12 Δεκεμβρίου 2016

⫷ με τα χέρια γεμάτα αστέρια..⫸ - Διήγημα - Σοφίας Θεοδοσιάδη..



Περπατούσε σκυφτός..παγωμένος..με βήμα αργό..είχαν αποκάμει τα πόδια καθώς κι η ψυχή..με τα χέρια στις τσέπες χωμένα βαθειά. Ζεσταμένος είχε βγει απ' του καφενείου του μικρού του χωριού..που στη μέση η ξυλόσομπα ζέσταινε όλη τη σάλα.. Λιγοστά..καπνιστά μεζεδάκια επάνω εκεί..στη γωνιά του παλιού σιδερένιου ταβλά..κι οι ανθρώποι κι αυτοί λιγοστοί..
 
Μαζεμένοι στις εστίες τους κάθε βράδυ νωρίς..να προσμένουνε όλοι μαζί.. συνηθίζονταν πάντα και κάθε χρονιά..για τη Γέννηση να 'ναι προσδοκούντες εκεί..να στολίζουν..να παραμονεύουν να 'ρθει..να μπει..μες στο σπίτι το βρέφος το νέο..και μαζί του να φέρει ..να κρατά..το χαμόγελο που είχε απ' τον κόσμο σβηστεί..τη συμπόνια που τριγύρω εχάθη.. Την προσμέναν με κρυμμένη βαθιά τη χαρά.. στα ροδουλά απ' το κρύο τα μάγουλα αυτού του μωρού..την ευσπλαχνία ...την αγάπη..την αγκαλιά να τη νιώσουν ξανά..

Περπατούσε..και κρύωνε..λες και είχε κακιώσει ο καιρός..η βροχή και το χιόνι στροβιλίζονταν γύρω απ' το  τριμμένο απ' τους χρόνους παλτό..είχε βήμα ταχύ..στις καπνοδόχους ο καπνός σκορπούσε βαρειά μυρωδιά θλίψης έμοιαζε ετούτη η καπνιά στον δικό του αγέρα..Μα ένα φως.. εφωτίσθη το πρόσωπο με μιας ξαφνικά και τα μάτια σηκώνει ψηλά.Ξαστεριά..ο ουρανός..γεμάτος αστέρια..Τα ελιμπίσθηκε εκείνος ευθύς..δεν του άρεσε η κάμαρα που σε λίγο μια λάμπα μονάχα θα φώτιζε εμπρός του..Εσταμάτησε στη μέση του δρόμου και κλείνει τα μάτια με μιας..κι ένα σάκο στα χέρια κρατεί.. Θα χωρέσει ο σάκος αστέρια πολλά..θα γεμίσει με γρήγορη μάξωξη απ' το χέρι  που δε σταματά..Βγάζει ευθύς απ' τη μέση τη ζώνη με μιας..Θα τον δέσει το σάκο καλά..θα τον φτάσει στην κάμαρα εκείνη..όχι απόψε δε θάναι με μια λάμπα αχνή μοναχά..Θα σκορπίσει τα αστέρια της νύχτας αυτής τα λαμπρά..Θα στολίσει ένα δέντρο μονάχα κλαρί..Δεν τον νοιάζει αν είν' έλατο..πεύκο ή δρυς..ένα δέντρο θα στήσει εκεί στη δική του γωνιά..θα σκορπίσει τα αστέρια επάνω..

Μοναχός θα καθίσει ..θα ανάψει φωτιά..λιγοστά και τα ξύλα που εμάζωξε απ' τις άκρες εκεί στα περβάζια των δρόμων..Δεν είναι ''άστεγος'' ετούτος ο άνθρωπος εδώ..μα όλοι λέν' ''άκληρος'' .είν' από χρόνια..Δεν νογάω να εξηγήσω τη λέξη αυτή..Λεξικά έχω ανοίξει πολλά ως τα τώρα..Εξηγήσεις μου δίνουν σαφείς..μα εγώ να ταυτοποιήσω αδυνατώ για άλλη μια φορά..την σπουδαία την έννοια αυτή..που σε βάζει μέσα ή έξω απ' το γίγνεσθαι γύρω..Για επιλογή κανείς για τον άνθρωπο αυτό δεν μιλά..Για ατυχία κανείς δε μιλά.. Για το περιθώριο που γρήγορα κινείται κανείς δε μιλά.. Σάμπως ξέρουν οι πολλοί οι ανθρώποι για τη νέα τη ''γέννα'' αυτή και πολλά..?
 
Τα Χριστούγεννα λένε έρχονται πάλι ξανά και ξανά ..και ετοιμασίες ..λαμπιόνια..χιλιάδες λαμπιόνια.. τρέχουν να αγοράσουν πολλά..να βρεθούνε στο κλίμα ..στο φως.. οι ανθρώποι..Να φυτέψουν και πάλι ..για άλλη μια φορά..την ελπίδα στην άδεια ψυχή..Κυνηγώντας ελπίδα ..χαμένοι για το φως..λησμονιά ας μην έλθει στο νου μας..Εκεί έξω..δίπλα ..και τόσο κοντά..ένας Στράτος..ένας Αλέκος..μια Χρυσάνθη..περιμένουνε αστέρια χαμόγελου πάλι..Δεν κοστίζουνε τα χαμόγελα πολλά..κάτι ''κέρματα''απλά..ευσπλαχνίας ..αγάπης ..αλληλεγύης ψυχής και καρδιάς..αληθινά..

Και ο Στράτος.. που δηλώνουν ''άκληρος'' πως είναι πια..μαζεμένος εκεί στου φτωχικού τη γωνιά..τα κοιτά μαγεμένος τα αστέρια που σκόρπισε γύρω...Γεμισμένα ποτήρια κεριά..πλημμυρίζουνε φως το δωμάτιο..μια γλυκειά προσευχή σαν ευχή απ' τα χείλη ανεβαίνει ψηλά..στο μικρούλη το βρέφος εναποθέτει την ελπίδα ξανά..Αχ!Χριστέ μου να γινόταν να λυτρώσεις τον κόσμο απ' την εσωτερική του μοναξιά..να γινόταν να γεμίσεις της ψυχής την παγωνιά για άλλη μια φορά..όλος ο κόσμος μια αγκαλιά πάλι..ξανά.
Είν' το βλέμμα του ασάλευτο πια..έτσι βρήκαν το Στράτο το πρωί στο χωριό..με τα χέρια γεμάτα αστέρια !!!Ετοιμασίες είχε για τα αστέρια - λαμπιόνια πολλές..για μια ''γέννα'' εκαρτέραε επίσης κι αυτός..με ένα ''σάκο αστέρια στο βλέμμα''..είχε φέξει η μέρα..το όνειρο επληρώθη ξανά..στης Βηθλεέμ ταξιδεύει.. στ' αστέρια..

 ⫷ με τα χέρια γεμάτα αστέρια..⫸ - Διήγημα - Σοφίας Θεοδοσιάδη..
.............................................................................................................

11 Δεκεμβρίου 2016

και καθώς προσπαθούσα..''έφευγα'' - της Σοφίας Θεοδοσιάδη.

Και καθώς προσπαθούσα να ανακαλύψω τι ήταν αυτό που σε πήγαινε μακριά μου..ανακάλυπτα πως κάθε μέρα και περισσότερο ήμουν εγώ αυτή που έφευγα..Ήταν εκείνη η αόρατη αίσθηση της ερημιάς που φύτευες μέσα μου..μέρα τη μέρα ..λεπτό το λεπτό .. καθώς η υπόσχεση της παρουσίας σου ήταν μια τεράστια.. απέραντη ..ολοστρόγγυλη απουσία..Ήταν η απουσία της ψυχής σου.. που δεν έμαθες ποτέ..για να  την καταθέτεις ..έψαχνες να τη δίνεις εκεί..που το κορμί σου απολάμβανε απλά..λίγα..μηδαμινά ..καθημερινά..μα σίγουρα..αυτό ήταν που σε κατέτρωγε ..το ''σίγουρα''..Είχε χαθεί από τη λίστα σου η λέξη έρωτας..είχε χαθεί η λέξη αγάπη..είχαν πάρει τη θέση τους η λέξη επιβίωση..η λέξη βόλεμα..κι εκεί κοντά χάθηκε η λέξη ''συνύπαρξη'' κι ήρθε στη θέση της η λέξη ερημιά ..

Κι έμεινε η προσπάθεια μετέωρη στις πλάτες του ενός..δεν είχε η προσπάθεια ''συνύπαρξη'' κι αυτή.. ήτανε σκλάβα και αυτή.. της μη αποστασιοποίησης του αληθινού εαυτού σου..Είναι ο εγωισμός.. που σου ζητά τροφή..τροφή χορταστική για να του δώσεις..Μα η ''τροφή'' που του 'δωσες είναι βαριά..έχει ''αχώνευτα'' σκληρά μπαχαρικά..δεν είναι ευκολο το στομάχι να χωνέψει..Είναι η χρόνια ωραιοποίηση του εαυτού..του εαυτού σου που ενδόμυχα με εδέσματα ημιτασιόν έμαθες για να τον ταϊζεις..Και ψάχνεις γύρω και απανταχού..τον δύστυχο και ταλαιπωρημένο..τον αχάϊδευτο εαυτό σου να ακουμπήσεις..




Ο έρωτας της ζωής σου σε βρίσκει όπως και να 'σαι..χωρίς υποκρισίες..φτιασιδώματα..χωρίς κουβέντες υπερφίαλες..χωρίς γοβάκια και παλάτια και χρυσά.. έρχεται μπρος σου ..απρόσμενα και σου παρουσιάζεται..σε αρπάζει και σε παρασύρει σαν κύμα θάλασσας  σε αφρισμένο ωκεανό..Δεν βάζει καταστατικά..δεν ξέρει από ημερομηνίες λήξης και προγράμματα..δεν κρύβεται πίσω από ανίερα σεντόνια και κουρτίνες ξεσκισμένες παραθύρων σάπιων και τζακιών κατεστραμμένων..

Ο έρωτας είναι ''τολμηρός''..αλλιώς παύει να είναι έρωτας..είναι..
είναι συμφέρον ..συναίσθημα ποταπό..ο έρως θέλει διεκδίκηση σαν είναι αληθινός..Ποτέ δεν λογαριάζει τι πήρε και τι έδωσε..δεν του ταιριάζει ο απολογισμός αυτός..Κι όσοι σε υπολογισμούς..και σε οργανογράμματα σταθήκανε..προδώσανε τον έρωτα από ''χέρι''.. Τώρα στέκεσαι μπρος στα ''ερείπια''..που αναζητούσες μες στα ''μπάζα'' για να βρεις..για να ικανοποιείς καθημερινά..το αχόρταγο εγώ σου...Φτήνια συναισθημάτων μα και σκέψεων.. ασήμαντα τα ''κέρματα'' ανταμοιβής.. που κουβαλάς στις τσέπες.. 
.''Φεύγοντας'' από κάθε μια συνάντηση..ποτέ δε μένεις πια ο ίδιος..

Κείμενο - Σοφία Θεοδοσιάδη.
..............................................................................................................
...............................................................................................................

10 Δεκεμβρίου 2016

Στιγμές..- της Σοφίας Θεοδοσιάδη.

Περπατώντας μόνη σε νοτισμένες όχθες..σε ποτάμια..ή σε λίμνες...και σε βρεγμένες ακτές...πρωινού..που ο ήλιος τολμάει να βγαίνει...Μεγάλες οι διαδρομές..μα αλήθεια πόσο λίγες οι στιγμές που τυπωθήκανε στο νου μας !!! Λες και είναι αναμνηστικά.. αναμνηστικά ζωής.. που ''αγοράσαμε'' σε μια αγορά..σε ένα ταξίδι μας εκεί..όμορφα φυλαγμένα..Και   μουσικές..μουσικές της αγαπημένης μου Καραϊνδρου..μουσικές από το Χατζιδάκι..δικές μου..φορεμένες κατάσαρκα στιγμές- στιγμές..αυτές.. εγώ και το τιμόνι μου και η ταχύτητα αντάμα..Η ελευθερία στη διαπασών..και οι στιγμές σε πρόσθεση..το άθροισμα να δίνει ευτυχία.. απ' το χέρι πάντα με κρατούν.. και με πηγαίνουνε ακόμα...με ''ταξιδεύουνε''..και μου μαθαίνουνε τη στράτα..ταξίδι αυτό χωρίς προορισμό..Τα μουσικά ταξίδια μου λατρεύω....μέσα στη μικρή ''σχεδία'' μου..αφημένη...στιγμές μονάχα σαν ξεκλέβω..στιγμές πολύτιμες..και ακριβές πολύ.. 
γιατί οι στιγμές μου οι γαλήνιες μάθανε πια να δραπετεύουνε.. φοβήθηκαν..το κρύο των ψυχρών ρευμάτων των καιρών..των χρόνων.. που πια δεν μου υπόσχονται όπως παλιά..τα νιάτα δραπετεύσαν..η φλόγα γίνηκε πιο χαμηλή..οι σπίθες λιγοστεύουν............?

Μα ...τώρα που η καρδιά εγλύκανε και ξέρει πια τι θέλει ..τι μπορεί...και τι ζητά..πως να το αγκαλιάσει..τώρα οι στιγμές φοβήθηκαν εκείνη τη μεγάλη χαρακιά ...ανάμεσα στα μάτια και το μέτωπο..Κοιτώ με βλέμμα πάντα ''αναχωρητή'' και με ψυχή και με καρδιά ανοιχτή..με βουλιμία προσπαθώ..στιγμές..πολλές στιγμές..σαν τους χυμούς να τις ''ρουφήξω''..Είναι όμορφο να σταματάς..εκείνο το αδυσώπητο ρολόγι μας του χρόνου..Να το νικάς..να το αφήνεις στα αζήτητα..την ώρα μοναχός να υπολογίζεις..Μα πως να γυρίσω και το χρόνο πίσω μόνη δε μπορώ...Έχω μονάχα δυο μικρά κουπιά..έχασα το συνεπιβάτη της μικρής μου της σχεδίας...Σήμερα εξεθάρρεψα και ανοίχτηκα  πάλι μονάχη μες στης λίμνης μου τα ατάραχα νερά..Με παρέσυραν οι γλυκές οι νότες που έφταναν απρόσμενα στ' αυτιά μου..απ' το μικρό σπιτάκι εκεί στην άκρη της λίμνης που πάντα ονειρεύομουν να έχω και να αράξω..Απογεύματα μου χάρισε το όνειρό μου αυτό..εκεί στη μύτη της λίμνης και στο ένωμα με τη στεριά..καθώς μου κράταγες το χέρι..

Κι ύστερα το όνειρο χάθηκε..έμεινε μισό..όπως μισά μένουν τα γλυκά τα όνειρα...σαν κάποιος να θέλει να απλώσει δίχτυ προστατευτικό.. για να μην τα φθείρει ο χρόνος που περνά...να μη χαθεί η ομίχλη που τα σκέπασε..για να τα ''προστατεύει'' ....ναι..ναι για να τα προστατεύει..Στιγμές...στιγμές γλυκές.. γραμμένες με μελάνι σταγμένο απ' της ψυχής βαθιά τα φύλλα.. 

Στιγμές...που ήρθαν.. και μας χάϊδεψαν.. σταθήκανε μπροστά μας..''κουτάκια'' ταχτοποιημένα όμορφα μες στα συρτάρια του μυαλού..στιγμές που ήρθανε ..μας κοίταξαν..μας έγνεψαν...μας πλησιάσανε ''επικίνδυνα''.. για να μας κλέψουν εθελήσανε..λόγια καλά κρυμμένα..ντροπαλά ...λόγια που ασφυχτιούσανε..θέλανε να ακουμπήσουν τα αυτιά..αυτιά αγαπημένου τους...που δεν ετόλμαγαν..φοβόντουσαν .φοβόντουσαν..μη και χαλάσουν τις στιγμές ..μη και   κομματιαστούνε..Στιγμές που πέρασαν..που ''ζωγραφίστηκαν'' βαθιά..μελάνι είχαν διακριτικό..χωρίς τα λόγια τα μεγάλα..μα τα αγγίγματα..τις πράξεις..μα ακόμα πιο γλυκές.. γοητευτικές..εκείνες οι απρόσμενες..που περιμένουνε..να μας αιφνιδιάσουν..Είναι το αναπάντεχο..εκείνων των στιγμών..που μας ξαναγεννά...

Κείμενο - Σοφία Θεοδοσιάδη.
..............................................................................................................


Eleni Karaindrou - Waltz By The River 

..............................................................................................................

9 Δεκεμβρίου 2016

Ταξίδευε τη ''σκούνα'' της μέσα στο Καταχείμωνο..- της Σοφίας Θεοδοσιάδη.

Kαθότανε από μικρή εκεί σε μια γωνιά..πάντα πολύ της άρεσε ο Χειμώνας να διαβάζει..Σκοτείνιαζε γρήγορα πολύ και στο χωριό..και οι δρόμοι ερήμωναν από το σούρουπο νωρίς.. νωρίς..καθώς τα φώτα εις τους δρόμους ήταν λιγοστά.. Είχε το πάθος του αγνού..του αθώου..του μικρού παιδιού..του ανυποψίαστου αναγνώστη..που ''ερούφαγε'' με λαιμαργία τα τεκταινόμενα ..τις διδαχές..που απλώνονταν σαν ένας κόσμος άγνωρος..μαγευτικός..μια θάλασσα απέραντη..αταξίδευτη ..που η σκούνα της με ολόλευκα πανιά..έπρεπε όλη να τη διασχίσει..

Έμπαινε μες στη σκούνα της και εχάνονταν..άφηνε τον αγέρα να την οδηγεί και να την ταξιδεύει..Λιμάνια ..κόλπους..έδενε σε κάβους πότε υπήνεμους κι άλλοτε με φουρτούνα ..φουσκοθαλασσιές ..τσουνάμια και με κύματα γαλήνια την όμορφη ακτή της να τη βρέχουν..ήρωες αγνοί..ωραίοι και απόλυτοι..σχεδόν ιδανικοί..ψεγάδι δεν τους έβρισκες επάνω τους να ράψεις..δεν το 'ξερε ..δεν το φαντάζουνταν..τόσο μικρή που ήτανε..πως ένας κόσμος άλλος..ο ιδανικός είναι και πρέπει στα βιβλία..Έτσι έπρεπε..έτσι συνηθίζονταν..δεν κάνει εκατάλαβε χρόνια αργότερα  αμέσως απ' τα πρώτα βήματα ..την ασχήμια να τη δίνεις στα παιδιά..





Γλυκά - γλυκά να τους τη λες..όμορφα να τη δίνεις..μη και τρομάξουνε από νωρίς και ευθύς το βάλουνε στα πόδια..είναι άσχημο να χτίζεις τις ψυχές από νωρίς με αλήθειες που πολλές φορές..ξεριζώνουνε τα δέντρα τα μικρά ..που είναι τα παιδιά..και να βλαστήσουν δεν τα αφήνεις..Σιγά- σιγά..έτσι σαν τσίμπημα μιας μέλισσας στο μάγουλο..που φέρνει έναν ερεθισμό..έτσι να τους τη δίνεις την ασχήμια.. 

Γιατί..ύστερα έτσι κι αλλιώς θα έρθει η ίδια η ζωή..όταν θα βγεί μες στο αλώνι του ''τρελλού χορού'' που είναι η ζωή και εκεί θα τα ''χορέψει'' και τα δύσκολα..θα βγάλει τα παπούτσια της ..και σαν τη μέρα της γιορτής του Άη- Γιάννη του Λαμπαδιάρη..θα τις ''πηδήξει'' τις φωτιές..εκεί στη μέση της πλατείας του χωριού..και όλοι θα κοιτούνε τη μικρή..που πλέον εμεγάλωσε κι αντέχει και ξυπόλητη για να πατεί τα κάρβουνα..να μη φοβάται ούτε τις φλόγες ..ούτε και  τις φωτιές..και ούτε και την κατάγυμνη  και την πικρή αλήθεια..

Της άρεσε..πολύ της άρεσε κι όταν μεγάλωνε..να κάθεται τα Χειμωνιάτικα τα βράδια δίπλα στην εστία της φωτιάς..εκεί δίπλα στο τζάκι του σπιτιού..και να διαβάζει σιωπηλά και να ξαναγεννά τους ''πεθαμένους'' ήρωες ..που τους ετουφεκίσανε..οι άγριοι και σκληροί οι δράκοι της ζωής..Δεν άντεχε να τους κοιτά να κείτονται μπροστά της καταγής..νεκροί..να μην μπορούν μια λέξη να της πουν..αληθινή..ίσως ιδανική..λέξη χωρίς ψεγάδι..έκλεινε πότε- πότε και τα μάτια της και τους ανάσταινε..ήταν ανάγκη εσωτερική ολόδική της πια αυτή..για να μπορεί μαζί μ' αυτούς τους ήρωες κι αυτή να αναστηθεί..να ανορθωθεί..Όχι δεν της ταίριαζαν καθόλου οι αποχαιρετισμοί και τα μνημόσυνα τόσων σημαντικών ηρώων..Πως να τους ''θάψει'' ..δεν ετόλμαγε..και πως χωρίς την αύρα τους..αύρα μοναδική..δύναμη σαν τον άνεμο που όλα τα ανατρέπει.. ετούτη την πεζή που της τρατάρανε ζωή..να έρθει να την αντέξει..

Ήτανε αδιόρθωτη η μικρή..επέμενε ακόμα που' φυγε από το μισοφωτισμένο της χωριό..ακόμα τώρα που οι δρόμοι εφωτίστηκαν ολονυχτίς ..βιβλία με ήρωες ανεπανάληπτους..να θέλει να αγοράζει..Ούτε ποτέ της πως την ένοιαξε..αν διάβαζε βιβλία που παντού διαλαλούσανε πως είναι της μοδός..είν' καινοτόμα λέει και έχουνε μια απαξίωση στα παλιά τα κλασσικά και τα ξεπερασμένα..Εκείνη εσυνέχιζε μες στα καλά ..τα λογοτεχνικά της αναγνώσματα τα κλασσικά..και τα μοντέρνα με καλή γραφή και καθαρό μυαλό..να ψάχνει επίμονα τους ήρωες..που θα την κάνουνε περήφανη..και θα της λένε πως αξίζει για να συνεχίσει..Πάντα από μικρή της άρεσε να κρύβει την απογοήτευση..που οι ήρωες οι αψεγιάδιαστοι έφερναν τον ερεθισμό..στο αγνό το πρόσωπό της..




Τους έδινε συγχώρεση..γιατί ήτανε και φορές..που νόμιζε πως ήτανε αυτή που έκανε εκείνο το ψεγάδι..να φαντάζει τόσο δυνατό στα παιδικά της μάτια..Είναι που εταυτίζονταν με τους ήρωες..μα πως αλλιώς να γίνει..Οι ήρωες είναι βγαλμένοι απ' τη ζωή..και έχουνε ψεγάδια..όπως όλα τα εκατομμύρια οι άνθρωποι που ζούνε στον πλανήτη μας και πάνω εις τη γη..

Απόψε πάλι παρασύρθηκε η μικρή.. που ξύπνησε από νωρίς το σούρουπο η ''ηρωίδα'' της..τώρα πια καθισμένη με την κουβερτούλα δίπλα στο καλοριφέρ..και προσπαθεί να ζωντανέψει ξεχασμένα είδωλα..που εφοβήθηκαν το κρύο και τα λόγια των καιρών..και κρύφτηκαν βαθιά μες στις φωλιές τους ..δύναμη να αντλήσουνε ξανά..από τα παλιά τους κατορθώματα.. να γίνουν πάλι ''ήρωες'' στα μάτια των πολλών... 

Κείμενο - Σοφία Θεοδοσιάδη
............................................................................................................ 

8 Δεκεμβρίου 2016

Μοιραίοι ..τραγικοί..οι μυθομανείς - Της Σοφίας Θεοδοσιάδη.

Μας μαθαίνουνε από μικρά παιδιά..πως στη ζωή δεν είναι δυνατόν να ζήσουμε ουσιαστικά..αν δεν εμπιστευόμαστε τους ανθρώπους.. Έρχεται ακόμα αργότερα και το σχολειό..και τις ίδιες θεωρίες αναπτύσσει..Και ναι..είναι αδύνατον να ζήσει κάποιος με τον εαυτό του μοναχά..κι ας λένε συχνά πολλοί και διάφοροι για κατανάλωση..πως ο καλύτερος ο φίλος μας είναι ο εαυτός μας.Μα έρχονται κάποιες στιγμές..που οι θεωρίες μας αυτές..αιώνων θεωρίες..που τώρα τείνουν να ξεφτίσουνε..όλα τα ανατρέπουν.. Γιατί εκεί έξω υπάρχουν και οι μυθομανείς..που καιροφυλαχτούν ..κι ό,τι ωραίο ορέγονται παντί τω τρόπω βάζουνε στόχο να το οικειοποιηθούν..και από την ομορφιά λίγη να κλέψουν..την προσοχή για να τραβήξουν...

Υπάρχουν πληγωμένοι άνθρωποι ..με τραύματα ανεξίτηλα παιδικά..που συσσωρεύονται καθώς περνούν τα χρόνια..Η αγωνία που εμάζεψαν από παιδιά..καθώς επροσπαθούσαν να αποδείξουν αυτό που οι άλλοι ονειρεύονταν γι αυτούς..η επιβράβευση που συνεχώς επιζητούσαν και δεν έρχονταν συχνά..τους έκανε να κατρακυλούν σε μονοπάτια ψέμματος..να φαίνονται ..να δείχνονται..να 'χουν τα βλέμματα επάνω τους στραμμένα..Κι όταν δεν το πετύχαιναν..ασφυχτιούσαν..χάλαγε η ψυχική ισορροπία τους και βγαίναν απ' τον ίδιο τους τον ανυπόφορο γι αυτούς τον εαυτό..Μεγάλωσαν και τίποτα δεν άλλαξε..κι ακόμα τραύματα και πληγές να κλείσουν προσπαθούν.. Πνίγονται μες στο ρούχο που φορούν..γιατί θαρρούν πως είναι λίγο για αυτούς..και πως δεν τους ταιριάζει..κι αναζητούν να βγούνε απ' αυτό..Είναι όμως δύσκολο..γιατί το θολωμένο τους μυαλό δεν τους αφήνει να πετάξουν.Άλλο ο μύθος που πλάθουμε..και άλλη η πραγματική ζωή..

Κι έρχεται εκείνη η στιγμή..που όσο κι αν βρέθηκαν ψηλά..πάντα εντός τους νιώθουν μια χαμέρπεια..και προσπαθούνε λίγη ''δόξα''από ανθρώπους που νομίζουν λαμπερούς να κλέψουν και να την φορέσουν..Χρίζονται και αυτοχρίζονται αξιώματα υψηλά..γίνονται σύμβουλοι του αέρα του κοπανιστού πολλές φορές..να λένε πως αξίζουν τάχα και πως είναι..Τα ξέρουν όλα..για όποιον κι αν τους μιλήσεις και τους πεις..λένε πως ήταν φίλοι..Χτίζουνε αγάπες κι έρωτες φανταστικούς..πουλούν παλάτια κι ας μην έχουνε να φάνε..Το κίνητρό τους δεν είναι υστερόβουλο ή κερδοσκοπικό..μα μια έντονη εσωτερική ανάγκη.Τη ζούνε τη φανταστική τους τη ζωή..και όλα αυτά με ένα τέλος τραγικό σαν πέσει το σκοτάδι και νυχτώσει και βρεθούν..στη γύμνια της αλήθειας τους και της ψυχής τους..Τότε ξανά βυθίζονται στης μοναξιάς τους το σκοτάδι.

Γιατί είναι ωραία τα παλάτια και της φαντασίας τα αρχοντικά..μα το σκληρό τους στρώμα της φτωχής της κάμαρας την πραγματικότητα μπροστά τους την απλώνει..Χάνουν την εμπιστοσύνη στο εγώ τους  λένε οι ψυχολόγοι..και να αποδείξουν μονίμως προσπαθούν πως είναι κάποιοι άλλοι..Δεν είναι επικίνδυνοι..είναι ασθενείς και ευάλωτοι και χρήζουν υποστήριξης..ιατρικής μα και βοήθειας και στήριξης από τους γύρω τους ανθρώπους..

Και αν στο δρόμο σας βρεθούν...οχι μη δείξετε θυμό..μόνο αγάπη δώστε τους..Γιατί κάποτε.. αν ήταν στο χωριό τους λέγανε τρελλούς..μα είναι χρόνια τώρα πια πολιτισμένα και η ιατρική προχώρησε.. και θεραπεύει τους μυθομανείς..Γιατί είναι λυπηρή και τραγική η κατάσταση να βλέπεις άτομα αξιόλογα να ζούνε μες στο ψέμμα..Σε κάποιο βιβλίο ψυχολογίας διάβαζα και έλεγε ο Ρόμπερτ Φέλντμαν πως οι άνθρωποι αυτοί έχουν χαμένη αυτοεκτίμηση και χρήζουν βοηθείας..Ίσως την εποχή ετούτη τη σημερινή..και μέσα εις τα μέσα της δικτύωσης ..να είναι ευκολότερο να υποτροπιάσουν και οι ασθενείς αυτοί..καθώς κρύβονται πίσω από την ανωνυμία τους και μέσα απ' τον παραμυθένιο κόσμο που δημιουργούν στη φαντασία τους.. αισθάνονται καλύτερα..κρύβοντας τη μοναχικότητά τους..και επιχειρούν συχνά να προβληθούν..
Κείμενο - Σοφία Θεοδοσιάδη..
.............................................................................................................

6 Δεκεμβρίου 2016

''Χαμένοι'' μες στο πλήθος - της Σοφίας Θεοδοσιάδη.




Χαμένοι μες στο πλήθος..καλούμαστε να περπατήσουμε..να πορευτούμε..να σκεφτούμε ατομικά μα και συνολικά..πότε κοιτώντας χαμηλά στις λίμνες ψάχνοντας..μες στα θολά νερά..και άλλοτε τα όνειρα κοιτώντας στα χαμένα μας φεγγάρια.. Και το ψέμμα απλωμένο παντού..στο σπίτι μας..στο μέσα μας..στα γύρω μας..Και υποσχέσεις..υποσχέσεις από παντού..Γέμισε η ατμόσφαιρα και ο αγέρας από ''θα''..Μα το ''θα'' το εσπείρανε κάποια φορά.. κι εκείνο δεν εφύτρωσε..γιατί ήταν ''σπόρος''.. χαλασμένος.. δε φύτρωσε.. ποτέ και σε κανένανε αγρό..σε άντρες και γυναίκες..εραστές και ερωμένες..συζύγους και πολιτευτές.. πρωθυπουργούς και άρχοντες τρανούς..ακόμα και σε βασιλιάδες.. 

Βολεψάκηδες..φαταούλες..ερπετά που σέρνονται στη γη οι ανθρώποι ώρες - ώρες και ''εκκωφαντικά'' απροκάλυπτα .. για μιας θυρίδας το χρυσό κλειδί..Και να κοιτούν από ''ψηλά''.. βλέμμα να ρίχνουνε τριγύρω..σαν να 'ναι οι άνθρωποι μιας χρήσεως.. σαν το σαπούνι που ξεπλένεις και πετάς..σαν να 'ναι τσίχλα που ξεθύμανε η γλύκα της και καταγής τη φτύνεις.. Γρήγορος και  τρεχαλητός καιρός.. καιρός της ελαφρότητας..και του φαστ- φουντ..της μιας ημέρας έρωτες..και κλάμματα που μια βραδιά κρατάνε.  

Παράξενοι οι άνθρωποι..έτσι θαρρώ πως ήταν πάντα..απλά οι εποχές ήταν αλλιώτικες..και η υποκρισία και το φαίνεσθαι.. γινόταν ''καθώς πρέπει''..Εχτίζαν την εικόνα τους οι άνθρωποι.. πάνω σε άλλα ''χώματα'' σαθρά..που ούτε εκείνα είχαν λίπασμα γερό..για την αγάπη.. να φυτρώσει..Τώρα εσείς θα αναρωτιέστε τι με έπιασε και άρχισα πάλι κι απόψε να μονολογώ..Μα πάντα της όλης μέρας τη συσσώρευση..το γέμισμα του σακουλιού..πρέπει από τα σκουπίδια να τα ξεδιαλύνω..Πόσο υποκριτές γίνονται οι άνθρωποι ..όταν θελήσουνε να μπουν σε κήπους.. που ποτέ δε γνώρισαν ..κι ούτε ποτέ τους θα μπορέσουνε απ' αυτούς λούλουδα για να  κόψουν !!! Τι κρίμα αλήθεια κι άδικο..όταν το ''φαίνεσθαι υπερτερεί του είναι'' !!!

Το θέλουνε..το επιθυμούν..άλλωστε ποιός ''τυφλός'' έλεγε η νόνα μου η σοφή..δεν ήθελε το φως του και τα μάτια ? Μα είναι τόσο μεγάλος ο ''φιλοτομαρισμός'' που μετατρέπει δυστυχώς  σε ''μαριονέτες'' τους ανθρώπους..Κι έτσι πάντα εκείνοι τριγυρνούν στης λίμνης τα θολά νερά..ψαρεύοντας ψάρια του γλυκού νερού..μα ..δυστυχώς πριν κοιμηθούν..εκείνα δεν τους φτάνουν.. γιατί είναι ιδιαιτέρως ''άνοστα'' και ο ουρανίσκος τους τα ''φτύνει''...Χαμένοι πάντα μες στο πλήθος τριγυρνούν .. νομίζοντας πως ζουν..μα έχουν πεθάνει από καιρό..ίσως γιατί ποτέ τους δεν απόχτησαν συναίσθημα..ίσως γιατί ποτέ δεν εγεννήθηκε και μέσα τους ..ένα αθώο και μικρό παιδί..που μεγαλώνοντας χρόνια μετά..να τους καθοδηγεί και να 'ναι ο οδηγός τους...

Κείμενο - Σοφία Θεοδοσιάδη..
..............................................................................................................

4 Δεκεμβρίου 2016

μα στο καινούριο ''παραμύθι'' μας τα χρήματα ήταν λιγοστά..- της Σοφίας Θεοδοσιάδη.

Ήταν λέει μια φορά κι έναν καιρό το κοριτσάκι με τα σπίρτα..Χριστούγεννα περίμενε αποβραδίς..και εκαθότανε στο αγιάζι εκεί..στην άκρια του δρόμου..Μα αυτό ήταν στο παραμύθι μια φορά..κι έναν καιρό πιο πριν..Μα τώρα είναι πάλι ένας καιρός..που η τεχνολογία προχώρησε..και φύγαμε από τη ζεστασιά που προέρχονταν από ένα κουτάκι σπίρτα..Έτσι φωνάζαν οι ντελάληδες και οι ''πραματευτάδες''κι όλη η πόλη άκουγε έτρεχε να αγοράσει..σόμπες να αγοράσει με ηλεκτρισμό..καλοριφέρ με αέριο..και πετρελαίου σόμπες..

Μα στο καινούριο ''παραμύθι'' μας τα χρήματα του αγοραστή ήταν λιγοστά..και κάθησε σε μια γωνιά..για να σκεφτεί..λύση να βρει..για να αγοράσει λίγη ζέστη..έμπαζε από παντού το αντίσκηνο..ήταν κομμένο και το ρεύμα..όσο για το αέριο..η Εταιρεία δεν περίμενε ..για ούτε μια μέρα..κατέβαζε την κάνουλα..και άφηνε το κρύο να τρυπώσει..Κι έτσι το κοριτσάκι με τα σπίρτα ..που πέθανε εδώ και χρόνια τώρα πια..έγινε άλλο κοριτσάκι και αγοράκι..που το εστήσανε στον ''τοίχο''μιας αυλής..και του εβάλανε λαμπιόνια μες στα μάτια..

Κι εκείνο εθαμπώθηκε..εθόλωσε..έτρεξε τα λαμπιόνια για να πιάσει..Και κάηκαν τα μάτια του από το φως..και γίναν δάκρυα καυτά..και εκυλάγανε σαν φωτάκια αναμμένα...Τα είδε ο ''φωτογράφος'' καθώς διάβαινε από κει..μέσα στης νύχτας το σκοτάδι..και έτρεξε από περιέργεια να δει..και να φωτογραφήσει το φαινόμενο..πως γίνεται λαμπιόνια να τρέχουνε..μέσα από τα μάτια των παιδιών.. Στάθηκε.. κοντοστάθηκε  και αποτύπωσε ..με τη φωτογραφική του μηχανή..το θέαμα μη χάσει..Την άλλη μέρα σαν ξημέρωσε.. εξαναπέρασε..τώρα ήταν μέρα και με το φως..όλα είχαν πλέον ξεδιαλύνει..Ναι..τώρα έβλεπε καθαρά..δεν ήτανε λαμπιόνια αυτά που ελαμπύριζαν..μα τα δάκρυα των παιδιών..που μετατρέπονταν σε ελπίδας φώτα και λαμπιόνια φωτεινά..και που παγώσανε στα μάτια από το κρύο..

Πάντα τα παραμύθια είναι όμορφα..μοιάζουν ρομαντικά..ακόμα κι αν μιλούν για δράκους και κακές..και άπονες νεράιδες..ακόμα και αν έχουνε στο τέλος τους ένα νεκρό..όπως εδώ..που βρήκαν το πρωί ξεπαγιασμένο στην άκρια του δρόμου..εκεί σε μια γωνιά.. το κοριτσάκι με τα σπίρτα..που θα μπορούσε να 'ναι και αγοράκι ξυπόλητο σε έναν καταυλισμό..σε έναν κόσμο που εγέμισε λαμπιόνια τις βιτρίνες... θα μένει το ερώτημα στα χείλη παγωμένο : Όμορφος κόσμος - Ηθικός - Αγγελικά πλασμένος ?

Κείμενο - Σοφία Θεοδοσιάδη.
.............................................................................................................