27 Ιουνίου 2022

⫷θλιμμένη θαλπωρή⫸



 
 
Σαν την περικοκλάδα
 που το χάραμα ανθεί
μαραίνεται ως το γιόμα
και με το γέρμα του ηλίου
απ' το κλωνί της πέφτει
έτσι εμαράθη αγάπη μου
η σύντομη ζωή σου επί γης
κι ο κλώνος σου ετσακίσθη..
η πεταλούδα της αγάπης μας
 θλιμμένη θαλπωρή...

⫷ θλιμμένη θαλπωρή⫸ - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

20 Ιουνίου 2022

⫷εις γυρογυάλι απόμερον⫸

φωτο : από το διαδίκτυο

 

Ένα φεγγάρι σε εξεγέλασεν
σε βραδινήν πλανεύτρα αστροφεγγιάν
και σ' έριξεν εις γυρογυάλι απόμερον
εκεί που η γλώσσα των ψυχών σιωπά
αφουγκράζεται ..διψά
εκεί.........
π' αύρες θαλασσινές φέρνουν το μύρο της ζωής
το παραμύθι της ζωής να κολυμπήσεις
κι αν είν' αλήθεια παραμύθι η ζωή
πως τόσος πόνος να την κατοικεί
πως γίνεται ολάκερη ζωή
μέσα στα αφρισμένα της νερά
ν' αναζητείς το αίσιον τέλος?

 Της αλισάνθης στάλες αλμυρές
τρικύμισμα νεότητας ξυπνούν..σε κατοικεί
μαντατοφόροι σου μηνάν απ' το πρωί
ο παλιός δόλος των Θεών
που τυραννά τη γη θα καταποντισθεί
τ' αηδόνι θα λαλήσει την αυγή
δε θαν' το μπούστο σου αδειανό
μιας πεταλούδας τίναγμα θ' αφήσει το φτερό
κι ο ποιητάρης μες στους δρόμους θα διαλαλεί
ήρθε ο καιρός
θα γίνουν τα νερά ποτάμι της οργής
εις το σαλπάρισμα στο μπάρκο της ζωής
τόσες ψυχές στη θάλασσα
δεν πήγαν στα χαμένα.


⫷ εις γυρογυάλι απόμερον ⫸ - Σοφίας Θεοδοσιάδη

,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,


18 Ιουνίου 2022

⫷ εις ρέμβην ⫸

Max Nonnenbruch

  

 

Εις ρέμβην αφημένη εις την άκρατην
του λογισμού τυραννικήν οχλαγοήν
εις της ζωής την δίνην αρνείται να παραδοθεί
φέρνει απ' τα βάθη της ο φλοίσβος άσμα μακρινόν
υπόγεια ρεύματα θαρρείς
να καθαρίσουν τα παράλια νερά...
εκεί ν' αράξει..να σταθεί..
να οραματισθεί απ' την αρχή...
τα Ομηρικά που την ελούσαν ακρογιάλια.
Κοιτάζοντας της θάλασσας τα κύματα..
μέσα της σκύβει και κοιτά..
τα κύματα εκείνα της ψυχής της..
Φυσάει μέσα της λυσσομανάει
ο άνεμος δε λέει να κωπάσει..
την παρασέρνουν οι σειρήνες της ψυχής
την παίρνουνε μαζί στον παφλασμό τους
ίσως μπορέσουνε τα μαϊστράλια την πικρία της
για τα ακατόρθωτα που ονειρεύτηκε
να ταξιδέψουνε στα πέλαγα..μαζί τους να σωθεί...


⫷ εις ρέμβην ⫸ - Σοφίας Θεοδοσιάδη.

,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

 

13 Ιουνίου 2022

⫷ τα σκουλαρίκια της Ροδένιας⫸


Frederick Morgan (1847-1924)
Μικρό και χαϊδεμένο μου
ξυπόλητο αλάνι των καιρών μου 
 τι γρήγορα που επέρασαν οι Άνοιξες
τι γρήγορα εσβήσθη η αθωότης?
στα μύχια της ψυχής μου ακόμα κατοικείς
η μνήμη μου ανασύρει ευφωνικές στιγμές
τρέχει στ' αλώνια και στις ρεματιές
αναμεσίς στις φυλλωσιές
ανάμεσα στις μέρες μας του κερασιού
τότε π' εκρέμαες στ' αυτιά δυο σκουλαρίκια
σου φτάναν τότες δυο μικρά Ροδένια μου
 δυο ζουμερά δυο κερασένια σκουλαρίκια
πως γίναμε έτσι τώρα μη μου λες
τρανέψαμε πολύ αλλάξαμε συνήθειες και μυαλά
είναι φτωχά για δύο κεράσια σκουλαρίκια
περάσαν τα κεράσια..επεράσαν κι οι ανθοβολιές
οι μυρωμένοι αέρηδες αλλάξαν γειτονιές
κι εμέ να πάψεις πια να με ρωτάς
ρώτα καλύτερα τους επωδούς
που στα τραγούδια Παραδείσους μας ετάζαν 
κι ήρθε ο δρόμος και το τέλος της στοργής
σε πανηγύρια κερασιών με δίχως ταίρι δεν κινώ
εχάθηκα μες στης ζωής μου τα γρανάζια.
Μα είναι ανόητες ενίοτε της ψυχής οι κερασιές
από μια ιδιοτροπία μοναχά
επιμένουν στα παρτέρια μου ν' ανθίζουν
κρύβομαι μες στις κερασιές
κόβω φορώ στ' αυτί ένα κλαρί
ασπίδα και ορόσημο για νέες καταιγίδες.

⫷ τα σκουλαρίκια της Ροδένιας ⫸ - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

 

9 Ιουνίου 2022

⫷ συγκατοικώ με τις νεράιδες και τα ξωτικά ⫸


Max Nonnenbruch
Είναι στιγμές που ψηλαφώ στα σκοτεινά 
γίνομαι δύτης ανιχνεύω τους βυθούς
κι όλο γυρεύω ένα σινιάλο
να ξεδιαλύνω τη σκουριά ναυαγισμένων πλοίων
και άξαφνα αποδημώ......
συγκατοικώ με τις νεράιδες και τα ξωτικά
λούζομαι στα θαλασσινά νερά
από του κόσμου τα λερά
για να ξεπλένω την ψυχή μου..
ίσως και να ανήκω σ' ενα Γαλαξία μακρινό
που κατοικεί σ' αυτόν μονάχα φως
στα λυρικά σκοτάδια μου
τις νύχτες μου γλυκεία κρεσέντα ηδονής
το παρασύρουν το έμπλεο παθών κορμί
μα το πρωί της ''αλητείας το πουλί''
ήπιο σαν κελαηδητό
τη μέρα μου οριοθετεί
τους δαίμονες του ερέβους μου σκορπίζει..
κι όσο η αχαριστία των ανθρώπων
κατακλύζει νου και λογισμό
τους αγγέλους που μου παραστέκονται καλώ
αίνιγμα ο κρυμμένος μου εαυτός
με ξεμακραίνει απ' τον πλανήτη γη
βουτιέμαι στα τρελλά νερά
μες στις θαλασσινές σπηλιές μέρες ολάκερες περνώ
παίρνω αγκαλιά τα κόκκαλα των αδικοπνιγμένων.
Γιατί  πια τώρα το έμαθα καλά 
πως η ζωή είν' παραμύθι αληθινό
έχει Προκρούστες με μαχαίρια κοφτερά
κόβει κομμάτια π' ενοχλούν
κι έχει αμαρτίες και στρατούς, φυλές και Ιστορίες
κοιτάζω στον καθρέφτη μου..διαλογίζομαι..
ίπταμαι.......
αναδυόμενη ψευδαίσθηση εις την ακρογιαλιά
τ' αχνάρι ταπεινά σκιαγραφεί
στην ανεμόσκαλα του Γαλαξία μου ν' αφήσει.

⫷ συγκατοικώ με τις νεράιδες και τα ξωτικά ⫸ Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

5 Ιουνίου 2022

⫷ μέλποντας στ' αφροκύματα ⫸


Σαν θες
στων αντοχών σου τις αιώρες να αντέξει το σχοινί
γέλα πουλί μου στα μικρά
για να ροδίζουνε οι νύχτες σου οι σκιερές..
να καλοδέχονται τα δύσκολα μεγάλα..
Πριν σε δικάσει ο χρόνος βρες καιρό
για τα μακρά ταξίδια μη φειδωλευθείς
πλούσια της ανταμοιβής τους τα ελέη..
τη θέα ρέμβαζε απ' αψηλά
στην τρικυμία στο πέλαο ίλιγγος μη σε πιάνει..
ξέπλεκα άσε της ψυχής τα κατσαρά μαλλιά
φόρα και μια κορδέλα θαλασσί
στο πέλαο να μοιάζεις..
τι κι αν φοβόσουν τις βουτιές
μεγάλωνες στους κάμπους..
ύστερα βρήκες έναν τρόπο τις νυχτιές
να ζωγραφίζεις θάλασσες
στους κάβους τους να δένεις
μες στο βυθό τους να βουτάς
στων αντοχών σου το κατάρτι να ιχνηλατείς
ρότες που δεν εχάραξες..πορείες που δεν πήρες
μες στα σοκάκια σου της θύμησης
νόστος γλυκύς ο πηγαιμός για τα μακρά ταξίδια..

 
⫷ μέλποντας στ' αφροκύματα ⫸ - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

 μέλπω = τραγουδώ

,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

3 Ιουνίου 2022

⫷ αύρα η αγάπη μας θαλασσινή⫸

 

 
 
Ο μισεμός σου με επλήγωσε,με πόνεσε
τη νοσταλγία σου με φύτεψε..χώμα βαθύ..
παίρνω τις στράτες να σε βρω
εκεί να φύγω..εκεί που κατοικείς
εκεί όπου μεθούνε τα πουλιά
ανάμεσα σε γης και ουρανό
εκεί που οι άσβηστες πατημασιές
σαν παλαμάρια δέσανε
την ιστορία μας στο μώλο.
Νυχτώθηκα στην έρημη ακτή
αύρα  η αγάπη μας θαλασσινή
κυκλώνει το νησί μου
μου φέρνει ένα τραγούδισμα απ' τα δειλινά
όπως παλιά που εμέθαγε στο άγγιγμα η σάρκα
και τότες μία θλίψη απρόσμενη κυριεύει την καρδιά
χωρίς ιστούς..δε βγάζει η ελπίς σε εύφορα νησιά
τίποτα πια...............
θέλω να φύγω μ' ένα πλοίο σε μια φύση ξωτικιά
να βρει γαλήνη η φευγάτη μου καρδιά
στ' αντάμωμα γλυκά να αφεθώ
στης λήθης το ποτάμι να βουλιάξει εις το βυθό
των μαντηλιών ο ύστερος χαιρετισμός..
από τον εφιάλτη η καρδιά να απαγκιστρωθεί..
λευκότητα αμυντική στο άδειο μου χαρτί
την ιστορία μας απ' την αρχή να καταγράψει.

⫷ αύρα η αγάπη μας θαλασσινή⫸ - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

1 Ιουνίου 2022

⫷ εις προκυμαίαν ⫸


φωτο: από το διαδίκτυο
Εις  προκυμαίαν βρεχάμενη ολάκερην ζωήν
χρόνoυς καρτέραες..καρτεράς
εκείνο το μεγάλο το καράβι..
να φέρει πίσω τα ταξίδια που ονειρεύτηκες
να σε ανεβάσει στο κατάστρωμα ψηλά..
τον κόσμο ν' αγαναντέψεις..
θάλασσες να μη μείνουνε αταξίδευτες ..
αέρηδες να σε δροσίζουνε..και άλλοι να σε καίνε...
Μα ήτανε..είν' τα ''ναύλα'' ακριβά..
κι έμεινες να κοιτάζεις πέρα τον ορίζοντα...
να περιμένεις το μεγάλο το καράβι
να φανεί για να σωθείς..
κι ίσως αυτό ποτέ του να μη 'ρχόταν..

Άρπαξες από την αρχή το τρεχαντήρι σου...
που χρόνια κατοικούσε στης ψυχής σου το 
καρνάγιο..
εκεί στην ξεχασμένη την ακτή σου..
φόρτωσες'' τα μολύβια σου σε τούτο το παλιό σκαρί..
εκειό που σ' έμαθε να ισορροπείς
στης ουτοπίας και της πραγματικότης το ταξίδι.
Μη σκιάζεσαι..
ξεκίνα πάλι για άλλη μια φορά..μην κουραστείς..
περπάτα την τη θάλασσα..δέσε σχοινιά..
κρέμασε και τον ήλιο..το φεγγάρι για πανιά..
ταξίδεψε..σε πολιτείες που σου μείναν άγνωρες ..
κι έχουνε το καλό ταξίδι ακόμα να σου ''δώσουν''..

Αβούλιαχτο το τρεχαντήρι σου Ροδένια μου..
στις ''αφρισμένες των καιρών'' τις θάλασσες..
τολμάει για ταξίδια να σαλπάρει ....
 

 ⫷ εις προκυμαίαν ⫸ - Σοφίας Θεοδοσιάδη

,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,