4 Νοεμβρίου 2015

Ονειροπόλες και Απόλυτες Γυναίκες......

Σου φαίνονται ευάλωτες και αδύναμες οι ονειροπόλες οι γυναίκες της ζωής....
Ευαίσθητες δηλώνουνε και είναι εμπρός στον έρωτα,μπροστά τους σαν τον αντικρύσουν.....
  Και να παραδοθούν αποφασίζουν γρήγορα...μη το όνειρο τελειώσει...και γρήγορα ένα πρω'ι'νό στη δίνη της πραγματικότητας βρεθούν παραδομένες...
Του παραδίνονται του Έρωτα απόλυτα ,τίποτα για καβάτζα δεν κρατάνε.....
Ποτέ τους δεν ζητούν εχέγγυα...ούτε και να τις χρησιμοποιήσουν λογαριάζουν.....
Δεν έμαθαν...δεν υπολόγισαν....με τους λογαριασμούς τους μαθηματικούς ο Έρωτας αυτών των γυναικών...παρτίδες δεν ήξερε να ανοίγει....
Μες στα λιμάνια τα άγνωρα πάντα βγαίνουν...με μια ψαρόβαρκα...τα κύματα αυτές τα αψηφούν....
Κι εσύ στέκεις αγέρωχα εκεί....και γεύεσαι και χαίρεσαι ...την τόση την αγάπη τους , που απλόχερα προσφέρουν....
Να την γευτείς ...να την χαρείς...κι όταν θα βαρεθείς...τους χυμούς της να ρουφάς...και τα άνθια να κλαδεύεις...θα τις προδώσεις σίγουρα και τότε θα καταλάβεις, πως αυτές οι γυναίκες οι ευαίσθητες, που την ψυχή τους εσκορπίσαν...ευάλωτες ποτέ τους δεν υπήρξαν....
Δεν γίνεσαι ευάλωτος κι αδύναμος αν στα δίχτυα που απλώνονται μπροστά σου του ΄Ερωτα δεχτείς εσύ και να μπλεχτείς.....
Αδύναμος και ευάλωτος είν' ο εγκλωβισμένος μέσα στο φόβο της καρδιάς που αρνείται να πετάξει...αδύναμος και ευάλωτος είν' αυτός ...τη σιγουριά που ψάχνει.....
Δε σου μιλώ εγώ για δύναμη , που την ισχύ σε λάθος δρόμους κατευθύνει....
Σου μιλώ για δύναμη ψυχής  ,που έμαθε να δίνει....
Μην τις πλήγώσεις τις '''ευάλωτες''' ...γιατί ο θόρυβος και η δύναμη που κρύβουν στην ψυχή...κρότος βαρύγδουπος στ' αυτιά σου θα ακουστεί...ερμητικά την πόρτα ...πίσω τους σαν κλείσουν.....
Ευάλωτες σου έμοιαζαν κι αδύναμες γυναίκες...που στον Έρωτα θυσίες δυνατές προσφέραν στο βωμό του....
Είναι αυτές οι απόλυτες....που στα μάτια σου ίσως και να φανούν σκληρές και ανελέητες...όταν θα σου ζητήσουν ...την κατάθεση της αγνής τους της ψυχής, στο βούρκο μην πετάξεις.....
Θάναι το κρίμα όλο δικό σου πια ...σαν αντικρύσεις τα συντρίμμια εμπρός σου.....
Μην διανοηθείς ποτέ ,το όνειρο εσύ αυτών των γυναικών....κομμάτια να το κάνεις......
Θέλει την προσοχή σου ο Έρωτας και χρόνο στις ευαίσθητες ψυχές να δίνεις....
Σοφία Θεοδοσιάδη.
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

2 Νοεμβρίου 2015

Πρόσφυγες - Μετανάστες......

Αναρωτήθηκα : να μείνω εδώ της προσφυγιάς το δρόμο εγώ να μη διαλέξω ...να μην τον πάρω... και να φύγω...εκεί στο άγνωστο κυνηγημένος ...και χαμένος στου αγνώστου τα νερά....
Κι αν μείνω εδώ,στα πατρογονικά μου χώματα,τάχα θα ζήσω ή το χαμό κι άλλων δικών μου θα αντικρύσω...ή και θα σκοτωθώ ?
Εχάθηκαν τα αδέλφια μου....τον τάφο του κορμιού και της ψυχής τους...εγώ ποτέ μου δεν αντίκρυσα ...δεν είδα....
   Νεκροταφείο των ψυχών δικών τους ,των πεθαμένων μα και των ζωντανών εναπομεινόντων....η γη μου η πατρική....
  Να φύγω ?
Πάλι πως να το μπορώ...το σπίτι ,την αυλή  και το πηγάδι ,που με πότισε εγώ να στερηθώ ?
Κατάρα αυτή μεγάλη ο πόλεμος,το μακελειό ψυχών ,που προσφύγους καθημερινά γεννά ,χωρίς ποτέ να λογαριάζει,ανθρώπους ξεριζώνει και σκορπά....από τη ζεστασιά του τόπου τους...που όνειρα και υποσχέσεις τους είχε τάξει...
 Και μες στις άγνωστες τις πόλεις πια χαμένος...να σε κοιτούν χιλιάδες μάτια...εξεταστικά....πότε με χλευασμό και πότε με συμπόνοια...
Μα εσύ αυτά δεν τα ζήτησες...δεν τάλπιζες μπροστά σου να τα βρεις και να τα πάθεις...
Ήθελα νάξερα στ'αλήθεια εγώ...αν δικαιοσύνη θα αποδοθεί ποτές στον κόσμο τούτο...
Κι αν ο Θεός εν' δίκαιος που κάποιοι ισχυρίζονται και λένε...είναι λοιπόν?..πως θάθελα κι άλλη ζωή να υπάρχει...και δικαιοσύνη εκεί να μοιραστεί...
Δεν γίνεται ατιμώρητοι...αυτοί που τις ψυχές διακινούν και καταστρέφουν...σε μια δεύτερη ζωή...ατιμώρητοι να μείνουν...
άνθρωποι δεν λογίζονται αυτοί....και μη θαρρείς...πως άγνωστοι σου είναι...
Ανάμεσά μας βρίσκονται αυτοί ...οι καταστροφείς ψυχών...σε ξεγελούν...με χίλια δυο τερτίπια...
Αγγελικό πολλές φορές έχουν το πρόσωπο...μα μες στο βούρκο είναι λασπωμένοι...
Για τα λεφτά και μοναχά...στο διάβολο τις ψυχές τους ....έχουν παραδομένες...
Μη σε ξενίζει ο λόγος μου...γιατί και οι πρόσφυγες και οι μετανάστες...κυνηγημένοι είναι...
Σήμερα μούρχονται στο νου...τα λόγια των Μεταναστών των πατριωτών μου εκεί στη Σουηδία...
Κάθε που μια γέννηση θυμούνται οι αρχές....και κάποιου ποιητή...κηρύσσουν τη μέρα αυτή ποιητική...και κάποια ποιήματα προσπαθούν να θυμηθούνε...
Μα η ποίηση δεν είναι αυτή καθεαυτή...στιχάκια για εδέσματα ...προς τέρψιν των ανυποψίαστων αναγνωστών...μα βίωμα ζωής να γίνονται καθημερινά...σαν θές τον ποιητή που εστοχάσθη ...και την ψυχή δεν ντράπηκε να ξεσκεπάσει...
Σαν σήμερα λοιπόν γεννήθηκε...ο Ελύτης ο σπουδαίος... και δεν στέκομαι εγώ στις γεννήσεις και στους θάνατους...μα σε αυτό.. που στην πράξη και στο νου ο καθείς... αφήνει πίσω του...
Πολλά τα ποιήματα ...άπειρες και οι σκέψεις του αυτές...
Βραβεία του εδώσανε και ένα μονάχα θα σας πω...πως οι Μετανάστες που πουθενά στον κόσμο δεν τιμήθηκαν...όπως και τους πρέπει,,,αν πρόσφεραν...και προχώρησαν...και στη μιζέρια τους δεν μείναν...έχουν καρδιά και σ' αυτούς απευθύνθηκε ο Ελύτης...τη μέρα εκείνη..
Που μαζεμένοι εζητωκραύγαζαν ...πως κι αυτή από μια πατρίδα λαμπερή στα μάτια τους εξεκινήσαν...πριν κατατρεγμένοι...εκεί στα μακρινά βρεθούν....
Ήταν η μέρα που το Nobel εκεί στη Σουηδία του απενεμήθη...
Σοφία Θεοδοσιάδη.

 
Αγαπητοί φίλοι,
Ξέρω, μαντεύω, ότι πολλοί από σας περίμεναν άλλα πράγματα από μένα.
Τους ζητώ συγγνώμη που δεν θα τους ικανοποιήσω. Αν είχα το ταλέντο του ομιλητή, του δάσκαλου, του ηγέτη, θα είχα ίσως αφιερωθεί στην πολιτική. Τώρα δεν είμαι παρά ένας γραφιάς που πιστεύει σε ορισμένα πράγματα, κι αυτά τα πράγματα θέλει να τα γνωρίσει και στους άλλους, να τα βγάλει από μέσα του, να το κάνει έργο.
Εμένα μου έλαχε ν΄ αγαπήσω τον τόπο μου όπως τον αγαπάτε κι εσείς. Να τι είναι που μας ενώνει απόψε όλους εδώ πέρα. Η αγάπη μας για την Ελλάδα. Βέβαια, υπάρχουν πολλοί τρόποι ν΄ αγαπά ένας λαός τη χώρα του. Αλλά για τον ποιητή, πιστεύω, υπάρχει μόνον ένας: ν΄ ανήκει σ΄ ολόκληρο το λαό του. Πάνω από τις διαιρέσεις και τις διχόνοιες, ο ποιητής να στέκει και ν΄  αγαπά όλον τον λαό του, ν΄  ανήκει το ξαναλέω, σ΄ όλο τον λαό του. Δε γίνεται αλλιώς. Η πατρίδα είναι μία. Ο καθένας στον τομέα του ας έρθει κι ας κάνει κάτι, όπως αυτό το νομίζει καλύτερα.
Όμως ο πνευματικός άνθρωπος βλέπει το σύνολο. Θέλω ή πιστεύω πως ίσως κι ο ξενιτεμένος, το ίδιο.
Για μας η Ελλάδα είναι αυτές οι στεριές οι καμένες στον ήλιο κι αυτά τα γαλάζια πέλαγα με τους αφρούς των κυμάτων. Είναι οι μελαχρινές ή καστανόξανθες κοπέλες, είναι τ΄ άσπρα σπιτάκια τ΄ ασβεστωμένα και τα ταβερνάκια και τα τραγούδια τις νύχτες με το φεγγάρι πλάι στην ακροθαλασσιά ή κάτω από κάποιο πλατάνι. Είναι οι πατεράδες μας κι οι παππούδες μας με το τουφέκι στο χέρι, αυτοί που λευτερώσανε την πατρίδα μας και πιο πίσω, πιο παλιά, όλοι μας οι πρόγονοι που κι αυτοί ένα μονάχα είχανε στο νου τους -όπως κι εμείς σήμερα : τον αγώνα για τη λευτεριά.
Είπε ένας Γάλλος ποιητής, ο Ρεμπώ, πως η πράξη για τον ποιητή είναι ο λόγος του. Κι είχε δίκιο. Αυτό έκανε ο Σολωμός, που για να γράψει το αθάνατο ποίημά του "Ελεύθεροι Πολιορκημένοι", έσωσε και παρέδωσε στη φυλετική μας μνήμη το Μεσολόγγι και τους αγώνες του. Αυτό έκαναν ο Παλαμάς, ο Σικελιανός, ο Σεφέρης.
Οδυσσέας Ελύτης
Στα φτωχά μου μέτρα  το ίδιο πάσχισα να κάνω κι εγώ. Πάσχισα να κλείσω μέσα στην ψυχή μου, την ψυχή όλου του ελληνικού λαού. Να δω πόσο μοιάζανε όλοι οι αγώνες του, από την αρχαία εποχή ίσαμε σήμερα, για το δίκιο και για τη λευτεριά. Κι αυτό θα κάνω όσα χρόνια μου δώσει ο Θεός να ζήσω. Αυτή είναι η πράξη μου. Και το γεγονός ότι έφτασαν να την αναγνωρίσουν οι ξένοι, είναι μια νίκη. Όχι δική μου νίκη. Δική σας. Γι΄αυτό σας ευχαριστώ. Κι αν μου το συγχωρείτε να σας δώσω μια γνώμη -ακούστε την: όσο καλά κι αν ζείτε σ΄ αυτή τη φιλόξενη, την ευγενική χώρα, όσο κι αν νιώθετε καλά και στεριώνετε, και κάνετε οικογένεια -μην ξεχνάτε την πατρίδα μας, και προ παντός, τη γλώσσα μας. Πρέπει να ΄σαστε περήφανοι, να ΄μαστε όλοι περήφανοι, εμείς και τα παιδιά μας για τη γλώσσα μας.
Είμαστε οι μόνοι σ΄ ολόκληρη την Ευρώπη που έχουμε το προνόμιο να λέμε τον ουρανό "ουρανό" και τη θάλασσα "θάλασσα" όπως την έλεγαν ο Όμηρος και ο Πλάτωνας πριν δυόμισι χιλιάδες χρόνια. Δεν είναι λίγο αυτό. Η γλώσσα δεν είναι μόνον ένα μέσο επικοινωνίας. Κουβαλάει την ψυχή του λαού μας κι όλη του την ιστορία και όλη του την ευγένεια. Χαίρομαι κι αυτή τη στιγμή που σας μιλάω σ΄ αυτή τη γλώσσα και σας χαιρετώ, σας αποχαιρετώ μάλλον αφού η στιγμή έφθασε να φύγω.
Όμως ένα κομμάτι της ψυχής μου σας το αφήνω μαζί μ΄ ένα μεγάλο ευχαριστώ που με ακούσατε. Μακάρι να μπορούσε να σας μείνει, να το κρατήσετε, σαν ένα μικρό φιλαχτό από την πατρίδα."
                                                                                                    ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,
Έτσι μ' αρέσει να τιμώ και τους μεγάλους ποιητές...πέρα από τα ποιήματα που τα λατρεύω...
Με τα λόγια και τις απόψεις τους για τον άνθρωπο...αυτά περισσότερο από όλα τα μετρώ.... 
Θα απορείτε τώρα εσείς...πως το συνδύασα και για τους πρόσφυγες ...τους μετανάστες και τον Ελύτη σας μιλώ...
Ευθύς αμέσως την απορία σας θα λύσω...
Όταν θαλασσοπνίγονται έξω εκεί...αυτοί οι άνθρωποι...που σε άλλους φαντάζουν μειάσματα...πάντα στο νου σου θάχεις.......πως από μια πατρίδα αυτοί ξεκίνησαν...και πως τη δική τους ποίηση και την κουλτούρα τους μαζί τους κουβαλούν...την όποια...έστω εσύ κι αν νόμισες πως εσένα η κουλτούρα αυτή δε σου ταιριάζει....
ΑΝΘΡΩΠΟΙ...είναι αυτοί και ποτέ μην το ξεχνάς....

Αφιερωμένο στους απανταχού της Γης αδικημένους...πρόσφυγες και μετανάστες...που άλλοι το αποφάσισαν γι αυτούς...σαν νάναι ο κόσμος μια σκακιέρα και πιόνια τους οι ανθρώποι....
Σοφία Θεοδοσιάδη.
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,


                                       Κάτω στης Μαργαρίτας τ' αλωνάκι- Μαρία Δημητριάδη.
                                       Ποίηση Οδυσσέα Ελύτη - Ηρώδειο 1988  -  Νίκος Ανδρουλάκης.                
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

29 Οκτωβρίου 2015

Η Αληθινή Αξία του Δαχτυλιδιού.....

Υπάρχει μια παλιά ιστορία για ένα παιδί,
που πήγε να ζητήσει τη βοήθεια ενός σοφού:
“Ήρθα, δάσκαλε, γιατί νοιώθω τόσο ασήμαντος,
που δεν έχω όρεξη να κάνω τίποτα.
Μου λένε ότι δεν αξίζω τίποτα, ότι δεν κάνω τίποτα σωστά,
ότι είμαι αδέξιος και χαζός. Πως μπορώ να βελτιωθώ;
Τι μπορώ να κάνω για να με εκτιμήσουν περισσότερο;”
…….
Ο δάσκαλος, χωρίς να τον κοιτάξει, του είπε:
……
“Πόσο λυπάμαι, αγόρι μου.
Δεν μπορώ να σε βοηθήσω γιατί πρώτα πρέπει να λύσω ένα δικό μου πρόβλημα. Μετά, ίσως..” και ύστερα από μια παύση συνέχισε :
“Αν θέλεις να με βοηθήσεις εσύ, μπορεί να λύσω γρήγορα το πρόβλημά μου και μετά να μπορέσω να σε βοηθήσω.”
…..
“Ε…μετά χαράς, δάσκαλε” είπε διστακτικά ο νεαρός, νοιώθοντας ότι τον υποτιμούσαν για άλλη μια φορά και μετέθεταν τις ανάγκες του.
…….
“Ωραία” συνέχισε ο δάσκαλος.
Έβγαλε το δαχτυλίδι που φορούσε στο αριστερό του χέρι και το έδωσε στο αγόρι, λέγοντας :
”Πάρε το άλογο που είναι εκεί έξω και τρέξε στην αγορά. Πρέπει να πουλήσω αυτό το δαχτυλίδι για να πληρώσω ένα χρέος. Είναι ανάγκη να πάρεις όσο περισσότερα χρήματα μπορείς για αυτό. Και με κανέναν τρόπο μη δεχτείς λιγότερα από ένα χρυσό φλουρί. Πήγαινε και έλα με το χρυσό φλουρί όσο πιο γρήγορα μπορείς.”
……
Ο νεαρός πήρε το δαχτυλίδι κι έφυγε. Μόλις έφτασε στην αγορά άρχισε να προσφέρει το δαχτυλίδι στους εμπόρους που το κοίταζαν με κάποιο ενδιαφέρον, ώσπου ο νεαρός έλεγε τι ζητούσε γι’ αυτό.
……..
Όταν το παιδί έλεγε “ένα χρυσό φλουρί” άλλοι γελούσαν, άλλοι του γύριζαν τις πλάτες και μόνο ένας γέροντας φάνηκε αρκετά ευγενικός για να μπει στον κόπο να του εξηγήσει ότι ένα χρυσό φλουρί ήταν πάρα πολύ για ένα δαχτυλίδι. Θέλοντας να βοηθήσει, ένας του πρόσφερε ένα ασημένιο νόμισμα κι ένα μπακιρένιο τάσι, όμως, ο νεαρός είχε οδηγίες να μη δεχτεί λιγότερα από ένα χρυσό φλουρί,
κι έτσι απέρριψε την προσφορά.
……..
Αφού προσπάθησε να πουλήσει το κόσμημα σε όποιον συνάντησε στο δρόμο του στην αγορά – και σίγουρα θα ήταν πάνω από εκατό άτομα – , παραδέχτηκε την αποτυχία του, καβάλησε το άλογο και γύρισε πίσω.
…….
Πόσο θα ήθελε ο νεαρός να είχε ένα χρυσό φλουρί για να το δώσει στο δάσκαλο και να τον γλυτώσει από το πρόβλημά του. Έτσι, θα έπαιρνε κι αυτός τη συμβουλή και τη βοήθεια του δασκάλου.
……..
Μπήκε μέσα στην κάμαρη.
……..
“Δάσκαλε” είπε, “λυπάμαι. Είναι αδύνατο να τα καταφέρω. Ίσως να μπορούσα να πάρω δύο ή τρία ασημένια, όμως, νομίζω ότι δεν μπορώ να γελάσω κανέναν για την πραγματική αξία του δαχτυλιδιού.”
…….
“Αυτό που είπες είναι πολύ σημαντικό, νεαρέ μου φίλε” απάντησε χαμογελώντας ο δάσκαλος. “Πρέπει πρώτα να μάθουμε την αληθινή αξία του δαχτυλιδιού.
Καβάλησε πάλι το άλογο και πήγαινε στον κοσμηματοπώλη. Ποιος άλλος θα ξέρει καλύτερα; Πες του ότι θέλεις να το πουλήσεις και ρώτησέ τον πόσα μπορεί να πιάσει.
Ομως, μην του το πουλήσεις όσα κι αν σου προσφέρει.
Γύρισε πίσω με το δαχτυλίδι.”
…….
Ο νεαρός καβάλησε το άλογο κι έφυγε πάλι.
……..
Ο κοσμηματοπώλης εξέτασε το δαχτυλίδι στο φως του κεριού, το κοίταξε με το φακό, το ζύγισε και μετά είπε στο παιδί:
……..
“Πες στο δάσκαλο, αγόρι μου, ότι αν θέλει να το πουλήσει αμέσως, δεν μπορώ να του δώσω παραπάνω από πενήντα οχτώ χρυσά φλουριά για το δαχτυλίδι του.”
……..
“Πενήντα οχτώ χρυσά;” φώναξε το παιδί.
…….
“Ναι” απάντησε ο κοσμηματοπώλης.
“Βέβαια,, με λίγη υπομονή θα μπορούσαμε να βγάλουμε γύρω στα εβδομήντα χρυσά φλουριά, όμως, αν είναι επείγον…”
…….
Ο νεαρός έτρεξε συγκινημένος στο σπίτι του δασκάλου να του πει τα καθέκαστα.
…….
“Κάθισε” του είπε ο δάσκαλος αφού τον άκουσε.

Είσαι κι εσύ σαν αυτό το δαχτυλίδι.
‘Ενα πολύτιμο και μοναδικό κόσμημα.
Και σαν τέτοιο, πρέπει να σ΄εκτιμήσει ένας αληθινός ειδικός.
Γιατί στη ζωή σου γυρίζεις εδώ κι εκεί,
ζητώντας να εκτιμήσει ο καθένας την πραγματική σου αξία;
……..
Και μ’ αυτά τα λόγια,
έβαλε πάλι το δαχτυλίδι στο μικρό του δάχτυλο,
του αριστερού του χεριού. 

Χόρχε Μπουκάϊ

,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,
                                              

28 Οκτωβρίου 2015

Γλυκός ο Έρωτας Που Τις Καρδιές μας Σημαδεύει....



Έρωτας λέξη μαγική που τις καρδιές τις απαλοχα'ι'δεύει.....
Έρωτας που αγωνία περισσή αυτόν που σημαδεύει τον γεμίζει.....
Έρωτας το λευκό αυτό πουλί,στα χέρια σου εκάθισε,φοβάσαι να το σφίξεις,μην το τρομάξεις και πετάξει....
Έρωτας ,αγωνία  για το αύριο, μη λιώσει και χαθεί η στιγμή.......
Μια θλίψη διάχυτη στου ερωτευμένου την καρδιά, μη και η στιγμή η μαγική ,ξανά δεν επαναληφθεί.........
Γλυκά και μελαγχολικά,γεμάτα τρυφεράδα,τα λόγια αυτού του τραγουδιού,εξαιρετικά αφιερωμένα...
Σε όλους εσάς που ο έρωτας σας άγγιξε με τα απαλά του τα φτερά,έστω και μια φορά.....
Γλυκό τούτο το απόβραδο της μέρας τούτης νάναι εύχομαι και ερωτευμένους  να σας βρει....
( Σοφία Θεοδοσιάδη ) 
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

27 Οκτωβρίου 2015

Η Πατρίδα Που σε Κατοικεί...Εσένα Που το Θάνατο Περιφρόνησες....

Έμαθες πάντα γρήγορα να προσπερνάς...τα γεγονότα ...τους πολέμους και τις κατστάσεις...σαν νάναι ξένα προς εσέ και φορτικά...και εύκολα πάντα θέλεις να ακούς...ανόητες δυο φράσεις...να σου πετούν στα μούτρα σου μπροστά κι εσύ να τις διαβάζεις...
Μα η Ιστορία η αληθινή...αυτή για τις Πατρίδες...δεν γράφεται πάντα από τους Νικητές...αλλά απ' τους τολμούντες...και από τους '''ηττημμένους'''...
Έτσι έγινε και τούτη φορά...σαν εξεσηκωθήκαν...οι Μεγάλοι άρχοντες του Κόσμου αυτού...που ορέγονται Πατρίδες να μοιρασθούν και να μοιράσουν...
Μέσα σου πάντα πίστευες...σε μια Πατρίδα ελεύθερη...να δίνει τη Γη αυτή, που στη γενιά σου τη μικρή...γαλήνη να μοιράζει...
Κι ήρθαν μέρες πονηρές και δύσκολες εκεί στο 1940...παλληκαράκι εσύ 23 χρονών ...γεμάτο όνειρα και ελπίδες....
Τη λέξη ''πόλεμος '''δεν ήξερςες εσύ...στο καταπράσινο όλο μουριές χωριό σου...και μόνο στα βιβλία την εδιάβαζες...
Ήσουν ανέμελος εσύ...μαθαίνοντας τα γράμματα που εσύ επιθυμούσες...και το μετάξι τύλιγες...του όμορφου χωριού σου σε ανέμες...όμορφη απασχόληση αυτή ...που οι γονείς σου σου διδάξαν...
Μα η ζωή για σένανε άλλα τα σχέδια είχε....
Εξέσπασε ο Πόλεμος...και δύσκολες οι μέρες σου...όπως κι όλωνών  των νέων και των γέρων...
Εκράτησε χρόνους τέεσερεις ...και σου είπαν πως ετέλειωσε...
Έτσι καταχτημένος πια εσύ οΈλληνας , που στην Πατρίδα τα νιάτα σου επρόσφερες...δεν άντεχες την πίκρα της δικης σου Κατοχής και την Πείνα να αντέξεις...δεν μπορούσες....
Εθελοντές εζήτησαν...τον Αγώνα για να συνεχίσουν...
Ούτε στιγμή δεν δείλιασες  και πρώτος βγήκε στη γραμμή...εθελοντής στρατιώτης μάχιμος ...εκεί μακριά στη Μέση Ανατολή να φύγεις και να πολεμήσεις...
Τρελλάθηκε η μάνα σου...μοναχογιό σε είχε...μα εσύ την καθησύχασες και διόλου δεν εκάμφης...Γρήγορα ετοιμάστηκες και το ταξίδι αυτό το μακρινό...δε δίστασες να κάνεις...
Η φλόγα που σε έκαιγε δεν έσβησε εις τα βουνά της Αλβανίας που τόσο εκινδύνεψες... για στην καρδιά σου μέσα εκεί... δεν εκαταλάγιασε η δίψα της ελευθερίας...
Τα πράγματα δεν ήτανε απλά ...εσύ πολύ επεριπλανήθης...
Εφτά τα χρόνια σου μακριά...τα χρόνια αυτά τα σιωπηλά για τη μάνα σου...γραφές καθώς δεν λάμβανε και αν εσύ εζούσες...
Στα μαύρα ντύθηκε η κυρά ...η μάνα σου η δόλια...μαντάτα σαν δεν λάμβανε...ούτε ένα μήνυμα από εσέ...
Και πέρασαν τα χρόνια αυτά...μιας δύσκολης και επικύνδυνης πορείας...δύσκολης και επικίνδυνης όπως μας εδιηγήθης...
Ποια μάνα θα το άντεχε και πιο πατέρας δίσμοιρος να ακούει να διηγιέται...ο γυιός του ο μονάκριβος...να σκάνε οι οβίδες δίπλα του...και από τύχει να γλιτώνει...
Και σαν το δρόμο επήρες της επιστροφής...εκεί στο Ρίμινι...κάπου στην Ιταλία...ελπίδες άρχισες να τρέφεις πια εσύ...πως στην Πατρίδα πλησιάζεις...
Και ένα βράδυ ήσυχο ,γαλήνιο ...δίπλα σου μέσα στα πόδια σου έσκασε μια οβίδα...
Σαν γουρουνάκι μούπες έμοιαζε...και ω!!! η θεία τύχη....
Αυτή δε απασφάλισε κι εσύ έτσι εσώθης...να βλέπεις δίπλα σου και να κλαις...τα πόδια των συντρόφων σου...τριγύρω σκορπισμενα...που η μοίρα δεν τους επιφύλασσε την ίδια με εσέ την τύχη...
Και γύρισες τριάντα πια χρονώ...κι η μάνα σου τα μαύρα πέταξε και χόρευε στο δρόμο μέσα..
Νεκρός ήσουν κι αναστήθηκες γι αυτήν...γιατί εσύ κι Ανάσταση...τι θαρρείς πως είναι?
Και μου μιλάς τώρα για Πόλεμο εσύ που την Ιστορία καταγράφεις...
Να τη διδάξω με υποχρέωσες...και νάχω μες στη διδαχή Νικητές και Ηττημμένους...
Τίποτα δεν κατάλαβεςε από πόλεμο εσύ...
Θαρρείς εσύ πως πόλεμος ειναι οι Χρονολογίες και οι καταχτήσεις...?
Οικτρά σε εγελάσανε...
Πόλεμος είναι το ξεσπίτωμα ψυχής καρδιάς και σώματος...απ' το ζεστό σου σπιτικό...γιατί εσύ εσκέφθηκες Καταχτητή... τον Κόσμο τούτο να μοιράσεις...
Να τον μοιράσεις εκ του ασφαλούς...πίνοντας τον καφέ σου...στο γραφείο...χάρτες κοιτώντας Πόλεων που ορέγεσαι και πλούτια που σου γυάλισαν στην δική σου τη ζωή...να τα προσθέσεις...
Μα οι νέοι οι άνθρωποι εδώ...τα παληκάρια με ξεχωριστή καρδιά και φρόνημα και πάθος...
Τα αψήφησαν όλα αυτά..τα ανόητα που εσύ εσκέφτοσουν...και παραπέρα το μυαλό τους στείλαν...
Στα Ιδανικά εστάθηκαν εκεί..που το δικό σου το μυαλό...Καταχτητή μου εσύ δεν φτάνει..
όχι ποτέ μου δεν σε συγχωρώ...ούτε και τις ανοησίες σου θα τις διδάξω...όπως εσένα σε βόλευε και σήμερα ακόμα  σε βολεύει...
Η Ιστορία η αληθινή...χρυσές σελίδες γράφει...από παλληκάρια ασήμαντα για εσέ...μα τα σημαντικότερα διαμάντια κατ' εμε...σ'αυτή της Γης ...απ' το Θεό σταλμένα...
Για να μαθαίνεις τάστειλε ο Θεός αυτά τα παληκάρια..και νάρχονται συχνά πυκνά στον ύπνο σου Δυνάστη και ΚΑΤΑΧΤΗΤΉ...τον ύπνο σου να τον ταράζουν...
Αληθινή και γνήσια και ορίτζιναλ η Ιστορία μου αυτή...χρόνια κρυμμένη στην καρδιά και στο μυαλό μου είχα...
Αφιερωμένη σήμερα σε όλους αυτούς..που έταξαν και στη ζωή τους πάντοτε Φυλάγουν Θερμοπύλας...
Αφιερωμένο και στον Πατέρα μου...που ανάμεσα σ' αυτά τα παληκάρια ήταν...
Ακόμα μέσα μου θα κατοικεί η φωνή που με εδίδαξε...Πατρίδα τι σημαίνει...
Δεν στέκομαι λοιπόν στους φανφαρονισμούς...στα λάβαρα στους πύρινους και ψεύτικους πολλές φορές τους λόγους τους γραμμένους...
Σκύψιμο θέλει με σεβασμό η Ιστορία τούτη του Πολέμου του '40... 
Μνημόσυνα δεν τους έπρεπαν μοναχά...στα παληκάρια αυτά...μα ένα βαθύ χαιρετισμό στους ουρανούς κοιτώντας...
( Σοφία Θεοδοσιάδη ) 
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

 Η χώρα μας πλήρωσε το χειρότερο τίμημα:  στους 700.000 υπολογίζονται οι νεκροί από τον πόλεμο και την κατοχή, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις (το 4,5% του πληθυσμού, σύμφωνα με τα αισιόδοξα σενάρια, το…  10% του πληθυσμού σύμφωνα με τα απαισιόδοξα).
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,
 Ακόμα και ο Αδόλφος Χίτλερ παραδέχτηκε «Χάριν της ιστορικής αλήθειας οφείλω να διαπιστώσω ότι μόνο οι Έλληνες εξ όλων των αντιπάλων οι οποίοι με αντιμετώπισαν, πολέμησαν με παράτολμο θάρρος και υψίστης περιφρόνησης προς τον θάνατο…»
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

ΈΝΑ ΚΑΤΑΠΛΗΚΤΙΚΌ ΑΦΙΈΡΩΜΑ - ΎΜΝΟ ΣΤΟΥς ΠΕΣΌΝΤΕς...ΠΟΥ ΓΕΡΑΝΟΙ ΣΤΟΥς ΟΥΡΑΝΟΥς ΠΕΤΟΥΝ...ΚΑΙ ΜΑς ΚΟΙΤΟΥΝ ΑΠΟ ΨΗΛΑ...

                                                  ΟΙ  ΓΕΡΑΝΟΊ- ΔΗΜΗΤΡΗς ΚΑΣΣΑΡΗς 
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

Ο Ελύτης γράφει για το θάνατο του ποιητή Γ. Σαραντάρη στο Αλβανικό μέτωπο…


Ο Ελύτης γράφει για το θάνατο του ποιητή Γ. Σαραντάρη στο Αλβανικό μέτωπο…

«…Ήταν η πιο άδικη απώλεια. Θα προσπεράσω λοιπόν για να τις ξαναπιάσω, ίσως κάποτε κι αλλού, τις σκληρές μέρες της Αλβανίας. Όμως θέλω τη στιγμή αυτή, απροκάλυπτα, να καταγγείλω το επιστρατευτικό σύστημα που επικρατούσε την εποχή εκείνη και που, δεν ξέρω πως, κατάφερε να κρατήσει στα Γραφεία και στις Επιμελητείες όλο τα χοντρόπετσα θηρία των αθηναϊκών ζαχαροπλαστείων και να ξαποστείλει στην πρώτη γραμμή το πιο αγνό κι ανυπεράσπιστο πλάσμα. Έναν εύθραυστο διανοούμενο που μόλις στεκότανε στα πόδια του, που είχε όμως προφτάσει να κάνει τις πιο πρωτότυπες και γεμάτες από αγάπη σκέψεις για την Ελλάδα και το μέλλον της.
 Ήταν σχεδόν μια δολοφονία. Ο Γιώργος Σαραντάρης ήταν διπλωματούχος ιταλικού πανεπιστημίου- ο μόνος ίσως σε ολόκληρο το στράτευμα-, θα μπορούσε να ‘ναι περιζήτητος σε οποιαδήποτε από τις Υπηρεσίες που είχαν αναλάβει την αντικατασκοπεία, ή την ανάκριση των Ιταλών αιχμαλώτων. Αλλά όχι. Έπρεπε να φορτωθεί το γυλιό και τον οπλισμό των τριάντα οκάδων, για να χαθεί παραπατώντας μέσα στα χιονισμένα φαράγγια ένας ακόμη ποιητής, ένας ακόμη αθώος στο δρόμο του μαρτυρίου.
Φαίνεται ότι πέρασε φριχτές ώρες. Τα χοντρά μυωπικά του γυαλιά, που χωρίς αυτά δεν μπορούσε να κάνει βήμα, τα ‘χασε μέσα στην παραζάλη. Φώναζε «βοήθεια» στους άλλους φαντάρους, αυτός ο Χριστιανός φώναζε «αδέρφια», και τα «αδέρφια» τον κοροϊδεύανε, τα πιο αδίστακτα βαλθήκανε κιόλας να του κλέβουνε κουβέρτες, μάλλινα, οτιδήποτε χρήσιμο μπορούσε ο δόλιος να κουβαλεί.

Απόμεινε σαν το κατατρεγμένο πουλί μέσα στην παγωνιά. Χωρίς να βαρυγκομήσει. Χωρίς να ξεστομίσει ένα πικρό λόγο. Περήφανος, μ’ ένα σώμα ελάχιστο και μια μεγάλη ψυχή, που τον κράτησε όσο που να τραγουδήσει ακόμη λίγο: «εγώ που οδοιπόρησα με τους ποιμένες της Πρεμετής»- κι ύστερα ν’ ανεβεί Στους τόπους “που αναγγέλλουν τον ουρανό και συνομιλούν με τον ήλιο”…».

(Ο. Ελύτης, Ανοιχτά χαρτιά, Ίκαρος)..
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,
ΕΠΕΙΔΗ ο  πόλεμος δεν είν' γιορτές και παρελάσεις....
Είνα στιγμές που ο άνθρωπος θα αναμετρηθεί ,με το είναι του και το εγώ του.....θα δείξει αν κατάλαβε ...πόλεμος τι σημάινει....
ΣΚΛΗΡΟ και ανελέητο το πρόσωπο αυτών που τον απαφασίζουν,σκληραίνει και τον άνθρωπο στη δίνη του αν βρεθεί....
Εμάθαμε ευχάριστα ηρω'ι'σμούς να προβάλλουμε μοναχά εκεί μπροστά ...και με φανφαρονισμούς...τη νεολαία να τρέφουμε....
Μα ο πόλεμος είναι ΄΄αγριο Θεριό...ζωές που καταστρέφει.....
Διαβάστε φίλοι μου αν θέλετε γνώμη να σχηματίστε....
Σταθείτε πίσω από τη βιτρίνα που σας σέρβιραν......το σκοπό τους να πετύχουν.....

( Σοφία Θεοδοσιάδη )
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

 Σχόλιο από το φίλο Νικόλα...
Αδυσώπητο και αιμοβόρο κτήνος ο πόλεμος..που δεν υπάρχει νικητής και νικημένος όλοι χάνουν μαύρα φορούν οι μανάδες και απο εδώ και απο εκεί...Για να χοντραίνουν την κοιλιά τους οι πολεμοκάπηλοι..και κάποια αρπακτικά..να νέμονται εξουσία....... 
 Καλημέρα..Λατρεμένη μου..Σοφι..συγνώμη για τον σκληρό μου λόγο...
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

ΝΑΝΟΥΡΙΣΜΑ......

Φεγγάρι μου νανουριστή την μόσχο αναθρεμμένη
όνειρο βλέπει και γελά όνειρο και προσμένει 
Να 'ρθει η γιορτή του ερχομού του σμίξιμου η ώρα
με εκείνα τα απρόσμενα τα πλουμιστά τα δώρα

θα' ρθω φεγγάρι μου θα  'ρθω με άρπα στην αυλή σου
να τραγουδήσω τον ανθό να γιαίνω την πληγή σου
και κει ψηλά στου αη- Ηλιά το πρώτο πανηγύρι
θα τον χορέψω τον χορό δεν σου χαλώ χατίρι
μον πες της μέρας απαλά να αγγίξει τα μαλλιά της
για να προλάβω να χωθώ μέσα στην αγκαλιά της

βαθύς λυγμός τα ξένα μου..βαθύς και ο καημός μου
είναι πικρή η πένα μου και ο αναστεναγμός μου
μα εγώ τον ήλιο θα ντυθώ να πάω να  ανταμώσω.....
βοήθα φεγγάρι να χαρείς και γω θα σ ασημώσω

nikos davios 27/10/2015










προς Εμένα
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,