1 Νοεμβρίου 2020

''Σοφές βραδύνσεις''


art : Quint Buchholz
Εμέστωσεν ο χρόνος σου..
βρες έναν τρόπο άλλο τη ζωή να περπατάς
βραδέως να πλανιέσαι..
γαλήνεψες στου χρόνου τις καταπακτές
σοφές βραδύνσεις εσκεμμένα σε ακολουθούν
της πεμπτουσίας σου τα βήματα καρπίζουν..
Συλλαβιστά να μελετάς τ' αρχαία ρητά
να ψάχνεις τις ορμήνειες στης ζωής τα λεξικά
επί χάρτου η αγωνία σου μη μένει
να περπατάς αργά..
να ισορροπείς στου χρόνου τις κλωστές
φανατικός θιασώτης..ζηλωτής του ''σπεύδω αργά''
τα σαλιγκάρια να οράς..να τα'χεις κατά νου όταν κινούν
τη χειμερία νάρκη προτιμούν στης ανομβρίας τον καιρό
στάλα τη στάλα πως δροσίζονται σοφά στα πρωτοβρόχια
στις ξηρασίες τις ασπίδες τους φορούν..δεν αποθνήσκουν.
Στη συνοικία σου τη μικρή όλα είναι βιαστικά..πεπιεσμένα
φυλάξου..μην παρασυρθείς
μην μπλέκεις σε στρεβλούς ανεμοδείχτες
κι αν γύρω σου στέρφοι λογιούνται
όσοι βραδέως εγχειρούσιν εις τα σιωπηλά..
μη πικραθείς..
στους αδαείς..της ενοχής των η ευγλωτία παραποιεί
παραμορφώνει της ζωής των τον καθρέφτη.
 
''Σοφές βραδύνσεις'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

31 Οκτωβρίου 2020

''έρμος ο ξετροχάρης''

φωτο : από το διαδίκτυο

Έναν Δον - Κιχώτη αναζητώ
στους ανεμόμυλους ξανά για να με βγάλει..
όχι πως θα κονταροχτυπηθώ με όπλα και με σφήνες..
μα με ένα λόγο πύρινο..που αγέρας ίσως να γενεί..
συνθέμελα τ' ανεμολόγια του ξετροχάρη να γυρίσει..
Οι Δον - Κιχώτες χάθηκαν του Μιχαήλ Θερβάντες..
τους καταπίνει η απελπισία των καιρών..
έρμοι οι ανεμόμυλοι πιστά τους καρτερούνε..
μιλούν..ξεσπούν ..καυτηριάζουν ..χαίρονται..αγαπούν..
δηλώνουνε άνθρωποι ευάλωτοι..
και κουβαλούν πα στο πετσί τραύματα και πληγές.. 
γυρνούν στα στενοσόκακα τα παλαιά..λημέρια αξιών...
η ούγια τους εξέφτισε..μαντάρισμα γυρεύει..
ή μήπως πάλι ψάχνουν χίμαιρες και χάνονται σ' αυτές ? 
Μπαίνω μες στην παρέα τους..
κινώ να βρω τη γη που τους κρατεί..να την ξαναφιλήσω..
μονολογώ..παραμιλώ..θα σταματήσει αυτό το ξέφτισμα..
θα τελειώσει στο ξεδίπλωμα ετούτο το κουβάρι..
της φτώχειας της πνευματικής..της απαξίας το κουβάρι...
Μια χαραμάδα φως θα μπει και πάλι απ' το παράθυρο..
θα 'ρθει και θα τρυπώσει στα θαμπά..
θα τα φωτοσκιάσει τα άσχημα..
κάπου εγκυμονεί η εποχή κάτι καινούριο να γεννήσει..
αργεί..δύσκολη μοιάζει η γέννα αυτή..
μα είναι γραμμένο απ' τα παλιά..εις τους πυργόμυλους
στους πάπυρους..στα ημερολόγια..στα χαρτιά
η κάθε γέννα η νια..να αλέθει ελπίδα..προσδοκία ..
προσμονή..
 
''έρμος ο ξετροχάρης'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη.
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

30 Οκτωβρίου 2020

''ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ''

φωτο: από το διαδίκτυο
''αγαπημένε''

''Η συγχορδία πένθιμη στον αποχωρισμό..
μ' έχρισε αχθοφόρο σου..
της μελαγχολίας το πένθος μου
στους ώμους μου γερά να κουβαλάω..
το εγχείρημα επίπονο και βασανιστικό
ξυπόλητη να περπατώ στο καθαρτήριο..
και τη ζωή εν τάφω σου ν' αποδεχτώ
και με τη γνώση τούτη τη σοφή
στον κόσμο να πλανιέμαι..
μα ήταν ο τίτλος μου βαρύς..
τα δώρατα του πένθους λιγοστά
καθένας κλαίει μονάχος και θρηνεί εγωιστικά 
για το δικό του το νεκρό..
κι ας είν' οι τάφοι και μυριάδες εκεί έξω..
Τα κρυφά δώρα του πένθους είν' κολώνες δωρικές
 έδωσα όρκο να τις συντηρώ..
μέσα από τη σιωπή μου να πενθώ
να μην αφήνομαι στα δίχτυα της
πένθους αράχνης που τυλίγει τη ζωή..
κι ύστερα ερχόταν η βροχή
εξέπλενε τη λύπη τη βαθιά μου..
το κλάμα ενός μωρού παιδιού
που διαπερνά το παραθύρι μου
το κελαηδητό ενός πουλιού την Άνοιξη
οι αγκαλιές ζεστές των βλασταριών
που άφησες ενθύμια στη Γης..δώρα ακριβά
το μάτι που μου κλείνει ανελέητα η ζωή
νικούν το Θάνατο..
ανθίζουν τη ζωή απ' την αρχή της''.

''ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη..

,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

28 Οκτωβρίου 2020

'' δόλιχοι δρόμοι''

by Edward Hopper
Είδα ένα βράδυ ένα όνειρο
από τα έγκατα εφύτρωναν γήλοφοι και χορτάρια
μα ένας δράκος στέκονταν στην κορυφή
εβούλιαζε τους γήλοφους..έκαιγε τα χορτάρια
και απόμενα στην άκρη τους..βουλιάζοντας στους βάλτους..
υψώνονταν μπροστά μου ευθύς οι τύμβοι της ψυχής..
της γης το πνεύμα απλώνονταν στα πόδια μου ..
ζητούσανε να τους διαβώ..ξυπόλητη κι ας ήμουν..
να εξηγήσω εθέλησα  το 'ονειρο
μη μένει βαλτωμένη η ψυχή
στης νύχτας του ονείρου μου τα δίχτυα..
Ένα τραγούδι αρχίνισα  στον ύπνο μου
για να ξορκίσω το κακό..τον πόνο μου να διώξω
μου το 'μαθεν η μάνα μου πατρίδα να υφαίνω..
''πέρνα σαϊτα μου καλή μετάξι να ν' το υφάδι
και ύφανε στον αργαλειό τους γήλοφους τους τύμβους
στήστους ξανά απ' την αρχή..να μην τους ονειρεύομαι
στης ενδοχώρας μου ανάγλυφοι να φανερώνονται τις χαραυγές
κι αν μοιάζουν δόλιχοι οι δρόμοι τους
έχουν κρυμμένα μες στο χώμα τους
λείψανα αγιασμένα''..
 
 '' δόλιχοι δρόμοι'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη..
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

26 Οκτωβρίου 2020

''να μιλήσω για πατρίδες''

φωτο : από το διαδίκτυο
Κατήντησα σχεδόν σκιες να κυνηγώ των ιδεών μου
 σε τούτη τη μοιραία πόλη και την αχανή
σαν έφτασα μικρή..σπουδές και τίτλους ν' αποχτήσω
στους κρατικούς να εναποθέσω λειτουργούς
τους είπα πως γνωρίζω ανάγνωση καλή ..
γραφή και πως κατέχω μίαν μικρή ρητορική
τους μαθητές μου να πλανεύω
καθόσον νέα..υγιής κι ορμητική
και πως κατέχω και θαυμάσια την Ελληνική..
με πήρανε στη δούλεψή τους..
μα δε με αφήκαν λεύτερη ποτές
μου βάζαν λόγια εις το στόμα..ύλη διδακτέα
απαγορεύσεις για τους δούλους να μιλάω
του Σπάρτακου το κεφάλαιο αν τυχαίνω ν' αφαιρώ 
κι έτσι και έκαμα πιστή..πειθαρχημένη..
άλλοτε απείθαρχη..επαναστατούσα..εκρηκτική
μα μια εσωτερική φωνή με συγκρατούσε
ανέστιος μη μείνω..πένης και πτωχή.
 
Περάσανε τα χρόνια κι ήμουν ευτυχής
θαρρούσα οι διδαχές μου πιάσαν τόπο
με ήσυχη συνείδηση στο δρόμο επερπατούσα
καμάρωνα πως έχτισα σκεπτόμενους πολίτες..
ώσπου ένα πρωινό μονολογούσα για πατρίδες..
τους ζηλωτές του κλέους των ηρώων της ξεχνώντας
όταν επέταξαν τα περιστέρια μου στο νου..
θαρρώ πως είχαν τσακισμένες τις φτερούγες..
κι οι νέοι μ' αδιαφορία με κοιτούσαν
καθώς ρουφούσαν βολεμένοι-αβόλευτοι έναν καφέ..
ίσως να φάνταζα στα μάτια τους ουτοπική
που ακόμα για μια λεύτερη πατρίδα σεργιανούσα..
φταίω κι εγώ που δεν ετόλμησα νωρίς
να ανταλλάξω το καρβέλι με τη λέξη αντοχή..
 
''να μιλήσω για πατρίδες'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη..
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

25 Οκτωβρίου 2020

''ολίγον φως''

Ζωγράφος : Λιούμπεν Πασκούλσκι
Τι γύρευες στ' αλήθεια για να έβρεις
από τα έγκατα βαθειά να ανασύρεις
ολίγον φως..
όταν το σκότος..της ψυχής το θόλο εκατέκλυζε.. 
από τις γρίλλιες να τρυπώνει κλέφτης του φωτός..
στους σπόρους να γεννά ξεριζωμένες φύτρες απαρχής..
πριν μούχλας σήψη τις σκεπάσει..
πριν να θαφτούν σε χώμα αλίπαστο..αφύτρωτο..χαθούν
ηλίανθους ζεστούς να μας καρπίσουν..
κι αν στο κελάρι σου το σκοτεινό
το φως δε δυνηθεί..προσόψεις των αδήλων να φωτίσει
μη φοβηθείς..
στο αδάμαστο το δάσος σου εκείνο της ψυχής
να σιγοκαίς..ν' ανάβεις μοναχή σου τα κεριά σου..
ολίγον φως αφ' εαυτού..το σκότος διαλύει..

''ολίγον φως'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη

,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

24 Οκτωβρίου 2020

''με άρωμα φιλύρας''

art : Laura Makabresku
 
Έρχονταν μες τον ύπνο μου οι στιγμές..
ονείρων τα μηνύματα..αυτοπαγίδευσης στιγμές
που επιθυμούσα να επιστρέφω.
στον ίσκιο τους να χάνομαι
στους δρόμους της πολιτείας με τις φλαμουριές
να 'χω οδηγό τον αστρογεμιστό ουρανό
τις νύχτες στα παλιά μου τα λημέρια να με βγάνει..
μέσα σε ξάστερες βραδιές..σε διαδρομές μοναχικές
ένα κλαράκι μιας φιλύρας να κρατώ
να 'ναι το άρωμα όπως τότες απαλό
τον πόθο μου για σε ν' αρωματίζει..
Σου γράφω πάλι απόψε..να με συμπαθάς
δεν ξέρω αν θα ιδώ το δάσος μας που νοσταλγώ
κάτω απ' τις γλυκόχροες φλαμουριές 
την άφθορη αγάπη μας να τραγουδούν οι φυλλωσιές..
με άρωμα φιλύρας λέξεις σου ταχυδρομώ
πάει καιρός στον ύπνο μου που δεν εφανερώθης
τις λέξεις μεγαλώνω..τις πλαταίνω..γίνονται αγκαλιές
για να χωρούνε συναισθήματα
να εγκλωβίζουνε τ' αρώματα..δε διαρκούν για πάντα..
περάσανε οι Άνοιξες..της νιότης μας τα άνθια
ήρθαν Χειμώνες στα μαλλιά..εκρύφθη το φεγγάρι
κι είναι στιγμές..μα τι στιγμές
αμέτρητα τα σούρουπα τα χνάρια σου που ψάχνω..
της ''εξορίας'' πήρες το δρόμο  μιαν αυγή
στης θύμησης με βλέπω να δακρύζω..
 
''με άρωμα φιλύρας'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη.
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,