τα κλαρίνα.

Όμως, το ταγκό είχε άλλες κοινωνικές αναφορές στην αρχή της ιστορίας του. Γεννήθηκε κάπου στα τέλη του 19ου αιώνα στις λαϊκές γειτονιές του Μπουένος Άιρες, κάτω στο λιμάνι της πόλης με τα μπαρ και τα πορνεία, εκεί που εδρεύει η θρυλική Μπόκα Τζούνιορς και έμαθε μπάλα ο Μαραντόνα. Στην περιοχή αυτή κατοικούσαν μαστροποί και πόρνες, αλλά και άνθρωποι της εργατικής τάξης, μετανάστες, τόσο από τα ενδότερα της Αργεντινής, όσο και από την Ευρώπη. Αρχικά ήταν καθαρά αρσενικός χορός... για άνδρες με τα όλα τους.

Το ταγκό, σύμφωνα με τον μεγάλο αργεντινό συγγραφέα Ερνέστο Σάμπατο, είναι προϊόν επιμειξίας μουσικών και χορών, που έφερναν οι μετανάστες από τις πατρίδες τους, με έντονο το ερωτικό στοιχείο. Είναι το τραγούδι του μοναχικού άνδρα, του «πορτένιο», που εκφράζει την επιθυμία και τη νοσταλγία του για μία γυναίκα και σε πολλές περιπτώσεις το ανικανοποίητο του έρωτά του: «Στη ζωή μου είχα γκόμενες και γκόμενες, μα ποτέ μου μια γυναίκα» λέει το δίστιχο ενός τάνγκο τραγουδιού.

Είναι ένας χορός ενδοστρεφής και ενδοσκοπικός, αντίθετα με άλλους χορούς που είναι εξωστρεφείς και χαρωποί. «Ο γερμανός πίνει μπίρα, μεθοκοπάει και χορεύει αφελώς, ο «πορτένιο» χορεύει ένα τάνγκο για να σκεφθεί την τύχη του, που δεν του φέρθηκε ευνοϊκά» συμπληρώνει ο Ερνέστο Σάμπατο. Μεγάλη ώθηση στο ταγκό έδωσε το μπαντονεόν, που αποτελεί το σήμα κατατεθέν του. Είναι ένα είδος ακορντεόν που έφτασε από τη Γερμανία, με ήχο συναισθηματικό, βαθύ και δραματικό, που εκφράζει τέλεια τους καημούς του «πορτένιο». Ο συνθέτης και βιρτουόζος του μπαντονεόν Άστορ Πιατσόλα (1921-1992) ήταν ο αυτός, που έβαλε το ταγκό στις αίθουσες συναυλιών, ενώ μεγάλη ήταν και η συνεισφορά του κορυφαίου τραγουδιστή του είδους Κάρλος Γκαρντέλ (1890-1935).
...............................................................................................................................................................

«Στα βάθη της ψυχής μου».-Παλαμάς Κωστής


Στὰ βάθη τῆς ψυχῆς μου, χαρίσματα θεϊκά,
Ὁλανοιγμένα νοιώθω δυὸ μάτια μυστικά.

Δὲν τὰ φωτίζει ὁ ἥλιος ποῦ λάμπει γιὰ τὴ γῆ
Καὶ πέρνουν φῶς ἀπ' ἄλλη πιο καθαρὴ πηγή.

Στὰ βάθη τῆς ψυχῆς μου, ποῦ πάθη ταπεινὰ
Δὲν ἔχουν τόπο, νοιώθω δυὸ μάτια φωτεινά.

Καὶ βλέπω τὰ κρυμμένα, τ' ἀθώρητα θωρῶ,
Τὸν ἄνθρωπο, τὴν πλάσι, τ' ἀστέρια, τὸν καιρό.

Στὰ βάθη τῆς ψυχῆς μου κ' ἐκεῖ ποῦ δὲ μπορεῖς
Ποτέ σου νἄμπῃς − νοιώθω δυὸ μάτια ὁλημερίς.

Χεροπιαστὰ ξανοίγω τὰ πλάσματα τοῦ νοῦ
Κ' ἐπάνω μου σκυμμένους ἀγγέλους τ' οὐρανοῦ.

Στὰ βάθη τῆς ψυχῆς μου τὰ μαῦρα − μὴ σκιαχτῇς!
Ὁλανοιγμένα νοιώθω δυὸ μάτια ὁλυνυχτίς.

Καὶ χώρα ξαντικρύζω μ' ἀσύγκριτη ὠμορφιά,
Μακρυὰ ἀπ' τὴν τρικυμία κι ἀπὸ τὴ συγνεφιά.

Στὰ βάθη τῆς ψυχῆς μου τὰ πλέον μυστικὰ
Ὁλανοιγμένα νοιώθω δυὸ μάτια ἁρμονικά.

Κι ὅλο μ' ἐκεῖνα βλέπω μιὰ λύρα μαγική…
Ὠϊμέ! τὰ δάχτυλά μου δὲ φτάνουν ὡς ἐκεῖ.

Στὰ βάθη τῆς ψυχῆς μου, ποῦ πάθη ταπεινὰ
Δὲν ἔχουν τόπο, βρίσκω δυὸ μάτια φωτεινά.

Καὶ βλέπω ἀγάλια ἀγάλια μπροστά μου νὰ περᾷ
Ὁ κόσμος τῶν ὀνείρων μὲ τὰ χρυσὰ φτερά.

Στὰ βάθη τῆς ψυχῆς μου δυὸ μάτια μυστικὰ
Τὰ νοιώθω ὁλανοιγμένα, χαρίσματα θεϊκά.

Διαβάζω 'ς τὸ βιβλίο τῆς φύσεως τὸ τρανὸ
Κάθε σβυστὸ ψηφίο καὶ νόημα σκοτεινό

Στὰ βάθη τῆς ψυχῆς μου, 'ς τὰ βάθη τὰ ἱερά,
Ὁλανοιγμένα νοιώθω δυὸ μάτια λαμπερά.

Τὰ περασμένα ἐμπρός μου διαβαίνουνε ξανά,
Καὶ δέχοντ' ἄλλο σχῆμα καὶ φῶς τὰ τωρινά.

Στὰ βάθη τῆς ψυχῆς μου τ' ἀμόλυντα γλυκὰ
Γλυκὰ ἀνοιγμένα νοιώθω δυὸ μάτια μυστικά.

Καὶ δείχνεται τὸ μέλλον ἀκόμα τὸ κρυφτὸ
Στὰ μάτια τῆς ψυχῆς μου 'σὰν ἀστραπὴ κι αὐτό.

Ἐκεῖ ποῦ ἡ σκύλα ἡ Ἔγνοια δὲν πάει, δὲν ἀλυχτᾷ,
Μέσ' 'ςτὴν ψύχή μου κρύβω δυὸ μάτια ὁλανοιχτά.

Μιὰ μέρα τ' ἄλλα μάτια, ποῦ εἶνε ἀπὸ γῆ πλαστά,
Θὰ λυώσουν μέσ' 'ς τὸ μνῆμα μὲ τὸ κορμὶ κλειστά.

Στὰ βάθη τῆς ψυχῆς μου ποῦ πάθη κοσμικὰ
Δὲν ἔχουν τόπο, νοιώθω δυὸ μάτια μυστικά.

Αὐτὰ δὲ θὰ κλεισθοῦνε ποτέ, δὲ θὰ χαθοῦν,
Ἐλεύθερα μιὰ μέρα γοργὰ θὰ φτερωθοῦν.

Τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μου, τὰ μάτια τὰ θεϊκά,
Ποῦ μέσα μου ἀνοιγμένα τὰ νοιώθω μυστικά,
Ψηλότερ' ἀπ' τ' ἀστέρια, 'ς τὸν ἕβδομο οὐρανό,

Κ. Παλαμάς, Τα μάτια της ψυχής μου, Αθήνα, Εστία , 1892, σ.σ. 17−19Θὲ ν' ἀνταμώσουν πάλι τὸ Φῶς τὸ ἀληθινό!

ΠΗΓΗ: Ανθολόγηση Νεοελληνκής Λογοτεχνίας.
.............................................................................................................................................................

  Κωστής Παλαμάς
(1859-1944)

«O Ποιητής της Ρωμηοσύνης»

Ο Κωστής Παλαμάς ήταν απόγονος μιας παλαιάς οικογένειας που εμφανίσθηκε στις αρχές του 18ου αιώνα. Γενάρχης της υπήρξε ο Παναγιώτης Παλαμάρης.
Γεννήθηκε στην Πάτρα το 1859. Σε ηλικία 7 χρονών έμεινε ορφανός και από τους δύο γονείς. Σε ηλικία μόλις 16 χρονών αρχίζει σπουδές νομικής, ακολουθώντας το επάγγελμα του πατέρα του. 


Το 1876 έρχεται στην Αθήνα όπου και γράφεται στη Νομική Σχολή της Αθήνας. Γρήγορα όμως θα εγκαταλείψει τη Νομική, και έτσι αποφασίζει να ασχοληθεί με τη λογοτεχνία. Παρά το ότι θα ασχοληθεί με τη ΝΕΑ ελληνική λογοτεχνία, το πρώτο του έργο, που θα δημοσιευτεί το 1876 με τίτλο "Ερώτων 'Eπη" θα γραφτεί σε υπερκαθαρεύουσα. 


Το 1886 θα κυκλοφορήσει η πρώτη του συλλογή στη δημοτική και το 1889 δημοσιεύεται ένα από τα καλύτερα έργα του, ο "Ύμνος της Αθηνάς", ο οποίος θα βραβευτεί στο Φιλαδέλφειο ποιητικό διαγωνισμό. Αυτό είναι και το πρώτο του βραβείο. Εισηγητής του διαγωνισμού αυτού ήταν ο Νικόλαος Πολίτης. 


Το 1892 δημοσιεύει τη συλλογή "Τα μάτια της ψυχής μου", η οποία βραβεύτηκε και αυτή, το 1890. Το 1897 γίνεται γραμματέας του Πανεπιστημίου Αθηνών, δουλειά για την οποία αμοιβόταν αρκετά καλά, και έτσι απέκτησε την οικονομική άνεση για να συνεχίσει το έργο του. 


'Ενα χρόνο αργότερα, το 1898, δημοσιεύει δύο ποιητικές συλλογές, το "'Αστυ" και τον "Τάφο". Ακολουθεί μια περίοδος έμπνευσης και ο Παλαμάς γράφει το 1900 τους "Χαιρετισμούς της Ηλιογέννητης", το 1904 την "Ασάλευτη Ζωή", το 1907 τον "Δωδεκάλογο του Γύφτου", το 1910 την "Φλογέρα του Βασιλιά" και το 1919 "Τα Δεκατετράστιχα", τα οποία δημοσιεύονται και στην Αλεξάνδρεια. 


Το 1925 παίρνει το Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών και με την ίδρυση της Ακαδημίας των Αθηνών γίνεται και ένα από τα βασικά στελέχη της. Το 1928 δημοσιεύει τους "Δειλούς και σκληρούς στίχους" (Σικάγο) και το 1930 ή, κατά άλλους, το 1931 γίνεται πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών.


Νεοελληνική Λογοτεχνία.
............................................................................................................................................................

ΚΗΔΕΙΑ ΚΩΣΤΗ ΠΑΛΑΜΑ.
 
Στις 27 Φεβρουαρίου 1943 έφευγε από τη ζωή, σε ηλικία 84 ετών, ο σπουδαίος έλληνας ποιητής Κωστής Παλαμάς. Ήταν βαριά άρρωστος όταν τον συνάντησε ο χάρος στο σπίτι του, στην οδό Περιάνδρου 3 στην Πλάκα. Λίγες μέρες νωρίτερα, στις 9 Φεβρουαρίου του 1943, είχε πάρει τη γυναίκα του Μαρία.
Το νέο του θανάτου του επιφανέστερου ποιητή της γενιάς του 1880 κυκλοφόρησε με αστραπιαία ταχύτητα στην κατοχική Αθήνα. «Χτες βράδυ μία είδηση ακατανόητη μας ήρθε. Μία είδηση ασύλληπτη. Ο Γέρο-Παλαμάς πέθανε. Είχαμε ξεχάσει πως ήταν θνητός» γράφει στο προσωπικό της ημερολόγιο η Ιωάννα Τσάτσου.
Από νωρίς το πρωί της 28ης Φεβρουαρίου πλήθος λαού άρχισε να συγκεντρώνεται στο Α' Νεκροταφείο της Αθήνας για να αποτίσει το ύστατο χαίρε στον μεγάλο ποιητή, αλλά και για να εκφράσει τα αντικατοχικά του αισθήματα.
Στις 11 το πρωί άρχισε η νεκρώσιμος ακολουθία, χοροσταντούντος του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος Δαμασκηνού. Ο πνευματικός κόσμος της χώρας έδωσε βροντερό «παρών»: Σπύρος Μελάς, Μαρίκα Κοτοπούλη, Κωνσταντίνος Τσάτσος, Γιώργος Θεοτοκάς, Άγγελος Σικελιανός, Ηλίας Βενέζης, Ιωάννα Τσάτσου, Γιώργος Κατσίμπαλης, κ.ά.
Άγγελος Σικελιανός
Οι επίσημες αρχές, προσπαθώντας να περιορίσουν το νόημα της παλλαϊκής συγκέντρωσης, εκπροσωπήθηκαν στην κηδεία από τον ίδιο τον δοτό πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Λογοθετόπουλο και από εκπροσώπους των γερμανικών και ιταλικών κατοχικών δυνάμεων.Αυτό δεν απέτρεψε τη μετατροπή της κηδείας σε εκδήλωση πατριωτικής έξαρσης.
«Σε αυτό το φέρετρο ακουμπάει η Ελλάδα» είπε εύστοχα ο ποιητής Άγγελος Σικελιανός (1884-1951), δίνοντας το πνεύμα ομόθυμης παρουσίας του λαού στην κηδεία. Και «με μια φωνή όσο ποτέ δυνατή» απήγγειλε το ποίημα Παλαμάς, που είχε γράψει τα χαράματα της 28ης Φεβρουαρίου προς τιμήν του μεγάλου ποιητή:
Ηχήστε οι σάλπιγγες... Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα...
Βογκήστε τύμπανα πολέμου... Οι φοβερές
σημαίες, ξεδιπλωθείτε στον αέρα !

Σ' αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα! Ένα βουνό
με δάφνες αν υψώσουμε ως το Πήλιο κι ως την Όσσα,
κι αν το πυργώσουμε ως τον έβδομο ουρανό,
ποιόν κλεί, τι κι αν το πεί η δικιά μου γλώσσα;

Μα εσύ Λαέ, που τη φτωχή σου τη μιλιά,
Ήρωας την πήρε και την ύψωσε ως τ' αστέρια,
μεράσου τώρα τη θεϊκή φεγγοβολιά
της τέλειας δόξας του, ανασήκωσ' τον στα χέρια

γιγάντιο φλάμπουρο κι απάνω από μας
που τον υμνούμε με καρδιά αναμμένη,
πες μ' ένα μόνο ανασασμόν: "Ο Παλαμάς !",
ν' αντιβογκήσει τ' όνομά του η οικουμένη !

Ηχήστε οι σάλπιγγες... Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα...
Βογκήστε τύμπανα πολέμου... Οι φοβερές
σημαίες, ξεδιπλωθείτε στον αέρα !

Σ' αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα ! Ένας λαός,
σηκώνοντας τα μάτια του τη βλέπει...
κι ακέριος φλέγεται ως με τ' άδυτο ο Ναός,
κι από ψηλά νεφέλη Δόξας τονε σκέπει.

Τι πάνωθέ μας, όπου ο άρρητος παλμός
της αιωνιότητας, αστράφτει αυτήν την ώρα
Ορφέας, Ηράκλειτος, Αισχύλος, Σολωμός
την άγια δέχονται ψυχή την τροπαιοφόρα,

που αφού το έργο της θεμέλιωσε βαθιά
στη γην αυτήν με μιαν ισόθεη Σκέψη,
τον τρισμακάριο τώρα πάει ψηλά τον Ίακχο
με τους αθάνατους θεούς για να χορέψει.

Ηχήστε οι σάλπιγγες... Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα...
Βόγκα Παιάνα ! Οι σημαίες οι φοβερές
της Λευτεριάς ξεδιπλωθείτε στον αέρα !
.........................................................................................................................................................

26 Φεβρουαρίου 2016

Αυτή είναι η πιο... χαρούμενη ηλικία – Μεγάλη έρευνα το αποδεικνύει ..




Η πιο ξέγνοιαστη ηλικία, αδιαμφισβήτητα είναι η παιδική και η νεανική. Η πιο παραγωγική, συνήθως η μέση. Ποια όμως είναι η ηλικία, όπου είμαστε πιο χαρούμενοι από ποτέ;
Στην Βρετανία έγινε μια τεράστια έρευνα, ώστε να αποκαλυφθεί η περίοδος όπου ο άνθρωπος περνάει τις πιο ευτυχισμένες στιγμές της ζωής του. Περισσότεροι από 300.000 άνθρωποι συμμετείχαν σε μια έρευνα, στην οποία συλλέχθηκαν πάρα πολλά αποτελέσματα. Ποια λοιπόν είναι η ηλικία που συνοδεύεται από την μέγιστη ευτυχία;

Πολλοί θα πίστευαν ότι αυτή είναι στα 20, όταν η ενέργεια, η δημιουργικότητα και η όρεξη χτυπούν... κόκκινο. Αλλοι θα επέλεγαν την μέση ηλικία, καθώς η ζωή του ανθρώπου έχει μπει για τα καλά σε ένα δρόμο σταθερό, κάνοντας τον να νιώθει πιο σίγουρος από ποτέ.
 Ομως η έρευνα έδειξε κάτι διαφορετικό. Τα πιο ευτυχισμένα μας χρόνια είναι μεταξύ 65-79 χρονών. Οταν όμως το... 8 μπει μπροστά, τότε τα πράγματα αλλάζουν.

Τα στατιστικά δεδομένα των Βρετανών επιστημόνων, που ήταν πάρα πολλά, έδειξαν πως στο αντίθετο άκρο βρίσκονται όσοι είναι μεταξύ 45-59 ετών. Μάλιστα στην συγκεκριμένη κατηγορία, οι άνδρες πιάνουν... πάτο, με τις γυναίκες να βρίσκονται ελαφρώς από πάνω τους. Σε αυτήν την δεκαπενταετία εντοπίζονται και τα μεγαλύτερα ποσοστά άγχους, κάτι πολύ ενδεικτικό, αλλά και σχετικό με την έρευνα.

Οι επιστήμονες υποστηρίζουν πως αυτό το φαινόμενο εξηγείται, καθώς οι άνθρωποι αυτής της ηλικίας συνήθως περισσότερες υποχρεώσεις από ποτέ, ενώ παράλληλα έχουν να προσέχουν τόσο τα παιδιά τους όσο και τους γονείς τους. Η ισορροπία μεταξύ οικογένειας και δουλειάς, είναι επίσης ένας καθοριστικός παράγοντας.

Από την άλλη, οι νεώτεροι αλλά και οι μεγαλύτεροι σε ηλικία, έχουν περισσότερο χρόνο στην διάθεση τους ώστε να επικεντρωθούν σε δραστηριότητες που τους ευχαριστούν. Από τους δύο όμως, νικητές βγαίνουν οι μεγαλύτεροι, που όπως φαίνεται, ξεφορτώνονται όλο το άγχος από πάνω τους.
...................................................................................................................................................................
 Επειδή η ζωή μια φορά μας δίνεται....

Πόσο όμορφα κομμάτια μας χαρίζει η ζωή σε όλες τις ηλικίες...αρκεί να την αγαπάμε...να την 
γευόμαστε... να μην μπαίνουμε στα στερεότυπα και στα καλούπια, που η κοινωνία συχνά μας επιβάλλει με τις αγκυλώσεις της και τις οπισθοδρομικές ...υποκριτικές συμπεριφορές της... 
Ταμπέλες κολημμένες πολλάκις στην πλάτη μας...μας κάνουν να διστάζουμε να απολαύσουμε τη ζωή...καθώς τα χρόνια περνούν...
 
Όμως η μαγική διαδρομή της ζωής...και το αέναον της αναζήτησης δεν σταματά ποτέ...
Είσαι νέος και τρέχεις με ορμή να καταχτήσεις τον κόσμο...κυνηγάς τα όνειρά σου και αυτό είναι το ζητούμενο της νιότης...
Είσαι μεσήλικας έχεις πετύχει κάποια από τα όνειρά σου και τρέχεις πίσω από τις ευθύνες της οικογένειας... και κάποια στιγμή αποφασίζεις να βγεις στο πλάι...να συναταξιοδοτηθείς και τότε πολλές φορές γίνεται το λάθος από σένα τον ίδιο και τους γύρω σου...
Άλλοτε σου ευχόντουσαν : άντε και καλή ψυχή...

Και μέσα σ' αυτό το μίζερο το σκεπτικό...δεν μπορούσες πολλάκις να αυτενεργήσεις και να κάνεις τα θέλω σου πράξη...και να εκμεταλλευτείς τον πολύτιμο πλέον χρόνο σου δημιουργικά και να προχωρήσεις παραπέρα...
Ομορφιές που δεν προλάβαινε το μάτι σου να ''πιάσει''..ανοίγονται ξαφνικά μπροστά σου....
Βιβλία που άφησες μισοτελειωμένα και αδιάβαστα στο τρεχαλητό της επιβίωσης.. σου κλείνουν το μάτι...ταξίδια που ονειρεύτηκες και δεν έκανες...τόπους που νοστάλγησες και δεν είδες....
όλα για σένα.. τώρα που ο χρόνος σου χαρίζεται απλόχερα...τώρα που είσαι ακόμα '''ζωντανός'''και φρέσκα σκέφτεσαι.. κι ας πέρασαν τα χρόνια...τώρα που αντέχεις και μπορείς...

Επειδή η ζωή μια φορά μας δίνεται '''άπαξ'''που λέει ο αγαπημένος μας Μίσσιος...άρπαξέ την από τα μαλλιά και χρόνου φείδου...έσω καιρός... 
Σοφία Θεοδοσιάδη.
                                                                                                                                     
...................................................................................................................................................................

 Αν παρήλθον οι χρόνοι εκείνοι ..   






. Αν παρήλθον οι χρόνοι εκείνοι
των ερώτων φαιδρά εποχή
δεν παρήλθον και όμως οι πόνοι
των βελών σου αγνώμων ψυχή

Σε ηγάπων, σε είχον θεά μου
κι η ψυχή μου επέτα προς σε,
ήσουν συ το γλυκό όνειρο μου
αι στιγμαί της ζωής μου χρυσαί

Πού τοσάκις εμπρός της Σελήνης
με ορκίσθης αγάπη σκληρά
ήσαν ψεύδη και συ με ηπάτας
με τα λόγια σου αυτά τα γλυκά


Στίχοι:  
Γεώργιος Δροσίνης
Μουσική:  
Νίκος Πλατσαίος

1.Χορωδία
..................................................................................................................................................................

25 Φεβρουαρίου 2016

«Γράμμα 1» - Κρισναμούρτι..



«Γράμμα 1»
Να είσαι πνευματικά ευέλικτη. Η δύναμη δεν βρίσκεται στο να είναι κανείς άκαμπτος και σταθερός, αλλά στο να είναι ευλύγιστος. Το ευλύγιστο δέντρο αντέχει στη θύελλα. Μάζεψε όλη τη δύναμη που δίνει ένας γρήγορος νους.

Η ζωή είναι παράξενη· συμβαίνουν τόσα πράγματα εκεί που δεν τα περιμένει κανείς, ώστε απλώς με το ν' αντιστέκεται  σ' αυτά δεν πρόκειται να λύσεις κανένα πρόβλημα. Χρειάζεται να έχει κανείς τεράστια ευλυγισία και σταθερή καρδιά.

Η ζωή είναι σαν μια κόψη ξυραφιού και πρέπει να περπατήσει κανείς πάνω σ' αυτό το μονοπάτι με εξαιρετική προσοχή και ευέλικτη σοφία.
Η ζωή είναι πολύ πλούσια, έχει τόσους πολλούς θησαυρούς κι εμείς την πλησιάζουμε με άδειες καρδιές· δεν ξέρουμε πώς να γεμίσουμε τις καρδιές μας με την αφθονία της ζωής. Ενώ είμαστε φτωχοί μέσα μας, όταν μας προσφέρονται τα πλούτη της τ' αρνιόμαστε. Πάμε στο πηγάδι για νερό κρατώντας δαχτυλήθρα κι έτσι η ζωή καταντάει μια κακόγουστη υπόθεση, ασήμαντη και μικρή.

Η αγάπη είναι επικίνδυνο πράγμα· φέρνει τη μόνη επανάσταση που δίνει απόλυτη ευτυχία. Είναι τόσο λίγοι εκείνοι από μας που μπορούν  ν' αγαπούν· τόσο λίγοι εκείνοι που θέλουν ν' αγαπούν. Αγαπάμε βάζοντας όρους, κάνοντας την αγάπη ένα εμπορεύσιμο πράγμα. Έχουμε νοοτροπία παζαριού, αλλά η αγάπη δεν είναι εμπορεύσιμη, δεν είναι ένα απλό «πάρε-δώσε». Είναι μια κατάσταση ύπαρξης όπου όλα τα ανθρώπινα προβλήματα είναι λυμένα.

Τι υπέροχο μέρος που θα μπορούσε να είναι η γη με τόση πολλή ομορφιά που υπάρχει, τόσο μεγαλείο, τόση άφθαρτη ομορφιά! Είμαστε παγιδευμένοι στον πόνο και δεν νοιαζόμαστε να ξεφύγουμε απ' αυτόν ακόμα κι όταν κάποιος μας δείχνει το δρόμο.

Δεν ξέρω, αλλά νιώθει κανείς να φλέγεται από αγάπη· υπάρχει μια άσβηστη φλόγα· νιώθει ότι έχει τόση πολλή απ' αυτήν μέσα του, που θέλει να τη δώσει σε όλους· και το κάνει. Είναι σαν ένα ποτάμι που κυλάει με ορμή, που ποτίζει και δίνει ζωή σε κάθε πόλη και χωριό· μολύνεται από τις ανθρώπινες βρωμιές που πέφτουν σ' αυτό, αλλά σύντομα τα νερά καθαρίζονται από μόνα τους και συνεχίζουν να τρέχουν.

Τίποτα δεν μπορεί να καταστρέψει την αγάπη γιατί διαλύονται μέσα σ' αυτήν τα πάντα: το καλό και το κακό· το άσχημο και το όμορφο. Είναι το μοναδικό πράγμα που είναι αυτό το ίδιο αιωνιότητα.
..................................................................................................................................................................

23 Φεβρουαρίου 2016

Ήρθαν και με ξυπνήσανε της Άνοιξης τ' αηδόνια.......







Ήρθαν και με ξυπνήσανε πουρνό-πουρνό της Άνοιξης τ' αηδόνια....
Μου γλυκοτραγουδούσανε στου ήλιου την ανατολή...και στο ξημέρωμα της μέρας....
Αγουροξύπνησα γλυκά...γιατί τη γνώριμη τη μελωδιά είχα βαθιά ξεχάσει....
Μα εκείνα επιμένανε...μη φοβηθείς ετραγουδούσαν....ετιτίβιζαν...με επερικυκλώσανε.. στ' αυτιά τον ήχο τους γύρω μου ολούθε έδεναν.. με μια χρυσή κλωστή...μην τύχει για να ξεχαστώ...μην τύχη και τη μελωδιά αυτή..ξανά τη λησμονήσω...
Άξαφνα εσοβαρεύτηκα και ολόρθος πάλι εστάθηκα και μίλησά της της καρδιάς...με λόγια αυστηρά ...να τη μαλώσω προσπαθούσα...
Έλα της λέω.. δεν πρέπει σου πάλι τραγούδια ...μελωδιές...στιχάκια να μοιράζεις...
Μα αυτή μου αποκρίθηκε...ανόητα πως της φέρομαι και δεν θα με ακούσει....

Πήρε κατόπι τα πουλιά...εκείνα τα αηδόνια...έβαλε το φουστάνι της το γιορτινό...μες στα κατάλευκα ντυμένη...και στους αγρούς και στα περβόλια εξεχύθηκε...τα ρόδα τα τριαντάφυλλα να κόψει να μυρίσει....να ζαλιστεί απ' το άρωμα...να πέσει ...να μεθύσει...
Θα λερωθείς της φώναζα..θα βάψεις το κατάλευκο φουστάνι....
Ούτε που με εκοίταζε...γιορτάνι στα μαλλιά της έδεσε και στάλες στον ποδόγυρο του φουστανιού...με κόκκινο να βάψει προσπαθούσε....
Στολίδια αυτά μοναδικά του τριαντάφυλλου οι ζωγραφιές...στων κοριτσιώνε τα φουστάνια....και στων αντρώνε τις καρδιές....
.
Τρελλαίνει η άνοιξη...σαν έρχεται..τρελλαίνουν το μυαλό του ανθρώπου και τα αηδόνια...
Χίλιες λαλιές σου στέλνουνε...μηνύματα μοναδικά σου τραγουδάνε...και πάντα σου θυμίζουνε...άνοιξη πως προσμένουν να φανεί........

Γιατί πουλιά μοναδικά της Άνοιξης τ' αηδόνια...ξέρουν για τη ζωή σου πως περνά...και να σου το θυμίσουν προσπαθούν...μη τύχει και ξεγελαστείς...μη μπλέξεις στα γρανάζια του.. του μετρημένου χρόνου και  άδικα και ανούσια εσύ να τον σκορπίσεις....
Τι.. είναι το τραγούδι αυτό των αηδονιών...στο χάραμα της μέρας...είναι το χάραμα της ίδιας της ζωής και του έρωτα...που πρέπει να ρουφήξεις...και πριν σου τραγουδήσουνε, πως είναι πια αργά...

Τραγούδι αυτό των αηδονιών...τραγούδι αυτογνωσίας...τραγούδι προειδοποίησης...τραγούδι για  το σύντομο το πέρασμα στο διάβα της ζωής...τραγούδι αυτό των αηδονιών του έρωτα για τη ζωή...του ίδιου αυτού του έρωτα...του ελιξήριου της ζωής....

 Κείμενο -Σοφία Θεοδοσιάδη.
................................................................................................................................................................... 

Από την πανέμορφη πατρίδα μου και τον θαυμάσιο - εξαίρετο- αηδόνι της Θράκης μου...
Χρόνη Αηδονίδη...ένα τραγούδι  παραδοσιακό...υπέροχο - μοναδικό...γεμάτο σοφία κι ας μοιάζει λυπητερό...μα καν λυπητερό δεν είναι...
Τραγούδι αυτογνωσίας...τραγούδι προειδοποίησης ...τραγούδι για να προλάβουμε τη ζωή...τον έρωτα για τη ζωή...τον ίδιο αυτόν τον έρωτα ...τον κραταιό....
Και ναι φίλοι μου...επειδή με γέλασαν τ' αηδόνια για το αιώνιο της προσωρινής μας ζωής...
ελάτε μαζί μου σε τούτο το χορό της ζωής...να προλάβουμε....
Πεταχτός.. .ζωηρός ,θρακιώτικος ο χορός τούτος της ζωής.............

Στίχοι:  
Παραδοσιακό
Μουσική:  
Παραδοσιακό
Περιοχή:  
Ανατολική Ρωμυλία

1.Χρόνης Αηδονίδης


 
Με γέλασαν τα πουλιά,
της άνοιξης τ’ αηδόνια.
Με γέλασαν και μου `πανε,
ποτέ δε θα πεθάνω.

Φτιάχνω κι εγώ το σπίτι μου
ψηλότερο από τ’ άλλα.
Σαράντα δυο πατώματα,
εξήντα παραθύρια.

Στα παραθύρια στέκομαι,
τους κάμπους αγναντεύω.
Βλέπω τους κάμπους πράσινους
και τα βουνά γαλάζια.

Βλέπω το Χάρο που ’ρχεται
καβάλα στ’ άλογό του
Με γέλασαν τα πουλιά,
της άνοιξης τ ’ αηδόνια.

Με γέλασαν τα πουλιά,
της άνοιξης τ’ αηδόνια.
Με γέλασαν και μου είπανε,
ο Χάρος δε με παίρνει.

Μη με παίρνεις Χάρο,
μη με παίρνεις
γιατί δε με ξαναφέρνεις.
.....................................................................................................................................................................

22 Φεβρουαρίου 2016

Για μας κελαηδούν τα πουλιά.........





Τριγύρω μας όλα γελούνε
αγάπη μου μαγευτικά
για έρωτα μόνο μιλούνε
και παίζουν ερωτικά

Σκορπούν ευωδιές τα λουλούδια
μεθά πιο πολύ η καρδιά
γλυκά κελαηδούνε τραγούδια
πουλάκια μες στα κλαδιά

Για μας κελαηδούν τα πουλιά
χαρούμενα μες στη φωλιά
μαζί μας κι αυτά μεθυσμένα
γλυκά τραγουδούν μαγεμένα
κρυμένα στην αμυγδαλιά
για μας κελαηδούν τα πουλιά.


Στίχοι:  
Νίκος Φατσέας
Μουσική:  
Μιχάλης Σουγιούλ

.....................................................................................................................................................................




       Για μας κελαηδούν τα πουλιά - Μ. Σουγιούλ - Διασκευή Χρήστος Λέκκας
.....................................................................................................................................................................





                                           Για μας κελαηδούν τα πουλιά - Νίκος Γούναρης - Τόνης Μαρούδας
......................................................................................................................................................................

«Ζωή με λες» Γιάννης Φιλιππίδης ...


'' Ζωή με λες'' (απόσπασμα)

 'Ηλιο να μου χαρίζεις τα πρωινά
Θέλω να μου στέλνεις έναν ήλιο παραπάνω τα πρωινά του χειμώνα.
Να ξεμένω αιφνιδιαστικά χαμογελαστός να τον κοιτάω, ελπίζοντας για όλα.
Να εισβάλει αντάρτης στο ανατολικό δωμάτιο, αποκαλύπτοντας χρώματα, που ' χαν από καιρό βουλιάξει στο γκρι των ημερών.
Να εμπνέομαι παιχνίδια και ρυθμούς από τους σπάνιους, απολαμβάνοντας τις λάμψεις του στις επιφάνειες των ξύλων, όπως εισβάλει γενναιόδωρος και αυθάδης,  να καταργήσει τις βροχερές γραμμές του δέρματος στο μέτωπο.
Αυτός, τουλάχιστον,  ξέρει καλά την τέχνη, να χαρίζεται σε διάρκεια.
................................................................................................................................... 

                                     << Ζωή με λες >> Γιάννης Φιλιππίδης.
..................................................................................................................................................................

Γράφει ο συγγραφέας Γιάννης Φιλιππίδης:

«…Με τις προσωπικές μου ελεύθερες αυτόνομες σκέψεις απέμεινα ξανά.


 Μακριά από επαγγελματίες που εμπορεύονται το συναίσθημα της ελπίδας, οι ίδιοι μόνο 

γνωρίζουν για το όφελος ποιανού εργάζονται. 

Γιατί πολίτης ανάμεσα σ’ ένα λαό μιας πατρίδας, που η γη της ζεματάει όταν την περπατάς, 

όπως σε πλεούμενο λίγο πριν από τον οριστικό του αφανισμό, εγώ και πάλι θα θυμηθώ την 

πατρική καθοδήγηση να ταχθώ ξανά στο πλευρό του Ινδιάνου.

 Πλάι στον αδικημένο, η αντιπολιτευτική μου παρόρμηση ίσως φανεί χρήσιμη, αφού βλέπεις 

βοηθάει στο να μη μεθάς με καμιά εξουσία, να μη συγχωρείς κανέναν επίορκο…»
.....................................................................................................................................................................

21 Φεβρουαρίου 2016

Έχει Πανσέληνο απόψε κι είναι ωραία.....














ΠΑΝΣΕΛΗΝΟΣ
Υπάρχει τόση μοναξιά σε 'κείνο το χρυσάφι
Το φεγγάρι της νύχτας δεν είναι η σελήνη

που είδε ο πρώτος Αδάμ.

Οι μακρινοί αιώνες της ανθρώπινης αγρύπνιας

την γέμισαν με δάκρυα μες τα χρόνια.

Κοίτα τη! Είναι ο δικός σου καθρέφτης.


(Jorge Luis Borges, 1970) 

.....................................................................................................................................................................

Ο ΤΑΞΙΔΙΩΤΗΣ ΚΙ Η ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ - Ευγένιος Τριβιζάς...


Μεσάνυχτα. Στον ουρανό τον ήσυχο, το βαθυσκότεινο, θαμποσβήνουν

δειλά, αχνόφωτα τα αστέρια σ' άπειρους μαγευτικούς συνδυασμούς,
αμέτρητες εξωτικές,παραμυθένιες ζωγραφιές. Αστέρια πολλά.
Μυριάδες αστέρια. Φαναράκια χρυσαφιά, που, με τις τοσοδούλικες τους
λάμψεις, ζωγραφίζουν στα μενεξεδένια βελούδα γαλέρες, γιρλάντες, άτια
και κάστρα και θεριά παράξενα.
Εκεί ψηλά, στων αστεριών τον κόσμο που η χλωμόχρυση σελήνη
βασιλεύει, πλανιόταν κάποτε συντροφικά τρία άστρα μικρά, αδέλφια
αγαπημένα. Το πρώτο το'λεγαν Αυγερινό, τα' άλλο Αστραφτερή και
το τρίτο το τελευταίο, που 'χε την πιο γλυκόθωρη λάμψη απ' όλα
τ' άλλα αστέρια που το στερέωμα στολίζουν, το'λεγαν «Καμάρι τ' Ουρανού».
Ανέμελα έπαιζαν κρυφτό στα πουπουλένια νέφη, κυνηγητό με τις
φεγγαραχτίδες, που γλιστρούσαν γοργά, γνέφανε γελαστά, χάνονταν
και ξέφευγαν στ' απλόχωρα ουράνια χαρωπές.
Ώσπου κουράστηκε κάποια νυχτιά το Καμάρι τ' Ουρανού με τ' αδέλφια
του αντάμα. Απόκαμε να παίξει. Βαρέθηκε να θαυμάζει το φεγγάρι
εκστατικά. Πεθύμησε σ' άλλους κόσμους, κόσμους πρωτόγνωρους,
αλαργινούς, να ταξιδέψει. Δεν το χώραγε ο ουρανός, άχαρος και
πληχτικός του φαινότανε ο γαλαξίας.
- Μη φεύγεις! παρακάλεσε η Αστραφτερή.
- Μη μας αφήνεις! κλάφτηκε ο Αυγερινός.
Μα το 'χε πάρει απόφαση το Καμάρι τ' Ουρανού. Υπόσχεση του έδωσε
πως θα γυρνούσε σίγουρα, προτού η ροδόλουστη αυγούλα ξεπροβάλει,
και, μ' ένα σάλτο,ανάλαφρο, αποχαιρέτησε τους συντρόφους του και τις
ουράνιες στράτες.
Άρχισε να γλιστρά γοργά στο διάφανο διάστημα, νιώθοντας έναν ίλιγγο
μεθυστικό, ίλιγγο που τ' ανατρίχιαζε, του έκοβε την ανάσα.

Ένα τράνταγμα, μια μαρμαρυγή, κι έπεσε το Καμάρι τ' Ουρανού στη Γή!
59947480_1275783043_91de195db1bfd23736350aa6f90ea0ca.jpg

Όταν συνήλθε απ' την παραζάλη, έφερε το βλέμμα γύρωθε του. Είχε
βυθιστεί σ' ένα λιβάδι άγνωστο και σκοτεινό, κι η αχνή του ανάσα φανέρωνε
μια ύπαρξη μαγευτική, εκεί κοντά του. Πλάι του ακριβώς, στην άκρη μίσχου
λεπτού, φύτρωνε ένας ήλιος τοσοδούλης, στεφανωμένος πάλλευκες αχτίδες.
- Ποιος είσαι; μίλησε η μαργαρίτα πρώτη.
- Ένας ταξιδιώτης από το γαλαξία. Εσύ;
- Λουλούδι. Δεν έχεις ξαναδεί;
- Όχι. Από πού έπεσες εδώ;
- Δεν έπεσα. Εδώ έτυχε ν' αναστηθώ, εδώ, σ' ένα λιβάδι μυστικό, να ρουφώ
από τη γή πικρούς χυμούς και να προσμένω ...;
Δε χόρταινε να την κοιτά, να θαυμάζει το φλουράτο κεφαλάκι με τα χαριτωμένα
πέταλα, τον ντελικάτο μίσχο της τον τρυφερό.
Απόμειναν για λίγο σιωπηλοί. Μόνο τ' αργοθρόισμα ακουγόταν.
Ύστερα, σιγανή άκουσε τη φωνή της:
Έψαχνες να με βρείς;
Έτσι θαρρώ!
Είχε σκύψει πλάι του. Πολύ κοντά του. Ένιωσε το άρωμα της.
Ένα της πέταλο άγγιξε μια χρυσαφιά του ακίδα. Ρίγησαν. Μια
άλικη σπίθα ελαμψε ανάμεσα τους, κι η ψυχή του ξενιτεμένου
αστεριού πλημμύρισε λατρεία τρυφερή για την μαργαρίτα την χλωμή,
που 'γερνε πλάι του σιγοτρέμοντας, απ' τη φεγγοβολιά του θαμπωμένη.
Κι εκείνη η κρυσταλλένια νύχτα ήταν μεγάλη, ατέλειωτη,  μ' ώρες
μεθυστικές, αμέτρητες, στιγμές μαγευτικές, ολόδικες τους. Το
βαθυσκότεινο λιβάδι κοιμόταν απέραντο, ανασαλεύοντας νωχελικά
στη μυρωμένη αύρα.



Ξάφνου, μια σκιά πέρασε σαν αστραπή απ' το λιβάδι, και προτού

καλά καλά φανεί, την κατάπιε πάλι το σκοτάδι. Το αστέρι ένιωσε μια
σαΐτα να κεντά τα'ασημένια του τα φυλλοκάρδια, και την ίδια τη στιγμή
ζήλια μαρτυρική στην ψυχή του να φουντώνει!
Όσο ένιωθε την καλή του αγγελικά να το θωρεί, αμφιβολία βασανιστική
το τυραννούσε, ζήλια για κάθε χορτάρι του απέραντου αγρού, για κάθε
κρυφή της μαργαρίτας σκέψη ...;
Βαθιά την αγαπούσε. Κι εκείνη το ίδιο άραγε; Αν καμωνόταν; Αν κάποιο
άλλο αστέρι πρόσμενε; Αν πεταλούδες πλουμιστές ονειρευόταν; Αν
ταξίδευε κι αυτή στα όνειρά της;
Πως θα σιγουρευόταν; Πως θα μάθαινε τα μυστικά της; Πως;
Τέτοια συλλογιζόταν, όταν τράβηξε με δύναμη ένα πέταλο χιονάτο.
- Μ' αγαπά, μουρμούρισε όπως τ' άφηνε να πέσει.
Έπειτα, δισταχτικά τράβηξε ακόμα ένα.
- Δεν μ' αγαπά, ψέλλισε βραχνά.
- Μη! στέναξε η μαργαρίτα τρέμοντας από πόνο γλυκό, παράπονο, απορία.
Μα μες στη μέθη του τα' αστέρι, πως θα μάθαινε, όπου να 'ναι την αλήθεια,
δεν έδωσε στο μαρτύριο της σημασία.
- Μ' αγαπά: γέλαγε τρισευτυχισμένο.
- Δε μ' αγαπά! θρηνούσε σκυθρωπό.
Κι ασυλλόγιστα μαδούσε ολοένα τα πέταλα της τα χιονάτα, ένα ένα.
- Γιατί; ψιθύριζε τ' άδολο ανθάκι λαβωμένο.
Μα τ' αστέρι δεν την άκουγε, στον οίστρο του παραδομένο.
- Μ' αγαπά!
- Δε μ' αγαπά!
Πονούσε η μαργαρίτα. Πονούσε πολύ. Με κάθε πέταλο απαλό έφευγε
και μια πνοή. Ώσπου τράβηξε το στερνό της πέταλο τ' αστέρι.
- Μ' αγαπά! φώναξε χαρούμενο.
Κι ο αντίλαλος του γύρισε θλιμμένος πίσω.
Σταμάτησε, σκέφτηκε. Είδε την μαργαρίτα να σκιρτά όλο παράπονο,
να ξεψυχά εκεί, στης λάμψης του την αχνόφωτη αγκαλιά. Έγειρε
αργά αργά, άγγιξε τη χλόη.
Της αύρας η πνοή πήρε τα πέταλα, τα σκόρπισε τριγύρω.
Ύστερα, τίποτ' άλλο πια. Μόνο σκοτάδι. Κι ολόγυρα, σκούρα, πυκνά
χορτάρια απειλητικά.
Τότε μόνο ένιωσε τι της είχε κάνει. Τρεμόπαιξε για μια στιγμή, στέναξε
κι έπαψε ν' ανασαίνει χρυσαφένιο φως.
Άδικα πρόσμενε ο Αυγερινός. Άδικα τ' αναζητούσε η Αστραφτερή..
γιατί δεν γύρισε το Καμάρι τ' Ουρανού, όπως είχε υποσχεθεί;


Την άλλη μέρα, όταν ροδόλουστη η αυγή απ' της ανατολής

τ' ασημογάλαζα ξεπρόβαλε τα τούλια, σ' απλόχωρο λιβάδι λιόχαδο,
πνιγμένα μες στη δροσερή του αγκάλη, βρήκε μια μαδημένη μαργαρίτα
κι ένα σβησμένο αστέρι βυθισμένα ...


                                                             Του Ευγένιου Τριβιζά
..................................................................................................................................................................

20 Φεβρουαρίου 2016

<< Η καρδιά μου... >> - Νίκος Καζαντζάκης.


Μια νύχτα είδα ένα όνειρο.
Ήμουν λέει στην άκρα του γιαλού και κοίταζα .
Η θάλασσα ήταν κατάμαυρη όλο τρόμο και χοχλακούσε.
Κι από πάνω της ο ουρανός ,κατάμαυρος κι αυτός όλο φοβέρα ,κατέβαινε όλο και πιο χαμηλά
λίγο ακόμα και θα άγγιζε τη θάλασσα.
Αγέρας δε φυσούσε νέκρα φρικτή, πλάνταζα, δεν μπορούσα να πάρω ανάσα...
Κι άξαφνα στη στενή χαραμάδα που απόμενε λεύτερη ανάμεσα ουρανού και θάλασσας ,άστραψε ένα κάτασπρο πανί.
Ήταν μια μικρή βαρκούλα αυτόφωτη και μέσα στην πλανταγμένη απανεμιά φούσκωνε γοργά το πανί της..και προχωρούσε γοργά , βίαια μέσα στα σκοτάδια .
Άπλωσα κατά πάνω της τα χέρια :
<< Η καρδιά μου ! >>  φώναξα και ξύπνησα.
Βοήθεια μεγάλη στάθηκε τ' όνειρο τούτο στη ζωή μου.
Σε δύσκολες στιγμές ,όταν όλα γύρω μου σκοτεινιάζουν κι οι πιο ακριβοί μου φίλοι και οι πιο σίγουρες ελπίδες με παρατούσαν ...πόσες φορές δεν έκλεινα τα μάτια και δεν έβλεπα ανάμεσα από τα ματοτσίνορά μου ,τη βαρκούλα αυτή, κι η καρδιά μου έπαιρνε κουράγιο ,τινάζουνταν επάνω όρτσα
και μη φοβάσαι!
Μου φώναζε κι έσκιζε το σκοτάδι !

Απόσπασμα από την
<< Αναφορά στον Γκρέκο >>
του Νίκου Καζαντζάκη.

( Επιμέλεια κειμένου - Σοφία Θεοδοσιάδη )
....................................................................................................................................................................


                                               << Η καρδιά μου ...>> - Νίκος Καζαντζάκης.
.....................................................................................................................................................................

Πατρίδα μας είναι η καρδιά μας...μοναδική ...συνεπής...ποτέ δεν μας προδίδει...
Ένα κείμενο τρυφερό ...αληθινό ..γεμάτο λυρισμό και αλληγορία...
Ένα κείμενο '''άγγιγμα ψυχής'''...ενδοσκόπησης και αυτογνωσίας....
Για σας τους φίλους που σκύβετε με τρυφερότητα πάνω από τον εαυτό σας...για σας που αγαπάτε το βάθος της λίμνης ..που λέγεται καρδιά...
Ένα βίντεο από τα καλύτερα που έχω δει ...με μουσική πιάνου που σε συναρπάζει...και σε ταξιδεύει στα βάθη της ψυχής...και το μοιράζομαι μαζί σας...τούτο το απόβραδο του Σαββάτου....
Σοφία Θεοδοσιάδη.
......................................................................................................................................................................

19 Φεβρουαρίου 2016

Τάκης Βαρβιτσιώτης, Δέκα ποιήματα της οργής και του χρέους (1972-1973)










 Απαγόρευσαν τα παιδιά να τραγουδούν  
Τους πεθαμένους να χαμογελούν. 
Απαγόρευσαν τα πληγωμένα άλογα
 Να ερωτεύονται τη σελήνη 
Τους σακάτηδες να έχουν δεκανίκια
 Με τ' αναμμένα μάτια τους 
Πυρπόλησαν και το μικρότερο χορτάρι
Έφραξαν τέλος όλους τους φεγγίτες.

Τάκης Βαρβιτσιώτης.

.....................................................................................................................................
   Στον Γιάννη Ρίτσο

1

Έμποροι δυνάστες στρατηγοί
Μην τολμήσετε να συντρίψετε τα χέρια
Που  κρατούν το φως
Αιώνες ανθρώπινων ονείρων
Θα  σκεπάσουν τα μάτια σας
Με μαύρα ηλιοτρόπια
Ατσάλινα νύχια
Θα  ξεσχίσουν τα πρόσωπά σας
Κι αγριεμένα πληρώματα
θα σας κρεμάσουν
Στο πιο πένθιμο κατάρτι
Την πιο πένθιμη νύχτα του χρόνου
Για  να μάθετε πώς μονάχα η λευκή ανθοφορία
Του τοκετού της αγάπης διαρκεί


 2

Δήμιοι μέ τό πρόσωπο του θανάτου
Δε  θα μπορέσετε ποτέ να εξαφανίσετε
Το γαλάζιο ενός αθώου ματιού  
Ανάμεσα από τις καμένες σάρκες
Κι από τα μελανιασμένα κορμιά
Ανάμεσα από τις σταυρωμένες ανοίξεις
Ανάβει πάντα για νεκρούς και ζωντανούς
Ο δαυλός της δικαιοσύνης


3

Για να πυκνώσει το φως
Και να γεννήσει το πουλί
Για  να νικήσει ό άνεμος
Τους πρώτους δισταγμούς του
Και να φωνάξει ή θάλασσα ελευθερία
Πρέπει να 'ρθουν οι λατόμοι
Γεμάτοι οργή
Να πελεκήσουν τα πέτρινα σύννεφα
Που  πλάκωσαν όλες τις πολιτείες
Να πελεκήσουν τ' αγάλματα
Mε τις μαύρες καρδιές
Να ξεχειλίσει το αίμα
Να πνίξει τούς δολοφόνους


4

Ό σο υπάρχουν ποιητές
Τα  πουλιά θα πετούν
Και τα δέντρα θ’ ανθίζουν
Δε θα μπορούν ανίερα χέρια
Να σταματήσουν την άνοιξη
Να εξαφανίσουν τα πράσινα σημάδια
Αυτούς πού πιστεύουν ακόμα
Πώς είναι τ' όνειρο δυνατό

5
 Ύστερα  από τόσα εκατομμύρια πτώματα
Από τόσες ανοιχτές πληγές
Πριν από την έκλυση της φοβερής αστραπής
Η μαυρίλα καταπίνει τον ήλιο
Τα  μάτια συστέλλονται
Μικραίνουν οι άνθρωποι
Χάνουν το πρόσωπο τους
Φορούν για παράσημα τη ντροπή
Και την καταφρόνια
Ίσως είvaι κι αυτός ένας τρόπος
Να  θυμηθούνε πάλι την ομορφιά
Να ξαναφτιάξουν έναν κόσμο καλύτερο
Από την αρχή

6

'Απαγόρευσαν τα παιδιά να τραγουδούν
Τους πεθαμένους να χαμογελούν
Απαγόρευσαν τα πληγωμένα αλόγα
Να ερωτεύονται τη σελήνη
Τους σακάτηδες να έχουν δεκανίκια
Mε τ' αναμμένα μάτια τους
Πυρπόλησαν και το μικρότερο χορτάρι
Έφραξαν τέλος όλους τούς φεγγίτες


7

Φως υπερούσιο
Απρόσιτο φως
Από ποια ύφη κατεβαίνεις
Σ' αυτή την καταματωμένη γη
Όπου σέρνονται ακόμα οι άνθρωποι
Ανάμεσα στον τρόμο και την ελπίδα
Άσπιλο φως
Που δεν έχεις ούτε αρχή ούτε τέλος
Και που η μέρα παρατείνει την ηγεμονία της
Για να σε διαφυλάξει
Πότε λοιπόν θα κατορθώσεις
Ν' αποδιώξεις το βαθύ
Βαθύ σκοτάδι αυτού του κόσμου.

8

Δεν έχει πιά σημασία
Να κόβουμε μαραμένα τριαντάφυλλα
Να  σφίγγουμε ένα χέρι
Που βγαίνει μέσα από μια πέτρα
Όπως εν άστρο
Ανάμεσ’  από τα ερείπια
Να προσπαθούμε νά γλυτώσουμε
Ένα μονάχα πλοίο πού κινδυνεύει
Να κατοικούμε πολιτείες
Που δε γνωρίζουν τον ύπνο
Να ζούμε πάντα μονάχοι
Mε μια παγωμένη φτερούγα
Και μ ένα γυάλινο μάτι πού μας τρομάζει
Ν' αγκαλιάζουμε ένα σύννεφο
Που ταξιδεύει προς τη δύση
Σημασία έχει ν αγκιστρωθούμε πάλι
Γερά πάνω στη γη
Όπως η μέλισσα στο λουλούδι
Να ξαναχτίσουμε ένα σπίτι
Να μας χωράει όλους μαζί

9

Χρειάζεται σιωπή
Πολλή σιωπή
Πυκνό χορτάρι
θράκα πολλή
Από μέρες περασμένες
Που αδιάκοπα να τη φυσάς
Δεμάτια στάχυα σύννεφα
Δάκρυα πικρά
Πέτρες πυρακτωμένες
Σκόνη χρυσή από κοπανισμένα αστέρια
Κι ένας καλόβολος άνεμος
Που να τα πάρει όλα μαζί
Και να τα πάει στην άλλη αυγή
Σα μυθικό καράβι
Για να χαθεί ό χειμώνας νικημένος
Για να ντυθούνε των νεκρών τα κόκκαλα
Με φώς
Ν' αναστηθεί η φωνή τους
Μ' έva στρόβιλο φτερών
Στα δάχτυλά τους ν αντηχήσουν οι φλογέρες

10

Μάθαμε τον έρωτα και το θάνατο
Ταξιδεύοντας από τη μιαν όχθη στην άλλη
Πάνω στην πλώρη ενός καραβιού
Μοιράζοντας κόκκινα γαρύφαλλα
Στους ναυαγισμένους
Ανακαλύπτοντας περίσσια θαύματα
Που δεν χάνονται
Ακόμα κι όταν κλείσουμε τά μάτια
Μάθαμε τον έρωτα και το θάνατο
Ακολουθώντας ένα ποτάμι όπου σμίγουν
Αίμα και φως
Παίζοντας μια σάλπιγγα
Που συναδέλφωνε όλους τούς ανθρώπους
Που έκανε να σωριαστούν οι τοίχοι
Και να γίνουν κίτρινη σκόνη
Μάθαμε τον έρωτα και το θάνατο
'Ολομόναχοι σ’  ένα κελλί
Κρυμμένοι άλλοτε σ' ένα σεντούκι
Κι άλλοτε πάλι στριμωγμένοι
Σε μια λουρίδα ήλιου
Που θα μπορούσε να τη σβήσει
Ακόμα και το χέρι
Ενός αδιάφορου επισκέπτη
Μάθαμε τον έρωτα και τον θάνατο
Εκεί όπου σήμερα ηγεμονεύει η σιωπή
Τραγουδώντας εύθυμα τραγούδια
Μαζεύοντας μ' ένα φτυάρι τα χιόνια
Μικραίνοντας με τη χαρά μας την απόσταση
Που χωρίζει τη γη από τον ουρανό.

Τάκης Βαρβιτσιώτης, Δέκα ποιήματα τη οργής και του χρέους (1972-1973) 

ΠΗΓΗ : 

................................................................................................................................................................. 





Ο Τάκης Βαρβιτσιώτης (1916 - 1 Φεβρουαρίου 2011) ήταν Έλληνας ποιητής της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς, αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Ήταν «βαθύς γνώστης της λυρικής τέχνης[...], ποιητής Ευρωπαίος, που του αξίζει ο έπαινος όχι μόνο της ιδιαίτερης του πατρίδας αλλά των καλλιεργημένων ανθρώπων όλου του κόσμου», σύμφωνα με τον Οδυσσέα Ελύτη.
Γεννήθηκε το 1916 στη Θεσσαλονίκη, όπου και διέμενε από τότε. Σπούδασε νομικά στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και το 1940 διορίστηκε δικηγόρος, έμεινε όμως αφιερωμένος αποκλειστικά στην ποίηση.
Απεβίωσε την 1η Φεβρουαρίου 2011.

ΠΗΓΗ : ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ.
................................................................................................................................................................ 

Κόντρα και ενάντια στην παγκόσμια την κατάθλιψη, που σκόρπισαν γύρω μας οι '''δυνατοί '''του κόσμου τούτου...όσο θα υπάρχουν ελεύθερα πνεύματα καθώς είναι οι ποιητές...και όχι μονάχα οι ποιητές...οι ''μάστοροι'''των λέξεων...μα και οι ονειρευτές - ποιητές της ζωής......θα υπάρχει και ελπίδα...θα υπάρχει και συνέχεια στην ομορφιά του κόσμου... 
Σαν από την ψυχή μας κι από το νου μας δεν χαθεί...η σπίθα που στα όνειρα τη φλόγα ανάβει ..
τότε υπάρχει ελπίδα στη ζωή μας... 
Πάντα ο λυρισμός μες στη ζωή ....μαλάκωνε ..ζυμάρι εύπλαστο επροσπαθούσε για να μετατρέψει...την πετρωμένη την καρδιά του ανθρώπου ...που έκρυβε βαθιά μες στη σκληρή εικόνα του ...για να επιβιώσει...
Σοφία Θεοδοσιάδη... 
....................................................................................................................................................................