Άνοιξα το ερμάρι το παλιό..
βρήκα ανάκατα απ' τα φυλαγμένα της ψυχής
τις σκόρπιες κόλλες μου τις κατακόκκινες
''γκοφρέ''..απ' της καρδιάς τα θέλω..
έκοψα..κόλλησα εζωγράφισα τις πεθυμιές..
να φτιάξω ένα χαρταετό..στους πόθους της παρόμοιο..
ανούσια τα σχήματα..φτηνά εκρέμονταν τα κρόσσια
χαρταετών..που επουλάγανε οι ''μικροπωλητές''
στις λεωφόρους..στα στενά..στα βρώμικα δρομάκια..
κι έπειτα τον αμόλησα και ανέβαινα..ανέβαινα..
πέρασα πόλεις και χωριά..
πέταξα πάνω από τις καμινάδες..
ανέβαινα μαζί με τον καπνό..
γινόμουνα κορμός του γκρίζου άϋλου
και εχανόμουνα μαζί με τα πουλιά..
όσο να αντέχει το σχοινί..που έδεσε η καρδιά μου..
να χαιρετήσει τα βουνά..θάλασσες να πετάξει..
να ξεκολλήσει από τη Γης..
βαρύτητα ..μαγνήτες να αγνοήσει..
μαγνήτες της καθήλωσης..τους νόμους ν' ανατρέψει..
κρόσσια άπειρα εκρέμασα πα στο σκοινί..
τα ζύγια να κρατούν γερά..μην καταγής και τσακιστεί..
ο χάρτινος..ευάλωτος αητός μου..
που αυτόχειρα εποίησα στο υπόγειο της ψυχής..
τα όνειρα πετάγματος ..ατσάκιστα να μείνουν..
λένε πως θα 'ρθει ανεμόβροχο..σύννεφα μαζευτήκαν..
σκιάζομαι..κρύβω την καλούμπα..το σχοινί..
μη τύχει και μουσκέψει..σωριαστεί..
λεπτές.. ευαίσθητες οι κόλλες μου..
τρέμω μην αναλοιώσουνε..ο αγέρας θα τις σκίσει..
πόσο πολύ ονειρεύτηκα ..ονειρεύομουν από μικρή..
μια μέρα πάντα να 'ναι ηλιόλουστη..
η Καθαρή Δευτέρα..να βγω..να μη φοβούμαι πια..
ένα παιχνίδισμα..μια ξεσινερισιά..
να κάμω με τον ήλιο..να τον φτάσω...
ανάκατες οι ευχές της μάνας μου..αμόλα και καλούμπα..
ανάκατες κι οι πεθυμιές..για εσένανε..
να εγίνοσουν η καλούμπα η γερή..
κι εγώ στοιχειό ανάλαφρο..που ύψη αψηφούσε..
άμποτε..θα ευοδωθούν..απάνω από τα κυπαρίσσια μας..
θα φτάσουνε στο μπόι του Θεού..?
''heart - αετός'' - της Ροδένιας
βρήκα ανάκατα απ' τα φυλαγμένα της ψυχής
τις σκόρπιες κόλλες μου τις κατακόκκινες
''γκοφρέ''..απ' της καρδιάς τα θέλω..
έκοψα..κόλλησα εζωγράφισα τις πεθυμιές..
να φτιάξω ένα χαρταετό..στους πόθους της παρόμοιο..
ανούσια τα σχήματα..φτηνά εκρέμονταν τα κρόσσια
χαρταετών..που επουλάγανε οι ''μικροπωλητές''
στις λεωφόρους..στα στενά..στα βρώμικα δρομάκια..
κι έπειτα τον αμόλησα και ανέβαινα..ανέβαινα..
πέρασα πόλεις και χωριά..
πέταξα πάνω από τις καμινάδες..
ανέβαινα μαζί με τον καπνό..
γινόμουνα κορμός του γκρίζου άϋλου
και εχανόμουνα μαζί με τα πουλιά..
όσο να αντέχει το σχοινί..που έδεσε η καρδιά μου..
να χαιρετήσει τα βουνά..θάλασσες να πετάξει..
να ξεκολλήσει από τη Γης..
βαρύτητα ..μαγνήτες να αγνοήσει..
μαγνήτες της καθήλωσης..τους νόμους ν' ανατρέψει..
κρόσσια άπειρα εκρέμασα πα στο σκοινί..
τα ζύγια να κρατούν γερά..μην καταγής και τσακιστεί..
ο χάρτινος..ευάλωτος αητός μου..
που αυτόχειρα εποίησα στο υπόγειο της ψυχής..
τα όνειρα πετάγματος ..ατσάκιστα να μείνουν..
λένε πως θα 'ρθει ανεμόβροχο..σύννεφα μαζευτήκαν..
σκιάζομαι..κρύβω την καλούμπα..το σχοινί..
μη τύχει και μουσκέψει..σωριαστεί..
λεπτές.. ευαίσθητες οι κόλλες μου..
τρέμω μην αναλοιώσουνε..ο αγέρας θα τις σκίσει..
πόσο πολύ ονειρεύτηκα ..ονειρεύομουν από μικρή..
μια μέρα πάντα να 'ναι ηλιόλουστη..
η Καθαρή Δευτέρα..να βγω..να μη φοβούμαι πια..
ένα παιχνίδισμα..μια ξεσινερισιά..
να κάμω με τον ήλιο..να τον φτάσω...
ανάκατες οι ευχές της μάνας μου..αμόλα και καλούμπα..
ανάκατες κι οι πεθυμιές..για εσένανε..
να εγίνοσουν η καλούμπα η γερή..
κι εγώ στοιχειό ανάλαφρο..που ύψη αψηφούσε..
άμποτε..θα ευοδωθούν..απάνω από τα κυπαρίσσια μας..
θα φτάσουνε στο μπόι του Θεού..?
''heart - αετός'' - της Ροδένιας
Δοκίμιον Λυρικόν - Σοφίας Θεοδοσιάδη
...........................................................................................................
...........................................................................................................
...........................................................................................................
...........................................................................................................