13 Σεπτεμβρίου 2021

⫷ στων αποχρώσεων την καμπή ⫸

 

Οι αυγινές οι στάλες της βροχής
του Φθινοπώρου έφθασεν μηνύουνε η Ώρα
ένα ξερόφυλλο επιπλέον εις το πέλαο
μαζί τις σκέψεις του Καλοκαιριού
να ταξιδέψει τις επήρε.
κι οι γερανοί τραβούσανε προς το Νοτιά
κι εσύ απόμεινες μονάχη στην ακτή
προσμένοντας για άλλα Καλοκαίρια
κι απόμεινε το όνειρο μισό
ο ήλιος τα ανήλιαγα δεν πρόκανε να δει.
 
Φθινόπωρο..............
στων αποχρώσεων την καμπή
της χρονουπίας και της σέπιας
οι μύχιες οι σκέψεις σου 
φέρνουν στην επιφάνειαν 
τα υπαρξιακά σου αδιέξοδα..
της ουτοπίας την ευάλωτην ψυχή σου
κι ο έρως μας..
ως η παραμυθία της Κλυτίας όριζεν
αιώνια προς τον ήλιο θα κοιτά
θα 'ναι μαζί η ευτυχία και η θύμιση
εσαεί ο τιμωρός μας..
 
Μα θα 'ρθουν πάλι Καλοκαίρια
να το θυμηθείς
οι ηλίανθοι θ' ανθίσουν
και τότες θα στραφώ στον ουρανό
θα 'χω ένα αστέρι μακρινό να σου χαρίσω..
 
⫷ στων αποχρώσεων την καμπή ⫸ - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

12 Σεπτεμβρίου 2021

⫷ ένθεον Πάθος ⫸


Ο λυρικός μου ο Παράδεισος
χαμένος σε έναν άλλο κόσμο ανίδωτο
κάτω από την σκιάν Σου χρόνους καιροφυλαχτεί
πίνει απ' της ψυχής τα λόγια τα βγαλμένα σου
για της ζωής το δίκιο..της οδύνης ..του αναστεναγμού.
στης προδοσίας του Όρους μου των Ελαιών
της θυμωμένης μου ψυχής γίνεσαι ο καθοδηγητής..
κι όπως στα χέρια μου κρατώ μιαν φωτογραφίαν Σου
στον τόπον της Θυσίας την στερνήν
η εικόνα Σου αργεί να γίνει μνήμη.....
Ένα ποτήρι είσαι δροσερό νερό
στο ξεχασμένο ράφι της ψυχής μου
λυσιμελής ο πόθος μου για σε
τον εαυτό μου τον καλύτερο ανυψώνει
εις την ιδανικήν του την μορφήν
και ο μονόλογός σου εις τ' αυτιά μου
αλάνθαστα ακριβής:
 
''Το τετριμμένον κάλλος το επιφανειακόν
ρίγη δεν φέρνει εις το υποδόρειον κορμί 
σημάδια δεν αφήνει''..
κι αίφνης έγινε θάμα ορατό..
των λόγων Σου ο απόηχος 
με πότισε νερό απ' την πηγή Σου
καθάριος ύμνος εκατήλθε εξ ουρανού
εξαγνισμένη η  αγάπη μου για Σε
εστάλαξεν το ''ένθεον το Πάθος''.

⫷ ένθεον Πάθος ⫸  - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

⫷ ΙΣΜΑΡΙΔΑ ⫸


Της επίγειας ευτυχίας το παροδικόν
χρόνους το αναζήταα στα πράσινα ακύμαντα νερά της..
της άνθισης και της φθοράς η αντίληψις 
ηγέρθη εντός μου παιδιόθεν πρόωρα σοφή
καθώς εις το χωρίον τον μικρόν
το πένθος ήτανε καθολικόν
και οι καμπάνες γοερά το διαλαλούσαν.

 Η απογοήτευσις τσίμπημα έχιδνας 
δηλητηριώδες απειλόν..
κι ελπίδος ο απόηχος τα βάτα κι οι μυρτιές της..
κι απ' την βαθείαν την άβυσσον όπου βουλιμικά 
μας καταπίνει ασυμπόνευτα
μονάχα εις τα δικά της τα γαλήνια τα νερά
τόπος συνάντησης και αναψύξεως
η λίμνη ΙΣΜΑΡΙΔΑ.

Τάχατες να 'χει μνήμη η ψυχή 
θυμάται την υπόσχεση που μου 'δωσες
η μέρα ήτανε εξόχως λαμπερή
είχανε στήσει τα νεροχελείδονα γύρω τρελλό χορό
καθώς και η ευφραίνουσα ψυχή μας..
πως δε θα χωριστούμε εμείς ποτές
αντάμα θα βαδίζουν οι ψυχές μας...
τώρα μονάχη μες στις καλαμιές
τα λόγια σου γυρεύω στα νερά
κρατώ σφιχτά 
τον μαλαχίτη απ' τις όχθες που μου χάρισες
πάντα εκεί..νοσταλγικά επιστρέφω..
 
⫷ ΙΣΜΑΡΙΔΑ ⫸ - Σοφίας Θεοδοσιάδη

,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,


11 Σεπτεμβρίου 2021

⫷πέτρα κι αλμύρα ο άλλος μου εαυτός ⫸

 


Κι έτσι όπως αλλάζουνε οι εποχές...
κρόσσια στου χρόνου τις αιώρες κρεμασμένα
πέτρα κι αλμύρα ο άλλος μου εαυτός..
ψήνεται στα λιοπύρια ο νους..
αλλάζει κι η ουσία της ψυχής μου..
μορφές που επερπάτησαν απάνω της
αλλάξανε τη ρότα μου
εντύθηκα ερήμην έναν άλλον εαυτό
εβγήκα απ' τη σάρκα τη φθαρτή μου.
Κείνον τον άλλο μου εαυτό εκαλωσόρισα στιγμές
του εσυστήθηκα δισταχτικά..τραχειά η χειραψία......
γέμισα τις παλάμες βάλσαμο..τον άλειψα να μην πονεί..βότανα τον επότισα απ' του κόσμου τα παζάρια
επήρα όρκο σοβαρό.. γίνηκα μέτοικος για το χατήρι του..σε θάλασσες ταξιδευτής..έρημος ναυαγός ..
ευθύς το αποφάσισα..συλλέκτης να γενώ όσο μπορώ
διακινητής ανάτασης..
για να φυτεύω όστρακα στις ακροθαλασσιές
τα χνάρια μου ν' αφήνω οπίσω στα μικρά παιδιά..
στους νιούς..........
και οι πατησιές μου να οδηγούν στη χώρα του Γιουκάλι.
Όλα τα έμβια να αγαπώ..
μα πιότερο ακόμα κι απ' τον άνθρωπο
την ανθρωπιά του στη στιγμή να περισώζω.
Πύρινες γλώσσες απειλούνε να μας καταπιούν
γι αυτό ορμήνεια σου ταχυδρομώ
το είδωλο του εκμαγείου σπάσε να χαρείς
γιατί μεγάλη εσάρωσε τυφλότης την Οικουμένην..

⫷ πέτρα κι αλμύρα ο άλλος μου εαυτός ⫸ - Δοκίμιον Λυρικόν

Σοφίας Θεοδοσιάδη

,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

 

9 Σεπτεμβρίου 2021

⫷ ρόδον μαβί⫸


Της νύχτας λες κι αερικό
επερπάταε σκυφτά
ισχνή..λεηλατημένη...
στην άκρια του ποταμιού
π' εκύλαε τους αναστεναγμούς
στο πέλαο να τους βγάνει.
Μικρό αγριολούλουδο μαβί
ρόδον μαβί το πένθος της
στων αρωμάτων του τα πέταλα
εξετυλίγονταν κρυμμένοι μυστικοί λυγμοί
κλάμματα ..αναστεναγμοί..
κατάσαρκοι οι πόνοι..
στιγμές φορές καμώνονταν
πότε εσκεμμένα άλλοτε και άλλοτες ερήμην
πως εσκέπαζεν με τατουάζ ρόδου μαβιού
τη χαρακιά στο δέρμα της
απ' το αβάσταχτο φευγιό του.
Αχ..και να ήταν μπορετό
ξανά να τον χαϊδέψει!
Για τη θανή του δεν εμαυροφόρεσεν..
πλεζέρες δεν της πρέπαν
εμαυροντύθη την υπέρτατην
την θλίψιν η ψυχή της.
Εδήλωνε θιασώτης του ελέους του Θεού
για την δικήν του αναπάντεχη απώλεια
την Πίστην της μην τύχει κι απωλέσει..
γιατί χωρίς τον μέσα της Θεόν
''ουκ έστιν των κακών ουδέ
των πόνων η ανάψυξις τελείται''
 
⫷ ρόδον μαβί ⫸  - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

⫷ ως ύφαλος κοραλλιογενής⫸


Rafal Olbinski


Ως ύφαλος κοραλλιογενής να αναδύεσαι
σαν φέρνει ο Γιαραμπής ανεμοστρόβιλους
στα πέλαα τ' ανοιχτά.......
να μην αφήνεσαι στη δίνη των 
μην αύτανδρα καταπωθείς στις σκοτεινές σπηλιές των..
φέρουσα από τα βάθη τους των θαλασσών
εις την επιφάνειαν γαλήνιον τρατάρισμα
κοράλλια κι όστρακα..ακριβά μαργαριτάρια..
Ελπιδοφόροι οι αλιείς των κοραλλιών..
στου χρόνου τις αιώρες δομημένοι
βουτούν στα άπατα..αβύθιστοι
της ιστορίας ψάχνουν τις περγαμηνές
τις ανεβάζουν άβρεχτες στα πέλαα
σηματωροί στα μάτια των νοιαζόντων.
Αθόρυβοι στις σκοτεινές των κάμαρες
αποκαμωμένοι βρέχονται απ' τα κύματα
την διψασμένην τους ψυχή την ξεδιψούνε
ταγοί θαρρείς της Μοίρας των
το ολίγον δεν τους πρέπει
είναι που άφησαν το στίγμα τους αθόρυβα
χωρίς ταχύπλοα σκάφη..βενζινάκατους
με μιας βαρκούλας μοναχά 
άμποτες εις τον απρόσμενον τον βυθισμόν
στης Ιστορίας κωπηλατώντας
στων προγόνων τα λημέρια..
 
⫷ ως ύφαλος κοραλλιογενής⫸ - Σοφίας Θεοδοσιάδη.
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,


7 Σεπτεμβρίου 2021

⫷ έστρεψα στην Ανατολή το πρόσωπό μου⫸


 
 
 
 Έστρεψα στην Ανατολή το πρόσωπό μου
κι ευθύς στην πλήρην έκστασιν των ομματιών
εξετυλίχθη ένα θάμα...
κι οι άπληστες αισθήσεις μου
μετέπλασαν τις νόρμες των πραγμάτων..
 ήταν που οι θερμές αχτίνες την αλήθεια μου φωτίσαν αναπάντεχα
εκείνην που τα μάτια μου επιθυμούσαν χρόνους διακαώς να δούνε την πραγμάτωση 
στον κόσμο τον ιδεατό..
που ταχτοποιημένα τα 'χει όλα..
μακράν της καθημερινότητας 
μακράν του εφιαλτικού σκαιώδους χρώματος..
μακράν του απλέρωτου του κάματου των εργατών
εις τα αφώτιστα λαγούμια πεινασμένων..
Και την Ανατολή μου έβαψα ροδόχροην
να ομοιάζει στην φερέλπιδα ψυχή μου
κι ύστερα πήρα αγκαλιά τον ήλιο μου
να μου φωτίζει τα κελάρια μου τα σκοτεινά
εκεί όπου μαυρίλα κλώθεται και γνέθεται
για να ζεσταίνει την τραυλίζουσα ψυχή μου..
 
⫷ έστρεψα στην Ανατολή το πρόσωπό μου⫸ - Σοφίας Θεοδοσιάδη 
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,