10 Νοεμβρίου 2019

⫷ η νοσταλγία της μέθης⫸




Παράξενα κυλά τούτο το σούρουπο..

τρελλό κρυφτούλι παίζουνε τα συναισθήματά μου..
τρέχουνε να κρυφτούνε στην παλέτα της καρδιάς
μην και τα μαρτυρήσει η βροχή..
μη και μουσκέψει το όνειρο..
και ξαφνικά βρεθώ στο ανήλιαγο 
το σκοτεινό μου υπόγειο...
Φθινόπωρο υγρό και βροχερό και ομιχλώδες..
Φθινόπωρο ρομαντικό για ''τους'' 
που παραδίνονται στη μέθη του τοπίου..  
Απλώνω πα στο τζάμι μου τα δάχτυλα..
σταγόνες ευτυχίας να αγγίξω..
μα το τραβώ δισταχτικά..
μην και το σβήσω το όνειρο..
που εφανερώθηκε στις στάλες..
Κυλούνε γρήγορα οι σταγόνες της βροχής..
γίνονται γρήγορα ρυάκια του νερού 
και παρασύρουνε τα λάγνα όνειρά μας...
Στο παραθύρι φτάνω ως της μάνας μου
ανοίγω το λικέρ από τα κράνα της
που εμαζέψαν τα χεράκια τα χρυσά..
στους πρόποδες του κάμπου της Ροδόπης..
 
Γλυκό το μείγμα της με το κονιάκ
 η χημεία μετρημένη..μαγική...
ελιάσθηκε ..επρόκανε..έβγαλε τα αρώματα
εμέθυσε το όνειρο..
ρουφώ νοσταλγικά τη μέθη του ονείρου μου..
ρουφώ νοσταλγικά τη μέθη των ερώτων μου
καθώς...............
σταλάζουνε οι μυρωδιές του στα χειρόγραφα
στάμπες βαθειές..γαρύφαλλα..κανέλλα
μουσκεμένα....
να το ζαλίσω..να το ξεγελάσω προσπαθώ
να μείνει άβρεχτο ετούτη τη βραδιά..
σ' ενα ποτήρι του Μουράνο κολωνάτο μοναχά
φερμένο απ' τα χρόνια τα μαθητικά
από της Βενετιάς τα μέρη
κρατώ στα ύψη την καρδιά..
ρουφώ αχόρταγα τη γεύση του λικέρ
η νοσταλγία της μέθης του
τα σωθικά μου να μεθάει...

⫷ η νοσταλγία της μέθης⫸ - Δοκίμιον Λυρικόν
 Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

9 Νοεμβρίου 2019

''ΓΛΥΚΕΙΑ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ''

Μια τάξη μου στο 48 σχολειό της Πάτρας..
« Όλα ήταν όμορφα τα πρωινά
ωραία μα επίπονα..ψυχή να καταθέτεις
να ντύνεσαι εμψυχωτής
το χρόνο να αλέθεις στο μεγάλωμα
καινούριο..φρέσκο ρούχο γνώσης να φοράς
στης τάξης..στου σχολειού σου την παρέα..
Πόσο με μάγευαν τα μάτια των μικρών παιδιών
χάδι η ματιά τους πουπουλένια...
είχαν γραμμένη την αλήθεια της ζωής 
την εξερεύνηση της ίδιας της ζωής μου..
Δεν ήμουν από τζάκι και γενιά εκπαιδευτικών
δεν είχαμε παράδοση στην οικογένεια δασκάλων..
μα εμένα μου εφυτεύτηκε μες στο μυαλό
και το 'λεγα καθημερνά..''αυτό θέλω να γίνω''..
Το θεωρούσα άκρως γοητευτικόν
να μιλάω στα παιδιά και στους ανθρώπους..
να γεύομαι τη μοιρασιά..
αντίδωρο ψυχής για να μοιράζω..
Από μικρή με εγοήτευε
εκεί στο Τούμπι του μικρού μου του χωριού
με το φουστάνι μου το βιολετί
με τα μικρά ανθάκια
εμάζευα και τα παιδιά της γειτονιάς
κι έκανα την κυρία Ευτυχία μου
την πρώτη μου δασκάλα..
Πολύ μου άρεσε η ποίηση
εδιάβαζα και Ρίτσο
έδιωχνα και το πούσι από τα μάτια μου
και μ' οδηγούσε το καραβοφάναρο 
οι αντέννες του σπουδαίου Καββαδία..
Κι ύστερα ετραγούδαγα στιχάκια 
του ''αμάραντου'' και τα 'καμα εικόνες
πάθος με εγεμίζανε και τα ερωτικά
παράδοσης τραγούδια
''κόκκινα χείλη φίλησα''
γεννάγανε το πάθος..στα μάγουλα νεάνιδος 
ανάβανε τη φλόγα..
Με τούτα και με κείνα παραμάσχαλα
με τον μικρό κονδυλοφόρο μου
εγίνηκα δασκάλα..
κι ας λέγαν οι δασκάλοι μου
πως οι μονάδες που εκουβάλαγα 
ήταν για τα μεγάλα..
Διόλου κι αν δεν με ένοιαζε
που στο χρηματιστήριο του πλούτου τους
είχα μικρό το μπόι
μα στο χρηματιστήριο του χρυσού
σαράντα  τα καράτια μου
αμετανόητης δασκάλας....
Συμπαθάτε με για το σημερινό περιαυτολόγημα
ίσως η γλυκειά μου περιπέτεια 
μες στα λιβαδια της παιδείας της καλής
έχει να πει κάτι στον καθέναν από σας
 σε όποιο μετερίζι πολεμάει.. 
Ήταν..είναι το πάθος 
που ξεχωρίζει άνθρωπο από άνθρωπο..
η φλόγα που του καίει τα σωθικά
φωτιές στα μάτια τους ν' ανάβει..
Παρακαλώ ανεχτείτε με.........
πάντα υπάρχει η αφορμή και πάντα η αιτία
τον εαυτό μου να καθίζω στο σκαμνί
το λόγο υπάρξεώς μου να γυρεύω ».

''ΓΛΥΚΕΙΑ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,


8 Νοεμβρίου 2019

''Καρφιά που επέσανε από Σταυρούς''

art : Hind N.
Στους δρόμους πάντα κείτονται..
οι κρότοι των..
οι ένοχες αλήθειες..
καρφιά που επέσανε από σταυρούς
σε πληγωμένων χέρια..
λεφούσι οι αδικημένοι της..
της γης οι εσταυρωμένοι
σου δείχνουνε το δρόμο τους..
μη φοβηθείς και κράταε το νήμα τους
το δρόμο μη λαθέψεις..
μάζεψε..δέσε τα καρφιά
στ' ανάμεσα και στα κενά απ' τη σκουριά
γαρύφαλλα να βρεις και να στολίσεις..
των πονεμένων τρυπημένη η καρδιά
μοσχοβολιά γυρεύει..
Ρίξ' τα καρφιά στη θάλασσα
..να γίνουν σημαδούρες
ν' αναστηθούν οι θαλασσόπνιχτοι
βγάλε απ' τον ήλιο τα καρφιά
ψηλά να τον σηκώσεις
να λιάσει τα γυμνά κορμιά
την μήνιν σου..την έκρηξη 
δικαίωση γυρεύουν...

''Καρφιά που επέσανε από Σταυρούς'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη.
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

6 Νοεμβρίου 2019

''ΜΥΡΟ ΜΕ ΤΑ ΣΑΡΑΝΤΑ ΑΡΩΜΑΤΑ''



Μέσα στις πικραλίδες..στ’ αγριοτρίφυλλα

στα μοσχοκάρφια και στον άνηθο
στη μαντζουράνα..στον αμάραθο της μάνας μου
στο δεντρολίβανο και τα βασιλικά..
αναμεσίς στις πιπεριές..για να μοσχοβολούνε
χωνάκια νυχτολούλουδα..
βιολέτες ..διοσμαρίνια..αρμπαρόριζες
αγιόκλημα..αγράμπελη..σκαρφαλωμένο γιασεμί
μεθυστικές λεβάντες...
ένας μικρός βοτανικός..τα μύρα τα πολύπλαγκτα..
ο κήπος μου..
των παιδικών μου χρόνων....
Κρυφά εις το ξημέρωμα..έμπαινα να κλαδέψω..
είναι οι στιγμές που ήθελα
το χέρι σου να κράταγα..να το γλυκοφιλήσω
που εφύτευε αδιάκοπα..
τις μυρουδιές που ελάγιαζαν
του νου μου τα περβόλια..
Ήρθε νεροποντή κι εσάρωσε 
τον κήπο το βοτανικό
μα οι μυρουδιές εμείνανε 
στα πλούτια της ψυχής μου...
Είναι ο Παρθενώνας μου..παλίμψηστος
στου χάους μου της πόλης..
επιστροφής προσκύνημα τολμώ
στο μύρο μου με τα σαράντα αρώματα..
διώχνει το πανδαιμόνιο..εγγίζειν την 
ραντίζει την ψυχή μου...

''ΜΥΡΟ ΜΕ ΤΑ ΣΑΡΑΝΤΑ ΑΡΩΜΑΤΑ'' - Σοφία Θεοδοσιάδη.. 
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

'' Μνήμης μου Θυμιάματα''



Αλαφροπερπατούνε οι νεκροί..
στον ύπνο μας τα βράδια..
θυμίαμα της μνήμης μας ζητούν..
λένε ζητούνε λιβανίσματα..
να περπατήσει η ψυχή στους ουρανούς..
ανάτασης ταξίδι να γευτούνε..
μα εγώ όλα τούτα αψηφώ..
στις εκκλησιές δεν τρέχω για μνημόσυνα
τα λιβανίσματα του είδους..δεν κατέχω..

τυλίγω στα σεντόνια μου την πεθυμιά..
το άρωμα δυο κόκκων λιβανιού..
κάθε που η μνήμη σιγοκαίει.
στο καντηλέρι το μικρό..
στο μέρος της ψυχής μου..
να σε μοσχοβολήσω..να ξορκίσω το κακό..του χάροντα την απονιά..
με της απάνω της ζωής να ανταλλάξω..
Στου σκοταδιού της νύχτας ρέω στις σκιές.. τα χνάρια παίρνω αγκαλιά..ζω το εμείς στο μόνος..δε νέκρωσες στα μέσα μου..ήμουν μικρό κλαρί εγώ
κι εσύ ήσουν το δεντρί μου..
όσα τα χρόνια που εχάθηκες..
τόσα και σε θυμούμαι..

Μη φοβηθείς αθέατό μου εκρεμμές
των χρόνων μου πυξίδα..
δε λάλησαν ακόμα οι πετεινοί..
μείνε ως το φέγγος της αυγής..
στάξε το μέλι στου πρωινού..
της ψευδαισθήσεως..τ' αντάμωμα
πόθησα να γευτώ.......


'' Μνήμης μου Θυμιάματα'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη

,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

5 Νοεμβρίου 2019

''Ό,τι αγαπάω το κεντώ''



Ό,τι αγαπάω το κεντώ

με τον κονδυλοφόρο μου στις λέξεις..
τις συμπληγάδες της ζωής  που περπατώ
ξορκίζω στα υφάδια μου
μες στον παλιό μου αργαλειό
στημόνια ακριβά μου τα υφαίνω
και σε μαξιλαράκια τα κεντώ
ζεστά η αγάπη να χαϊδεύει τες
τις πλάτες λατρεμένων..
Άλλοι με λεν' ρομαντική
και άλλοι λεν' παλιομοδίτισσα πως είμαι
μα εγώ αθόρυβα και σιγανά σας προσκαλώ
ρομαντικοί όλου του κόσμου ενωθείτε..
κοιτώντας το φεγγάρι εις τον ουρανό
μετρήσετε τ' αστέρια
κάθε ένα άστρο μια ψυχή..από ψηλά μας γνέφει
συνοδοιπόροι μας κρυφοί
άλλο φωτίζει την καρδιά
κι άλλο το νου μας τρέφει.. 
Ελκύομαι..ηττώμαι απ' το φεγγάρι μου
κρυφτούλι παίζει με τα σύννεφα
στον κήπο της ψυχής μου..
κεντάει την αγάπη σταυροβελονιά
τρυπούν τα χέρια μου στο φέγγος του οι βελονιές
στης απουσίας σου ματώνουνε
σταλάζουν αίμα πεταχτά
στου τελάρου..στο κεντίδι το λευκό μου...

''Ό,τι αγαπάω το κεντώ'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη..
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

3 Νοεμβρίου 2019

''ΜΙΚΡΟ ΜΟΥ ΠΡΟΣΦΥΓΑΚΙ''.

Ζωγράφος : Μαρία Γιαννακάκη - Πρόσφυγες- Mare Monstrum
Φουντώνει η οργή η ταξική..καθώς
ξεβράστηκες στ' αζήτητα..
ήρθες κατάφατσα με τη μιζέρια τους..
μικρό μου προσφυγάκι..
το πέρασμα προς την ελευθερία σου..
ήταν παγίδα αυτοεγκλωβισμού..
στις ταξικές τους κοινωνίες..

την έννοια της ελευθερίας σου
δεν εδιδάχθηκες ως έπρεπε..  
στα ελλειπή σχολειά σου...
μα εφύτρωνε μονάχη της..
στα σπάργανα του νου σου..εντός..
φτερά εκόλλαγε τα βράδια σου στα όνειρα..
μες στον ερειπωμένο κόσμο σου.
οι λέξεις πια πενθούσαν..
η ύστατη ελπίδα σου αναζήτηση..
μα ανθός δεν φύεται σε εδάφη σκιερά..
Κάθεσαι εκεί στην άκρια σκεφτικό..
αναλογίζεσαι ποιό είναι το καλύτερο..
να ζεις ελέυθερο στον μίζερο τον τόπο σου..
ή αλυσίδες νοερά να τις φοράς..  
της καταφρόνιας θύμα τους..  
το ''δαχτυλοδειχτούμενο''..το παρακατιανό..
''των''..που μοιράζουνε τον κόσμο...  
για ειρήνη πάντοτε μιλούν εις τα συνέδρια..  
να κρύψουν τη ντροπή και τις ''πομπές'' τους.
Θλιμμένο μου αλάνι..σκυθρωπό..
 αφιόνι ποτισμένο αναζήτησης.. 
 πάντα οι ανθρώποι από ανέκαθεν
 ''πατώντας'' προχωρούσαν... 

''ΜΙΚΡΟ ΜΟΥ ΠΡΟΣΦΥΓΑΚΙ'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

 ΟΤΑΝ Η ΤΕΧΝΗ!!!



 Η έκθεση «Μare Μonstrum» ετελέσθη υπό την αιγίδα της Υπάτης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR) στην αίθουσα τέχνης Σκουφά (Σκουφά 4, Κολωνάκι).
 




Ο ζωγράφος είναι ευαίσθητος στα μηνύματα των καιρών και αυτή η μάζα ανθρώπων που από τις αρχές του περασμένου καλοκαιριού ήταν έρμαιο της θάλασσάς μας λειτουργούσε ως κλοιός που έσφιγγε κάθε μέρα τα σωθικά της Μαρίας Γιαννακάκη. Και η έκθεση «Mare Nostrum» είναι η λύτρωση: «Μια απόπειρα να εκφράσω ζωγραφικά αυτό που ένιωσα και συνεχίζω να νιώθω από τα κύματα των προσφύγων. Και καθώς η μεταφορά στο τελάρο τέτοιων δραματικών καταστάσεων είναι δύσκολη ως και επικίνδυνη, εγώ ανέλαβα το ρίσκο να το κάνω».

Οσο επιδεινωνόταν η κατάσταση, τόσο πιο επώδυνη γινόταν και η ζωγραφική της δημιουργού: «Η πρόθεσή μου ήταν να πάω πέρα από την εικόνα των γεγονότων και να φτάσω στην εικόνα των δικών μου συναισθημάτων». Και τα συναισθήματα της Μαρίας Γιαννακάκη την καθοδήγησαν σε ένα μπλέξιμο των μορφών των προσφύγων που ταξιδεύουν με έναν μορφασμό κόπου, αγωνίας, απόγνωσης αλλά και ελπίδας, στη θάλασσα, με τη Σχεδία της Μέδουσας του Τεοντόρ Ζερικό που η ζωγράφος είχε δει στο μουσείο του Λούβρου και είχε εντυπωθεί στον νου της. Ο μνημειώδης πίνακας που προκάλεσε το 1819 ισχυρούς κραδασμούς για τον μοντερνισμό του και τους πολιτικούς υπαινιγμούς του, λειτούργησε ως οδηγός για τη Μαρία Γιαννακάκη, για να αποδώσει με τον δικό της τρόπο την κορύφωση της απόγνωσης των ναυαγών.