6 Σεπτεμβρίου 2016

ΠΟΘΟΣ - Ναπολέων Λαπαθιώτης





ΠΟΘΟΣ - Ναπολέων Λαπαθιώτης

Βαθύ χινόπωρο γοερό, πόσο καιρό σε καρτερώ,
με τις πλατιές, βαριές σου στάλες
των φύλλων άραχλοι χαμοί, των δειλινών αργοί καημοί,
που με μεθούσατε τις άλλες...

Τα καλοκαίρια μ᾿ έψησαν και τα λιοπύρια τα βαριά,
κι οι ξάστεροι ουρανοί οι γαλάζοι:
απόψε μου ποθεί η καρδιά πότε να ῾ρθεί μέσ᾿ τα κλαριά,
ο θείος βοριάς και το χαλάζι!

Τότε, γερτός κι εγώ ξανά, μέσ᾿ τα μουγγά τα δειλινά,
θ᾿ αναπολώ γλυκά, -ποιος ξέρει-,
και θα με σφάζει πιο πολύ, σαν ένα μακρινό βιολί,
το περασμένο καλοκαίρι...

............................................................................................................. 


Μ. Χατζηδάκι:Οι γειτονιές του φεγγαριού Xωρίον ο πόθος 

............................................................................................................. 

5 Σεπτεμβρίου 2016

Βράχηκε πάλι το όνειρο..Της Σοφίας Θεοδοσιάδη.

Βράχηκε απόψε πάλι το όνειρο..όχι γιατί εσιγανοψιχάλιζε ..απαλά και ρυθμικά..μα ήταν που δεν πρόλαβες..''ομπρέλλα'' που δεν άνοιξες..να τρέξεις για να το σκεπάσεις..Το 'βαφες ροζ ..εδιάλεγες τις τέμπερες..ήθελες απαλά να βάψεις τούτη τη φορά ..φωτοσκιάσεις απαλές να βάλεις..Καθόσουνα απόμερα ..ζωγράφιζες μονάχη σου..τη φρόντιζες..την ξανακοίταζες..ψεγάδι να της βρεις δεν τόλμαγες..δεν το ποθούσες μέσα σου..τούτης της ζωγραφιάς...Μα ήταν πολύ λεπτός και ευάλωτος ο δικός σου ο καμβάς..κακής ποιότητας τα λάδια..Κάθε που εσύ τον εστερέωνες..εκείνος εξεκαρφωνόταν..

Να ζωγραφίσεις επροσπάθησες..μα αέρας εσηκωνότανε..και θόλωνε τα μάτια σου..τα χρώματα αλλοιώνονταν..μουτζούρες γέμιζε ο καμβάς..Για να ταιριάξουνε τα χρώματα στον πίνακα..θέλει το πλάνο και το σχέδιο νάναι εμπνευσμένα και από τους δυο και να 'χουνε ψυχή..Να σου μιλούν τα χρώματα..να αφήνουνε το ροζ να υπερτερεί.. Αλήθεια πίστεψες... Έχουνε βάρος οι ψυχές..βάρος που δε χωράνε σε καμβάδες με ένα πλαίσιο..μέσα εκεί κακοβαμμένο ..στριμωγμένο..

Μα εσύ προσπάθησε..μην το αφήσεις να βραχεί μικρή μου το όνειρο..κι ας σιγοψιχαλίζει..Προσπάθησε..πάρε ομπρέλλα αδιάβροχη..οι ψιχάλες μεγαλώνουν...Τις βλέπω έξω εκεί στις πέτρες της αυλής..γεμίσανε οι γλάστρες μου...εγείραν τα λουλούδια τους και μοιάζουν μαραμένα..Τρέξε και πρόλαβε..και άνοιξε το δίχτυ προστατευτικά..χαλάζι λένε πως θα ρίξει..

Μα απόψε μέσα μου ένα χρώμα αλλιώτικο..όχι δεν είναι ροζ ετούτο που κυριαρχεί..Σε ένα θλιμμένο μέσα χρώμα βούτηξα..θαρρώ πως είναι πιο λυπητερό..μωβ λέν' πως είν' της λύπης των ανθρώπων χρώμα..Εμένα όμως πάντα τα όνειρά μου ..το ήξερα..και δεν τα έβαφα ξεκάθαρα με ροζ..Υποψιασμένη καθώς ήμουνα..άφηνα εκεί στην άκρη του καμβά..σαν μια γωνιά προειδοποίησης..έτσι σαν μια  θύμηση..πως η ζωή και ο καμβάς..συλλέγουν μια παλέτα ατελείωτη..σε μια  μεγάλη γκάμα αποχρώσεων..σαν και πως είναι η ψυχή ..αυτών που ''ευτύχησαν'' να ζουν...ανόδους ..πτώσεις και καθόδους..

Μα της αγάπης και του έρωτα..οι θιασώτες της ψιχάλας της καρδιάς.. πάντα ήταν εκεί ..χωρίς ακουστικά..να ακούνε τον ήχο της βροχής..που το όνειρο το μούσκευε..και άλλοτε επρολάβαιναν..και άλλοτε πάλι όχι..κι έτσι απλά χωρίς ακουστικά..τη μελωδία του ονείρου ακούγανε και σιγοτραγουδούσαν...
Κρύψε και σκέπασε το όνειρο απόψε αν μπορείς..κι ας μοιάζουν τσακισμένα τα φτερά του..είναι πάντοτε ευάλωτα κι ευαίσθητα της πεταλούδας του έρωτα εκείνα τα φτερά...Γρήγορα τσαλακώνονται..μα.. ίσως μες στο σύντομο το πέρασμα ..μιας πεταλούδας που η ζωή τόσο λίγο κρατεί...σ' αυτό το λίγο πέρασμα κι ο έρωτας κρατεί...
Κείμενο - Σοφία Θεοδοσιάδη.
..............................................................................................................

Τι είναι αυτό που το λένε αγάπη, με το σαξόφωνο του Γιώργου Κατσαρού.
Ορχηστρικό



                       

Τι ειν' αυτό που το λένε αγάπη - Γιώργος Κατσαρός

.............................................................................................................. 

4 Σεπτεμβρίου 2016

Περιπατητής μοναχικός και αγνωστικιστής ..της Σοφίας Θεοδοσιάδη.

Έρχονται στιγμές στη ζωή που δεν ξέρεις τι είναι αυτό που σε κάνει να κατρακυλάς καμμιά φορά..και να πηγαίνεις με μανία ''φουλ'' στην κατηφόρα..Γράψαν πολλά οι φιλοσόφοι..οι ψυχολόγοι και οι γραμματικοί..μα εγώ πια δεν θυμάμαι τα αποφθέγματα για να σας αραδιάσω..Πως γίνεται ποτέ μου δεν κατάλαβα..σαν μια ζωή πορεύεσαι και νιώθεις πλήρης κατά βάσιν και χορτάτος και ευτυχής..να επιτρέπεις εις τον εαυτό σου να παρεκτραπεί..και να ζητάς το λίγο ..το φτηνό..Κι ενώ το ξέρεις και το διαισθάνεσαι το παίρνεις αγκαλιά το ψέμμα σου..το κουκουλώνεις ..το τυλίγεις μες σε καθαρή ''φασκιά''και να το ξετυλίξεις δεν τολμάς..

Κι έρχεται η ώρα που ''ξεσκίζεται η φασκιά''κρέμονται σαν κουρέλια τα κορδόνια..Κι εσύ μαζεύεις τα κορδόνια από τη γης και να τα ξαναδέσεις προσπαθείς...Λύνεις και δένεις με τα κορδόνια σου σφιχτά το ψέμμα σου ..μην τύχει και το δει ο ήλιος και σου το φωτίσει..Ο ήλιος είναι διαπεραστικός και πάντοτε το ξέρεις..πως θα διαλύσει το σκοτάδι της ''φασκιάς''και θα την ξεγυμνώσει την αλήθεια σου και τότε θα καούνε όλα..Μα πως στ' αλήθεια την ανάγκη του άλλου να επεξεργαστείς..αν αυτό το ψέμμα τον κρατάει ζωντανό μες στη ζωή του κι όρθιο..Αγώνα κάνει ο καθείς για να πιαστεί..από σχοινιά και από τριχιές χοντρές και άγαρπες καμμιά φορά..

Συνάντησα ανθρώπους που με μάγεψαν..γιατί εγώ μονάχη μου έψαχνα να μαγευτώ..Ανάγκη μου ήταν εσωτερική αυτή..και τους ετοποθέτησα ψηλά..Κι όταν το οικοδόμημά μου αυτό της ουτοπίας μου κατέρρευσε..γύρισα δίπλα ένα πρωί και δεν τους αναγνώριζα..δεν άντεχα να βλέπω την κατάντια τους ..να τρέχουνε για να πιαστούν..από όπου βρουν ..αρκεί νάναι ''δεμένοι''από κάπου..Κάναν εκπτώσεις εξωφρενικές..κι εκεί που φτύναν προσκυνήσαν..Μιλούσανε για φιλοσοφία..για ποίηση..για μακρινά ταξίδια ναυτικά..Κι έπειτα ..ω..πόσο λυπήθηκα σαν έπεσαν εις την κατάντια τους ..γιατί τη μοναξιά δεν άντεξαν..ω..πόσο λυπήθηκα που είδα να σέρνονται..πίσω από λόγια ανούσια..και άδειες καλημέρες..Ξέρεις τι είναι αυτό που με λύπησε απ' όλα πιότερο εμέ?



Είναι που ψηλά τους ήθελα..κι εκείνοι παθαίναν ίλιγγο εκεί εις τα ψηλά..Δεν θλίβομαι για μένανε..γιατί τα ξεσκεπάζω..τα ξεφασκιώνω εγώ τα λόγια που με μάγεψαν..Μα νιώθω λυπημένη..για τις λάθος μου επιλογές..για το χαμένο χρόνο μου..γιατί δεν μπόρεσα ποτέ..έναν άνθρωπο για να τον σώσω..Δεν υπάρχουνε μου λένε οι φίλοι μου άνθρωποι για να σώσεις..γιατί δεν ψάχνουν να σωθούν..Την πεινασμένη τους ψυχή αναζητούν για να χορτάσουν..Εγωισμοί..μικρότητες και πάθη..όλα στη βάση του ανεκπλήρωτου εγώ..ενός εγώ που δεν εξελίσσεται και δεν τελειοποιείται..Αν γράψω κάποτε ένα παραμύθι αληθινό βγαλμένο απ' τη ζωή..εκεί μέσα θα αναγνωρίσετε ,ήρωες που γνωρίσατε κι εσείς..γιατί οι άνθρωποι όλοι μοιάζουν.. Περιπατητής μοναχικός και αγνωστικιστής μες στη ζωή αυτή δηλώνω...

Κείμενο -  Σοφία Θεοδοσιάδη 
...........................................................................................................

Ράντγιαρντ Κίπλινγκ : «Αν μπορείς…»

Αν μπορείς να κρατάς το κεφάλι ψηλά όταν γύρω σου όλοι τον εαυτό τους εχάσαν δειλά, και για τούτο μαζί σου τα βάζουν, στον εαυτό σου αν μπορείς να ’χεις πίστη όταν όλοι για σένα αμφιβάλλουν μα κι αδιάφορος να ’σαι κι ορθός στις δικές τους μπροστά αμφιβολίες, αν μπορείς να υπομένεις χωρίς ν’ αποστάσεις ποτέ καρτερώντας, ή μπλεγμένος με ψεύτες, μακριά να σταθείς, αν μπορείς απ’ το ψέμα κι αν γενείς μισητός, να μη δείξεις στρατί στο δικό σου το μίσος, κι ούτε τόσο καλός να φανείς κι ούτε τόσο σοφά να μιλήσεις,
 
αν μπορείς να ονειρεύεσαι δίχως να γίνεις του ονείρου σου σκλάβος, αν μπορείς να στοχάζεσαι δίχως τη σκέψη να κάνεις σκοπό σου, αν μπορείς την λαμπρήν ανταμώνοντας Νίκη ή τη μαύρη φουρτούνα, να φερθείς με τον ίδιο τον τρόπο στους δυο κατεργάρηδες τούτους, αν μπορείς να υποφέρεις ν’ ακούς την αλήθεια που ο ίδιος σου είπες, στρεβλωμένη από αχρείους, να γενεί μια παγίδα για ηλίθιους ανθρώπους, ή αν τα όσα η ζωή σού έχει δώσει αντικρίσεις συντρίμμια μπροστά σου, κι αφού σκύψεις, ν’ αρχίσεις ξανά να τα χτίζεις με σκάρτα εργαλεία,


αν μπορείς να σωριάσεις μαζί τ’ αγαθά και τα κέρδη σου όλα, κι αν τολμήσεις με μια σου ζαριά όλα για όλα να παίξεις και να χάσεις τα πάντα και πάλι απ’ την πρώτη σου αρχή να κινήσεις, και να μην ψιθυρίσεις ποτές ούτε λέξη για τα όσα έχεις χάσει, κι αν μπορείς ν’ αναγκάσεις με βία, την καρδιά σου, τα νεύρα, το νου σου, να δουλέψουν για σέναν ακόμα κι αφού τσακιστούνε στο μόχθο, και ν’ αντέξεις σ’ αυτό σταθερά όταν τίποτε εντός σου δεν θα ’χεις άλλο εξόν απ’ τη θέληση που όρθια θα κράζει σε τούτα «Κρατάτε»,


αν μπορείς να μιλάς με τα πλήθη κι ακέριος στο ήθος να μένεις, ή αν βρεθείς με ρηγάδες χωρίς τα μυαλά σου να πάρουν αέρα, κι αν ποτέ, ούτε οι φίλοι ούτε οι εχθροί να σε κάνουν μπορούν να πονέσεις, τον καθένα αν ζυγιάζεις σωστά και κανέναν πιο πρόσβαρα απ’ άλλον, αν μπορείς να γεμίζεις το αμείλιχτο ένα λεφτό της κάθε ώρας στην αξία των εξήντα μοιραίων δευτερόλεφτων της διαδρομής του, τότε θα ’ναι όλη η Γη σα δικιά σου, ως και κάθε που υπάρχει σε τούτη, και —περισσότερο ακόμα— θε να ’σαι ένας άνθρωπος πλέριος, παιδί μου.


[Μετάφραση: Άγγελος Δόξας]


Ο Rudyard Kipling (1865-1936) στο περιβόητο «If –» έχει ως πρότυπο στη σκέψη του το ήθος και την ακεραιότητα του Leander Starr Jameson, ενός Βρετανού με πολιτική δράση στις αποικίες της Νοτίου Αφρικής, ο οποίος χρησιμοποιήθηκε και προδόθηκε από τους Βρετανούς, χωρίς ποτέ ο ίδιος να αποκαλύψει την αλήθεια γι’ αυτή την προδοσία.

  Σημειώσεις - Κωνσταντίνος Μάντης.
.............................................................................................................

Μίλαν Κούντερα: « Η αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι..»

-Όλοι έχουμε ανάγκη να μας κοιτάνε . Ανάλογα με τί είδους είναι το βλέμμα κάτω απ΄το οποίο θέλουμε να ζούμε , μπορούμε να καταταγούμε σε 4 κατηγορίες:

α) Η πρώτη  αναζητάει το βλέμμα ενός ατέλειωτου αριθμού ανώνυμων ματιών, μ’ άλλα λόγια  το βλέμμα του κοινού.

β) Στην δεύτερη κατηγορία εκείνοι που δεν μπορούν να ζήσουν χωρίς το βλέμμα ενός πλήθους γνώριμων ματιών .

γ)Τρίτη η κατηγορία  αυτών που έχουν ανάγκη να βρίσκονται κάτω από το βλέμμα του αγαπημένου προσώπου .

 

δ)Τέλος η τέταρτη η πιο σπάνια αυτών που ζουν  κάτω απ΄τα  φανταστικά βλέμματα πλασμάτων που είναι απόντα.Είναι οι ονειροπόλοι.

 Μίλαν Κούντερα
...............................................................................................................

2 Σεπτεμβρίου 2016

«Οι άγγελοι τραγουδάνε..και οι ερωτευμένοι επίσης..» ...Οδυσσέας Ελύτης



«Οι άγγελοι τραγουδάνε. Και οι ερωτευμένοι επίσης. Πίσω από κάθε ανάταση, από κάθε μεράκι, μια κιθάρα περιμένει έτοιμη να πάρει τα λόγια και να τα ταξιδέψει από χείλη σε χείλη. Δεν είναι λίγο αυτό. Είναι η χαρά να δίνεις χαρά στους άλλους, είναι αυτό που μας βαστάει στη ζωή. Γι’ αυτό, κοντά στα ποιήματά μου, δοκίμασα να γράψω και μερικά τραγούδια, χωρίς να τα υποτιμώ καθόλου. Έτσι ή αλλιώς, μιλά κανείς για τα ίδια πράγματα που αγαπά, και από κει και πέρα το λόγο έχουν αυτοί που θα τ’ ακούσουν. Λένε πως το είδος έχει ορισμένους κανόνες. Δεν τους ξέρω και, πάντως, δεν ενδιαφέρθηκα ή δεν μπορούσα ίσως να τους ακολουθήσω. Δουλεύει ο καθένας όπως νιώθει. Και η θάλασσα είναι απέραντη, τα πουλιά μυριάδες, οι ψυχές όσες και οι συνδυασμοί που μπορούν να γεννήσουν οι ήχοι και τα λόγια, όταν ο έρωτας και το όνειρο συμβασιλεύουν» 

ΟΔΥΣΣΕΑς ΕΛΥΤΗς.

...................................................................................................................................................................


Το πασίγνωστο αυτό ποίημα του Οδυσσέα Ελύτη που ανήκει στις << Μικρές Κυκλαδες>> << Του μικρού Βοριά >> μελοποιήθηκε από τον Μίκη Θεοδωράκη, και ερμηνεύτηκε από τη Μαρία Φαραντούρη, τη Σούλα Μπιρμπίλη και τη Ντόρα Γιαννακοπούλου.
Μαγεύομαι όμως πάντα..από τη φωνή της μέτζο- σοπράνο Λίλιαν Τσατσαρώνη.. που προσεγγίζει κατά τη γνώμη μου το ποίημα..με μια δωρικότητα..μα και αισθαντικά..
Ας με συγχωρέσουν οι άλλες κυρίες για την προτίμηση .. υψίστου κύρους φωνές βεβαίως οι ίδιες...γι αυτό και σας παραθέτω το εξαιρετικό βίντεο του αγαπητού Γεώργιου Βιδάκη..που εκτιμώ ιδιαίτερα τον τρόπο προσέγγισης των τραγουδιών..και της κάλυψής τους με εικόνες..Έχει αισθητική !!!

η φίλη σας Σοφία..






 Ποίηση : Οδυσσέας Ελύτης
Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης
Ερμηνεία : Λίλιαν Τσατσαρώνη

.............................................................................................................

Το Υπόγειο ( απόσπασμα ) - Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι.

Όλοι έχουμε ξεσυνηθίσει σε τέτοιο βαθμό τη ζωή, που σε μερικές στιγμές αισθανόμαστε κάποια αηδία για την πραγματική ζωή και για τούτο την αποστρεφόμαστε όταν μας τη θυμίζουν. Καταντήσαμε να θεωρούμε την πραγματική ζωή σαν αγγαρεία, σχεδόν σαν ένα επάγγελμα, και όλοι μέσα μας είμαστε της γνώμης ότι είναι προτιμότερο να ζει κανείς τη ζωή των βιβλίων.
Και γιατί ταραζόμαστε; Γιατί κάνουμε τόσες ανοησίες; Τι ζητούμε; Ούτε και οι ίδιοι το ξέρουμε! Θα υποφέραμε περισσότερο αν οι τρελοί μας πόθοι πραγματοποιούνταν. 

Σταθείτε, προσπαθήστε, για παράδειγμα, να μας δώσετε περισσότερη ανεξαρτησία∙ βγάλτε από τη μέση τα εμπόδια, μεγαλώστε τον κύκλο της δράσης σας∙ χαλαρώστε την κηδεμονία, ε, λοιπόν, ναι, σας το διαβεβαιώνω, εμείς όλοι… θα ξαναζητήσουμε αμέσως την κηδεμονία. Το ξέρω καλά πως θα φουρκιστείτε, πως θα μου βάλετε τις φωνές, πως θα χτυπήσετε τα πόδια σας στο πάτωμα. Μιλήστε λοιπόν, θα μου πείτε, για τον εαυτό σας μόνο, και για όλες σας τις αθλιότητες στο υπόγειο, μα δε χρειάζονται δικαιολογίες, δεν έχετε το δικαίωμα να πείτε «εμείς όλοι!». 

Επιτρέψετε, κύριοι, γι’ αυτό το εμείς όλοι. Όσο για μένα, στη ζωή μου έφτασα στα άκρα εκείνο που εσείς δεν τολμάτε ούτε στο μισό δρόμο να φέρετε, από δειλία∙ κι ακόμα παίρνετε τη δειλία σας για φρονιμάδα, και παρηγοριόσαστε ξεγελώντας τον εαυτό σας. Γι’ αυτό το λόγο, ίσως να ‘μαι πιο ζωντανός από σας. Μα δώστε, παρακαλώ, περισσότερη προσοχή! Δεν ξέρουμε ακόμη πού υπάρχει τώρα εκείνο που είναι ζωντανό, από τι είναι και πώς ονομάζεται. Αφήστε μας μόνους, χωρίς βιβλία, κι αμέσως θα πελαγώσουμε, θα τα μπερδέψουμε∙ δε θα ξέρουμε που να στηριχθούμε και σε τι ν’ αφοσιωθούμε, δε θα ξέρουμε τι πρέπει να αγαπήσουμε ή να μισήσουμε, τι πρέπει να εκτιμήσουμε ή να περιφρονήσουμε.

 Βαριόμαστε ακόμη και που είμαστε άνθρωποι, άνθρωποι με σάρκα και οστά αληθινά, ντρεπόμαστε γι’ αυτό και το θεωρούμε ατιμία μας. Γυρεύουμε να γίνουμε ένας τύπος γενικού ανθρώπου που δεν υπήρξε ποτέ. Είμαστε πεθαμένοι μόλις γεννηθούμε, κι είναι χρόνια και χρόνια που μας γεννούν πατέρες που δεν είναι ζωντανοί, μια κατάσταση που μας ευχαριστεί όλο και πιο πολύ. Μας αρέσει. Σε λίγο θα επινοήσουμε κάποιο τρόπο να γεννιόμαστε από μια ιδέα. Μα δε θέλω πια να γράφω μέσα απ’ το «υπόγειο»…

Φιόντορ Μιχάηλοβιτς Ντοστογιέφσκι (1821-1881) συγγραφέας.
...............................................................................................................


Στο «Υπόγειο» σατιρίζονται οι ριζοσπάστες σοσιαλιστές, οι οποίοι πίστευαν ότι οι άνθρωποι κατευθύνονται από τον ορθολογισμό και το ατομικό τους συμφέρον. Επιπλέον, ο ανώνυμος ήρωας αυτοαναλύεται στον παραληρηματικό του μονόλογο και προσπαθεί να καταδείξει τις εσωτερικές συγκρούσεις, τις συνέπειες της αγάπης, τις ρίζες της ηδονής, την αντίθεση ανάμεσα στο υγιές και στο νοσηρό, για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει απόλυτη αλήθεια, και μάλιστα ακόμη και η έννοια του καλού είναι σχετική. Λογική και βούληση, λοιπόν, βρίσκονται σε διαρκή σύγκρουση. 

Το «Υπόγειο» δεν είναι παρά το ασυνείδητο του ήρωα, ο οποίος επιχειρεί «Κάθοδο στον Άδη της αυτογνωσίας».

ΠΗΓΗ : ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
...............................................................................................................


Νίκος Ξυδάκης - ΑΛΜΠΑΤΡΟΣ - Σωκράτης Μάλαμας 

..............................................................................................................