5 Μαΐου 2017

απογεύματα που ''χάθηκαν''.. - της Σοφίας Θεοδοσιάδη.

 Είναι δρομάκια και γωνιές στην πόλη μου..και στο μικρό χωριό μου..που λες κι ο χρόνος εσταμάτησε εκεί από καιρό..Ζωγράφισε κατέγραψε την ομορφιά που μπόρεσε..σε ένα κάδρο να χωρέσει..να φυλάξει..Κίτρινο λέν' πως είν' το χρώμα αυτό της Άνοιξης..κίτρινο και το χρώμα του Μαγιού..Γιόμισε η ψυχή μου..απ' τις ναζιάρες..τις ευαίσθητες μιμόζες του..τις όμορφες γαζίες του.. δρόμου.. που μοιάζει απ' των παραμυθιών.. πως είν' απ' τις σελίδες κρατημένος...

Αράδιαζαν σαν έρχονταν τ' απόβραδο.. τα καρεκλάκια τους έξω απ' το πλατύσκαλο εκείνου του μικρού ..διθέσιου σχολειού..τόπος συνάντησης των γυναικών..όπως πηγαίνουνε στα καφενεία οι άντρες...Γριες ..μεσόκοπες και νιες..σε έναν τόπο συνάντησης καθημερινά..μετά απ' τον κάματο μιας δύσκολης όπως λογίζεται και είναι..η μέρα στα χωριά...Κυρτές με το μπαστούνι τους..μα απουσία δεν κατείχαν τι θα πει Χειμώνα - Καλοκαίρι..αν και μεγάλες οι διαδρομές που εδρασκέλιζαν ..στο καθημερινά αφρισμένο το ποτάμι της ζωής..παρούσες πάντα να διηγηθούν εκείνα τα αναμνηστικά..της σύντομης ..μα τόσο πλήρους πια.. της βασανισμένης της ζωής τους..

Της Κυριακής τα απογεύματα ήταν ξεχωριστά..γιατί πάντα από παλιά ..ανέκαθεν η Κυριακή ήταν και είναι σκόλη..Δεν είχε προκοπή ελέγανε ο ζευγάς...που στο χωράφι ..στη δουλειά..εκίναγε τη μέρα του να πάει να περάσει..Ήταν ''απάγκιο'' εκείνη η μεριά κι είχε και μια αίθουσα των γυναικών που ήταν του συλλόγου.. Λουσμένοι..καθαροί..ντυμένοι με τα φτωχικά..μα καθαρά..και τόσο φροντισμένα από τα χέρια γυναικών φορέματα και αντρίκιες φορεσιές..πλησίαζαν να ενωθούν..στης επικοινωνίας το πεζούλι.. στο τραπέζι...

Γρανάζι οι ίδιοι οι άνθρωποι..ένας μοχλός ασκούριαστος..κόντρα πάντα στους δύσκολους καιρούς..με πείσμα τη ζωή κωπηλατούσαν. Λόγια που γράφονταν πολλά σε κείνα τα σκαλάκια του σχολειού.. μα και στου καφενείου τα μικρά τα σιδερένια τραπεζάκια .. Κουτσομπολιά..αληθινές συχνά ιστορίες αδιήγητες..όλα μα όλα για σκοπό..καλό σκοπό ή και κακό...όλα στην επικοινωνία...Ήταν κοντά οι άνθρωποι εκείνον τον καιρό.. ανάσες ζωντανές τριγύρω τους..κομμένες και ραμμένες για τα μέτρα τα δικά τους..αρώματα που κράταγαν μέχρι το τέλος της διαδρομής..αποτυπωμένα συναισθήματα ανεκτίμητα...στον αέρα να πλανώνται του χωριού..

Μια οικογένεια θαρρείς πως έμοιαζε..με τα καλά και τα κακά που κουβαλάνε οι ανθρώποι...Τώρα οι γειτονιές αλλάξαν χρώματα .. αλλάξανε και οι ιστορίες των ανθρώπων..Δεν τρέχουνε γύρω- γύρω τα παιδιά..κρυφτούλι για να παίξουνε.. φοβούνται πια τις γειτονιές.. φοβούνται τις αλάνες..Όχι όταν είναι Χεμωνιά..ούτε όταν είναι  Άνοιξη..Φθινόπωρο και ωραίο Καλοκαίρι..είναι που το ποτάμι αλλιώς κυλά...είναι που επλημμύρισε ο φόβος τους μεγάλους..

Μα τα παιδιά είναι παιδιά και πάντοτε..πάντα θα ρίχνουν σπόρους ακόμα και μες στη Χειμωνιά..σε κείνα εκεί τα '' ξέμπαρκα'' σπουργίτια..πάντα θα αναζητούν τις Άνοιξες ..εκείνες της καρδιάς..πάντα θα βρίσκουν μια ''αφορμή'' να παίζουνε..όλες τις εποχές...

Κείμενο - Σοφία Θεοδοσιάδη...
..............................................................................................................

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου