29 Μαΐου 2017

νόστος..αγάπης νόστος.. - της Σοφίας Θεοδοσιάδη.

Κι εγώ ν' αναζητώ τ' απόβραδα.. εκείνα της μαγείας της ψυχής..και να τα συναντώ..μονάχα πέρα από τα σύννεφα..εκεί όπου εχάθης.. Δεν έχει πια τη δύναμη κανείς..κανείς δεν βρήκε το κλειδί..την πόρτα της καρδιάς μου να ανοίξει..Θυμώνω ώρες - ώρες μαζί σου και τα βάζω δυνατά..λέω να μαζέψω ό,τι άφησα στη θέση τους .. από τα πράγματά σου..Εκείνο το ρολόι της τσέπης σου..που το σταμάτησα την ώρα του φευγιού σου...το κεχριμπαρένιο κομπολόγι σου..που εκουβάλησε ο πατέρας σου..απ' της πατρίδας σου τα μέρη..εκεί απ' τα βάθη του Βορρά.. της Οδησσός τα αλώνια.. 

Μα μετανιώνω στη στιγμή.. μονολογώ και λέω: Ευλογημένοι απ' το Θεό..όσοι εγεύτηκαν και ''μονορούφι'' ήπιαν τη μαγεία της ζωής..κρατώντας σου το χέρι...έστω και μια φορά..Πώς να ανταλλάξω μες σε μια στιγμή..πως να κατέβω από το πιο ψηλό σκαλί..στο τελευταίο μίας πίστας ''λαϊκής'' να τραγουδήσω ? Χαμογελώ..και δε θυμώνω πια..που εξέχναγες όπου προλάβαινες κλειδιά..γυαλιά.. ακόμα και ανθρώπους..ήταν που μου λεγες πως τάχατες..δεν αναλώνεσαι στα τετριμένα..στα απλά....

Κι εγώ ..που ήξερα..κι εγώ που καταλάβαινα..ο χρόνος καθώς πέρναγε..και μέτραγε ''αντίστροφα'' για σε..εχαμογέλαγα μαζί σου και εγώ..πως συνενούσα έλεγα..κι είχαμε έναν κώδικα σιωπής.. παραδοχής..δίχως μια λέξη να ειπωθεί..για την αφηρημάδα σου αυτή..που την καθημερινότητα δυσκόλευε..μα επορεύοσουν καλέ μου εσύ..γιατί πολύ σε αγαπούσανε οι ανθρώποι οι δικοί σου..Έπαψε να με νοιάζει πια από καιρό..ούτε που ακούω τις ανίαρες και ''φλύαρες'' σειρήνες..που τάχα λέν' πως είμαι αθεράπευτα ρομαντική..και μένω ώρες- ώρες ''κολλημένη'' στα παλιά...Μα τα παλιά κρασιά και τα αρώματα είναι τα ''ακριβά''..κι όποιος δεν ήπιε μια φορά και δεν τα φόρεσε..έχασε και την ''αίσθηση'' αυτή των αρωμάτων..μέθη λαγνείας μέσα μας τα ''δυνατά'' κρασιά...

Έρχονται βράδια και φορές και δειλινά..που χω ''φτερά'' στα πόδια μου σε σένα να πετάξω..Ψάχνω..και ψάχνω..στης ομίχλης και της καταχνιάς των σύννεφων..και στης ομίχλης των καιρών..εκείνη τη μορφή να αναγνωρίσω..και να βρω..μορφή να μεταλλάσσεται.. χίλιες μορφές να παίρνει..και το χαμόγελό σου να γεννά..Νόστος χωρίς επιστροφή..νόστος γλυκός και ακατόρθωτος.. νόστος γλυκό σαν βύσσινο του κουταλιού της μάνας μου..μα πάντα ένας νόστος.. αληθινής ''αγάπης'' νόστος παραμένεις..και αν πολλές αγάπες ήρθανε..μου συστηθήκανε για αγνές..είναι η δική σου που ''ξεχώρησα''.. γιατί κάθε που κίναγα να ''μυριστώ και να μυρίσω'' ..καινούριο άρωμα να το φορέσω και να φορεθώ.. έρχονταν υποδόρεια η δική σου η υφή.. με χάϊδευε απαλά. ..να μου θυμίσει στη ζωή.. καθώς νοθεία έπεσε πολύ..ακριβά πολύ τα υλικά τα ατόφια.. Η θύμησή σου μου εψέλλιζε πως των ερώτων της συνήθειας..δεν ήμουν θιασώτης.. γι αυτό έχω το δικαίωμα να σου μιλώ για ''νόστο''.......

μα...στο θεατράκι της ζωής..δεν παγιδεύτηκα ανάμεσα στο μαύρο και στο άσπρο..διάλεξα χρώματα ζωής στο ομολογώ..όσο κι αν μου ''θυμώσεις''..είναι βαθιά η επιθυμία μου να ζωγραφίσω όσο ζω..γυρίζοντας προκλητικά την πλάτη μου στο χρόνο..την τρικυμία που 'χω μέσα μου μήπως και την κοπάσω...είναι ''πλανευτικά'' τα χρώματα και οι ήχοι της ''σειρήνας'' της ζωής...

νόστος..αγάπης νόστος - Σοφία Θεοδοσιάδη.
..............................................................................................................

σκέψεις για τη ''Μελισσάνθη'' - της Σοφίας Θεοδοσιάδη.


Πως ν' αρνηθείς τις στάλες της βροχής..που μούσκευαν ερήμην σου το φόρεμα εκείνο..που το άπλωνες κάθε φορά λιακάδα να γευτεί..ανυποψίαστη πως είχαν μαζευτεί τα σύννεφα και ξέσπαγαν αθόρυβα..και ύπουλα.. στάλα τη στάλα να σε ξεγελάσουνε..πως τάχα εσύ απλά θα δροσιστείς..δε θα βραχείς κατάσαρκα..μα αθώα εσύ δεν το φαντάστηκες..δεν ήθελες..δεν άντεχες.. πως...η εποχή της Μελισσάνθης  τέλειωσε..άπλωνες στα σχοινιά τα ρούχα  να στεγνώσεις...

Ερχότανε απροσκάλεστα τα σύννεφα..να σου θυμίσουνε τα λόγια τους..μα είχες πάψει από καιρό..δεν ήξερες..δεν καταλάβαινες.. ξέχασες τη γραφή και την ανάγνωση.. που αυτά μαζί τους κουβαλούσαν..Μοιάζαν βρεγμένα ρούχα πα στο λιακωτό τα ρούχα σου στο σύρμα απλωμένα..μα κουβαλούσες πα στα γκρίζα σου μαλλιά..λουλούδια λες και γίνονταν..οι χαμένες μας που μοιάζανε επιθυμιές κι ελπίδες...

 σκέψεις για τη ''Μελισσάνθη'' - Σοφία Θεοδοσιάδη..
..............................................................................................................

.............................................................................................................

28 Μαΐου 2017

''άστεγη'' η ψυχή του..- της Σοφίας Θεοδοσιάδη.


Είχε μείνει πλέον ''άστεγος''..έψαχνε απεγνωσμένα να 'βρει μία στέγη..ένα ''δωμάτιο'' να ξαποστάσει τη λεηλατημένη από μόνη της ψυχή του..Ρακένδυτη η ψυχή στα θέλω του κορμιού του ..βήμα αργόσυρτο..ζητιάνος μιας αγάπης..θύμα της ίδιας ανημπόριας του.. να αγαπήσει και να αγαπηθεί...Έψαχνε απεγνωσμένα..χάνονταν μες στα σοκάκια τα ανήλιαγα..τρύπωνε  στα καλύβια που δεν τον χωρούσαν..

Θόλωνε το μυαλό του απ' την ''κλεισούρα'' της ψυχής..έβλεπε όσα ονειρεύονταν..έβλεπε όσα έζησε λειψά..πόναγε..στιχάκια σκάρωνε ψυχής να 'βρει έναν ήλιο το απομεσήμερο..λίγο να τα φωτίσει..Μα ο ήλιος στάθηκε ψηλά..τον κρύψανε τα σύννεφα..Κι αυτός..έπαψε πια να κελαηδεί μελωδικά..βραχνό κελάηδημα η μελωδία του να μοιάζει..χανόταν στα ''κρωξίματα''.. των μαύρων της ψυχής του των πουλιών..τα ''τιτιβίσματα'' είχανε από καιρό κρυφτεί..

 Σκέψεις για ένα φίλο - Σοφία Θεοδοσιάδη.
...............................................................................................................

25 Μαΐου 2017

και συλλαβίζοντας... - της Σοφίας Θεοδοσιάδη.

 Και συλλαβίζοντας..ως τα σκαλιά της ''πόρτας'' μου του νου μου να συρθώ..να ξεκλειδώσω..να ακουμπήσω την ''πραμάτεια'' που εμάζεψα ολημερίς..μέσα στου κόσμου και της πόλης τα σοκάκια..
Θα ''συλλαβίσω'' όπως κάθε απόβραδο..ό,τι αγκάλιασα από το χάραμα..ό,τι με πόνεσε..με πλήγωσε..μου χαμογέλασε..θα ''συλλαβίσω''την ασχήμια και την ομορφιά..όση χωράει μέσα σε λέξεις..θα συλλαβίσω εκείνες τις φωνές που χάϊδεψαν τ' αυτιά μου..

Τις λέξεις μου θα τις στολίσω για άλλη μια φορά..θα τις κεντήσω καλλιγραφικά..μήπως και σώσω την ''ψυχή'' τους..μήπως κι εγώ μαζί μ' αυτές τολμήσω και σωθώ...Θα ζωγραφίσω με πινέλλα ολοκαίνουρια..λέξεις με χρώματα Άνοιξης να μοιάζουν..στιχάκια που αγκαλιάζουνε τα  συναισθήματα..μήπως τα μάτια μου αντέξουν να κοιτούν..Βάρυνε ο κόσμος πα στα βλέφαρα..έκρυψε λες τα δειλινά..τα πορφυρά τα χρώματα θέλει κατόπι να τα πάρεις..απ' την αρχή ..στις χούφτες σου τις αδειανές μέσα για να τα κρύψεις.. τα χέρια να τα απλώσεις σαν δε φοβηθείς..να κόψεις..να μυρίσεις το φλισκούνι κι άγρια μέντα..

Τελειώνει τούτη η Άνοιξη..είχε τα χρώματα πολλά..θαρρείς και δεν
 προλάβανε οι άνθρωποι..τα ρούχα τα χρωματιστά.. στον ήλιο να απλώσουν..Λερά τα σύρματα και οι απλώστρες  μες στους κάμπους της μικρής μας της ζωής..χέρι δε βρέθηκε να γίνει γυαλιστής..να καθαρίσει και τη σκόνη αυτή.. που απλώθηκε στις πόλεις..στις ψυχές ..Μα εγώ μαζεύτηκα..συνήθειο κάθε σούρουπο το'χω από παιδί..να χουχουλιάζω στου μυαλού..στης ''κατακόμβης''μου τη σκέψη..θα ονειρευτώ για άλλη μια φορά..ποιός ξέρει ίσως  να 'ναι εις μάτην .. μα θα ονειρευτώ ξανά μιαν Άνοιξη..προσμένοντας αλλιώτικη.. ολοκαίνουρια να μοιάζει..

και συλλαβίζοντας.. - Σοφία Θεοδοσιάδη
.............................................................................................................

23 Μαΐου 2017

δε μου άρεσε το μάθημα ..που για καννίβαλους μιλούσε - της Σοφίας Θεοδοσιάδη.


Κι εσύ που κάνεις τον αγώνα σου τον ''εσωτερικό'' ορθή σαν το δεντρί που το χτυπούν οι ανέμοι των καιρών για να σταθείς..κι εσύ που ανοίγεις διάπλατα τ' αυτιά..τις μουσικές της φύσης.. τις μουσικές από τα φυλλοκάρδια των ανθρώπων να διαβάσεις και να αφουγκραστείς..έρχονται εκείνες οι στιγμές..που γονατίζεις στην ασχήμια τους μπροστά..σε κείνη την ασχήμια της ψυχής και του μυαλού..κάποιων διεστραμμένων..καθοδηγούμενων απ' το σκοταδισμό των θρησκειών..των συμφερόντων..και του κέρδους.. 

Μας το 'πανε οι γονιοί μας μες στο σπίτι μας..μας το παν κι οι δασκάλοι..πως ο κόσμος τούτος μάτια μου..δεν είν' αγγελικά πλασμένος..έχει θεριά ανήμερα στα δάση του..στης ζούγκλας τις κρυψώνες..Δεν μας άρεσε το ''μάθημα'' αυτό ποτές..που για λιοντάρια και καννίβαλους μιλούσε..μα ήμασταν υποχρεωμένοι από μικρά παιδιά..να το διαβάσουμε..να το εμπεδώσουμε και να το γευθούμε..καθώς κι εμείς εμεγαλώναμε στης ζούγκλας τα λημέρια..

Γιατί πως να στα ονομάσω τα λιβάδια αυτά εσένα μάτια μου..που γέμισαν ''ζιζάνια'' και φύτρωσαν παντού ''ανθρωποφάγοι''..
Σήμερα σκότωσαν εδώ..μικρά παιδιά και νιούς και γέρους..αύριο παραπέρα..κι εσύ κι εγώ θαρρούμε πως είναι μακρινό το γήπεδο..που φονικά συντελούνται..

Πληθύνανε οι ανόητοι..αιμοχαρείς και αιμοδιψείς..θρασύδειλα ανθρωπάκια..επαναστάτες της ''οκάς''..κρυμμένοι με κουκούλες..( οι επαναστάτες έχουν πρόσωπο ) ..πληθύναν τα ''θεριά'' και δεν στηρίζουνε την εξουσία τους..ούτε και την κυριαρχία τους..στο κέρδισμα του νου..Τώρα το φόβο αυτοί σκορπούν..και να μας κυριεύσουν προσπαθούν..ύπουλα ροκανίζοντας..σπέρνοντας αδιάκοπα το φόβο στο μυαλό μας..Σαν άλλοι Hannibal κι αυτοί τους φόνους τους μετρούν..Είναι φυτό πολύκλαδο ο φόβος σαν γεννιέται...Είναι μεγάλο το κακό που απλώθηκε στις γειτονιές όλου του κόσμου..μια τροχοπέδη πρέπει να βρεθεί για να το σταματήσει....

Κείμενο - Σοφία Θεοδοσιάδη..
..............................................................................................................

22 Μαΐου 2017

με τον κονδυλοφόρο της καρδιάς..στις λέξεις μου τα κελαηδήματά τους- της Σοφίας Θεοδοσιάδη


Λαλούν τ' αηδόνια απ' το πρωί..δε λογαριάζουνε ποτές..αν ημπορείς να τα αντέξεις...μα αυτά λαλούν γιατί το βάλανε σκοπό στη σύντομη.. γεμάτη ρίσκο τους ζωή ..την ομορφιά σ' ένα κελάηδημα πρωινό..πάντα να την  σκορπούν.. Τραγούδια πλάθουνε με το κελαηδητό..δίνουν ορμήνειες στους ρομαντικούς.. και τους μηνούν κελαηδητά..ποτέ τους μην αλλάξουν...

Κι εγώ  σαν το μικρό παιδί..που το ξεχνώ παράμερα συχνά..απ' της ζωής τον κάματο γερμένη..δειλιάζω τη φωνή τους να ακούσω..να συγχρονιστώ με το τραγούδι τους..ξεχνιέμαι και να ονειρευτώ..Μα είναι επίμονη..εκείνη η μελωδία τους στιγμές - στιγμές..φτάνουν στο κορδελάκι της μικρής ''κοτσίδας'' μου..και γίνομαι  μια ''τρελλοκοτσιδού''..όπως παλιά..και θέλω να τα μιμηθώ.. να κελαηδώ κι εγώ..ένα τραγούδι αλλιώτικο..αηδονιού τραγούδι για να μοιάζει..

Δεν ξέρω αν είν' λυπητερό ή και χαρούμενο ετούτο το τραγούδι..ή και τα δυό μαζί..Μα είναι τραγούδι όμορφο..γιατί αυτόν τον στίχο του τον έγραψα εγώ..με το μελάνι της δικής μου της ζωής..με τον κονδυλοφόρο της καρδιάς μου...Καλή σου μέρα τραγουδάει το αηδόνι μου το πρωινό..ήρθα στο παραθύρι σου..άνοιξε για να μπω..να λύσω εκειό το κορδελάκι σου..εκείνης της κρυμμένης και δειλής  ''μικρούλας'' σου..στο όνειρο μαλλιά και νους να  ταξιδέψουν...

στις λέξεις μου..τα κελαηδήματά τους..- Σοφία Θεοδοσιάδη... 
..............................................................................................................

21 Μαΐου 2017

Η αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα - της Άλκης Ζέη

"Ανεβαίνω στο τρένο με τον χωροφύλακα. Κηφισιά-Αθήνα. Είκοσι λεπτά διαδρομή. Ατέλειωτο ταξίδι. Το ήξερα πως θα με πιάνανε.
— Και την αρραβωνιαστικιά μου τη λένε Δάφνη, κάνει ο χωροφύλακας κοιτάζοντας την ταυτότητά μου. Μικρή κοπέλα, τι πας και μπλέκεις; Έχεις αρραβωνιαστικό;
Δεν απαντάω. Γνέφω κάτι αόριστο με το κεφάλι. Έχω ακόμα την παλιά μου ταυτότητα. Δεν την άλλαξα όταν παντρεύτηκα με τον Αχιλλέα. 

Παντρεύτηκα! Ένα κορίτσι παντρεύεται με φούστα και πουλόβερ. Χωρίς κουφέτα και λουλούδια. Χωρίς καλεσμένους και νυφικό κρεβάτι. Ο Αχιλλέας φεύγει την ίδια μέρα. Αντάρτης, κάπου στο βουνό. Αντάρτης! Χωρίς να είναι πια πόλεμος, ούτε Κατοχή. Αντάρτης! Όταν σ’ όλους τους τόπους άρχιζε μια καινούργια ζωή. «Σ’ ένα χρόνο θα έχουμε μπει στην Αθήνα.» Είχε σιγουριά η φωνή του. «Το είπε ο Αχιλλέας.» «Μείνε γι’ απόψε», παρακαλούσα. Δεν γινότανε. Όλα είχανε κανονιστεί με το δευτερόλεπτο. 

Ο πρώτος σύνδεσμος, ο δεύτερος... Εγώ όμως το ’θελα πολύ ένα μεγάλο νυφικό κρεβάτι. Ένα διπλό κρεβάτι με σιδερένιο τσέρκι για την κουνουπιέρα, σαν κι αυτό που είχαμε στο σπίτι του παππού στο νησί. Κουβέρτες άσπρες, πλεγμένες με το κροσεδάκι, μεγάλες στενόμακρες μαξιλάρες. Το θέλω το νυφικό κρεβάτι. Χωρίς βιασύνη από το ένα ραντεβού στο άλλο. Χωρίς φόβο. 

Μια ολόκληρη νύχτα. Η δικιά μου νύχτα που δεν θα ’ρθει ποτέ. Να ξυπνώ και να βλέπω πλάι μου στο μαξιλάρι τα σμιχτά καστανόξανθα φρύδια. Κι έξω, ούτε Γερμανοί ούτε χαφιέδες ούτε όλμοι ούτε σφαίρες.
Δεν έχω περάσει ποτέ μου μια ολόκληρη νύχτα με άντρα. Με τον Αχιλλέα. Γιατί άλλος άντρας δεν υπάρχει κι ούτε θα υπάρξει ποτέ. Όσος καιρός κι αν περάσει.
Η Αρραβωνιαστικιά Του Αχιλλέα - Άλκη Ζέη ( απόσπασμα )
..............................................................................................................


Κάποια βιβλία σου γεννούν το ενδιαφέρον να τα διαβάσεις και μια άλλη δεύτερη φορά μετά από χρόνια..μια άλλη ματιά..καθώς η ωριμότητα είναι σύμμαχός μας..Και ναι..ήμουνα νια..μόλις είχα γεννήσει το κοριτσάκι μου ..ήταν που επετράπη να κυκλοφορήσει το σπουδαίο αυτό βιβλίο στην Ελλάδα..για την ''Αρραβωνιστικιά του Αχιλλέα '' σας μιλώ το 1987..Το διάβασα τότε ρουφώντας τις σελίδες του..με το ίδιο πάθος και τώρα που  είμαι πια  μεγάλη...


Διάλεξα ένα απόσπασμα που αφορά περισσότερο στο ''ανθρώπινο'' κομμάτι..και τη στέρηση και τα ψυχικά ''δεινά'' που επιφέρουν συχνά οι ιδεολογίες..και οι εμφύλιοι πόλεμοι και η φαγομάρα των λαών..Ένα βιβλίο όχι ιστορικό..μα μιλάει για την ιστορία ανάμεσα στο μύθο και την αλήθεια της ίδιας της ζωής της συγγραφέως..της αγαπημένης σε μένα προσωπικά Άλκης Ζέη. 

Σπουδαίο λογοτεχνικό ανάγνωσμα..ίσως και πολιτικό δοκίμιο..που βάζει σε σκέψη και σήμερα..για τις μέρες τις δύσκολες..και τις αγκυλώσεις των ιδεολογιών.. Kι όπως είχε πει και η ίδια η συγγραφέας''εμείς δεν προλάβαμε να ζήσουμε από το '40 - 70..Κατοχή..Εμφύλιος..Δικτατορία..Πετράδι πετράδι συνθέτει το ψηφιδωτό της σημαντικότερης τριακονταετίας (’40-’70) της Ελλάδας, ξύνοντας παλιές και νεότερες πληγές που άφησαν ανεξίτηλα σημάδια σε ψυχές και σώματα.

'' Να ένας ''προβληματισμός'' για την αξία της ζωής..να ένας προβληματισμός για το ''φευγιό'' των νέων απ' τον τόπο που τους γέννησε..πάλι για άλλους λόγους..πάντα υπάρχουν λόγοι στην πατρίδα μας..που ''διώχνει'' τα παιδιά της..να ένα ''σπουδαίο'' δώρο που μπορείτε να κάνετε στους  αγαπημένους σας φίλους..καθώς Καλοκαιράκι  έρχεται σιγά- σιγά...κι ο χρόνος θα μας περισσεύει..

ΓΙΑΤΙ..κάθε γεννιά...περνάει τα δικά της ''λούκια''...και κάθε γενιά πρέπει να γαλουχείται με αλήθειες και συμπεράσματα..χωρίς παρωπίδες..χωρίς φόβο και στενότητα αντιλήψεων..σκεπτόμενη και αναλογιζόμενη την ιστορία που επαναλαμβάνεται..γιατί η ζωή είναι ωραία και δεν πρέπει να χαραμίζεται !!!

η φίλη σας Σοφία 
..............................................................................................................

20 Μαΐου 2017

βόλτα θα βγω..μ' εκείνο το ''παιδί''...- της Σοφίας Θεοδοσιάδη.




 
 
 
 
 
 

.


 
 
 
.....βόλτα θα βγω..μ' εκείνο το ''παιδί''

Θέλω να βγάλω βόλτα εκείνο το ''παιδί''..να πάρω το ποδήλατο των παιδικών μου χρόνων..να βγω ξανά στις εξοχές..στο ξέφωτο να αράξω...Να με κυκλώσουνε οι μυρωδιές..απ' τα περβόλια τα ψηλά ψηλά ..εκείνα της ψυχής μου..και να διασχίσω κήπους όμορφους..με τις λεβάντες να χαϊδεύουνε της μύτης μου την αίσθηση..να γεύομαι και να χορταίνω εγώ..της μυρωδιάς..την ''πείνα''.

Θέλω να βγω με δύναμη..τις ορθοπεταλιές μου να μετρώ.. και πάντοτε στο μέτρημα..περίσσιες να τις βγάζω..με αφετηρία.. χωρίς σταθμούς να είναι μίζεροι..και με προορισμό.. ένα μοναχά μικρό κι απόμερο σταθμό ζητώ να δω να γράφει:
<< γέλιο πωλείται εδώ >>..

Βαρέθηκα να εξηγώ τα όμορφα..σ' αυτούς που φύτεψαν μες στα λιβάδια τους τα δέντρα της ''ασχήμιας''..Δεν βγαίνουνε περίπατο με μένανε όσοι φορτώνονται δισάκι τους τη γκρίζα σκοτεινιά.. που καταιγίδες ''μαγνητίζουν'' να 'ρθουνε στου κόσμου τ' αλωνάκια..

Δεν καρτερώ από δέντρα στέρφα να καρπίσουνε..παρά στα δέντρα που γεννούν καρπούς..πάντοτε τριγυρνώ..κι έχουνε φύλλα πλούσια ..στον ίσκιο τους να κάτσω...Μέθεξη της ζωής.. συνάντηση ψυχών.. να συναντήσω μες στη βόλτα μου με το ''παιδί''..πα στο ποδήλατο ζητώ..στιγμών.. και ονείρων φευγαλέων που δεν ακουμπήθηκαν.. κορμιά που γίναν ένα σε μια ένωση μαγείας της στιγμής..έρωτες που απογειώθηκαν..όλα ..μα όλα μεθεξη..μέθεξη μίας ζωής..ζωής που ''λούστηκε'' αστέρια όταν ''έβρεχε'' ο ουρανός τις νύχτες..
με ένα ποδήλατο μικρό..μα στολισμένο στο καλάθι του..με αρωματικά λογιών - λογιών..να με κυκλώνουνε τα πρωινά αυτά τα Ανοιξιάτικα..όταν η ψυχή αποζητά..σεργιάνι εκεί.. μες στην πανήγυρη της φύσης να με βγάνει.....

''βόλτα θα βγω..μ' εκείνο το ''παιδί'' - Δοκίμιον Λυρικόν - Σοφίας Θεοδοσιάδη.
.......................................................................................................
 

18 Μαΐου 2017

Το κορίτσι της Κερασούντας.. - της Σοφίας Θεοδοσιάδη.



 - Ναι Ροδένια μου..ναι..έτσι έγιναν τα πράγματα κορίτσι μου.Την τόση ομορφιά,την τόση τη γαλήνη,την τόση ευτυχία ,ήρθε να τη σκεπάσει ένα τεράστιο σύννεφο,που έφερε μια αναπάντεχη καταιγίδα και να μας διαλύσει μπόρεσε... σαν να 'ταν κεραυνός.. Εμείς ρίζα μου περνάγαμε ανέμελα..μυρωδάτα ήταν τα χρόνια μας εκεί κοντά στο λόφο..που αγναντεύαμε τη θάλασσα..στη λατρεμένη Κερασούντα.Σαν παραμύθι έμοιαζε η δική μας η ζωή..και ναι.. έτσι θα σου το έλεγα απλά..πως μια φορά κι έναν καιρό..όχι και πολύ μακρινό καιρό..και πάρα πολύ γνωστό καιρό..της καταστροφής του Πόντου τον καιρό..ζούσε εκεί στη Μαύρη Θάλασσα ,που Εύξεινο τον λέγανε τον Πόντο,για να τον καλοπιάσουνε μαθές…ζούσε μια οικογένεια σωστή..χαρούμενη πολύ ..πολύ οργανωμένη..

Αποβραδίς πριν το ταξίδι αυτό στο άγνωστο να ξεκινήσουμε.. άρχισα τις ετοιμασίες..Όχι μη φανταστείς πως είχαμε μπαγκάζια περισσά ή τίποτες βαλίτσες.Δύο μποχτσάδες πήραμε μαζί μας μοναχά..και την εικόνα μας στο τρίπτυχο της Παναγίας… Γιατί εμείς δε θα εφεύγαμε να αφήσουμε πίσω εκεί και το Θεό μας.. Έτάϊσα και έβαλα από νωρίς όλα μου τα μωρά να κοιμηθούνε..για να αντέχουνε  το αύριο..που δύσκολο πολύ θα ήταν.Ζύμωσα και τηγάνισα και λίγα πιροσκία..να φάμε έτσι μια ‘’μπουκιά’’με τους γειτόνους μας..και να τους παραδώσουμε τα ζώα μας ..το βιός μας…Ήτανε καλοί άνθρωποι οι γειτόνοι μας ο Αχμέτ και η Φατμέ…Ποτέ δεν τσακωθήκαμε..και ας επιστεύανε αυτοί  εις τον δικό τους τον Αλλάχ κι εμείς εις το Θεό μας..

Γιατί κορίτσι μου γλυκό..εμείς δεν εκοιτάζαμε ονόματα Θεών και πως τους ονομάζαν και τους λένε..Το μόνο που μας ένοιαζε ήταν οι ανθρώποι να ‘χουν μέσα τους έναν Θεό ολοζώντανο …και με αυτόν να συμπεριφέρονται δίκαια και ταπεινά…να σέβονται τους γύρω  τους ανθρώπους…Συγκινηθήκαμε και κλάψαμε πολλές στιγμές εκείνη την τελευταία μας βραδιά..έδωσε ορμήνειες ο παππούλης σου εις τον Αχμέτ κι εκεί αποχαιρετιστήκαμε..με δάκρυα στα μάτια..Αφήσαμε πίσω όλα μας τα ζωντανά..μονάχα το κλειδί δεν παραδώσαμε του όμορφου σπιτιού μας..Το έκρυψε ο πάππος σου στην πόρτα δίπλα μας κάτω από το βαρέλι με το γιασεμί..και είπε όταν γυρίσουμε εκεί για να το βρούμε…

Ξημέρωνε ο ουρανός..και εζέψαμε το κάρο…με τις δυο  αγελάδες μας  τις δυνατές..που πάντα με αυτές εταξιδεύαμε εκεί γυρω… Τα μάτια των παιδιών μου ορθάνοιχτα να μας κοιτούν ..πολύ απορημένα..και να μη σταματούν να με ρωτούν..που μας πηγαίνεις μάνα μες στη νύχτα..Ταξίδι τους  είπα πως θα πάμε μακρινό..για να γνωρίσουνε τη μακρινή μας την πατρίδα..Είμαστε Έλληνες τους είπαμε..και πρέπει σε αυτή την εκδρομή..να δείτε εσείς και να γνωρίσετε τις ρίζες των προγόνων σας…είναι μας είπανε όμορφη χώρα η Ελλάδα..Ησύχασαν τότε τα παιδιά..και με χαμόγελο εξεκινήσαν…Γελάγανε ..χοροπηδούσαν και ελέγανε..πως θα αγοράσουνε εκεί..πολλά και όμορφα παιχνίδια..Κι έτσι ..με ένα ψέμμα που εξεστομίσαμε εις τα παιδιά..κλειδώσαμε και φύγαμε..με την καρδιά μας  χίλια δυο κομμάτια.

Έξι μερόνυχτα εκούναγε..μας εταξίδευε στη θάλασσα την ανοιχτή..με λιγοστό ακόμα κι εκείνο το νερό..που τον άνθρωπο τον κάνει να στεγνώνει..να πεθαίνει..Και ο καθένας από εμάς..εμάς τους στοιβαγμένους..σαν να 'μασταν αγέλη  μοσχαριών.. εσκέφτονταν πως τη δίψα του θα ικανοποιήσει τη μικρή έστω κι αυτή..για να σωθεί..ώσπου εις την ξηρά το πόδι να πατήσει.. Παράξενη που είναι η ζωή Ροδένια μου..παράξενη και ανεξήγητη μαζί..Εκείνο το μικρούλη μου..το βλασταράκι μου που θάφτηκε στη θάλασσα και που δεν πρόλαβε ούτε τη λέξη μάνα για να πει..κοίτα πουλάκι μου τι δώρο έκαμε στα αδέλφια του,μ’ αυτό τον βίαιο και αναπάντεχο το θάνατό του..Το γέννησα όλο χαρά κι εγέμισε το στήθος μου από γάλα..Να το ταϊζω το 'δωσε ο Θεός το γάλα εις το στήθος μου..όπως σε κάθε νεογέννητη,όπως σε κάθε μάνα..Και το ετάϊζα,το μοσχανάθρεφα κι ας ήμουνα μια απλή ,χωρίς παλάτια περισσά..Μα ήρθε κι έγινε το κακό αυτό..φευγιό να γεύεται η φαμίλια μου..και ξεριζωμό βαρύ όλη η οικογένειά μου..

Σε κείνο το παπόρο που δεν ξέχασα ποτές..ούτε θα το ξεχάσω..το γάλα που εγέμισαν τα στήθια μου..απ' το μωρό μου.. που ποδοπατήθηκε και  ήτανε  πνιγμένο στο λιμάνι εκεί της Τραπεζούντας..έγινε το νερό το σωτήριο των άλλων τριών παιδιών μου.. Τα εβύζαινα με τη σειρά κι ας ήτανε μαθές όλα παιδιά μεγάλα.. Δώδεκα και δέκα και 6 χρονών ο Ηλίας μου..ερούφαγαν και στέγνωναν το στήθος μου..μη τύχει και διψάσουν και πεθάνουν..Αχ το μωρό μου ,ο Χρήστος μου..ο θαλασσοπνιγμενος.. ήταν η αιτία που το στήθος μου εγέμιζε  με γάλα.. ''χρυσό νερό'' πολύτιμο γινόταν στην κοιλίτσα των παιδιών μου..Κοίτα πως τα φέρνει η μοίρα κόρη μου.ο θάνατος να φέρνει και να γεννά ζωή ,χωρίς να το καταλαβαίνει..   Εθαλασσοδαρθήκαμε ..κουράστηκα και εξαντλήθηκα πολύ..εστέγνωσαν τα στήθια μου..το στόμα μου..μα πιότερο από όλα αυτά.. εστέγνωσε η ψυχή μου…Δεν καταλάβαινα κι ας ζούσα μια ιστορία αφάνταστη για με..νόμιζα πως βλέπω ένα όνειρο κακό και πως σαν ξημερώσει θα ξυπνήσω…

Τα αδέλφια μου που έμειναν τα δυο και δεν εξοντωθήκανε στα Τάγματα Εργασίας..άλλο δρόμο τραβήξανε στου ξεριζωμού και του φευγιού το δρόμο.Άλλο βαπόρι στη Ρωσία τους εξέβρασε αυτούς.. Τα τρια αδέλφια μου ήδη ήταν νεκρά στα Τάγματα  Εργασίας και τα άλλα δύο αφήσανε τα κοκαλάκια  τους στη μακρινή Ρωσία, που διώχθηκαν εκεί και ποτέ μου δεν τα ξαναείδα.Έλα μικρούλα μου και πες μου εσύ..πόσο μεγάλη νάχει άνθρωπος καρδιά,για να χωρέσει τόσο πόνο....
Χρόνια μετά το λέγανε..ετούτο το αληθινό..το δύσκολο και τραγικό..το παραμύθι του φευγιού μας..Γενοκτονία των Ποντίων το ονομάσανε ..κι άλλοι δεν το δεχτήκανε..εκεί στα μακρινά τα ξένα.. μα εγώ το λέγω φονικό .. ένα φονικό ανελέητο..ετούτο του ξεριζωμού μας.. Δεν θέλω εγώ πια μοιρολόγια ούτε και κλάματα.. κάτι ακόμα πιο μεγάλο τους ταιριάζει..Γιατί όταν ο άνθρωπος χάνεται ρίζα μου.. μια ζωγραφιά ανεξίτηλη η μορφή του είν' ταιριαστό να γένει...και να πλανιέται απάνω από βουνά και θάλασσες όπου τον αναθρέψαν.κι οι ζωντανοί να μην ξεχνούν..να ''γεύονται''..και να μαθαίνουνε πως από τα ''συμφέροντα'' ισοπεδώνονται οι ζωές αθώων ανθρώπων...
 

''Το κορίτσι της Κερασούντας''- (απόσπασμα) - της Σοφίας Θεοδοσιάδη - εκπαιδευτικού.
( μιας ζωής σαν παραμύθι..μια αληθινή ιστορία ''ξεριζωμού'' )...
...............................................................................................................

 

17 Μαΐου 2017

για σένα Ηλιανή μου...







<< Επειδή το αδοκίμαστο και το απ’ αλλού φερμένο
Δεν τ’ αντέχουν οι άνθρωποι κι είναι νωρίς, μ’ ακούς
Είναι νωρίς ακόμη μες στον κόσμο αυτόν (
''κορίτσι'').. μου αγάπη μου..>>


Έτσι θα σου ευχηθώ και σήμερα.. 
<< να μην αλλάξεις..μ' ακούς? >>
με τους υπέροχους στίχους από το αγαπημένο σου Μονόγραμμα του Ελύτη..Γιατί είσαι από μόνη σου μια ποίηση για μένανε ..από τότε  που ''ετρύπωσες'' στον κήπο της ζωής μου..ήρθες σαν τριαντάφυλλο μικρό λευκό..κι έγινες μια ''αναρριχώμενη''.. όλο χάρη.. νάζι και μυρωδάτη εκατόφυλλη τριανταφυλλιά..  σκαρφάλωσες στον τοίχο της ψυχής μου.. κόρη γλυκειά και λυγερή.......
Να τα εκατοστήσεις !!!!!!!!!!!!!!!!!!!

η μάνα σου..η Σοφία σου...
..............................................................................................................
Όποιο κι αν είναι το χρώμα της αγάπης...απλώνεται..διαχέεται.. γίνεται φόντο ευτυχίας...την τραγούδησαν σε γλώσσες μύριες..πήρε μορφές κάθε φορά..μα εκείνη η μητρική αγάπη έχει  χρώμα αλλιώτικο ..μια μείξη μυστική..την έφτιαξαν οι μάγισσες..και δεν εματαδώσανε τη συνταγή αλλού...Με τα μάτια και το χρώμα της καρδιάς μου..για σένα κόρη λυγερή..άξια θυγατέρα......
η μάνα σου....


Ποιο το χρώμα της αγάπης - Λουδοβίκος των Ανωγείων 

..............................................................................................................