22 Μαρτίου 2022

⫷ρόδον της μοίρας μυθικόν⫸


Ζωγράφος: Achille Beltrame

 
 Γλυκά φυσάει ο χρόνος τη φλογέρα του
σε λίκνισμα ανελέητον καλείται η ανθρωπότης
κι εσύ αλάνι ατίθασο που αρνήθηκε την γήρανσιν
δεν τράνεψε στων χρόνων τους καιρούς
ψάχνεις στους ανθισμένους τους γκρεμνούς
το ρόδον το άγριον το τριανταφυλλί
στα αγκάθια του ματώνεις..
ελκυστικόν το χρώμα του σαν έρως ξαφνικός
στους ανθισμένους τους γκρεμνούς 
θάμα το ρόδον το άγριον το μυθικόν 
διψούσε να φανερωθεί..διψούσε να ανθίσει
κεί που οι ρυθμικοί βηματισμοί
εναγκαλίζονταν αρχέγονες μορφές στης νιότης των το χνούδι.
Η αναρρίχησις άθλος ψυχής
στην ανεμόσκαλα του χρόνου
είν' αλητήριος ο χρόνος και μπαμπέσικα χτυπά
στοχεύει ήχους βέλος στις καρδιές
κλαίει ο Ινδιάνος με πνευστά
κι ό Έλληνας τα περασμένα τραγουδά
με του τσοπάνη τη φλογέρα........
καρφώνονται οι ήχοι στα βουνά
ζητούν στα βήματα σοφά να λικνιστούμε..κι εσύ
απ' το πρωί ψάχνεις στον κήπο του Θεού
μες στα λιθάρια και στις ρεματιές
να έβρεις ένα ρόδο άγριο τριανταφυλλί
ασχημονούνε οι σκιές στο περιβόλι της ζωής
και σε λυγάνε..
  ρόδον της μοίρας μυθικόν
σηματωρός για το κυνήγι  σου στου ιδανικού τη στράτα.
Κι έτσι καθώς βραδιάζει έξω απ' της πολιτείας τη λοιμική
κελαρισμόν ποιείσαι  σαν αηδόνι της αυγής
της ομορφιάς την ήττα αρνείσαι να δεχτείς
τον λυρικό σου ψάχνεις τον κρυμμένο σου εαυτό
αυτά που δεν επαίρονται ορκίστηκες να τραγουδείς
κι ύστερα κάμνεις τόπον εις τα  θάματα
εις το λυσιμελές στο άγριο τριανταφυλλί
που χρόνους ταξιδεύεις στην ψυχή σου.


⫷  ρόδον της μοίρας μυθικόν ⫸ - Σοφίας Θεοδοσιάδη

,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,


⫷ρόδον της μοίρας γύρευε μιας Άνοιξης στο ροζ⫸ - σονέτον

 

 

Ο μυρωμένος κήπος σ' εγκατάλειψιν
τον χαλεπόν ετούτον τον καιρόν ασάλευτος
αρνείται της ανθίσεως ευδόκιμων απαντοχών
μα η ανάγκη εύθραυστη την έρημίαν της ψυχής της κυριεύει.

Αδημονεί..φέρνει απ' τα βάθη τα μακρά
γνώριμες ευωδίες,άλικου ρόδου..μέντας,κιτρολέμονου
δυόσμου λεμονοθύμαρου,σγουρού βασιλικού
σβήνουν τα ίχνη του θυμού με μιας οι ευωδίες.

Βρίσκει το μπούστο ανοιχτόν της κορασιάς
σκύβει σ' έναν γλυκύ νοσταλγικό ασπασμόν
στην μέθην μίας Άνοιξης αλλοτινής..ασελγώντας την ριγάει.


Μες στην οδύνη των καιρών η αγωνία λεπτή κλωστή
μη χάσει απ' το λίγο το πολύ...μη στερηθεί
ρόδον της μοίρας που εγύρευε μιας Άνοιξης στο ροζ.


⫷ ρόδον της μοίρας γύρευε μιας Άνοιξης στο ροζ⫸

 -  σονέτον - Σοφίας Θεοδοσιάδη

,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

21 Μαρτίου 2022

⫷τα δυό δεντριά του γένους μου⫸

Rafal Olbinski


Τα δυό δεντριά του γένους μου

εκείνα που με φύτρωσαν
καρπούς κουβάλαγαν στους κλώνους τους
γυναίκες της αφοσίωσης
και άντρες της θυσίας..
κείνα τα ηλιοφανή μου τα δεντριά
στα μέσα μου βαθειά εφυτέψανε
των οριζόντων μου τις οριογραμμές
το ύφος της ζωής μου.


Το alter ego μου με κυνηγά
ερήμην μου με παίρνει στο κατόπι
πότε με βγάζει στης εφηβείας τα ορμητικά νερά
με την σοφίαν της κλεψύδρας άλλοτε
στης ενηλικίωσης στα φουσκωμένα μου ποτάμια.

Το έρεβος του θανάτου ανελέητον
η μακροζωία των ονείρων λιγοστεύει
τρέχω για να προφτάσω
οι περιπέτειες αλλόκοτες..οδυνηρές
και οι χαρές του κόσμου λιγοστές
τα δυό δεντριά του γένους μου που έπεσαν
γινήκαν λίπασμα και καρτερούν
παραφυάδα να γεννώ στο χρόνο να αντέξω.

⫷ τα δυό δεντριά του γένους μου⫸ - Σοφίας Θεοδοσιάδη

,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

20 Μαρτίου 2022

⫷του άνω θρώσκειν τ' ανεκτίμητα⫸

Μυστήριο άλυτο..κρυμμένο σε καταπακτή
το πως αποκαλύπτεται
εις την ψυχήν του κάθε ανθρώπου ο Θεός..
εκείνο που γνωρίζουμε
δεν είναι πλάνη της φαντασίας μας του νου
είναι πως νιώσαμε το άγγιγμα της χάρης Του
σε μια μικρή στιγμή..στιγμή που εγονατίζαμε
κι η άκρη των φτερών του μας επήρε στο ταξίδι Του
ουχί ταξίδι απελπισίας..οργής
ταξίδι ανατάσεως..πίστεως..προσμονής
Συχνά προς το ξημέρωμα..αναμεσίς στο γλυκοχάραμα
στο φέγγος της σελήνης και των άστρων
στην ανεμόσκαλα αναρριχάται η ψυχή
αναζητώντας το αναπάντητον
ζητά την ύψιστη αλήθεια της ν' αφουγκραστεί
γεννιέται ήλιος λαμπερός αχτιδωτό στεφάνι..
πόθος διακαής στην κεφαλήν
της νύχτας της το σκότος ν' απαρνιέται.
Ακολουθεί τον ήχο του νερού
ψηλώνει στο άκουσμα του αηδονιού
του άνω θρώσκειν τ' ανεκτίμητα επιζητεί
αγλαϊσμένη η ψυχή το βλέμμα του Θεού να ανταμώσει..
Τα σκιάχτρα πια δε την τρομάζουνε
δε βρίσκουν χώμα στο λιβάδι της καρδιάς .
Παράτολμα με τα σπασμένα της φτερά ακροβατεί..
στην ένγεια ζωή το διακύβευμα μεγάλο
κάποια μετάξινη κλωστή
τον όρκος της γερά κρατεί
τρανός σαν τάμα σ' εκκλησιά
το γόνυ εις το χώμα μην λασπώσει..

⫷ του άνω θρώσκειν τ' ανεκτίμητα⫸ - Σοφίας Θεοδοσιάδη

,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,


19 Μαρτίου 2022

⫷μέσα στο άγριο πορφυρό - σονέτο πολέμου⫸

                                                               


Παντού να καταστρέφονται τ' αχάλαστα τα κάστρα

μέσα στο άγριο πορφυρό..ματοβαμμένων κοσμοσυρροές
ως δροσουλίτες οι οπτασίες των ανθρώποι ποθαμένοι
δεν είν' αντικατοπτρισμός του πρωινού μηδέ οφθαλμαπάτη.

Φίλος μου ήταν παιδιόθεν η αλλαγή
και σύμμαχός μου οι αδιάσειστες αλήθειες
δε θα 'μαστε για πάντα οι χαμένοι των καιρών
καιρός..ας κάμωμεν τους κραταιούς μηδαμινούς.

 Όσοι την πλάνην τους δεν απαρνούνται στους καιρούς
γεμίζουνε στα ρήγματα το χώμα αιμάτινους σταυρούς
της Οικουμένης τον Σταυρόν οι ευλαβείς τον κουβαλούν.

Σ' απρόσβατου βουνού την κορυφή στο κάλεσμα σηματωροί
άνθρωποι απέλπιδες κι αν φοβισμένοι..εμείς οι κραταιοί
σε άτακτην ας τρέψωμεν φυγήν φατρίες βρυκολάκων.



⫷ μέσα στο άγριο πορφυρό -  σονέτο πολέμου⫸ - Σοφίας Θεοδοσιάδη 

,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

18 Μαρτίου 2022

⫷εν καταφύγιον αθέατον⫸

όρος Πεντελικόν - 18 / 3 /2022

 
 
Πάντα λοιπόν θα ψάχνουμε
έν' καταφύγιον αθέατον
στου βράχου στων πλευρών του στις σχισμάδες
να φέρνει ο αγέρας απ' τα βάθη του
τραγούδια αρμονισμένα.
Οι ώρες λιθάρια που κατρακυλούν
όλα είν' ένα όνειρο..όλα είναι μια πλάνη
σ' ένα τοπίο αφιλόξενο
όταν σε δέρνει ο σίφουνας
στις κακοτράχαλες χαράδρες σου
γίνε αυτούσιος γκρεμιστής
μάθε να  την κατρακυλίζεις τη φθορά..
εις το μουρμούρισμα  του αντίλαλου
το μάταιον της προσωρινότητας το λάλημα
απασφαλίζει τα όνειρα τα κλειδωμένα σου
γεννάει την ζωήν.
 φέρνει στα χείλη μίαν προσευχήν
το άνω θρώσκω ευδοκιμεί
 σέβου το μεγαλείον Του..
σέβου τον μέγιστον Θεόν σου.
 
⫷ εν καταφύγιον αθέατον⫸ - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

 

12 Μαρτίου 2022

⫷μονόλογος σε ''εσωτερικόν'' χώρον⫸


Κι αν χίμαιρες βρεθώ να κυνηγώ στην άλλη μου ζωή

εις τις κερκίδες τ' ουρανού
ας κάθομαι εις το μαρμάρινον εδώλιον
να ξεδιψώ με νάμματα παραμυθιών...
ετούτην την πεζότην της ζωής στη γης
να απολησμονήσω........
δραπέτισσα εδήλωνα στα γήινα καιρό
τα σχόλια για τα εγκόσμια περιττεύουν.

Περίοδος των απολογισμών..μικρή εγώ
κάτω απ' το μάτι του Θεού..
αναμειγνύοντας............
συσωρρευμένην χρόνων την οδύνην μου
με την μακρόσυρτην ανέλπιστην χαράν
μιαν ελπίδαν θρέφω αμυδράν..
αιφνίδιαν καλοσύνην αναμένω στο Έλεός Του
για να με κατατάξει εις τον Παράδεισον..
γιατί ετόλμησα κι εγεύθηκα
χωρίς υποκρισίαν καμιάν
τις ηδονές του κόσμου
γιατί εργάσθηκα ως όφειλα συλλογικά
γιατί έκαμα αγώναν άνισον και διαρκή
κι ανέβασα το μπόι μου θαρρώ
πέρα απ' τη μπορεσή μου..

Με παίρνει αλά - μπρατσέτα η νιότη μου
δεν ξέρω πως να τα χωρέσω εις τις λέξεις μου
επαναστάσεις..αντιθέσεις ..πεπραγμένα
ο φόβος για το γήρας μου απών
ήρθε ο καιρός του θερισμού
είν' η συγκομιδή μεστή ..ακριβή..
τ' αμπάρια μου γεμάτα...
παράπονο δεν ανεβαίνει εις τα χείλη μου
μακριά διαγράφονται κορφές
αθώες παιδικές φωνές
πως μετατρέπουν τ' όνειρο που εγίνηκε εφιάλτης.. 

Μέσα από τον οίστρον της ποιήσεως
εγνώρισα τα ανθρώπινα
καρβέλια της ζωής σε πεινασμένων στόματα
εγνώρισα τη μάνα μου
μ' ένα μπουκέτο μενεξέδες μες στα ροζιασμένα δάχτυλα
κι ήρθες εσύ στην άνθιση της νιότης μου
για ιστορίες με μαγιοβότανα
τα βράδια μας τα έναστρα εμίλαες
οι μοίρες μου το χρώσταγαν
με πλάνεψαν..μαγεύτηκα κι αφέθηκα σ' εσένα.


 ⫷ μονόλογος σε ''εσωτερικόν'' χώρον⫸ - Σοφίας Θεοδοσιάδη.

,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,