18 Ιουλίου 2017

# ανεπίδοτη επιστολή 1# - ( στο Γιώργη)

 


Χάραξα στην ψυχή μου το όνομά σου . 
ναι..πόνεσε..μα ανεξίτηλα θα μείνουν όλα τα γράμματα..έγραψα στην καρδιά μου την μορφή σου με ένα αγκάθι..μάτωσε ναι..μα την γλύκα της την φυλάκισε για πάντα...
Ναυάγησα στις Κυκλάδες του ονείρου μας με οδύνη..μα στις ακρογιαλιές τους μια ζωή θα λιάζομαι..αλάνι αχτένιστο του έρωτα..και του καθώς πρέπει τους δραπέτης..
Μου έφερες έναν ήλιο ανοιξιάτικο στη ζωή μου...
Ήμουνα νια.. μονάχη διάβαινα αγοράκι μου..μονάχη μες στους πολλούς ..και ήρθες με ένα μπουκέτο λέξεις γροθιά στο στομάχι μου..ευωδιαστό μου γιασεμί και μου είπες ψηλά το κεφάλι γελώντας..
Είναι αυτό το παράπονο το κρυφό..γιατί σου χρώσταγε η ζωή... και σου το πήρε πίσω.
Μα θα έρθω ομορφιά μου..θα έρθω...ψιθυριστά η ψυχή μου..θα τραγουδήσει τους μπάλους του ονείρου μας.. που εμείνηκε μισό..
ραγισμένος ήλιος οι ψυχές στο αγκάλιασμα..μα να είσαι σίγουρος ότι οι καρδιές που αγαπήθηκαν θα παραμένουνε ατόφιες εις του χρόνου τις αιώρες..
Σ' αγαπώ γιασεμένιε μου ..ακόμα σε αγαπάω......με όλα τα μόρια του κορμιού μου....

αποστολέας :  Σοφία Θεοδοσιάδη
 # ανεπίδοτη επιστολή 1#   - ( στο Γιώργη) 
..............................................................................................................

17 Ιουλίου 2017

''ομπρέλα'' της ελπίδας μου - της Σοφίας Θεοδοσιάδη.

 
Μια νότα ελπίδας έρχονταν από τη θάλασσα..κάθησε εκεί και αφουγκράζονταν τις στάλες στο ψιλόβροχο..καθόλου δεν την ένοιαζε που βρέχονταν..είχε φωλιάσει απ' το πρωί  επάνω απ' το κεφάλι της η ''ομπρέλα'' μιας ελπίδας.. Άπλωσε τα βρεγμένα χέρια της..μια νότα μοναχά να ''εγκλωβίσει''.. προσπάθησε να την ταιριάξει στο πεντάγραμμο..εκείνο το ασπρόμαυρο της χιλιοταλαιπωρημένης της ψυχής της..

Είχαν κοπάσει οι διαβάτες από το πρωί..φοβήθηκαν τη μπόρα του Καλοκαιριού..λες και δεν ήτανε από τα χρόνια τα παλιά..στις μπόρες πια συνηθισμένοι..Ποτέ τους οι ανθρώποι δεν αγάπαγαν εσκέφτηκε τις ξαφνικές τις καταιγίδες.. που ανύποπτα ξεσπάγανε καταμεσίς στα Καλοκαίρια..Ποιός τάχα μπόρεσε να φτάσει ως το μπόι του Θεού..τις καταιγίδες να κωπάσει..?

Κανείς θαρρώ δεν ήτανε Πολύφημος o Κύκλωπας..το βράχο τον ασήκωτο στους ώμους να σηκώσει..Στα παραμύθια μοναχά και στης ποίησης του Όμηρου τα μέρη..εκεί μες στις σελίδες τους γινόταν τα ακατόρθωτα συχνά κατορθωτά..

Μα εμένα που μου αρέσουνε αυτά τα παραμύθια..μ' αρέσει μες στα χέρια να συλλέγω ..να κρατώ..τις νότες των Σειρήνων τους..που φτάνουνε μελωδικές.. παραπλανητικές θαρρείς στα πονεμένα αυτιά μου..κι εκεί στα μαγικά νησιά τους ναυαγός τους να βρεθώ..να ξαποστάσω επιθυμώ.. κύκλο θαρρείς και στήνουνε οι νότες πάλι γύρω μου..ομπρέλα της ελπίδας μου της άσβηστης.........
κείμενο - Σοφία Θεοδοσιάδη
.............................................................................................................

14 Ιουλίου 2017

ταξιδεύοντας στα ''κύματα'' - της Σοφίας Θεοδοσιάδη

Κοιτάζοντας της θάλασας τα κύματα..μέσα μου σκύβω και κοιτώ.. τα κύματα εκείνα της ψυχής μου..Φυσάει μέσα μου ακατάπαυστα.. ο άνεμος δε λέει να κωπάσει..Συχνά οι φίλοι μου τριγύρω μου χοροπηδούν..γεμίζουν ψέμμα τον αέρα τους..όχι δε λέω ψέμματα στον εαυτό μου εγώ.. κάποτε πίστευα πως ήμουνα των ανοιχτών των θαλασσών..μα ήρθαν χρόνοι δίσεχτοι..η περισυλλογή μου με οδήγησε σε ακτές που ήταν άγνωρες για με..ακτές ερημικές..

Όταν η ψυχή μου μέσα κλαίει γοερά..έρχονται ως τα μάτια μου τα κύματα της θάλασσας..ένα μ' αυτά τα δάκρυα μου να γίνουν..για να τα ταξιδέψουνε και να χαθούν..να πάψουνε τα βλέφαρα να  υγραίνουν. Ακούω στο βάθος μέσα εκεί..το φλοίσβο ένα τραγούδι να μου στέλνει..καινούρια ρεύματα θαρρείς..να καθαρίσουν τα παράλια νερά...εκεί για να σταθώ για να λιαστώ...να ονειρευτώ απ' την αρχή ξανά..ίσως με παρασύρουνε οι σειρήνες της ψυχής μου  σε αυτό τον παφλασμό..ίσως μπορέσουν την πικρία μου για τα ακατόρθωτα που ονειρεύτηκα..να ταξιδέψουνε στα πέλαγα..μαζί τους να σωθώ...

Κείμενο - Σοφία Θεοδοσιάδη
..............................................................................................................

''δε ζούνε σε κλουβιά οι ψυχές'' - της Σοφίας Θεοδοσιάδη.


Ζούσες στην αυταπάτη σου..ζόρι τρανό σου εφαινότανε...το πέπλο της καρδιάς σου να τραβήξεις ..και έτσι ξέσκεπος να βγείς..στον ήλιο που πλημμύρισε τούτο ξανά  το Καλοκαίρι..να βγεις..να περπατήσεις.. Μόν' επερπάταγες εκεί σε μονοπάτια δύσβατα..
κουκουλωμένος πάντοτε..άνθρωπος της σκιας λογίζοσουν..οι διαπεραστικές ακτίνες και οι φωτεινές..
εσένα σε φοβίζαν..

 Ανέβαλες ..ανέβαλες το σήμερα..το αύριο είχες αγκαλιά.. παρέα του εκοιμόσουν..Και έφυγε το αύριο..επέταξε ένα πρωί..λες κι ήταν διαβατάρικο πουλί..Έμεινες τώρα να κρατάς και να μετράς..τα τόσα σ' αγαπώ..που λαχταρούσες και δεν τόλμησες για να τα ψιθυρίσεις..ξεκρέμαστα κι αυτά...
 
Αμπαρωμένος στο αρρωστημένο σου εγώ..πλάνη της φαντασίας σου..στα χέρια σου πως κράταγες..εκείνα τα ''μικρά''..την αδελφή σου την ψυχή..δεν ελογάριασες στιγμή..πως οι ψυχές..πουλιά είναι  πετούμενα δε ζούνε σε κλουβιά..''διχτάτορας'' αν νόμισες ψυχών εσύ πως είσαι..ιχνηλατώντας τα αποτυπώματα της ίδιας σου ψυχής. .δε θα τ' αναγνωρίσεις..σε μια αιώρηση ανυπαρξίας κατοικούν.


 << δε ζούνε σε κλουβιά οι ψυχές >> 
           Σοφία Θεοδοσιάδη
..............................................................................................................

12 Ιουλίου 2017

''στις οριογραμμές μου των παθών'' - της Σοφίας Θεοδοσιάδη




Στις οριογραμμές  μου  των λαθών περπάτησα ξυπόλητη..και στων παθών μου γέμισα από ρόδα και αγκάθια..έμαθα ανάγνωση από τα λόγια τα σοφά..του τρανού ..του εκλεκτού μας συγγραφέα..πως τα ταξίδια και τα ονείρατα ήσαντε οι μεγάλοι του ευεργέτες..μα εγώ η μικρή και ταπεινή κι αδύναμη στον κόσμο κόρη του Βορρά.. απάντηση  του κρένω και ομολογία  αυθεντική και ειλικρινή..πως πιότερο κι απ' τα ταξίδια στα ''λαγούμια'' της δικής μου της ψυχής..τα πάθη και τα λάθη μου αγάπησα..του νου και του κορμιού μου....

Τα πάθη μου που με κινδύνεψαν..στα απόκρημνα τα βράχια των γκρεμών μου με οδηγήσαν..μα ω! τι παράξενο..ρόδα και γιασεμιά μες στις χαράδρες της ψυχής μου εφυτέψαν..Εστίες φωτιάς που μέσα μου..ακόμα σιγοκαίνε..εγκλωβισμένη μες στις φλόγες με κρατούν..στάχτες οι λέξεις που αγκαλιάζουνε τη ''χόβολη''..το ξαφνικό λαμπάδιασμα μιας σπίθας τους απρόσμενης ..να λαμπαδιάσει το ''φυτίλι'' του έρωτα.. στις φλόγες το κορμί να παραδώσει..Ονόματα μου δώσαν θηλυκού..με λέγανε Εύα..μου φορτώσανε της αμαρτίας το μήλο..μα εδώ σε τούτη την πεζή μας τη ζωή..με φώναζαν Σοφία............

Σοφία Θεοδοσιάδη
.............................................................................................................

''άφησε το κοχύλι στην ακτή'' - (Δοκίμιον Λυρικόν.)



 
Περπάταγε μονάχη της εκεί.. στην άκρια του γιαλού..δε ήθελε τα πρωινά..κανείς να ακούει τη σιωπή της..τους χτύπους της καρδιάς μονάχη της να αφουγκράζεται ..αργά - αργά και βασανιστικά μέτρημα νοερό..για τις πληγές..τα σημάδια που σφραγίδες γίνηκαν.. που δεν εγιάνανε..που ακόμα αιμορραγούσαν....

Το βλέμμα της χαμένο στον ορίζοντα..στα πόδια της πλεγμένα με τα φύκια ένα κοχύλι..της εσιγοτραγούδαγε.. μια μελωδία γνώριμη μα άγνωρη ακούγονταν..αλλόκοτη..απ' τα βάθη του βυθού..καθώς και της ψυχής της...ρίγος της έφερνε στο δέρμα του κορμιού.. γεννούσε  χαραμάδες νιες..βαθιές πα στην πληγή την ξεραμένη του έρωτα....

Μα η ρωγμή ήταν βαθιά..μικρός και λιγοστός εφάνταζε ..μες στα λαγούμια τα θαμπά της σκέψης της ο χείμμαρος..που οι νότες του στο αυλάκι της πληγής της εκυλούσαν...ήθελε να τ' αφήσει στην ακτή μονάχο και παντέρημο εκείνο το μικρό..το ξεβρασμένο το κοχύλι..το κοίταξε.. της φάνηκε πως μες στα χέρια της το κράτησε ίσως και να μην το εκατάφερε πάπυρους τους βρεγμένους να διαβάσει..

 Ξεράθηκε..μαράθηκε στα σπλάχνα του ..χάθηκε το πολύτιμο.. μικρό μαργαριτάρι.. έμεινε εκεί σαν σκελετός στα αζήτητα..τούτος ο έρωτας που ήταν γραμμένος πάνω του..με φιλντισένια τη γραφή.. δεν πρόλαβε να γίνει ''μενταγιόν''..να φορεθεί εις το λαιμό της γυναικός..έμοιαζε δίχως μέλλον πια.. και καταδικασμένο σε ένα θάνατο αργό.. άφησε το κοχύλι στην ακτή..μαζί εκεί στην άκρια της  θάλασσας ..μαζί με την βρεγμένη και αργή πατημασιά της... 

 Δοκίμιον Λυρικόν - σμιλεύτηκε από Σοφία Θεοδοσιάδη.
............................................................................................................

11 Ιουλίου 2017

Ίσως να 'ναι κι έτσι............




Όσο περνάν τα χρόνια οι άνθρωποι γίνονται περισσότερο κοινωνικοί και λιγότερο ανθρώπινοι.Και οι άνθρωποι στριμωχτήκανε φαμίλιες - φαμίλιες σε τούτα τα κουτιά,κοντά κοντά,πλάι πλάι, κι ούτε γνωρίζονται κι ούτε βλέπονται ούτε χαιρετιούνται, κι αντίς για δέντρα έχουν κεραίες τηλεοράσεων, και μοναχά οι ολόσωμοι καθρέφτες των ασανσέρ κάτι κρατούν από μνήμες ερωτικών δωματίων, κάτι πάνε να συλλαβίσουν από 'να καινούριο ποίημα ,ιδίως όταν ανεβαίνουν στον πάνω όροφο και θαρρείς πως θα ξεπεράσουν τη στέγη και θ' ανοιχτούν στον έναστρο ουρανό..
............................................................................................................
..........................................................
Κι εγώ που βιαζόμουνα πολύ να μεγαλώσω, να μεγαλώσω πολύ,είπα στη μαμά μου ( που δεν είχε πεθάνει στην Πορταριά του Βόλου,μα ήταν ακόμα στη Μονοβάσια, στην ακροθαλασσιά του Κούρκουλα με την ομπρέλα της που έδινε στο πρόσωπό της μιαν ωχρή μενεξελιά ανταύγεια και σου ' ρχόταν να κλάψεις από αγάπη ) της είπα  << μη μ' αφήσεις ,μαμά, να μεγαλώσω, κράτησέ με μικρό Ιωνάκι, με τη σκούφια που μου 'πλεξαν τα χέρια σου, με τη μεγάλη φούντα στην κορφή, ναι , μαμά, μ' αυτή τη σκούφια και μ' ένα φσούου φσίτ της μπουνάτσας, αφού ο κόσμος μυρίζει μαλλιά και θάλασσα >>.. ..........................................................................................................................

Γιάννης Ρίτσος- Ίσως να 'ναι κι έτσι - αποσπάσματα.
επιμέλεια κειμένων - Σοφία Θεοδοσιάδη.
.............................................................................................................

( αναγνώσματα λατρεμένα..μοναδικός Ρίτσος..άκρως ποιητικά..λυρικός πεζός λόγος..από καρδιάς γραμμένος..και στην καρδιά μου στοχεύουν..ξανά και ξανά..όσες κι αν φορές επιστρέφω  στο ανάγνωσμα αυτό.. ιδίως σε κάποιες σελίδες..)
Σοφία.................................................................................................

..............................................................................................................