18 Μαΐου 2017

Το κορίτσι της Κερασούντας.. - της Σοφίας Θεοδοσιάδη.



 - Ναι Ροδένια μου..ναι..έτσι έγιναν τα πράγματα κορίτσι μου.Την τόση ομορφιά,την τόση τη γαλήνη,την τόση ευτυχία ,ήρθε να τη σκεπάσει ένα τεράστιο σύννεφο,που έφερε μια αναπάντεχη καταιγίδα και να μας διαλύσει μπόρεσε... σαν να 'ταν κεραυνός.. Εμείς ρίζα μου περνάγαμε ανέμελα..μυρωδάτα ήταν τα χρόνια μας εκεί κοντά στο λόφο..που αγναντεύαμε τη θάλασσα..στη λατρεμένη Κερασούντα.Σαν παραμύθι έμοιαζε η δική μας η ζωή..και ναι.. έτσι θα σου το έλεγα απλά..πως μια φορά κι έναν καιρό..όχι και πολύ μακρινό καιρό..και πάρα πολύ γνωστό καιρό..της καταστροφής του Πόντου τον καιρό..ζούσε εκεί στη Μαύρη Θάλασσα ,που Εύξεινο τον λέγανε τον Πόντο,για να τον καλοπιάσουνε μαθές…ζούσε μια οικογένεια σωστή..χαρούμενη πολύ ..πολύ οργανωμένη..

Αποβραδίς πριν το ταξίδι αυτό στο άγνωστο να ξεκινήσουμε.. άρχισα τις ετοιμασίες..Όχι μη φανταστείς πως είχαμε μπαγκάζια περισσά ή τίποτες βαλίτσες.Δύο μποχτσάδες πήραμε μαζί μας μοναχά..και την εικόνα μας στο τρίπτυχο της Παναγίας… Γιατί εμείς δε θα εφεύγαμε να αφήσουμε πίσω εκεί και το Θεό μας.. Έτάϊσα και έβαλα από νωρίς όλα μου τα μωρά να κοιμηθούνε..για να αντέχουνε  το αύριο..που δύσκολο πολύ θα ήταν.Ζύμωσα και τηγάνισα και λίγα πιροσκία..να φάμε έτσι μια ‘’μπουκιά’’με τους γειτόνους μας..και να τους παραδώσουμε τα ζώα μας ..το βιός μας…Ήτανε καλοί άνθρωποι οι γειτόνοι μας ο Αχμέτ και η Φατμέ…Ποτέ δεν τσακωθήκαμε..και ας επιστεύανε αυτοί  εις τον δικό τους τον Αλλάχ κι εμείς εις το Θεό μας..

Γιατί κορίτσι μου γλυκό..εμείς δεν εκοιτάζαμε ονόματα Θεών και πως τους ονομάζαν και τους λένε..Το μόνο που μας ένοιαζε ήταν οι ανθρώποι να ‘χουν μέσα τους έναν Θεό ολοζώντανο …και με αυτόν να συμπεριφέρονται δίκαια και ταπεινά…να σέβονται τους γύρω  τους ανθρώπους…Συγκινηθήκαμε και κλάψαμε πολλές στιγμές εκείνη την τελευταία μας βραδιά..έδωσε ορμήνειες ο παππούλης σου εις τον Αχμέτ κι εκεί αποχαιρετιστήκαμε..με δάκρυα στα μάτια..Αφήσαμε πίσω όλα μας τα ζωντανά..μονάχα το κλειδί δεν παραδώσαμε του όμορφου σπιτιού μας..Το έκρυψε ο πάππος σου στην πόρτα δίπλα μας κάτω από το βαρέλι με το γιασεμί..και είπε όταν γυρίσουμε εκεί για να το βρούμε…

Ξημέρωνε ο ουρανός..και εζέψαμε το κάρο…με τις δυο  αγελάδες μας  τις δυνατές..που πάντα με αυτές εταξιδεύαμε εκεί γυρω… Τα μάτια των παιδιών μου ορθάνοιχτα να μας κοιτούν ..πολύ απορημένα..και να μη σταματούν να με ρωτούν..που μας πηγαίνεις μάνα μες στη νύχτα..Ταξίδι τους  είπα πως θα πάμε μακρινό..για να γνωρίσουνε τη μακρινή μας την πατρίδα..Είμαστε Έλληνες τους είπαμε..και πρέπει σε αυτή την εκδρομή..να δείτε εσείς και να γνωρίσετε τις ρίζες των προγόνων σας…είναι μας είπανε όμορφη χώρα η Ελλάδα..Ησύχασαν τότε τα παιδιά..και με χαμόγελο εξεκινήσαν…Γελάγανε ..χοροπηδούσαν και ελέγανε..πως θα αγοράσουνε εκεί..πολλά και όμορφα παιχνίδια..Κι έτσι ..με ένα ψέμμα που εξεστομίσαμε εις τα παιδιά..κλειδώσαμε και φύγαμε..με την καρδιά μας  χίλια δυο κομμάτια.

Έξι μερόνυχτα εκούναγε..μας εταξίδευε στη θάλασσα την ανοιχτή..με λιγοστό ακόμα κι εκείνο το νερό..που τον άνθρωπο τον κάνει να στεγνώνει..να πεθαίνει..Και ο καθένας από εμάς..εμάς τους στοιβαγμένους..σαν να 'μασταν αγέλη  μοσχαριών.. εσκέφτονταν πως τη δίψα του θα ικανοποιήσει τη μικρή έστω κι αυτή..για να σωθεί..ώσπου εις την ξηρά το πόδι να πατήσει.. Παράξενη που είναι η ζωή Ροδένια μου..παράξενη και ανεξήγητη μαζί..Εκείνο το μικρούλη μου..το βλασταράκι μου που θάφτηκε στη θάλασσα και που δεν πρόλαβε ούτε τη λέξη μάνα για να πει..κοίτα πουλάκι μου τι δώρο έκαμε στα αδέλφια του,μ’ αυτό τον βίαιο και αναπάντεχο το θάνατό του..Το γέννησα όλο χαρά κι εγέμισε το στήθος μου από γάλα..Να το ταϊζω το 'δωσε ο Θεός το γάλα εις το στήθος μου..όπως σε κάθε νεογέννητη,όπως σε κάθε μάνα..Και το ετάϊζα,το μοσχανάθρεφα κι ας ήμουνα μια απλή ,χωρίς παλάτια περισσά..Μα ήρθε κι έγινε το κακό αυτό..φευγιό να γεύεται η φαμίλια μου..και ξεριζωμό βαρύ όλη η οικογένειά μου..

Σε κείνο το παπόρο που δεν ξέχασα ποτές..ούτε θα το ξεχάσω..το γάλα που εγέμισαν τα στήθια μου..απ' το μωρό μου.. που ποδοπατήθηκε και  ήτανε  πνιγμένο στο λιμάνι εκεί της Τραπεζούντας..έγινε το νερό το σωτήριο των άλλων τριών παιδιών μου.. Τα εβύζαινα με τη σειρά κι ας ήτανε μαθές όλα παιδιά μεγάλα.. Δώδεκα και δέκα και 6 χρονών ο Ηλίας μου..ερούφαγαν και στέγνωναν το στήθος μου..μη τύχει και διψάσουν και πεθάνουν..Αχ το μωρό μου ,ο Χρήστος μου..ο θαλασσοπνιγμενος.. ήταν η αιτία που το στήθος μου εγέμιζε  με γάλα.. ''χρυσό νερό'' πολύτιμο γινόταν στην κοιλίτσα των παιδιών μου..Κοίτα πως τα φέρνει η μοίρα κόρη μου.ο θάνατος να φέρνει και να γεννά ζωή ,χωρίς να το καταλαβαίνει..   Εθαλασσοδαρθήκαμε ..κουράστηκα και εξαντλήθηκα πολύ..εστέγνωσαν τα στήθια μου..το στόμα μου..μα πιότερο από όλα αυτά.. εστέγνωσε η ψυχή μου…Δεν καταλάβαινα κι ας ζούσα μια ιστορία αφάνταστη για με..νόμιζα πως βλέπω ένα όνειρο κακό και πως σαν ξημερώσει θα ξυπνήσω…

Τα αδέλφια μου που έμειναν τα δυο και δεν εξοντωθήκανε στα Τάγματα Εργασίας..άλλο δρόμο τραβήξανε στου ξεριζωμού και του φευγιού το δρόμο.Άλλο βαπόρι στη Ρωσία τους εξέβρασε αυτούς.. Τα τρια αδέλφια μου ήδη ήταν νεκρά στα Τάγματα  Εργασίας και τα άλλα δύο αφήσανε τα κοκαλάκια  τους στη μακρινή Ρωσία, που διώχθηκαν εκεί και ποτέ μου δεν τα ξαναείδα.Έλα μικρούλα μου και πες μου εσύ..πόσο μεγάλη νάχει άνθρωπος καρδιά,για να χωρέσει τόσο πόνο....
Χρόνια μετά το λέγανε..ετούτο το αληθινό..το δύσκολο και τραγικό..το παραμύθι του φευγιού μας..Γενοκτονία των Ποντίων το ονομάσανε ..κι άλλοι δεν το δεχτήκανε..εκεί στα μακρινά τα ξένα.. μα εγώ το λέγω φονικό .. ένα φονικό ανελέητο..ετούτο του ξεριζωμού μας.. Δεν θέλω εγώ πια μοιρολόγια ούτε και κλάματα.. κάτι ακόμα πιο μεγάλο τους ταιριάζει..Γιατί όταν ο άνθρωπος χάνεται ρίζα μου.. μια ζωγραφιά ανεξίτηλη η μορφή του είν' ταιριαστό να γένει...και να πλανιέται απάνω από βουνά και θάλασσες όπου τον αναθρέψαν.κι οι ζωντανοί να μην ξεχνούν..να ''γεύονται''..και να μαθαίνουνε πως από τα ''συμφέροντα'' ισοπεδώνονται οι ζωές αθώων ανθρώπων...
 

''Το κορίτσι της Κερασούντας''- (απόσπασμα) - της Σοφίας Θεοδοσιάδη - εκπαιδευτικού.
( μιας ζωής σαν παραμύθι..μια αληθινή ιστορία ''ξεριζωμού'' )...
...............................................................................................................

 

17 Μαΐου 2017

για σένα Ηλιανή μου...







<< Επειδή το αδοκίμαστο και το απ’ αλλού φερμένο
Δεν τ’ αντέχουν οι άνθρωποι κι είναι νωρίς, μ’ ακούς
Είναι νωρίς ακόμη μες στον κόσμο αυτόν (
''κορίτσι'').. μου αγάπη μου..>>


Έτσι θα σου ευχηθώ και σήμερα.. 
<< να μην αλλάξεις..μ' ακούς? >>
με τους υπέροχους στίχους από το αγαπημένο σου Μονόγραμμα του Ελύτη..Γιατί είσαι από μόνη σου μια ποίηση για μένανε ..από τότε  που ''ετρύπωσες'' στον κήπο της ζωής μου..ήρθες σαν τριαντάφυλλο μικρό λευκό..κι έγινες μια ''αναρριχώμενη''.. όλο χάρη.. νάζι και μυρωδάτη εκατόφυλλη τριανταφυλλιά..  σκαρφάλωσες στον τοίχο της ψυχής μου.. κόρη γλυκειά και λυγερή.......
Να τα εκατοστήσεις !!!!!!!!!!!!!!!!!!!

η μάνα σου..η Σοφία σου...
..............................................................................................................
Όποιο κι αν είναι το χρώμα της αγάπης...απλώνεται..διαχέεται.. γίνεται φόντο ευτυχίας...την τραγούδησαν σε γλώσσες μύριες..πήρε μορφές κάθε φορά..μα εκείνη η μητρική αγάπη έχει  χρώμα αλλιώτικο ..μια μείξη μυστική..την έφτιαξαν οι μάγισσες..και δεν εματαδώσανε τη συνταγή αλλού...Με τα μάτια και το χρώμα της καρδιάς μου..για σένα κόρη λυγερή..άξια θυγατέρα......
η μάνα σου....


Ποιο το χρώμα της αγάπης - Λουδοβίκος των Ανωγείων 

..............................................................................................................


15 Μαΐου 2017

για ένα τραγούδι μιας ''Γοργόνας''..ας κινήσουμε - της Σοφίας Θεοδοσιάδη


Πόσα κοχύλια αλήθεια δεν ξεβράστηκαν σε ερημωμένες Χεμωνιάτικα..ανεμοδαρμένες αμμουδιές κι ακρογιαλιές..Σηκώθηκε ψηλά ο ήλιος στο στερέωμα..τα σύννεφα για να τον κρύψουν όσο κι αν το πασχίζουνε τώρα δεν το μπορούν..Πάλι Θεέ μου πήρε απ' την αρχή..για να  Καλοκαιριάζει.. σε τούτο το αλωνάκι το μικρό.. Χέρια θα σκύψουνε..και μάτια θα διαλέξουνε κοχύλια να μαζέψουν ..σαν διψασμένα από καιρό..''θιασώτες του ονείρου''...!!! Πόσα ταξίδια απ' τα ''βαθιά'' δεν κάνανε ετούτα εδώ τα όστρακα να φτάσουν ως εδώ. 

Πόσα τραγούδια που βουίζουνε μες στο λαβύρινθο εκείνου του μπουρού..πόσα τραγούδια που ταξίδεψαν απ' τα βαθιά..μιας όμορφης Γοργόνας..που χρόνια τώρα ψάχνει στο ''βυθό''..για να βρει το δικό της ''βασιλιά''..Πόσες αλήθεια οι φορές που εκινδύνεψαν.. που δεν ''καταβροχθίσθηκαν''..καθώς είναι γνωστό..πως πάντα το μεγάλο είν' το  ψάρι που το τρώει το μικρό..και χρίζεται αρχηγός..

Τώρα ο ήλιος πάλι ανέβηκε ψηλά..θα ''κάψει'' θα φωτίσει..εκείνο εκεί που για άλλους μοιάζει ασήμαντο κοχύλι ενός βυθού..μα είν' το ασημένιο το κοχύλι μου αυτό..θα ψάξω ..ίσως για άλλη μια φορά να γελαστώ..μα εγώ επίμονα θα σκύψω και θα αφουγκραστώ. ..γιατί εκείνο το τραγούδι που μου κουβαλά..είν' της Γοργόνας μου..που χρόνια τώρα αναζητώ..στο βάθος της απουσίας μέσα μου.. εκείνο της ψυχής σου...Γιατί..είναι μαγικός ο βυθός του έρωτα..''κάθετο μακροβούτι'' ...Δεν το φοβάται το βαθύ γαλάζιο του ..μοιάζει να είν' ανεξερεύνητος..ο κόσμος εκεί κάτω..............

Κείμενο - Σοφία Θεοδοσιάδη 
..............................................................................................................

12 Μαΐου 2017

Ιχνηλατώντας τον ''αμάραντο''..εκείνον της καρδιάς μου - της Σοφίας Θεοδοσιάδη.

Φωτο: Φανή Ορφανίδου - η μάνα μου
Σ' ένα λεπτό ριζόχαρτο..ιχνηλατώντας τις εικόνες της μορφής και της ζωής σου..να αγγίξω προσπαθώ ..σ' εκείνη τη μορφή σου τη νεανική.. σ'εκείνη να σταθώ.. που σαν το αποτύπωμα..στάμπα ανεξίτηλη της νιότης σου και μέσα μου ..ακόμα παραμένει.. Τώρα ''βασίλεψες''..που λέμε στο χωριό..δίνεις τη μάχη σου..εκεί στο μετερίζι σου..με τον αδυσώπητο το χρόνο...μα θα 'θελα..για άλλη μια φορά ..που είσαι ακόμα εδώ ανάμεσά μας..μια ''ζωγραφιά'' από λέξεις να σου στείλω λατρεμένη μου κι εγώ..καθώς που λεν' τις μάνες όλες της Γης σήμερα τις γιορτάζουν..Θαρρείς και υπάρχει μέρα εδώ ..που τα 'χατες και να μην τις γιορτάζουνε..και πως τις εξεχνούνε και ποτές.. 

Εκείνη η λεπτή σου η φωνή..εκείνο το τραγούδι σου ..που μέσα μου ''έγραψε'' λες και ήταν και είναι σε ακριβό ''βινύλλιο''... γραμμένη ..Παιδούλα εκεί μέσα στη σάλα τη μεγάλη του σπιτιού..με τα χρωματιστά μπορντώ της εποχής πλακάκια..να αραδιάζω τον καπνό..και να χαϊδεύει τα αυτιά μου σαν μια άρια..ετούτο το υπέροχο δημοτικό..παραδοσιακό τραγούδι σου 
<< για ιδέστε τον αμάραντο..σε τι βουνό φυτρώνει καλέ>>...Τι μελωδία θεϊκή..τι όμορφη ..και τι γλυκειά η αλάθευτη  φωνή σου..

Κι εγώ ..που ήμουνα κόρη μικρή..να πλάθω μύθους στο κεφάλι μου..και να με ταξιδεύω..Να ονειρεύομαι πως κάτι ''σπάνιο''..κάτι μοναδικό..κάτι άπιαστο πως είναι ο αμάραντος..και να αγωνιώ..να θέλω να του μοιάσω..Και να φυτρώνω και στα ''δύσβατα'' στις πέτρες..στα λιθάρια..Εκεί που όλα μαραίνονται..να ''κλέβω'' λίγη απ' τη δροσιά της ''υπόγειας'' και της κρυφής μου της ''πηγής''.. να ξαναζωντανεύω...

Ύμνος της ζωής μου λες και στάθηκε αυτός...το τραγούδι σου  μάνα μου..ετούτο το τραγούδι..εκεί μέσα στον κάματο..εκεί μές στο μεράκι σου για τη  ζωή....ύμνος για μένα '' Βυζαντινός'' θαρρείς μου μοιάζει..Λίγες οι γνώσεις μου οι μουσικές..με ένα μικρό ακκορντεόν πορεύτηκα και λίγες νότες βυζαντινές απ' τη σχολή μου εδιδάξαν...Μα δασκάλα μεγάλη ήσουν μέσα μου μάνα μου...εσύ ''αγέρωχη'' χωριατοπούλα μου....μου έμαθες..με δίδαξες..να ψάχνω ..και να ακούω τις ποιοτικές τις μουσικές..και να ανεβαίνω ''σκάλες'' μέσα μου και γύρω μου και εντός μου..  Αλήθεια μάνα..να ξερες..αχ να 'μουν κοντά σου πάλι σήμερα..και να σου ψιθυρίσω στο αυτί..πόσα ..μα πόσα σου χρωστάω..

Ποτέ θαρρώ να σου ''εξοφλήσω'' το  χρέος τούτο δε θα μπορέσω σε τούτη τη ζωή όσο ζω..γιατί εσύ.. εκείνον τον αμάραντο μου φύτεψες στα στήθια..Έγινα ένα με αυτόν..κι ακόμα η δική σου η φωνή μου τραγουδάει..κάθε που ο ''αμάραντος'' πέφτει σε έτη δίσεχτα..και ανομβρία τις  ζωές μας κατακλύζει.. Πόσο μικρή η λέξη ευχαριστώ..πως να ιχνηλατήσω εγώ τόσο μικρή..τα λιβάδια απ' τους αμάραντους που εφύτεψες εντός μου ? Πάντα θα στέκεις μέσα μου αγέρωχα..ένας ''αμάραντος''...ένας αμάραντος σηματοδότης......
Κείμενο - Σοφία Θεοδοσιάδη..
............................................................................................................. 
 Ύμνος της ζωής μου αυτός...της μάνας μου το τραγούδι..εκεί μέσα στον κάματο..εκεί μες στο μεράκι της για ζωή....ύμνος για μένα '' Βυζαντινός'' θαρρείς μου μοιάζει..όσο για την κ. Γαδέδη..τι να πω...πλούσιο βιογραφικό..απέραντα ονόματα συνεργασίας της..ως σολίστας στο φλάουτο..στις μεγαλύτερες ορχήστρες..συνεργάστηκε με το Χατζιδάκι..εντός και εκτός συνόρων..μια σεμνή..ταπεινή..χωρίς κραυγές..χωρίς φανφάρες.. αξία στη μουσική..ρυθμός σοβαρός..και γνήσια φωνή.   
Μια μουσική αλλιώτικη..μια μουσική και ''όργανα'' ..αυτό το σόλο φλάουτο.. που τόσο μοναδικά παίζει η σοβαρή αυτή κυρία της μουσικής..που  σε ανασταίνει.!!!... και που όλα αυτά.. μαζί με την αφτιασίδωτη λυρική της φωνή σε ανεβάζουν στα ουράνια !!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!
Ευχαριστώ κ. Γαδέδη !!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!




Παραδοσιακό - ΓΙΑ ΙΔΕΣΤΕ ΤΟΝ ΑΜΑΡΑΝΤΟ - Στέλλα Γαδέδη

............................................................................................................ 

9 Μαΐου 2017

Ρούχο ''στενό'' το διαφορετικό..- της Σοφίας Θεοδοσιάδη.


Ρούχο στενό το διαφορετικό..αφόρητος '' κορσές''
δεν το αντέχει η ''λιγοστή'' ψυχή..δεν το μπορεί..
δεν το σηκώνει το ''πολύ'' και το ξεχωριστό 
του αλλουνού ..ο νους και ο λογισμός μας..

Εγκλωβισμένοι στης ψυχής μας τη στενότητα 
και του εγωισμού στην ''αλυσίδα'' μας του νου..
δε θεωρούμε άξιο..και έντιμο..μεγάλο και σπουδαίο και τρανό..
μικρό και αδιάφορο το λογαριάζουμε..
 και λίγο και ανούσιο..ό,τι δεν μας αγγίζει..
ό,τι ακατόρθωτο μοιάζει και άπιαστο..απ' το ''μικρό'' μας εαυτό ..

Φοβίζει το '' ανώτερο''..φοβίζει το ακατόρθωτο στα μέτρα μας..η διαφορετικότητα..αγωνία του μυαλού μας φοβική..
διοχετεύει ''ρεύματα''  κακίας και ασπλαχνίας  στην ψυχή..
κρεμάει μ' ευκολία στο ''τσιγκέλι''..''το''.. βάρος που δεν αντέχει.....
Το λέγανε απλά και ήσυχα και λογικά..ακόμα και οι παπούδες μας..ακόμα κι οι γονιοί μας πως:
<< όσα δε φτάνει η αλεπού..τα κάνει κρεμαστάρια >>..

Σκέψεις - Σοφία Θεοδοσιάδη.
...............................................................................................................

8 Μαΐου 2017

ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ...στο λεβέντη μου........

                                                
Πάρε το ύπνε το παιδί, Κι άμε το στα περβόλια 
Γέμισε τα στηθάκια του, Γαρύφαλλα και ρόδα 
Κοιμήσου εσύ μωράκι μου, Σε κούνια καρυδένια 
Σε ρουχαλάκια κεντητά, Και μαργαριταρένια. 
Κοιμήσου με τη ζάχαρη, Κοιμήσου με το μέλι 
Και νίψου με το ανθόνερο, Που νίβονται οι άγγελοι
............................................................................................................. 

Κι αν την ψυχή σου ''άγγιξε'' κι αν την ''απαλοχάϊδεψε'' ένα νανούρισμα γαλήνιο της μάνας σου..φύλαγέ το σαν αποσκευή...το κακό όσο κι αν σε ''κυνηγά'' να μη μπορεί να σ' έβρει..

Γιατί στης μάνας την ψυχή..πάντα ένα νανούρισμα..ένα μικρό παιδί θα στέκεις ''φυτρωμένο'' εκεί..και θα σε συνοδεύει...όσο μεγάλος κι  αν γενείς..όσο κι αν διαβαίνουνε  τα χρόνια.... 
Ένα ατέλειωτο νανούρισμα..μια ατέλειωτη ευχή...για το καλό σου.. 

η μάνα σου Σοφία....
..............................................................................................................

Με την υπέροχη..γαλήνια φωνή της Αλεξίας Χρυσομάλλη..μιας ταλαντούχας..σπουδαγμένης στη Βυζαντινή μουσική..μιας κοπέλλας νέας.. που ψάχνει τις μουσικές του κόσμου..όπως δηλώνει και η ίδια..και με το υπέροχο ..πάντα προσεγμένο βίντεο του κ. Βιδάκη..που η αισθητική του στις εικόνες μαγεύει..''σιγοτραγουδείστε στα αγαπημένα σας''........
.............................................................................................................

5 Μαΐου 2017

απογεύματα που ''χάθηκαν''.. - της Σοφίας Θεοδοσιάδη.

 Είναι δρομάκια και γωνιές στην πόλη μου..και στο μικρό χωριό μου..που λες κι ο χρόνος εσταμάτησε εκεί από καιρό..Ζωγράφισε κατέγραψε την ομορφιά που μπόρεσε..σε ένα κάδρο να χωρέσει..να φυλάξει..Κίτρινο λέν' πως είν' το χρώμα αυτό της Άνοιξης..κίτρινο και το χρώμα του Μαγιού..Γιόμισε η ψυχή μου..απ' τις ναζιάρες..τις ευαίσθητες μιμόζες του..τις όμορφες γαζίες του.. δρόμου.. που μοιάζει απ' των παραμυθιών.. πως είν' απ' τις σελίδες κρατημένος...

Αράδιαζαν σαν έρχονταν τ' απόβραδο.. τα καρεκλάκια τους έξω απ' το πλατύσκαλο εκείνου του μικρού ..διθέσιου σχολειού..τόπος συνάντησης των γυναικών..όπως πηγαίνουνε στα καφενεία οι άντρες...Γριες ..μεσόκοπες και νιες..σε έναν τόπο συνάντησης καθημερινά..μετά απ' τον κάματο μιας δύσκολης όπως λογίζεται και είναι..η μέρα στα χωριά...Κυρτές με το μπαστούνι τους..μα απουσία δεν κατείχαν τι θα πει Χειμώνα - Καλοκαίρι..αν και μεγάλες οι διαδρομές που εδρασκέλιζαν ..στο καθημερινά αφρισμένο το ποτάμι της ζωής..παρούσες πάντα να διηγηθούν εκείνα τα αναμνηστικά..της σύντομης ..μα τόσο πλήρους πια.. της βασανισμένης της ζωής τους..

Της Κυριακής τα απογεύματα ήταν ξεχωριστά..γιατί πάντα από παλιά ..ανέκαθεν η Κυριακή ήταν και είναι σκόλη..Δεν είχε προκοπή ελέγανε ο ζευγάς...που στο χωράφι ..στη δουλειά..εκίναγε τη μέρα του να πάει να περάσει..Ήταν ''απάγκιο'' εκείνη η μεριά κι είχε και μια αίθουσα των γυναικών που ήταν του συλλόγου.. Λουσμένοι..καθαροί..ντυμένοι με τα φτωχικά..μα καθαρά..και τόσο φροντισμένα από τα χέρια γυναικών φορέματα και αντρίκιες φορεσιές..πλησίαζαν να ενωθούν..στης επικοινωνίας το πεζούλι.. στο τραπέζι...

Γρανάζι οι ίδιοι οι άνθρωποι..ένας μοχλός ασκούριαστος..κόντρα πάντα στους δύσκολους καιρούς..με πείσμα τη ζωή κωπηλατούσαν. Λόγια που γράφονταν πολλά σε κείνα τα σκαλάκια του σχολειού.. μα και στου καφενείου τα μικρά τα σιδερένια τραπεζάκια .. Κουτσομπολιά..αληθινές συχνά ιστορίες αδιήγητες..όλα μα όλα για σκοπό..καλό σκοπό ή και κακό...όλα στην επικοινωνία...Ήταν κοντά οι άνθρωποι εκείνον τον καιρό.. ανάσες ζωντανές τριγύρω τους..κομμένες και ραμμένες για τα μέτρα τα δικά τους..αρώματα που κράταγαν μέχρι το τέλος της διαδρομής..αποτυπωμένα συναισθήματα ανεκτίμητα...στον αέρα να πλανώνται του χωριού..

Μια οικογένεια θαρρείς πως έμοιαζε..με τα καλά και τα κακά που κουβαλάνε οι ανθρώποι...Τώρα οι γειτονιές αλλάξαν χρώματα .. αλλάξανε και οι ιστορίες των ανθρώπων..Δεν τρέχουνε γύρω- γύρω τα παιδιά..κρυφτούλι για να παίξουνε.. φοβούνται πια τις γειτονιές.. φοβούνται τις αλάνες..Όχι όταν είναι Χεμωνιά..ούτε όταν είναι  Άνοιξη..Φθινόπωρο και ωραίο Καλοκαίρι..είναι που το ποτάμι αλλιώς κυλά...είναι που επλημμύρισε ο φόβος τους μεγάλους..

Μα τα παιδιά είναι παιδιά και πάντοτε..πάντα θα ρίχνουν σπόρους ακόμα και μες στη Χειμωνιά..σε κείνα εκεί τα '' ξέμπαρκα'' σπουργίτια..πάντα θα αναζητούν τις Άνοιξες ..εκείνες της καρδιάς..πάντα θα βρίσκουν μια ''αφορμή'' να παίζουνε..όλες τις εποχές...

Κείμενο - Σοφία Θεοδοσιάδη...
..............................................................................................................