21 Οκτωβρίου 2019

''ΓΔΑΡΜΕΝΑ ΗΣΑΝ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ''

art : Bogdan Prystrom
Τρανά τα όνειρα στη Γη..
τρανότερα εκείνα τα γδαρμένα..
πα στο τσιγκέλι του ''χασάπη''  χάσκουνε..
σα  μάτια από σφαχτά..
που εφάγανε στα ξαφνικά τη μαχαιριά..
μασώντας..μηρυκάζοντας..ταξίματα..
ξεφλουδισμένα των καιρών..
μες στα λιβάδια τα ανήλιαγα..
σύναξις κυβερνήσεων συνομωτών..
τσιμπούσι μεσαζόντων της ειρήνης..
κομμένης και ραμμένης στ' αδηφάγα τους τα στόματα..τα βλέμματα..
στας πλαδαράς κοιλίας στο κοστούμι τους
την τρυφερή βαρύτητα της καλοσύνης 
αψηφώντας των παιδιών..
Στην ευτυχία δίνουν ορισμούς του ποδαριού..
σκαρφίζονται..ονομάζονται σωτήρες..
Χαθήκανε οι σελίδες οι αξιακές..
στης προπαγάνδας τα τεφτέρια η κατάντια..
Μα το όνειρο είν' πουλί αλώβητο..
στου χρόνου τις αιώρες..
γιατρεύει τα σπασμένα του φτερά..
φωλιές τα στήθια των μικρών παιδιών..
το όνειρο επωάζουν...

''Γδαρμένα ήσαν τα όνειρα'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

20 Οκτωβρίου 2019

''ΣΕ ΜΥΡΟΒΟΛΟΥς ΕΦΥΕΤΟ''


art : Katia Chausheva
Ψυχή παίρναν τα σύννεφα
κρύο νερό τρατάρανε οι αυλακιές..
στης μυστικής μου προσευχής
εστάλαζαν τις σκέψεις μου τις μύχιες
δάκρυζαν την αγάπη...
Σε τούτο το μετόχι τ' αψηλό
αργόσυρτα οι καμπάνες του..
καμπάνες μου με οδηγούν
στη χώρα σου τη μακρινή..
εκείνη που αλλαργεύει καθημερινά
στην θαλερήν ''μη με λησμόνει''
μακράν του θρήνου 
για την ορατήν φθοράν..
μακράν της λοιδωρίας..
είναι στιγμές εξαγνισμού..
σε μυροβόλους εφύετο η αγάπη σου
προμάντεμα ψυχής Καλοκαιριού
κι ας είν' τα μονοπάτια της τραχιά
στο πάνθεον των κήπων των ψυχών
τολμώ...
το αμόλυντον του χιτώνα σου ν' αγγίξω
στην αγρυπνία της ψυχής μου Εκείνον συναντώ
προσεύχομαι για την αγάπη..την αγάπη μας
γιατί αγαπώ τον άνθρωπο
σ' αγάπησα κι εσένα..

''ΣΕ ΜΥΡΟΒΟΛΟΥς ΕΦΥΕΤΟ'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

19 Οκτωβρίου 2019

''ΜΑΒΙΑ ΠΑΡΑΠΟΝΑ''


Ένα συναίσθημα..ως σκευοφύλαξ της ψυχής
μου έσφιγγε τα δάχτυλα σφιχτά..
τις νύχτες σε ζωγράφιζα
μιας οπτασίας φωτεινής
σκοτάδια να φωτίζεις...
Δεμένες με μεταξωτές κλωστές
μαβιά παράπονα οι σκέψεις μου για σε
τα βράδια όπ' αγκάλιαζα
τ' άδειο σου μαξιλάρι...
καρτέραγαν οι λέξεις σου
αναπαμό δεν άφηναν
μοσχομυρίζαν 
της ψυχής σου τα κρυμμένα γιασεμιά
τα χέρια άπλωνα για να τα μυριστώ
έμενε άδεια η αγκαλιά
απρόσμενα εχανόσουν..
Να σου θυμίσω προσπαθώ
κι ας η σιωπή σου θάνατο κερνά.. 
Νοέμβρης ήτανε θαρρώ
κι ο έρως εξεκίνησε για να μας τυρραγνεί
σαν κεραυνός εκίνησε
που πέφτει κατακόρυφα..
σε αψηλό δεντρί.
Μαζί το συμφωνήσαμε..
λαγκάδια..λίμνες..ομιχλώδεις ρεματιές
μαζί να περπατούμε..
μα εσύ αθέτησες στου δρόμου τα μισά..
έσπασες και του έρωτα την ομερτά
και της αγάπης όρκους..
Εις τα γεμίσματα των φεγγαριών
στ' αλύχτισμα των λύκων
με βράδιασαν οι χρόνοι μου...
φοβάται η ψυχή να τυλιχτεί
της απουσίας το σκοτάδι..............

''ΜΑΒΙΑ ΠΑΡΑΠΟΝΑ'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη..
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,


17 Οκτωβρίου 2019

'' Kυκλάμινος ο Έρωτας''.


Σε μιας παρτίδας σκάκι η μικρή σου η ζωή
νίκες σου χάρισε ένδοξες..
σε κάστρα σ' οχυρά..σε στρατιώτες
άξιζε για να παίξεις απ' αρχής
κι ας ήταν μελημένο για να χάσεις..
Ναυαγισμένη στους καιρούς 
η απογυμνωμένη σου καρδιά
στων χαλασμάτων σου των κάστρων
έναν έρωτα εποθούσε αληθινό..
τη γύμνια να σκεπάσει..
αλέρωτον..εις τ' αψηλά
στον ουράνιον τον θόλον να σε βγάζει..
τις νύχτες που εφουρκίζονταν
στις λιγοστές ανασεμιές
στου λαιμοδέτη της συνήθειας τον κόμπο..
στις έρημες σβηστές πυγολαμπίδες σου
του νου..
προξενητάδες έστελνες στα βράδια της
ως μάγοι για προσκύνημα
εστέκονταν στης μάνας της την πόρτα..

Καλλιγραφίας ήσαν τα γράμματα
στο ραβασάκι το κλειστό
απ' της καρδιάς σταλμένο..
τρανό ήταν τ' ονείρεμα
τα λιγοστά σου τα κυκλάμινα..
μήπως και ριζωθούνε..
Σου μήνυσε πως είναι αργά..
αγάπες να της τάζεις..
απόκριση της έστειλες
πως φυλαγμένο είχες έρωτα..
κι ένα κρυμμένο σ' αγαπώ..
που χρόνια το εβλάσταινες..
και έψαχνες το χώμα.

Κρυμμένα εφύλαξε τα άνθια τα μικρά..
από το γάργαρο νερό..
που εκύλαε στο πνεύμα το ευγενές της
δροσοσταλιές καθημερνά..
εστάλαζε στο βάζο..
τα διαλεχτά σου τα κυκλάμινα 
να καρτερεί..
μην τύχει και ριζώσουν..
Έρωτας έμοιαζες θαρρώ..
ένας έρωτας ''κυκλάμινος''..
με μια κλωστίτσα συρραφή..
στον πόνο της καρδιάς της..
Τώρα μονάχος..θλιβερά..
Πενθείς στους ήχους της σιωπής
στο ναρκοπέδιο της ψευτιάς 
αυτοεγκλωβίζεσαι..
αυτοκτονείς για την λοβοτομήν
τα γοερά σου βράδια...
ως δήθεν τα 'χατες 
του χρόνου οφθαλμαπάτη εστάθης τρυφερή
το ροζ του Φθινοπώρου εφύτευε..
τραγούδια άκουγε η καρδιά καρτερικά..
πατώντας τ' ακροδάχτυλα
στις μουσικές της τρίλιες..

 '' Κυκλάμινος ο Έρωτας'' - Σοφία Θεοδοσιάδη.
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

15 Οκτωβρίου 2019

'' ΦΟΡΕΜΑ ΜΕ ΜΑΡΓΑΡΙΤΕς''


Το είδωλο της νιότης στον καθρέφτη σου
άρρητα ερωτεύοσουν τα πρωινά...
στο φως..σου αποκαλύπτονταν η ομορφιά
η αγωνία εσπαρτάραε στο γυαλί
ανάμεσα σε δύο κόσμους περπατούσες
λελογισμένα άλλοτες
αλόγιστα επέρναες εις το υπέρυθρον 
της νεότης σου το φάσμα...
το κλάμα της ψυχής σου εραγίζονταν..
τα θρύψαλα εσκόρπαες με μιας
κι ας..τα ταξίδια σου τα εσωτερικά..
σε φέρνανε σε πόρτες χαλασμάτων..
Έριχνες νέο βλέμμα..αυτάρεσκη ματιά ..
στη λυγερή την κοπελιά.. 
σου έκλειε το μάτι συνομωτικά
ήταν μικρή..ατέρμονη..ατίθαση
σ' έφερνε στις κρυψώνες της
ζωή την ονομάζαν..
Η εσωτερική σου μετανάστευση 
σ'  ωθούσε ανεπιστρεπτί 
τις αυταπάτες σου νικούσες
την απελπισμένη νοσταλγία σου
έδιωχνες για το παρελθόν ..
καινούριο εφαλτήριο αναζήτησης..
το άλμα να σε σώζει αποζητούσες...

Πορεία εχάραζες στο γκρίζο των καιρών..
αμετανόητη στο άκουσμα των τραγουδιών..
το ''σ' αγαπώ γιατί είσ' ωραία'' σε εμάγευε.. 
Δήλωνες αθεράπευτα ρομαντική
δήλωνες αθεράπευτα Γυναίκα...
Τολμούσες.....
χρωματιστό μελάνι εζωγράφιζε
φόραες το φουστάνι της ψυχής
ανθάκια..μαργαρίτες κεντημένο
ένα παιχνίδισμα στο φυλλομέτρημα
''το μ' αγαπά δε μ' αγαπά''
σε πείσμα των καιρών σου και των χρόνων..
γνώστης βαθύς του Φθινοπώρου που εμέσιασε
της εποχής και της ζωής σου
δεν χάνοσουν στο ψυχανέσμισμα των στίχων σου
τους κράταες αγκαλιά..
Μέθη η ζωή..Γυναίκα εσύ
και πως να της αρνιόσουν............. 

  '' ΦΟΡΕΜΑ ΜΕ ΜΑΡΓΑΡΙΤΕς'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

14 Οκτωβρίου 2019

''ΟΤΑΝ ΟΙ ΚΡΑΥΓΕς''..




Οι καθαρές εικόνες του Θεού..

καθώς το άωρον της ηλικίας τους
δεν παρεδόθη στην αμαύρωσιν
μορτάκια του άσπρου σύννεφου
παντελονάκια αέρινα
της αγνότης τα παιδιά.

Όταν κραυγές
εκεί που σβήνουνε οι μουσικές
που ξεθωριάζουν τα τοπία τα χρωματιστά
ως μέγας τιμωρός όντας ο ίδιος ο Θεός
ως κατελθών επί της Γης
Ας βρέξει μίαν Θείαν οργήν
Σ' Αυτών..............
που στης Ιστορίας το διάσελο
εκατακρήμνισαν..ελάβωσαν
το ακούρευτο το όνειρο
σε κουρεμένων κεφαλών
αμούστακων παιδιών
στα άμωμα..των κοιμωμένων
του πολέμου μάτια των παιδιών..
ας φύονται μαργαρίτες.....


'' ΟΤΑΝ ΟΙ ΚΡΑΥΓΕς'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,.


 

''ΣΤΟ ΠΑΡΑΘΥΡΙ ΚΑΘΟΜΟΥΝ''


Ανθρώποι τρέχαν στα υπόστεγα
τα κεραμίδια έσταζαν..
επότιζαν τις ρίζες μου του νου
εβρέχαν τα κλωνάρια της ψυχής μου..
μ' έκλεινε μέσα η βροχή απ' το σούρουπο
στης λάμπας το αχνό το φως..
στο παραθύρι κάθομουν
σημειωματάρια..βιβλία ..χαρτικά.. 
έναν Δον - Κιχώτη έψαχνα 
στους ανεμόμυλους πάλι 
και πάλι να με βγάζει..
δεν ονειρεύομουν να κονταροχτυπηθώ
με όπλα και με σφήνες..
μα με ένα λόγο πύρινο..
που αγέρας ίσως να γενεί..
συνθέμελα να τρίξουν..
Μα μοναχή μου έλεγα..
και πως να ξανοιχτώ..
λιγόστεψαν θαρρείς..εσκιάχτηκαν
Οι Δον - Κιχώτες χάθηκαν 
του Μιχαήλ Θερβάντες.
Κρυάδιαζε ο καιρός κι η μάνα κρέμαγε..
βελόνες με το ράμα στο λαιμό της..
έπλεκε στα νυχτέρια της
έγνεθε αγάπη η νόνα η γλυκειά
ψυχές..καρδιές..
γυμνά κορμιά για να ζεστάνει..
ως τα μεσάνυχτα γεμίζανε την κάμαρη
στη φωταυγή οι σκιες χανόταν..

Μονολογώ..ξεσπώ ..καυτηριάζω ..
κλαίω..γελώ..
χαίρομαι κι αγαπάω..
άνθρωπος είμαι ζωντανός..
μες στο πετσί μου από όλα κουβαλώ..
και ας εξέφτισε η ούγια τους
στους χαλεπούς..των ελλειπών καιρούς..
στης βαρβαρότητας τα στέκια..
μην τάχα ψάχνω χίμαιρες 
να χάνομαι σ' αυτές ?
Γενναίο το παραμύθι μου
σελίς προτελευταία...
Αποξεχνιέμαι στ' άθελα...
μια χαραμάδα φως εις το σελιδοδείκτη μου
ανέπαφο το ονείρεμα κρατάει..
μια φωτοσκίαση θα αντιστρέψει τα είδωλα
δύσκολη μοιάζει η γέννα της αντιστροφής
μα κάθε γέννα εγκυμονεί..
ελπίδα ..προσμονή..

ΣΤΟ ΠΑΡΑΘΥΡΙ ΚΑΘΟΜΟΥΝ - Σοφία Θεοδοσιάδη.
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,