Απήγανοι κι Αγάπανθοι..
φύονται προστατευτικά..ανθοφορούν
στο φαρμακείο της φύσης...
αντίδοτα..
φυτρώνουνε στα μέσα μου
στη μέθη μου αλόγιστα σαν αφεθώ ..
όντας μου απερίσκεπτα..
στης ματαιοδοξίας μου σκύβω να προσκυνήσω..
Τη ματαιοδοξία μου εγνώρισα νωρίς..
άγουρο..ανθρώπινο..
σοφίας στερημένο παιδιόθεν το τερτίπι..
να σου μηνύσω προσπαθώ..
αγάπανθος να μοιάζεις εις τη γης..
να σ' απελπίσω διόλου δεν θα βουληθώ..
τη ρήση τη σοφή να σου θυμίσω..πως
''χους ήσουν και είσαι εξ αρχής..
και εις χουν θα απελεύσεις''..
μη μου κακιώσεις..μη μου φοβηθείς
που στη ζωή αντίκρυ σου..εγώ το θάνατο
καθρέφτη σου κρεμώ..
εσένα σκέφτομαι..τ' ομολογώ
ξυπόλητος..αισθαντικά στο χώμα να βαδίζεις..
Ετράνεψα..ορθώθηκα κι εγώ..
ποτέ μου εσκεμμένα δεν εθέλησα
της ματαιότης δεν της εκράτησα το χέρι..
να περπατάω με δαύτηνε αγκαλιά
ποτέ μου
δε λαχτάρησα..
στους σκοτεινούς μου διαδρόμους..
Ωσάν την κάμπια τρύπαγα
του κρυμμένου μου καλά ''εγώ''..
γυαλιστερό
κουκούλι..
να βγω στο φως η αγωνία μου..
μιας πεταλούδας πέταγμα
δώρο
στον εαυτό μου..
Εναγωνίως έψαχνα..
στόλιζα πάντα τα
φτερά τα πλουμιστά..
με εκείνες τις αχτίνες τις χρυσές..
να 'χω ένα φως να
με οδηγεί..
ένα φακό πα στο κεφάλι μου..
το δρόμο να μη χάνω..
όταν
λαθεύω και γυρνώ στα άγνωρα..
πλανευτικά της φαντασίας μου ακρογιάλια..
στους μυρωμένους θάμνους μες στις ερημιές
λουλούδια που φυτρώνουν σπάνια.
μαγιάτικο στεφάνι να μου πλέκω..
απήγανους για να ξορκίζουν το κακό..
αγάπανθους να συγκρατούνε τη διάβρωση
να πνίγουνε τη φύτρα την κακή
πρώιμα το λουλούδιασμα
να φέρνουν στην ψυχή μου...
''ΑΝΤΙΔΟΤΟ'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη...
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,
Νόστος βαθύς με κυριεύει στα ρηχά
γλιστρώ στα σκαλοπάτια της
βυθίζομαι στις λίμνες της..
στης μνήμης τις σπηλιές το φως αναζητώ..
λάμπα θυέλλης άσβεστη ο νους μου στα βαθειά
μες στους θαλάμους μου τους φωτογραφικούς
τ' αρνητικά των flash απεγνωσμένα αποζητώ
σε μια φωτογραφία της στιγμής να εμφανίσω..
Είμαι κι εγώ μια από σας..
εκεί στου λόφου την μεριά
που χτίσαμε την παιδοπολιτεία μας
με πετραδάκια απ' το δρόμο μαζεμένα..
χρόνια ολάκερα εθρέψαν τις ψυχές..
η γεύση απ' τα βατόμουρα
ραντίσαν το κορμί οι μυρωδιές..
από το δυοσμαρίνι της Φανής..
της μάνας μου..στον κήπο της
που μπλέκονταν με το βασιλικό
στο μπουγαρίνι της στη γλάστρα..
εμεγαλώσαμε απότομα..σάμπως και πάντοτε
δεν είμασταν μεγάλοι στο χωριό
αφού στους καφενέδες ξώφαλτσα ακούγαμε..
όλα τ' ανθρώπινα και τα πολιτικά..
όλες τις έννοιες αυθεντικά..
απ' τους σοφούς μας τους ξωμάχους?
Σκορπίσαμε..και ο καθένας..καθεμιά
εχάραξε τα μονοπάτια της ψυχής
τους δρόμους του μυαλού μας..
μα εγώ πιστή στα σκαλοπάτια της..
της μνήμης μου βυθίζομαι συχνά..
ελευθερώνω περιστέρια και πουλιά
μηνύματα φορτώνω του μικρού βοριά
σ' ανέμηδες σκορπάω τις στιγμές τις μαγικές..
να τις ταχυδρομήσουν..
Δε με ορίζουνε τα ερπετά
που σέρνονται στα πόδια μας
δολίως τη ζωή μας διαφεντεύουν..
σπάω τα καλούπια τους αέναα
πριν σπάσουν..εξαλείψουν τα φτερά μου...
στο πάθος μου της νιότης μου βουτώ..
αναβαφτίζομαι στα ιαματικά
του νου μου τα ποτάμια..
μη λησμονήσω και λησμονηθώ..
γλυκά επροπονηθήκαμε για τη ζωή αντάμα ..
μην κυλιστεί η αγάπη μου για σας
στης λήθης το ποτάμι και πνιγώ....
''ΓΛΙΣΤΡΩ ΣΤΗς ΜΝΗΜΗς''- Σοφίας Θεοδοσιάδη
.............................................................................................................
Παλιομοδίτισσα με λες
στο νου σου στροβιλίζονται
λέξεις ανείπωτες..βαριές...
Κι εγώ που δεν φιλοδοξώ
στα λεξικά σου να καταταγώ..
τίτλους και βιογραφικά..γραφές
με πλαστικά μελάνια δεν ορέγομαι
που δεν στρογγυλοκάθομαι
στα βελουδένια σου σαλόνια..
κι εγώ τις λέξεις που σεβάστηκα
σε έννοιες που βγάζουν..
γλυκύ το βλέμμα σε κοιτώ..
σου απαντώ..σου κρένω...
Έτσι μ' αρέσει τη ζωή μου να περνώ..
στους παλαιούς τους ήχους μου..
να λούζομαι στο φως και στο σκοτάδι
δικαίωμα η ζωή κι ο θάνατος του καθενός
ο παλμογράφος όργανο ακριβό..
χρόνια στερεωμένος ακριβώς
κάτω από το πηδάλιο της ψυχής
στο εκρεμμές..στο μέρος της καρδιάς..
στο μπαλαντζάρισμα..
λούζομαι ακόμα στο ουράνιο το τόξο του
τα σκοτεινά μου βράδια..
Είναι που έπαψα καιρό
σε λεωφόρους κοσμικές να περπατώ
φορώ την ίδια την κολώνια χρόνια στο λαιμό..
διαλέγω τα χωμάτινα δρομάκια..
εκείνα που σε βγάζουνε στ' απόμερα
μικρά..ασήμαντα που μοιάζουνε κωνάκια..
Εκεί..στους πύργους τους παλιούς της εξοχής..
τους μισογκρεμισμένους..
που 'χουν κρυμμένη μυρωδιά
στης Ιστορίας..στων βιβλίων τα κιτάπια..
Να δραπετεύει ο νους..να χάνεται
εκεί..που επιτρέπεται ανεμπόδιστα
σιωπές να αφουγκράζεται
σιγανά να συλλογιέται..
Θέλει ησυχία η ζωή..
σοφά να την ποδηλατείς...
Εκεί...
τα όνειρα που δεν πουλάς..στων παζαριών
και στων τελάληδων τους ξύλινους
τους σκωροφαγωμένους πάγκους..
Δε θέλω να 'μαι της μοδός..
το γιακαδάκι μου το δαντελένιο θα φορώ..
στο λουλουδάτο φουστανάκι...
κάθε μου μία βελονιά απ' τ' ακροδάχτυλα
μια βελονιά..στο δίχτυ της καρδιάς μου..
''ΓΙΑ ΗΧΟΥς ΠΑΛΑΙΟΥς'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,
Έχει κουρσάρους η ζωή
και καου- μπόυ κρυμμένους..
άλογο κούρσας μου' λεγες
άτι λευκό και γρήγορο..να μοιάσω στη ζωή μου..
Τα λόγια σου διαπεραστικά..
κρύος ιδρώτας μ' έλουζε
στις ανηφόρες με τα γκέμια μου
στα κακοτράχαλα σοκάκια της ζωής μου..
καθώς αναλογίζομουν του Πήγασου
να βγάλω..να φορέσω τα φτερά..
Αθώα λες των νιάτων μου
η ορμή με οδηγούσε..
καβάλαγα εκείνη τη φοράδα τη λευκή
αγρίμι γίνομουν στους κάμπους τους απέραντους..
σύνορα ως τον ορίζοντα
λημέρια να γνωρίσω..
να βρω ανθρώπους μες στα καπηλειά
τα φτωχικά τα μαγαζάκια ήτανε σχολειά
κάνανε πρακτική εξάσκηση του νου
τα λόγια τα σοφά σου..τα σοφά τους..
''πέφτεις..σηκώνεσαι..τραβάς τα γκέμια..
προχωράς..
καβάλα την ζωή να την πηγαίνεις''..
Πέρασαν χρόνια και καιροί
ετράνεψε η μικρούλα σου κι εγεύθη
πέφτει..σηκώνεται μπρος στ' αναχώματα
που ανεπαρκείς της στήνουνε..μας στήνουν.
Λιγόψυχοι
και ''ανοργασμικοί'' σε μια παλέτα..
που σκιών ζωές να
συμβολίζει..
άντρες..γυναίκες ελλειπείς..
πολίτες έρμαια των
ανικανοποίητων
παθών..
δρόμους ακολουθώντας όχι ευθείς..
στήνουνε οδοφράγματα ..
τ' άλογα
κούρσας δεν τα άντεχαν ποτές..
λαβωματιές..πεσίματα
στις πεθυμιές τους τις κρυφές
δεν τα αντέχαν στον τερματισμό..
να
βλέπουνε να κόβουν την κορδέλλα..
Σε πείσμα και των φαύλων τούτων των καιρών
το Άτι μου ακόμα καβαλάω...
''ΑΤΙ ΛΕΥΚΟ'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη.
..............................................................................................................
Έρχονται εις το μαξιλάρι μου φορές - βραδιές
πνιγμένες μνήμες και αλλόκοτες στιγμές..
στιγμές μιας καταβύθισης..στιγμές μοναχικές
στιγμές..ζητούν απάντηση σε ερωτήματα
της ύπαρξης..για το επέκεινα..και ναι..
γράφουνε νότες μιας ζωής..
σε μια σελίδα διάφανη του νου
όσοι την τύχη είχανε να διδαχθούν..
δασκάλους φωτισμένους ν' ανταμώσουν..
θαρρώ πως ψάχνουνε απαντήματα
στα λόγια τα σοφά τους..
Νιώθω στ' αλήθεια τυχερή..
ίσως γιατί κατάφερα..ερούφηξα το νέκταρ
το ξεχωριστό..σχέσης δασκάλου - μαθητή
στους προικισμένους μου δασκάλους..
Να ονοματίσω το τολμώ..
λίγα τα πρόσωπα που εμέ με σημαδέψαν..
Κι εγώ..μικρή κι ασήμαντη..
πως στο ύψος το τρανό τους να σταθώ..
πως να τους περιγράψω..
Σε τούτη την κολώνα μου τη δωρική
το δάσκαλό μου τον αγαπητό
στα σκαλοπάτια του και πάλι θα σταθώ
Λιαντίνης ήτανε αυτός..φιλόσοφος ξεχωριστός..
που γι άλλους και καχύποπτους συχνά αμφισβητήθη..
σήμερα που 'ναι η γενέθλια η μέρα του
συλλογίζομαι νοσταλγικά κι αναπολώ..
οι θύμησες της τάξης με λυγίζουν...
Ευχές συχνά τα βράδια μου μονολογώ..
αν υπάρχει άλλη
ζωή, όπως στοχάστηκε ο Σωκράτης,
θα θελα..επιθυμία μου βαθειά..να συναντήσω
όσους αγάπησα πολύ..γονείς..αδέλφια κι έρωτες..
μα κι άτομα ξεχωριστά..που σημαδέψαν τη ζωή μου..
να πιάσω εκεί στα τραπεζάκια τ' ουρανού
κουβεντολόι ξανά απ' την αρχή..
τα φώτα της πορείας ν' αντικρύσω..
Και ναι..εσέ κύριε
καθηγητά μου αλλιώτικε,
που είχα την τύχη στα έδρανα αντίκρυ να σταθώ
που είχα την τύχη και μετέπειτα
να είμαι ακροατής..όλων όσων εμίλησαν για σε
όσοι σε θαύμασαν..τις ρήσεις σου μελέτησαν
πολύ ευτυχής η ψυχή μου αιωρούμενη..
εάν σε συναντούσα..
Αν πάλι
στοχαστικά όπως είπε ο Σωκράτης,
δεν υπάρχει άλλη ζωή..
τότε θα κοιμηθώ
σε έναν ύπνο ήσυχο..
όπως και τόσοι αγαπημένοι μου..
μα όσο εδώ στη Γης πατώ..θα γίνομαι αρνητής..
τον ύπνο τον ανόητο..της κοινωνίας έξω εκεί
με ήσυχη συνείδηση..εγώ να τον κοιμούμαι...
ΓΙΑΤΙ..
στα χρόνια τα ευλογημένα αυτά της νιότης μου
το βλέμμα σου φυτίλι μες στο νου μου αναμμένο..
δεν με άφησε να κοιμηθώ..ξύπνια με εκρατούσε..
Σε μια κοινωνία που δάσκαλοι αυτοχρίζονται..
όσοι δεν ήθελαν
να μάθουν τίποτα ποτέ, και
αποκτούν τον σεβασμό της μάζας,
ιεροτελεστικά...
μας έμαθες..εσύ τεράστιε δάσκαλε..
Δάσκαλος τι σημαίνει...
Σε ευχαριστώ..
η φλόγα που μας χάρισες..γνώσης ανάψαν δάδες.
Εγώ είμαι κύριε καθηγητά....
δεν διεκδικώ να με θυμάσαι εκεί ψηλά..
καθήκον τούτο ιερό δικό μου μοναχά..
τα λόγια τα σοφά σου να τα κοινωνώ..
στου Νεοέλληνα το νου να καταγράφω...
Εγώ..η μικρή..μαθήτρια και της ζωής περαστική
υποκλίνομαι εσαεί..
που ένα φεγγάρι μοναχά..μια τόση δα στιγμή
εγεύθηκε τα λόγια σου..κι ακόμα κοινωνώ τα..
Τι τύχη τάχατες κι αυτή!
Τ' αστέρι σου τη στράτα μου
ακόμα να φωτίζει............
''ΣΕ ΜΙΑ ΣΕΛΙΔΑ ΔΙΑΦΑΝΗ'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη.
( Επιτρέψτε μου την προσωπική εξομολόγηση )
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,
...................................................................................................................................................................
Εχάραξε στον Άη - Λια
η χελιδόνα μου γιορτάζει
ψηλά την έχει χτίσει τη φωλιά
στου λογισμού τις κορυφές
στου ήλιου τ' ακροκέραμα
στης ανθρωπιάς το Γολγοθά
στα ερωτευμένα βράχια του Αιγαίου...
Χρόνια πολλά !
χρόνια καλά!
χρόνια γεμάτα φως Ηλιανή μου!!!
η μάνα σου ..
20/7/2019
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,
Ψυχές.....
λουσμένες άλλοτε στο φως
κρυμμένες κάποτε σ' ανήλιαγες καταπακτές
γυμνές..άυλες..με δισταγμό ορατές
πλανιούνται στις ακτές των ομματιών μου
ιχνηλατώντας τα σημάδια..στις σκιές
σαν πεταλούδες πρωινού..
απ' τις κρυψώνες τους μιας φυλακής
στο ανθόμελο ξεχύνονται
σ' ένα τρελλό ζωής χορό..κυνήγι μαγισσών
αγάπης οι συγκομιστές..
γλυκόπικρης της γεύσης..
κυνήγι για ένα καταφύγιο φωτεινό...
Ψυχές
άλλες ξεμένουν σε διαδρομές
στου βάλτου το σκοτάδι..
άλλες στο ημίφως πάντα αρέσκονται...
μα εκειές..οι τολμηρότερες
κατάματα γυρεύουνε το φως..
καίγονται..τσουρουφλίζονται..
φτερά δε λογαριάζουν
όλες.. μα όλες ..
για να 'βρουν ένα απάγκιο της χαράς...
λουλούδι να βρουν ανθισμένο και ανθό
κλαρί ζευγαρωτά για ν' ακουμπήσουν...
σπηλιές..σε θάλασσες να βρέχονται
σειρήνες ν' ανταμώνουν...
Ψυχές...
που από κάμπιες..φτερωμένες
πεταλούδες λαχταρούνε να γενούν
στη γύρη της αγάπης να κουρνιάσουν..
κάποιες αγαπιούνται πιότερο..
σε ακριβό..πολύτιμο οχυρό..
κοινό το καταφύγιο που λούονται σ' αχτίνες !!
κάποιες κατρακυλούνε και σκορπίζονται..
Όμορφες που είναι οι ψυχές..
γεύσης αρχέγονης στ' αντάμωμα
στο ''καταφύγιο'' του έρωτα σαν σμίγουν!!
''ψυχές στο καταφύγιο'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
................................................................................................................................................