Ζωγράφος: Achille Beltrame |
Γλυκά φυσάει ο χρόνος τη φλογέρα του
σε λίκνισμα ανελέητον καλείται η ανθρωπότης
κι εσύ αλάνι ατίθασο που αρνήθηκε την γήρανσιν
δεν τράνεψε στων χρόνων τους καιρούς
ψάχνεις στους ανθισμένους τους γκρεμνούς
το ρόδον το άγριον το τριανταφυλλί
στα αγκάθια του ματώνεις..
ελκυστικόν το χρώμα του σαν έρως ξαφνικός
στους ανθισμένους τους γκρεμνούς
σε λίκνισμα ανελέητον καλείται η ανθρωπότης
κι εσύ αλάνι ατίθασο που αρνήθηκε την γήρανσιν
δεν τράνεψε στων χρόνων τους καιρούς
ψάχνεις στους ανθισμένους τους γκρεμνούς
το ρόδον το άγριον το τριανταφυλλί
στα αγκάθια του ματώνεις..
ελκυστικόν το χρώμα του σαν έρως ξαφνικός
στους ανθισμένους τους γκρεμνούς
θάμα το ρόδον το άγριον το μυθικόν
διψούσε να φανερωθεί..διψούσε να ανθίσει
κεί που οι ρυθμικοί βηματισμοί
κεί που οι ρυθμικοί βηματισμοί
εναγκαλίζονταν αρχέγονες μορφές στης νιότης των το χνούδι.
Η αναρρίχησις άθλος ψυχής
στην ανεμόσκαλα του χρόνου
είν' αλητήριος ο χρόνος και μπαμπέσικα χτυπά
στοχεύει ήχους βέλος στις καρδιές
κλαίει ο Ινδιάνος με πνευστά
κι ό Έλληνας τα περασμένα τραγουδά
με του τσοπάνη τη φλογέρα........
καρφώνονται οι ήχοι στα βουνά
ζητούν στα βήματα σοφά να λικνιστούμε..κι εσύ
Η αναρρίχησις άθλος ψυχής
στην ανεμόσκαλα του χρόνου
είν' αλητήριος ο χρόνος και μπαμπέσικα χτυπά
στοχεύει ήχους βέλος στις καρδιές
κλαίει ο Ινδιάνος με πνευστά
κι ό Έλληνας τα περασμένα τραγουδά
με του τσοπάνη τη φλογέρα........
καρφώνονται οι ήχοι στα βουνά
ζητούν στα βήματα σοφά να λικνιστούμε..κι εσύ
απ' το πρωί ψάχνεις στον κήπο του Θεού
μες στα λιθάρια και στις ρεματιές
να έβρεις ένα ρόδο άγριο τριανταφυλλί
ασχημονούνε οι σκιές στο περιβόλι της ζωής
και σε λυγάνε..
ρόδον της μοίρας μυθικόν
σηματωρός για το κυνήγι σου στου ιδανικού τη στράτα.
Κι έτσι καθώς βραδιάζει έξω απ' της πολιτείας τη λοιμική
κελαρισμόν ποιείσαι σαν αηδόνι της αυγής
της ομορφιάς την ήττα αρνείσαι να δεχτείς
τον λυρικό σου ψάχνεις τον κρυμμένο σου εαυτό
αυτά που δεν επαίρονται ορκίστηκες να τραγουδείς
κι ύστερα κάμνεις τόπον εις τα θάματα
εις το λυσιμελές στο άγριο τριανταφυλλί
που χρόνους ταξιδεύεις στην ψυχή σου.
μες στα λιθάρια και στις ρεματιές
να έβρεις ένα ρόδο άγριο τριανταφυλλί
ασχημονούνε οι σκιές στο περιβόλι της ζωής
και σε λυγάνε..
ρόδον της μοίρας μυθικόν
σηματωρός για το κυνήγι σου στου ιδανικού τη στράτα.
Κι έτσι καθώς βραδιάζει έξω απ' της πολιτείας τη λοιμική
κελαρισμόν ποιείσαι σαν αηδόνι της αυγής
της ομορφιάς την ήττα αρνείσαι να δεχτείς
τον λυρικό σου ψάχνεις τον κρυμμένο σου εαυτό
αυτά που δεν επαίρονται ορκίστηκες να τραγουδείς
κι ύστερα κάμνεις τόπον εις τα θάματα
εις το λυσιμελές στο άγριο τριανταφυλλί
που χρόνους ταξιδεύεις στην ψυχή σου.
⫷ ρόδον της μοίρας μυθικόν ⫸ - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου