5 Οκτωβρίου 2019

''ΠΕΝΙΧΡΟς ΚΗΡΥΞ''




Είχα άθελά μου σχεδόν βυθιστεί
στην αποχαύνωση 
της ελαφράδας της γραφής σου..
Χωρίς διάθεση υποτίμησης 
για τον επηρεασμό 
των αδυνάτων σου αναγνωστών..
στέκομαι στον αντίποδα  αυτών
με γνώσιν κι ενσυναίσθησιν
 σου ομολογώ..
στην έννοιαν ευρίσκεσαι 
μακράν της ανιούσης
την κατιούσαν έχεις πάρει προ πολλού...
εσμικρύνθη η ζωή σου αφόρητα θαρρώ
καθώς εξαντλείται στο ακόρεστον εγώ
εναγκαλίσθης τη σκια σου..
απύθμενος..μόνιμα ανεπαρκής..
ανολοκλήρωτος και άρα δυστυχής..
Εις την  καμπύλην σου της ευτυχίας..
εδήλωσες απών
η λυσσαλέα σου ορμή για μιαν επίδειξιν
θρέφει τα ταπεινά σου ένστικτα
κήρυκα πενιχρόν σ' αναγορεύει
εξώφυλλον σε κάμει ποταπόν....
Ωστόσο επιπλέον αγνοείς την ηθικήν
πως το δημόσιον καλόν
ποτέ του δεν στηρίχθη σε αριβίστες.

Συχώρα με αν σε πίκρανα
είναι κι αυτό το χούι μου
παιδίσκη ούσα που το κουβαλώ
τον κόσμο για ν'αλλάξω..
Φταίνε οι δασκάλοι μου γι αυτό
που εικόνισμα τους είχα
άλλοι ελέγαν πως απόδιωχνα σκιες
κι άλλοι πως τις φιλούσα..
ύστερα με περίσκεψιν και χάριν περισσή
υπόκωφα τις νύχτες εμειδιούσα..
Το 'ξερα μυστικά πως μ' ιντριγκάρανε
και μερικώς και ειδικώς..σκιες
αφόβως τις προσέγγιζα..
ήταν που χάνονταν αθόρυβα
καθώς το φως τις ξασθενούσε...
κι έτσι επέστρεφα ευτυχής..
στης εσχατιάς τις γειτονιές..
του προσφιλούς από παλιά
κοινωνικού μου  γαλαξία.

''ΠΕΝΙΧΡΟς ΚΗΡΥΞ'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,




3 Οκτωβρίου 2019

''ΣΤΟΥ ΛΥΧΝΑΡΙΟΥ ΤΟ ΦΕΓΓΟς''




Τα πετρωμένα της τα όνειρα εμούσκευαν
οι στάλες τ' ανεμόβροχου στο παραθύρι της
άξαφνα την ανέμισε ο σορόκος της καρδιάς της
μια υποψία ευτυχίας την ψιχάλισε..
το βλέμμα.......
στο αντιφέγγισμα του λυχναριού
στο κασελάκι το παλιό με τα δαντελωτά
πλησίασε στη ζωή της...
Παλιά κασέλα κλειδωμένη από καιρό
στα ξεχασμένα μες στην κάμαρα
κρατούσε  απομεινάρια ..ξέφτια μιας ζωής
κρυμμένα γράμματα..χαρτάκια με τις θύμησες
λευκές δαντέλες που ο χρόνος εκιτρίνισε..
Στου λυχναριού το φέγγος αναγάλλιασε
λες και ζωγράφιζε τις άδειες τις σπηλιές..
που 'χαν κρυμμένα τα θεριά..
που εστοιχειώνανε της νιότης της τα κάλλη..
Το γιακαδάκι τράβηξε..φόρεσε στο λαιμό της
τα δάχτυλα ψαχούλεψαν 
τις τρύπες στο πλεχτό της
εσκέφτηκε...........
αφήναν χαραμάδες ανοιχτές
θα βρέξουνε οι στάλες τ' ανεκπλήρωτα
αμήχανα..στα άθελα..ετράβηξε 
ξήλωνε τη μεταξωτή κλωστή
έραβε τις ρωγμές της..

''ΣΤΟΥ ΛΥΧΝΑΡΙΟΥ ΤΟ ΦΕΓΓΟς'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
.............................................................................................................

2 Οκτωβρίου 2019

''ΜΟΥΣΑ ΜΟΥ''

Μούσα μου εστάθη η ίδια η ζωή..
δεν την εκαταφρόνησα..
ούτε κι εκείνη εμένα...
της Τερψιχόρης ελαχτάρησα 
εκείνο το φουστάνι του χορού
μύθος να μοιάζουνε οι μέρες μου
 οι νύχτες μου να 'χουν το λυρισμό της...
Τραγούδια έκαμα τις αμαρτίες μου 
τις ανημπόριες μου στιχάκια
της μίζερης στιγμές- φορές αχλής
πέταξα το φουστάνι..
Στιχάκια έκαμα τα κολασμένα μου
τ' ακόλαστα ιερά μου τα φυλάγω
τους πειρασμούς προσκύνησα
τα πάθη μου ετάϊσα
τη δύναμη..αδυναμίες μου
σπόρους εφύτεψα στη ρίζα μου
δεντριά για να γεννούνε


Ο πιο τρανός μου ο καημός
είναι πως δε δυνήθηκα

μαζί σου να γεράσω..
τ'σπρα σαν χιόνια μου μαλλιά
την ώρα μου την ύστερη
όταν θα σβηεί το φως μου
άγνωρα χέρια μη χαιδέψουνε.

στο πέρασμά μου για τα σε
ήταν οι προσευχές μου..

Καρτέρι στήνω μες στις νύχτες μου
της Μούσας μου εκλιπαρώ
σαν οπτασία να σε φέρει
το τάμα να 'βγει αληθινό
την ύστατη εικόνα σου να ορώ...
στο επέκεινα σαν κινήσω για να σ' εβρω..

'' ΜΟΥΣΑ ΜΟΥ'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη.
.............................................................................................................

1 Οκτωβρίου 2019

''ΑΝΘΡΩΠΟΙ''


Έμοιαζες προχωρώντας ν' αναπνέεις ηδονικά..
τις μυρωδιές της πόλης και του πλήθους..
έψαχνες μια γωνιά για να σκεφτείς.. ατομικά..συνολικά..
πότε κοιτώντας χαμηλά 
στις λίμνες ψάχνοντας..μες στα θολά νερά..
και άλλοτε τα όνειρα κοιτώντας 
στα χαμένα  σου φεγγάρια..
Και γύρω σου  το ψέμμα επερίσσευε
στα σπίτια..στις αυλές..στο μέσα μας..στα γύρω ..
Και υποσχέσεις..
υποσχέσεις στήνανε χορό..
Ο αγέρας γέμιζε από ''θα''.
Μα το ''θα''  το εσπείρανε..
σου το 'λεγε η νόνα σου σοφά
κι εκείνο δεν εφύτρωνε..
αφύτρωτος ο σπόρος του μαθές
και πολυκαιρισμένος..
εσέπετο στο άνυδρο το χώμα.
Παράξενοι οι άνθρωποι..οι εποχές αλλιώτικες..
και η υποκρισία και το φαίνεσθαι..
ντύνονταν καθώς πρέπει..
Τι με κοιτάς και απορείς
έτσι δεν ήταν πάντα?
Τι κρίμα αλήθεια κι άδικο.
όταν το φαίνεσθαι υπερτερεί του είναι! 



Γρήγορος και τρεχαλητός καιρός..
καιρός της ελαφρότητας..
και του φαστ- φουντ ημέρες
της μιας ημέρας έρωτες
και κλάμματα που μια βραδιά κρατάνε..
ερπετά που σέρνονται στη γη 
οι ανθρώποι ώρες - ώρες
για μιας θυρίδας το χρυσό κλειδί..
σαν να 'ναι οι άνθρωποι μιας χρήσεως.. 
σαν το σαπούνι που ξεπλένεις και πετάς..
σαν να 'ναι τσίχλα που ξεθύμανε η γλύκα της
 και καταγής τη φτύνεις..

Μα είν' η ζωή μονάχη της μια ποίηση
εμμονική της ομορφιάς..
και μη μου βαλαντώνεις..
κι αλί σε κείνον που μονάχα την ασχήμια της
σ' αντικαθρέφτισμα ορά..
Χαμένη μες στο πλήθος τριγυρνάς
υπάρχουνε και άνθρωποι
υπάρχει ακόμα ελπίδα 
σου το θυμίζουν οι αφανείς αγωνιστές 
στου δρόμου τη γωνία
σου το θυμίζουν οι αλτρουιστές..
σου το θυμίζουν οι φιλεύσπλαχνοι..
σου το θυμίζουνε και οι ερωτευμένοι
με δίχως μάσκα και γυαλιά
στα σκοτεινά δρομάκια
με μέγα πάθος σαν φιλιούνται...

''ΑΝΘΡΩΠΟΙ'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη.
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,, 


30 Σεπτεμβρίου 2019

# ΑΚΡΩς ΓΟΗΤΕΥΤΙΚΟΝ#


 
Η ησυχία του πρωϊού
χωρίς τις άναρθρες κραυγές
παρέας του συμβιβασμού
άκρως σε γοητεύει..
πως σε τιμούνε οι σιωπές
που μέσα σου κραυγάζουν
γαλήνια σ' επισκέπτονται
συχνά σε λοιδωρούνε
μη φοβηθείς να τις ηλιάζεις εις το φως

μη φοβηθείς επί πίνακι
απέχθεια στιγμές - φορές
ωμά και στης σκληρότης..
στο ανούσιον να τρατάρεις.

άλλως..θα φέρεις εις τους ώμους
βάρος εγκληματικόν..συνέργεια..
να σέπεται η αλήθεια στους διαδρόμους...

Όλα έχουν τίμημα να λες εις τη ζωή 

και τι θαρρείς είν' ακριβό..
μα σα διαμάντι αστραφτερό
το δαχτυλίδι που θε να φορείς

στιγμές - στιγμές..εκειό..
της ακριβής.......
ενσυνειδήτου επιλεγμένης μοναξιάς σου.
 
Στην ησυχία του πρωϊού..
φαντάζει άκρως γοητευτικόν..
να αυτοσυστήνεσαι απαρχής..
να λες......εχάραξε...
Καλώς την... είμαι εδώ...
 
#ΑΚΡΩς  ΓΟΗΤΕΥΤΙΚΟΝ # - ποίηση - Σοφίας Θεοδοσιάδη.
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

# κάτω απ' τις λεύκες#



Εκεί..

στο δρόμο βγαίνω που ενοστάλγησα
στους ίσκιους απ' τις λεύκες τις ψηλές
ψάχνω για τις σκιές τους
ψάχνω μες στα θροϊσματα
λαλήματα των αηδονιών
κουβέντες που ψηλώναν την ψυχή μου..
στου τόπου που με γέννησε ξαναγυρνώ
ωσάν που επιστρέφουνε
οι θαλάσσιες χελώνες...
ξορκίζω τις αδύναμες στιγμές
στων αναμνήσεων σαν περπατώ
εξαγνίζω την ψυχή μου...
 
Εκεί..
μια χαραγμένη διαδρομή
ο δρόμος που με  πήγαινε
 στα πολύβουα της πόλης
ο δρόμος που με επέστρεφε.
σ' εκειούς που με αγαπούσαν.
στους κάμπους που επλαγιάσαμε..
στα καπνοχώραφά μας
στις δημοσιές που εμάζωξα
τα Μαρτολούλουδά μας. 



Εκεί.. 
που η νιότη ανέσεις δεν λογάριασε
εκεί στις λεύκες  στις κορφές
που επέφταν πεφταστέρια
γέμιζαν το κρεββάτι μας
εγέμιζαν το νου...
 Όταν σε μιαν επιστροφή..το δρόμο
τούτον το μακρύ τον ξαναπερπατήσω..
σ' εκειούς π' αγαπηθήκαμε πολύ
σ' εκείνους θα με βγάλει
που από κοντά μου έφυγαν
ουχί ως κύμβαλα αλαλάζοντα
μα με διάκριση μεγάλη...

# κάτω απ' τις λεύκες # - σε ποίηση - Σοφίας Θεοδοσιάδη..
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,



29 Σεπτεμβρίου 2019

''ΦΙΛΙ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ''



Λευκής μιας οπτασίας η σκια
χρώματα..αρώματα εσεργιάναγε
των φευγαλέων..περασμένων δειλινών της..
Σκόρπισε γύρω της κραγιόνια και μπογιές
τη δίψα της στιγμής..να την εζωγραφίσει
αίωρες στάλες στο χαρτί
να τις προλάβει ..να βραχεί
απ' τη χρυσόσκονη των αστεριών
πριν μετοικήσουνε ..χαθούν
εις το Σταυρό του Νότου...
άφηναν πίσω όνειρα..αγκάλες και φιλιά..
κορμιά που συναντήθηκαν..
αρώματα που έσμιξαν..
χνώτα που μπερδευτήκανε.
ανάσες που γεννήσανε αγάπες..
κείνες τις Παραδείσιες που εμοιάζανε
κι εδώσαν στης αιωνιότης το φιλί τους..
Κι έτσι καθώς τα σύννεφα άναρχα
εμετοικούσανε στο θόλο τον ουράνιο
η αγωνία της ενδύονταν την παλαιά
την μεγαλόπρεπή της αίγλη..
Φόρεσε λίγο κοκκινάδι στ' άχροα
στα τριανταφυλλένια της να μοιάζουνε
πάλαι ποτέ του πρωινού
μπουμπουκιασμένα χείλη... 
 
Ενότισε..εμαλάκωσε ο τοίχος της ψυχής
αχ! πως την εβασάνιζε το κόκκινο
το καταχωνιασμένο της συναίσθημα..
έφερνε ζέστη..φλόγα για ζωή
τι κι αν εξέπλενε τη γλύκα του ο χρόνος..
έσβηνε όλες της τις δυστυχιές..
ανεμοστρόβιλος η δική της η ζωή
γαλήνη..οργή..θλίψη..ξανά γαλήνη
αστέρι έψαχνε να βρει
φιλί στο χρόνο και σ' Εσέ
για να ταχυδρομήσει...

''ΦΙΛΙ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη.
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,