7 Δεκεμβρίου 2018

''θα ζωγραφίζω ωκεανούς''...


art : Duy Huynh

Πες μου στ' αλήθεια..

ανήσυχο..κατάματα  σαν σε κοιτά..
του έρωτα αν σου γνέφει το φεγγάρι..
αντέχεις τη την άρνηση στο σάλπισμα..
αντέχεις το σκοτάδι?
Θα ζωγραφίζω ωκεανούς..
θάλασσες θα χαράζω..
να μοιάζουνε στα κύματα..
που κουβαλεί η καρδιά μου..
ταξιδεμένα ήσαν τα όνειρα..
σε χάρτινες βαρκούλες  εμουσκεύαν.
κι εκεί στις φουσκοθαλασσιές..
θεριό του αγεριού ο βρυχηθμός..
κόντρα.. το χρώμα στον καιρό..
χαρταετός να γίνεται η ψυχή.. 
η λύσσα..η μανία της ζωής..
να μην την επροφταίνει..
Εστάθη αντίκρυ μου..εκεί ψηλά..
εκάρφωσε το βλέμμα στα βαθιά μου
μου 'στειλε ''μάγια'' με τα ξωτικά..
της άρπας σου  οι νότες..με επήραν
γλυκά εθρόϊσαν οι παλιές σου μουσικές..
κουρνιάσαν στις κουκουναριές..
κρυφτήκαν στo απάγκιο της καρδιάς μου
του κήπου μου τα αηδόνια εξυπνήσανε με μιας..
τα Φθινοπωρινά..τα κίτρινα και τα γυμνά..
τα Χειμώνιάτικα που εμοιάζανε..
 στα φύλλα της ψυχής μου !!!

 ''θα ζωγραφίζω ωκεανούς'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
..................................................................................................................................................

6 Δεκεμβρίου 2018

αιδώς ''αχρείοι''..κατά παράφρασιν.......

Στα σκαλοπάτια σας αρνούμαι να συρθώ..
στα βρώμικά σας χράμια να ξαπλώσω.. 
στην πίτα της απελπισίας που τρατάρετε..
αρνούμαι γευσιγνώστης να γενώ..
 Όχι δεν θέλω τα σκοτάδια σας..την πλάτη σας γυρίζω..
Δεν είναι αυτή η Ελλάδα που με γέννησε και αγάπησα..
ζητάω πίσω να μου δώσετε..καθώς σε απέλπιδα προσπάθεια
βαλθήκατε να εγκλωβίσετε..την ελευθερία του μυαλού μου..
Θέλω να είμαι άφοβη..σαν την αμυγδαλιά του κήπου μου.. 
που Άνοιξη καταμεσίς της Χειμωνιάς..
προκαλώντας με τα λούλουδα..επιμένει για να πάρει..
Σ' ένα πλατύσκαλο πεθύμησα..στο ξέγναντο..
καφέ βαρύ μα και γλυκό..να πιω..να ζεσταθώ..
να 'ρχονται οι φίλοι μου οι παιδικοί
και να με συναντούνε.. 
χωρίς τα ρούχα τα λερά..
που φόρεσε ο χρόνος στο γιακά τους..
επάνω τους να λάμπουνε πουκάμισα λευκά..
πλυμένοι..μοσχομυριστοί..
με πράσινο σαπούνι της γιαγιάς τους..
δε θέλω μες στο βλέμμα σαν τους συναντώ..
Ομήρου φράσεις..Ιλιάδας να ενθυμούμαι..
τι κι αν ο Αίαντας εφώνησε παλιά : 
Αιδώς Αργείοι ..ήμαρτον..
συνέλθετε..αισχυνθείτε!!
στα χείλη μου ανεβαίνει και
σκοντάφτει η φράση η βαριά
αιδώς ''Αχρείοι'' πατριώτες μου..εξουσιαστές..
αιδώς αχρείοι φίλοι μου..που τους ακολουθείτε..
εμένα..εσένα..την πατρίδα..λυπηθείτε μας..
ναι..μη μου καρφώνετε τα τόξα σας..
τα βλέμματα μαζέψτε..
για έναν πατριώτη ψάχνω αληθινό..
τον κόσμο το δικό μου να πονάει..
έναν καφέ αχνιστό..φρεσκοψημένο..
μοσχομυριστό..
να βγει πα στο πλατύσκαλο..
να ρθεί..να τον τρατάρει..
να φύγει ο φόβος να κρυφτεί..
να πάψει στα λιβάδια..στους αγρούς να τριγυρνάει..
πίσω απ' τις φυλωσσιές τους..
όπως σαν τότες που επαίζαμε κρυφτό..
πίσω στις πικροδάφνες..
Όχι..δε σας ζητώ πολλά..
της εξουσίας μας της κάθε μιας..
''αχρείοι'' ονειροκλέφτες..
να φέρτε πίσω εδώ σιμά..
τα χρυσοποίκιλτα κλεμμένα τα κοσμήματα..
τα χαραγμένα με μονόγραμμα 
λευκόχρυσου του χαμογέλιου μας
την ''τιάρα'' μας του ασφαλούς..
του τόπου που εφυτρώσαμε..
με άνθια στολισμένη απ' τα λιγοστά..
τα τολμηρά..εναπομείναντα..
κυκλάμινα..και γιάνκεες μοναδικές..
που ξεπηδούνε αναπάντεχα..
στου βράχου τις σχισμάδες..

αιδώς ''αχρείοι''..κατά παράφρασιν - Σοφίας Θεοδοσιάδη. 
............................................................................................................
 

4 Δεκεμβρίου 2018

''αλλού τα κακαρίσματα..κι αλλού γεννάν οι κότες''......

Στις γειτονιές περιδιαβαίνοντας κυρ- Νικολή..
ες τες μεγάλες κοτετσιών της Αποικίας..
τρανό κοτέτσι αντίκρυσα στης Άγνωσης μεριά..
με τρέλλαναν από νωρίς..πρωί - πρωί..
κότες και πετεινάρια..
στο νου μου ήλθε άθελα και στάθηκε θαρρείς..
μια παροιμία του λαού..που λεν' πως είν' σοφή..
''αλλού τα κακαρίσματα..κι αλλού γεννάν οι κότες''..
Εγέννησαν που λες.. κλωσσόπουλα σωρό..
κλώσσες και κόκοροι και πετεινοί..
εσκίσαν με λειρίσματα..με κακαρίσματα  σωρό
εκείνα τα καλάμια τους..έξω απ' το τσαρδί τους..
ήτανε και μια κότα στρομπουλή..
καθότανε και λιάζονταν..στην ''κακαροπανήγυρι''
σε κείνο το μεγάλο το παζάρι...
ποτέ της δεν αγόραζε..σάμαλι και ''μαλλί γριας''
έτρωγε τα σποράκια της σε μια γωνιά..
κανείς δεν τη λογάριαζε..θαρρούσαν..
αχ! τι θαρρούσαν να 'ξερες..οι άμοιρες οι κότες..
Θαρρούσανε κυρ- Νικολή..πως ήτανε χαζούλα..
στον κόκκορα καθώς αρνιότανε ..αυτή να του ''καθίσει''.. 
Στέρφα θα μείνεις ..άτεκνη..της λέγανε 
οι παρδαλές οι κότες..
κι εκείνη εκακάριζε δειλά..είχε θαρρείς μια λύπηση..
μια θλίψη στα φτερά της..
εγνώριζε από καιρό..πως ο ''άρχοντας'' του κοτετσιού..
το κουφιοκέφαλο ωσάν παγώνι αφεντικό της..
ενός κοκκόρου είχε γνώση μοναχά..καμμιά δεν αγαπούσε..
εσκέφτηκα και προς στιγμήν το έρεβος..
στις γέννες που εγένναε..το ανόητο κοκκόρι..
δάκρυα θαρρώ αντίκρυσα στα μάτια τα υγρά..
της στρομπουλής της κότας..
έψαχνε..χρόνια έψαχνε..να βρει ένα πετεινάρι..
μαζί να τρώνε σπόρους στην αυλή..
να πάψει πια να γεύεται..των αυλοκόλακων κακαριστών..
και το δικό του αποφάϊ..........

''αλλού τα κακαρίσματα..κι αλλού γεννάν οι κότες'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη..
.............................................................................................................

3 Δεκεμβρίου 2018

Η ΛΙΜΝΗ - Αλφόνς ντε Λαμαρτίν

Πάντα λοιπόν θα τρέχωμε προς άγνωστο ακρογιάλι,
θα καταποντιζώμεθα στου τάφου τη νυχτιά,
χωρίς ποτ’ εν’ απάνεμο μες στην ανεμοζάλη,
ουτ’ ένα καταφύγιο στη βαρυχειμωνιά!

Κύτταξε, λίμνη, κύτταξε! Δεν έκλεισ ένας χρόνος 
πόπαιζε με το κύμα σου χαρούμενη, τρελλή, 
και τώρα, τώρα ο δύστυχος, κάθομαι, λίμνη, μόνος 
στην πέτρα εδ’ οπού πάντοτε μας έβλεπες μαζί.

Καθώς και τώρα εμούγκριζες και τότε αγριεμένη
κ’ εξέσχιζες τα στήθη σου στου βράχου τα πλευρά, 
ανήσυχη επαράδερνες στην άκρη θυμωμένη 
κ’ εράντιζες τα πόδια της με τον αφρό συχνά.

Θυμάσαι, λίμνη, μόνοι μας μια νύχτα εγώ κ’ εκείνη 
ελάμνανε άφωνοι οι φτωχοί στα κρύα σου τα νερά, 
τ’ αγέρι δεν ανάσαινε, είχες και συ γαλήνη, 
στον ύπνο σου, δεν άκουες παρά τα δυό κουπιά.

Με μιας τραγούδι ουράνιο, πρωτάκουστο, δροσάτο 
το γέρο τον αντίλαλο τριγύρω μας ξυπνά.
Έμειν’ ευθύς παράλυτο το κύμα σου το αφράτο, 
και τέτοια λόγια ακούστηκαν, θυμάμαι, αρμονικά;

«Δίπλωσε, Χρόνε, δίπλωσε τ’ ακούραστα φτερά σου, 
ώρες γλυκές, μην τρέχετε, σταθήτε μια στιγμή, 
και συ μη φεύγεις, νύχτα μου, με την αστροφεγγιά σου, 
τώρα που ζευγαρώσαμε ειν’ όμορφη η ζωή.

Του κόσμου αυτού τα βάσανα, την ερημιά, τη φτώχεια, 
θέλουν να φύγουν άμετροι• γι’ αυτούς γοργά-γοργά, 
χρόνε μου, πέτα κι’ άφησε στου έρωτα τα βρόχια 
τα δυό μας να χορτάσωμε τόσο γλυκεία σκλαβιά.

Του κάκου. Οι ώρες φεύγουνε. Κανείς δε με προσμένει… 
Κανείς δε μ’ ακουρμαίνεται… Η νύχτα είναι σκληρή… 
Αχνίζουν τ’ άστρα, χάνονται… Κρυφά κρυφά προβαίνει, 
τ’ άσπλαχνο γλυκοχάραμα… Λυπήσου μας, αυγή…

Του κάκου. Όλα ξεγέλασμα είν’ όνειρα και πλάνη, 
ζωή μας είν’ η αγάπη μας, και μοναχή χαρά, 
ας μη ζητούμε ανύπαρκτο στον κόσμο άλλο λιμάνι, 
του χρόνου η άγρια θάλασσα δεν έχει ακρογιαλιά.

Χρόνε ζηλιάρη, δύστροπε! Πε μου, γιατί να σβηώνται, 
σαν αστραπή να φεύγουνε οι ώρες της χαράς, 
καθώς περνούν και φεύγουνε χωρίς να λησμονιώνται 
κ’ οι μαύρες, κ’ οι ολόπικρες στιγμές της συμφοράς;

Απ’ τη βαθειά την άβυσσον, όπου μας καταπίνει, 
απ’ την αιωνιότητα, όπου μας πλημμυρεί, 
τίποτε, Χρόνε, τίποτε στο φως δεν αναδίνει, 
δεν ξεφυτρώνει τίποτε… όλα τα τρως εσύ.

Λοιπόν, απ’ όσα εχάρηκα, δε θ’ απομείνη τρίμμα, 
δεν θα ν’ αφήσω τίποτε σ’ αυτήν τη μαύρη γη! 
Απ’ το γοργό μας πέρασμα δεν είναι τάχα κρίμα 
να μη σωθή ένα πάτημα, ω Χρόνε αδικητή;..»

Ω λίμνη, ω βράχοι μου άφωνοι, ω σεις σπηλιές και δάση, 
που βλέπετε τον πόνο μου, μια χάρη σας ζητώ•
Εσείς, όπου δε σκιάζεσθέ κανείς να σας χαλάση, 
ποτέ μη μας ξεχάσετε, στο μνήμ’ αν πάω κι’ εγώ.

Κι’ όταν σε δέρνη ο σίφουνας, κι όταν βαθειά κοιμάσαι, 
ω λίμνη μου αφροστέφανη, να μη μας λησμονής, 
εσ’ είδες την αγάπη μας, και μόνη εσύ θυμάσαι 
πως άναφταν τα στήθη μας και θα μας συμπονής.

Θέλω τα πεύκα, τα έλατα, οι βράχοι, η ρεματιά σου, 
τ’ αφρού σου το μουρμούρισμα, τ’ αντίλαλου η φωνή,
τα δροσερά σου σύγνεφα, τ’ αγέρι, η καταχνιά σου, 
η βρύση, ο καλαμιώνας σου, το χόρτο, το πουλί,

Τ’ άστρο το ασημομέτωπο, η μυρωδιά που χύνει 
το γαλανό το κύμα σου, ω λίμνη μου γλυκεία, 
ό,τι στην πλάση έχει αίσθηση, πνοή, νοημοσύνη, 
όλα να λένε: «Αγάπησαν τα μαύρα φλογερά!»

Μετάφραση : Αριστοτέλης Βαλαωρίτης.. 
Πηγή: Νεότερη Ευρωπαϊκή Λογοτεχνία..
...........................................................................................................
Ένα από τα αριστουργήματα του Γαλλικού ρομαντισμού..
που διαπραγματεύεται με εμβάθυνση και φιλοσοφικό τρόπο
 το παροδικόν της επίγειας ευτυχίας..το ποίημα τούτο.
 η «Λίμνη» είναι ένα από τα κεντρικά ποιήματα της συλλογής  
Ποιητικοί στοχασμοί
 (Méditations poétiques, 1820)...
άνθιση και φθορά..απογοήτευση και ελπίδα..
 η φίλη σας Σοφία..
.............................................................................................................

2 Δεκεμβρίου 2018

Καλώς τον ''καλαντάρη'' μας το μήνα το Δεκέμβρη...



φωτο : από το διαδίκτυο

Καθώς ο μήνας έφτασε..του χρόνου ο τελευταίος..

στην απεραντοσύνη του ορίζοντα..στο γκρίζο του βουνού..
σκέψεις γλυκές με συναντούν..περιδιαβαίνοντας..
καθώς το χιόνι εβάλθηκε να διαπερνά..
βαθύτερα απ' το σώμα μου..να φτάσει στην ψυχή μου..
λευκή να μου φορέσει τη ''στολή'' ..
της πεμπτουσίας μου την εξομολόγηση..να φτάσω..ν' ασπαστώ..
στολίσαμε τα δέντρα μας..του δάσους τα κομμένα..
φορέσαμε και φορεσιά στο νου και στην ψυχή μας..
κρεμάσαμε μπαλίτσες πλουμιστές..βάλαμε και φωτάκια..
για να φωτίσουνε τα εντός..μήπως και φωτιστούμε..
είν' παλαιόθεν η φωλιά μας σκοτεινή..
από της Γένεσης τους χρόνους..
χωρίς λαμπιόνια επιθυμητά..χωρίς της προσμονής το αστεράκι..
εκεί ψηλά θα το εστήσουμε..επιθυμία διακαής ..
από ψηλά να μας κοιτά..το δρόμο μη και χάσουμε..
στης ευσπλαχνίας τα μέρη...
Να ξαναγίνουμε παιδιά..τα κάλαντα να πούμε..
είν' καλαντάρης ο Δεκέμβρης μας..τούτος ο τελευταίος..
να κοκκινίσει η μύτη μας..
στη χόβολη να πιούμε τον καφέ μας..
όσοι πιστοί προσκυνητές της αναζήτησης..
του κάλλους και της ομορφιάς..
του γαληνέματος ψυχής..προσέλθετε..πιστοί μου θιασώτες..
βουτήξτε μες στην κολυμβήθρα του λευκού..
ν' αγγίξουν οι νιφάδες του χιονιού..ελπίδα μας μοναδική..
το άσπρο..το κομμάτι το μικρό..
εκείνο της ψυχής μας..

 <<Καλώς τον ''καλαντάρη'' μας το μήνα το Δεκέμβρη>>

Η φίλη σας Σοφία  Θεοδοσιάδη.
..............................................................................................................

30 Νοεμβρίου 2018

''κρατούσανε και πρόσφορο''........


Και τώρα που τα χρόνια επεράσανε..
στου λυκαυγούς το τρυφερό ψηλάφισμα..
ξεμάκραινε ολοένα μακρινά..το απρόσμενο φευγιό σου..
έλα σιμά μου κάθησε..
στο θρόϊσμα του ίσκιου σου..για να σε αναστήσω..
και τώρα που οι πλεζέρες κατεβήκανε από την κεφαλή μας..άκουσον..άκουσον με προσοχή..
και μάθε τα μαντάτα..
τώρα που τα τσαντόρ τους τα μεταξωτά..
ξεσκέπασαν για τα καλά..
το νου και της ψυχής τα μυστικά τους..
τώρα που ξεσκεπάστηκαν οι άχρωμες ιδέες τους..
του προηγούμενου αιώνα θιασώτες των ταμπού ..
και οι προκαταλήψεις.. 
τώρα που εμεγάλωσα πολύ..και αποφάσισα ξανά..
το στάρι μου να ξεδιαλύνω από τη βρώμη..
ας κοιταχτούμε το πρωί..την ούγια τους ας ψάξουμε..
μπροστά εις τον καθρέφτη μας του χωλ..
μήπως και διακρίνουμε στους φίλους τους περαστικούς..
τη λέξη ''υποκρισία''...
ήρθαν που λες απ' την απάνω γειτονιά να με παρηγορήσουν..
η κυρά Κατερινιώ μας ..το Λενιώ..και η κυρά -Μαλάμω..
κρατούσανε και πρόσφορο..
απ' του παπά μας του χωριού..ήτανε διαβασμένο..
μου μίλησαν για τις ψυχές..τις πετρωμένες τις αγάπες..
αυτούνες που δε γνώρισαν θάνατος τι σημαίνει...
εκειές που μεγαλόσταυρους εφωτογράφιζαν..
μπρος στου παπά τα γένια..
τούτες που αυτόχθονες θαρρείς..
την ψυχική τους τη συσκότιση..εδέναν στο τσαντόρ..
κι ύστερα πήγαιναν στον καφενέ..
από την κλειδαρότρυπα λαγνεία να ψαρέψουν..
τη φορεσιά να δουν των τεθλιμμένων και το χρώμα της..
με γράδο και τη θλίψη να μετρήσουν..
''περί υποκρισίας το ανάγνωσμα''..
είχε αλλάξει η μορφή..το πρόσωπο χαμένο..
μαυροκιτρίνιζαν στην πείνα τους..
σκορπίζαν τη μιζέρια τους..στου πρόσφορου το τάσι..
Αλίμονο!!! και τρισαλί!!!
ποτές κανείς δεν τους εμίλησε
για την πολυπλοκότητα..την ερημία της  ζωής τους..
ποτέ κανείς και δεν τους έδειξε το χρώμα του θανάτου..
Γυρίζουν μέσα στα σοκάκια ελλειπείς..
την ευτυχία ψάχνοντας στα δάκρυα των γειτόνων..
στα χωρατά και τα κουτσομπολιά..την ύπαρξη γυρεύουν..
Γι αυτό σου λέω..κατέβα αν μπορείς..
απ' τα μαλλιά της Βερενίκης..
έλα κοντά και κλείσε μου το μάτι απ' την αρχή..
γνέψε με πως εννόησες..
την άγνοια των άνοων..και της κενής ψυχής τους..
συνεταιράκι στη ζωή..άσε με να ονειρευτώ..
πως εταξίδεψα το λυκαυγές....
εστέγνωσα τις στάλες της βροχής..
στο ουράνιο τόξο της ψυχής σου..........

''κρατούσανε και πρόσφορο'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη.... 
.........................................................................................................

27 Νοεμβρίου 2018

'' νυχτός πρελούδιον''........

John Atkinson Grimshaw

Να θυμηθείς..μην ξεχαστείς..
φεγγάρι μου ατέλευτο..
απόψε μην τσιγγουνευτείς..ελέω Θεού..
κατέβα..κατηφόρισε..απ' την ουράνια σκάλα..
μόν' αλαφροπερπάτα τα..σηματοδότης φωτεινός..
τα απροστάτευτα..της Γης τα χωματένια μου
τα ολισθηρά μου  μονοπάτια..
μη μένουνε στου σκοταδιού..σβηστά..
σινιάλο στείλε να σε καρτερώ..
σίμωσε αργά στο μαξιλάρι μου..
πάρε με στο βαγόνι σου
νυχτός πρελούδιον ξεχωριστόν..
πεντάγραμμο μονάχα για τα 'με
με πένα στρογγυλή για να συνθέσεις..
εσύ κι εγώ..τη νύχτα να νικήσουμε..
να τα φωτίσεις τα κελιά..
τ' ανήλιαγα που καρτερούν..
στους μαυρισμένους κήπους..
να τραγουδήσεις της καρδιάς..
να την γλυκοφιλήσεις..
με λήστεψαν οι σκέψεις τους..
με τσάκισε η απονιά..η παγωνιά του νου τους..
όλοι θαρρούν..πολλά θαρρούν..σκληρά θαρρούν..
δεντρί νομίζουνε ατσάκιγο..
στο δάσος πως φυτρώνω..
μα είναι νυχτιές που τα λυγίζω τα κλαριά..
στο φως σου ν' ακουμπήσω..
ν' ακούσω τη φλογέρα σου..
στους ίσκιους απ' τους ήχους τους..
στα μαγισσάκια να παραδοθώ..
στο άγγιγμα..γλυκός ο αναπαμός μου!!! 

'' νυχτός πρελούδιον'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
............................................................................................................

25 Νοεμβρίου 2018

''ΠΕΡΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑς..ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗς..ΙΣΟΤΗΤΑς ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ''- ΔΗΜΗΤΡΗς ΛΙΑΝΤΙΝΗς.



«Επειδή η δικαιοσύνη της πόλης του Σόλωνα τεχνουργεί την ομοιότητα των πολιτών σε βάση φυσική, δεν υπάρχει ισοκατανομή των αγαθών, ούτε εξομοίωση των ποιοτήτων, ούτε η αταξική κοινωνία. Και οι πολίτες της πόλης του Σόλωνα δεν είναι ούτε οι Ουριήλ, ούτε οι Γαβριήλ και οι άλλοι άγγελοι. Ο Σόλων, ο μεγαλύτερος ριζοσπάστης και οραματιστής, είναι συντηρητικός.

Έτσι, η ισότητα της δημοκρατίας του Σόλωνα εδράζεται απάνου στη φυσική ανισότητα των πολιτών, που παρότι ανισότητα κατά το όμοιο, (όλοι οι δάσκαλοι λόγου χάρη δεν έχουν το ίδιο ταλέντο), ωστόσο είναι ισότητα κατά το διάφορο, δάσκαλοι και πολιτικοί και μαστόροι, λόγου χάρη, είναι ίσοι απέναντι στην πόλη. 


Την ισότητα των πολιτών κατά το διάφορο μέσα στην πόλη τη θεσπίζει η ίδια η ισότητα των όντων κατά το διάφορο μέσα στην φύση. Ο λόφος λόγου χάρη, έχει τον ιδικό του λόγο απέναντι στο όρος. Η κρήνη έχει την ιδική της φυσιογνωμία απέναντι στον ποταμό. Ο γαλάζιος αστέρας στέκεται άφταστος στον ουρανό, αλλά ο ταπεινός λύχνος είναι ο χρειαζούμενος στην κάμαρη. 


Τέτοιας λογής και τόσο βαθύς είναι ο φυσικός λόγος που οργανώνει την ηθική τάξη στη δημοκρατία του Σόλωνα.
Οι πολίτες του Σόλωνα αγαπούσαν την πόλη τους, όπως αγαπούν χωρίς να το ξέρουν, οι μοσκιές τον Μάη, οι μέλισσες την μελισσοφωλιά, και τα κυπαρίσσια την αψηλή ησυχία τους.»


Δ. Λιαντίνης - Τα Ελληνικά, σελ. 166

.............................................................................................................

Σημείωση: Αφού πρώτα σου καλλιεργώ ελπίδα..
σου μιλώ για Δημοκρατία..για δικαιοσύνη..
για κράτος δικαίου..ίσων ευκαιριών..
σου σπέρνω απογοήτευση..σ' αφήνω να ψάχνεις..
να νομίζεις..να επενδύεις στη χώρα που σε γέννησε..
έρχομαι μετά και σε δικάζω..σε καταδικάζω..
σε αποτελειώνω..σε θάβω στο βυθό..
χωρίς καν να ψάχνω το αίτιο και το αιτιατό..
της παρεκτροπής και της απειθαρχίας..
της ''εξαπάτησης'' και του δόλου...
Απονενοημένη πράξη η εξαπάτηση?
Ανάγκη επιβίωσης?
Ανάγκη πλουτισμού?
Τις πταίει στ' αλήθεια ..αιώνες ψάχνοντας..
και δεν τη συναντά τη χώρα της κατ' ουσίαν Δικαιοσύνης?
<<Οι πολίτες του Σόλωνα αγαπούσαν την πόλη τους,
 όπως αγαπούν χωρίς να το ξέρουν, οι μοσκιές τον Μάη, 
οι μέλισσες την μελισσοφωλιά, 
και τα κυπαρίσσια την αψηλή ησυχία τους.>>
Οι σημερινοί πολίτες αγαπούν την πόλη τους?
Η πόλη τους αγαπά?
Ιδού το ερώτημα..
Τις πταίει?

η φίλη σας Σοφία
............................................................................................................

23 Νοεμβρίου 2018

'' στης ημιμάθειας το τσαρδί''....


 art : Pawel Kuczynski
 Κι ο ποιητής με ορμήνεψε..
πως σαν με παραμύθι θα στην πω την πίκρα τη μεγάλη..
είναι που την ακούς γλυκύτερα..και θλίψη δε σε πιάνει..
Στων ξιπασμένων βρέθηκα που λες τη γειτονιά..
κάστανα και φουντούκια να μαζέψω στην ποδιά μου..
στη σόμπα να τα ψήνω μες στη Χειμωνιά..
στο παραγάδι τα κορίτσια να ζεσταίνω..να γλυκαίνω..
Εκοντοστάθηκα που λες κυρ- Νικολή.. 
στης ημιμάθειας το τσαρδί το χρυσοπλουμισμένο..
είδα σπουργίτια πεινασμένα να τσιμπολογούν..
τους σπόρους απ' τα δέντρα πεταμένους..
εκοντοστάθηκα και δις..
κι ένα πουλί..βραχνή την είχε τη φωνή..
ξεμάκραινε από τ' άλλα..
δεν είχε σπουργιτιού..μηδ' αηδονιού λαλιά..
του παγωνιού εθύμιζε κορώνα..
ωσάν το ντέφι τ' αδειανό..ήχους σκορπούσε στον αγέρα..
εσίμωσα...
κάτω απ' τις κλάρες που τα γέλια..τα χαχανητά
μοιραία με καλούσαν...
και τι θαρρείς πως γέμισαν τ' αυτιά..
απ' της Λωλός και του Λωλού το στόμα..?
ακατανόητες τις λέξεις τους αράδιαζαν..
τους μορφωμένους παριστούσαν..καμωνόταν..
επίτηδες..φορούσαν τις δαντέλλες τους της ξιπασιάς..
λοφίο φόραγαν σα 'ρσενικά παγώνια..
εντύπωση μες στο χωριό..
στις δόλιες..στις αυθεντικές..
στα ροζιασμένα απ' τη ζωή τα δάχτυλα..
της σύγχισης ''κεντίδια'' να πουλήσουν..
Ήθελαν να τους λένε ποιητές τρανούς..
και συγγραφείς μεγάλους..
ασφυχτιούσανε σε ταπεινό τσαρδί..
το χαμηλό..δεν άντεχαν το φως του..
πυρηνικοί επιστήμονες εις τους κατακλυσμούς..
είχαν και υποταχτικούς..να στήνουν το τσαρδάκι..
Τις λέξεις τα στιχάκια τους..στραμπούλαγαν καθημερνά..
τη γύμνια της αισθητικής..τη φτώχεια τους να κρύψουν..
κι από την άλλη τίτλους έψαχναν..οικόσημο
του ένα..του μοναδικού..του κουλτουριάρη την κονκάρδα....
τ' άλλο πρωί που ξύπναγαν νωρίς.. γινόταν θεατρίνοι..
καθρέφτη δεν αγόραζαν..
το είδωλο δεν γνώριζε αποτύπωμα..
στη σύγχιση επόνταραν..στο θόλωμα..
στο νου των επιπόλαιων αγνοούντων..
Έτσι κυλούσε ο καιρός..στης ξιπασιάς τα μέρη..
μονάχοι στο τσαρδάκι τους γυαλίζονταν..
ως άλλοι Νάρκισσοι κουτοί..απελπισμένοι..
αυτοεβαυκαλίζονταν..
με έναν γλωσσοδέτη αγκιστρωμένοι..
Τους χάριζαν βιβλία ..και γλωσσάρια οι γνωστικοί..
μα ανίατη επαρέμενε η ασθένεια..
οι μορφωμένοι τους εστέλναν λεξικό... 
θελήσαν να τους εξηγούν διακαώς..
τι έστιν μορφωμένοι!!!

'' στης ημιμάθειας το τσαρδί..''- Σοφίας Θεοδοσιάδη..
............................................................................................................

21 Νοεμβρίου 2018

'' γλυκειές εμμονές''......

Aνηφορίζοντας..στης διαλεχτής..
το βλέμμα εσυναντήθει...
Η διαλεχτή.. διακριτική..μα διακριτή..
εκλεκτική μα κι εκλεκτή..
χαρίσματα απρόσμενα εγεύθηκε τ' αψήλου..
στις στάλες δε μουσκεύεται..
στις αστραπές και στις βροντές..
δεν κλείνεται στου φόβου..
πυρακτωμένες οι σταλαγματιές..
του κάματου..της γνώσης της σοφής.. 
που εκάψαν το κορμί της..
ανθεχτικό είν' το κορμί..
σεντόνι της ψυχής της..
μον' σεργιανά στο παραθύρι της..
υγραίνεται το βλέμμα..
η διαλεχτή.. 
γητεύτρα..μάγισσα κατακλυσμών..
αέναος προσκυνητής..
καθάρσεως..μύησης της ψυχής της..
Φθινόπωρο Χειμώνας δεν αγγίζειν την
 γεννιέται στη βροχή...
Προξενητάδες ήρθανε σωρό..
να την στεφανωθούνε..
να μπούνε μες στην κάμαρη
 που σεργιανά η ψυχή της..
το γάμο αρνήθηκε πεισματικά..
το πάντρεμα μονάχα συλλογιέται..
δε συλλογιέται νυφικά..
μηδέ και μεσοφόρια..
το πάντρεμα του νου της ονειρεύεται...
μες στην αρένα ψάχνει για να βρει..
το ταίρι το κρυφό της..
στεφάνι να 'ναι ο ήλιος του 
να τη φωτάει..τα βράδια τα μοναχικά..
τις νύχτες που θα μοιάζει της σελήνης..
νύχτες εμίσσευε στου φεγγαριού..
προσκύναγε στων αστεριών..
στης Βερενίκης εγονάτιζε 
στην όμορφη..τη χρυσαφένια κόμη..
όχι..δεν εψαχνε ένα ταίρι ζωντανό..
σειρήνες δεν την κατοικούσανε..
νησίδες Λωτοφάγων..
στην τύρβη δεν επνίγονταν
στης καθημερινότητας..
εκείνο το βαθύ..το σκοτεινό πηγάδι ..
την πεμπτουσία της ζωής..
στο ημίφως του ελήστευε..
να λάμπει αχνά μες στο στερέωμα..
στου σκοταδιού το θάμπος......

''  γλυκειές εμμονές''-  Σοφίας Θεοδοσιάδη
.................................................................................................................................................

20 Νοεμβρίου 2018

''παιδί είμ' εγώ και σου μιλάω..μ' ακούς?''.........



Και μη θαρρείς μεγάλε μου εξουσιαστή..
πως κι αν ακόμα γνώστης γίνω και σταθώ..
σε κείνο εκεί το τολμηρό το σύγγραμμα..
του Πλάτωνος την << Ιδανική την Πολιτεία>>..
πως δε θα διακρίνω τάξεις ..διαφορές..
μα θα σταθώ στ' ανθρώπινο το πρόσωπο..
της ευνομούμενης..σωστής Δημοκρατίας..
Είμαι παιδί..και τι θαρρείς..μπορείς να με γελάσεις?πως να χιονίζει δεν επιθυμώ..
το χιόνι δε ζηλεύω?..παιδί είμαι εγώ..
τρελλαίνομαι για χιονοπόλεμο..
μ' αρέσουν οι νιφάδες που με λούζουνε..
μ' αρέσει να τις σεργιανώ..μέσα απ' το παραθύρι..από τη θράκα τη ζεστή..
του θαλερού σπιτιού μου..
Μα δε μ' αρέσει όταν χιονίζει αδιάκοπα 
είτε είν' χιονιάς ή ξαστεριά..ή μπόρα ή χαλάζι..
όταν χιονίζει στα τσαρδάκια των παιδιών
στης ξηρασίας..της ανομβρίας τα μέρη..
των παιδικών ψυχών που δρόμο αλάνας στερηθήκανε το χιόνι που σκεπάζει τις καρδιές τους..Μιλάς για δικαιώματα..
Πολλά θα ήταν να στ' απαριθμώ..τα δικαιώματά μου..ξέρω πως βάζεις λούσα και στολίζεσαι..
κι ελπίδες μου μοιράζεις..
μα εγώ ζητώ καθημερνά..όχι τη μία σου
 που διάλεξες να με σκεφτείς..
εκείνη τη μοναδική Παγκόσμια ημέρα..
και μην ξεχνάς φίλε εξουσιαστή..
γκρεμίζεις στέγες και φωλιές ζεστές..
τα πάθη και τα λάθη σου πληρώνω στις πλατείες..
ένστικτα ικανοποιώ..
στης αχρείας της ανάγκης μου τις μέρες.. 
γίνεσαι εσύ ο κακοποιός..σφαλίζοντας τα μάτια..
Λιοντάρια πλάθεις..και γρυλλίσματα 
του ανόητου του λύκου ζωγραφίζεις..
είσαι καιρός μιας θύελλας..
μιας καταιγίδας άγριων δασών..
σαρώνεις δικαιώματα..κλέβεις ..
με το δρεπάνι σου θερίζεις τις ζωές μας..
μες στο τσουκάλι στον αιώνα σου..
επαίσχυντες ..διόλου ερήμην σου..κρύβεις περγαμηνές..
Τα δικαιώματα ασύμφορα..για σένανε
που μοίρασες τον κόσμο..
ζιζάνια..αγκάθια τα λογάς..
στο θέατρο του Καραγκιοζ μπερντέ..
κατάλογο αναρτάς..
πως νοιάζεσαι..σκοτίζεσαι..πονάς..και με φροντίζεις..
Βήμα το βήμα οι λιγοστοί..οι σώφρονες..
ακόμα σαν παράφωνα γραμμόφωνα..
σαν γραφικοί του δρόμου καλλιτέχνες των κολλάζ..
για δικαιώματα παιδιών μιλούν..
για ξέπλυμα της λέρας και του κάρβουνου..
εκείνο που οι άνοες.. 
με τα ημίμετρα της φτώχειας του ξεριζωμού..
της καταπίεσης θρησκοληψιών..
κολλούνε στις αθώες τις ψυχές μας..
Δεν τρώω από την πίτα σας..
της μάνας μου καλύτερα..στο φτωχικό κωνάκι της..
εκείνη που εψήθηκε στο φούρνο το δικό της..
να ανασκουμπωθείτε καρτερώ..
μην κλέβετε εμμέσως πλην σαφώς..
τα δικαιώματά μου..
στην ανθρωπιά σας προσδοκώ..
είμαι εικόνα σας κι εγώ...
μιας πολιτείας ιδανικής..που καρτερά μαζί μ' εμε΄..
και χρόνια αντιπαλεύει..
Και αν ποτές δεν ονειρεύτηκες..κακόμοιρε εξουσιαστή..
και αν τα άστρα δεν εμέτρησες
μαζί με το υπέροχο βιβλίο του Λουντέμη..
άσε με εμένα στο δικό μου ουρανό..
μη τον θολώνεις με τις βόμβες σου και τα πυρηνικά..
να σεργιανώ τις νύχτες μου τις φτωχικές..
στ' αστέρια στον ουράνιο μου το θόλο!!! 
και πάψε να αυτοαναιρείσαι με το σλόγκαν τ' όμορφο
της νόνας της σοφής μου..εγώ ντεμέκ..
σε καίω πρώτα Γιάννη μου..και σε αλείβω λάδι...

''παιδί είμ' εγώ και σου μιλάω..μ΄ακούς?''- Σοφία Θεοδοσιάδη - εκπαιδευτικός
.............................................................................................................

17 Νοεμβρίου 2018

''αγέρας στα σοκάκια να σε φέρνει''.....


Μη λησμονήσεις..να περνάς..
αγέρας στo σοκάκι να σε φέρνει..
είναι η φωλιά σου η πρώτη..η ζεστή..στου πατρικού..
της μάνας σου στο πέτρινο..το πορτοπαραθύρι...
εκεί..με το τσεμπέρι τ' άσπρο μες στο μαγερειό..
γιουφκάδες..τσιγαρίδες..τις ορμήνειες μαγειρεύει..
Να ψάχνεις και να βρίσκεις το κλειδί..
στο παλιωμένο απ' τα χρόνια το πορτόνι 
ν' ανοίγεις το κατώι το σκοτεινό
και να τρυπώνεις στα κελάρια της..
τις θύμησες να ψαχουλεύεις τες
στα κρεμασμένα τα μπαμπακερά..
στης μνήμης τα σακούλια..
Τώρα που επλημμύρισαν οι δρόμοι σου..
ριάλιτι..και ήρωες..
μεγάλες Μπουμπουλίνες γιαλαντζί..
μικρή μου να μη  λησμονάς..
μη λησμονήσεις το κλειδί..τη σκόνη μη φοβούσαι
δεν έχω αντικλείδι πια μαθές τ' αυθεντικού..
κάτω από το πορτόνι καρτερεί..βαστάζει..
μη πτοηθείς και να πισωγυρνάς..ευρένησέ το..
σκουριές οι μνήμες θα γενούν..
στο σκάλισμα της κεφαλής..
είναι και που τα σίδερα αλλοιώνονται..
στης λήθης.. των καιρών...
Στο φεγγαρόφωτο να σεργιανάς..
στου ποταμιού να καθρεφτίζεσαι..
τα χέρια τ' άδεια αστέρια να γεμίζεις τα..
να κατεβαίνουνε στις άκριες οι ψυχές..
αυτών που ξεκλειδώσανε την πόρτα σου...
αυτών που διάβηκαν..το έψαξαν..
του πορτονιού σου το κατώφλι.. 
να σεργιανάς στο παραθύρι σου..
τη φύση να ρουφάς..
τρελλάθηκαν τα δέντρα.. η φύση γύρω τα δεντριά..
τρελλάθηκαν κι οι λιγοστοί π' απόμειναν ανθρώποι..
κόκκινο ψάχνουν ξύδι και λεμόνι αψύ..
να καθαρίσουν των μυαλών τους τη σκουριά..
Όλα τριγύρω βιάζονται..κι αυτά μαζί με σένα
είν' η σπουδή που τα οδηγεί..
στης Άνοιξης της πρόωρης..να γεννηθούν..ν' ανθίσουν..
μα τούτη γύρω η σιωπή..με τυραννά..με γδέρνει..
σταμάτησαν οι ταξιδιώτες..οι περαστικοί..
έπαψαν να σηκώνουνε..
να ψάχνουν στο πορτόνι το δικό σου..
θες η γαλήνη..η στασιμότης..η σιωπή..
να εγκυμονούνε Άνοιξες..
απροειδοποίητες να έρθουν..να εισβάλλουν?
το βρήκα πάλι το κλειδί..παλεύω τη σκουριά του..
Στις νηνεμίες εγαλήνευα..στις θύελλες γενιόμουν..
δεν το μπορούσα μάτια μου..μονότονα να περπατώ..
επέστρεφα και πάλι ξανά..στης ανταρσίας που με βύζαξαν..
τα χωματένια σου σοκάκια.....

''αγέρας στα σοκάκια να σε φέρνει''- Σοφίας Θεοδοσιάδη..
..............................................................................................................

16 Νοεμβρίου 2018

''χούντες..μαστίγια..φάλαγγες..ξορίες κι αλυσίδες''........

έργο του ιδεαλιστή εικαστικού: Δημήτρη Κατσικογιάννη - Πολυτεχνείο
Ετριγυρνούσε με τ' ανάκατα μαλλιά..
γκριζάραν από τότες κι οι κροτάφοι...
ασάλευτο το βλέμμα της..τρύπωνε στους δαφνώνες..
λίγα κλαριά..λίγα κλωνάρια δάφνης και ελιάς..
του στεφανώματος..
επεριμάζωνε..τις κόμες των αντρειωμένων να στολίσει..
κι ένα κερί..κι ένα κερί..να σιγοκαίει στης μνημοσύνης..
μη στερέψει..
ήτανε πάλι ετούτη η γιορτή..παρόμοια με τις άλλες..
εκείνες τις γιορτές που τραγουδούν..
λεβέντες..νιάτα που αψήφησαν φοβέρες ..μα και τρόμο..
ελεύτερη περπάτησε η ψυχή..στης αποτίναξης 
και στου ξεσηκωμού..και στου ξεριζωμού..
στης τυραννίας τα μέρη..
 
η σκέψη δεν ελύγισε..στις 17 Νοέμβρη..
ήτανε άλλη μια ζαριά..στης λευτεριάς την πόρτα..
χούντες..μαστίγια..φάλαγγες..ξορίες κι αλυσίδες..
εσπάγανε στα χέρια τους..στο νου των αντρειωμένων..
Είναι που σαν κοιτάς ψηλά..ποδοπατείς τα φίδια..
κόβεις κεφάλια κι ας φυτρώνουνε..νέες λερναίες ύδρες..
ο λεύτερος ποτές του δε φοβήθηκε..
μονάχα εκεί στην πέτρα του μονολογεί..
ελέυθερος του πρέπει να ανασαίνει..
κιτρινισμένες μνήμες μου..
στέκεστε ολόρθες μπρος στα σκαλοπάτια μου..
μου γνέφετε το μάτι..
δεν ξέρω τι με θλίβει πιότερο..
που χάθηκαν οι ελπίδες πια των νιάτων μου..
ή που καινούριο πανωφόρι φόρεσαν..
χούντες..μαστίγια..φάλαγγες..
χωρίς αιδώ συνεχιστές..με δίχως λυχνοστάτες
της αδικίας του σκότους και της απονιάς
ανερυθρίαστοι..συστημικοί εργάτες ?
 

''χούντες..μαστίγια..φάλαγγες..ξορίες κι αλυσίδες'' -σε ποίηση- Σοφίας Θεοδοσιάδη.
..............................................................................................................

8 Νοεμβρίου 2018

''σεντέφια'' ήσαν στα μαλλιά''..........



Σεντέφια στέκουν στ' άσπρα μου μαλλιά..

οι χάντρες απ' το περιδέραιο το παλιό..
που σκόρπισε μια νύχτα στην ποδιά μου...
Ένα κορδόνι περασμένο πέρλες η ζωή του καθενός..
Γυμνή..χωρίς τη μαεστρία της κατάδυσης..
χωρίς αναπνευστήρα μάσκα και στολή..
την παγωνιά ν' αντέξω τόλμησα
του σκοτεινού βυθού μου...
Περάσανε τα χρόνια και επάλιωσε η κλωστή..
έσπασε ο κόμπος και σκορπίστηκαν
τα φιλντισένια μου όνειρα..που ήσαν βελονιασμένα..
ενδιάμεσα στις ακριβές..τις πέρλες της κλωστής μου..
σκύβω..μετρώ..φυλλομετρώ..συλλέγω..ξεχωρίζω..
κάθε μου πέρλα και μια θάλασσα..
καθένα φίλντισι και μία ξωτική ακρογιαλιά..
κάθε σεντέφι και μια βύθιση..
στο χτένι που στολίζει την..την κόμη τη λευκή μου..

''σεντέφια'' ήσαν στα μαλλιά - Σοφίας Θεοδοσιάδη. 

.............................................................................................................

6 Νοεμβρίου 2018

⫷ δεν ξέρω αν φταίει η βροχή⫸




Δεν ξερω αν φταίει η βροχή..

ή πάλι αν φταίει ο νόστος.
δεν ξέρω αν φταίει που νότισε το όνειρο..
κι εχάθης στην ομίχλη της ψυχής μου..
ούτε και ξέρω αν φταις εσύ..
 κι ακόμα δεν εφάνης..
εγώ μαζί σου επιθυμούσα να ψιχαλιστώ..
το μονοπάτι εκειό το λασπερό..
μαζί να το διαβούμε..
Μου φαίνονταν απίστευτο..φάνταζε αληθινό..
θα 'ρθω μου μήναγες θα 'ρθώ..
κι ας είμαι γκρίζος ήλιος..
χρόνος φευγάτος..ανεκπλήρωτος..
σπαταλημένες ώρες..?
αφουγκρασμός των χτύπων της καρδιάς...
και αν σε γνώριζα νωρίτερα..?
σάμπως και να 'ταν καρμικό..
της σύγκρισης  για να 'χω τα σημάδια..
είναι οι συμπτώσεις της ζωής..συχώραμε..
που με πετροβολούνε..
βρεμμένη με το λύχνο προσπερνάω τη βροχή
ακόμα σε προσμένω
ωωω! δεν τα λησμονώ..τα λόγια τα ζεστά..
κοιτώ στα μάτια σου τα δυό..
τις στάλες που μου στάξανε..
και ρέουν στην ψυχή μου..

⫷ δεν ξέρω αν φταίει η βροχή⫸ - Σοφίας Θεοδοσιάδη
...............................................................................................................


4 Νοεμβρίου 2018

''είναι οι χειροκροτητές''...........



Ήρθανε κάτι εποχές
μπροστά επήγαινε ο αραμπάς
ξοπίσω του οι χειροκροτητές
μασώντας τα υπολείμματα
τις φλούδες πεταμένες των αρχόντων..
Μοιραίοι..αφελείς..οι αδαείς..
στο ανώνυμο του πλήθους στιβαγμένοι..
γελούνε..φωνασκούνε και χειροκροτούν..
ως άλλοι Δον -Κιχώτες και Μεσσίες..
Θυμός βουβός με κυβερνά ανύποπτες στιγμές..
συμπόνια κατανόησης..αγάπης μετατρέπεται
για τα κοπάδια τα απερίσκεπτα..
τους χειροκροτητές...

Το όνειρο ίσως προσπαθούν..
μες στης πλατείας και του δρόμου την αρένα
απ' το τσιγκέλι της ψευτιάς τους κρεμασμένο..
των επιτηδείων που λυμαίνονται ψυχές
για να το ξεκρεμάσουν..
Ζωές αξίας σπουργιτιών..
στα χιόνια ..στους χειμώνες..
στις λίστες της λιμοκτονίας οι αδαείς..
οι αυλοκόλακες..στης εξουσίας τα κιτάπια..

Είναι οι χειροκροτητές..
η αυτογνωσία..η ενσυναίσθηση..
η αποχαύνωση..φίλη απούσα..ακριβή
συντρόφισσα στο άδειο τους πουκάμισο.. 
σε θέαση αλαλαγμών..κραυγές τους οδηγούν..
Εκείνοι οι ευκολόπιστοι.. 
οι φανατισμένοι της ζωής..
που στης τυφλότης τα λημέρια κατοικούνε..
Θύτες και θύματα αφ' εαυτών..
του σκοταδιού της ανθρώπινης ψυχής
αυτοπαγίδευσης φορούνε την κονκάρδα..

''  είναι οι χεροκροτητές'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
.............................................................................................................

2 Νοεμβρίου 2018

''δεντρί ήσουν και ρίζωνες''..

Ήσουν δεντρί και ρίζωνες..
μέρα τη μέρα στην ψυχή μου...
ερχόσουν στα αλίπαστα τα χώματα..
λίπασμα ακριβό..στο χέρσο μου λιβάδι..
κι εγώ σε φύτρωνα..σε πότιζα..σ' αγάπαγα..
ήσουν βασιλικός και δυόσμος μου..
λεβάντα στο παρτέρι της καρδιάς μου..Έτσι..μιας θύμησης αχλής..
για σένα στον αέρα θα σκορπίσω..
για σένα ανεμόβροχό μου σιγανό..
που εψιχάλισες τα φύλλα της καρδιάς μου...
κι ύστερα Φθινοπώριασες νωρίς...
επέταξες τα φύλλα καταγής μου..
όλα τα λούλουδα την Άνοιξη ανθούν..
τη θωριά τους καρτερούν..από το παραθύρι..
μα εσύ σιωπάς..δεν μπουμπουκιάζεις..δεν ανθείς..
άφησες στους αγέρηδες..
κιτρινισμένα σου τα φύλλα στην ψυχή μου
κρατούν αιώνες από τότες τα Φθινόπωρα..
στης απουσίας σου..στης φύτρας σου τη γέννα..


'' δεντρί ήσουν και ρίζωνες'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη..
..............................................................................................................

1 Νοεμβρίου 2018

'' άνοες εξουσιαστές''........


art : Misha Gorden
Σε τούτο το κωνάκι το μικρό..
σε τούτη εδώ που εβρεθήκαμε..
του σύμπαντος την κόχη τη μικρή..
περπάτησαν τη σκέψη μας..ανθρώποι φωτισμένοι..
κι οϊμέ! ήρθε τσουνάμι εκεί στα ξαφνικά..
στης ανθρωπότης τα λημέρια..
στις ακτές εξεβραστήκανε οι άνοες ηγέτες..
μουσκέψανε τους πάπυρους..εβρέξαν τις αξίες..
κι όλοι εμείς οι λιγοστοί..
με τον κοινό το νου που απομείναμε..
μονολογούμε στην ακτή..........
Δεν είναι τάχατες πράξη πολιτική
να αγωνίζομαι..άνθρωπος για να μένω
κι όχι ένας σκλάβος..δέσμιος του χρήματος..
που καθορίζει στις τρελλές τις εποχές..
ζωές..ψυχές ανθρώπων?
Υπάρχουν άνθρωποι σε τούτη τη ζωή..
την επαφή που χάνουνε με την πραγματικότητα..
χάνουν την επαφή τους με τον άνθρωπο..
το ίδιο το εγώ τους..
υπάρχουνε και οι ενσυνείδητοι..
στο χρήμα δίνουν την αξία που του πρέπει..
υπάρχουνε ακόμα..ευτυχώς..κι οι σώφρονες..
που στηλιτεύουν τη διάβρωση..
τους λάθους δρόμους μουτζουρώνουν..
Ανθρωποφάγοι οι άνοες..
σκορπούν τρελλές ημέρες και απόγνωση..
βουλιάζουν στο πηγάδι τους..ολάκερες γενιές..
κλέβουνε το χαμόγελο..κρατούν

για το θολό το προσωπείο τους..
τη γκρίζα σκοτεινιά τους..
Φτώχυνε ο κόσμος μάτια μου..ηγέτες δε γεννάει
εχάθηκε η φώτιση.. κρισιολογίας οιμωγές..
θρονιάσθη στην καρέκλα της..της έμπνευσης..
ο άλογος ο νους..
Μα εγώ είμαι ένας άνθρωπος απλός...
να ζήσω θέλω και να δω
χαμόγελα στα πρόσωπα  παιδιών..
εκείνα που φυτρώνουνε στις ρίζες τους..
στα δέντρα της ειρήνης..εργασίας..δημιουργίας..
Δεν είστε άτρωτοι κι ας το δηλώνετε..
μοιραίοι της ζωής μας παγαπόντηδες..
έσω ο καιρός σας της κατάρρευσης..
συντρίμια της ψυχής σας θα μαζεύετε..
τα λάθη και τα πάθη μας πληρώνονται..
εδώ η Κόλαση και ο Παράδεισος..
εδώ το έγκλημα..εδώ και η τιμωρία..
όχι δεν είν' μοιρολατρία αυτό..
η θεία δίκη το προστάζει..το καλεί..
η ίδια η δική σας Ειμαρμένη...........

'' άνοες εξουσιαστές'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
.............................................................................................................

26 Οκτωβρίου 2018

''ήρωα σε βαφτίσανε'' (1) - Σοφίας Θεοδοσιάδη.

Έργο του ιδεαλιστή καλλιτέχνη - Δημήτρη Κατσικογιάννη

Είναι φορές που στη ζωή μας τη μικρή..

έχουμε ανάγκη από ήρωες..να αναστηλωθούμε..
κι έρχονται πάλι δυνατές στιγμές..
που πρέπει να γινόμαστε εμείς οι ίδιοι ήρωες..
όποιο κι αν είν' αυτό..το κόστος της θυσίας...
Δεν ήταν για το χειροκρότημα..
δεν ήταν υστερόβουλη η θυσία..
ήταν ανάγκη εσωτερική αντίκρυ απ' τον κίνδυνο..
ήτανε στάση ζωής το ανδραγάθημα..
το βέλος του το δίκαιο να στοχεύσει..
Γιατί αδελφέ μου τι θαρρείς..
αληθινότερο από  τη διδαχή..
η πράξη είν' το παράδειγμα ..
ο φανοστάτης για την αναζήτηση της λευτεριάς
για νέους και παιδιά !!!
Έχουνε στόμα οι πλαγιές..και τα λαγκάδια μάτια..
κρατούν τη μνήμη ζωντανή..στα χιονισμένα αλώνια..
Στο τσίρκουλο το αδιανόητο που σου στήσανε....
αιώνες τώρα η παράσταση κρατεί..
στης μοιρασιάς του κόσμου οι ''θεομπαίχτες''
αδιέξοδος ο πόλεμος..στην ήρεμη ψυχή σου..
Σ' έφερνα στις σελίδες μου και έστεκες..
μορφή αντρίκια..μέσα στις μορφές..
τις δυνατές..σα μάρμαρο λευκές..
ψυχές εξαγνισμένες..

Άλλοι θα λένε' κορόϊδο πως επιάστηκες εις τη ζωή..
άλλοι θα λέν' πως ήσουνα..ένας ονειροπόλος..

κι άλλοι θα λογαριάσουνε..πως αεροβατούσες.
πως έκλεινες τα μάτια στην πραγματικότητα..
χίμαιρες πως επίστευες..και τις εκυνηγούσες...
Δε θα σε καταλάβουνε ποτές..
της άλλης πάστας οι ανθρώποι..
Εσύ θα τους μιλάς για τη διαδρομή ως το τέλος της..
σαν ''συνομώτης'' της ελευθερίας της σκέψης τους..
κι εκείνοι..βολεψάκηδες..κρυψίνοοι..
μιας επιδερμικής ζωής θα μένουν γευσιγνώστες..
Θα σε ονομάσουνε οι λίγοι..οι εκλεκτοί του νου..
ήρωα θα σε λένε τα βιβλία..μα..
εσύ ένας απλός..και φλογερός..αληθινός..
άνθρωπος της ζωής..και της ζωής σου αντάρτης ..
ήρωες δεν εκαταλάβαινες τι πάει να πει..
φορούσες πάντοτε τα πρωινά εις το ξεκίνημα..
το σακάκι που σου εταίριαζε..δε σε εστένευε..
σε γέμιζε ορμή...
Έτσι εβγήκες..επετάχτηκες..εθελοντής..
εδήλωσες τον κόσμο να αλλάξεις...
Θυσίασες της νιότης σου..
επτά μου έλεγες ολάκερα τα χρόνια σου..
ζούσες  παρέα με οβίδες..
που εσκάγανε ανεξέλεγκτα ..
όμοια θαρρείς..τρανές σαν ''γουρουνάκια''..
Δεν είναι που δεν τις φοβήθηκες..μα
η ορμή για την πατρίδα σου..
τη μάνα σου..τα όσια τα ιερά..

εβρυχάτο μεγαλύτερο θεριό μες στην καρδιά..
εγρύλλιζε στα σωθικά τα βράδια..
Σ' έβγαζε στο κυνήγι το πρωί των μαγισσών..
που λέγονταν..είχαν το όνομα ''οχτροί''...
τον πόλεμο εμίσησες..θιασώτης μιας ελευθερίας..
το χάλασμα του κόσμου δεν το άντεχες.. 

Τώρα κρατώ στα χέρια μου..εκείνο το εξώφυλλο..
 από ένα φυλαγμένο περιοδικό..
μες στην κασέλα με τα αριστεία της ζωής..
τα αριστεία της ανδρείας σου στρατιώτη..
τη φωτογραφία που κιτρίνισε..
την επιστροφή σου από το μέτωπο..
κρατώ το βλέμμα το θλιμμένο σου..
σε μιας στιγμής ανύποπτης ..
τη στάμπα αυτή της νιότης σου..
που ήρωα σε βαφτίσανε..χωρίς να σε ρωτήσουν..


Κανένας δεν τους μήνυσε..κανένας δεν τους το 'πε..
εκείνους τους παρατρεχάμενους..
που προσπαθούνε λίγη δόξα να γευτούν..
οι οκνηροί..τα παληκάρια της φακής και οι δοσίλογοι
που φλόγα μέσα στην καρδιά..ποτές τους δεν ανάψαν..
οι ήρωες  είναι απλά κοινοί θνητοί..
που κάνουνε κάτι ξεχωριστό..
όταν το χρέος της καρδιάς τους..τους καλεί...
Ωσάν βολβοί κάτω απ' τη Γης..
που ξεφυτρώνουνε στα αίφνης
το φως γυρεύουν οι ψυχές ν' αναστηθούν..
μες στο γιορτάσι της καρδιάς μας..

''ήρωα σε βαφτίσανε'' - Δοκίμιον - Σοφίας Θεοδοσιάδη - εκπαιδευτικού.
.................................................................................................................................................