Εσύ κι εγώ..παράλληλες σκιές..εσύ στο στήθος μου να βυζαίνεις τη ζωή..κι εγώ να σου υπόσχομαι άγραφα..άυλες οι περγαμηνές των υποσχέσεων..στα σιωπηλά μα και νευματικά..πως η ζωή είναι μια θάλασσα πλατιά..γεμάτη από ταξίδια με καράβια..λευκά πανιά..ιστιοφόρα αβούλιαχτα..σαν 'θαμαστε ''ομάδα'' εμείς..μάνα και γυιός..μάνα και θυγατέρα..μια συνομωσία δύναμης..κάτι σαν μιας ατέλειωτης αγάπης ομερτά..
Χρόνια αλλόκοτα..μουσκέψαν τις περγαμηνές στων σκέψεων τα συρτάρια..ήρθαν απώλειες απρόσμενες..εκιτρινίσαν τα χορτάρια.. γεμίσαν φλόγες οι βραγιές..η αμφισβήτηση εγέμισε το νου..
Στη βάρκα'' εσύ καταμεσίς στο πέλαγο..''φεγγάρι'' εγώ..το φέγγος σου.. ο μακρινός ο φάρος σου στις ασημένιες σου της θάλασσας διαδρομές..κωπηλατώντας..θιασώτης δυνατός μιας σκέψεως σοφής..ακόλουθος μιας ρήσης Αριστοφανικής..πριν το τιμόνι να κρατείς..στην πρώρα σου..γνώστης εσύ..αριστοτεχνικής μιας τέχνης κάτοχος..
κωπηλασίας τέχνης.. πλήρης εμπειριών..
των παφλαζόντων θαλασσών..γενού μεγάλος δαμαστής....
''εσύ κι εγώ'' - Σοφία Θεοδοσιάδη.
................................................................................................................
|
art : Christian Shloe |
Είχαν μια γλύκα ανέκαθεν του γλυκαυγούς οι ώρες..έρχονταν πα στο προσκεφάλι μου οι υποσχέσεις της Ηούς..της λατρευτής θεότητας.. που έδινε τις μάχες της από παλιά..και τα σκοτάδια λέγαν τα νικούσε..γεμάτα ήταν τα χέρια της.. των ανθισμένων ρόδων υποσχέσεις..Στο χαυραγές εκίναγα..στο γλυκοχάραμα..τις νύχτες.. τα σκοτάδια να φωτίσω..το κόκκινο φουστάνι μου στους κήπους της το φόραγα..ανέμιζα..φως της καρδιάς μου ο σηματοδότης μου..οι σκέψεις αίωρες εσαεί..μες στων βλεφάρων σου.. δροσοσταλιές ελπίδας ακουμπούσαν..
Κι αν Φθινοπώριαζε..Xειμώνιαζε..επιάνανε οι Άνοιξες..ρόδα ανθίζαν στα λημέρια μας..τα Καλοκαίρια με ταξίδευαν..εγώ εκεί..πιστός στο ραντεβού..βρεμένος..μουσκεμένος ως το κόκαλο..νυχτερινός περπατητής..μοναχικός και ελπιδοφόρος αναχωρητής..πάντα στο γλυκοχάραμα..στα πόδια το φευγιό μου κατοικούσε..ψάχνω και ψάχνω την ψυχή σου..στων σκοταδιών τις φωτεινές τις γρίλλιες να συναντηθώ..να μοιρασθώ..ξορκίζοντας το θάμπος...
''ξορκίζοντας το θάμπος'' - Σοφία Θεοδοσιάδη.
................................................................................................................
Περνούν οι άνθρωποι και φεύγουνε και μένουν πίσω οι σκιές τους.. τα αρώματα..τα βλέμματα που συναντήθηκαν..οι καρδιές που ανταμωθήκαν..Κουλουριαζόμουν στη γωνιά μου έτσι κι αλλιώς.. μικρό κι αδύναμο από πάντοτε παιδί..όχι πως ήτανε ο φόβος μου.. μα η αγριάδα του αποχωρισμού με εκυρίευε..μου πάγωνε τα χέρια.. Δεν ήθελα..δεν άντεχα να φεύγουνε από τη ζωή μου οι άνθρωποι.. όχι δεν ήταν ο θάνατος ο βιολογικός που με ετραυμάτιζε μονάχα.. ήταν εκείνοι οι αποχωρισμοί οι αναπάντεχοι..ανθρώπων που ήρθαν δίπλα μου..ζεστάνανε τα παγωμένα φύλλα της ψυχής μου..όχι δε σας μιλώ για έρωτες..μα για αληθινούς..περπατητές πα στη δική μου τη ζωή..αγαπημένους μου ανθρώπους..που με πλαισίωσαν αγνά και τρυφερά..με σεβασμό..μου δίδαξαν ευγένεια ψυχής.. ευγένεια και αγάπη..περίσσευμα για να 'χω να πορεύομαι..κάθε που θα 'ρχονται σιμά στο νου..κάθε που θα θυμάμαι...
Κι ούτε που το φαντάζομουν στην πρώτη χειραψία μας..πως θα γινότανε δικοί μου ''συγγενείς''..της οικογένειας ανθρώποι..παιδιά.. ισόποσα στο ζύγι μου..σαν αίματος παιδιά..Έρχονται και ξανάρχονται τα βράδια τα ερωτήματα στο παγωμένο μαξιλάρι μου..ένας κόμπος σφίγγει το στομάχι μου..λυπάμαι για το ''άδικο''..το άδικο που γράφει ερήμην η ζωή..κι αναρωτιέμαι με απορία..πόνο αληθινό..αλήθεια ποιός είναι μεγαλύτερος καημός..ο αποχωρισμός ο ζωντανός ή των αποθαμένων..? Πόσο λυγίζει η καρδιά μου στο αντίο αυτό..πόσο για χρόνια η χειραψία αυτή του αποχωρισμού θα μου παγώνει την παλάμη..άδεια τα χέρια μένουνε..μα τα σημάδια στην καρδιά..και οι θύμησες γραμμένες..Φεύγουν οι άνθρωποι που αγαπήσαμε βαθιά..λες κι ήταν δώρο από ψηλά..και μένουν οι σκιές τους..
'' περνούν οι άνθρωποι'' - Σοφία Θεοδοσιάδη.
...............................................................................................................
Σαν το ανυπόμονο δεντρί που το φυτεύουνε στη γη..ρίζες να βγάλει ..να βλαστήσει..
''φυτεύτηκα'' κι εγώ..ρίζες να βγάλω και βλαστούς.. κορμό να δέσω ανθεχτικό..να αντέχει στους βοριάδες.. όταν ''λυσσομανούσαν'' και τις ρίζες μου ξερίζωναν..χωρίς να λογαριάζουν τα βλαστάρια.. Μνήμες κατάσαρκες..ατέλειωτες αέρηδων σκληρών..''εβάψαν΄'' το φουστάνι μου..ανεμοθύελλας η σκόνη απλώνεται..
σκεπάζει πια την ορατότητα των οριζόντων της ζωής μου..Να αποφασίζω..κάθε τότε που καλούμαι μοναχή..να παίρνω το σταυρό μου παραμάσκαλα.. και να κινώ το Γολγοθά μου..
Είναι βαρύς φορές- φορές ετούτος ο σταυρός κι ασήκωτος..εν μια νυκτί τοπίο να αλλάζεις..
Όνειρα..λέξεις..σχέδια..ταξίδια και επιστροφές..δεμένα.. σφραγισμένα με μια
ατλαζένια καταγάλαζη κορδέλλα πα στο φάκελλο του συρταριού..εκείνον της
ψυχής μου..κυλάνε τώρα μπρος στα πόδια μου..ο φάκελλος εμούσκεψε..πλημμύρισαν οι λέξεις..
Μου στέλνεις το σινιάλο σου μου λες να μη λυγίζω περνούν οι ανεμοθύελλες..κοπάζουν και σιωπούν..κι εγώ σου αποκρίνομαι πως πίσω τους αφήνουνε ρίζες ξεριζωμένες..
πονούν οι ρίζες τι θαρρείς..!!!
'' ανεμοθύελλες'' - Σοφία Θεοδοσιάδη.
..............................................................................................................
..............................................................................................................
Στέκονταν
μες στην άκρα σιγαλιά..εκεί στην κοίμηση του δειλινού..λευκή οπτασίας
μια σκια..μιας ελαφράδας αέρινης στην αγριάδα του καιρού μορφή..μίας γαλήνης
πέρασμα στην αύριο την άγνωστη μπρος στη σκληράδα της παρούσης..Σκόρπισε
γύρω της κραγιόνια και μπογιές..την ηρεμία του τοπίου και τη δίψα της
να ζωγραφίσει..αίωρες σκέψεις στο χαρτί..δυνατές..τις στάλες να προφτάσει..να βραχεί..απ' τη χρυσόσκονη των αστεριών..που ταξιδεύανε.. αφήναν πίσω όνειρα.. αγκαλιές..φιλιά..κορμιά που συναντήθηκαν..αρώματα που έσμιξαν.. χνώτα που μπερδευτήκανε..ανάσες που γεννήσανε αλλιώτικες αγάπες..κείνες τις Παραδείσιες που εμοιάζανε.. ανεξίτηλες στου χρόνου τη φθορά..
Όσοι τις συναντήσαν ''αγιάσθηκαν''..τις τραγουδήσανε..ονόματα τις δώσανε τρανά..τις είπανε πως πάνε στον παράδεισο..πως αιωρούνται μες στους κήπους τους ολάνθιστους του θόλου του ουράνιου..αρνούνται να αποξηραθούν.. δροσοσταλίδες επιμένουνε να στάζουνε τα πρωινά..στου νου και στης ψυχής μας τα λημέρια..
Κι αν ο Παράδεισος είναι ο κήπος της ψυχής μας της Εδέμ..εεε..ναι εκεί θαρρώ πως κατοικούν..εκεί κουρνιάξανε και δε θα ματαφύγουν βάλσαμο θεραπευτικό..μνήμη ελιξήριο ζωής αισθαντικής..''σημαδεμένης''..
Κι αν ψάχνεις..αν αναζητάς απόβραδα εκείνα
της μαγείας της ψυχής..για να τα συναντήσεις..μονάχα πέρα από τα
σύννεφα..σε κείνες τις αγάπες τις παλιές..σαν ευλογία απ' το Θεό που τις εγεύτηκες..εκεί να ψάξεις να τα βρεις..μες στης Παράδεισος των ερώτων σου τα μέρη..
'' για τις παλιές αγάπες σου μιλώ'' - Σοφία Θεοδοσιάδη.
.............................................................................................................
Έρχονται βράδια και φορές και δειλινά..που χω ''φτερά'' στα
πόδια μου σε σένα να πετάξω..ψάχνω..και ψάχνω..στης ομίχλης και της
καταχνιάς των σύννεφων..και στης ομίχλης των καιρών..εκείνη τη μορφή να
αναγνωρίσω..να τη βρω..μορφή να μεταλλάσσεται.. χίλιες μορφές να
παίρνει..και το χαμόγελό σου να γεννά..Νόστος χωρίς επιστροφή..νόστος
γλυκός και ακατόρθωτος..νόστος γλυκός σαν βύσσινο του κουταλιού της
μάνας μου..μα πάντα ένας..
αληθινής ''αγάπης'' νόστος παραμένεις..
και αν πολλές αγάπες ήρθανε..μου συστηθήκανε για αγνές..είναι η δική σου που ''ξεχώρισα''.. γιατί κάθε που
κίναγα να ''μυριστώ και να μυρίσω'' ..καινούριο άρωμα να το φορέσω και να φορεθώ.. έρχονταν υποδόρεια η δική σου η υφή..με χάϊδευε απαλά..να μου
θυμίσει στη ζωή.. καθώς νοθεία έπεσε πολύ..ακριβά πολύ τα υλικά τα ατόφια.. η θύμησή σου μου εψέλλιζε πως των ερώτων της συνήθειας..δεν ήμουν θιασώτης..γι αυτό έχω το δικαίωμα να σου μιλώ για ''νόστο''.......
νόστος..αγάπης νόστος -
Σοφία Θεοδοσιάδη - ( απόσπασμα).
.............................................................................................................
Άλικο ''ρόδο'' της ψυχής μου αιωρούμενο..της πεθυμιάς μου ρόδο.. ερχόσουνα σιμά μου σιωπηλά..τα βράδια τα μοναχικά..στην άκρη της ψυχής μου τον Παράδεισο..άνθια εφύτρωναν..ερίζωναν..
τι κι αν ελιγοψύχησα..εσκιάχτηκα και εφοβήθηκα φορές..να ''ξύνω'' και να ''γδέρνω''
ασταμάτητα..πληγές..και τραύματα της μνήμης μου απέφευγα..της γύριζα την
πλάτη..μα εκείνη δε μου θύμωνε..
ερχότανε απρόσμενα και στέκονταν εμπρός μου..σκυφτή..θλιμμένη χαμογελαστή..ψιθυριστά να μου μηνύσει..πως έχει κρυμμένα χάδια
για τα με..και ερωτήματα..να μην την εφοβάμαι..
άντεξες
άραγε τις βαρυχειμωνιές..σου άνθισε η ζωή όλα τα πέταλα.. μυρίστηκες τον
κόσμο?
Τα
μάτια τα μελιά σου εταξίδεψαν..τα ζήλεψαν οι αγγέλοι..μα εκείνα
επιμένουνε και στα παραθυρόφυλλά μου βράδια φεγγαριού.. μου
σεργιανούν..με γλύκα μα και θλίψη με κοιτούν..προσμένουνε.. μια ματιά
στο άπειρο για να τα συναντήσει..Πάντοτε βιαστικοί οι μεγάλοι έρωτες..το
χρόνο πολεμούνε..δεν τους αντέχουνε τους μακροχρόνιους τους χωρισμούς
μου λέγαν τα στιχάκια..
καίγονται..μαραζώνουν..με
το ''θεριό'' της μοναξιάς συνομιλώ.. ήπιες νερό της λησμονιάς
μεθυστικό..κι ούτε που νοιάζεσαι θαρρείς..για οπτασίες γήινες..της
πεθυμιάς το βότανο εχάθηκε..στα αναπάντεχα..στης λήθης τα λημέρια..οι
δείχτες καρτερούν διαδρομές..
της πεθυμιάς μου ρόδο ''άλικο'' - Σοφία Θεοδοσιάδη
Δραπέτευσε πολλές φορές..εκείνο το παιδί.. και το 'βαλε στα πόδια..μα όσο κι αν προσπάθησε να τρέξει να κρυφτεί..πάντα μέσα μας έμενε και πάντα θα επιστρέφει..ενθύμηση θαρρείς..της επιστροφής την αφορμή..Δεν
είναι που δεν θέλησε..ίσως και να μην μπόρεσε.. τη μυρωδιά αυτή την
τόσο γνώριμη κι απλή του ''σαπουνιού'' από πάνω του να βγάλει..Χρόνια την σέρνει πάνω στο τριμμένο του το φόρεμα το πολυκαιρισμένο..κιτρινισμένο απ' τον καιρό..η μυρωδιά ''επότισε'' του φουστανιού τις ίνες...
Ακριβές κι αν φάνταζαν οι μυρωδιές οι νέες εκεί έξω..ποτέ τους δεν κατόρθωσαν την θέση της να πάρουν..Είναι
που είναι δυνατή η μυρωδιά αυτή του ''σαπουνιού'' και πάντα
κατορθώνει..την κάπνα ''των φουγάρων'' και τις μυρωδιές της πόλης της πολύβουης..που ναυτία φέρνουν και ίλιγγο..αυτή να επισκιάζει ...
Είναι θαρρώ κάπως αργά για σε..να μένεις παρατηρητής αδιάφορος για κείνο το παιδί..που εντός σου οικοδομήθη..και να νιώθεις ανόητος συχνά..ναι..ναι..τη λέξη αυτή μη φοβηθείς για να τη φορτωθείς..καθώς κουβέντα με τον εαυτό σου τον πολύτιμο σαν πιάνεις και ανοίγεις..ανοιχτά
πρέπει πάντα να του μιλάς..τις λέξεις σου να μην μασάς..να μην τις
κρύβεις..
Γιατί εκείνον..που λαχτάρησε..μα δεν επροτίμησε..δεν θέλησε ποτέ το '' πικεδένιο '' του το φόρεμα..με ένα άλλο πιο γυαλιστερό να αντικαταστήσει..έτσι τον λεν στην γειτονιά.. ρομαντικό κι ανόητο.. και σαν παλιομοδίτη τον κοιτούνε..κι
αυτός γελά..τους προσπερνά και ξέρει..πόσο ''εκείνη'' η παλιά μοσχοβολιά ακόμα τον τυλίγει !!!
'' στης μυρωδιάς το φόρεμα'' - Σοφία Θεοδοσιάδη
..............................................................................................................
|
Ζωγράφος : Ολυμπία Μπέη |
Bρέχονταν..λες και θάλασσες
που απλώνονταν..απλώθηκαν..
απλώνονται ακούραστα..ακατάπαυστα..εσαεί..
τα
''ηλιοτρόπια'' της ζωής μου..
οι χρυσαφένιες..νοτισμένες μου ακτές..
κι ας βράδιασε..κι ας σκοτεινιάσανε νωρίς
τα
χρόνια μου εντός..
''Θάλασσες'' που τις διασχίσαμε ..
κατάρτια που
μπερδεύτηκαν ..
σχιστήκανε μες στη μανία των καιρών..
Μα οι εικόνες που με
ακολουθούν..
ακόμα ζωγραφίζονται στο κάδρο της ψυχής μου..
και μια ελπίδα
με παραφυλάει..
μη τύχει και δειλιάσω..
Πήρε και Φθινοπώριασε κρυφτήκανε οι ''ήλιοι''..
φοβάμαι στην ισκιάδα τους να περπατώ..
ψάχνω απάγκιο στην ψυχή σου..
εκεί..μέσα στ' αυλάκια τα ποτιστικά
μαζί να στήσουμε τις ξόβερεγες..
σαν τότε που 'μασταν παιδιά..
μήπως και παγιδέψουμε του χρόνου τη φθορά...
της Σοφίας Θεοδοσιάδη......
....................................................................................................................................
Πάντα με μάγευαν οι δάσκαλοι που με έναν δικό τους τρόπο ξεχωριστό..μου εδιδάσκανε..μου εφυτεύανε στο νου μου γνώση και μαγεία για τη ζωή..και τους αφουγκραζόμουνα από παιδί με ευλάβεια..κι όταν μεγάλωσα ακόμα..Έτσι..απλά..χωρίς να τον γνωρίσω προσωπικά..με εκαθήλωσε..με μάγεψε..μου δίδαξε με το υπέροχο ετούτο βιβλίο του ο κ. Γραμματικάκης..χρόνια πριν..και πάλι τώρα απ' την αρχή ξανά..μα όχι μόνο σ' αυτό και στο επόμενο βιβλίο του στην Αυτοβιογραφία του φωτός..Μια λογοτεχνική.. λυρική..εκλαϊκευμένη παρουσίαση του σύμπαντος..ένα ανάγνωσμα ευκολονόητο..κι αν ειδικές γνώσεις αστρονομίας δεν κατέχεις..σε τοποθετεί στο χώρο και στο χρόνο με έναν τρόπο μυθικό..
Στον υπέροχο μύθο..που λέει ότι η βασίλισσα Βερενίκη της Αιγύπτου ορκίστηκε να θυσιάσει τα
υπέροχα μαλλιά της αν ο βασιλιάς σύζυγός της γυρνούσε απο τον πόλεμο..και τα
έκοψε..τα τοποθέτησε στο βωμό της Αφροδίτης και η θεά τα πήρε και
τα έβαλε στον ουρανό..σε οδηγεί στ' αστέρια..μα όχι απλά..ρομαντικά. .Γίνεσαι γνώστης..κοινωνός ..του σύμπαντος που ζεις..αυτός λοιπόν είναι και ο τίτλος του βιβλίου..εμπνευσμένος..σε ταξιδεύει στον ουράνιο θόλο..σε κάνει τις νύχτες να κοιτάς ψηλά και να ονειρεύεσαι το σύμπαν και την απεραντοσύνη του..το διαβάζεις και το ξαναδιαβάζεις αχόρταγα...
η φίλη σας Σοφία..
.............................................................................................................
Το βιβλίο αυτό αφορά σε
ένα πείραμα που έγινε πριν από 15 περίπου δισεκατομμύρια χρόνια. O
επιστήμονας που το σχεδίασε δεν είναι πια τριγύρω για να μας εξηγήσει τι
ακριβώς έκανε και κυρίως, τι σκοπό εξυπηρετούσε. Ήταν δε τέτοιες οι
συνθήκες και η θερμοκρασία του πειράματος, που καθιστούν ανέφικτη την
επανάληψή του στα γήινα εργαστήρια. O Γιώργος Γραμματικάκης,
ανασυνθέτοντας με τρόπο ποιητικό και γλαφυρό τις σύγχρονες επιστημονικές
απόψεις για τη γένεση του Σύμπαντος και την εμφάνιση της ζωής,
αναφέρεται στην κορυφαία εκδήλωση αυτής της ζωής, τον άνθρωπο, και
υπογραμμίζει τους κινδύνους που απειλούν τη Γη και τον πολιτισμό μας.
Bιβλίο βαθύτατα φιλοσοφικό και με έντονο λογοτεχνικό χαρακτήρα.
H Kόμη
της Bερενίκης ανοίγει νέους δρόμους στη σύγχρονη πολυδιάστατη θεώρηση
της Eπιστήμης αλλά και του Aνθρώπου: καθώς ο εικοστός αιώνας πλησιάζει
στο τέλος του, και ο άνθρωπος μένει ολοένα και πιο μετέωρος, μήπως είναι
καιρός να ξανασκεφτούμε πάνω σε έναν άλλο πολιτισμό, πάνω σε μια νέα
αντίληψη του ανθρωπισμού;
Γιώργος Γραμματικάκης.
..............................................................................................................