7 Νοεμβρίου 2021

⫷ την εποχή των υακίνθων επιστρέφεις⫸


Ίσως ετούτη μου η αγάπη για μοσχοβολιές
των υακίνθων..των λευκών των γιασεμιών
να στάθηκε η αφορμή
να μ' έκανε ν' αρωματίσω τη ζωή
να αγαπήσω εσένα..
στην κολυμβήθρα τους ελούσθηκα
επότισε το δέρμα μου
ποτίσαν την ψυχή μου..
Ώσπου τα χρόνια άλλαξαν
τα 'χατες έφταιγε ο ζέφυρος
για τάχα οι Σειρήνες της οράσεως
την πλάνη μου π' εσίμωναν με βία νοσταλγική
κι εφύτευαν στα μάτια μου βλαστούς
κονδύλους υακίνθων?
Με το πηδάλιο της θύμησης..πάντοτε
την εποχή των υακίνθων επιστρέφεις.
Συχνά κάθομαι στο κρεβάτι μου
κοιτώ τους ξεχασμένους μας ανθούς
εις το βάζο εμαράθηκαν
δίπλα η νυφική φωτογραφία που εξεθώριασε
ψάχνω το βλέμμα σου το άυλο
πλανιέμαι πως μου γνέφεις..
στην προσδοκίαν της ανάμνησης 
έρχεσαι ξημερώματα
πλαγιάζεις δίπλα μου στην κλίνη μας
συναίσθημα πρωτόγνωρο στα μέσα μου
κάτι σαν πάθος παλαιόν αναγεννάται
τα ξεχασμένα χάδια σου
με ραίνουν υακίνθους.
 
⫷ την εποχή των υακίνθων επιστρέφεις⫸  - Σοφίας Θεοδοσιάδη.
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

5 Νοεμβρίου 2021

⫷Ω Μαγισσάκι, εσύ⫸



Ω Μαγισσάκι, εσύ
τις νύχτες που πετάς
πάνω από θάλασσες 
σκορπάς το θαλασσί
μες τα τεφρά τα βράδια μου
κατέβα φανερώσου
χτύπα με το ραβδάκι σου
φως αμυδρό ρίξε ιλαρό
εις το περβάζι της ψυχής
το σκοτεινό μου...
χτύπα με το ραβδάκι σου
βροχή να στείλουν οι ουρανοί
να ξεπλυθούν λυγμοί που στάζουνε
υγραίνουν την ψυχή μου
τη Μούσα κάλεσε να κατεβεί
με τον αυλό της να ντυθεί
στους ήχους του ακούσματος
εις τον γλυκύν τον λυρισμόν
να πάλλει μέσα μου της νιότης η χαρά
κουλουριασμένη να μη μένει ερπετό
εις τον βυθόν..εις το βαθύ μου το πηγάδι.

 ⫷ Ω Μαγισσάκι, εσύ⫸ - Σοφίας Θεοδοσιάδη

,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

4 Νοεμβρίου 2021

⫷ μικρή Κιβωτός⫸



Περπάτησα σε οπωρώνες καρπερούς
γλυκείς καρπούς μ' εφίλεψε η ζωή
προσκύνησα τον έρωτα
λακτίζοντας τ' αγκάθια του
σκαρφάλωσα στο πιο ψηλό κατάρτι μου
κι εκίνησα την Ιθάκη μου να εύρω. 
Πολλά τα θέλω μου στη Γης
μικρή η Κιβωτός μου
μικρός ο χρόνος στη ζωή
και η επικράτεια της ζήσης μου στενή
οι κατηγόριες για όσα δεν εχώρεσα
εμέ δε μου ταιριάζουν...
όποιος επρόκανε ας γίνει ο δικαστής.
Συχνά γυρνώ εις την παλιά μου Κιβωτό
την έχω φυλαγμένη χρόνους στο καρνάγιο
τι κι αν φορές την τσάκισα στα βράχια 
στις φυλαγμένες της αποσκευές
βρίσκω τα  θάμνα μου τα χλοερά
εκεί που εκρυψα σπόρους για τη ζωή
χάνομαι στις σελίδες που εφύλαξα στο ημερολόγιο 
στο φινιστρίνι στη μικρή μου Κιβωτό..
ένα ημερολόγιο που εκατέγραψε
την μικρή μου την Οδύσσεια
την Ραψωδίαν την δική μου ως εδώ.
 
⫷ μικρή Κιβωτός⫸  - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

2 Νοεμβρίου 2021

⫷ το βαλς του ουρανού ⫸


Μία λευκή σκια
σαν άσπρο παγωμένο χιόνι
και ένας άνεμος νοτιοδυτικός 
μυρίζοντας βροχή
τινάζοντας τα φύλλα τα νεκρά
πριν απ' την άρπα την ουράνια
που έφτανε ως το περβάζι της
την ψυχή της τρεμουλιάσαν παρασταίνοντας..
πως το όνειρο εζούσε στον καθρέφτη της
πως εξεκόλλησαν τα μάτια της 
από το βάλτο του θανάτου..
 
το βαλς του ουρανού ανεμοστρόβιλος
σε πέλαγα ξανά την εταξίδεψε
είτανε φαίνεται ο καιρός
τρεμούλιαζαν τ' αστέρια πα στον ουρανό
τρεμούλιαζε και το δικό του αστέρι.
Ήταν ετούτη μία θύμηση νυχτερινή
παιχνίδι του μυαλού
κι έπειτα τίποτα
νεκρός να φεύγει και να χάνεται.
 
⫷ το βαλς του ουρανού ⫸  - Σοφίας Θεοδοσιάδη 
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

 

31 Οκτωβρίου 2021

⫷ ''Θεατράκι'' - καφέ εν Πάτραις ⫸

φωτο: Σοφία Θεοδοσιάδη

 
 
 
 
 
 
Πίσω από παράθυρα που βλέπουνε στη θάλασσα
οι ποιητές του δρόμου
ανάμεσα από κούπες με εσπρέσσο με βαρείς γλυκούς
ρίμες σκαρώνουνε για μαντινάδες για τον έρωτα
το χρώμα της αγάπης αναζητούν σε μυρωδιές
ταξίδια σχεδιάζουνε..ψάχνουνε για λιμάνια
Κι έτσι όπως κάθεσαι κι εσύ ξένη ανάμεσα σε ξένους
στο Θεατράκι εν Πάτραις στο καφέ στο παρ' αθίν αλός
σε πήρε η 'αχνα του καφέ..
στη μυρωδιά της θύμησης αφέθης
και μια καρέκλα αδειανή έφερε τη σκιά του
και ένα δάκρυ σου αλμυρό εκύλησε στο μάγουλο
στων αναμνήσεων τη βροχή
εμούσκεψε η ψυχή σου.
 
 ⫷  ''Θεατράκι'' - καφέ εν Πάτραις 
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

28 Οκτωβρίου 2021

⫷λυχνάρια που εσβήστηκαν τα μάτια σου⫸


Λυχνάρια που εσβήστηκαν τα μάτια σου
τις νύχτες  μου εφώτιζαν στους άγριους Χειμώνες
μανία τ' ανέμου τα έσυρε στα άδυτα βαθειά
νέος Χειμώνας σεργιανάει στο περβάζι μου
τόσο μακρινό το βλέμμα σου 
που και τη μνήμη χάνω.
Δε με φοβίζουν τα Φθινόπωρα
οι παγεροί που έρχονται Χειμώνες
αγάπη σαν κλαδεύω τα πρωινά
στο συναπάντημα ανοίγουνε οι κάλυκες
ανθούνε τα μπουμπούκια.. 
είναι όμορφο που οι ψυχές
στις μυρωδιές τους συναντιούνται !!!
μα είναι αβάσταχτο να καρτερώ 
το βλέμμα το ζεστό σου..

 ⫷λυχνάρια που εσβήστηκαν τα μάτια σου⫸  - Σοφίας Θεοδοσιάδη

,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

27 Οκτωβρίου 2021

⫷ενθάδαι κείται μία ρομαντική ⫸

                                                                                            

Με τυμπανοκρουσίες..λιβανίσματα

αγιοποιήσεων λογύδρια
δε θα ν' το ύστερο κατευόδιο το δικό σου.
Θα αποθάνεις μίαν αυγούλα έτσι απλά
στης απολησμονιάς τη στράτα
μοναχή σου θα βρεθείς...
δε θα ομιλούν για σένα τα ραδιόφωνα
μόνο το θρόισμα τ' ανέμου από μακριά
νότες τριγύρω θα σκορπάει νοερά
απ' ένα adagio σ' αργό βηματισμό
δε θα λογίζεται ένας εξέχων θάνατος
θα 'ναι ο θάνατος άλλου ενός απ' τους πολλούς
που επρόλαβε κι ελιποτάχτησε νωρίς
από το βούρκο της ζωής..
μόν' η καμπάνα τ' Αη - Γιώργη
θα χτυπήσει τρεις φορές λυπητερή
κι ένα κερί θα λιώνει τη ζωή σου..
θα αποθάνεις τόσο αθόρυβα απλά
όπως όλοι οι γειτόνοι σου οι ταπεινοί ανθρώποι..
Κι αν έπαιξες τους ρόλους σου καλά..
σε κωμωδίες ..τραγωδίες ..
σε νουβέλες του έρωτα αισθαντικές
στο θεατράλε της ζωής σου
αν αποκρίθης επαρκώς..
αν ήσουν μάνα που έδωσες φτερά
αν μπόρεσες να υψωθείς ένα σκαλί
αν φόρεσες το πρόσωπο τ' ανθρώπου
γιατί εσύ τις καταιγίδες τις εβράχηκες νωρίς.
τις καταιγίδες άλλοι δεν τις είδαν.
τούτα μονάχα που έδωκες θα πάρεις συντροφιά
 
 Μα αν  τυχόν πεθάνω ξαφνικά και σας αφήσω εδώ
μη γίνετε σαν εκείνους που μένουν πικραμένοι
που κάθονται και ξενυχτούνε και θρηνούν.
Μια χάρη μόνο σας ζητώ και κάντε το για μένα
γυρίστε ξανά πίσω στη ζωή και χαμογελάστε
Κάντε ό,τι δεν πρόλαβα να κάνω εγώ
κι ίσως να σας κοιτώ από ψηλά και να σας εστηρίζω
εύθραστοι είμαστε όλοι σαν φτερά
αιώνιοι σαν χτυποκάρδι.
Μα ακόμα κι όταν η καρδιά μας παύει  να χτυπά
εμείς υπάρχουμε γιατί
όλοι στο τέλος γινόμαστε αναμνήσεις.
 
Γι' αυτό σαν έρθει η ώρα η στερνή
στον τάφο μου  να γράψετε σε μία χάλκινη επιγραφή :
⫷ ενθάδαι κείται μία ρομαντική
κεκοιμημένη παρελθούσης εποχής
ένθα αναπαύεται εις τον δικόν της κήπον της Εδέμ
εκεί όπου ευλογήθη και εμόνασεν τις σκέψεις της
της σύντομης επίγειας ζωής της. ⫸

⫷ ενθάδαι κείται μία ρομαντική⫸ -  Δοκίμιον Λυρικόν
Σοφίας Θεοδοσιάδη.


,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,