θλιμμένο κόσμο εφωτογράφιζα..
τους διψασμένους τους ανθρώπους
στον τελευταίο μου σταθμό εκάθησα λίγο να ξαποστάσω...
είχα στα χέρια πάπυρους παλαιούς..κιτρινισμένα απ' τον καιρό
φυλλάδια του μέγιστου Ομήρου..
Εκράταα και τα ημερολόγια καταστρώματος
και του σπουδαίου μας Σεφέρη..
Κι έτσι όπως λαλούσαν τ' αξημέρωτα οι πετεινοί
κι ανάμενα το τρένο να περάσει
μέρες της πάχνης λες του πρωινού εσκέπασαν
εκάψαν και εμάραναν τη σκέψη μου
στο νου μου έφερα σε τούτον τον μικρόν σταθμόν
την ρήσην την γλυκείαν του πολυταξιδεμένου μου του ποιητή
''Λίγες οι νύχτες που μ' αρέσαν με φεγγάρια και με μάγεψαν
καθώς βαθείαν ανάγνωσιν εγεύθηκα
κάτω απ το αλφαβητάρι τους των άστρων''
κι ευθύς κατά παράφρασιν της ρήσεως εμονολόγησα:
Λίγες κι οι μέρες που με αγγίξανε
στων ελαφρών..στων τοξικών στις κλίκες τους
στων δήθεν διανοούμενων τα λημέρια..
Μια πίκρα απλώθηκε στα χείλη μου
που πήγαν όλοι ετούτοι οι τρανοί
που κρύψτηκε το φως τους?
Τώρα μονάχα μες στα μπαρ τα σκοτεινά
πλην ελαχίστων εξαιρέσεων
άσκοπα περιφέρονται των γραμμάτων μασκοφόροι
κρατώντας συλλογές της συμφοράς
γραφήματα προς καύσιν εις το τζάκι μας στη σάλα.
Κι έτσι όπως η πάχνη μου ετρύπαε τα κόκκαλα
ψίθυροι ανέβαιναν στα χείλη :
Δε μου ταιριάζουν οι αντιπαραθέσεις..οι υπερβολές
οι κριτικές άνευ νοήματος..οι πασαρέλλες..οι διαγωνισμοί
γι αυτό σιωπώ παράμερα εις τον δικό μου γνώριμο σταθμό
σε τούτο το τσιμπούσι το στημένο τους
απαξιώ να συμμετέχω.
Τα βράδια τριγυρνώ φωτίζω και την κάμαρα
μ' ένα μικρό λυχνάρι.. για να ξαναέρθουν οι σκιες
να ανταμώσουνε τα μάτια μου τους λιγοστούς
φτωχούς μου λογοτέχνες..
ν' αφουγκραστούν τα ώτα μου της ανατάσεως μουσικές
που κάνουν πλούσιο του πνεύματος το βιος μου...
να πάψουν πια οι Ερινύες να με κυνηγούν
που δεν επρόκανα
στων διψασμένων τα λαγούμια για να φτάσω.
⫷ μέρες της πάχνης ⫸ - Δοκίμιον Λυρικόν
Σοφίας Θεοδοσιάδη..
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,