12 Ιανουαρίου 2020

''ΖΗΛΕΥΩ ΤΗς ΑΜΥΓΔΑΛΙΑς''

Υποταγμένο το συναίσθημα 
στις λιγοστές Αλκυονίδες του Χειμώνα σου
κυοφορούσες ευτυχίαν...
Φορούσες τη ζακέτα την πλεχτή
κι έβγαινες στο αγιάζι
ετρύπαγαν την πλάτη οι βελονιές
του ψύχους του καιρού και της καρδιάς σου..
εγέμιζες τα βλέφαρα με χρώματα 
απ' τη γωνιά των χειμωνιάτικων
ανθέων που εδειλιάζαν να φυτρώσουν .. 
εκοίταζες τις όμορφες βιολέτες σου..
τ' αγιάζι ετρύπαγε τα κόκκαλα
ήταν που σε εξεγέλαε 
η μέρα η Αλκυονίδα σου..
μαζεύοσουν για μια στιγμή
στο ανοιγμένο σου παράθυρο..
την ομορφιά της να αγναντέψεις..
Να σουλατσάρουν τα όνειρα
στης γειτονιάς σου της παλιάς..
εκείνα τα σοκάκια..
Κάθε που επέστρεφες εκεί..
μια επιθυμία σε κάτεχε
να κοινωνήσεις τη ζωή...
ως τότε που αθώα νεανίσκη
εγέμιζε η ποδιά άνθη ακριβά
καθώς και η ψυχή σου..
εκείνα τα αληθινά..
που η φύση μόνο ξέρει να τρατάρει..
Στο παραθύρι εστέκοσουν
αγέρωχα σου έκλεινε το μάτι
η νύφη η μυριοστόλιστη
αμυγδαλέας αδημονούσας
ζηλεύεις  της αμυγδαλιάς
τα άνθια της τα ροζ και τα λευκά της..
μήτε πτοούνται ..μήτε σκιάζονται..
στον παγωμένο τους διάδρομο
στης παγωμένης του Χειμώνα ηλιαχτίδας.. 
Παράτολμες βγαίνουν και σεργιανούν..
αποφασισμένες νύφες του καιρού
νύφη σου παραγγέλνουν για να στολιστείς
Άνοιξη να φορέσεις
σαν τότες που εστεφάνωναν το νου
εστεφάνωναν..τα άκαυτα  όνειρά σου..
Στης προσμονής τ' αντάμωμα
εχάνονταν στο άπειρο το βλέμμα σου
απ' όλα εφάνταζε πιο γλυκό
σαν το μεθύσι το γλυκόπιοτο
μιας κούπας με το μπρούσκο κοκκινέλι..
στον τοκετό της γέννας της Καλοκαιριάς
της γέννας της ψυχής σου...

''ΖΗΛΕΥΩ ΤΗς ΑΜΥΓΔΑΛΙΑς'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη..
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

9 Ιανουαρίου 2020

''Οι σιωπηλές στριγγιές εντός μου ''...

Της πλήξης το σκαλί παραπλανητικό
σκοντάφτει εκειός που το δρασκέλισε
χάνονται οι δρόμοι οι φωτεινοί του..
πως περπατούν φορές- φορές
οι νιοι μες στο σκοτάδι
μοιραίοι οι αντικατοπτρισμοί..
οι παραλληλισμοί..οι παραβολές
η μια η νεάνις ν' αγωνίζεται ολημερίς
με ίδρωταν..αγώνα δημιουργικόν
τον άρτον της τον επιούσιον
εις το τραπέζι να τον θέσει
να χτίζει πόλιν ζηλευτήν..
πολίτης ευπροσήγορος..μονάχη στυλοβάτης 
κι Εκείνη..
η άφρων η νεάνις..η τυχοδιώκτισσα..
δέσμια προβολής.....
ενός ''τυχοδιωκτισμού'' που παρεξέκλεινε
εθάφθη στις σκιές τις ποταπές της
τον ιερόν τον θηλασμόν ως είδησιν..
προβάλλει ως αντικείμενο
μη έχουσα αντικείμενον εις την ζωήν
χάνει την μαγικήν ιδιωτικήν στιγμήν
της μυρωδιάς..της επαφής της μητρικής
το Θείον δώρον του αγγίγματος
βορρά κι αυτό στης προβολής 
τα φώτα του κενού..της ανασφάλειας
νεάνιδος χαμένης στα καπίκια..
καπίκια ενός συζύγου που εστόλισε το μπράτσο του
με δυο ποδάρια γυμνωμένα εις την θέαν την κοινήν
είναι προσοδοφόρα τα καπίκια όσο να πεις
στην αγορά της εντροπής
πωλούνται  ακριβά και τα ποδάρια..
Μία θλίψις ψιχαλίζει το περβάζι της ψυχής
η διαστρέβλωσις της έννοιας της αληθινής
του ηρωικού επαναστάτη τυχοδιώκτη
σκιάζεται..χάνεται η λάμψη της
μουσκεύει..αποσαθρώνεται
στου καπιταλισμού..
στης αριβίστριας  την αδηφάγα τη χοάνη
η ευτολμία ανύπαρκτη
εκκωφαντικές..
οι σιωπηλές στριγγιές εντός  μου....

''Οι σιωπηλές στριγγιές εντός μου '' - Σοφίας Θεοδοσιάδη..
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

8 Ιανουαρίου 2020

''Σ' ένα κλωνάρι πικροδάφνης''


Σ' ένα κλωνάρι πικροδάφνης..
ροδανθού..αποκοιμήθηκα βαθειά
ισορροπώντας νότες της φθαρτής μου της ζωής
βρήκα πατρίδα και ταξίδεψα..
εσεργιάνισα..
μες στης ψυχής μου τα σοκάκια..
Κι αν η μοναδική πατρίδα μας είναι η ψυχή
αρώματα ενός τόπου που μας γέννησε..
μας βλάστησε
μικρού που μοιάζει και ασήμαντου..
μα που οι Θεοί διαλέξανε 
και ''ρίξαν'' στο Αιγαίο...
μαζί μου στη φαρέτρα κουβαλώ..
και τούτην ονειρεύομαι
στους νιους να παραδώσω...
Περνάω τις γραμμές των οριζόντων της
ξεχνιέμαι στο γαλάζιο της της θάλασσας
κύματα οι απελπισμένες οι ψυχές
στις τρικυμίες του Αίολου
που τραγουδήσαν στις αντέννες της
απόηχος στ' αυτιά μου από τον Πίνδαρο
στις Αιγινίτηκες..τις χορικές
τις λυρικές ωδές του..
τραγούδια μυθικά απ' τις σειρήνες του
του μυθικού Οδυσσέα
ακόμα παιανίζουνε..στα μέσα μου 
φερμένες λες και ως τα με
απ' τα βάθη των αιώνων..
Γλυκόπικρα συστατικά
ταξίδεμα κι ονείρατα
πατρίδα μαγεμένη...
τούτη είν' η πατρίδα που έχτιζα
από το γλυκολάλημα του γκιώνη εις την τζιτζιφιά
ως τη φλογέρα του μικρού βοσκού 
εις τις βουνοπλαγιές μου της Ροδόπης..
Αναμεσίς στις πικροδάφνες εκοιμήθηκα
των ποιητών της στο ονείρεμα
 οι λέξεις των μαλάματα..
τρανώνουνε ακόμα την ψυχή μου
κι ας την καταβροχθίζουνε
οι πλείστοι οι  αχρείοι  συνδαιτημόνες..
Δε ζω χωρίς ανασεμιά
είμαι η επιμένουσα αμετανόητα
τρυπώνω μες στις πικροδάφνες της
στιχάκια γράφω και τραγούδια καρδιακά..
μιας υποδύναμης στερέωμα
για να μπορώ να νταγιαντεύω..ν' αναπνέω...
γίνομαι ένα με τον γκρεμιστή του Παλαμά..
ένα και με τον χτίστη...

''Σ' ένα κλωνάρι πικροδάφνης'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη 
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

7 Ιανουαρίου 2020

''Χρόνια Πολλά Aστέρι μου'' !!!

''Διάττοντες αστέρες''..
σπάνιας μιας λάμψης..φωτεινής
''ωσάν τα πεφταστέρια τ' ουρανού''..
που στης ζωής  της Γης μας το διάζωμα ..
για μια στιγμή κρατούν..
Περαστικοί..
διαβάτες μ' ένα εισιτήριο χωρίς σαφή προορισμό ..
γνωστούς σταθμούς..και καταλύματα γνωστά..
απρόβλεπτα..από το πουθενά..
ερχόμαστε στης ζήσης το χορό..
και μέσα στο στημένο από ψηλά 
θεατρικό σε μιας παράστασης το σκηνικό..
να αυτοβελτιωθείς..να ολοκληρωθείς..
το φωτοστέφανο π' αρμόζει για τα σε 
καλείσαι να προλάβεις να αποχτήσεις..
Μα εγώ δεν περιμένω να γευτούν τα μάτια μου..
τη λάμψη σου μια μέρα μοναχά..
Πήρα φως άπλετο και λαμπερό
από της γέννησής σου..
στον επιθυμητό σου  ερχομό εγέμισα..
εφώτισα τις λάμπες της ψυχής μου..

  Χρόνια πολλά αστέρι μου !!!  
Να λάμπεις ..να φωτίζεις..
ωσάν τους σπάνιους  ''διάττοντες''
που κατοικούν στον ουράνιο θόλο επιλεκτικά.. 
Κι εγώ..
η μάνα σου ..που σε αγαπά ανιδιοτελώς..
κι είναι φορές το μητρικό της το συναίσθημα
εμπλέκεται ιδιοτελώς..
σαν λόγια γράφει για εσένανε..
μην τύχει και υπερβάλλει..
έρχεται η πέννα της και με παρακινεί..
το χαραχτήρα σου..
την τρυφερά δυναμική προσωπικότητα..
εις τον καμβά των λέξεων
για να τη ζωγραφίσω...
Είσαι καλό παιδί..
μιας μάνας .................
που θα 'ηθελε παιδί της για να σ' έχει..!!!

Για σένα Γιάννη μου - Σοφία Θεοδοσιάδη.. 
( η μάμμυ σου )
...........................................................................................................

6 Ιανουαρίου 2020

'' ΣΤΑ ΘΥΡΑΝΟΙΞΙΑ ΑΝΕΒΑΙΝΕ ΨΗΛΟΤΕΡΑ''





Και αν ανοίξουν αίφνης οι ουρανοί..και τα αφανέρωτα προβάλλουνε
στων ομματιών σου εμπρός..
ανέβα..φτάσε εις τα ύψη τους
μια καλημέρα στο Ιωβηλαίο της καρδιάς..
διάχυτη από φως πνευματικό..ύδωρ καθαγιασμένο
να αφήσεις να διασκορπιστεί..
και εν είδει πια περιστεράς.. 
εις την ψυχή σου να φωλιάσει..
και τα ''μαρτυρικά'' της Βάπτισης
μιας ανάβαπτισης του πνεύματος  
πόθος σου ακριβός
τον καθαρόν εξαγνισμόν
την φώτισιν να φέρουν..
και μια ευχή από καρδιάς:
"οι συναντήσεις με ανθρώπους εις το διάβα σου

να 'ναι γεμάτες με μακρόθυμους ψυχής..
και πλούσιων διανοίας''

'' ΣΤΑ ΘΥΡΑΝΟΙΞΙΑ ΑΝΕΒΑΙΝΕ ΨΗΛΟΤΕΡΑ''- Σοφίας Θεοδοσιάδη..
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

5 Ιανουαρίου 2020

''Δραπέτευαν οι λέξεις μου''


Μενεξεδένια μου ακριβή
το' λαβες το μαντάτο που σου ταχυδρόμησα
απ' το Μεγαλοχώρι μας..
στης επαιτείας τον καιρό
βγήκε ο τελάλης μες στις γειτονιές 
διαλαλεί απ' τα μερώματα.......
κάνανε λέει διαγωνισμό γραφής
εστήσανε χορό των λέξεων..απά στην πασαρέλλα
κι ύστερα μαζευτήκανε από κάτω οι χειροκροτητές
ουρλιάζανε λες λύκοι εις το φως του φεγγαριού
κι εσύ παράμερα με βλέμμα εκστατικό..απορημένο
ελογάριαζες..εμέτραγες του χτύπους της καρδιάς
που εγένναγαν τις λέξεις της ψυχής σου..
Αναρωτήθηκες στ' αλήθεια άνθρωπε ποτές
αν τα άυλα σταλάγματα ψυχών..
είχαν τη δύναμη να περπατούν
απάνω στις σαθρές..συστημικές τους πασαρέλλες
να γίνονται βορά σε κάθε πεινασμένο..αδαή
για τάχα εμοίραζες τις λέξεις σου για πρόσφορο
να κοινωνάνε τις ψυχές σας?..
Είν' δύσκολη ετούτη η μυστική μεταλαβιά
χωρίς τα πετραχείλια τα χρυσά και τις καμπάνες
του μύστη η μεταλαβιά
μέγα μυστήριο Θεοσύστατο
χαμηλωμένους στήνει λυχνοστάτες...
Παραπονέθηκαν οι λέξεις στον διοργανωτή
δε θέλανε βηματισμούς σε γόβες ψηλοτάκουνες
τους αστραγάλους του μυαλού που εστρεβλώναν
δε θέλαν μουσικές και κλαριντζή
φώτα δε θέλαν εκτυφλωτικά
τον τονισμό  που ξεθωριάζαν..
μονάχα μουσικές από τους ουρανούς
σα χάδι τρυφερά να αγκαλιάζουν
τις λέξεις που εστάλαξαν ψυχές
που γίνανε αγγέλλοι κι επετάξαν..
έχουν φτερά κι οι λέξεις όταν ειπωθούν
απ' της καρδιάς τα βάθη
πετούν ψηλά σαν αετοί..
κοτάζουνε τη γης με μια συμπόνοια..
μια σοφία όσο να πεις.
Να αγαπάς τις λέξεις..να τις σέβεσαι
καθώς και τους ανθρώπους
σπινθήρες είν' που ανάβουν τις καρδιές
σαν δραπετεύουν απ' το νου
παίρνουνε σάρκα και οστά
σκορπίζουν αρμονία..

'' Δραπέτευαν οι λέξεις μου'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

1 Ιανουαρίου 2020

''Επιθυμίες αξόδευτες''


Χάθηκες ώρες..μέρες
χρόνια μέσα σε περγαμηνές
κυνήγησες το άπιαστο..
τα 'βαλες με τις χίμαιρες..
σταυρώθηκες..υπέμενες..λυτρώθηκες
σε γονατίσανε τα συναισθήματα ..
στης ταπεινότης σε κρατήσανε 
ρήσεις σοφές των περιπατητών..
Περιπλανήθηκες στις λατρεμένες σου σκιές
ανέπτυξες ταχύτητες τρελλές
στης νιότης σου τα ράλλυ
αναρωτήθηκες αν χάνονται
όσες εφόρεσες..εντύθηκες στιγμές..
στιγμές μιας χούφτας χιόνι άλλοτε οι μέρες σου
κι άλλοτε ηλιολουσμένες στις λιακάδες..
καρτερικά απόκριση ανάμενες
σάμπως να γίναν τρόπαιο 
στων ελλειπών τα μέρη?..
Μια αγωνία την ψυχή σου κυβερνά
μια κόπωση το νου σου ταλανίζει..
στο τέλος του μεγάλου ταξιδιού
κρατάς σαν άγιο φυλαχτό
εκειά που έζησες..κι εκείνα που σ' ανήκουν...
Τους ελαφρείς οικτίρεσαι..
τους ψεύτες τους υποκριτές..
και την αμορφωσιά την περισσή..
με νύχια και με δόντια την παλεύεις..
Μα θα μου πεις είναι εύκολο 
το τίποτα να αντέχεις ? 
Ανεπεξέργαστο το τίποτα 
το ιλουστρασιόν ολόγυμνο
στα μέρη της κενότης ταξιδεύει.
Άνισος μοιάζει ο αγώνας σου
με όπλο τον γυμνό κονδυλοφόρο σου
την ομορφιά να σώσεις μπρος στα μάτια σου..
κι οι άφρονες με την ασχήμια τους.
το ευτελές..το εύπεπτο να το μασούν..
ανηλεώς να σου ''σερβίρουν''..
έγινε μόδα ο ευτελισμός..
τέρας που συνειδήσεις ''κυβερνάει''.. 
Πώς εσκεπάστηκε στ' αλήθεια 
ο κόσμος μ' ένα πέπλο μέτριο..
πως η ομορφιά εκρύφθηκε
μες στο λαγούμι απ' τον ήλιο ?
Τα χρόνια σου πολύτιμα
επιθυμίες αξόδευτες καραδοκούν
στο σάπιο οισοφάγο τους δε χάνονται
καθώς η αθωότης σου εσαεί
αμέτοχη σε βρίσκει εις παρωδίας...

  '' Επιθυμίες αξόδευτες'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,