30 Ιουλίου 2019

''ΘΕΡΙΝΟΝ ΠΡΕΛΟΥΔΙΟΝ''...





Στ' αμπάρια του μυαλού μου..

τ' άυλα εφύλαξα άβρεχτα
καθώς το δίδαγμα σοφόν..
της ύλης της φθαρτής μας..
Παίρνω λοιπόν κι εγώ το καπελάκι μου το ψάθινο..
κι ένα γαρούφαλλο απάνω του ''φυτεύω''..
να μου μοσχοβολάει στο δρόμο μου 
και βάζω μπρος στη μηχανή..
σε ακρογιάλι να με βγάλει..
Να το δροσίσω το κορμί..κι ο νους να ζωντανέψει..
στα απλά ..στα καθημερινά και 
τα δροσιστικά εκείνα της ψυχής..
κρύβεται η ''πεμπτουσία'' ..
λούζομαι στο χρυσάφι του
μπήγω τον ήλιο στα μαλλιά
ζεσταίνω την ψυχή μου...


Να την προκάνω τη ζωή..
στη βάρκα μου σαλτάρω τη μικρή.. 
παρέα μου αχώριστη..οι μαγεμένοι φίλοι μου
ήρωες των σελίδων μου μακράν με ταξιδεύουν..
Μα ο θερινός μου έρωτας..
αδίσταχτος...........
με  πλέει στα βαθιά..και με βουλιάζει
μέρες με χρώματα μου υπόσχεται.
άνθηση της κρυμμένης της νεότης μου..
κρυμμένα μυστικά μου ξεδιπλώνει..
στου δειλινού τ' απόκαμα..ασυλλόγιστα
το φιλντισένιο μενταγιόν της Χαριγένειας
κρεμάει στο λαιμό μου ..
κάμπτονται οι αντιστάσεις μου..
ληστεύει το παρόν..το παρελθόν μου..

''ΘΕΡΙΝΟΝ ΠΡΕΛΟΥΔΙΟΝ''- Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

''ΣΠΑΡΤΑΡΙΣΜΑ ΣΤΑ ΣΤΗΘΙΑ''


Τετράδιο πολύφυλλο ..
σελίδες άγραφες..γέννας πεσκέσι πρώιμο
ημεροδρόμιο η ζωή..
δρομέα ασθμαίνοντα αποζητά..καταγραφέα..
Κι εσύ σκυφτή ..
να σημειώνεις καθημερινά..
από τα περιθώρια της σελίδας του
ποτέ σου να μη βγαίνεις.
Έτσι για να υπάρχει μια τάξη στις γραμμές...
πάντα τα περιθώρια..άγραφα ν' απομένουν...
Κι έρχονται μέρες της πληρότητας
κλείνεις σε απολογισμούς..
λογιστικά θαρρείς βιβλία..
Κι  έπειτα ανασύρεις.. 
στις σελίδες ψάχνεις να 'βρεις την εικόνα σου
να συστηθείς απ' την αρχή εις εαυτόν..
να την ξεμοναχιάσεις..

Ακούραστη η καρδιά.. 
στους χτύπους σπαρταράει
παρηγορεί την ανημπόρια του κορμιού..
Να σου θυμίσει πως επαρέλειψες 

κεφάλαια που πρέπει να προσθέσεις...
γιατί η ζωή δεν σταματά...και όλα δεν σου τάπε.

Η πένα μου εστέγνωνε στιγμές - στιγμές...
πάλιωσε φαίνεται κι αυτή..
κι η μύτη της γδαρμένη..
Ακριβά τα ανταλλακτικά..
στου δειλινού..
στου περασμένου χρόνου σου την ώρα..
Μα πάλι συλλογίζομαι..
η αγάπη κάπου θέλει ν' ακουμπά..
αλλέως πως μαραίνεται..μαζί σε παρασέρνει..

Μπερδεύομαι..
ο έρωτας μας στήνει το καρτέρι του.. 
καυτά τα Καλοκαίρια
ξεδιάντροπα στην πόρτα μας
βολτάρει άγαρμπα..λεηλατώντας προχωρά..
Αναρωτιέμαι καθημερινά...
κι απόκριση δεν παίρνω...
να 'ναι τα 'χατες έρωτας αυτός για τη ζωή

το νάμα της το άσβεστο
ή μήπως είν' σπαρτάρισμα..
κάτω από τα στήθια
στα δίχτυα του έρωτα τ' αληθινού..
που καίει το κορμί ?

'' ΣΠΑΡΤΑΡΙΣΜΑ ΣΤΑ ΣΤΗΘΙΑ'' - Σοφία Θεοδοσιάδη.
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

29 Ιουλίου 2019

''ΣΚΗΝΟΘΕΤΕΙς''....

Δυο φλόγες μου δεν ήταν αρκετές..
το γρέζι της ψυχής σου να λειάνουν
τα παραθύρια να φωτίσουν της καρδιάς
και σ' οδηγήσανε στο δρόμο για το χτες..
οι σκελετοί να συντροφεύουνε τα βράδια..
σπαράζεις στο έρμο σπίτι τις νυχτιές
σε πρόλαβε μονάχο σου κι αυτό το Καλοκαίρι
τα χελιδόνια επάψανε να χτίζουνε φωλιές
στης δεκαοχτούρας τη λυπητερή λαλιά
τον ήχο ξεδιπλώνεις της ψυχής σου..
μα αντέχεις..κι ας αρνείσαι τις σκιές..
δε σου 'μοιασα μαθές ποτές ..
ποτές σου δε φορούσες τα φτερά μου..
τόσα γράμματα..στιχάκια πεταμένα καταγής
δεν γράψαν..
δεν εκέντησαν επάνω στις καρδιές..

Σκηνοθετείς τον πόνο σου στα σκοτεινά
στα κροκοδείλια δάκρυα ζητάς παρηγορία
κατακρημνίζεσαι..σκηνοθετείς..
πατήματα..ίχνη ζωής κλεμμένης..
έρωτες χτίζεις γητευτές..
αγκάθια η σάρκα σου..πληγές
η βούληση βαθιά παγιδευμένη..
Σκηνοθετείς..λιποταχτείς 
τα άλλοθι κι οι μαρτυρίες σου ανεπαρκείς..
δε μου θυμίζουν τίποτα από σένα..
Σκηνοθετείς..μα ζεις...............

''ΣΚΗΝΟΘΕΤΕΙς'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

28 Ιουλίου 2019

''ΑΝΤΙΔΟΤΟ''

Απήγανοι κι Αγάπανθοι..
φύονται προστατευτικά..ανθοφορούν
στο φαρμακείο της φύσης...
αντίδοτα..
φυτρώνουνε στα μέσα μου
στη μέθη μου αλόγιστα σαν αφεθώ ..
όντας μου απερίσκεπτα..
στης ματαιοδοξίας μου σκύβω να προσκυνήσω..
Τη ματαιοδοξία μου εγνώρισα νωρίς..
άγουρο..ανθρώπινο..
σοφίας στερημένο παιδιόθεν το τερτίπι..
να σου μηνύσω προσπαθώ..
αγάπανθος να μοιάζεις εις τη γης..
να σ' απελπίσω διόλου δεν θα βουληθώ..
τη ρήση τη σοφή να σου θυμίσω..πως 
''χους ήσουν και είσαι εξ αρχής..
και εις χουν θα απελεύσεις''..
μη μου κακιώσεις..μη μου φοβηθείς
που στη ζωή αντίκρυ σου..εγώ το θάνατο
καθρέφτη σου κρεμώ..
εσένα σκέφτομαι..τ' ομολογώ
ξυπόλητος..αισθαντικά στο χώμα να βαδίζεις..

Ετράνεψα..ορθώθηκα κι εγώ..
ποτέ μου εσκεμμένα δεν εθέλησα
της ματαιότης δεν της εκράτησα το χέρι..
να περπατάω με δαύτηνε αγκαλιά
ποτέ μου δε λαχτάρησα.. 
στους σκοτεινούς μου διαδρόμους..
Ωσάν την κάμπια τρύπαγα
του κρυμμένου μου καλά ''εγώ''..
γυαλιστερό κουκούλι..
να βγω στο φως η αγωνία μου..
μιας  πεταλούδας πέταγμα
 δώρο στον εαυτό μου.. 

 Εναγωνίως έψαχνα.. 

στόλιζα πάντα τα φτερά τα πλουμιστά..
με εκείνες τις αχτίνες τις χρυσές..
να 'χω ένα φως να με οδηγεί..
ένα φακό πα στο κεφάλι μου.. 
το δρόμο να μη χάνω..
όταν λαθεύω και γυρνώ στα άγνωρα..
πλανευτικά της φαντασίας μου ακρογιάλια..
στους μυρωμένους θάμνους μες στις ερημιές
λουλούδια που φυτρώνουν σπάνια.
μαγιάτικο στεφάνι να μου πλέκω..
απήγανους για να ξορκίζουν το κακό..
αγάπανθους να συγκρατούνε τη διάβρωση
να πνίγουνε τη φύτρα την κακή
 πρώιμα το λουλούδιασμα
να φέρνουν στην ψυχή μου...

''ΑΝΤΙΔΟΤΟ'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη...
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

26 Ιουλίου 2019

''ΓΛΙΣΤΡΩ ΣΤΗς ΜΝΗΜΗς''

Νόστος βαθύς με κυριεύει στα ρηχά
γλιστρώ στα σκαλοπάτια της
βυθίζομαι στις λίμνες της..
στης μνήμης τις σπηλιές το φως αναζητώ..
λάμπα θυέλλης άσβεστη ο νους μου στα βαθειά
μες στους θαλάμους μου τους φωτογραφικούς
τ' αρνητικά των flash απεγνωσμένα αποζητώ
σε μια φωτογραφία της στιγμής να εμφανίσω..

Είμαι κι εγώ μια από σας..
εκεί στου λόφου την μεριά
που χτίσαμε την παιδοπολιτεία μας
με πετραδάκια απ' το δρόμο μαζεμένα..
χρόνια ολάκερα εθρέψαν τις ψυχές..
η γεύση απ' τα βατόμουρα
ραντίσαν το κορμί οι μυρωδιές..
από το δυοσμαρίνι της Φανής..
της μάνας μου..στον κήπο της
που μπλέκονταν με το βασιλικό
στο μπουγαρίνι της στη γλάστρα..
εμεγαλώσαμε απότομα..σάμπως και πάντοτε 
δεν είμασταν μεγάλοι στο χωριό
αφού στους καφενέδες ξώφαλτσα ακούγαμε..
όλα τ' ανθρώπινα και τα πολιτικά..
όλες τις έννοιες αυθεντικά..
απ' τους σοφούς μας τους ξωμάχους?

Σκορπίσαμε..και ο καθένας..καθεμιά
εχάραξε τα μονοπάτια της ψυχής 
τους δρόμους του μυαλού μας..
μα εγώ πιστή στα σκαλοπάτια της..
της μνήμης μου βυθίζομαι συχνά..
ελευθερώνω περιστέρια και πουλιά
μηνύματα φορτώνω του μικρού βοριά
σ' ανέμηδες σκορπάω τις στιγμές τις μαγικές..
να τις ταχυδρομήσουν..
Δε με ορίζουνε τα ερπετά
που σέρνονται στα πόδια μας
δολίως τη ζωή μας διαφεντεύουν..
σπάω τα καλούπια τους αέναα 
πριν σπάσουν..εξαλείψουν τα φτερά μου...
στο πάθος μου της νιότης μου βουτώ.. 
αναβαφτίζομαι στα ιαματικά 
του νου μου τα ποτάμια..
μη λησμονήσω και λησμονηθώ..
γλυκά επροπονηθήκαμε για τη ζωή αντάμα ..
μην κυλιστεί η αγάπη μου για σας
στης λήθης το ποτάμι και πνιγώ....

''ΓΛΙΣΤΡΩ ΣΤΗς ΜΝΗΜΗς''- Σοφίας Θεοδοσιάδη
.............................................................................................................

25 Ιουλίου 2019

''ΓΙΑ ΗΧΟΥς ΠΑΛΑΙΟΥς''

Παλιομοδίτισσα με λες
στο νου σου στροβιλίζονται
λέξεις ανείπωτες..βαριές...
Κι εγώ που δεν φιλοδοξώ
στα λεξικά σου να καταταγώ..
τίτλους και βιογραφικά..γραφές
με πλαστικά μελάνια δεν ορέγομαι 
που δεν στρογγυλοκάθομαι 
στα βελουδένια σου σαλόνια..
κι εγώ τις λέξεις που σεβάστηκα 
σε έννοιες που βγάζουν..
γλυκύ το βλέμμα σε κοιτώ..
σου απαντώ..σου κρένω...
Έτσι μ' αρέσει τη ζωή μου να περνώ..
στους παλαιούς τους ήχους μου..
να λούζομαι στο φως και στο σκοτάδι
δικαίωμα η ζωή κι ο θάνατος του καθενός
ο παλμογράφος όργανο ακριβό..
χρόνια στερεωμένος ακριβώς
κάτω από το πηδάλιο της ψυχής
στο εκρεμμές..στο μέρος της καρδιάς..
στο μπαλαντζάρισμα..
λούζομαι ακόμα στο ουράνιο το τόξο του
τα σκοτεινά μου βράδια..

Είναι που έπαψα καιρό
σε λεωφόρους κοσμικές να περπατώ
φορώ την ίδια την κολώνια χρόνια στο λαιμό..
διαλέγω τα χωμάτινα δρομάκια..
εκείνα που σε βγάζουνε στ' απόμερα
μικρά..ασήμαντα που μοιάζουνε κωνάκια..
Εκεί..στους πύργους τους παλιούς της εξοχής..
τους μισογκρεμισμένους..
που 'χουν κρυμμένη μυρωδιά 
στης Ιστορίας..στων βιβλίων τα κιτάπια..
Να δραπετεύει ο νους..να χάνεται
εκεί..που  επιτρέπεται ανεμπόδιστα 
σιωπές να αφουγκράζεται  
σιγανά να συλλογιέται..
Θέλει ησυχία η ζωή..
σοφά να την ποδηλατείς...

Εκεί...
τα όνειρα  που δεν πουλάς..στων παζαριών 
και στων τελάληδων τους ξύλινους
τους σκωροφαγωμένους  πάγκους..
Δε θέλω να 'μαι της μοδός..
το γιακαδάκι μου το δαντελένιο θα φορώ..
στο λουλουδάτο φουστανάκι...
κάθε μου μία βελονιά απ' τ' ακροδάχτυλα
μια βελονιά..στο δίχτυ της καρδιάς μου..

''ΓΙΑ ΗΧΟΥς ΠΑΛΑΙΟΥς'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,


23 Ιουλίου 2019

''ΑΤΙ ΛΕΥΚΟ''..

Έχει κουρσάρους η ζωή
και καου- μπόυ κρυμμένους..
άλογο κούρσας μου' λεγες 
άτι λευκό και γρήγορο..να μοιάσω στη ζωή μου..
Τα λόγια σου διαπεραστικά..
κρύος ιδρώτας μ' έλουζε
στις ανηφόρες με τα γκέμια μου
στα κακοτράχαλα σοκάκια της ζωής μου..
καθώς αναλογίζομουν του Πήγασου
να βγάλω..να φορέσω τα φτερά..
Αθώα λες των νιάτων μου
η ορμή με οδηγούσε..
καβάλαγα εκείνη τη φοράδα τη λευκή
αγρίμι γίνομουν στους κάμπους τους απέραντους..
σύνορα ως τον ορίζοντα
λημέρια να γνωρίσω..
να βρω ανθρώπους μες στα καπηλειά
τα φτωχικά τα μαγαζάκια ήτανε σχολειά
κάνανε πρακτική εξάσκηση του νου
τα λόγια τα σοφά σου..τα σοφά  τους..
''πέφτεις..σηκώνεσαι..τραβάς τα γκέμια..
προχωράς..
καβάλα την ζωή να την πηγαίνεις''..

Πέρασαν χρόνια και καιροί
ετράνεψε η μικρούλα σου κι εγεύθη
πέφτει..σηκώνεται μπρος στ' αναχώματα
που ανεπαρκείς της στήνουνε..μας στήνουν.
Λιγόψυχοι και ''ανοργασμικοί'' σε μια παλέτα.. 
που σκιών ζωές να συμβολίζει..
άντρες..γυναίκες ελλειπείς..
πολίτες έρμαια των ανικανοποίητων παθών..
δρόμους ακολουθώντας όχι ευθείς..
στήνουνε οδοφράγματα ..
τ' άλογα κούρσας δεν τα άντεχαν ποτές..
λαβωματιές..πεσίματα
στις πεθυμιές τους τις κρυφές
δεν τα αντέχαν στον τερματισμό..
να βλέπουνε να κόβουν την κορδέλλα..
Σε πείσμα και των φαύλων τούτων των καιρών
το Άτι μου ακόμα καβαλάω...

''ΑΤΙ ΛΕΥΚΟ'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη.
.............................................................................................................. 

''ΣΕ ΜΙΑ ΣΕΛΙΔΑ ΔΙΑΦΑΝΗ''

Έρχονται εις το μαξιλάρι μου φορές - βραδιές
πνιγμένες μνήμες και αλλόκοτες στιγμές..
στιγμές μιας καταβύθισης..στιγμές μοναχικές
στιγμές..ζητούν απάντηση σε ερωτήματα
της ύπαρξης..για το επέκεινα..και ναι..
γράφουνε νότες μιας ζωής..
σε μια σελίδα διάφανη του νου
όσοι την τύχη είχανε να διδαχθούν..
δασκάλους φωτισμένους ν' ανταμώσουν..
θαρρώ πως ψάχνουνε απαντήματα
στα λόγια τα σοφά τους..
Νιώθω στ' αλήθεια τυχερή..
ίσως γιατί κατάφερα..ερούφηξα το νέκταρ 
το ξεχωριστό..σχέσης δασκάλου - μαθητή
στους προικισμένους μου δασκάλους..
Να ονοματίσω το τολμώ..
λίγα τα πρόσωπα που εμέ με σημαδέψαν..
Κι εγώ..μικρή κι ασήμαντη..
πως στο ύψος το τρανό τους να σταθώ..
πως να τους περιγράψω..

Σε τούτη την κολώνα μου τη δωρική
το δάσκαλό μου τον αγαπητό
στα σκαλοπάτια του και πάλι θα σταθώ
Λιαντίνης ήτανε αυτός..φιλόσοφος ξεχωριστός..
που γι άλλους και καχύποπτους συχνά αμφισβητήθη..
σήμερα που 'ναι η γενέθλια η μέρα του
συλλογίζομαι νοσταλγικά κι αναπολώ..
οι θύμησες της τάξης με λυγίζουν...
Ευχές συχνά τα βράδια μου μονολογώ..
αν υπάρχει άλλη ζωή, όπως στοχάστηκε ο Σωκράτης, 
θα θελα..επιθυμία μου βαθειά..να συναντήσω
όσους αγάπησα πολύ..γονείς..αδέλφια κι έρωτες..
μα κι άτομα ξεχωριστά..που σημαδέψαν τη ζωή μου..
να πιάσω εκεί στα τραπεζάκια τ' ουρανού
κουβεντολόι ξανά απ' την αρχή..
τα φώτα της πορείας ν' αντικρύσω..

Και ναι..εσέ  κύριε καθηγητά μου αλλιώτικε, 
που  είχα την τύχη στα έδρανα αντίκρυ να σταθώ
που είχα την τύχη και μετέπειτα 
να είμαι ακροατής..όλων όσων εμίλησαν για σε
 όσοι σε θαύμασαν..τις ρήσεις σου μελέτησαν
πολύ ευτυχής η ψυχή μου αιωρούμενη..
εάν σε συναντούσα..
 Αν πάλι στοχαστικά όπως είπε ο Σωκράτης, 
δεν υπάρχει άλλη ζωή..
 τότε θα κοιμηθώ σε έναν ύπνο ήσυχο..
όπως και τόσοι αγαπημένοι μου..
μα όσο εδώ στη Γης πατώ..θα γίνομαι αρνητής.. 
τον ύπνο τον ανόητο..της κοινωνίας έξω εκεί
με ήσυχη συνείδηση..εγώ να τον κοιμούμαι...

ΓΙΑΤΙ..
στα χρόνια τα ευλογημένα αυτά της νιότης μου
το βλέμμα σου φυτίλι μες στο νου μου αναμμένο..
δεν με άφησε να κοιμηθώ..ξύπνια με εκρατούσε..
Σε μια κοινωνία που δάσκαλοι αυτοχρίζονται..
 όσοι δεν ήθελαν να μάθουν τίποτα ποτέ, και 
αποκτούν τον σεβασμό της μάζας, ιεροτελεστικά...
μας έμαθες..εσύ τεράστιε δάσκαλε..
Δάσκαλος τι σημαίνει...
Σε ευχαριστώ..
η φλόγα που μας χάρισες..γνώσης ανάψαν δάδες.
Εγώ είμαι κύριε καθηγητά....
δεν διεκδικώ να με θυμάσαι εκεί ψηλά..
καθήκον τούτο ιερό δικό μου μοναχά..
τα λόγια τα σοφά σου να τα κοινωνώ..
στου Νεοέλληνα το νου να καταγράφω...
Εγώ..η μικρή..μαθήτρια και της ζωής περαστική
υποκλίνομαι εσαεί..
που ένα φεγγάρι μοναχά..μια τόση δα στιγμή
εγεύθηκε τα λόγια σου..κι ακόμα κοινωνώ τα..
Τι τύχη τάχατες κι αυτή! 
Τ' αστέρι σου τη στράτα μου
ακόμα να φωτίζει............

''ΣΕ ΜΙΑ ΣΕΛΙΔΑ ΔΙΑΦΑΝΗ'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη.

 ( Επιτρέψτε μου την προσωπική εξομολόγηση )
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,
...................................................................................................................................................................

20 Ιουλίου 2019

''Εχάραξε στον Αη Λια''







Εχάραξε στον Άη - Λια
η χελιδόνα μου γιορτάζει
ψηλά την έχει χτίσει τη φωλιά
στου λογισμού τις κορυφές
στου ήλιου τ' ακροκέραμα
στης ανθρωπιάς το Γολγοθά
στα ερωτευμένα βράχια του Αιγαίου...

Χρόνια πολλά !

χρόνια καλά!
χρόνια γεμάτα φως Ηλιανή μου!!!

η μάνα σου ..

20/7/2019

,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

19 Ιουλίου 2019

''ψυχές στο καταφύγιο''......


Ψυχές.....
λουσμένες άλλοτε στο φως
κρυμμένες κάποτε σ' ανήλιαγες καταπακτές
γυμνές..άυλες..με δισταγμό ορατές
πλανιούνται στις ακτές των ομματιών μου
ιχνηλατώντας τα σημάδια..στις σκιές
σαν πεταλούδες πρωινού..
απ' τις κρυψώνες τους μιας φυλακής
στο ανθόμελο ξεχύνονται
σ' ένα τρελλό ζωής χορό..κυνήγι μαγισσών
αγάπης οι συγκομιστές..
γλυκόπικρης της γεύσης..
κυνήγι για ένα καταφύγιο φωτεινό...

Ψυχές
άλλες ξεμένουν σε διαδρομές 
στου βάλτου το σκοτάδι..
άλλες στο ημίφως πάντα αρέσκονται...
μα εκειές..οι τολμηρότερες 
κατάματα γυρεύουνε το φως..
καίγονται..τσουρουφλίζονται..
φτερά δε λογαριάζουν
όλες.. μα όλες ..
για να 'βρουν ένα  απάγκιο της χαράς...
λουλούδι να βρουν ανθισμένο και ανθό
κλαρί ζευγαρωτά για ν' ακουμπήσουν...
σπηλιές..σε θάλασσες να βρέχονται
σειρήνες ν' ανταμώνουν...

Ψυχές...
που από κάμπιες..φτερωμένες
πεταλούδες λαχταρούνε να γενούν
στη γύρη της αγάπης να κουρνιάσουν..
κάποιες αγαπιούνται πιότερο..
σε ακριβό..πολύτιμο οχυρό..
κοινό το καταφύγιο που λούονται σ' αχτίνες !!
κάποιες κατρακυλούνε και σκορπίζονται..
Όμορφες που είναι οι ψυχές..
γεύσης αρχέγονης στ' αντάμωμα
 στο ''καταφύγιο'' του έρωτα σαν σμίγουν!!

''ψυχές στο καταφύγιο'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
................................................................................................................................................

17 Ιουλίου 2019

ΟΙ ΝΕΟΕΛΛΗΝΕς - ΔΗΜΗΤΡΗς ΛΙΑΝΤΙΝΗς

«Είναι μεγάλη ιστορία να πιαστώ να σε πείσω, ότι οι νεοέλληνες από τους αρχαίους έχουμε μόνο το τομάρι που κρέμεται στο τσιγκέλι του σφαγέα. Θέλει κότσια το πράμα. Θέλει καιρό και κόπο. Θέλει σκύψιμο μέσα μας, και σκάψιμο βαθύ. Και κυρίως αυτό: θέλει το μεγάλο πόνο.

Θα σε καλέσω όμως σ’ έναν απλό περίπατο. Θα κάνουμε ένα πείραμα, που λένε οι φυσικοί. Για νά ‘χουμε αποτέλεσμα έμπεδο. Και η γνώση που θα κερδίσουμε νά ‘ναι σίγουρη.
Θα επιχειρήσουμε μια στατιστική έρευνα. Θα διατρέξουμε τη χώρα απ’ άκρη σ’ άκρη. Από το χωριό Πυρσόγιαννη της Ηπείρου ως την επαρχία Βιάνου της Κρήτης. Από τη Νίψα και τις Σάππες της Θράκης ως το Παραλίμνι της Κύπρου, κι ως την άκρη το Ταίναρο.
Θα ρωτήσουμε νεοέλληνες απ’ όλες τις τάξεις και όλα τα επίπεδα.

 Γυναίκες και άντρες, γερόντους και παιδιά, αγράμματους και επιστήμονες, φτωχούς και πλούσιους, ακοινώνητους και αριστοκράτες, πουτάνες και καλόγριες, ξωχάρηδες και αστούς, φιλέρημους και χαροκόπους. Για νά ‘ναι το δείγμα μας ευρύ και πλήρες, που λένε οι γραφειοκράτες.

Όλα ετούτα τα αθώα και ανυποψίαστα πλήθη θα τα ρωτήσουμε δυό τρεις ερωτήσεις από το Ελληνικό, κι άλλες τόσες από το Εβραίικο.
Στο Ελληνικό λοιπόν. Να μας ειπούν τι γνωρίζουν για την αρχαία Ελλάδα. Ζητούμε μια γνώση σοβαρή και υποψιασμένη. Όχι φολκλόρ και γραφικότητες.

Γιατί γνώση της Ελλάδας είναι εκείνο που ξέρουμε να το ζούμε κιόλας. Όχι δηλαδή ο Ηρακλής μωρό έπνιξε τα φίδια• ότι ο Αρχιμήδης εχάραζε κύκλους στην άμμο• ούτε τᾶν ἢ ἐπί τᾶς, μέτρον ἂριστον, ο Μινώταυρος στην Κρήτη και το πιθάρι του Διογένη• ούτε αν ξέρουν πως η ψωλή του Δία εγίνηκε κεραυνός και χτύπησε τους σχιστούς λειμώνες της Ολυμπιάδας, για να γεννήσει στο Φίλιππο τον Αλέξανδρο.

Τέτοια γνώση της κλασικής Ελλάδας θά ‘τανε τουρισμός στην Τυνησία. Η φουστανέλα και το κόκκινο φέσι στη Μελβούρνη και στην Πέμπτη Λεωφόρο κατά τις εθνικές γιορτές. Θα ζητήσουμε γνώση ουσίας.
Να μας ειπούνε, δηλαδή, αν έχουνε ακουστά τα ονόματα Εμπεδοκλής, Αναξίμανδρος, Αριστόξενος ο Ταραντίνος, Διογένης Λαέρτιος, Αγελάδας, Λεύκιππος, Πυθαγόρας ο Ρηγίνος, Πυθέας, που στον καιρό μας αντίστοιχα σημαίνουν Αϊνστάιν, Δαρβίνος, Μπετόβεν, Έγελος, Μιχαήλ Άγγελος, Μαξ Πλανκ, Ροντέν, Κολόμβος.

Να μας μιλήσουν για κάποιους όρους σειράς και βάσης, όπως «σφαίρος» στον Εμπεδοκλή, «κενό» στο Δημόκριτο, «εκπύρωση» στον Ηράκλειτο, «μηδέν» στον Παρμενίδη, «κατηγορία» στον Αριστοτέλη, «τόνος» στους Στωικούς.
Να μας ειπούν οι κάθε λογής έλληνες επιστήμονες τι τους λέει η λέξη «ψυχρᾷ φλογί» στον Πίνδαρο, «μεταβάλλον ἀναπαύεται» στον Ηράκλειτο, «δακρυόεν γελάσασα» στον Όμηρο, «χαλεπῶς μετεχείρισαν» στο Θουκυδίδη.

Να μας ειπούνε, πόσοι φιλόλογοι, έξω από τα σχολικά κολυβογράμματα, έχουν διαβάσει στο πρωτότυπο τρεις διαλόγους του Πλάτωνα, δύο Νεμεόνικους του Πινδάρου, την Ωδή στην αρετή του Αριστοτέλη, έναν Ομηρικό Ύμνο. (Και αυτό δεν είναι ραψωδία).

Και για να μας πιάσει τεταρταίος και καλπάζουσα, να μας ειπεί ποιος γνωρίζει και διδάσκει από τους ειδικούς προφεσσόρους στα πανεπιστήμια ότι οι τρεις τραγικοί ποιητές μας στη βάση τους είναι φυσικοί επιστήμονες• ότι στη διάλεξή του για την αρετή ο Πλάτων έκαμε στους ακροατές του ένα μάθημα γεωμετρίας• ότι η Ακρόπολη των Αθηνών είναι δωρικό, και όχι ιωνικό καλλιτέχνημα• ότι η διδασκαλία τραγωδίας στο θέατρο ήταν κήρυγμα από άμβωνος• ότι η θρησκεία των ελλήνων ήταν αισθητική προσέγγιση των φυσικών φαινομένων.

Δε νομίζω, αναγνώστη μου, ότι σε όλα αυτά τα επίπεδα η έρευνά μας θα δώσει ποσοστά γνώσης και κατοχής σε βάθος του κλασικού κόσμου από τους νεοέλληνες που να υπερβαίνουν τους δύο στους χίλιους.
Τι φωνάζουμε τότε, και φουσκώνουμε, και χτυπάμε το κούτελο στο μάρμαρο ότι είμαστε έλληνες; Για το θεό δηλαδή. Παράκρουση και παραφροσύνη.

Δημήτρης Λιαντίνης - "Γκέμμα".
_____________________________________

16 Ιουλίου 2019

''ΟΤΑΝ''


by Giussepe Sticchi
Όταν...
εσυναπαντηθήκαμε..πάει καιρός..
μη με ρωτάς πόσος πολύς..
εσύ βοριάς..και ο νοτιάς εγώ..
στου φεγγαριού το γιόμισμα..
που φέρνει μαϊστράλια..
σαλτάραμε στην ίδια βάρκα τη μικρή..
αδίσταχτα..με δυο κουπιά  σπασμένα..
νιάτων θαρρείς μιας τόλμη μας..
και μιας φλεγόμενης δάδας ζωής..
στην απεραντοσύνη οριζόντων..
θαλασσών θαλασσοπόροι..
πειρατές..κατακτητές της ίδιας της μικρής..
πεπερασμένης του παράλογου ζωής..  
''μαγειρευτές'' και γευσιγνώστες'' παθιασμένοι..
Απρόσμενα..αναπάντεχα..
τυχαία συνάντηση εις την αρένα του ασυμβίβαστου
εις το αέναον εσαεί προσκυνητές..
εις την ''ακτήν''.. μίαν στιγμήν..
βαθιά εκοιταχτήκαμε..εσύ κι εγώ..
οι δυο μας γυμνωμένοι..
οι αρνητές του θάνατου..
υπερασπιστές αμετανόητοι του όνειρου
με ρίγος βλέμματος πνευματικόν
''ταξιδευτές''..
σαν συνομώτες μίας επανάστασης..
με ένα μονάχα τρεχαντήρι..

 Εζωγραφίσθη απά στον πάπυρο..
το μαγικόν ταξίδιον..
χωρίς πυξίδα και προορισμό.. 
άγνωστα τα λιμάνια και οι ανέμηδες..
άγνωστες και οι απέραντες θαλασσοδιαδρομές
εκείνες μας..της ύστερης αγάπης..
στιχάκια που εγίναν ψίθυροι συμπαντικοί..
τραγούδι γίνανε αιωρούμενο 
μες σε λιμάνια φωτισμένα βλογημένων...
στιχάκια που εκρύφτηκαν μες στα κοράλλια..
στο βυθό..της διψασμένης της ψυχής μας..

'' ΟΤΑΝ'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη.
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

12 Ιουλίου 2019

Ο ΓΚΡΕΜΙΣΤΗς - Κωστής Παλαμάς...

 
Ο ΓΚΡΕΜΙΣΤΗς

Ακούστε. Εγώ είμαι ο γκρεμιστής, γιατ’ είμ’ εγώ κι ο χτίστης, 
ο διαλεχτός της άρνησης κι ο ακριβογιός της πίστης. 
Και θέλει και το γκρέμισμα νου και καρδιά και χέρι.  
Στου μίσους τα μεσάνυχτα τρέμει ενός πόθου αστέρι. 
Κι αν είμαι της νυχτιάς βλαστός, του χαλασμού πατέρας,  
πάντα κοιτάζω προς το φως το απόμακρο της μέρας. 
Εγώ ο σεισμός ο αλύπητος, εγώ κι ο ανοιχτομάτης· 
του μακρεμένου αγναντευτής, κι ο κλέφτης κι ο απελάτης· 
και με το καριοφίλι μου και με το απελατίκι  
την πολιτεία την κάνω ερμιά, γη χέρσα το χωράφι. 
Κάλλιο φυτρώστε, αγριαγκαθιές, και κάλλιο ουρλιάστε, λύκοι,  
κάλλιο φουσκώστε, πόταμοι, και κάλλιο ανοίχτε, τάφοι, 
και, δυναμίτη, βρόντηξε και σιγοστάλαξε, αίμα, 
παρά σε πύργους άρχοντας και σε ναούς το Ψέμα. 
Των πρωτογέννητων καιρών η πλάση με τ’ αγρίμια ξανάρχεται.
Καλώς να ’ρθεί. Γκρεμίζω την ασκήμια.
Είμ’ ένα ανήμπορο παιδί που σκλαβωμένο το ’χει 
το δείλιασμα, κι όλο ρωτά και μήτε ναι, μήτε όχι 
δεν του αποκρίνεται κανείς και πάει κι όλο προσμένει
το λόγο που δεν έρχεται, και μια ντροπή το δένει.  
Μα το τσεκούρι μοναχά στο χέρι σαν κρατήσω, 
και το τσεκούρι μου ψυχή μ’ ένα θυμό περίσσο.  
Τάχα ποιός μάγος, ποιό στοιχειό τού δούλεψε τ’ ατσάλι 
και νιώθω φλόγα την καρδιά και βράχο το κεφάλι,  
και θέλω να τραβήξω εμπρός και πλατωσιές ν’ ανοίξω, 
και μ’ ένα Ναι να τιναχτώ, μ’ ένα Όχι να βροντήξω; 
Καβάλα στο νοητάκι μου, δεν τρέμω σας, όποιοι είστε· 
γρικάω, βγαίνει από μέσα του μια προσταγή: Γκρεμίστε!

 ΚΩΣΤΗς ΠΑΛΑΜΑς

...................................................................................................

Ο Γκρεμιστής είναι ένα ποίημα φλογερό, γενναίο, τολμηρό… ένας ύμνος στην κάθαρση, μια ωδή για αναγέννηση. Ο ποιητής πιθανώς ξαφνιάζει με την ίσως γεμάτη πάθος προσταγή: «Γκρεμίστε!» αλλά αυτή η προσταγή δεν είναι παρά η ανάγκη του ποιητή για δημιουργία.

Ήδη από τον πρώτο στίχο ο ποιητής τονίζει ότι η ιδιότητα του «γκρεμιστή» είναι συνυφασμένη με αυτήν του «κτίστη», το γκρέμισμα είναι η προϋπόθεση της δημιουργίας, αλλά και η πρόθεση για δημιουργία είναι η προϋπόθεση για τον γκρεμιστή.

Κείμενα Νεοελληνικής λογοτεχνίας
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

Επίκαιρο όσο ποτέ άλλοτε για την Ελλάδα μου την πολυβασανισμένη...
Επίκαιρο και ελπιδοφόρο...κι ας μοιάζει η λέξη ,,γκρεμίστε,, αντιφατική....μόνο έτσι γίνεται η επαννεκίνηση..Δεν στέκομαι στις αιτίες που πάντα είναι αμφίπλευρες...μα θα σταθώ...στο στίχο :

''Καβάλα στο νοητάκι μου, δεν τρέμω σας όποιοι είστε''

γκρικάω, βγαίνει από μέσα του μια προσταγή: 

Γκρεμίστε την ασχήμια!  
Η φίλη σας Σοφία Θεοδοσιάδη.

,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

11 Ιουλίου 2019

''Το φύτεψες το όνειρό σου το χλωμό''

Τα μάτια κράταες ανοιχτά..μες στην οχλαγοή...
στο ομιχλώδες γύρευες..τα μυστικά του κόσμου..
και κυνηγώντας χίμαιρες μονάχος σου...
να θυμηθείς εξέχασες..πως είναι να γελάς.
ύβρεις..αμετροέπεια.. πολιτισμός

στην καθημερινότητα..δηλώνει πια απών.
χιλιάδες οι φωνές οι συναρπαστικές..που προβολή
και παρουσίαση..γυαλιστερό το σελοφάν..
που υπόσχονται να σε περιτυλίξουν...

Είν' δελεαστικό το περιτύλιγμα και 
να αντισταθείς πολλές φορές δεν το μπορείς...
Σαν όμως μέσα του κλειστείς...θα ασφυχτιάς
 με την κορδέλα που το περιέβαλε...
γιατί δεμένος μέσα σε κουτιά εσύ δεν έμαθες 
να ζεις και τις χρωματιστές κορδέλες τους
 ελεύθερες στο χέρι σου..λυμένες τις βαστούσες...

Το Καλοκαίρι θυμωμένος ο καιρός
στους δρόμους βρέχει..στις πλατείες στις καρδιές ..
στην παγωνιά της Γης...
Φωνές..κραυγές..αλλαλαγμοί...
για σιγανές βροχές..για καταιγίδες κι αστραπές...
κι εσύ εκεί από το παραθύρι σου 
πότε νοσταλγικά και λυπημένα άλλοτε..
 από το παραθύρι σεργιανάς..καταστροφές πλημμύρες
 μα και σιγανές βροχές ποτιστικές..

 Μες στην ομίχλη των καιρών
εγεννήθη Ελπίς μικρή..
αντίκρυσες απ' εξαρχής..καινούριους σπόρους..
''φουσκωμένους'' της ζωής..έτοιμους να φυτρώσουν...
πάλι κι απόψε μέσα από την κάμαρα..αγναντεύοντας..
το φύτεψες το όνειρό σου το χλωμό..
να ποτιστεί..μη λάχει και φυτρώσει και ριζώσει..

''το φύτεψες το όνειρό σου το χλωμό'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

''Κάκτος ξεάνθιστος''


Κι εσύ.. 
αθώα γυναίκα εσύ..
που απ' τα μικράτα σου δεν ονειρεύοσουν
ζωή σχηματοποιημένη..ουδέ συστημική..
άλλος ο αξιακός σου κώδικας..
των γονέων σου η προίκα η δοσμένη
εκοίταξες τριγύρω σου..
στης αθωότης της τρανής σου επαγιδεύθηκες
τον κόσμο να αλλάξεις με τα γράμματα εβάλθηκες
το φάκελλό σου τον προσωπικό λαχτάρησες..
περγαμηνές να τον γιομίσεις ..
Στήνεσαι σαστισμένη..αδιάφορη συχνά..
πότε από αγανάχτηση.. 
καθώς το επιθυμητό αργεί για να σε συναντήσει 
στήνεσαι τάχα να 'ξερα..αντέχεις το?
χειροκροτείς..παρασυρμένη ανελέητα
τα τσόφλια τα σπασμένα του αυγού..?
Μα απ' τα βάθη σου η φωνή
τυραννικά σου διαλαλεί...
Άραγε εταλαντεύθης..το επίστεψες..
το εκατάπιες και το ένιωσες ποτέ..
τον κόσμο οι κλούβιες θα μπορέσουνε αυτόν 
να τον αλλάξουν..να τον σώσουν? 
Μόδα αυτή φανταχτερή..τραβηχτική..
 της Σταχτοπούτας το όνειρο..
που καταχτά βασίλεια..
με το χρυσό γοβάκι της..
χρόνια και χρόνια σε παραμυθιάζουνε μ' αυτό..
και προκοπή δε βλέπεις..
γιατί σαν σβήσουνε τα φώτα και της ράμπας σου 
που έστησες τα ψεύτικα..
στο μαξιλάρι σου σε κατατρώγει η μοναξιά..
δεν τρώγονται οι τουαλέτες απ' την πείνα της ψυχής..
κάκτος μένεις ξεάνθιστος με αγκάθια φορτωμένη..
περπάτησε..ταξίδεψε μονάχη σου
συνάντησε τον κήπο της Εδέμ..
γυναίκα εσύ ανδρείκελο 
και ''στήλη'' του αντρός..
Μη φοβηθείς
ξύσε..και πέτα το αμάλγαμα..
Αυτοπροσδιορίσου..
έσω ακόμα ο καιρός....

''Κάκτος ξεάνθιστος'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
....................................................................................................................................................

10 Ιουλίου 2019

''ΠΑΛΙΟ ΑΦΗΓΗΜΑ''






Δε θέλω πια για ταξικές κουβέντες να μιλάς..
παλιό το αφήγημα..αναξιόπιστος..μη αληθοφανής..
αδιάβαστος ..ολίγος κι ελλειπής..
μες στα στενά..μες στα σοκάκια τις βραδιές..
στα καλντερίμια με σημαία να γυρνάς..
το ψέμμα σου για αλήθεια να πλασάρεις....
Όσο τον κόσμο γύρναγα..
και στα περβόλια του της γνώσης επερπάταγα ...
χιλιόμετρα διανύοντας πολλά..
τόσο εσυναντούσα τα αρπαχτικά 
που τις θεωρίες μου ανατρέπαν..
 Τώρα κοιτάζω γύρω μου...
με αμφιβολία που το νου 
και την ευάλωτη καρδιά μου ταλανίζει...
Πως σε παραμυθιάζουνε ευάλωτε λαέ
πως πείθεσαι και χρίζεις αρχηγίσκους..
εκειούς που ανεπάγγελτοι
ρόλο αρχηγού διεκδικούν..
στην σύντομη ζωή σου..
Θωρώ μ' απόσταση..με καθαρή ματιά




Εσέ..
αμετανόητε..ληστή..εξουσιομανή
διαίρει και βασίλευε εδίδαξες..
ναυάγια ..σκουριασμένα τα σκαριά σου
θυμό εφύτεψες και φύτρωσε αγκάθι στις πλαγιές..
στης αλητείας τα σοκάκια τριγυρνάς τυχοδιωκτικά..
γύπας..γεράκι στα βουνά..χτυπάς
τη λεία σου στη γη την κυνηγάς..
τις σάρκες των ανθρώπων σπαταλάς..
στους αφελείς λογίδρια απαγγέλλεις..
Ποιός σ' εχρισε..ποιός ο Θεός 
που σου εμοίρασε εντολή..
τις τύχες του λαού να εμπαίζεις..να γελάς..
καταστροφές και πεζοδρόμια σχεδιάζεις..
καπνούς..μολότωφ ..αναρχία
στη φαρέτρα κουβαλάς..
της ποίησης τις λέξεις για τον άνθρωπο
φθονείς....
Ολίγος ήσουν και ολίγον η Ιστορία θα σε γράψει..

''ΠΑΛΙΟ ΑΦΗΓΗΜΑ'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,