7 Δεκεμβρίου 2020

''της μάγισσας το χνάρι''

Αrthur Hughes, Η μάγισσα. 1874. Ιδιωτική Συλλογή

Στη σύντομη πορεία μου επάνω εις τη Γης
της μάγισσας τη χάρη ελαχτάρησα να τυλιχτώ
και τυλιγμένη στον αόρατο ιστό..
το χνάρι της ν' ακολουθώ..μ' ένα άγγιγμα
με φίλτρα κι ελιξήρια..με το ραβδί το μαγικό
να εγένναγα γλυκύλαλα πουλιά
να γέμιζα αηδόνια τα στενά
της Άνοιξης να μοιάζανε τ' αηδόνια
σ' αυτούς τους δύσκολους για ''πρίγκηπες'' καιρούς 
και ποιητάδες και γραμματικούς 
που εσώπασαν τις νύχτες..
το δίκαιο της νεολαίας να ψαλμωδούν
το μέλλον..τα μελλούμενα να τραγουδούν..
τη σκοτεινιά να διώχνουν..
στην ερημία των αλλότριων καιρών
τα χρυσαφένια μου να άπλωνα φτερά
πάνω από πόλεις ..στα μικρά χωριά..
πάνω από γκρίζους ουρανούς
να κλέβουν χρώμα απ' το μαβί του δειλινού
στους κήπους να κατέβαινα
που 'ναι κρυμμένοι εις το πίσω μέρος της ψυχής
των ευσεβών μου πόθων...
ισότης να υπάρχει στη ζωή και εις τον θάνατον
καθώς οι πένητες αποθνήσκουν κάθε ημέρα.
 
''της μάγισσας το χνάρι'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη.
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

 

4 Δεκεμβρίου 2020

''στους κήπους των ανθέων''

φωτο : από το διαδίκτυο
 Στον ύπνο μου ευρέθηκα σε μία χώρα ξωτικιά
στους κήπους των ανθέων σεργιανούσα
ετάχυνα τις ορθοπεταλιές..εδιάβηκα
κάτω από παραθύρια με τα γιασεμιά
τις κόρες τις παρθένες εχαιρέτησα
εσκόνταψα σ' ανθέων κήπους ακριβούς
πάνω στα χρώματα εκείνα τα μενεξεδιά
πήρα πινέλλα και καμβά..και αποτύπωσα
το χρώμα εκείνο που έβαψε το φόρεμα.
που θύμιζε αγάπη..έτσι να το 'χω φυλαχτό..
στον τοίχο κρεμασμένο εις το μέρος της καρδιάς..
τις νύχτες τις μοναχικές τις μελιχρές 
να σεργιανώ τον στολισμένο τοίχο..
μα το αποφάσισα αργά -αργά και βασανιστικά
πως δε θα μείνω εδώ.......
θ' ανηφορίσω στα ερημοκλήσια να βρεθώ
εκεί..ανάμεσα απ' τ' αγριολούλουδα
τις κυκλαμιές..τα σπάρτα..τους αγάπανθους
το τίλιο και το δίκταμο..εκεί θε να βρεθώ
ετούτος είναι ο κήπος μου που λαχταράει η ψυχή
ο κήπος που αγάπαγες κι εσύ..
της φύσης φίτρο μου ακριβό ..
κι όταν στο έρμο φτωχικό τα βράδια θα επιστρέφω
να λειάνουνε η πίκρα κι οι καημοί
σαν σκύβω απ' το παραθύρι και κοιτώ 
το νοτισμένο χώμα..εκείνο που εσκέπασε
την άνθινη ομορφιά σου 
και μες στην ησυχία την αυγινή
τον άνεμο γλυκά να τον παρακαλώ
να φέρνει ως την κάμαρα τα λόγια σου τ' αμίλητα
κείνα τα λόγια σου εις τον Άδη τα σβησμένα.
 Ίσως ποτέ να μην υπήρξε μεγαλύτερος καημός
 απ' τα ονείρατα που την αυγή τελειώνουν.
  
''στους κήπους των ανθέων'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,
 


 

3 Δεκεμβρίου 2020

''μιας ουτοπίας το δεντρί''

Μιας ουτοπίας το δεντρί
στον ίσκιο του για χρόνους με ισκιάζει
φαντάζει μυριοστόλιστο..
την πλάνην..την σαγήνην του
απλόχερα μου τάζει.

Χρόνους προσμένω κάτω από τον ίσκιο του
χάνω τα λόγια μου..
της προσμονής τις σκέψεις συναντώ
κάτω απ'  τα στολισμένα του κλαδιά
λαμπιόνια κι αγγελάκια με μαγεύουν.

Η γέννα αυτή που καρτερώ
δε μοιάζει με τις άλλες
με νότες και με μελωδιές
μαγευτικά στη σκάλα για τους ουρανούς
παιδιόθεν μ' ανεβάζει...

Της προσμονής οι αναλαμπές
τρανότερες από το φως
που οι φανοστάτες της ζωής
την  σκληρήν πραγματικότη μου τρατάρουν
μα εγώ στρέφω το βλέμμα αψηλά..
το αστέρι ψάχνω ανάμεσα απ' τις φυλλωσιές ..
της Βηθλεέμ..
 
της ουτοπίας μου το δεντρί
κάθε που πιάνει ένας Δεκέμβρης παγερός
στο διψασμένο κήπο της ψυχής
σε μια γωνιά και του σπιτιού μου το ανασταίνω..
 

''μιας ουτοπίας το δεντρί'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

1 Δεκεμβρίου 2020

'' πέπλο από χιόνι''

Όλο και βράδιαζε..χωρίς αστέρια
οι ταξιδιώτες χάνονταν στο βάθος
αλύχταγαν και τα σκυλιά
κολλούσε η θύελλα στο τζάμι..
το κλάμα το λυπητερό μιας κουκουβάγιας
χαρακωτά..έσκιζε τη σιωπή
απάνω εις της κόρης του σπιτιού την καμινάδα..
εσκιάχτηκε.. αμήχανη εβγήκε εις το δρόμο
στης θύμησης τα λόγια και της νόνας της
σημαδιακό το λάλημα..ο φόβος την κυρίεψε
τάχατες άραγε δυσοίωνο χαμπέρι να της φέρνει?
μεγάλη ολισθηρότης γύρω της
ολισθηρότης και στα μέσα της
ολισθηρότης και στους δρόμους
άπλωσε την παλάμη..τα λευκά της χαϊδεψε μαλλιά
στης αυταπάτης του ψευδούς κατόπτρου της
απλώνονταν η αθωότης στο λευκό..
πόσο εμοιάζαν στης μυριόκαλλης
πάλαι ποτέ της κόμης
απλώνονταν οι ιδέες στο χιονιά ..
ελιώνανε για μιας στιγμής το μαύρο
εγένναγαν άστρα λευκά
για μια στιγμή..ευλογημένη η στιγμή
σάμπως χαρές και λύπες μιας στιγμής
δεν είναι δανεικές μα καρπωμένες?
 
Η κόρη εφόρεσε ένα πέπλο από χιόνι εις την κεφαλή
μία νιφάδα έσταξε στις παγωμένες παρειές
εδάκρυσε με την αφόρητη λευκότητα
που αρνιόταν να στρωθεί μες στη ζωή
κι όλο εβάφονταν οι νιφάδες του χιονιού
με χρώμα κόκκινο σαν αίμα..
επροσευχήθηκε εις τα κρυφά εις τον φιλόκαλο Θεό
να στείλει έναν πέπλο αδιάβροχα λευκό
για να σκεπάσει τα στρωμένα τα ελεήμονα τραπέζια του
να μην παγώσει και του πεινασμένου το ψωμί
σταυροκοπώντας πα στο παγωμένο στήθος της
φορώντας πέπλο από χιόνι νύφης έμοιαζε
τις παραλείψεις της ..τα λάθη..τις χαρές
εσκέπασε..κι εχάθη η κόρη στο σκοτάδι.
 
'' πέπλο από χιόνι'' - Δοκίμιον Λυρικόν
Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

30 Νοεμβρίου 2020

''γίνε ο λύχνος''

Ζωγράφος : Λιούμπεν Πασκούλσκι

Κι αν δεν μπορείς λάμπα θυέλλης στη ζωή για να γενείς.. γίνε ένας λύχνος ταπεινός..
του έρποντος του πλήθους τα σκοτάδια να φωτίζεις..
λάδι να 'ναι  η αγάπη σου στο καντηλέρι τους..
όσων βρεθήκαν σε υπονόμους στα θολά νερά..
να τους ξεπλένεις..
ρούχο που μυρίζει γιασεμί να τους φορείς..
να τα φωτίζεις τα κατώγια τους..
μη γίνεσαι ο δικαστής..κι αν χρειαστεί
τις δέκα εντολές να παραβαίνεις..
τις αντοχές τ' ανθρώπου να μετράς..
χωρίς συγκριτικά η καταγραφή των
έδωσες όρκο..στους Θεούς..στους ποιητές και στα παιδιά..
εις την παραμυθία αφέθηκες μεθυστικά 
στου λυχναριού του Αλλαντίν..ονειρευάμενη..
στο σμίλεμα αφέθηκες..
ως φως να γίνεις και να μοιάζεις
μην λησμονείς του ονείρου τα μηνύματα
τον κόσμο να αφήσεις φωτεινότερο
όταν στους ουρανούς μεταναστεύσεις.
κι όταν νυχτώνει στα λιβάδια και στις ακροποταμιές
αλαφροϊσκιωτα να περπατείς
άνθρωπος είσαι..και αν δεν έχεις τη μορφή
ιεραπόστολου και μύστη..έχεις καρδιά
χτυπάει γρήγορα..και άλλοτες λυγά..
γι αυτό σου λέω πάρε το μήνυμα..
κάτω απ' το πανωφόρι σου μονάχα για τα σε
το λύχνο σου μην κρύβεις
 
στα έρημα καλύβια ν'ατενίζεις τη ματιά
ανέβα ως την τελευταία κορφή
μην μένουνε στα σκοτεινά οι ανηλεείς
να 'χει ένα σκοπό στα χέρια σου κι ο λύχνος..
 
''γίνε ο λύχνος'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη

...................................................................................................................................................................

26 Νοεμβρίου 2020

''αλλότριοι δρόμοι''

φωτο : από το διαδίκτυο
Η πόλη έρημη αναπαύεται
θαρρείς κι επλάγιασε η ζωή
στου φόβου το λημέρι
μέρες που στάζουν ερημία αλλόκοτη
αλλότριοι δρόμοι..βαλσαμωμένοι άνθρωποι 
απόμειναν γυμνές οι γειτονιές 
δε βγαίνει το κορίτσι απ' το πορτόθυρο
σαπούνι πασχαλιάς στο διάβα της το βιαστικό 
έπαψε η γειτονιά να μας μοσχομυρίζει
σκιες ιχνές των ζωντανών εσώκλειστες καραδοκούν
μα εμέ ..ετούτη η σιωπή η άγνωρη 
μ' αφήνει να διαβαίνω αγιάτρευτα ρομαντική
με το σακί των αναστεναγμών στον ώμο τον κυρτό
να γοργοπερπατώ μες στα σοκάκια τα στενά
καθώς το αλλότριον πλήθος έρπει..
φυσάει στο πρόσωπό μου βοριαδάκι απαλό
όμοιο στο χνούδι μάνας είν' το δροσολόγημα
κι ένα γραμμόφωνο στην ώρα τη μενεξεδιά
την ώρα που το δείλι ακουμπά
στη γκρίζα του ορίζοντα γραμμή
μήνυμα στέλνει απ' τα παραθύρια τα κλειστά
αγνοεί ληστές..το θάνατο..τα προσπερνά
π' αλώσανε την πόλη αόρατα
εθάψανε το φίτρο της ζωής..
κρύβουν σοφία όσο να πεις
της φύσης τα τερτίπια
βάζουν σε τάξη υπερφίαλους..μεγαλομανείς
που αιωνιότητα καμώνονταν
δεν είν' δικό τους το βασίλειο πια
όλων η ζωή ανεξέλεγκτα τελειώνει με λυγμό.
Οι σκέψεις μου υπέρβαση ζητούν
εις το ζενίθ να φτάσω την ποιότητα της φύσης μου
διδασκόμενος αεί των αλλοτρίων δρόμων.
 
''αλλότριοι δρόμοι'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

25 Νοεμβρίου 2020

'' κοίτα να δεις τι θέμα μου 'βαλες Θεέ! ''



 
Κάθε που ροδοστάζει το ξημέρωμα
σημαδεμένη τη σελίδα άγραφη 
μου στέλνει ο Θεός μου
το θέμα το διαλέγει αόρατα από πριν
μόνη να τ' αναλύσω με καλεί
να μ' αφουγκράζεται κι εκείνος να σωπαίνει
ξοδεύω τη ζωή μου αναζητώντας τον
στις τεθλασμένες του μυαλού  τον συναντάω
μα δεν τα καταφέρνω  να ακούσω τη φωνή..
ψυχές μου φόρτωσε να κουβαλώ
ανάσες κι αναστεναγμούς
ο γητευτής να γίνομαι το γιατρικό
αφ' εαυτού κι αγαπημένων..
ένα σενάριο σκαρφίζομαι όταν στενεύει η ψυχή
κρυμμένη η τραγωδία στο σατυρικόν
τολμάει χρώμα η σελίδα να γεμίσει
κρυμμένος μένει ο φόβος εις την άκρη των ματιών
κι η μοναξιά ατσαλάκωτη
στο λουλουδένιο το φουστάνι το μπερδευτικό
στης παραπλάνησης..στης φαρσοκωμωδίας
καθώς ο ψίθυρος πλανιέται εκκωφαντικός
Χοῦς εἶ καί εἰς χοῦν θα ἀπελεύσεις…
κοίτα να δεις τι θέμα μου 'βαλες Θεέ
να τον φιλοτεχνήσω μοναχή μου της ψυχής μου τον καμβά
μελάνι ν' αγοράσω απ' τους ροδανθούς
και ορατά..εσένα τον ανεύρετο να σε φιλοτεχνήσω..
 
 
''κοίτα να δεις τι θέμα μου 'βαλες Θεέ ! '' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,