Να τα φυλάξω μου εμήναγες τα άνθια τα ανοιξιάτικα αυτά της πασχαλιάς...Τα φύλαξα και τα 'βαλα δίπλα στους λεπτοδείχτες.. του ρολογιού μου της καρδιάς τους χτύπους να μετράνε...Άδειο ήταν το δωμάτιο και έκαναν αντίλαλο του ρολογιού οι δείχτες.. Μετρούσανε αργά και βασανιστικά πάντα τον ερχομό σου...Μα οι πασχαλιές καθώς μαραίνονταν μου θύμιζαν..πως έρχονται μονάχα τα άνθια τους τα μοσχοβολητά.. μόνο τις Άνοιξες..κι ανθούνε..και τώρα εξεχάστηκες στα μακρινά πορτοπαράθυρα.. έρχεται ο Χειμώνας...Δεν είναι η εποχή που ανθίζουνε αυτές οι πασχαλιές.. κι αλλού.. σε άλλα άνθια πότισες βροχή ψιχαλιστή...σε άλλα άνθια τώρα σκόρπισες την ''ανοιξιάτικη'' δροσιά σου..
Μένω ώρες ακίνητη στους λεπτοδείχτες μου του ρολογιού...μετρώ τις ώρες...τις στιγμές..τα δευτερόλεπτα τα άδεια ..τα κενά.. Μοιράζομαι τις σκέψεις σου χωρίς να σε κοιτάζω...Μα αν τα μάτια είναι ο καθρέφτης της ψυχής...πως να καθρεφτιστώ μονάχη ? Σε τίνος μάτια να ακουμπήσω τη ματιά...να λάβω τα μηνύματα.. να ζωγραφίσω εικόνες ? Με τυραννούν οι λεπτοδείκτες μου βράδια πολλά καθώς ακούω τον ήχο τους του ρολογιού..οι ώρες σαν περνάνε...Χτυπάει κάθε μια ώρα εκεί το καμπανάκι μέσα στην ψυχή μου....Και τότε έρχονται οι μουσικές.. τον βασανιστικό τον χτύπο τους για μια στιγμή να σταματήσει..να διακόψει αυτό το μέτρημα του χρόνου του χαμένου.
Μέσα
χαμένη απ' τα βιολιά..και τις ''αγγελικές'' φωνές..τολμώ για να σε
ζωγραφίσω..ήρθες κι εστάθηκες μπροστά μου μες στο σύννεφο...μου γνέφεις
απόψε.. με κοιτάς..να ' ρθω να σου μιλήσω...Πως να φωνάξω ..τι
φωνή..ποιά λαλιά μου εγώ για σένα νε να χρησιμοποιήσω..Αν χρησιμοποιήσω
ανθρώπινη λαλιά..φοβάμαι μη σε σκιάξω..και μου χαθείς ξανά στα σύννεφα
και μονάχη μου απομείνω...Να χρησιμοποιήσω φωνή νυχτοπουλιού..πάλι θα σε
τρομάξω...
Θα μείνω άγρυπνη κι απόψε ως το πρωί..να δανειστώ αηδονιού
λαλιά..να σου γλυκομιλήσω.. μην τύχει κι έρθεις πιο κοντά..να αισθανθώ
πως δεν είσαι ένα όνειρο..μια οπτασία της βραδιάς...που ο νους μου τηνε πλάθει. Το αποτύπωμα που άφησες ..ακόμα δεν ξεθώριασε ..μέσα μου ''φωσφορίζει'' ..να μου θυμίζει ανελέητα..και να 'ρχεται στα χείλη μου ψιθυριστά..πόσο ακόμα εσύ μου λείπεις....
Μουσικές σαν από ''ουράνιο'' πεντάγραμμα..από τα δάχτυλα της μοναδικής Ελένης Καραϊνδρου..ένα βαλς δίπλα στο ποτάμι..από την τελευταία ταινία του Αγγελόπουλου.. << η σκόνη του χρόνου>>....Η σκόνη του χρόνου...λέω εγώ...που όταν κατακάθεται στο δρόμο της ψυχής ..γίνεται δρόμος που περπατήσαμε γλυκά... η φίλη σας Σοφία...
Εν αρχή ην ο δάσκαλος. Μη ο δάσκαλος η
φύση θα ήταν, δε θα ήταν όμως οι κοινωνίες. Θα υπήρχε ο χρόνος, αλλά δε
θα υπήρχε η ιστορία. Και στο βασίλειο των ζωντανών ήχων θα άκουγε κανείς
την κραυγή, τα χουγιαχτά, τα συνθήματα. Δε θα άκουγε όμως ούτε θά
‘βλεπε τη φωνή, τα γράμματα της γραφής, τις συμφωνίες και τους χορούς.
Γιατί; Απλά, γιατί ο δάσκαλος είναι που
μεταμορφώνει τον εγκέφαλο του ζώου σε νου του ανθρώπου. Αυτός κατορθώνει
ώστε η ματιά του καθένα μας να μη μένει βλέμμα βοδιού, αλλά να γίνεται
βιβλίο ανοιχτό να το διαβάζεις. Επεξεργάζεται το πετσί της κεφαλής μας
και δημιουργεί πρόσωπο. Η δουλειά του δάσκαλου είναι ο αθέρας της
βυρσοδεψίας.
Και στο τέλος-τέλος ο δάσκαλος θωπεύει και μαλάζει έτσι το
σώμα και την ψuχή μας, ώστε από τη στέρησή μας αποστάζεται το κλάμα, και
από την πλησμονή κορφολογιέται το γέλιο μας…
Χωρίς το δάσκαλο ο λόγος θα σάπιζε
άχρηστος μέσα στο έλος του κρανίου μας. Όπως σαπίζει άχρηστο το τραίνο
που ρεμίζαρε για πάντα στο σταθμό… Και όπως σκεβρώνει άφτουρη η νύφη που
έμεινε αγεώργητη από τον άντρα. Ο ιερός τρόμος της παρθενίας της
σιγά-σιγά κακοβολεί, ωσόπου στο τέλος γίνεται ένα τεφρό δίχτυ αράχνης.
Μ’ ένα λόγο, ο δάσκαλος είναι ο ποιητής του ανθρώπου… Αν έλειπαν οι δάσκαλοι, η γη μας θά ‘ταν τυφλή. Και το σύμπαν ανυπόστατο….................................
Έτσι ορίζεται ο λόγος και η τιμή του
δάσκαλου. Το τιμολόγιο όμως με το οποίο κοστολογούν το έργο του οι
εξουσίες και οι αρχές πρώτα και ύστερα το άκριτο πλήθος είναι αλλιώτικο.
Αλλίμονο! Άχρηστο για τις εφορείες.
Περιγράφω το σημείο που κράτησε η
ακηδία, η παραχάραξη, η στρέβλωση, η τυποποίηση, ο ευτελισμός. Και
κάμανε το κακό.
Έτσι, ενώ η δουλειά του δάσκαλου είναι να τεχνουργεί
ανθρώπους· ενώ αναλώνεται τίμια να ετοιμάζει πλάσματα που θα ζήσουν όχι
στη φύση αλλά στον πολιτισμό, όχι στη ζούγκλα αλλά στην πόλη· ενώ όλοι
οι άνθρωποι που πλάθει ο δάσκαλος κάνουν ο καθείς το δικό του επάγγελμα,
και είναι ο καθείς μία ψηφίδα στο ενιαίο ψηφιδωτό της οικονομίας της
αγοράς της πολιτείας, εμείς με τον καιρό εχάσαμε τον ιδρυτικό χαρακτήρα
της λειτουργίας του δάσκαλου. Και τη δουλειά του την επήραμε σα μία από
τις πολλές δουλειές των ανθρώπων. Ένα επάγγελμα ρουτίνας. Μια μονάδα
εργασίας όμοια με τις άλλες βλέπουμε και στο δάσκαλο. Εξεχάσαμε, δηλαδή,
ότι στο ψηφιδωτό των επαγγελμάτων ο δάσκαλος δεν είναι η μια ψηφίδα
ανάμεσα στις άλλες. Αλλά είναι ο καλλιτέχνης νους ο κοσμητικός και ο
επόπτης που φιλοτεχνεί ολόκληρο το ψηφιδωτό. Δημιουργεί, δηλαδή,
ανθρώπους κατά την έννοια ότι τους αποσπά από τη δικαιοδοσία του φυτού
και του ζώου. Και τους υψώνει στην οντολογική μοναδικότητα του νοήμονος
πλάσματος.
Γιατί αυτή είναι η δουλειά του δάσκαλου.
Να δουλεύει το μυαλό, όπως ο καλαντζής δουλεύει το καλάι. Και να
παράγει ανθρώπους όπως ο χαλκιάς κατασκευάζει χαλκώματα. Ενώ όλοι οι
άλλοι χρησιμοποιούν το μυαλό τους σαν όργανο και παράγουν προϊόντα. Όλα
δευτερογενή, και για του βίου τη μηχανή. Βιομηχανία, πες.
Ετούτη η υποβάθμιση της φύσης και της
δουλειάς του δάσκαλου, η πτώση του από τη θεία λειτουργία της
αρχικότητας στην ταπεινή χειρωναξία της επανάλημης, σημάδεψε το πρώτο
μεγάλο λάθος στην παιδεία.............................................
Έτσι πορεύτηκαν τα πράγματα με την
κοινωνική υποβάθμιση του δάσκαλου. Με την οικονομική απροθυμία, την
κατασκευαστική του προχειρότητα, την πλημμελή του συντήρηση. Και με τον
τύφο και τον οίκτο, το χάζι και το μώμο, και την κυρίαρχη απρονοησία μας
σε όλες τις εποχές και σε όλες τις χώρες. Η μόνη εξαίρεση είναι ο
Λυκούργος που έχτισε τη νομοθεσία της Σπάρτης και τους Ολυμπιακούς
Αγώνες. Γιατί ο Λυκούργος στην παιδεία είχε εναποθέσει το Α και το Ω της
πολιτείας.
Ωσόπου πια σήμερα έχουμε πλάσει σταθερό το δείγμα του δάσκαλου. Μια αξιοδάκρυτη σώρεψη από μαζώματα, κι ένα ριντίκολο ηχηρό.
Είναι ο σχολαστικός, ο
ταβλαδόρος και ο αργόσχολος, ο καματερός στην παραπαιδεία, ο
οσφυοκάμπτης, ο ψοφοδεής και ο ληρολόγος, ο δευτεροτριτοβάθμιος και
ψιλικανζτής δάσκαλος. Μίζερος και κακομοίρης, με την ομπρέλα και το
γιλέκο, και με το ξεβλαστωμένο χαμόγελο. Είναι ο αεί πενόμενος και ο
μύωψ, με τα ραιβά σκέλη και τα βρώμικα νύχια, που, όπως είπε κάποιος,
ποτέ του δεν είχε ερωμένη ούτε ιδέα.
Οι περήφανοι δάσκαλοι εστάθηκαν
πάντα η εξαίρεση. Μιλάμε για τους δυνατούς και τους πόριμους. Τους
ικτίνους και τα γεράκια, τους καλουργούς και καλλιτέχνες και καλλικράτες
δασκάλους, που κάτω από την ταπεινή καροσσερί της Φάου-Βε κρύβουνε
προσεχτικά τη μηχανή της Πόρσε. Αυτός όμως ο εξαίρετος τύπος του
δάσκαλου, που με τα πλούσια κοιτάσματα της φυσικής δωρεάς του πετυχαίνει
να σβήνει το κατάδικο κοινωνικό στίγμα της συντεχνίας του, δεν είναι το
θέμα μας εδώ. Γιατί ‘ναι η εξαίρεση. Και η εξαίρεση είναι δουλειά της
ποίησης. Ενώ της επιστήμης η δουλειά είναι ο κανόνας…
Φροντίσαμε, να κατεβάσουμε το δάσκαλο από το φυσικό του πρωτάτο στα στερνά και στα έσχατα της υπόληψης και της ζωής.
Δεν ταξινομείται η παιδεία. Κι όσο τη
λογαριάζουμε σαν επένδυση ανάμεσα στις άλλες, έστω και την πιο
σημαντική, τόσο θα συνεχίζουμε να τελούμε σε σύγχυση φρενών. Έτσι, ώστε
να μπερδεύουμε το ψάρι με τον ψαρά που το ψάρευε.
Αυτός είναι λοιπόν ο ρεκάζοντας
δάσκαλος, ο τσαλαπατημένος από την κοινωνική του μειονεξία. Και από το
καπέλωμα των συρμών της εποχής μας, που ορμούν και χύνουνται στην
παιδεία όπως ο άνεμος στα σκισμένα πανιά. Και από τις ντιρεκτίβες των
κέντρων απόφασης, που μετατρέπουν τα σχολειά σε εργοστάσια μαζικής
κατασκευής ανθρωπάριων….............................................
Ιδέ ο δάσκαλος – Απόσπασμα από «Τα Ελληνικά» του Δημήτρη Λιαντίνη.
Διαμαρτυρίες ..κίνηση..βουή και ''χημικά''μια τρελλαμένη η πόλη που μας κατοικεί και που την κατοικούμε..Κι από την άλλη οι ''βαρετοί'' που τους βαρέθηκα κι εγώ ειλικρινά..εκείνους τους ανιαρούς ανθρώπους να ακούω..Αρπάζουνε μια φράση από δω ..γράφουνε μια ανόητη ατάκα από κει και ολημερίς και ολονυχτίς γκρίνια και φτώχεια και ασχήμια του μυαλού..εσένα σου παρουσιάζουν.λες και τους όρισαν προστάτες ολονών..Κι εσύ μέσα σ' αυτό το σκηνικό να ψάχνεις για να μείνεις άνθρωπος ..να ψάχνεις για να βρεις την άλλη όψη του νομίμαστος.Να προσπαθείς να διώξεις το ''σκουπιδαριό'' και να γλιτώσεις εάν γίνεται τον κατεστραμμένο πια ιστό τον πολιτισμικό της καθημερινότητας..Για να ξεφύγεις και να νιώθεις ''άνθρωπος''.. Όμορφα που φαντάζουνε τα στέκια τα παλιά καφέ..στις σκοτεινές τις πόλεις !!!Στέκονται εκεί από πολύ μακριά..μέσα στου χρόνου τα γρανάζια...Στενόχωροι καιροί θα 'ρθεις και θα μου πεις..κι εσύ ακόμα μου μιλάς για τα παλιά τα αρχοντικά..για εποχές αλλοτινές...ο κόσμος τώρα είναι ''στριμωγμένος'' κρίση τριγύρω όλοι λέν' και οι άνθρωποι υποφέρουν...Μα να.. καταμεσίς ..μες στην πολύβουη ..την όμορφη άλλοτε..μα και τώρα ακόμα Αθήνα...εκεί σε έναν πεζόδρομο..κάπου στα γνώριμα δρομάκια τα παλιά..στον τόσο δρόμο μας γνωστό..εκεί εις την Αιόλου..ένα ''λουκουματζίδικο'' παλιό..γράφει ακόμα ιστορία...
Τραπεζάκια καφενείου μαρμάρινα λευκά ..σάλα μεγάλη και παλιά..ξύλινες σκάλες που μιλούν από μονάχες τους..πως είναι απομεινάρια αρχοντικού παλιού..μιας εποχής που κάποτε.. όλα είχαν ένα άλλο χρώμα..Αγαπώ τα καινούρια τα καφέ...έχουν μια νότα εξέλιξης ..μια νότα νέου..φρέσκου..μα τα παλιά είναι αλλιώς..λες κι έχουνε μία μυρωδιά απ' το πέρασμα του χρόνου..Είναι στιγμές που αποζητώ ..παλιομοδίτικα να πίνω τον καφέ μου...Είναι στιγμές που οι παρέες μου με οδηγούν..ανάλογα με την όσμωση που έχω με ανθρώπους..Παλιές μου μνήμες σαν θα συζητήσω και θα θυμηθώ..θέλω να 'μαι και στο κατάλληλο το περιβάλλον..
Γέμισε η σάλα από κυρίες και κυρίους.. που στο κλίμα με βάλανε ..του αληθινού..του γνήσιου..του αυθεντικού που ψάχνουνε καφέ...Νέοι και γέροι..όλοι μαζί..μιας θεωρίας άνθρωποι..του απλού..του ανεπιτήδευτου..του αφτιασίδοτου εαυτού...άνθρωποι αληθινοί...Ναι..ναι μου λέν' πολλές φορές και με ''κατηγορούν'' πως τάχα εγώ έχω λυμένα τα προβλήματα και στέκομαι παρατηρητικά σε γεγονότα..εικόνες ..στέκια κι εποχές...που μου προσδίδουν άλλη αίσθηση ..μου δίνουν στην καθημερινότητα μια πολυτέλεια τόσο απλή..που αυτούς τα ''βάσανα'' της κρίσης δεν τους το επιτρέπουν..Λάθος ..μεγάλο λάθος κάνετε τους απαντώ..Είμαι κι εγώ κομμάτι σας..είμαι μια από σας..Που βλέπω ..ακούω ..γεύομαι τη φθίνουσα πορεία μας..το κατρακύλισμα της χώρας μου..τη φτωχοποίηση των συνανθρώπων μου..γιατί άμεσα κι εγώ εις το ''πετσί'' μου αυτό το νιώθω..
Μα είναι όμορφη η ζωή και ο χρόνος μας κυλά..και δε μας περιμένει..δεν ξέρει ο χρόνος από κρίσεις και λεφτά...κι είναι ετούτες οι μικροχαρές..και οι επιλογές μας οι ξεχωριστές που κάνουμε ..ακόμα και στα πιο απλά..όταν διαλέγουμε να πιούμε ένα τόσο δα μικρούλι καφεδάκι... Κι αν μάλιστα πετύχεις και το βρεις να σου τρατάρουνε μαζί με τον καφέ...κι ένα γλυκό του κουταλιού..κι είναι και το αγαπημένο σου..εεε..τότε είναι πανδαισία η ευχαρίστηση..αυτή η μικροχαρά...
Έχει όμορφα στέκια η Αθήνα μας..όπως και κάθε πόλη..αρκεί να απεγκλωβιστεί κανείς απ' τη μιζέρια της ψυχής..και να ανοίξει τα μάτια του σωστά..να βάλει χρώμα μέσα..όταν σοκάκια από παλιά ξανά περιδιαβαίνει...
Σαν μουσική έρχεται και μας συναντά..η ευτυχία της στιγμής..σαν κατορθώσεις έξω να κλειδώσεις έστω και προσωρινά..τα ''δύσκολα'' ..που την καθημερινότητά μας καταστρέφουν...καθώς ο χρόνος αμείλικτα κατρακυλά μπροστά μας...
H στιγμή που με αγγίζει..η στιγμή που αφήνω να με προσπεράσει..το παρελθόν.. που έγινε ο δρόμος που με οδηγεί σταθερά στο τώρα..είναι τα δικά μου αποθέματα ψυχής..αυτό είναι το μελάνι μου..αυτό με κάνει να σιωπώ ή να μιλάω γράφοντας.Γιατί όλες αυτές οι σιωπές χρόνια μέσα μου..λέξεις ήταν που δεν έβγαιναν.Λυτρώνομαι όταν γράφω τις αλήθειες μου, χωρίς κανέναν να φοβάμαι..λυτρώνομαι κι ας μοιάζουνε σκληρές όταν σταθώ απέναντί τους..μα το μελάνι της καρδιάς ξεχύνεται και γράφει και γεμίζει στίγματα..αποτυπώματα καρδιάς επάνω σε σελίδες άψυχες...που παίρνουνε ζωή.
Στέκομαι ώρες στους καθρέφτες της ψυχής μου αρκετές, κι ας μου δημιουργούν ακόμη και οι καθρέφτες μου αυτοί παραμορφώσεις και ανατανακλάσεις ανεπιθύμητες συχνά...όχι για να ζήσω μνήμες ..αναμνήσεις και να παρηγορήσω της ψυχής μου σφάλματα..μα για να θρυμματίσω ..να σπάσω τα κομμάτια τα σαθρά αν μπορώ..και μέσα από τα κομμάτια αυτά να πληγωθώ και να ματώσω..Γιατί αν μπήξεις το μαχαίρι βαθιά στις σάρκες σου κι αν το αντέξεις να αιμορραγήσεις και να πληγωθείς..κάνεις ένα ταξίδι αλλιώτικο ..στου χρόνου ..στις διαδρομές του μέλλοντος..που είναι απ' το μελάνι της ζωής...γεμάτες πάντα με εκπλήξεις. Ο καθένας ψάχνει τη δική του τη διαδρομή από άλλο μονοπάτι.. άλλος παίρνει το μονοπάτι το έξωθεν..το οφθαλμοφανές...και άλλος το μονοπάτι αυτό το αόρατο..το δύσβατο ..το ''εντός''..
“..το να βρούμε αυτό που θα
θέλαμε να κάνουμε περισσότερο από κάθε άλλο πράγμα στη ζωή μας και να
τραβήξουμε προς τα εκεί με θάρρος, ακλόνητη αποφασιστικότητα και
επιμονή, είναι ο δρόμος όλων εκείνων που τολμούν να ζουν ευτυχισμένοι.
Ως αντάλλαγμα για αυτή την προσπάθεια μας θα μας περιφρονήσουν, θα μας
χλευάσουν και θα μας εξοστρακίσουν από τον κύκλο τους οι φίλοι και οι
συγγενείς.
Αν
επιμείνουμε όμως, αν αντέξουμε τη μοναξιά μας και μείνουμε αφοσιωμένοι
σε αυτό που με τόση αγάπη αποφασίσαμε να κάνουμε, τότε θα ανακαλύψουμε
ότι έχουμε καινούριους φίλους και καινούριους συγγενείς, οι οποίοι ήδη
συμμερίζονται τις αξίες και τα ιδανικά που έχουμε επιλέξει, κι ότι μαζί
τους θα πετάξουμε πολύ πιο μακριά και πιο ψηλά από όσο μπορούμε να
ονειρευτούμε….”
~ Ο γλάρος Ιωνάθαν Λίβινγκστον, Richard Bac ( απόσπασμα). ...............................................................................................................
Ο Γλάρος Ιωνάθαν Λίβινγκστον, η πιο πολυσυζητημένη, γεμάτη έμπνευση
ιστορία της εποχής μας, αφηγείται τη ζωή ενός πουλιού, που είναι
αποφασισμένο να μην είναι συνηθισμένο. Αυτό το μοντέρνο κλασικό best
seller, που έχει εκδοθεί με ένα όμορφο νέο εξώφυλλο και είναι η ιστορία
ανθρώπων που θέλουν να ακολουθήσουν τα όνειρά τους, αλλά και να φτιάξουν
τους δικούς τους κανόνες, έχει εμπνεύσει ανθρώπους ανά δεκαετίες.
«Οι πιο πολλοί γλάροι το μόνο που μπαίνουν στον κόπο να μάθουν είναι οι
βασικές αρχές της πτήσης – δηλαδή πώς να πετούν για να φτάσουν από την
ακροθαλασσιά στην τροφή τους και πάλι πίσω», γράφει ο συγγραφέας Richard
Bach σε αυτή την αλληγορία για ένα μοναδικό πουλί που ονομάζεται Γλάρος
Ιωνάθαν Λίβινγκστον. «Γι’ αυτούς δεν έχει σημασία το πέταγμα, αλλά το
φαγητό. Όμως για τούτον εδώ το γλάρο, μετρούσε πολύ περισσότερο η χαρά
τού να πετάει».
Το πέταγμα στην πραγματικότητα είναι η μεταφορά που
κάνει την ιστορία αυτή υψηλού νοήματος. Αυτό το μοντέρνο κλασικό best
seller είναι ένα παραμύθι για την αναζήτηση υψηλού νοήματος στη ζωή,
ακόμη κι αν το σμήνος σου, η φυλή ή η γειτονιά σου βρίσκει τη φιλοδοξία
σου απειλητική (κάποια στιγμή ο αγαπημένος μας γλάρος εξορίζεται από το
ίδιο του το σμήνος).
Χωρίς να διακινδυνεύει το υψηλό του όραμα, ο Ιωνάθαν μαθαίνει τη σημασία
της αγάπης και της ευγένειας και λαμβάνει την ύψιστη ανταμοιβή – την
υπεροχή. Οι ονειρικές εικονογραφήσεις από τον Russell Munson είναι απλώς
οι σωστές εικονογραφήσεις για αυτό το κλασικό έργο πνευματικότητας που
έχει εμπνεύσει χιλιάδες αναγνώστες να ακολουθήσουν το δικό τους
μονοπάτι στη ζωή και να εκπληρώσουν τον πραγματικό τους σκοπό.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου. ..............................................................................................................
Ένα εξαιρετικό βίντεο..γεμάτο εικόνες..κίνηση...νοήματα..μουσική...μια ιστορία που άγγιξε όλους μας...το πέταγμα προς τον αληθινό μας σκοπό...το πέταγμα προς τα όνειρά μας........
O Γλάρος Ιωνάθαν Λίβινγκστον by Way of Life seminars
Παίρνει το χρώμα του ουρανού η θάλασσα..κάθε που έρχεται Φθινόπωρο..Χειμώνας ..Άνοιξη ..Καλοκαίρι..Περνάνε τα καϊκια από μακριά στο βάθος του ορίζοντα..της γκρίζας θάλασσας ..κάτω απ' την Παλιοβούνα.Λιγόστεψαν οι άνθρωποι που κολυμπούν Φθινοπωριάτικα..μα εμένα η καθημερινότητα με τα ατελείωτα τα πήγαινε - έλα της εκεί ξανά σ' αυτήν την αγαπημένη μου ..εκεί με οδηγεί..Λούζομαι στα γαλήνια της νερά..που αναδεύουνε παφλάζοντας.. πέρα δώθε κουνώντας τις βαρκούλες δίπλα μου..αράξανε κι αυτές.. Βουτάω το κορμί..βουτάω το βλέμμα μου στο βαθυγάλαζο ..να απλώσω επάνω μου ζητώ το χάδι της..ν'απλώσω την ελπίδα..και να ''γευτώ'' την τελευταία αλμύρα της..που απλόχερα μου δίνει. Μονάχη μου ..με κόσμο λιγοστό...λατρεύω τούτο τον καιρό..απομακρύνομαι..και παρασύρομαι..αφήνομαι στα κύματα..αφήνομαι σ' ένα τραγούδι σιγανό..ένα ''χορό'' από στιχάκια..που'ρχονται μες στη σκέψη μου..τις τελευταίες απλωτές...καθώς στα όμορφα νερά της.. σαν τολμώ να αφεθώ..
Γελώ μονάχη μου στιγμές- στιγμές..και απορώ ..πως με μαγεύει πάντα αυτή η ''μάνα'' θάλασσα..αυτή μονάχη της με τόση δύναμη και μου ξαναγεννά την παιδικότητά μου.Χαμογελώ ..σκέφτομαι..παρασύρομαι και αποχαιρετώ το απαλό το χάδι της..την αλμύρα που μου τράταρε όλο το Καλοκαίρι.Βαδίζω βιαστικά στο σπίτι πια της φίλης μου..πρέπει να μοιραστώ τις σκέψεις μου..Εφθινοπώριασε για τα καλά ..κι εγώ ακόμη ανοίγομαι και γέρνω τη ματιά προς την πλευρά της θάλασσας.
Της Κυριακής το απόγευμα και του απολογισμού..της ενδοσκόπησης και της καινούριας εβδομάδας η ελπίδα... Αδειάζω το δισάκι με τα μπανιερά..πέτρες..κοχύλια..όστρακα.. απομεινάρια του Καλοκαιριού ατάκτως εριμμένα..Πρέπει να τα φυλάξω πια στις γυάλες μου..μαζί με αναμνήσεις..Καλοκαιριού που πέρασε και δεν ξαναγυρνά...Κρατάω την αλμύρα ..το αλάτι της..έτσι να νοστιμίζει εκεί τις θύμισες ..μέχρι το άλλο Καλοκαίρι. Του χρόνου πάλι!!!
Ήρθε μια πεταλούδα διάφανη πρωί - πρωί..κι έφερνε κύκλους γύρω μου
πετώντας.. λες και ήτανε χαρούμενη...που μ' έβλεπε να κελαηδώ και να
χαμογελώ...Είναι η ψυχή μου μου' πες ..κι εγώ που τόσο στη ζωή μου
λάτρευα οι ψυχές να μ' αγκαλιάζουν ..αναγάλλιασα με μιας..δε θέλησα σε
σκέψεις άβολες να μπω...Δε θέλησα τις θεωρίες μου να αναλύσω...τίποτα
από όλα αυτά που διάβασα δεν ήθελα να ισχύουν..Πόση ανάγκη έχει η ψυχή
στιγμές - στιγμές απ' την αλήθεια και την πραγματικότητα να φύγει..να
πετάξει...Μια πεταλούδα διάφανη ...εκεί στον κήπο της καρδιάς..γύρους να
φέρνει ..ολόγυρα...Μα μελαγχόλησα για μια στιγμή...πως γίνεται
εσκέφτηκα να είναι η πεταλούδα αυτή...η δική σου η ψυχή..αφού εσύ είσαι
ζωντανός..και οι ψυχές των ζωντανών στο σώμα κατοικούνε...
Επέμενες..όχι
είναι η δική μου η ψυχή..που πέταξε από τόσο μακριά..και θέλησε να
βγάλει διάφανα φτερά.. θέλησε να σε αγκαλιάσει...ζεστά τριγύρω σου
γυρνώ...δε θέλω άλλη καμμιά ψυχή να 'ρθει κοντά σου και να σε
πληγώσει...Για να σε γεμίσω αγάπη προσπαθώ...αλώβητη να μείνεις στο
εξής...Μα δεν είναι εύκολο πολύ αυτό που προσπαθείς...γεμίζουνε τη νύχτα
οι κήποι μας άγριες νυχτερίδες..και η δική σου η ψυχή την ώρα εκείνη
αναπαύεται...για να πετάξει δεν μπορεί...Άπλωσα μονομιάς τα χέρια μου
την πεταλούδα να εγκλωβίσω..να μου κρατάει συντροφιά τις νύχτες που
κοιμάμαι..Μα σκιάχτηκα..φοβήθηκα.. μην τσαλακώσω τα φτερά της διάφανης
της πεταλούδας...Την άφησα ελεύθερη στον κήπο να πετάει...κι αν μόνη της
αντέχει αυτό το πέταγμα..τότε θα το τολμάει...Κατέρευσαν οι θεωρίες μου
για τις ψυχές..αυτές που νόμιζα, πως των πεθαμένων έχουν τη δύναμη
μονάχα πότε- πότε να πετάνε..Ένα άγγιγμα φτερουγιστό..το βλέμμα μ'
εκανε να στρέψω στην πεταλούδα αυτή..μήπως και την ψυχή σου αναγνωρίσω...