ετρύπωνες στην κάμαρη κι ετρύγαες χυμούς
γυμνή κυλιόμουνα στις στράτες σου του έρωτα
ξυπόλητη ελούζομουν τους κεραυνούς
σε μονοπάτια άγνωρα πορεύομουν των ηδονών
λησμονημένοι τώρα οι καιροί παραμονεύουν..
ρουφώντας τον αγέρα της σκληρής μου μοναξιάς
μες στην ψυχή σκιρτά τις νύχτες το εκρεμμές
ερώτων στράτες είναι που με κυβερνούν
για τάχατες η παντοτινή..σημαδεμένη σου αγάπη?
Εις τις βρεμμένες στράτες π' εδιαβήκαμε
κλεισμένα στέκουν τα παραθυρόφυλλα
απόμεινε ο τοίχος μας φτωχός
κι εγώ επιμένω ζωγραφίζω ακόμα γιασεμιά
κι ένα σου γράμμα τελευταίο που δεν έρχεται
μάτια θολά απ' τις στάλες της βροχής
κρατούν υγρό το ρίγος του κορμιού μου..
ανάβουνε τους φάρους οριζόντων μακρινών
κρατούν εικόνες απ' τη θάλασσα που με κολύμπησες
κρατούν εσένα που μ' αγάπησες
νιώθω το στήθος μου να σπάζει απ' το φευγιό σου.
⫷ ερώτων στράτες ⫸ - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,