« Ήταν λέει μια φορά κι έναν καιρό..στους κάμπους πέρα στα λιβάδια τ' ανοιχτά..μία τυφλόμυγα μικρή..που θέλησε χρυσόμυγα να γένει..Τα βράδια που εφώλιαζε στου φύλλου απάνω την καρδιά..όνειρα γένναγε ολονυχτίς και το πρωί πετώντας χαμηλά τα κυνηγούσε..Ήταν τυφλή και δεν τα έφτανε με μιας..μα αυτή κάτω δεν το 'βαζε ..και με ακούραστα πετάγματα αδιάκοπα ξοπίσω τους..για να τα πιάσει προσπαθούσε...
Εσκάλωνε..μπερδεύονταν τα ευαίσθητα..πολλές φορές τα ποδαράκια
της..πονούσε αυτή πολύ συχνά..Μα δε σταματούσε να πετά..επέταγε..επέταγε
και έψαχνε.. και γύρευε σε ''χρυσόμυγα'' να μεταμορφωθεί..χρυσόμυγα να
γένει..
Μια
μέρα εκεί στου βράχου..κάτω στην πλαγιά..ένας νέος την πλησίασε ..την
άρπαξε με μανία στην αρχή..για να την παγιδεύσει..του φάνηκε πολύ
ενοχλητική..δεν του άρεσε διόλου το βουητό της..Έδεσε μια κλωστή στο
ποδαράκι της και την εκάρφωσε στο χώμα..έξω από το σπίτι του μπροστά..να
δει τι θα απογίνει..Βούιζε..βούιζε ασταμάτητα αυτή..έκανε κύκλους
ατελείωτους γύρω από την αυλή του..ώσπου στο τέλος τα κατάφερε
..φαγώθηκε και το σχοινί και κόπηκε με μιας..και βρέθηκε ξανά μονάχη της
στου κήπου τα μισά..
Κάθησε
εκεί σε μια γωνιά και έκλαψε..έκλαψε που δεν έβλεπε και στα τυφλά
πετούσε..Μα τα δάκρυα ήταν πολύ καυτά κι εβρέξαν τα φτερά της..Εστάθηκαν
επάνω και εγυάλισαν τα μαύρα ταλαιπωρημένα της φτερά..Επόναγε πολύ..μα
ξαφνικά κοίταγε γύρω της και επάνω της και είδε τα φτερά της..Τώρα της
φάνηκε πως είχανε χρώματα..γυαλίζανε αλλιώτικα....χρυσίζανε και την
γεμίσανε χαρά..
Εσκούπισε τα δάκρυα τα καυτά..και άλλα δάκρυα χαράς κυλήσανε στα μάτια τα κλειστά της..άξιζε έλεγε το χαμηλό μου πέταγμα..άξιζε κι αν ακόμη ήταν στα τυφλά..άξιζε και ας έχασα ..κι ας βρέθηκα με ένα κομμένο ποδαράκι..απ' την σκληρή κλωστή.. έκανα ταξίδια δεμένη στην κλωστή..μέρες και νύχτες μακρινά..εγνώρισα από ψηλά του κήπου τις γωνιές.. Εγώ που είμαι μια απλή χρυσόμυγα..που σαν μικρή ''τυφλόμυγα'' επέταγα στα χαμηλά..τους αραδιάζω με υπερηφάνεια περισσή..την ταπεινή μα τόσο πλούσια σε εδέσματα ψυχής..την όμορφη ..μικρή καταγωγή μου..
Εμύρισα..αφουγκράστηκα..έβλεπα με τα μάτια της καρδιάς..γιατί ήμουνα τυφλή απ' την αρχή..καταγραφέας ευλογήθηκα της μοίρας μου να γίνω μοναχή μου..ως μία περισπούδαστη σοφή να αναγεννηθώ.Τώρα έχω..έμαθα..ταξίδεψα..επλήρωσα τοις μετρητοίς εκείνο το λογαριασμό..για τα χρυσά φτερο- πετάγματά μου » !!!
- Κι εσένα φίλε μου μικρέ μα και τρανέ μου ποιητή..που την ζωή ποιείς..να το θυμάσαι μην το λησμονάς..θα σε πονέσει η ζωή..μα πάνω απ' όλα θα σε κατατρώγει ο σορόκος της καρδιάς..γιατί σαν έχει άτι η ματιά..σαν πεθυμάς πετάγματα ψηλά..θα σε πληρώσει με φαρμάκι η ζωή..μα μην λυγοψυχάς..γιατί αν κιοτέψει η ψυχή για μια στιγμή..θε να σε τρώει το σαράκι ν' ανεβαίνεις αψηλά.
''τυφλόμυγα εθέλησε χρυσόμυγα να γίνει '' - Σοφίας Θεοδοσιάδη..
( ένα παραμύθι για μικρά και μεγάλα παιδιά )
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,