30 Νοεμβρίου 2020

''γίνε ο λύχνος''

Ζωγράφος : Λιούμπεν Πασκούλσκι

Κι αν δεν μπορείς λάμπα θυέλλης στη ζωή για να γενείς.. γίνε ένας λύχνος ταπεινός..
του έρποντος του πλήθους τα σκοτάδια να φωτίζεις..
λάδι να 'ναι  η αγάπη σου στο καντηλέρι τους..
όσων βρεθήκαν σε υπονόμους στα θολά νερά..
να τους ξεπλένεις..
ρούχο που μυρίζει γιασεμί να τους φορείς..
να τα φωτίζεις τα κατώγια τους..
μη γίνεσαι ο δικαστής..κι αν χρειαστεί
τις δέκα εντολές να παραβαίνεις..
τις αντοχές τ' ανθρώπου να μετράς..
χωρίς συγκριτικά η καταγραφή των
έδωσες όρκο..στους Θεούς..στους ποιητές και στα παιδιά..
εις την παραμυθία αφέθηκες μεθυστικά 
στου λυχναριού του Αλλαντίν..ονειρευάμενη..
στο σμίλεμα αφέθηκες..
ως φως να γίνεις και να μοιάζεις
μην λησμονείς του ονείρου τα μηνύματα
τον κόσμο να αφήσεις φωτεινότερο
όταν στους ουρανούς μεταναστεύσεις.
κι όταν νυχτώνει στα λιβάδια και στις ακροποταμιές
αλαφροϊσκιωτα να περπατείς
άνθρωπος είσαι..και αν δεν έχεις τη μορφή
ιεραπόστολου και μύστη..έχεις καρδιά
χτυπάει γρήγορα..και άλλοτες λυγά..
γι αυτό σου λέω πάρε το μήνυμα..
κάτω απ' το πανωφόρι σου μονάχα για τα σε
το λύχνο σου μην κρύβεις
 
στα έρημα καλύβια ν'ατενίζεις τη ματιά
ανέβα ως την τελευταία κορφή
μην μένουνε στα σκοτεινά οι ανηλεείς
να 'χει ένα σκοπό στα χέρια σου κι ο λύχνος..
 
''γίνε ο λύχνος'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη

...................................................................................................................................................................

26 Νοεμβρίου 2020

''αλλότριοι δρόμοι''

φωτο : από το διαδίκτυο
Η πόλη έρημη αναπαύεται
θαρρείς κι επλάγιασε η ζωή
στου φόβου το λημέρι
μέρες που στάζουν ερημία αλλόκοτη
αλλότριοι δρόμοι..βαλσαμωμένοι άνθρωποι 
απόμειναν γυμνές οι γειτονιές 
δε βγαίνει το κορίτσι απ' το πορτόθυρο
σαπούνι πασχαλιάς στο διάβα της το βιαστικό 
έπαψε η γειτονιά να μας μοσχομυρίζει
σκιες ιχνές των ζωντανών εσώκλειστες καραδοκούν
μα εμέ ..ετούτη η σιωπή η άγνωρη 
μ' αφήνει να διαβαίνω αγιάτρευτα ρομαντική
με το σακί των αναστεναγμών στον ώμο τον κυρτό
να γοργοπερπατώ μες στα σοκάκια τα στενά
καθώς το αλλότριον πλήθος έρπει..
φυσάει στο πρόσωπό μου βοριαδάκι απαλό
όμοιο στο χνούδι μάνας είν' το δροσολόγημα
κι ένα γραμμόφωνο στην ώρα τη μενεξεδιά
την ώρα που το δείλι ακουμπά
στη γκρίζα του ορίζοντα γραμμή
μήνυμα στέλνει απ' τα παραθύρια τα κλειστά
αγνοεί ληστές..το θάνατο..τα προσπερνά
π' αλώσανε την πόλη αόρατα
εθάψανε το φίτρο της ζωής..
κρύβουν σοφία όσο να πεις
της φύσης τα τερτίπια
βάζουν σε τάξη υπερφίαλους..μεγαλομανείς
που αιωνιότητα καμώνονταν
δεν είν' δικό τους το βασίλειο πια
όλων η ζωή ανεξέλεγκτα τελειώνει με λυγμό.
Οι σκέψεις μου υπέρβαση ζητούν
εις το ζενίθ να φτάσω την ποιότητα της φύσης μου
διδασκόμενος αεί των αλλοτρίων δρόμων.
 
''αλλότριοι δρόμοι'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

25 Νοεμβρίου 2020

'' κοίτα να δεις τι θέμα μου 'βαλες Θεέ! ''



 
Κάθε που ροδοστάζει το ξημέρωμα
σημαδεμένη τη σελίδα άγραφη 
μου στέλνει ο Θεός μου
το θέμα το διαλέγει αόρατα από πριν
μόνη να τ' αναλύσω με καλεί
να μ' αφουγκράζεται κι εκείνος να σωπαίνει
ξοδεύω τη ζωή μου αναζητώντας τον
στις τεθλασμένες του μυαλού  τον συναντάω
μα δεν τα καταφέρνω  να ακούσω τη φωνή..
ψυχές μου φόρτωσε να κουβαλώ
ανάσες κι αναστεναγμούς
ο γητευτής να γίνομαι το γιατρικό
αφ' εαυτού κι αγαπημένων..
ένα σενάριο σκαρφίζομαι όταν στενεύει η ψυχή
κρυμμένη η τραγωδία στο σατυρικόν
τολμάει χρώμα η σελίδα να γεμίσει
κρυμμένος μένει ο φόβος εις την άκρη των ματιών
κι η μοναξιά ατσαλάκωτη
στο λουλουδένιο το φουστάνι το μπερδευτικό
στης παραπλάνησης..στης φαρσοκωμωδίας
καθώς ο ψίθυρος πλανιέται εκκωφαντικός
Χοῦς εἶ καί εἰς χοῦν θα ἀπελεύσεις…
κοίτα να δεις τι θέμα μου 'βαλες Θεέ
να τον φιλοτεχνήσω μοναχή μου της ψυχής μου τον καμβά
μελάνι ν' αγοράσω απ' τους ροδανθούς
και ορατά..εσένα τον ανεύρετο να σε φιλοτεχνήσω..
 
 
''κοίτα να δεις τι θέμα μου 'βαλες Θεέ ! '' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

''άγρυπνα βραδια''

Έργο : René Magritte
Άγρυπνα βράδια..
κι οι λησμονιές σιμώνουν γλυκερές
χυμένες στο ποτήρι με το μοσχοφίλερο
εσένα καρτερούνε..
πλανιέσαι  στα σκοτάδια μου
σε σύννεφα που τρέχουνε του σύμπαντος
να σ' αγκαλιάσω  χέρια απλώνω
φως της  μικρής μου αιωνιότητας
χαμογέλιο των χειλιών μου που εσβήσθης..
τις μέρες του Χειμώνα αγαπώ πολύ
γιατί νυχτώνει γρήγορα κι εγώ
ας σέρνω το φορτίο με σκληρότητες
αγκαλιάζω τη θλίψη μου απαλά
η αγρυπνία η εντός..θανάσιμα ουρλιάζει
ψάχνω στα ίχνη..στις σκιές σου κάτι απαλό
το σ' αγαπάω να σκεπάσει την ψυχή
φεγγάρια να γεννήσει......
χίμαιρα θα ειπούν οι αφελείς
μα απόψε εκρεμάσθη το φεγγάρι εις τη στέγη μου
στα παραθύρια μου οι γρίλλιες στάξανε στιγμές
κι εβάλθηκα να κλαίω σε
καθώς σκια..χωρίς πνοή χαμογελούσες...

''άγρυπνα βραδια'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,


22 Νοεμβρίου 2020

''Σαν θέλεις να κεντήσεις τη ζωή''

φωτο : από το διαδίκτυο
Σαν θέλεις να κεντήσεις τη ζωή
χρυσή να την επαραγγέλνεις την κλωστή 
απ' τα παζάρια της Ανατολής..
σ' αραχνιασμένης..της φτηνής
αγοραστής μη γίνεσαι πραμάτειας..
να την κερώνεις την κλωστή
ν' αντέχει τες τις βελονιές
τ' αγκάθια ετρύπησαν τα χέρια σου
ματώσαν την καρδιά σου
η θλίψη εκονταροχτυπήθηκε με τη χαρά
ενίκησε της κόλασης τις έγνοιες
το ριζιμιό τ' ανθρώπου είναι βαρύ
πολλοί οι πεινασμένοι απάνω εις τη γης
λίγοι οι χορτασμένοι
μα ο δικός σου ο αραμπάς πηγαίνει αργά
πατά ο τροχός γερά στη γη
τους κεραυνούς διαβαίνει τους
εις τους γκρεμνούς κατρακυλά τα αιχμηρά λιθάρια..
φασκόμηλο μυρίζει η δική σου γη
τα πικραμένα λόγια τους γιατρεύεις τα
υφαίνεις τα στο εργαστήρι του μυαλού
στο σύθαμπο του ουρανού τα στέλνεις κάθε δείλι
να φέγγουνε το δίκαιο και το άδικο..
 τις έναστρες τις νύχτες..
τα δακρυσμένα πρόσωπα πληθύνανε
εγίνανε κεριά..φωτίζουν τη ζωή σου
τη μοναξιά δεν τη φοβάσαι πια
καντήλι έγινε άσβεστο
ενίκησε το Θάνατο..ιστορίζει τη ζωή σου
κάθε που κρύβεται σε δάση κακοτράχαλα 
της αθωότης σου ο κρουνός
στο ροσμαρίνι της μάνας σου τον ψάχνεις στα ριζά 
και η στόχαση  να γίνει σιωπηλή κραυγή
σαν θες να την κεντήσεις τη ζωή
ν' αναμειγνύεις χρώματα 
χρυσές κλωστές από της λογικής
και την παλέτα της ψυχής.. 
χρυσό κεντίδι στο μαντήλι της ζωής
 μονόγραμμα να το φορείς
 στο μέρος της καρδιάς σου.
 
''Σαν θέλεις να κεντήσεις τη ζωή'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη.

,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

21 Νοεμβρίου 2020

⫷ τα γενναία κορίτσια ⫸

φωτο : από το διαδίκτυο
Τα γενναία κορίτσια πλερέζες δε φορούν στην κεφαλή
μεταξωτές υφαίνουνε  πλεζέρες στην ψυχή
τα τραύματα σκεπάζουν.. επουλώνουν..
φτάνουνε τόσο εύκολα μες στο μυαλό..ιαχές..κραυγές θανάτου.
ο φασισμός τα περιθώρια στενεύει τα.
οδηγεί σε στενωμένες ατραπούς ..
μα τα γενναία κορίτσια π' έρχονται 
βαθιά απ' τις εγκατιές της Γης
ξυπνάνε την αυγούλα..
νίβουν το πρόσωπο με δροσερό νερό
δένουν με την κορδέλλα της ζωής 
τα κατσαρά τους τα μαλλιά..
κρατούν αγριοπερίστερο στο χρώμα της φωτιάς
στα ακροδάχτυλα..
μήνυμα ελευθερίας..νιας εκκίνησης..
βγαίνουνε στην αρένα..ένα παιχνίδι ξεκινούν
ταύρος η ζωή και ταυρομάχοι αυτά
δεν είναι παραμύθι για δειλά κορίτσια η ζωή
θέλει τον κόκκινο μανδύα να φορούν
την τύχη τους να προκαλούν
να πιάνουνε το νήμα απ' το κουβάρι απ' την αρχή
στο τέλος της διαδρομής
σ' ενα σαθρό υπόστεγο βρεμμένα μη βρεθούνε
τη μοίρα τους ξορκίζοντας..μικρομοιρολογώντας..
 
⫷ τα γενναία κορίτσια ⫸ - Σοφίας Θεοδοσιάδη.

,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,


20 Νοεμβρίου 2020

«θα μετανιώνεις»

φωτο : από το διαδίκτυο

Μπάζει αγιάζι απόψε απ' το φεγγίτη μου. 
 
ερίγησαν τα φύλλα της ψυχής μου ! 
Θα το μετανιώσεις μου 'λεγες
δεν γρηγορείς κι ο χρόνος τη σκυτάλη του
με το θάνατο αλλάζει..
θα μετανιώνεις που δεν επροκάναμε
εκείνο το ταξίδι που εσχεδιάζαμε..το υποσχόμενο
προσκύνημα στο χώμα που με γέννησε
στη μακρινή Odessa........
πάντα οι ανάγκες μας προλάβαιναν
η ανέχεια κι ο κάματος φραγμοί και αλυσίδες
δεσμά αόρατα του νου ..ο φόβος για το αύριο
στις ψυχές να εντρυφεί..να αναβάλλει
να 'χουμε δυο δεκάρες και για τα παιδιά
τα τρένα τούτης της διαδρομής
κοστίζουν ακριβά..
Ένα μονάχα θα με τυραγνεί..
εγκατέλειψες στο μέσον της διαδρομής
εχάθης στης αβύσσου.
δεν πήρες για αναμνηστικό..
το ελησμόνησες
εις τη βιασύνη σου για το φευγιό
τα γάντια που σου έπλεξα
τις παγωμένες νύχτες τις λευκές
εις το ταξίδι σου το μακρινό
γλυκά να σε ζεσταίνουν...
Όταν θα βρέχει έξω και θα συννεφιάζει ο ουρανός
θα δεις..απόηχος θα σου μηνάει..
''θα μετανιώνεις''  ..θα το δεις
τα φιλντισένια λόγια σου εγίνανε καρφιά 
τα έθαψες στο μνήμα..
θέλει κουράγιο να ανακαλείς.. 
έρχεσαι..φεύγεις..χάνεσαι αθόρυβα
στο βάθος της αλέας..σκια που ηχείς 
και κλαίν μαζί μ' εμέ κι οι Μούσες.. 

 «θα μετανιώνεις»  - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,