Στη γέννηση του ήλιου..αντίκρυ.. βραχνάς η σκέψη..αδυσώπητος.. ελευθερώθη.. αχάραγα κορφές περιδιαβαίνοντας.. οι χαραμάδες της ψυχής της φωτιστήκαν.. στης πρωινής γαλήνης τη σιωπή... μιαν αλαφράδα έπαιρνε η τρομαγμένη της ψυχή.. τι κι αν η μέρα ήτανε σκληρή.. και άγνωστη η αύριο.. στ' αχαρτογράφητα λημέρια της ψυχής.. μπροστά της στάθηκε ολοζώντανη η μορφή Του.. ορθώθη..σαν το χάραμα εστάθηκε ψηλά.. εσχηματίσθη απ' το περβόλι των νεκρών- αναστημένων.. Γαλήνεψε μονάχη της..το βλέμμα απλανές.. στο φύσημα της δεντρολιβανιάς.. σαν προσευχή η ανάσα της ενώθη στον αιθέρα.. στην έμπαση της γνώριμης βουνοπλαγιάς.. μονάχη συντροφιά της φυλλωσιές.. τα βήματα την οδηγούσανε.. στην αγρυπνία της ψυχής της.. ''στην αγρυπνία της ψυχής της'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη. .....................................................................................................................................................
Δεν το περίμενες πως θα 'ρχονταν η θάλασσα δεν το 'λπιζες πως θα 'φταναν σ' εσέ τα αφρισμένα κύματα.. στη δίνη του βυθού της έρμαιο... ήταν που οι νηνεμίες σε ξεγέλαγαν.. οι μουσικές της απ' τα βάθη σε μαγεύαν.. ετσάκιζαν τα βράχια σου.. περήφανα εκολύμπαες..τρικύμισμα αψηφούσες.. Σαν ''ναυαγός'' τώρα γερμένος στην
ακτή.. στο κύμα έκθετος..σκάει ασυμπόνευτα.. κοχύλι λες..αλλάζεις τη μορφή.. εδώ στο χείλος του νερού με την ακτή.. κομμάτια εγίνηκες..μαζί μ' αυτό κι εσύ.. μαζί μ' αυτό..και το θαλασσινό απ' τα βάθη του της θάλασσας γοργόνας το τραγούδι.. Σκορπίσανε οι νότες του..οι νότες σου επιστροφή..στης νοσταλγίας μες στο βυθό του να
κρυφτεί .. να ξεγλιστρίσει στα νερά.. να μεταμορφωθεί απ' την αρχή.. σειρήνας νοιάζεται να πάρει τη μορφή.. μέσα στους κόρφους κουβαλώντας το.. ένα ολοκαίνουργιο..λυπητερό τραγούδι.. αιώνες θα το τραγουδά
στα βάθη των ωκεανών σκληρή η στεριά..η ξέρα αφιλόξενη.. για ''εύθραυστα ναυάγια...τα κοχύλια''
Ξεραμένοι..άνυδροι τόποι.. σπόροι αφύτρωτοι..των ελαφρών οι λέξεις.. βολεμένοι καλά σε μια θέση.. στου πατρός τους την αίγλη κοιτώντας.. ανεπάγγελτες κόρες και γυιοί.. δεκανίκια κρατώντας θανόντων γονέων σε διάττοντες αστέρες μου μοιάζουν.. στη θολούρα των σύννεφων σβιούνται.. Περαστικά είν' τα σύννεφα πάντα.. τι..ωσάν σύννεφα θαρρώ τους εγώ.. ''τους'' που κρύβουνε αστέρια..φεγγάρια.. ταπεινών εργατών της ζωής... για το μηδαμινόν..τι κι αν τάχα θρηνείς εγκληματικά αστοχείς εις το σπουδαίον αγύρτη.. Η σκοτεινιά..η άγνοια στο βλέμμα.. με φοβίζει..με τρομάζει τα μάλα.. πορτοπαράθυρα βροντούν.. καμινάδες καπνίζουν.. δε σε άνθισε η Άνοιξη..ποτέ σου..ακόμα δεν εφύτρωσες λουλούδι εντός σου.. για τα σε μεταμέλεια δεν έχει.. Στο τηλεθέαμα οδυνηρά και τα ναύλα.. απλησίαστο το κόστος..βαρύ.. για ''τους'' που ελεύθερα ριζώνουνε.. για ''τους''..μοναχικά θρώσκοντες άνω.... Η στοίχηση στο αχανές..πολτοποιεί ληστεύει τη βουλή σου.. Λένε πως τάχα φταίει η εποχή.. λένε πως φταίει το διαδίκτυο.. λένε πως φταίν' τα μέσα.. χειροκροτητές ανυποψίαστοι εις το ελάχιστον..το πλήθος η μάζα ακατέργαστη.. Μα την ψυχή ..το νου του καθενός.. το χαραγμένο δρόμο του θαρρώ.. τα μέσα δεν ορίζουν.. αν διάλεξες μες στη ζωή.. γιάνκεα να φυτρώνεις.. τις ρίζες στέρεα να κρατάς.. στων βράχων τις σχισμάδες.. κι αν οι ανέμοι φέρουνε ξεριζωμούς.. ρίχνε παράριζα..στα όρη αψηλά.. στους θάμνους να κρατιέσαι.. Σου δώσαν τόπο να ανθείς.. τη γνώση των σοφών να μετατρέπεις.. στοιχείο στης ζωής καθημερνά.. τα λόγια τα σοφά..μέσα στα χρόνια.. ψηλά να χτίζεις τη φωλιά.. στης γνώσης το τσαρδάκι.. Όλυμπος να γεννιέσαι........
πυροβολείς τα ανέκφραστα πρωινά.. στέλνεις ακτίνες φωτεινές.. στα εντός..αφώτιστά σου καταγώγεια.. αναρωτιέσαι..συλλογιέσαι και αυταπαντάς.. τάχα κι αν βρεις τον ορισμό της Άνοιξης.. θα τον χωρέσεις μες στις λίγες τις γραμμές στης σύντομης..του τετραδίου της ζωής σου? Περιπλανώμενη εμπρός εις το ''λουλούδιασμα'' στης αρμονίας στης φύσης το απαύγασμα.. αρνείσαι να ασπαστείς το φόβο σου.. της γήρανσης... αυτοπαγίδευση στο άρωμα του γιασεμιού.. απ' τον ανθό μιας μυγδαλιάς.. κρεμώντας την ελπίδα στο κλαρί σου. μιας άνθησης..μιας ανανέωσης στο λυκαυγές.. ταξίδι σου στων πόθων το βαγόνι ... ταξίδι ναύλων ακριβό..του εαυτού προς εαυτόν.. ο λόγος και η αφετηρία σου της αναγέννησης.. εσύ..αφ' εαυτή... απόκριση..στο εντός αιωρούμενο ερώτημα.. μιας Άνοιξης..στις νότες του Βιβάλντι αποζητώντας.............. '' στο λυκαυγές''- (απόσπασμα : μιας Άνοιξης στο λυκαυγές) - Σοφίας Θεοδοσιάδη. http://aromasofias.blogspot.com/2018/03/blog-post_7.html ...................................................................................................................................................
''Παράξενη'' η θεία Ευκαρπία μου.. φερμένη απ' τα μικράτα της.. απ' της Θράκης μας της Ανατολικής τα μέρη... καθότανε στην κεφαλή του τραπεζιού.. τιμώμενο το πρόσωπο.. στο Σαρακοστιανό τραπέζι.. φορούσε το τσεμπέρι στ' άσπρα της μαλλιά.. εκοίταε με βλέμμα απορημένο..εκστατικό.. καλούδια που αράδιαζε η νύφη της.. νηστήσιμα.. χταπόδια σε κονσέρβες και χαλβάδες.. Είχε ξυνίσει τη μορφή..επήρε της θανάσιμης της πεθεράς..το ύφος που προδίνει.. έψαχνε με το βλέμμα της..τα ντολμαδάκια γιαλαντζί.. άνοιγε..κουβαλούσε ..δε σταμάταε η νύφη της.. κονσέρβες και λογής ένα σωρό.. σκορβούτο της εμύριζε της θείας Ευκαρπίας μας.. τίποτες δεν της θύμιζε..τη μυρουδιά του μάραθου.. στη μαραθόπιτά της.. Είχαν χαθεί απ' το τραπέζι της τα Σαρακοστιανά..τα σπιτικά.. εχάθη το συνταίριασμα..της φάβας στο χταπόδι.. εχάθη η σαλάτα η δροσερή..με τα αμπελοφάσουλά της.. Η Ευκαρπία εγέρασε..τρατάρισμα μονάχα ελαχταρούσε.. γεμίσαν κόμπους και αρθριτικά..τα δουλεμένα χέρια.. μα η μυρουδιά στα στήθια της..ακόμα τριγυρνούσε.. να μπει στην κάμαρα ελαχτάραε. τους ταραμάδες να γευτεί.. γιαπράκια της νηστήσιμα..πληγούρι με το ρύζι.. να δει το βάζο φυλαγμένο με αγάπη στο λαδόξυδο.. του χταποδιού που εψήθηκε.. στο μαντεμένιο με μεράκι στο τηγάνι.. μα η θανάσιμη η νύφη για την πεθερά.. διόλου δε νοιαζόταν..εξέχασε..ανάθεμα κι αν ήξερε.. τα έθιμα που τις γενιές..ολόρθες τις κρατούσαν.. Ξεθώριασαν τα έθιμα..ξεθώριασε η έννοια.. ξεθώριαζε η αγάπη και το νοιάξιμο.. για τους αγαπημένους.. όλα στην εποχή του γρήγορου.... κι αγάπες και συνήθειες.. μια βιασύνη τριγυρνά..καθώς ο κρότος στα κονσερβοκούτια της..βροντά μέσα στ' αυτιά της.. Ήταν που έψαχνε τη ζεστασιά η θεία Ευκαρπία.. μες στ' ακροδάχτυλα που εμαλάξανε ζυμάρι για λαγάνα.. ήταν που δεν επρόλαβε χιλιόμετρα να τρέξει στη διαδρομή.. που άλλαζε γύρω ο κόσμος.. ήταν που δεν την καταλάβαιναν.. ετούτη την παραξενιά..καθώς της έλειπαν οι μυρουδιές..μαζί και η αγάπη..? ''Παράξενη'' η θεία Ευκαρπία μου'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη ........................................................................................................... ............................................................................................................
Στέκεσαι αγέρωχος στη λίμνη της ψυχής μας κολυμπώντας.. Κύκνε..σύμβολο λες μιας ομορφιάς..της ανανέωσης..της αναζήτησης πουλί..αφιέρωμα θεών.. της Αφροδίτης ..του Απόλλωνα.. των προγόνων των αρχαίων μας πνευματικοί συμβολισμοί..γέρνουν επάνω στα λευκά φτερά ακουμπούν.. πολτισμών στην αρχαιότητα έρχεσαι απροσκάλεστα στο ατένισμα.. αγγίγματα προστάζεις φευγαλέα παλεύεις την ασχήμια μας ο κοινωνός εσύ..ο μεσολαβητής.. Κύκνε..σύμβολο του ανώτερου Εγώ μας.. Η συνεχής..αδιάκοπη πάλη για την ανύψωση ακουμπισμένη στα κατάλευκα σε μύθους με ασχημόπαπα και κύκνους.. Κι ο άνθρωπος ο αναζητητής.. ''σημείο αναφοράς''..σε λογοτεχνία..ποίηση έκφραση σκέψεων υπέρβασης.. στη δύσβατη τ' ανθρώπου διαδρομή.. αιματηρής μετάβασης..απ' την ασχήμια της στο απέθαντον το κάλλος.. διακαώς ζητούμενο..στο χρόνο αενάως.. Ανάβαση..αναρρίχηση πνευματική.. απ' το βυθό της λίμνης μας.. ατενίζοντας αμόλυντο..κατάλευκο..αγνό.. τον κύκνο μας ..εις τον αφρό του νου... Αναγκαία χρήσιμοι οι συμβολισμοί.. των αναζητήσεών μας τα κλειδιά.. ξεκλείδωμα της πόρτας του κρυμμένου εαυτού.. του Αληθινού Εγώ.. του alter ego μας..της λατρεμένης μας σκιάς..
''ΣΤΗς ΟΜΟΡΦΙΑς..Κύκνε..του alter ego''.. Σοφίας Θεοδοσιάδη.. ..............................................................................................................
ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ... σε Σένα που γίνεσαι συνοδοιπόρος μου στην αναζήτηση της ομορφιάς... στην αναζήτησης της όμορφης σκιάς του alter ego μου... σε σένα που μεταφράζεις το χρόνο μου σε πολύτιμο ''χρήμα''' και σε όλους εσάς..που πετάτε ψηλά..αναζητώντας.... Όταν η ομορφιά ..................... Όταν η μουσική..................... !!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!
Σινιάλο μου 'στελνε στα πρωινά.. τα βράδια αγκαλιά της με κρατούσε... σεργιάναγε ..εσύχναζε...μες στης αγάπης στα τοπία της..συγκίνηση..συνείδηση.. τις νύχτες μου ζητούσε... Η πιο τρανή ..η πιο φιλόξενη Πατρίδα μου ήταν και είναι η ψυχή μου.. Όσα την ''επισκέφτηκαν''..την γέμισαν.. την πότισαν..την έκαναν ν' ανθίσει.. Θάνατος και Ανάσταση.. τα δάκρυα..τα γέλια στο λυγμό της.. Άπλωσε η ρίζα της βαθιά..κανένας της παράριζο δεν τόλμησαν οι εκσκαφείς.. δεν άφησα στον κίνδυνο..να κόψουν.. Όλα τα εσκέπασα καλά με χώμα φρέσκο και νωπό μη μαραθεί το δέντρο της και ρίζες νιές αδυνατεί να θρέψει... Επλήρωσά της μαγικά..σ' αχαρτογράφητα νερά.. ταξίδια δίχως σύνορα..σε άγνωρες πατρίδες.. Ο νόστος ατελεύτητος..ο γυρισμός μοιραίος.. πως βρίσκεις δίοδο αποχωρισμού.. πατρίδας που δεν πρόδωσε..σου χάρισε παράθυρα σ' ακρογιαλιές μοναδικές σε ξωτικά νησιά..στου νου σου τα ταξίδια!!! Πόσους ανέμους..δύσκολες νεροποντές.. έκρυψες μες στην αγκαλιά της.... Ήρθανε '''ξένοι''' σε επισκέφθηκαν τα κάλλη σου να καρπωθούν... λεηλασίας..μονομαχίας..ερημιάς.. γλυκειά μικρή Πατρίδα μου.... ηττημένη να σ' αφήσουν.. Τώρα μου γράφεις από μακριά: Είμαι καλά εδώ ... ( '' Γλυκειά Πατρίδα έχτιζα'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη ). ..................................................................................................................................................................
τη μεταξένια σου ομορφιά.. εκουβαλούσες ασυλλόγιστα ρισκάροντας ξεριζωμούς.. Αιώνες τώρα φύτρωνες μοναχικά.. μιας λίμνης κάτοικος με πράσινα νερά.. νούφαρο μεταξένιο ευδοκιμούσες.. συνήθειο το 'χες από τα παλιά..στα καθαρά.. οριζόντια τις ρίζες να απλώνεις.. οριζόντια απλώνοσουν.. το κάθετα στο βούρκο οδηγούσε.. κι εσύ στο βούρκο επνίγοσουν.. και στα θολά νερά του.. τα μεταξένια σου τα πέταλα.. μετάξι λες του κουκουλιού.. εκεί στο βούρκο στα βαθιά.. τροφή δεν έβρισκαν ν' ανθούν.. στ' απόβλητα χρυσές κλωστές δε ζούνε.. φυτά του βούρκου εφύτρωναν.. που τη μορφή σου ζήλευαν.. μα ασχημάτιστα εμένανε σαπίζανε στη λασπουριά.. στα ταραγμέναδυσωδία εσκορπούσαν.. Δεν είναι οι λίμνες θάλασσες καρδούλα μου.. στις καλαμιές στις όχθες τους κουρνιάζουνε κάργες και μαυροπούλια.. φωλιά δε χτίζω πα στους καλαμιώνες τους.. των ανοιχτών των θαλασσών.. δηλώνω αιώνες θιασώτης.. κάνω στους γλάρους συντροφιά.. το πέταγμα αγναντεύω.. είναι στιγμές.. που σαν τον Ίκαροστους ώμους μου.. κολλάω τα φτερά τους κι ύστερα πάλι σκιάζομαι.. ένα βραχάκι απόμερο ζητώ.. μιας αλκυόνας πέταγμα.. μιας γέννας να γευτώ..
''δεν είναι οι λίμνες θάλασσες'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη. ..............................................................................................................
Θαρρείς πως ελιμπίστηκα μαθές.. τα στάσιμα..μιας λίμνης τα νερά της..?
ούτε και το λαχτάρησα ποτές..να
γένομουν μια λίμνη..
οι ανοιχτές οι θάλασσες καθώς εμέ με μάγευαν ..
τραγούδια των
σειρήνων της τα βράδια με καλούσαν....
Κι ήρθες εσύ..το αναπάντεχο..σαν την απρόσμενη..
του Φθινοπώρου τη βροχή στα φύλλα να σταλάξεις..
μνήμες..εικόνες..συναισθήματα..θαμμένα εκεί ..
στης
λίμνης τα κρυμμένα μου βαθιά νερά..
χρόνια και χρόνια ξεχασμένα στα λιμνάζοντα..
εξέθαψες με το φιλί μιας χαραυγής..
το
μάντευα..ούτε που το εφαντάζομουν..
βαρύ το τίμημα του έρωτα..
μα οι λίμνες πάντα
είναι εκεί..ιώβεια προσμένουν...
στ' ατάραχα..τα ησυχασμένα τους νερά
...
λούλουδα να φυτρώσουν καρτερούν..κι ήρθες....
να ανασύρεις με όση δύναμη ....
τις ξεχασμένες σαν από καιρό..ζωή γεμάτης ρίζες...
Κι έτσι μου ζήτησες τραγουδιστά.. μέσα σε ένα σούρουπο...
σε λίμνη εγώ να μεταμορφωθώ..νούφαρο να φυτρώσω.. τα μεταξένια πέταλα..οι ρίζες του..ευάλωτα.. ταξίδι πλεύσης στον αφρό...τη λίμνη να στολίζουν.. σαν
''νουφαράκι'' με ονόμασες..όνομα σπάνιο..ακριβό..
μια μελωδία ''σαντιβάριους''..στα πρωινά μελτέμια.. έγινες λίμνη τώρα μοναξιάς.. έπαψες πια να τραγουδείς..για ονειροπλέκτες έρωτες.. κι εχάθης στο ξεγέλασμα..στης πλάνης.. στο βυθό της... (''μιας λίμνης στα θολά νερά''- Σοφίας Θεοδοσιάδη ) ................................................................................................................................................
Τι κι αν στη ''Λίμνη των Κύκνων''..τα μάγια λύνει μόνο ο έρωτας.. τι κι αν ο Ζίκφριντ..ο ερωτευμένος ήρωας παίρνει στην αγκαλιά του την αγαπημένη του στο τέλος και μαζί πετούν στον ουρανό.. Στη ζωή.. που παραμύθια μοιάζουνε και οι έρωτες.. το τέλος πάντα δεν είναι το όχημα..που στο ταξίδι οδηγεί.. Ας αφεθούμε γλυκά στη μουσική..ονειρευάμενοι.. πετώντας το αιχμηρό αγκάθι απ' την ψυχή.. η φίλη σας Σοφία.......
Η αγοραία μέθη σου ξυπνά τους δαίμονές μου ματώνει τ΄ανεκπλήρωτα , πληγώνει τη σιωπή οι σκοτεινές προθέσεις σου τρέφουν θεριά κι αγγέλους σε μια ψυχούλα παιδική που έχει σταυρωθεί
Καημοί ανομολόγητοι, χαραματιά στη μνήμη από μικρός ταξίδευα της μοίρας γητευτής αυτή η στεριά με λάβωσε, σαν πεινασμένο ζώο σκουριά σε σώμα ξέχειλο στον κύκλο μιας ρωγμής
Μιλώντας με τους έκπτωτους, εμπόλεμο ιδεώδες ύψωσα το κατάρτι μου σε χρόνους σμιλευτούς αρχή και τέλος έδεσα στην κιβωτό της μνήμης να ξεδιψούν τα άγρια σε άγονους καιρούς
( « Σαν Οδυσσέας » - Τ. Χ .) ...............................................................................................................