26 Σεπτεμβρίου 2019

# ΣΤΗΝ ΚΥΔΩΝΕΑ ΤΗς ΣΤΕΡΝΑς#



Αχνάρια άφηναν στο διάβα τους

κι ευλογημένοι εμείς..
όσοι  τη μνήμη εξεδιψάσαμε
στης στέρνας το πηγάδι 
μεταλαβιά ευτυχήσαμε..
εμείς οι ζωντανοί επί της γης..
τα επατήσαμε ξανά..
λουστήκαμε στου ήλιου τα λιοπύρια
ξορκίσαμε τη γρουσουζιά 
στ' απήγανου τη μυρωδιά..
βραχήκαμε..
στις άκριες των νεραϊδοποταμιών..
και στων ξωθιών τις κόμες...
Ροδάνι ο χρόνος που κλωθογυρνάει
ριγώ σαν φύλλο του Φθινόπωρου
μαζεύω τα υφάδια της ζωής μου...
έπεσε πια το οχυρό στην έμορφη επικράτεια
των παλαίμαχων γονιών μου..
γκρεμίστηκαν οι πολεμίστρες από τον εχθρό
ο Παντοκράτωρ Θάνατος κυρίαρχος
εσάρωσε τα ονείρατα..
φερμένα απ' της Ανατολής..
τα έμορφα παρχάρια...
Άφησα πίσω μου την κυδωνέα μοναχή.
φύλακας άγγελος του παλαιού..
στης στέρνας δίπλα που εξεδίψαγε..
ανθρώπους..ζωντανά... 
Μοναχικός ο ένοικος στο πατρικό..
χορταριασμένης μνήμης
της Μνήμης  μου ο σύντροφος
τραγουδιστής στο χρόνο..
Είναι η Κυδωνέα μας
της στέρνας μας η έμπιστος..
η καρτερούσα ένοικος αμετανόητη..
ανθούσα..απελπισμένη..
Είναι η κυδωνέα ροζιασμένη..γέρικη
μοναδικής της συντροφιά 
τα αργοπατήματα..βραδύτητας..επιμονής
χελώνας στα ριζά της..
το κλάμα το ασίγαστο..
δεκαοχτούρας στ' αψηλά
στης εκκλησιάς τον πεύκο..
Να αγαπάς..να ταξιδεύεις..να πισωγυρνάς
στο καραβάνι να αφήνεσαι του χρόνου
σχοινί να ρίχνεις γέφυρας..να ακουμπάς
στον τόπο που σε γέννησε
για κείνον να δακρύζεις..
Προσκύνημα ποιος τα 'χατες για ποια φορά
στης παιδικότης την αυλή..θε να ματαπροκάμει?

# ΣΤΗΝ ΚΥΔΩΝΕΑ ΤΗς ΣΤΕΡΝΑς #  - νοσταλγικόν - σμιλεύτηκε από Σοφία Θεοδοσιάδη.
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,, 

25 Σεπτεμβρίου 2019

''ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΔΡΟΜΟΙ ΣΟΥ''

art: Katia Chausheva


Γλιστράς τις νύχτες σου..παραπατάς..
στα υπόγεια εισχωρείς με τις σκιές.. 
στης ενδοχώρας της κρυμμένης σου αλήθειας..  
εκεί που τα όνειρα αλωνίζονται..αιμορραγούν..
στα μαρμαρένια αλώνια..
σκύβει το βλέμμα της ψυχής και σε κοιτά.. 
ανταποκρίνεσαι... 
του λες αλήθειες σιωπηρά..  
που δεν τολμάς θαρρείς με ανθρώπινη λαλιά   
να βγεις να τις μιλήσεις..
μιας βιωμένης..δεύτερης ζωής..
τους δράκοντες δολοφoνείς..  
χαράζεις σωτηρίας διαδρομές 
ευελπιστώντας για τον άνθρωπο..για σε
το ύψιστον κατά Αριστοτέλην αγαθόν
πλήρην Ευδαιμονία...
Όχι..δεν είναι οι ώρες οι μοναχικές.. 
ούτε και μοναξιάς σταλάγματα..
ετούτες..οι πολύτιμες..οι ακριβές σου ώρες..
Είναι οι δρόμοι σου..  
που δεν ευρήκαν μονοπάτια για να χαραχτούν..
εγίναν λέξεις..μουσικές  
σιωπές που με μελάνι ζωγραφίσανε..
της αλχημείας σου τον άγραφο τον πάπυρο.


Τους Δαίμονές σου μες στη νύχτα κυνηγάς..  
καλείς σαν άλλη μάγισσα το τάγμα των Αγγέλων..
γονυπετής μια χάρη τους ζητάς..  
μην κρύψουν τα μαλάματα που κατοικούν εντός..  
όμοιος ''αυτόχειρας'' να ανασύρεις..
ίνα  να δυνηθείς
 στην επιφάνεια..για να τα κατοικήσεις...

''ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΔΡΟΜΟΙ ΣΟΥ''-  Σοφίας Θεοδοσιάδη. ..............................................................................................................

24 Σεπτεμβρίου 2019

# ΑΚΟΥΑΡΕΛΕς#



Ήτο έαρ ανατέλλον βαθύ

αιφνιδίως καρτ- ποστάλ μου είχες λάβει
μα οι Άνοιξες είπες εσέ προσπεράσαν
του Χεινόπωρου η πάχνη νωρίς πως σε ηύρε..
Στα νυχτέρια τις νύχτες παστίλιες σωρεύω
με ρομφαία μου ακόμα στου Σεπτέμβρη τη θλίψη
ακουαρέλλες μ' αρέσκει ..στο χαρτί να σταλάζω
το πρωί σαν ξυπνώ,εγκαρδίως
συστημένες τρυφερά εσωκλείω
χαμογέλιο αγάπης σε φίλους να φτάνουν..
 
Μα για σε..
τι λουλούδι ακουαρέλας να στάξω
βγαίνω τσάρκα σ' ακριβά ανθοπωλεία πλανιέμαι..
ρόδα, βιόλες, ζουμπούλια θαυμάζω..
μετανιώνω εξ αρχής..
δε θα στείλω λουλούδια με φιόγκους
βαριά φορτωμένα σε ρόδα
σε παρτέρι μικρό θα σταθώ με πανσέδες
το μαβί τους να κλέψω το χρώμα
για να μοιάζουν να έχουν ψυχή τα λουλούδια
λένε μοιάζουν ψυχές που κοιτούν στο φεγγάρι..
 
Το εβρήκα..
καλέ μου αυτό θα σου στείλω..
στης καρδιάς να κρεμάσεις τον τοίχο..
στης παλιάς αδειανής 
σκοτεινής ακουαρέλας τη θέση.
Βάζω μπόλικο χρώμα απ' το μωβ
που εμέ ξετρελλαίνει..
σε φτερούγες να φέρνουν στο δείλι..
λίγο μαύρο τριγύρω της ψυχής σου να μοιάζει
που στο σκότος την άφηκες μόνη
και στη μέση με πινέλλο παχύ ζωγραφίζω
πιτσιλιές από  κίτρινο ήλιο 
στης αγάπης μιας πλάνης τα βράδια
στις σκιές της αποχρώσεις να δίνει..
 
Τώρα στέκομαι εμπρός εις τις άγριες βιόλες
με πινέλλα ουρανούς ζωγραφίζω
εις τη Γης λέν' πανσέδες πως είναι..
μα εμέ μου θυμίζουν πουλιά καρφωμένα
που ζητούν αψηλά να πετάξουν.

  # ΑΚΟΥΑΡΕΛΕς # - σε ποίηση Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

23 Σεπτεμβρίου 2019

''ΙΣΩς ΕΚΕΙ''

Ίσως εκεί..
στις μύτες των ποδιών αλαφροϊσκιωτα
τα βράδια σου σαν περπατείς..
τα χνάρια μη σβηστούνε... 
τις μυρωδιές που ράντιζα 
κατόπι σαν τις παίρνεις...
μοιραίας μιας συνάντησης
στης θάλασσας τα κύματα
σ' ένα ναυάγιο μικρό 
στων πόθων μας
να ξαναδέσουμε άγκυρα μαζί..
στη χώρα του Γιουκάλι..
Εσύ κι εγώ..οι δυο μας 
εμείς που δεν τις αγαπήσαμε 
τις λέξεις τις βαρύγδουπες
το αβυσσαλέον ντεκολτέ
στου εγωισμού τη χώρα.
Λιγόστεψαν τα χρόνια μας
και η όραση μικραίνει..
δεν σπαταλιέται ο χρόνος μάτια μου
στις επικεφαλίδες.. 

Εμείς που με φειδώ εγράψαμε..
της ποίησης τα λόγια στη ζωή.
που δεν εκαμωθήκαμε τους ποιητές
κι ας είμασταν οι ποιητές
της δύσκολης ζωής μας..
Εκεί..
εμείς που τίτλους δεν εκυνηγήσαμε
δεν εφουσκώσαμε τα στήθη μας
άγνωστοι στο απέραντον
την αθανασία αρνούμενοι
και αγνωστικιστές..
την ευτυχία εκλαδέψαμε
σ' απάτητα λιβάδια...
Ίσως εκεί..
παιδίσκη να ντυθώ της πρώτης νιότης μου..
οι κληρωτοί του έρωτα
εσύ κι εγώ...
χαμένες ηδονές να ζητιανέψουμε
εκεί να σμίξουμε οι δυο
αξόδευτες μη μένουνε στην πρύμνη..

''ΙΣΩς ΕΚΕΙ'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη..
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,


22 Σεπτεμβρίου 2019

''ΞΟΡΚΙΖΟΝΤΑς ΤΟ ΘΑΜΠΟς''

Μια γλύκα εσκόρπαγαν στις σκέψεις μου
εκάλπαζαν να λιώσουν το σκοτάδι
απά στο προσκεφάλι μου αξημέρωτα
του γλυκαυγούς οι ώρες..
οι υποσχέσεις της Ηούς..νικούσαν τα σκοτάδια.
Έτσι το θέλησεν η Μοίρα για τα με
στις ιριδίζουσες τις κόψεις του ερέβους μου
να ψαχουλεύω την ψυχή μου...

Στο χαυραγές εκίναγα..στο γλυκοχάραμα.
ροδακινί  ένα τριαντάφυλλο..
το δώρο στων κραυγών μου τις σιωπές
στους κήπους της καρφίτσωνα
στης κεφαλής το μέρος..
αφουγκραζόμενη..μιας θύμησης σοφής
στου ρόδου μου του χρώματος
μην τύχει και απωλεσθεί
η αγνότης..η σεμνότης της ψυχής μου...
φως της καρδιάς μου ο σηματοδότης μου..
σινιάλο που σε ξέφωτα με βγάζει
κι οι σκέψεις αίωρες εσαεί..μες στων βλεφάρων σου..  
δροσοσταλιές ελπίδας ακουμπούσαν..

Νυχτερινός περπατητής..
μοναχικός κι ελπιδοφόρος αναχωρητής..
πάντα στο γλυκοχάραμα..
στα πόδια το φευγιό μου κατοικούσε..
και ζαλισμένη σαν τυφλόμυγα
στων σκοταδιών στις φωτεινές τις γρίλλιες τους
τρυπώνω στην ψυχή σου να συναντηθώ..
να μοιρασθώ..ξορκίζοντας το θάμπος...

''Ξορκίζοντας το θάμπος'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

21 Σεπτεμβρίου 2019

''ΤΗ ΖΑΚΕΤΟΥΛΑ ΝΑ ΦΟΡΕΙς''






Μπάζει αγιάζι απόψε απ' το φεγγίτη μας.. 
απότομα που εκρυάδιασε ο καιρός!
Μια ζακετούλα αγάπης να φορείς
τα βράδια σου τα Χεινοπωρινά
τρυφερά να σε σκεπάζει..
μη μου κρυώσει η αγάπη μου..
ζεστά να τη φοράς...
να την εψάξουμε αν δεν τη βρεις..
στο δρόμο πάρε με μαζί ..
σε κείνο το τσεπάκι να μας βγάλει..
που αφήσαμε τις φλούδες της
στης γειτονιάς το θερινό το σινεμά... 


 
''ΤΗ  ΖΑΚΕΤΟΥΛΑ ΝΑ ΦΟΡΕΙς'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

20 Σεπτεμβρίου 2019

''ΤΗς ΜΑΝΑς ΤΟ ΣΚΑΦΙΔΙ''



Έτσι εξέφευγα τα βράδια μου
  στης απουσίας της.. 
το παραθύρι αέριζα της θλίψης μου  
μια δεύτερη της νιότης μου ζωή
  απ' την αρχή την ξαναζούσα..
  με πότιζαν οι μυρωδιές
  έρχονταν απροσκάλεστα
  απ' το σεντούκι το κλειστό
  φρεσκάδα στα σεντόνια μου σταλάζαν..
Πως  λαμπυρίζουνε..ξεπλένουνε
εξαγνίζουν την ψυχή μου οι θύμησες..
στα σύρματα σαν τρέχω από κάτω
κυνηγητό..κρυφτό σαν παίζουνε
στης μάνας την αυλή..
Ασπρόρουχα και γιακαδάκια σχολικά
με βελονάκι της γιαγιάς τα μεσοφόρια
όλα μες στο σκαφίδι της μάνας μου
ζητούσαν των χεριών της τη στοργή..
Πετρώνουν μάτια μου οι ψυχές
στον ήλιο σαν δεν απλωθούν..
μόσχο..λουλάκι να ξασπρίσουνε
φρεσκοπλυμένο ρούχο..



Δυό σκάφες είχε η μάνα μου
στο φούρνο κρεμασμένες..
η μια ήτανε ξύλινη για το προζύμι..
το ψωμί....
μαγιά να πιάνει αποβραδίς
ζωή τα πρωινά για να τρατάρει
κι η άλλη να ξεπλένει αμαρτίες
σώματος..ψυχής..κάθε Σαββάτο βράδυ
να λούζει το κορμί..την κεφαλή
εσώρουχο να σου φορεί
βότανου να 'χει μυρουδιά
απόσταγμα  λεβάντας..

Είχαν μια δύναμη τρανή και μαγική
τα χέρια της..της μάνας..
απ' το πρωί στις θυμωνιές
το βράδυ εντυνότανε το γιορτινό 
της μάνας της αγάπης το φουστάνι.. 
γρήγορα που αλλάζουν οι καιροί
εχάθη η δύναμη απ' τα χέρια της
εχάθη κι η μορφή της...
στα απλωμένα ρούχα ψάχνω για να βρω
σαν λογυρνώ μες στις αυλές μου τις παλιές.. 
μυρίζοντας τα χέρια τα δικά της..
απορρυπαντικό θαρρείς δυσεύρετο
το χρόνο να ξεπλένει...
να κοινωνούνε νου και λογική
σαν πρόσφορο της εκκλησιάς
της μάνας τα σκαφίδια....

'' ΤΗς ΜΑΝΑς ΤΟ ΣΚΑΦΙΔΙ' - Σοφίας Θεοδοσιάδη..
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,