12 Φεβρουαρίου 2020

''ΤΟ ΓΙΟΦΥΡΙ'''

Ποτάμια..χείμαρροι αληθινοί
της φύσης μας τα θάμματα
του νου μας άλλοτε οι ροές 
οι ξεχειλίζουσες..ορμητικές ως ποταμοί..
άλλους φοβίζουν τα νερά..κι άλλους καλούν
γιοφύρια τοξωτά να στήνουνε..περάσματα
να ταξιδέψουν στον καιρό
να αδελφώσουν τα νερά
να αδελφώσουν τις ζωές στο πεπρωμένο..
Μου λένε πως δεν είναι της μοδός το παρελθόν..
να μην κλωθογυρνώ στα γραφικά του μονοπάτια
αλλάξανε τα ρούχα μας..τα πέτα και οι γιακάδες
τι κι αν φορώ φορές - φορές
κοστούμια..τα σακάκια τους καινούρια.
Σαν φτάνω στα λημέρια τα παλιά
σαν δρασκελίζω πια τη γέφυρα
που χρόνια ολόρθη στέκει ακούραστα
μονάχη και αξιοπρεπής
ενώνει το μικρό μου το χωριό
με το παλιό και το καινούριο
ξεθάβω βιαστικά απ' το μπαούλο μου
τη φορεσιά μου που εστόλισε
εις τον καιρό της αθωότης μου
τα παραθύρια της ψυχής μου..
Λαθραίος επιβάτης παρελθοντικής διαδρομής
ακούω φωνές να με καλούν
που άφησα στις κάμαρες
τα βράδια μου απλώνουνε το χέρι.
Λαθραία η μνήμη με οδηγεί
να ξανακαινουριώσω πια τις θύμισες
να αναστήσω τους νεκρούς
τα απωθημένα συναισθήματα
που ο χρόνος απειλεί να τα σκουριάσει..
Έχουν ανάγκη οι νεκροί
ανάγκη κι οι ψυχές οι ζωντανές μας
να τις διαβαίνουνε τις γέφυρες
νέοι και παλιοί περπατητές
τη λήθη με τη μνήμη να ενώνουνε
της αθωότης μας λαθραίοι επιβάτες...

''ΤΟ ΓΙΟΦΥΡΙ'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη.. 
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,




 


10 Φεβρουαρίου 2020

''ΜΗΝ ΚΛΑΙς ΜΑΡΙΑ''

Μην κλαις Μαρία να χαρείς
όσο τελεύουνε οι μέρες της
κι ο χρόνος λιγοστεύει 
διώξε μακριά τις ενοχές
τις βαθουλές ραγισματιές
που κατοικούν εντός σου...
στο ''πράσινο το μίλι'' να σταθείς
στης μάνας σου τα βήματα τ' αργόσυρτα 
μ' ένα βαθύ σκεπτικισμό να αναλογιστείς
τα συν σου και τα πλην της προσφοράς σου..
Δεν ήταν άξαφνο το κλάμα σου
θρήνος γοερός..σπαραχτικός
τη μοίρα λες εθρήνης τη θνητή
του άμοιρου ανθρώπου.. 
Στο ημερολόγιο του λυκόφωτος
βαρειά η καταγραφή της διαδρομής..
το κάρμα του κανένας δεν ορίζει..
Αντίκρυ στάσου..μέτρησε
αν μπόρεσες τα ως εδώ
τα βήματα αξιοπρεπώς
εις την γεννήτορά σου και της προσφοράς
να τα υπηρετήσεις..
Ανυποψίαστα τα σώματα
στου χρόνου το σαράκι
παραδομένα από της γέννησης
στη γεύση της φθοράς τους..
Ο φανοκόρος της μικρής μας της ζωής
στα ύστερα θαρρείς κι αλησμονά 
τους φωτεινούς μας φανοστάτες να πυρώσει..
Στην Κιβωτό του πεπρωμένου μας
ανεξιχνίαστες οι βουλές
και άγνωστον το τέλος..
Στης απουσίας τη σιωπή
οι ήχοι την ακολουθούν
στον Οίκο ευγηρίας......
νότες του πιάνου που σου δίδαξε
σε τόνο αλλέγκρο τις νυχτιές
της ερημίας της τον τοίχο θα γεμίζουν...
 
''ΜΗΝ ΚΛΑΙς ΜΑΡΙΑ'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,
  

9 Φεβρουαρίου 2020

''ΣΤΟ ΣΚΟΤΕΙΝΟ ΤΗς ΚΑΡΔΙΑς ΜΟΥ ΕΡΜΑΡΙ''




Τις νύχτες που βυθίζομαι αργά
στης νοσταλγίας της λίμνης τα νερά
τρέχω..τραβώ απ' το βυθό..
το εφτασφράγιστο
ερμάρι της ψυχής μου...
ψάχνω το φως της να γευτώ
μιας πεταλούδας που εγκλώβισα 
επί τούτου μες στα σκοτεινά
το φως να διαχέει μες στα φυλλοκάρδια μου
σαν την ελευθερώνω και πετά
όταν η θάλλουσα η μνήμη την ανακαλέι
στα κουρασμένα  βλέφαρά μου..
όντας η καταπονημένη μου ψυχή 
απεγνωσμένα αναζητά για να παραδοθεί
στην αέρινη εξουσίας της
στην άπλετη πληρότης...
στα εμπνευσμένα από τα ηλιοβασιλέματα 
στα  χρώματα απ' τις φτερούγες της
στο κάλλος της ζωής το φευγαλέον μου
να 'ρχεται καλεσμένη στα κιτάπια μου του νου
με τρέμουλο ν' αγγίζω την μεταξωτά
είναι το μυστικό μου...........


την προστατεύω μη μου εκτεθεί
μην κάψει τα φτερά της
στις λάμπες τις αλόγιστες
στις φλόγες του καιρού..
Λένε πως είναι εγωισμός
τις πεταλούδες να εγκλωβίζεις τες
μα πως γλυκά να πορευτώ
χωρίς εκείνη τη μοναδική
την ''αστροπεταλούδα'' μου.............
που συναπάντησα ευλογημένα στη ζωή
στο φως των αστεριών
κοντά του να με φέρνει ?

''ΣΤΟ ΣΚΟΤΕΙΝΟ ΤΗς ΚΑΡΔΙΑς ΜΟΥ ΕΡΜΑΡΙ'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη.
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

 


 

6 Φεβρουαρίου 2020

''ΚΑΠΟΙΑ ΗΜΕΡΑ ΕΒΡΕΧΕ''

Κάποια ημέρα έβρεχε πολύ
μα εσύ δεν εφοβήθης τη νεροποντή..
κι εβγήκες στο πλατύσκαλο
τις στάλες της δροσιάς να ποτιστείς
χωρίς ομπρέλλα κι αδιάβροχο παλτό
μονάχα με τη θέρμη του
μισόν αιώνα παέι πια
που την εφόραες στο κορμί σου...
Γέρναν οι σκέψεις 
μες στα μονοπάτια του μυαλού 
ρυάκια που κυλάγαν σαν ποτάμι
ωσάν και που κυλάει η ζωή
αόρατο το χέρι που τις σπρώχνει..
Τον αγαπούσες πιότερο θαρρείς
στης απουσίας το παρόν του
το ανέφικτο..τ' ονειρικό
τα ανεκπλήρωτα..τα άπιαστα
πήρανε σαρκά και οστά..
παίρνουνε ακόμα χρώματα λευκά
σαν τ' άνθια του Απρίλη..
στα μονοπάτια του μυαλού
το εξόριστο συναίσθημα
στον έρωτά του τον μοναδικό
θάλλουσες μνήμες ανασταίνει..κυνηγά
το ταξίδι σου αέναα ορίζει..

''ΚΑΠΟΙΑ ΗΜΕΡΑ ΕΒΡΕΧΕ'' 
Σοφίας Θεοδοσιάδη..
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,






''ΑΣΧΗΜΑΤΙΣΤΕς ΠΑΓΙΔΕς''

Artist Marcela Bolívar

Το επιφανειακόν και τ' απερίσκεπτον 
αιώνια συστεγάζονται..
στα εργαστήρια του νου των ελαφρών
κόντρα στων αταλάντευτων την σκέψη..
Στην εποχή των κλόουν της χαράς
καλούνται  υποδόρεια καθημερνά
τα προσωπεία και τις μάσκες να φορούν
δεν τους αρέσουν τα πραγματικά..
εις την γελοίαν της ψυχαγωγίας τους ψευδαίσθησιν
αμάσητα τα καταπίνουν τ' αποφάγια της
μιας σύγχρονης..μοντέρνας τηλεόρασης..
μιας ενημέρωσης που την ζωή την πάει αλλού
καθώς οι Φένακες πληθύνανε 
ουδέποτες ξεπέσανε στη λήθη..
Δεν την μετρούν την ερημίαν τους για το ευτελές
σαράκι επίπλου παλαιού..
κουφώνει το μυαλό και την ψυχή τους..
Προφάσεις βρίσκουν χίλιες δυο
την κούραση προβάλλουν της ζωής
καθώς εδέσματα σκουπιδοφάγου να γευτούν
επιθυμία ανακούφισης ζητώντας..
Την ανθρώπινη οδύνη αδηφάγα 
ως θέαμα συχνά οι σταθμοί πωλούν..
Όχι..τους απωθούν τα θλιβερά
στης χαλαρότης το βωμό
θυσιάζουν την αληθινήν
της ψυχής την αγωγή τους...
την αποχαύνωση άθελα αποζητούν
αντίδοτο θαρρείς μοναδικόν
τα λόγια της φενάκης....
Άνθρωπε εσύ του κοπαδιού...
μην κλαις λοιπόν για τα στερνά
τις μουσικές δεν άκουσες ..
τα τύμπανα σωπάσαν για τα σε
τα χρόνια σου τα χάλασες
ανάγνωση δεν έμαθες
την ελαφρότητα εντύθηκες
εις το χρυσίζον τυλιγμένο σου αμπαλάζ..
ξεθωριασμένες οι επιθυμίες της νιότης σου
σου τραγουδούνε σιωπηρά
δακρυροούσες ερινύες κυνηγώντας σε
''που είσαι νιότη που 'ταζες
πως θα γινόσουν άλλος''
ασχημάτιστες παγίδες καραδόκησαν
τη συντριβή του Εγώ σου...

''ΑΣΧΗΜΑΤΙΣΤΕς ΠΑΓΙΔΕς'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη.
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,


2 Φεβρουαρίου 2020

''ΤΟ ΜΥΡΟ ΤΗς ΜΑΝΑς''


Εις το στασίδι εκεί της εκκλησιάς
εζύγωσα..κι εκάθησα δισταχτικά
και σαν να εστάθη πλάι μου
η μητέρα και με κοίταξε... 
στης Θεομήτορος ετούτη την τρανή
γιορτής της προσφοράς του Ιησού
Υπαπαντής τη μέρα... 
Λένε πως τάχα πέθανε η μάνα μου
μα σαν τα βράδια λογυρνώ
μπρος στο εικονοστάσι
ανάβω θύμησης καντήλι ακριβό
ορώ..ακουρμάζομαι..φορώ
της μάνας μου το μύρο το διάχυτο
κρυμμένο στο παλιό..
το φυλαγμένο καμηλό παλτό 
στις κάμαρες..στο νου και στο κορμί μου.
Θέλω να γράψω μια βραδιά
έναν αργό συγκαθιστό..να της τον τραγουδήσω
κι εκείνη με τα βήματα αργά
σαν τότες που με μάγευαν
της τέχνης τα τσαλίμια..τα καμώματα
τα σκέρτσα του χορού της
της ψυχής τ' αυθεντικά..
να σηκωθεί συγκαθιστά να τον χορέψει..
Λένε πως πέθανε και έχει πια χαθεί
μα όταν εγώ ακούω αργό συγκαθιστό
στην πόρτα του Παράδεισου κοιτώ
στις παρακλήσεις στέλνω μες στις προσευχές
να σηκωθεί για μία ύστερη φορά..
κι όπως μονάχα αυτή με τέχνη το μπορεί
τα βήματα ξανά για να μου μάθει...

''ΤΟ ΜΥΡΟ ΤΗς ΜΑΝΑς'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη..
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

1 Φεβρουαρίου 2020

''ΝΑ ΣΠΑΣΟΥΜΕ ΤΙς ΓΥΑΛΕς''

Απάνω στο πλατύσκαλο 
στο πατρικό το σπίτι μου..
μια γλάστρα ασπρισμένη απ' τα χέρια της γιαγιάς.. 
είχε έναν ''έρωτα''..
ένα λουλούδι γούρικο..
αγάπη να σκορπίζει μες στο σπιτικό..
Χειμώνα - Καλοκαίρι εκεί..
ακόμα κι όταν ο χιονιάς ''επλάκωνε'' βαρύς..
μέσα στη σάλα το 'φερνε η μάνα μου ..
μην τύχει και ''παγώσει..
Και κάθε που''φλεβάριζε'' ο καιρός.. 
στο σκαλοπάτι του πλατύσκαλου..
έπαιρνε τη θέση την τιμητική
την αγάπη να ανθίσει....
Ερχότανε οι γείτονες..
κι ονειρευόντουσαν ομαδικά και φωναχτά.. 
στα βραδινά ''μασάλια''
έτσι τις λέγανε στον τόπο μου..
εκείνες τις μαζώξεις τις νυχτερινές..
καθώς οι περισσότεροι σε τούτο το χωριό..
απ' της Τουρκιάς τα μέρη ήσαντε..
απ' της Τραπεζούντας τη μεριά...
Έλληνες πέρα ως πέρα..
κι ας  τους φωνάζανε οι ντόπιοι 
πότες - πότες και καμμιά ειρωνικά..
τουρκομερίτες..
μα αν σκεφτείς τώρα κυριολεκτικά..
από εκεί ήτανε φερμένοι...
Είχανε όμως μια καλή.. 
ανθρώπινη σειρά 
και μέσα τους μεγάλη αληλλεγγύη..  
Σήμερα γέμισαν τα σπίτια κλειδαριές 
καθώς εγέμισε ο τόπος από κλέφτες..
μα ας αφήσουμε ξεκλείδωτες..
τουλάχιστον εκείνες.. της καρδιά μας...
Μπαίνει ξανά ο Φλεβάρης που έχει όνομα νερού .
τις ''φλέβες'' να γιομίσει..τα ποτάμια..
Φλεβάρισε
σαν προπομπός της Άνοιξης 
τούτος ο μήνας πάλι..
Θα την εφέρει στα δειλά - δειλά ξανά την Άνοιξη..
όπως και να 'χει στις καρδιές μας..
Ίσως ξανά αναθαρρήσουμε μονάχοι μας..
σκεφτούμε ομαδικά 
γεμίσουμε τις φλέβες μας..
τις φλέβες της ψυχής μας..
με αισιοδοξία και με όνειρα
 που είναι ''κρυμμένα σε φορμόλη''...
ανθρώπινα..έτσι απλά ..
χωρίς φιλοσοφίες περιττές ..
να καταφέρουμε να ''σπάσουμε τις γυάλες''..

  ''ΝΑ ΣΠΑΣΟΥΜΕ ΤΙς ΓΥΑΛΕς''( απόσπασμα)

Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,