30 Οκτωβρίου 2019

''ΑΝΘΙΣΜΕΝΗ ΒΟΥΚΑΜΒΙΛΙΑ''

φωτο: Σοφία Θεοδοσιάδη - η βουκαμβίλια μου
Δυο κήπους ελαχτάρησα
να βγαίνω να φυτεύω τη ζωή μου...
να τους ποτίζω για να ανθούν..
να τους κλαδεύω σαν θα χρειασθεί.. 
καρπούς για να μαζεύω..
Έρωτας με έδενε στους κήπους μου
στον κάθε έναν για τα άνθια τα ξεχωριστά..
εκείνονε τον κήπο τον αληθινό ψυχής..
που μέσα μου τα αρώματα εσκόρπαε τα πρωινά..της νύχτας απωθώντας τις σκιες
μα και τον άλλονε..
αυτόν που κείτονταν στο χώμα καταγής..
χρόνια τώρα εκράταε νωπά ..
τα μάτια μου να ευφραίνει..
Ανθίζει ακόμα ο καθείς..αδιάκοπα..
με πινέλλα βάφει της ζωής τα πρωινά
σαν τους θωρούν τα μάτια μου
στα ροζ..στα φούξια..εις τα πορφυρά
κεντάνε τον καμβά μου..
Στα γύρω κτίρια οι λεμονανθοί..
στον τοίχο μου εσκαρφάλωνε
η φούξια του παντός καιρού
ανθισμένη βουκαμβίλια...
έρχονταν απροσκάλεστα
όρθωνε το ανάστημα
στα σκουριασμένα κάγκελα..
μιαν άνθηση..να κλέψει τη φθορά... 

''ΑΝΘΙΣΜΕΝΗ ΒΟΥΚΑΜΒΙΛΙΑ'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη...
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

29 Οκτωβρίου 2019

''ΠΗΓΑΔΙ ΕΝΔΟΦΛΕΒΙΟ''




Εκείνο που ομορφαίνει της ζωής την έρημο..
είναι που κάπου μέσα της κρύβεται ένα πηγάδι
της μνήμης το πηγάδι το αστείρευτο
γιομίζει με τις φλέβες του
τις ξέρες της ψυχής μας..
Μαγκανοπήγαδο η ζωή η καθημερνή
κι εσύ πηγάδι δολερό..πηγάδι ενδοφλέβιο
στη χλόη σκεπασμένο...
όντας στο χείλος σου με κοίμισες
ήρθαν πουλιά για το καθάριο σου νερό 
τραγούδησαν κελαρυστά
εις το περβάζι της ψυχής μου..
εκελαηδούσαν με ανθρώπινη λαλιά
μηνύματα εκαρφιτσώνανε στις καλαμιές
πηγάδια..φλέβες του νερού
δροσιές στις κάψες των καιρών
μέσα μου να γυρεύω... 

''ΠΗΓΑΔΙ ΕΝΔΟΦΛΕΒΙΟ'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη..
....................................................................................................


26 Οκτωβρίου 2019

''Αδειανές Ψυχές''

Τις άδειανές ψυχές δεν εφοβήθηκες..
τύλιξες γάζες προστατευτικές..

μη καταφέρεις να τις γιάνεις...
Όχι..η λύπη δε σ' ακολουθάει..
για τα πετάγματα αυτά..ψυχής..
που σε γελάσανε πως μοιάζαν..
μιλώ για κείνες κει..
τις αδειανές..ανέλπιδες ψυχές..
μα που αγάπη άθελά τους γέμισαν 

την διψασμένη σου ψυχή..
την θαλερήν δική σου..
που καθώς έχανε..

''κερδίζοντας'' επήρε....
Μα να... 

εκεί στην άκρη των τσαλακωμένων σου φτερών..
το τσάκισμα αυτό θα σου  θυμίζει..
πως όσο κι αν επέταξες..όσο κι αν επροσπάθησες..
 ψυχές να ακουμπήσεις..
για ένα είσαι βέβαιος..πως οι ψυχές πολλά ζητούν..
ίσως και τη δική σου....
Κι αν μια φορά μοναδική..μια τόση δα στιγμούλα..
δεν άντεξες..

αστόχησες ολάκερη κατάθεση να κάνεις..
σβηστήκανε όλα μια στιγμή..
ήταν που η δική τους η ψυχή..

αδειανή στο χρόνο επορεύονταν..
ποδοπατώντας..και κλαδεύοντας
τα ανθισμένα ρόδα..

εικονοστάσια απομείναν αδειανά
χωρίς εικόνες και προσκυνητές..
σε ξεχασμένα σπίτια..
Μιλώ για τις ''κενές''..
αγράμματες συναισθηματικά..
αχάριστες ψυχές...

''Αδειανές ψυχές''- Σοφίας Θεοδοσιάδη.
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

25 Οκτωβρίου 2019

''ΟΜΟΙΑς ΓΑΛΕΡΑς ΠΗΓΑΙΜΟ''..


Όμοιας γαλέρας πηγαιμό
στις μαύρες και στις άσπρες της
πανιά λευκά..κουπιά γερά
η ψυχή υποδόρεια εφορούσε..
ξανοίγονταν κάθε που έρχονταν
η θύμηση ..
οι θύμησες εις τον αφανισμόν
αργά..σαν τον παλιό καλό καιρό
κωπηλατούσε..
αντίκρυ στέκονταν σ' αεροπλάνα.
βενζινάκατους ταχύπλοες..
ηλεκτροφόρα σύρματα..
ορμούσε στ' αφρισμένα κύματα
αποφασισμένη έμοιαζε..
αποζητούσε ορίζοντα διαυγή
κάτω απ' τον έναστρο ουρανό
βουτώντας στα νερά της..
ένα τσούρμο την ακολούθαε
βοώντας εις την πλώρη..
εν τη ενώσει η ισχύς
στα βογγητά ..οι κραυγές τους
να 'ναι η γαλέρα αβούλιαχτη
ατσάκιστη στα βράχια..
δεν είναι θάνατος τα κύματα
σαν ο ήλιος τα ασπρίζει..

Κι όταν τις μέρες  της  εκλέβανε
σταυροφορίας λάβαρο ύψωνε:
''να συλλογάσαι ελεύθερα
είν' η ψυχή βροντή..αστραπή.. 
γκρεμίζει τείχη ξύλινα..
τα βράδια ονειρεύεται
σε ναυμαχίες κωπηλατεί
τους πειρατές νικάει..
Δεν έχει πισωγύρισμα ετούτο το ταξίδι..
μη θλίβεσαι και μην βαρυγκομάς
των αδύνατων τη μοίρα εις τη Γης
άμποτε..
εις την αέναη ναυμαχία σου
θα υφάνει σάβανο λερό
των σκλάβων η αλλόκοτη κραυγή
στων πειρατών το στέρνο''....
Σιγήστε..αφουγκραστείτε..
τις εκκωφαντικές των τις κραυγές..
άνοες τυμβωρύχοι των ψυχών..
ήγκικεν γαρ εσών και ο καιρός..
εις το αέναον του Άδη τους
θάνατον κουβαλούνε....

''ΟΜΟΙΑς ΓΑΛΕΡΑς ΠΗΓΑΙΜΟ'' - Σοφία Θεοδοσιάδη- εκπαιδευτικός.
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

''ΟΝΕΙΡΟ ΗΤΑΝ''


Μες στα λευκά σεντόνια της..
πάντα της άρεσαν εκείνα τα βαμβακερά
της μάνας της που εμύριζαν φλισκούνι..
άφηνε την ψυχή της να σκορπά..εμεταλάβαινε..
εβρέχονταν στις στάλες..
επερπατούσε ασταμάτητα..
χωρίς σαφή προορισμό..ξάφνου
το χαμογέλιο εκατοίκησε στα βλέφαρα
παρέα με τις σκέψεις της..
με συντροφιά τα λόγια του..
εκείνα που την έκαναν 
ξεχωριστή να μοιάζει..
Όχι..καθόλου δεν την ένοιαζε 
απόψε εδώ με το ψιλόβροχο..
που ένα χέρι δεν την ξάφνιασε..
τον ώμο ν' ακουμπήσει.
Γύρισε πίσω το κεφάλι της..
και το 'νιωσε..το εκατάλαβε..
δεν περπατούσε μοναχή..
την ακολοθούθαγε εκείνος..
Γινότανε μια παρουσία δυνατή..
λες και της κράταγε από κοντά ..
σφιχτά..ζεστά τ' ασάλευτο
 μες στη νυχτιά της χέρι..

Ύστερα βράχηκε πολύ..
μα πάλι δεν την ένοιαξε που εμούσκευε..
για ένα πράγμα ενοιαζόταν μοναχά..
μην τύχει και περάσει από μέσα η βροχή..
μην και μουσκέψει και διαλύσει  το όνειρο
και στάξουνε τα δάκρυα
που είχανε φωλιάσει στην ψυχή της..
Τα κεραμίδια έσταζαν..   
μα εκείνη ως το χάραμα
δίχως ομπρέλα..με το σάλι της
ακόμα περπατούσε..
με μεταξένιες τις κλωστές
μες στ' αδειανό λευκό της φόρεμα
το ονείρεμα δεμένο το κρατούσε..
στης μέρας το ξεγύμνωμα..ανελέητα..
μην και παραδοθεί. 

''ΟΝΕΙΡΟ ΗΤΑΝ'' - Σοφία Θεοδοσιάδη.
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

23 Οκτωβρίου 2019

'' ΑΝΟΜΟΛΟΓΗΤΑ ΤΑΞΙΔΙΑ''



Έμπαινε μες στη σκούνα της..
εχάνονταν..
άφηνε τον αγέρα να την οδηγεί..
να την εταξιδεύει..
δεμένη στις σειρήνες της..
δικαίωση εζητούσαν οι εντός..
φωνές...
στα λάθη και στα πάθη 
και οι δαίμονες..
σε τούτο το ταξίδι της
σάρκα επαίρναν και οστά..
σε ξέρες..σε λιμάνια..σε ακτές
σε κάβους πότε υπήνεμους 
κι άλλοτες φουσκοθαλασσιές ..
εδέναν το σκαρί της..
εβρέχαν την ακτή της τη γαλήνια ..
ωσάν ως άλλος Οδυσσεύς
έβαφε ξέφτια και πανιά..
στο χρώμα της ψυχής της..
Ήρωες αγνοί..ωραίοι και απόλυτοι..
σχεδόν ιδανικοί..
ψεγάδι δεν τους έβρισκες 
επάνω τους να ράψεις..
δεν το 'ξερε ..δεν το φαντάζουνταν..
τόσο μικρή που ήτανε..
πως ένας κόσμος άλλος..
ο ιδανικός ..
είναι και πρέπει στα βιβλία..
Έτσι έπρεπε..έτσι συνηθίζονταν..
δεν κάνει εκατάλαβε αργότερα
την ασχήμια να τη γεύεσαι νωρίς.. 
Γλυκά - γλυκά να τη μαθαίνεις..
να τη λες...........
όμορφα να τη δίνεις..
μη και τρομάξουνε από νωρίς
οι ανθρώποι στα κατάρτια..
και ευθύς..
βουλιάξουνε τη σκούνα στα ρηχά..
πριν φτάσουν στις μικρές τους τις Ιθάκες...
είναι άσχημο να χτίζεις τις ψυχές
πληθαίνοντας ναυάγια...


'' ΑΝΟΜΟΛΟΓΗΤΑ ΤΑΞΙΔΙΑ'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

21 Οκτωβρίου 2019

'' ΠΑΠΑΓΑΛΑΚΙΑ (Cockatiel) ''

Στης Εντροπίας τον καιρό..
οδεύοντας στον θερμικόν μας θάνατο
ψυχών και λογισμών..και παραλογισμών
η ψυχραιμία εχάθη προ πολλού
το πάθος για την ήττα το ασίγαστον
των ηττημένων στην πολιτική
στη μελανή..τη γανιασμένη τη φοβία οδηγεί
σε φάλτσα και κρεσέντο χωροχρόνων..
Aρέσουνε οι φράσεις οι ''κλισέ''..
οι άναρθρες..ξεγύμνωτες κραυγές..
που ανέξοδα.. απερίσκεπτα παπαγαλίζοντας.. 
γίνονται σημαία απραγμάτευτη 
στα χείλη των πολλών..
αρέσουν στους ανθρώπους οι υπερβολές..
κι αμάσητες συχνά τις καταπίνουν..

Η λέξη σωφροσύνη εχάθη από το λεξιλόγιον
καθώς και η Σωκράτεια αρετή...
Είναι σοφία και σπουδή ζωής..
την τρέλλα του ο καθείς..το καπελάκι του
να τη φορεί μόνον γι αυτόν..
απαίδευτος καθότι....
όταν στις ''γιορτινές'' 
μα  και στις ''σχόλες'' μες στο χρόνο του..
έχει την ''πολυτέλεια''  με τα κοινά να ασχολείται..
Είναι σοφία και απόσταγμα ζωής.
σε ροζ παπαγαλάκι να μην ντύνεσαι
καθώς ευκόλως απειλείσαι από ψιττάκωσιν
ασθένεια μολυσματικήν δια το κοινόν... 

Γιατί..........
δεν προχωράει ο κόσμος μάτια μου
με τα ''στενά''..κι εκείνα της ''ψευτομαγκιάς''.. 
τα ασυλλόγιστα..απερίσκεπτα..
στις ''αγορές'' του εντυπωσιασμού 
της άοσμης της σκέψης τους.. 
τα ανεφάρμοστα από τον ξεστομίσαντα..
τα τετριμμένα του συχνά.. 
του εντυπωσιασμού κλισέ..
Θέλει περίσκεψιν..και τόλμην και αρετήν
θέλει έναν τρόπον πειστικόν
η ενασχόληση με τα κοινωνικά..τα καθημερινά
θέλει παιδείαν περισσήν
λόγον περίσκεπτον..αφλύαρον
προτού για όλα αυτοχριζόμενος
φορέσεις την κονκάρδα δικαστή...

'' ΠΑΠΑΓΑΛΑΚΙΑ (Cockatiel) - Σοφίας Θεοδοσιάδη

,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

''ΓΔΑΡΜΕΝΑ ΗΣΑΝ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ''

art : Bogdan Prystrom
Τρανά τα όνειρα στη Γη..
τρανότερα εκείνα τα γδαρμένα..
πα στο τσιγκέλι του ''χασάπη''  χάσκουνε..
σα  μάτια από σφαχτά..
που εφάγανε στα ξαφνικά τη μαχαιριά..
μασώντας..μηρυκάζοντας..ταξίματα..
ξεφλουδισμένα των καιρών..
μες στα λιβάδια τα ανήλιαγα..
σύναξις κυβερνήσεων συνομωτών..
τσιμπούσι μεσαζόντων της ειρήνης..
κομμένης και ραμμένης στ' αδηφάγα τους τα στόματα..τα βλέμματα..
στας πλαδαράς κοιλίας στο κοστούμι τους
την τρυφερή βαρύτητα της καλοσύνης 
αψηφώντας των παιδιών..
Στην ευτυχία δίνουν ορισμούς του ποδαριού..
σκαρφίζονται..ονομάζονται σωτήρες..
Χαθήκανε οι σελίδες οι αξιακές..
στης προπαγάνδας τα τεφτέρια η κατάντια..
Μα το όνειρο είν' πουλί αλώβητο..
στου χρόνου τις αιώρες..
γιατρεύει τα σπασμένα του φτερά..
φωλιές τα στήθια των μικρών παιδιών..
το όνειρο επωάζουν...

''Γδαρμένα ήσαν τα όνειρα'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

20 Οκτωβρίου 2019

''ΣΕ ΜΥΡΟΒΟΛΟΥς ΕΦΥΕΤΟ''


art : Katia Chausheva
Ψυχή παίρναν τα σύννεφα
κρύο νερό τρατάρανε οι αυλακιές..
στης μυστικής μου προσευχής
εστάλαζαν τις σκέψεις μου τις μύχιες
δάκρυζαν την αγάπη...
Σε τούτο το μετόχι τ' αψηλό
αργόσυρτα οι καμπάνες του..
καμπάνες μου με οδηγούν
στη χώρα σου τη μακρινή..
εκείνη που αλλαργεύει καθημερινά
στην θαλερήν ''μη με λησμόνει''
μακράν του θρήνου 
για την ορατήν φθοράν..
μακράν της λοιδωρίας..
είναι στιγμές εξαγνισμού..
σε μυροβόλους εφύετο η αγάπη σου
προμάντεμα ψυχής Καλοκαιριού
κι ας είν' τα μονοπάτια της τραχιά
στο πάνθεον των κήπων των ψυχών
τολμώ...
το αμόλυντον του χιτώνα σου ν' αγγίξω
στην αγρυπνία της ψυχής μου Εκείνον συναντώ
προσεύχομαι για την αγάπη..την αγάπη μας
γιατί αγαπώ τον άνθρωπο
σ' αγάπησα κι εσένα..

''ΣΕ ΜΥΡΟΒΟΛΟΥς ΕΦΥΕΤΟ'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

19 Οκτωβρίου 2019

''ΜΑΒΙΑ ΠΑΡΑΠΟΝΑ''


Ένα συναίσθημα..ως σκευοφύλαξ της ψυχής
μου έσφιγγε τα δάχτυλα σφιχτά..
τις νύχτες σε ζωγράφιζα
μιας οπτασίας φωτεινής
σκοτάδια να φωτίζεις...
Δεμένες με μεταξωτές κλωστές
μαβιά παράπονα οι σκέψεις μου για σε
τα βράδια όπ' αγκάλιαζα
τ' άδειο σου μαξιλάρι...
καρτέραγαν οι λέξεις σου
αναπαμό δεν άφηναν
μοσχομυρίζαν 
της ψυχής σου τα κρυμμένα γιασεμιά
τα χέρια άπλωνα για να τα μυριστώ
έμενε άδεια η αγκαλιά
απρόσμενα εχανόσουν..
Να σου θυμίσω προσπαθώ
κι ας η σιωπή σου θάνατο κερνά.. 
Νοέμβρης ήτανε θαρρώ
κι ο έρως εξεκίνησε για να μας τυρραγνεί
σαν κεραυνός εκίνησε
που πέφτει κατακόρυφα..
σε αψηλό δεντρί.
Μαζί το συμφωνήσαμε..
λαγκάδια..λίμνες..ομιχλώδεις ρεματιές
μαζί να περπατούμε..
μα εσύ αθέτησες στου δρόμου τα μισά..
έσπασες και του έρωτα την ομερτά
και της αγάπης όρκους..
Εις τα γεμίσματα των φεγγαριών
στ' αλύχτισμα των λύκων
με βράδιασαν οι χρόνοι μου...
φοβάται η ψυχή να τυλιχτεί
της απουσίας το σκοτάδι..............

''ΜΑΒΙΑ ΠΑΡΑΠΟΝΑ'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη..
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,


18 Οκτωβρίου 2019

''ΕΣΥ ΝΑ ΘΥΜΑΣΑΙ''





Εσύ να θυμάσαι ...
όπου και να βρίσκεσαι να κοιτάζεις τ' άστρα. 
Γιατί εκεί στον ουρανό είναι πράγματα που βλέπουμε 
και πράγματα που δεν βλέπουμε. 
Εσύ να μιλάς 
για τα πράγματα που δεν βλέπουν οι άλλοι. 
Γιατί στον άνθρωπο αρέσει 
να ακούει για πράγματα που δεν βλέπει. 
Είναι όπως με το φαΐ.... 
Σε μέλει εσένα άμα δεν βλέπεις το αλάτι, 
άμα το φαΐ σου είναι νόστιμο? 
Δεν σε μέλει. 
Εκεί όμως είναι η ουσία, στο αλάτι ...

~ Πολίτικη Κουζίνα ~

,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

17 Οκτωβρίου 2019

'' Kυκλάμινος ο Έρωτας''.


Σε μιας παρτίδας σκάκι η μικρή σου η ζωή
νίκες σου χάρισε ένδοξες..
σε κάστρα σ' οχυρά..σε στρατιώτες
άξιζε για να παίξεις απ' αρχής
κι ας ήταν μελημένο για να χάσεις..
Ναυαγισμένη στους καιρούς 
η απογυμνωμένη σου καρδιά
στων χαλασμάτων σου των κάστρων
έναν έρωτα εποθούσε αληθινό..
τη γύμνια να σκεπάσει..
αλέρωτον..εις τ' αψηλά
στον ουράνιον τον θόλον να σε βγάζει..
τις νύχτες που εφουρκίζονταν
στις λιγοστές ανασεμιές
στου λαιμοδέτη της συνήθειας τον κόμπο..
στις έρημες σβηστές πυγολαμπίδες σου
του νου..
προξενητάδες έστελνες στα βράδια της
ως μάγοι για προσκύνημα
εστέκονταν στης μάνας της την πόρτα..

Καλλιγραφίας ήσαν τα γράμματα
στο ραβασάκι το κλειστό
απ' της καρδιάς σταλμένο..
τρανό ήταν τ' ονείρεμα
τα λιγοστά σου τα κυκλάμινα..
μήπως και ριζωθούνε..
Σου μήνυσε πως είναι αργά..
αγάπες να της τάζεις..
απόκριση της έστειλες
πως φυλαγμένο είχες έρωτα..
κι ένα κρυμμένο σ' αγαπώ..
που χρόνια το εβλάσταινες..
και έψαχνες το χώμα.

Κρυμμένα εφύλαξε τα άνθια τα μικρά..
από το γάργαρο νερό..
που εκύλαε στο πνεύμα το ευγενές της
δροσοσταλιές καθημερνά..
εστάλαζε στο βάζο..
τα διαλεχτά σου τα κυκλάμινα 
να καρτερεί..
μην τύχει και ριζώσουν..
Έρωτας έμοιαζες θαρρώ..
ένας έρωτας ''κυκλάμινος''..
με μια κλωστίτσα συρραφή..
στον πόνο της καρδιάς της..
Τώρα μονάχος..θλιβερά..
Πενθείς στους ήχους της σιωπής
στο ναρκοπέδιο της ψευτιάς 
αυτοεγκλωβίζεσαι..
αυτοκτονείς για την λοβοτομήν
τα γοερά σου βράδια...
ως δήθεν τα 'χατες 
του χρόνου οφθαλμαπάτη εστάθης τρυφερή
το ροζ του Φθινοπώρου εφύτευε..
τραγούδια άκουγε η καρδιά καρτερικά..
πατώντας τ' ακροδάχτυλα
στις μουσικές της τρίλιες..

 '' Κυκλάμινος ο Έρωτας'' - Σοφία Θεοδοσιάδη.
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

15 Οκτωβρίου 2019

'' ΦΟΡΕΜΑ ΜΕ ΜΑΡΓΑΡΙΤΕς''


Το είδωλο της νιότης στον καθρέφτη σου
άρρητα ερωτεύοσουν τα πρωινά...
στο φως..σου αποκαλύπτονταν η ομορφιά
η αγωνία εσπαρτάραε στο γυαλί
ανάμεσα σε δύο κόσμους περπατούσες
λελογισμένα άλλοτες
αλόγιστα επέρναες εις το υπέρυθρον 
της νεότης σου το φάσμα...
το κλάμα της ψυχής σου εραγίζονταν..
τα θρύψαλα εσκόρπαες με μιας
κι ας..τα ταξίδια σου τα εσωτερικά..
σε φέρνανε σε πόρτες χαλασμάτων..
Έριχνες νέο βλέμμα..αυτάρεσκη ματιά ..
στη λυγερή την κοπελιά.. 
σου έκλειε το μάτι συνομωτικά
ήταν μικρή..ατέρμονη..ατίθαση
σ' έφερνε στις κρυψώνες της
ζωή την ονομάζαν..
Η εσωτερική σου μετανάστευση 
σ'  ωθούσε ανεπιστρεπτί 
τις αυταπάτες σου νικούσες
την απελπισμένη νοσταλγία σου
έδιωχνες για το παρελθόν ..
καινούριο εφαλτήριο αναζήτησης..
το άλμα να σε σώζει αποζητούσες...

Πορεία εχάραζες στο γκρίζο των καιρών..
αμετανόητη στο άκουσμα των τραγουδιών..
το ''σ' αγαπώ γιατί είσ' ωραία'' σε εμάγευε.. 
Δήλωνες αθεράπευτα ρομαντική
δήλωνες αθεράπευτα Γυναίκα...
Τολμούσες.....
χρωματιστό μελάνι εζωγράφιζε
φόραες το φουστάνι της ψυχής
ανθάκια..μαργαρίτες κεντημένο
ένα παιχνίδισμα στο φυλλομέτρημα
''το μ' αγαπά δε μ' αγαπά''
σε πείσμα των καιρών σου και των χρόνων..
γνώστης βαθύς του Φθινοπώρου που εμέσιασε
της εποχής και της ζωής σου
δεν χάνοσουν στο ψυχανέσμισμα των στίχων σου
τους κράταες αγκαλιά..
Μέθη η ζωή..Γυναίκα εσύ
και πως να της αρνιόσουν............. 

  '' ΦΟΡΕΜΑ ΜΕ ΜΑΡΓΑΡΙΤΕς'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

14 Οκτωβρίου 2019

''ΟΤΑΝ ΟΙ ΚΡΑΥΓΕς''..




Οι καθαρές εικόνες του Θεού..

καθώς το άωρον της ηλικίας τους
δεν παρεδόθη στην αμαύρωσιν
μορτάκια του άσπρου σύννεφου
παντελονάκια αέρινα
της αγνότης τα παιδιά.

Όταν κραυγές
εκεί που σβήνουνε οι μουσικές
που ξεθωριάζουν τα τοπία τα χρωματιστά
ως μέγας τιμωρός όντας ο ίδιος ο Θεός
ως κατελθών επί της Γης
Ας βρέξει μίαν Θείαν οργήν
Σ' Αυτών..............
που στης Ιστορίας το διάσελο
εκατακρήμνισαν..ελάβωσαν
το ακούρευτο το όνειρο
σε κουρεμένων κεφαλών
αμούστακων παιδιών
στα άμωμα..των κοιμωμένων
του πολέμου μάτια των παιδιών..
ας φύονται μαργαρίτες.....


'' ΟΤΑΝ ΟΙ ΚΡΑΥΓΕς'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,.


 

''ΣΤΟ ΠΑΡΑΘΥΡΙ ΚΑΘΟΜΟΥΝ''


Ανθρώποι τρέχαν στα υπόστεγα
τα κεραμίδια έσταζαν..
επότιζαν τις ρίζες μου του νου
εβρέχαν τα κλωνάρια της ψυχής μου..
μ' έκλεινε μέσα η βροχή απ' το σούρουπο
στης λάμπας το αχνό το φως..
στο παραθύρι κάθομουν
σημειωματάρια..βιβλία ..χαρτικά.. 
έναν Δον - Κιχώτη έψαχνα 
στους ανεμόμυλους πάλι 
και πάλι να με βγάζει..
δεν ονειρεύομουν να κονταροχτυπηθώ
με όπλα και με σφήνες..
μα με ένα λόγο πύρινο..
που αγέρας ίσως να γενεί..
συνθέμελα να τρίξουν..
Μα μοναχή μου έλεγα..
και πως να ξανοιχτώ..
λιγόστεψαν θαρρείς..εσκιάχτηκαν
Οι Δον - Κιχώτες χάθηκαν 
του Μιχαήλ Θερβάντες.
Κρυάδιαζε ο καιρός κι η μάνα κρέμαγε..
βελόνες με το ράμα στο λαιμό της..
έπλεκε στα νυχτέρια της
έγνεθε αγάπη η νόνα η γλυκειά
ψυχές..καρδιές..
γυμνά κορμιά για να ζεστάνει..
ως τα μεσάνυχτα γεμίζανε την κάμαρη
στη φωταυγή οι σκιες χανόταν..

Μονολογώ..ξεσπώ ..καυτηριάζω ..
κλαίω..γελώ..
χαίρομαι κι αγαπάω..
άνθρωπος είμαι ζωντανός..
μες στο πετσί μου από όλα κουβαλώ..
και ας εξέφτισε η ούγια τους
στους χαλεπούς..των ελλειπών καιρούς..
στης βαρβαρότητας τα στέκια..
μην τάχα ψάχνω χίμαιρες 
να χάνομαι σ' αυτές ?
Γενναίο το παραμύθι μου
σελίς προτελευταία...
Αποξεχνιέμαι στ' άθελα...
μια χαραμάδα φως εις το σελιδοδείκτη μου
ανέπαφο το ονείρεμα κρατάει..
μια φωτοσκίαση θα αντιστρέψει τα είδωλα
δύσκολη μοιάζει η γέννα της αντιστροφής
μα κάθε γέννα εγκυμονεί..
ελπίδα ..προσμονή..

ΣΤΟ ΠΑΡΑΘΥΡΙ ΚΑΘΟΜΟΥΝ - Σοφία Θεοδοσιάδη.
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

13 Οκτωβρίου 2019

''ΜΕΡΕς ΛΑΘΕΜΕΝΕς''


Εκτάκτως το δελτίον καιρού
βροχές προμήνυε όξινες
θανατηφόρες μοιάζαν οι ρανίδες της βροχής 
αίμα εστάζαν προδοσίας
μουσκεύανε εις την επικράτειαν
τα φτωχικά κωνάκια..
Λένε πως φταίνε οι καιροί
κατακλυσμοί και καταποντισμοί
οι λέξεις πολεμόχαρη απειλή...
τρέχανε αδέσποτα σκυλιά
στις αστραπές λουφάζαν οι ανθρώποι.. 
μα διόλου δεν εκπλήσσομουν..
Ραγδαία άλλωστε έβρεχε 
από γεννήσεως της Κτίσης μας
Φθινόπωρα.. Χειμώνες...
εθύμωνε και η μάνα μας
που εβρέχονταν τα ρούχα στο σχοινί..
Κι εγώ
που απ' το μικράτα μου το γνώριζα
πως είναι ευλογία Θεού η σπορά
χοές του έστελνα του ουρανού
τη γη να την ποτίζει...

Μα τώρα..
σήκωσε έναν αγέρα γύρω μου τρελλό
παρασυρμένα φύλλα του Φθινόπωρου
οι ανθρώποι ξεβρασμένοι..
μουντός καιρός και βαρομετρικό χαμηλό..
μου μαστιγώνει την αναπνοή
σκόνη σκεπάζει την ψυχή μου..
Απορημένο πια το βλέμμα μου
σε έκσταση η ματιά μου
ποιά τάχα είναι η βλαβερή
σαν σφαίρες πέφτουνε βροχή
σ' αθώων τα κεφάλια?
Υγραίνονται οι ψυχές 
σε τούτους τους κατακλυσμούς
σέπεται τ' όνειρο μαζί
κι αυτές οι λιγοστές οι συνειδήσεις..

Μη με ρωτάς πως και γιατί
της παιδικότης το παλιό
δελτίο καιρού μου αφουγκράζομαι
του εναπομείναντος αθώου εαυτού μου..
τότες που διάβαζα πως οι πολέμοι 
εγίνονταν μακριά..ωραίες ιστορίες στα βιβλία..
Εναγωνίως........
Η πυξίδα μου σε πεφταστέρια με οδηγεί..
μήπως γευτώ  το φως το ιλαρόν
σαν καταφέρω χρώμα πορφυρόν
από ουράνιο τόξο να ξεκλέψω..
Τα μερομήνια μελετώ
να δω για τον μελλούμενο
καιρό μου της σποράς και της σοδειάς μου..
Δεν θέλω να 'μαι ήρωας στον πόλεμο..
να στήνω θέλω μόνον Βατερλώ
για τα λιοντάρια της Ειρήνης...
μονάχα ένας  μικρός ασήμαντος
να 'μαι ξωμάχος εις τη γη
να την παλεύω με τα χέρια μου
νόστιμον ήμαρ να μοιράζω.... 

''ΜΕΡΕς ΛΑΘΕΜΕΝΕς'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη..
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

12 Οκτωβρίου 2019

''ΚΑΙ ΣΤΟ ΠΛΑΤΥΣΚΑΛΟ Η ΜΠΙΓΚΟΝΙΑ ''

Με του ανέμου σου τ' αδράχτι
μνήμες γνέθεις στα πλατιά της τα σκαλιά
της μάνας..που εστόλιζε η μπιγκόνια...
Γνέθεις..υφαίνεις..
χρόνια που εβάφτηκαν χρωματιστά
χρόνια που εβαφτήκανε λευκά
κρυμμένο κουβαλούσαν 
το λευκό της αθωότης..
Ένα φουστάνι όλα τους..πολύχρωμο...
γεμάτο λούλουδα αληθινά...
το πλαστικό δεν έστεκε
εις της μάνας το πλατύσκαλο
δεν κούμπωνε με το αυθεντικόν
σιμά στο κιούπι της μπιγκόνιας..
Κεντίδι στο σιρίτι μας με σταυροβελονιά..
οι κεραμένιες γλάστρες τους
σε σπίτια που ερημώνουν..
Αλλάξανε οι γειτονιές...
αλλάξανε οι άνθρωποι..
αλλάξαμε κι εμείς...
Φορτώθηκες στους ώμους σου
μνήμες να κουβαλείς..
σγουρούς ψιλούς βασιλικούς
ν 'αρωματίζουνε τους θάλαμους του νου
μπιγκόνιες να στολίζουνε
περβάζια της ψυχής σου...
Μενεξεδένιους χάραξες
δρόμους σαν τα παρτέρια
τι κι αν το χώμα απότιστο
ακόμα σου ανθίζει..
Μον' να..
αφήνει μια βαθειά ουλή
ο νοτισμένος τοίχος..
Τι με κοιτάς..
σου το 'λεγεν η μάνα σου..
όλον τον κόσμον κι αν γυρνάς
σε τούτο το πλατύσκαλο 
ο νους σου θα ριζώνει....

'' ΚΑΙ ΣΤΟ ΠΛΑΤΥΣΚΑΛΟ Η ΜΠΙΓΚΟΝΙΑ'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

11 Οκτωβρίου 2019

''ΜΕ ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ ΣΤΟ ΣΜΑΡΙ''

Μια λιτανεία στο γλυκοχάραμα
σκιες..στα χρώματα μορφές 
ίπτανται γύρω μου...
κρωξίματα γλυκά με ανταριάζουν..
αθεράπευτη η θλίψη μου..
ρομαντικά με προσκαλεί..
να ονειρεύομαι..
πίσω να με γυρίζω είν' λυτρωτικό..
φέρνει μαγεία..αναπαμό.
της Ιστορίας το ξεφύλλισμα
ν' ακολουθώ στο κάλεσμα
σε κείνο το ταξίδι μου το μακρινό
της νιότης που εξεθώριαζε
δε μ' έβγαλε ως τα τώρα μου
στις χώρες του βορά...

Έβγαλα το μολύβι μου..εσίμωσα
κοντά στο παραθύρι σας..
ήταν δυο σύννεφα..και δυο πουλιά
στον ουρανό..στα μάτια μου..
και εθάρρησα..
σημάδι εθάρρησα πως ήτανε
να μη σας λησμονώ
δεν ξέρω αν ήταν γερανοί
για αν ήταν οι ψυχές σας
μην το θαρρείς
πετάνε κι οι ψυχές..
κολλούν φτερά..λευκά φτερά
εξαγνισμού..αγνότης....

Σιωπώ...................
οι λεπτοδείκτες σταματούν..
να ζωγραφίσω αδυνατώ
τρανό το σμάρι των σκιών
στην άδολη ψυχή μου
δεν το χωράει το χαρτί
αποζητώ...
χωρίς απέλπιδες κραυγές
μπροστά μου να πετάξετε
χαρίζοντας παιάνες στους θνητούς
το χαμογέλιο σας να ζωγραφίζεται
στα σύννεφα που ταξιδεύουνε
στων αλησμόνητων τη χώρα..

Γέμισε μαυροπούλια ο ουρανός
κι εγώ στ' ανάμεσα..
για γερανούς παλεύω...
δεν ξέρω αν ψάχνω γερανούς του Ίβυκου
ή για κραυγές χαμένων Ευμενίδων.
Έλα ψυχή μου..
ανάστησε..ζωντάνεψε
στα βράχια να σταθώ τα ουράνια
τα μάτια τα δικά σας ν' αντικρύσω..
σε πείσμα των ανθρώπων που σφυροκοπούν
ερείπια σκορπούνε..
μύστης..αρχαιολάτρης να γενώ
και στα συντρίμια τους..
βωμούς λατρείας ν' αναστήσω.....

''ΜΕ ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ ΣΤΟ ΣΜΑΡΙ '' - Σοφίας Θεοδοσιάδη 
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

8 Οκτωβρίου 2019

''ΔΕΝ ΕΣΑΡΚΩΘΗ ΕΙς ΤΑ ΧΕΙΛΗ''


Πέταξε τη χλαμύδα της την πένθιμη ..
ξεχύθηκε στους δρόμους της ξυπόλητη...
Εγνώριζε..επιμελώς αγνόησε..καθώς
άνομβρη γη η ζωή στα ύστερα τα χρόνια της
 κρύο νερό διψούσε...
Την προδοσία εμελέτησε..πρωθύστερα
στον κήπο της Γεθσημανής..καθώς
δεν εσαρκώθη εις τα χείλη η καρδιά.
ένας είναι ο Ιούδας στη ζωή
κι αν φίδι ο ίδιος στην ψυχή
πουκάμισο ποτέ του δεν αλλάζει .
Ο Ιούδας πρόδωσε..επρόδιδε εσαεί
αλαφιασμένος έτρεχε προς το γκρεμό
είχε μπερδέψει την ανάγκη με αγάπη
δεν εκοινώνησε ποτέ του το φιλί
όλα μετρήσιμα..άγευστα
όλα εντός νεκρά...
Να αναπνεύσει η κόρη εθέλησε...
ξημέρωμα εβγήκε εις το ξέφωτο...
στις πιο παρθενικές..του ξεγυμνώματος
στις πλέον ανυπεράσπιστες 
τις ώρες της ψυχής της
εκεί ετελέστηκε το φονικό..
στην ιερή της τη στιγμή
που ευρέθηκε μονάχη της μαζί του.
 
Θαρρούσε πως εκλάδεψε..αιμάτωσε
τα κρίνα και τα ρόδα του μπαχτσέ της..
μα ούτε που εσκέφτηκε ο άμοιρος στιγμή..
πως σαν Ιούδας άγευστο φιλί
το αποτύπωμα στα χείλη τα δικά της..
''μη  την ραβδίσετε συντρόφοι μου
για τον σκληρόν..τον άπρεπον
τούτον τον στοχασμόν της..
τι γρήγορα που επέρασεν το ρίγος!
μικρό κουρέλι γκρίζο που εσέρνονταν ..
λογίζονταν στα μάτια της
πρεμάτισμα στον αργαλειό
στο Ανοιξιάτικο το χράμι της
το υφάδι  με σοφία να τελέψει''..
Ο εραστής - ανέραστος
της προδοσίας αγαπητικός..
των αργυρίων θιασώτης..

 ''ΔΕΝ ΕΣΑΡΚΩΘΗ ΕΙς ΤΑ ΧΕΙΛΗ '' - Σοφίας Θεοδοσιάδη.
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,