28 Οκτωβρίου 2017

'' πλανιέμαι ακόμα''.. Σοφία Θεοδοσιάδη.

Κοίτα τι σου είναι το μυαλό..
καταμεσίς στην πόλη την πολύβουη..κι
 εκείνο σε παρτέρια να πλανιέται..
Ήρθαν ξανά και με συνάντησαν τα χρώματα
απ' τ' Αη- Δημητριάτικα..
οι καμπάνες της εκκλησίτσας του μικρού χωριού..
ηχοβολούν σαν άλλοτε στ΄αυτιά μου..
Ψάλλουνε οι παπάδες στα μεγάφωνα..
λες κι είναι η προσευχή βοερή κραυγή..
λες κι είναι πανηγύρι..
Μες στο παιδικό μου το μυαλό..
φωνές πραματευτάδων..μικροφώνων 
και λεφούσι ανθρώπινο..
συνδυασμός γιορτής πανηγυριού..
έρχονται και με συναντούν απ' το πρωί..
εκεί στον κήπο της Φανής 
της μάνας μου της μερακλούς..
με τα πολλά χρυσάνθεμα..
τα χρυσαφιά τα κίτρινα..
που μου λεγε πως τα 'χει αγαπημένα..
τις θύμιζαν τον ήλιο που φωτάει..
τα προτιμούσε από τα χρώματα τα παρδαλά..
δεν της μιλάγανε εκείνα στην ψυχή της...
με μιας συνήλθα..ήμουν στο μετρό..
χαθήκαν τα παρτέρια..
μεγάλωσα..και επονηρεύτηκα..
δεν έχω και φουστάνι με σιρίτι..
εκείνο εκεί το κρεμεζί..στην ούγια τα λουλούδια..
πως να βρεθώ στο πανηγύρι και στην εκκλησιά..
χωρίς να βάλω τα καλά μου ?
Θα μου θυμώσει και ο άγιος πως δεν τονε τιμώ. 
Τι να σου κάνει και ο ''ταλαίπωρος'' ο άγιος..
ποιόν να πρωτοπορέψει? 
που έκανε τα πάντα για να ανυψωθεί..
μήπως και την ''αγιοσύνη'' να γευθεί..
μήπως και την ψυχή του σύρει στα ψηλά..
μήπως και στους ανθρώπους 
δώσει ένα παράδειγμα λαμπρό..
μήπως και το κεφάλι τους γεμίσει 
με σοφία και περίσκεψιν..
πως δεν θα χρειάζονταν ο οίκος του Κυρίου Του..
να γίνεις οίκος εμπορίου και πραματευτάδων..
μα τι να κάμουν και οι δύστυχοι οι χριστιανοί 
που στο όνομά του την πραμάτεια τους πωλούν..
τους συμπονάει..τους κατανοεί..
έχουν να θρέψουν τόσα στόματα..
και οι δουλειές χαθήκαν...
έχει μεγάλην κατανόησιν..
άνθρωπος ήτανε κι αυτός..
πριν μπει στη λίστα των αγίων..
έχει επίγνωσιν μεγάλη και σαφή..
για τα αρπαχτικά του ανθρωπίνου γένους..
πλανιέμαι ακόμα..της μνήμης ρουφηξιές....
άραγε να ανθίσαν τα χρυσάνθεμα..
στης μάνας το παρτέρι?

'' πλανιέμαι ακόμα'' - Σοφία Θεοδοσιάδη.
............................................................................................................

26 Οκτωβρίου 2017

# ήρωα σε βαφτίσανε # - (2)

μνημείο πεσόντων 1940 : ύψωμα ''ΑΝΝΙΤΣΑ''- Γρεβενά.
Eρχόσουν στις σελίδες μου και έστεκες..
μορφή αντρίκια..μέσα στις μορφές..
τις δυνατές..σα μάρμαρο λευκές..
 ψυχές εξαγνισμένες..
Άλλοι θα λένε' κορόϊδο πως επιάστηκες εις τη ζωή..
άλλοι θα λέν' πως ήσουνα ένας ονειροπόλος..
άλλοι θα πουν πως αεροβατούσες.
έκλεινες τα μάτια στην πραγματικότητα..
χίμαιρες πως επίστευες..και..τις εκυνηγούσες...
Δε θα σε καταλάβουνε ποτές..
της άλλης πάστας οι ανθρώποι..
Εσύ θα τους μιλάς για τη διαδρομή ως το τέλος της..
σαν ''συνομώτης'' της ελευθερίας της σκέψης τους..
κι εκείνοι..βολεψάκηδες..κρυψίνοοι..
μιας επιδερμικής ζωής θα μένουν γευσιγνώστες..
Θα σε ονομάσουνε οι λίγοι..οι εκλεκτοί του νου..
ήρωα θα σε λένε τα βιβλία..μα..
εσύ ένας απλός..και φλογερός..αληθινός..
άνθρωπος της ζωής αντάρτης ..
ήρωες δεν εκαταλάβαινες τι πάει να πει..
φορούσες πάντοτε τα πρωινά εις το ξεκίνημα..
το σακάκι που σου εταίριαζε..δε σε εστένευε..
σε γέμιζε ορμή...
Έτσι εβγήκες..επετάχτηκες..εθελοντής..
σαν τέλειωσε το μέτωπο..
εδήλωσες τον κόσμο να αλλάξεις...
Θυσίασες της νιότης σου..
επτά μου έλεγες ολάκερα τα χρόνια σου..
 ζούσες  παρέα με τις οβίδες..
που εσκάγανε ανεξέλεγκτα σιμά σου..
όμοια θαρρείς τρανές..σαν ''γουρουνάκια''..
Δεν είναι που δεν τις φοβήθηκες..μα
η ορμή για την πατρίδα σου..
τη μάνα σου..τα όσια τα ιερά..
ήτανε μεγαλύτερο θεριό μες στην καρδούλα σου..
εγρύλλιζε στα σωθικά τα βράδια..
Σ' έβγαζε στο κυνήγι το πρωί των μαγισσών..
που λέγονταν..είχαν το όνομα ''οχτροί''...
τον πόλεμο εμίσησες..θιασώτης μιας ελευθερίας..
το χάλασμα του κόσμου δεν το άντεχες..
Τώρα κρατώ στα χέρια μου..εκείνο το εξώφυλλο..
 από ένα φυλαγμένο περιοδικό..
μες στην κασέλα με τα αριστεία της ζωής..
τα αριστεία της ανδρείας σου στρατιώτη..
τη φωτογραφία που κιτρίνισε..
την επιστροφή σου από το μέτωπο..
κρατώ το βλέμμα το θλιμμένο σου..
σε μιας στιγμής ανύποπτης ..
τη στάμπα αυτή της νιότης σου..
που ήρωα σε βαφτίσανε..χωρίς να σε ρωτήσουν...

''ήρωα σε βαφτίσανε'' - Σοφία Θεοδοσιάδη.
.............................................................................................................

24 Οκτωβρίου 2017

'' διαβαίνοντας'' - της Σοφίας Θεοδοσιάδη.

Περαστική..αμίλητη διαβάτισσα..βουβή..
συχνά κοιτώντας τον κατάματα  τον ήλιο..
και τον ήλιο της ψυχής μου..
φοβόμουνα τις σκοτεινιές..τις αστραπές..
τις μέρες που άλλαζε ο καιρός και..
βρέχονταν ως το πετσί οι ώμοι μου..
κουλουριαζόμουνα στην τσέπη του πανωφοριού..
στου ονείρου την κρυψώνα..
περπάτησα ..διαβάτισσα ακούραστη.. 
σε δρόμους..λεωφόρους και στενά..
με βλέμμα αγροίκο κι ένα κλάμμα μου βουβό.. φευγάτη..τραγουδώντας τις νυχτιές..
Με σταύρωσαν οι άνθρωποι ..
γιατί θυμούνται ακόμα το σταυρό απ' το Χριστό..
ίσως ακάνθινα να φόρεσα..άθελά μου..
στεφάνια στα κεφάλια τους κι εγώ..
κι ήρθανε χρόνια ζόρικα..χάνονταν το χαμόγελο
ερχόνταν όμως οι έρωτες..γεμίζαν τη ζωή μου..
τραγούδια μου τρατάρανε βαθιά..γλυκά κι ερωτικά..
γεμίζανε τα αυτιά μου με τις νότες τους..
σβήνανε τα πεντάγραμμα εκειά τα θλιβερά..
Βρέθηκαν μες στα μονοπάτια μου..
εκεί..σαν άλλοι ''άτεγκτοι''.. κι οι δικαστές..
με τα φραγγέλια παραμάσχαλα..ως άλλοι ''σταυρωτήδες''..
 καθώς ανυποψίαστοι..αδοκίμαστοι να μένουνε..
 στα τραταρίσματα της ηδονής..
όμοιοι φονιάδες γεύσεων..της ίδιας τους ζωής...
Οϊμέ..τους ''κακορίζικους''..πόσο τους συμπονώ !!!

  ''διαβαίνοντας'' - Σοφία Θεοδοσιάδη 
...............................................................................................................

[Κ᾿ ΗΡΘΕ ΜΟΙΡΑΙΑ...] - Μαρία Πολυδούρη


Κ᾿ ἦρθε μοιραῖα τοῦ φθινοπώρου ἡ Ὥρα,
ἀνάμεσό μας στάθη σκυθρωπή,
μᾶς ἄφησε τ᾿ ἀνταλλαγμένα δῶρα
καὶ τὸ γιατί χωρὶς νὰ μᾶς τὸ πῆ


Μᾶς ἔρριξε στὸ δρόμο πρὸς τὴ χώρα
μὲ γρήγορο τὸ χέρι ὡς ἀστραπή.
Μαζὶ στὸν κόσμο μὰ μονάχοι τώρα,
μία μοναξιὰ σὰν τάφου σιωπή.


Μόνο ἔφτανε ὁ ἀχὸς τοῦ τραγουδιοῦ σου,
μία ἀνάστερη νυχτιὰ χωρὶς πνοή.
- Ἄχ, ποὖνε ἡ νύχτα ἐκείνη τοῦ παληοῦ σου

Τοῦ τραγουδιοῦ, μία προσμονὴ κρυμμένη;
Μ᾿ ἔφτανε ὁ ἀχός... Δὲ σώνεται ἡ ζωὴ
ὅταν τοῦ τάφου ἡ πόρτα εἶνε ἀνοιγμένη.



Μαρία Πολυδούρη - ''οι τρίλιες που σβήνουν''.
................................................................................................................

23 Οκτωβρίου 2017

“όνειρο” - Μαρία Πολυδούρη.

Δὲ μ᾿ ἔφτανε οὔτε κὰν ἀχὸς
μέσ᾿ στὴ ζωὴ ποὺ ζοῦσα.
Κ᾿ ἡ θύμηση λιγόθυμη
τῶν ὅσων ἀγαποῦσα.


Κ᾿ ἦρθε ἡ ματιά σου γελαστή
ἐαρινὴ ἐλπίδα
καὶ γιὰ τὰ ποὺ μοῦ λείψανε
μοῦ μίλησε μ᾿ ἐλπίδα.


Μὰ εἶνε οἱ χαρές μας φτερωτὲς
καὶ τὸ φθινόπωρο εἶνε
μέσα στὴν ἴδια μου φωνὴ
ποὺ σοῦ φωνάζει: μεῖνε.


Καὶ τῆς ματιᾶς σου ὁ γελαστὸς
ἥλιος θὰ βασιλέψη
καὶ τ᾿ ὄνειρο θὰ ξεχαστῆ
προτοῦ κὰν ἀληθέψη.


Μαρία Πολυδούρη
 “Οι τρίλλιες που σβήνουν” - 1926
..............................................................................................................

22 Οκτωβρίου 2017

'' άνθρωποι'' - Σοφία Θεοδοσιάδη.

Στης χαραυγής του ερχομού το συναπάντημα..
τη γέννα μου..απρόσμενα εκοιλοπόνεσες..
κάτω από ένα καραγάτσι..
ξωμάχος ήτανε η μάνα μου η λυγερή..
μιας χάρις..σαν το ξωτικό..επάλευε στη γης.. 
άνθρωπος νιόφερτος..μες στον μικρό τον κόσμο..
μιας ιστορίας το δικαίωμα να γράψω εδικαιούμουν
να αγαπήσω και ν' αγαπηθώ..
και μες σε τούτο το αλισβερίσι μου του παζαριού
του δούναι και λαβείν..
θέλησα?..ερήμην μου?..επιθυμία μου ήταν δυνατή..
άνωθεν..ως και κάθε νιόφερτου..
τους ανθρώπους να λαμπρύνω με την παρουσία μου..
κι απ' τη δική τους και εγώ να λαμπρυνθώ..
Τη μυρουδιά του ψέμματός τους  δεν αγάπησα..
ακόμα μου κυκλώνει την ψυχή..
σαν αεράκι απογευματινό Καλοκαιριού..
στου καύσωνα της υγρασίας τα μέρη..
Κάποιοι με λάτρεψαν πολύ..
όπως κι εγώ με πάθος..
άλλοι μ' αρνήθηκαν αναίτια θαρρώ..και
με πετάξαν έξω απ' τη ζωή τους..
σάμπως δεν έκανα το ίδιο και εγώ ?
ίσως αυτή η ''αποβολή''..μια τίμια
μια στάση να 'ναι της δικής μου της ζωής..
της άρνησης της μετατόπισης των ιδεών..
μιας άρνησης που μοιάζει με σκληράδα..
Ό,τι με άγγιξε..στέκει ολόρθο μέσα μου
αμετακίνητα ολοζώντανο θεριό..
παλεύει και νικά το αμετακίνητα νεκρό μου.. 
ζητά..αποζητά..την άδολη αγάπη της ψυχής..
ποτίζεται..βλασταίνει..αναγεννιέται.. 

 ''άνθρωποι'' - Σοφία Θεοδοσιάδη
...............................................................................................................

21 Οκτωβρίου 2017

Ο ΠΟΙΗΤΗΣ - Μαρία Πολυδούρη.

φωτογραφία : Lucien Glergue

Η Μαρία Πολυδούρη έγινε γνωστή κυρίως μέσα από την σχέση της με τον Κώστα Καρυωτάκη και από το γεγονός του «έκλυτου βίου» που διατείνονταν οι άνθρωποι της εποχής ότι ζούσε. Αυτό όμως λειτούργησε εις βάρος των ίδιων των ποιημάτων της, το περιεχόμενο των οποίων συχνά παραμερίστηκε προς χάριν των βιογραφικών εντυπώσεων. Ακόμη περισσότερο, για να εξυπηρετηθεί ο «μύθος» του μοναδικού έρωτα με τον Καρυωτάκη, παραμερίστηκαν και αποσιωπήθηκαν τα άλλα της ποιήματα..την οποία πολύ φυσιολογικά συγκίνησαν και άλλοι άντρες.

..................................................................................................................................................

 Ο ΠΟΙΗΤΗΣ

Του φθινοπώρου η πνοή περνάει
στα δέντρα που δεν τα φοβίζει
καταστροφή.

Ο ευκάλυπτος την κυβερνάει,
μιλούν σα φίλοι και λυγίζει
τη νέα κορφή.

Ο πεύκος άκουε μεθυσμένος
κάποιονε θρύλο που θρηνούσε
μεσ’ στα κλαδιά.


Θυμάται που συλλογισμένος
ο ερωτικός ποιητής περνούσε,
όλος καρδιά.

Tα μάτια του γέμιζε ο πόνος.
Στα σφραγισμένα χείλη ανθούσε
το χλωμό φως.

Ο ποιητής περνούσε μόνος.
Του τραγουδιού του ακόμη αχούσε
ο στεναγμός.

Μα τώρα σιώπησε η καρδιά του
και μόνον ο έρωτάς του μένει
και περπατεί.

Και όλοι μας λέμε είναι η σκια του
που τριγυρίζει - είναι η θλιμμένη
σκια του ποιητή.


......................................................................................................................................................................