27 Μαρτίου 2016

Τα απογεύματα της Κυριακής...- της Σοφίας Θεοδοσιάδη.



Πάντα τα απογεύματα της Κυριακής γεμάτα ήσαντε από μια γλυκειά μελαγχολία...Θες γιατί τέλειωνε ο ορίζοντας των δυο ημερών ...του πολύτιμου χρόνου αυτού του εγαζόμενου...θες γιατί οι ελπίδες μείναν ανεκπλήρωτες...και τούτη δω την εβδομάδα...ίσως θα μπορούσαν νάναι και αλλιώς...κι άλλη αξιολόγηση τους πρέπει...γιατί είναι το εφαλτήριο...μιας άλλης πολλά υποσχόμενης...καινούριας εβδομάδας...ελπιδοφόρας προσμονής...μέχρι το άλλο απόγευμα ...μιας άλλης Κυριακής...

Όμως είναι όμορφη η φύση γύρω μας...κι ας μη μελαγχολούμε...κι εκεί το βλέμμα μας ας στρέφουμε...από αυτήν δύναμη ας αντλούμε...χωρίς τα υπερφίαλα και τα φανταχτερά τα μεγαλεπίβολα τα σχέδια...να μας πτοούν ...να μας πονούν και να μας γονατίζουν...
Το βλέμμα μας λίγο πιο κει ...ακόμα και από μια άχαρη ...συνηθισμένη πολυκατοικία...εκεί που αρχίζουνε πότε - πότε κάποιοι χώροι ...σαν λιβαδάκια μέσα στο τσιμέντο αυτό των πόλεων...εκεί φυτρώνουν άνθη ταπεινά...μα τόσο ελπιδοφόρα...που σου θυμίζουνε μεθυστικά το άρωμα της Άνοιξης..εκεί ας εστιάσουμε...ίσως να θυμηθούμε τις αλλαγές που έρχονται από μόνες τους...για να μας συναντήσουν...

Πόσες φορές αναρωτήθηκα τι είναι αυτό που μ'εκανε για μια ζωή...τα αγριολούλουδα να τα λατρεύω...
Άλλοτε έδινα απάντηση...και έλεγα στη σκέψη μου πόσο πολύ μας μοιάζουν...γιατί απλά ...μικρά και ταπεινά...και λούσα δεν προβάλλουν...
Πολύχρωμα ...άσπρα και κίτρινα και κόκκινα...και μώβ και χρυσαφιά...μα πάντα εκεί στης παπαρούνας το κόκκινο το μάτι μου εσταμάταγε...λες και λέξεις μούστελνε...λες και μου εμιλούσε...
Σαν ξεχασμένο αίμα που εστάλαξε από παλιά...τα φύλλα της εχρωμάτισε...και να θυμίζει τον πόνο που επέρασε...επάνω της εκουβαλούσε...έτσι κι αλλιώς ο μύθος λέει ...πως από το αίμα του Χριστού εβάφτηκε κι εφύτρωσε...κάτω απ' το σταυρό του μαρτυρίου...
Κι αναρωτιέμαι εγώ συχνά...τα σιωπηρά τα απογεύματα της Κυριακής...πόσα λιβάδια παπαρούνες αντίκρυσαν τα μάτια μου...καθώς η Άνοιξη φουντώνει ?
Είναι τόσος πολύς ο πόνος εις τη Γη...που εκοκκινίσαν τα λιβάδια ?

Απάντηση μου δίνουν γύρω μου...μέσα στον εξελιγμένο τον αιώνα...οι χιλιάδες που καθημερινά...τους δρόμους διασχίζουνε...την τύχη και την ευτυχία αναζητώντας...
Μα αύριο μια καινούρια εβδομάδα ξεκινά...και μες στο νου μου εκαρφώθη...πως θάναι αύριο πιο πολλά τα λούλουδα.. οι μαργαρίτες...τα ζουμπούλια ...τα κυκλάμινα, μες στα λιβάδια και στα ξέφωτα ανθισμένα...
Σκέψεις - Κείμενο - Σοφία Θεοδοσιάδη....
................................................................................................................................................................

Η ΠΑΝΑΓΙΑ Η ΓΟΡΓΟΝΑ | ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΥΡΙΒΗΛΗΣ..


  (Πως περιγράφει ο Στρατής Μυριβήλης τον ερχομό της άνοιξης στην αιγαιοπελαγίτικη Σκάλα)

Στα ακρογιάλια του Αιγαίου ,η Άνοιξη βγαίνει από τη θάλασσα.
Ένα πρωί ο αγέρας φέγγει πιο γαλάζιος, τα κύματα ξεδιπλώνουν στον άμμο το νέο ρυθμό με κοντές αναπνοές.
Το πέλαγο μυρίζει φρεσκάδα, παντού το κεντάνε σύντομες απανωτές αστραψιές.
Τότες ανοίγουν πάνω στα τρεμουλιάρικα νερά κύκλοι ασημένιοι, μ'  ένα χρώμα σαν το στήθος του παγονιού.
Είναι αμέτρητοι, ο ένας μέσα στον άλλον, ο ένας κυνηγά τον άλλον.
Έτσι ως τον ορίζοντα 
Από τη μέση,από την καρδιά του ανθού της θάλασσας ,βγαίνει η άνοιξη του Αιγαίου.
Η Αναδυόμενη. Παντού πεταρίζουν άσπρες, γαλανές φτερούγες. Γιορτάζει ο αγέρας, η στεριά, τα λαφριά σύννεφα κι ο μεταξωτός ουρανός.
 Τα καράβια μέσα στο λιμάνι ισάρουν όλα τα πανιά να στεγνώσουν, κ’ είναι να κάθεσαι να τα βλέπεις. Στις ρηχοπατιές σειούνται, πιασμένα από τις μαλλιασμένες πέτρες του βυθού, λιγνά, μακριά τσουνιά από νερολούλουδα.

 Τα φύλλα τους είναι ζωντανά, είναι ξανθιά. Απλώνουν ράθυμα κάτι νήματα από μαλακό μάργαρο, και κρεμάζουν αρμαθιές από μικρούς καρπούς, χρώμα άγουρο κερασί.
Παντού είναι το πανηγύρι της νέας νιότης, που ξαναβαφτίστηκε στην αιώνια χαρά του Θεού.

Χιλιάδες μικρά χρωματιστά ψάρια συνθέτουν, και πάλι στη στιγμή τσακίζουν τα μωσαϊκά του βυθού.
Αμέτρητα σαλιγκάκια, μικρά σα σπόροι του ροδιού, σηκώνουν στο φρέσκον ήλιο το σουβλερό καφκί τους, ψιλοδουλεμένο με πορτοκαλιά πλουμίδια.
 Έχουν τριανταφυλλιά νυχάκια, βγαίνουν και βοσκίζουν λαίμαργα το χνούδι από τις μουσκλιασμένες γιαλόπετρες.

Απλώνεις να τα πιάσεις, και κείνα, μόλις νιώσουν από πάνω τους τον ίσκιο του χεριού, αφήνουν μπόι και βουλιάζουν, αμμοκούκουτσα ανάμεσα στ’ άλλα του βυθού. Τρέχα να τα βρεις.
Έτσι βγαίνει η Άνοιξη από το Αιγαίο , βγαίνει από τα νερά και προχωρεί.

 (Στράτης Μυριβήλης) 
Πηγή http://stratis-myrivilis.weebly.com/index.html

............................................................................................................

25 Μαρτίου 2016

Τάσος Λειβαδίτης «Ο άνθρωπος με το ταμπούρλο» (απόσπασμα)






Τάσος Λειβαδίτης «Ο άνθρωπος με το ταμπούρλο» (απόσπασμα)

[...] Τραγουδάω εσάς που πέσατε κάτω απ’ τις σφαίρες
και βουτηγμένοι στο αίμα σας σηκώνατε το χέρι και δείχνα-
τε στους άλλους να προχωρήσουν
κι αφού είχαν όλοι προσπεράσει πια κ’ είχατε μείνει καταμό-
ναχοι πεσμένοι στο δρόμο
ακούγοντας τη βουή και τα ντουφέκια του πλήθους που προ-
χωρούσε
σφίγγατε πάνω στο στήθος σας μια χούφτα χώμα απ’ την
αγαπημένη πατρίδα
και πεθαίνατε. Τραγουδάω εσάς.
Τραγουδάω όλους εσάς που αντισταθήκατε
τραγουδάω τους άσπρους, τους μαύρους, τους κίτρινους
τραγουδάω την ελπίδα που δεν έχει χρώμα
τραγουδάω το αίμα που σ’ όλα τα γεωγραφικά σημεία είναι
κόκκινο.
Με το λαρύγγι μου πεταμένο έξω φαρδύ, σαν προκυμαία
τραγουδάω την παγκόσμια αδερφοσύνη.
Μα απόψε, αδέρφια, δεν είμαι ποιητής.
Απόψε δε θέλω να ’μαι ποιητής.
Απόψε είμαι ο τυμπανιστής μιας απέραντης στρατιάς
με δύο δισεκατομμύρια μαχητές ακροβολισμένους
μές στη
νύχτα.
Και προχωράμε.
(Από τη συλλογή Ο άνθρωπος με το ταμπούρλο, Αθήνα, Κέδρος, 1956)

ΠΗΓΗ : Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας - Κωνσταντίνος Μάντης.
.................................................................................................................................................................. 


Νάνα Μούσχουρη ~ Το παιδί με το ταμπούρλο

 ....................................................................................................................................................................

24 Μαρτίου 2016

Τιμή σ' αυτούς.. όπου στη ζωή τους όρισαν να φυλάγουν Θερμοπύλες !!! - της Σοφίας Θεοδοσιάδη.





Δε θα ήθελα να σταθώ σε μια απλή εξιστόρηση των γεγονότων της Επανάστασης του 1821, όχι γιατί είναι μικρότερης σημασίας ,αλλά γιατί πιστεύω πως ο απόηχος αυτού του αγώνα είναι κάποια σημαντικά μηνύματα στα οποία θα ήθελα να αναφερθώ.Μηνύματα που ακόμα και σήμερα , ίσως περισσότερο σήμερα σ' αυτή την εποχή που ζούμε ,έχουν μεγαλύτερη αξία.
  Αξίες και ιδανικά που χαρακτήριζαν τους αγωνιστές εκείνους - μιας άλλης εποχής- αγωνιστές που ξεπέρασαν τον ίδιο τους τον εαυτό και στάθηκαν φωτεινά παραδείγματα στην ιστορία της φυλής μας.

  '' Ο κόσμος μας έλεγε τρελούς '' θα πει ο Κολοκοτρώνης και κάποιος άλλος απλός άνθρωπος θα πει : ''με τους τρελούς πάει μπροστά η ζωή '', τους τρελούς που αψηφούν την πείνα ,τις κακουχίες ,τον πόνο ,τον θάνατο κι αγωνίζονται σ' έναν αγώνα, που για πολλούς ήταν από πριν άνισος και καταδικασμένος.
Κι όμως ''η δύναμή σου πέλαγο κι η θέλησή σου βράχος '''θα γράψει ο Διονύσιος Σολωμός .
Οι υλικές δυνάμεις ,οι πειρασμοί θα υποκύψουν για άλλη μια φορά μπροστά στην ηθική και συγχρόνως τολμηρή προσωπικότητα του κάθε αγωνιστή.
    Του κάθε αγωνιστή αλλά και όλων μαζί.
Το θαύμα της ελληνικής ομοψυχίας.
''Το πρώτο χρόνο της Επανάστασης είχαμε μεγάλη ομόνοια και όλοι ετρέχαμε σύμφωνοι '',
θα πει ο Κολοκοτρώνης και πάλι  : '' Ο ένας επήγε εις τον πόλεμο, ο αδελφός του έφερνε ξύλα, η γυναίκα του εζύμωνε ,το παιδί του εκουβαλούσε ψωμί και μπαρουτόβουλα εις το στρατόπεδον :
Κι αν αυτή η ομόνοια εβαστούσε ακόμα δύο χρόνους , ηθέλαμε κυριεύσει και τη Θεσσαλία και τη Μακεδονία και ίσως εφθάναμε έως την Κων/πολη. Τόσο τρομάξαμε τους Τούρκους ,όπου ακούγαν Έλληνα και φεύγαν χίλια μίλια μακρά''. 

'' Είμαστε στο εμείς'' θα πει ο Μακρυγιάννης στα απομνημονεύματά του  :
''Είμαστες στο εμείς και όχι εις το ''Εγώ''.
''ο αγώνας για το μέσα μας,να αυτό πρέπει να κερδίσουμε '' λέγει ο Μιαούλης στο μικρό μπουρλοτιέρη ''Σε μια λεύτερη πατρίδα η σκοτεινιασμένη ψυχή δεν έχει τόπο''.
Κι αναφερόταν στη διχόνοια , στις φαγωμάρες μεταξύ των Ελλήνων.
''Ο αγώνας με τα όπλα θα τελειώσει κάποτε .Σκλαβιά που φαίνεται και πολεμιέται είναι καλύτερη από τη σκλαβιά του μυαλού και της ψυχής''.

     Η υπέρβαση από τα προσωπικά πάθη και φιλοδοξίες του καθενός στον κοινό αγώνα ,στον κοινό σκοπό ,στο κοινό όραμα.Μιαν ελεύθερη πατρίδα κατοικημένη από ελεύθερους ανθρώπους.
Ελεύθερους όχι μόνο από τον ξένο ζυγό ,αλλά και εσωτερικά ελεύθερους.
''Ελεύθεροι Πολιορκημένοι'' Μεσσολόγι = πανανθρώπινο σύμβολο , σύμβολο αντίστασης ,σύμβολο του μεγαλείου της ψυχής.
Διονύσιος Σολωμός ο ποιητής των Ελεύθερων Πολιορκημένων - που ξεκινώντας από το συγκεκριμένο ιστορικό γεγονός- ανάγεται στον αγώνα του ανθρώπου για την ηθική,την εσωτερική του ελευθερία.

Η ηθική ελευθερία είναι το πιο ισχυρό καταφύγιο της ανθρώπινης ψυχής που πολιορκείται από τη φυσική βία.Στη δύναμη της πολιορκίας ,στην πίεση των Τούρκων ,στην εξάντληση της πείνας, στην ομορφιά της Άνοιξης , σε όλες τις επιθέσεις οι πολιορκημένοι κράτησαν την ψυχή τους ορθή,αντιστάθηκαν,άρα έμειναν ελεύθεροι.
Αυτό όμως δεν αφορά μόνο το Μεσολόγγι και τους Μεσολογγίτες,αλλά κάθε άνθρωπο σε όλα τα πλάτη και τα μήκη της γης, που αντιμετωπίζει με καρτερία και θάρρος ,με γενναιότητα και ηρωισμό τη δύναμη του Κακού ,ορθώνοντας την ψυχική του αντοχή ,τη θέλησή του να μείνει ελεύθερος, εσωτερικά ελεύθερος.
Τιμή και δόξα στους αγωνιστές της επανάστασης του 1821.
''Τιμή σ' εκείνους όπου στη ζωή τους όρισαν και φυλάγουν Θερμοπύλες!!! ''.

Σκέψεις - Κείμενο για την επανάσταση του 1821
Σοφία Θεοδοσιάδη - εκπαιδευτικός.
..................................................................................................................................................................

23 Μαρτίου 2016

Φεγγάρι μου Ολόγιομο..- της Σοφίας Θεοδοσιάδη.



 Σκοτείνιασε κι απόψε από νωρίς..εδώ στον Αχα'ι'κό.. τον βροχερό ...γεμάτο σύννεφα ουρανό...
Τετάρτη απόβραδο..ανοιξιάτικο...βαδίζει ολοταχώς προς την Ανάσταση...μυρίσαν γύρω τα ζουμπούλια...κι ο ουρανός από νωρίς τα χρώματα αλλάζει και τα μαβιά του φόρεσε ξανά...
Γρήγορα εκατοίκησε κι απόψε μπρος στο παραθύρι μου το ολόγιομο φεγγάρι...
 Σελήνη μου ολόγιομη να σε αποφύγω προσπαθώ .. μα δεν τα καταφέρνω....
Πάλι κι απόψε στάθηκες αντίκρυ μου ...με πήρες το κατόπι.

.Παράξενα ...ασάλευτο από ψηλά μου γνέφεις ...μου γελάς..φεγγάρι μου..ανοιξιάτικο κι  ολόγιομο.. και περιπαιχτικά να μου μιλήσεις προσπαθείς...Τόσες φορές με γέλασες ...με νίκησες και μ'έστειλες  σε ψεύτικους παράδεισους ,τα άνθια τους εκεί να συναντήσω..
Θέλησα να ξεγελαστώ κι ας έλεγα συχνά, πως το φως σου με εμάγεψε και με έφερε κοντά σου.
Τόχε ανάγκη η ψυχή για να ξεγελαστεί ...δεν άντεχε το γκρίζο ...που τα σύννεφα εσκόρπιζαν εκεί ψηλά στον ουρανό... Τι...έχει η καρδιά ανάγκη από ξεγέλασμα ..τα χρώματα κοιτά ...δεν τα αντέχει να φορά τα ρούχα τα θαμπά και τα λερά απάνω της...η ήρεμη, η γλυκειά η λάμψη σου η ασάλευτη αυτή ...την προσκαλεί ...την ξεγελά...

Από μικρή είχα πάντα ένα όνειρο ..κοντά μου να σε φέρω...δίπλα εκεί στο μαξιλάρι μου σιμά...να σου μιλώ και να μου υπόσχεσαι πως τ' όνειρο είναι ζωντανό ...κι ούτε ποτέ θα σβήσει ....
Αλήτισσα λεν πως ήταν και είναι η δική μου η καρδιά...τρελή και μαγεμένη...μα εγώ ποτέ μου δεν κατάλαβα...μαγεία ...τρέλα κι '''αλητεία'' 'τι θα πει...εξήγηση δεν πήρα...
Ένα μονάχα ήθελα κάθε που εσουρούπωνε και νύχτωνε τα βράδια ...μην και ξεχάσεις πάλι να με επισκεφτείς...και άδειο το μαξιλάρι μου απ' το όνειρο αφήσεις...
Σε κοίταξα ξανά φεγγάρι μου κι απόψε ολόγιομο κατάματα ...για να καθρεφτιστώ...
Με πήρες πάλι από το χέρι όπως παλιά , εκεί μακριά ...μες στα λιβάδια που τριγύρναγες  της μακρινής πατρίδας μου της Θράκης...εκεί με εταξίδεψες γλυκά...και γέννησες νέες ελπίδες στην καρδιά μου...

Τα παιδικά μας όνειρα ..τα νυχτοπερπατήματα που κάναμε μαζί...εσύ...εγώ .. το φέγγος σου παρέα ...τα όνειρά μου πάλι και ξανά...απόψε μου θυμίσαν...
Να μεγαλώσω ήθελα ..να γίνω...για να φτάσω...
Και εμεγάλωσα και επερπάτησα και όλο να φτάσω προσπαθώ...σε σένα για να φτάσω εκεί ψηλά ...εκεί μέσα στο φέγγος σου να μπω...να τρυπώσω εκεί σε μια γωνιά...και από αυτό να φωτιστώ...
Τι...είν' τα φεγγάρια τα ολόγιομα και της καρδιάς μας τα φεγγάρια ..είν' άπιαστα τις περισσότερες φορές...μα το κυνηγητό τους.. μας πηγαίνει....
Κείμενο - Σοφία Θεοδοσιάδη.
....................................................................................................................................................................

 Παράφορα φεγγάρια !!!


      Απόψε ζήτησες να σε λατρέψω
μύθους ζωγράφισα να σε πλανέψω
παράφορα φεγγάρια να σου τάξω
το δρόμο της ζωής μου να αλλάξω

Χίλια φεγγάρια φως με μάγεψες
νύχτες και ηδονές μου χάρισες
μεθάει ο πόθος μου αφήνομαι
στο λάγνο σου χορό να παραδίνομαι
Χίλια φεγγάρια φως με μάγεψες
νύχτες και ηδονές μου χάρισες

Αρχαία μνήμη του κορμιού σαγήνη
ρυθμός ανάσα μου θα έχεις γίνει
τους δρόμους σου μου δείχνεις να περάσω
ποτά και μουσικές να σε κεράσω.

    
Στίχοι:  
Μαρία Θάνογλου
Μουσική:  
Νότης Μαυρουδής

1.Μαίρη Έσπερ
....................................................................................................................................................................                                          

21 Μαρτίου 2016

Μαρία Πολυδούρη : Σεμνότης.

 ╔═════════✽ ೋღ๑✽๑ღೋ ✽═════════╗
Την ομορφιά που κλείνω μέσα μου
κανείς δε θέλω να τη νιώσει.
Δε θα μπορούσε να τη σίμωνε
χωρίς γι`αυτό να τη πληγώσει.

Έχω ένα κρίνο, κρίνο ολάνοιχτο
χωρίς καμιά σκιά στη όψη.
Καμιά ηδονή δεν επεθύμησε
να το φιλήσει, να το κόψει.

Έχω ένα ρόδο που ζυγιάζεται
πάνω στην ίδια του τη φλόγα
κ`είναι σαν να`γινε ολοκαύτωμα
και να σιωπούσε και να ευλόγα.

Μια μαργαρίτα που`ναι αμφίβολη
μ`όλο το ναι που λέει η καρδιά της.
Μόνον αφήνει να λικνίζεται
παθητικά την ομορφιά της.

Κι άλλα λουλούδια που`ναι σύμβολα
κι άλλα μονάχα που μεθούνε,
μα τόσο είναι όλα λεπτοκάμωτα,
φανταστικά μόνον ανθούνε.

Την ομορφιά που κλείνω μέσα μου
κανείς ποτέ δε θα τη νιώσει.
Κι αν την πληγώσει θα`ναι ανίδεος
κι ούτε γι`αυτό θα μετανιώσει.

Μαρία Πολυδούρη : Σεμνότης.
.................................................................................................................................................................

 Αφιερωμένο σε όλες εσάς....
 Για σας  το ποίημα αυτό που δένει απόλυτα...για την όμορφη γυναίκα που κρύβετε μέσα σας ....
Γιατί η αξία και η ομορφιά μας.. δεν έγκειται ...στην εξωτερική μας ομορφιά....αλλά σ' αυτό που χρόνια σμιλεύουμε μέσα μας...
Το σμιλεύουμε...τις γωνίες του μαλακώνουμε...και σαν διαμάντι αυτό το παραδίδουμε...το ακουμπάμε...στους ...που πολύ αγαπάμε....
Στους ...που πολύ μας αγάπησαν...μας κοίταξαν μέσα μας βαθιά...και απαλά ακούμπησαν...μη τύχει και θαμπώσουν τη γυαλάδα...τη γυαλάδα αυτή της μιας ...της ξεχωριστής...της δικής μας της κρυμμένης μας ομορφιάς...
Σοφία Θεοδοσιάδη..
.................................................................................................................................................................. 

Κωνσταντίνος Καβάφης «Τείχη» .




Χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ
μεγάλα κ’ υψηλά τριγύρω μου έκτισαν τείχη.

Και κάθομαι και απελπίζομαι τώρα εδώ.
Άλλο δεν σκέπτομαι: τον νουν μου τρώγει αυτή η τύχη·

διότι πράγματα πολλά έξω να κάμω είχον.
A όταν έκτιζαν τα τείχη πώς να μην προσέξω.

Aλλά δεν άκουσα ποτέ κρότον κτιστών ή ήχον.
Aνεπαισθήτως μ’ έκλεισαν από τον κόσμον έξω. 




Ο Κωνσταντίνος Καβάφης δημιουργεί εδώ ένα ιδιαίτερο ποίημα με το οποίο εκφράζει την αίσθησή του πως βρίσκεται εγκλωβισμένος από μια σειρά περιορισμών και ορίων -τείχη-, που του επιβλήθηκαν χωρίς ο ίδιος να καταλάβει το πότε και το πώς. Ο ποιητής συνειδητοποιεί πως η ελευθερία που πίστευε ότι έχει στη ζωή του, δεν είναι πια δεδομένη. 

Αναλυτικότερα:
Χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ
μεγάλα κ’ υψηλά τριγύρω μου έκτισαν τείχη.

Ο ποιητής αναφέρει πως χωρίς να το σκεφτούν, χωρίς να τον λυπηθούν και χωρίς να ντραπούν, έχτισαν ολόγυρά του μεγάλα και ψηλά τείχη, εγκλωβίζοντάς τον σε μια ασφυκτικά περιορισμένη ζωή. Μ’ ένα εξαιρετικά παραστατικό συμβολισμό, ο Καβάφης παρουσιάζει τους περιορισμούς που τίθενται στη ζωή μας ως τείχη, καθιστώντας έτσι εναργέστερη την εικόνα του εγκλωβισμού.

Το ποίημα είναι γραμμένο σε πρώτο πρόσωπο, δίνοντας την αίσθηση πως πρόκειται για μια προσωπική εξομολόγηση του ποιητή, αλλά στην πραγματικότητα αφορά όλους τους ανθρώπους, καθώς οι περιορισμοί αυτοί που κρατούν δέσμιο τον ποιητή είναι υπαρκτοί και δεδομένοι για όλους μας.
Τα τείχη που φυλακίζουν τον ποιητή είναι οι διάφοροι περιορισμοί που επιβάλλονται στους ανθρώπους και ενδέχεται να είναι είτε κοινωνικοί περιορισμοί είτε θρησκευτικοί είτε ακόμη και οικονομικοί. Οι άνθρωποι δεν είναι ποτέ τόσο ελεύθεροι όσο θα ήθελαν ή όσο πιστεύουν ότι είναι, καθώς κάθε μας πράξη υπόκειται σε κοινωνικό έλεγχο ή φιλτράρεται από τις θρησκευτικές μας πεποιθήσεις, ενώ δεν θα πρέπει να παραγνωρίζουμε το γεγονός ότι συχνά η ελευθερία μας φτάνει μέχρι εκεί που επιτρέπει η οικονομική μας κατάσταση.

Η αίσθηση, επομένως, του ποιητή ότι είναι πλέον δέσμιος ψηλών και ως εκ τούτου αναπόδραστων τειχών, είναι ένα γεγονός που αφορά την πλειοψηφία των ανθρώπων είτε το αντιλαμβάνονται είτε όχι. Θα πρέπει πάντως να τονιστεί πως παρά την προσπάθεια του ποιητή να αποδώσει τη δημιουργία των τειχών σε άλλους ανθρώπους, πολύ συχνά στη ζωή μας περιοριζόμαστε και δεσμευόμαστε από τα όρια που οι ίδιοι θέτουμε στον εαυτό μας. Η αδυναμία του ανθρώπου να εμπιστευτεί τις δυνάμεις του, ο φόβος του να θέσει υψηλότερους και ουσιαστικότερους στόχους, τον κρατούν στάσιμο ακόμη κι αν κανείς άλλος δεν επιχειρεί να τον εμποδίσει ή να τον «εγκλωβίσει».

Και κάθομαι και απελπίζομαι τώρα εδώ.
Άλλο δεν σκέπτομαι: τον νουν μου τρώγει αυτή η τύχη·

διότι πράγματα πολλά έξω να κάμω είχον.
A όταν έκτιζαν τα τείχη πώς να μην προσέξω.
Η συνειδητοποίηση του εγκλωβισμού που του έχει επιβληθεί δημιουργεί απελπισία στον ποιητή, ο οποίος σκέφτεται πως είχε πολλά πράγματα να κάνει έξω από τα τείχη, έξω από τα στενά όρια όπου τον έχουν «φυλακίσει». Η εικόνα που δημιουργεί ο ποιητής, η εικόνα ενός φυλακισμένου, παρουσιάζει με εξαιρετικά εμφατικό τρόπο, το πώς βιώνει ο ποιητής το γεγονός ότι πρέπει να ζει λαμβάνοντας πάντοτε υπόψη του, τους διάφορους περιορισμούς που του έχουν τεθεί.
Ο Καβάφης εκφράζει εδώ τη σκέψη ότι θα μπορούσε να ζήσει τη ζωή του πληρέστερα, αν δεν υπήρχαν όλοι αυτοί οι κοινωνικοί, θρησκευτικοί αλλά και προσωπικοί περιορισμοί, που τον δεσμεύουν και τον κρατούν μακριά από την πραγμάτωση των επιθυμιών αλλά και των επιδιώξεών του.

Aλλά δεν άκουσα ποτέ κρότον κτιστών ή ήχον.
Aνεπαισθήτως μ’ έκλεισαν από τον κόσμον έξω. 

Το υποβλητικό αυτό ποίημα κλείνει με τη διαπίστωση του ποιητή πως το χτίσιμο των τειχών έγινε χωρίς ποτέ ο ίδιος να ακούσει ή να καταλάβει κάτι. Εντελώς ανεπαίσθητα βρέθηκε δέσμιος ενός πλέγματος περιορισμών το οποίο δημιουργήθηκε ερήμην του. Οι περιορισμοί αυτοί, άλλωστε, ή καλύτερα η συνειδητοποίηση της ύπαρξής τους, έρχεται σταδιακά και καθώς οι άνθρωποι αποκτούν συναίσθηση της προσωπικής τους θέσης στο κοινωνικό σύνολο. 

Ο ποιητής δεν άκουσε ποτέ τους χτίστες γιατί απλούστατα τα τείχη αυτά δεν δημιουργήθηκαν ξαφνικά, τα τείχη προϋπήρχαν, εκείνο που επήλθε τώρα για τον ποιητή είναι η συνειδητοποίηση του γεγονότος ότι δεν είναι ελεύθερος να πράττει και να επιθυμεί οτιδήποτε θέλει. Ο ποιητής συνειδητοποίησε αυτό που πολλοί προτιμούν να αγνοούν, ότι δηλαδή είτε το θέλουμε είτε όχι, δεν είμαστε και δεν υπήρξαμε ποτέ πραγματικά ελεύθεροι. 

Σημείωση: Το σύντομο αυτό ποίημα, που ανήκει στην πρώτη ποιητική περίοδο του Καβάφη (1897), είναι γραμμένο με πλεχτή ομοιοκαταληξία. Αργότερα, ο ποιητής θα χρησιμοποιεί την ομοιοκαταληξία κυρίως ως μέσο ειρωνείας.  

Το ποίημα αυτό μαζί τα: «Η πόλις» και «Τα παράθυρα» συνθέτουν μια ενότητα όπου ο ποιητής παρουσιάζει τις σκέψεις του για τον εγκλωβισμό που κυριαρχεί στη ζωή του. 
ΠΗΓΗ: Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας - Κωνσταντίνος Μάντης....
..................................................................................................................................................................

18 Μαρτίου 2016

Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου, «Πρόσφυγες στην άμμο» .

Νύχτωνε στην Ελ Μίνα και πυκνή
σιωπή ανέβαινε απ’ τη μεριά της θάλασσας
κι αντάμωνε το κάστρο· ολημερίς
ξαπλώνονταν αμίλητο και σκυθρωπό 
σα μουδιασμένο ζώο.

Τότε ξεχώρισα ήχο πνιχτό καθώς το φύλλο
που τσαλακώνεται μέσα σε χέρια ανάρμοστα
γρατσούνισμα σε σώμα ακάθαρτο, αρρωστημένο.

Κι είδα έναν Άραβα μικρό, σημαδεμένο
έφεγγαν χέρια, πρόσωπο, μάτια κι ήταν όλος
χιλιάδες που άφηναν τη γη τους κι επιστρέφανε
μέσα στην άμμο, σε σκηνές, στο άσπρο φως.
Κι όταν μιλούσε δάκρυζε η φωνή του και όλο ικέτευε
για κάποια θέση στη ζωή ή έστω αντίσταση
στο θάνατο που ερχότανε αργά και τον ρουφούσε.

Μα εγώ έπλενα τα χέρια μου. Άγρια μοναξιά
τα χρόνια που έφευγαν με είχανε ποτίσει.

(Από τη συλλογή «Ο θάνατος του Μύρωνα», 1960 –συγκεντρωτική έκδοση «Ο δύσκολος θάνατος», εκδ. Νεφέλη, 2007)
ΠΗΓΗ : Ετικέτες Λογοτεχνική γωνιά...
....................................................................................................................................................................

 Νίκος - Αλέξης Ασλάνογλου.

.Ο ποιητής Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου (πραγματικό όνομα Νικόλαος Αρσλάνογλου)
γεννήθηκε το 1931 στη Θεσσαλονίκη και πέθανε το 1996 στην Αθήνα. 
 Στα εφηβικά του χρόνια επέλεξε το ψευδώνυμο 'Αλέξης' απο τον ομώνυμο ήρωα στο έργο Ταπεινοί και καταφρονεμένοι του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι. Τελείωσε το τετρατάξιο δημοτικό σχολείο των Εκπαιδευτηρίων Βαλαγιάννη, όπου φοιτούσε και ο λίγο μεγαλύτερός του Μανόλης Αναγνωστάκης και η αδερφή του Λούλα. Όπως σημειώνει ο ίδιος στο «Αυτοβιογραφικό σε τρίτο πρόσωπο» (Οδός Πανός, αφιέρωμα στον Νίκο-Αλέξη Ασλάνογλου,  στη συνέχεια, φοίτησε στο Πειραματικό Σχολείο του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (με καθηγητή τον Γιώργο Θέμελη), απ' όπου αποφοίτησε το 1949.

 Πήρε το Diplôme d'Etudes Littéraires του Γαλλικού Μορφωτικού Κέντρου (πρώτης μορφής του μετέπειτα Γαλλικού Ινστιτούτου, 1948-1950). Το 1952 εξελέγη Διευθύνων Σύμβουλος της ανώνυμης εταιρείας «Μακεδονική Εριουργία ΜΑΚΕΡ», θέση την οποία διατήρησε μέχρι το 1963. Ένα χρόνο πριν, η επιχείρηση, η οποία ανήκε στον πατέρα του Ασλάνογλου, χρεοκόπησε και πέρασε στα χέρια του Νικόλαου Ιπλικτσόγλου. Το 1964-1965 υπήρξε υπότροφος της αιγυπτιακής κυβερνήσεως στο Πανεπιστήμιο του Καΐρου. Το 1966 πήρε το Diplôme Supérieur d'Études françaises (Sorbonne).

Ο Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου συνεργάστηκε αρχικά με το περιοδικό Χρονικά του Πειραματικού Σχολείου Θεσσαλονίκης (1947). Στη συνέχεια, το 1951 εκδίδει με τον Δ.Κ. Κατσανό, ένα και μοναδικό τεύχος του περιοδικού Σκέψη, όπου δημοσίευσε και το κριτικό του δοκίμιο Θάνατος και γέννηση στην ποίηση του Γιώργου Θέμελη. Επισήμως έκανε την εμφάνισή του στους λογοτεχνικούς κύκλους το 1952, με το μικρό ποιητικό μονόπρακτο Θάλασσα και συγχρονισμός, σε εκατό πολυγραφημένα αντίτυπα. 

Το κείμενο θα δημοσιευτεί αργότερα στο δεύτερο τεύχος του περιοδικού Διαγώνιος, το 1961, αφού πρώτα απόσπασμά του έχει δημοσιευτεί το 1953 στις σελίδες του περιοδικού των Αποφοίτων του Πειραματικού Σχολείου Θεσσαλονίκης Πυρσός, στη συντακτική επιτροπή του οποίου συμμετείχε από 1953 ως το 1955. Στο ίδιο περιοδικό ο ποιητής δημοσίευσε το πρώτο του ποίημα, Σταθμός Λιτοχώρου, που θα ενσωματωθεί στη συλλογή Δύσκολος θάνατος, η οποία θα τυπωθεί το 1954 στη Θεσσαλονίκη, στις εκδόσεις Κοχλίας και θα περιλαμβάνει ποιήματα της περιόδου 1946 - 1953. Η συλλογή θα κυκλοφορήσει, όπως λέει ο ίδιος στη συνέντευξη στο Βήμα, ανήμερα Κωνσταντίνου και Ελένης. Θα ακολουθήσουν τα ποιητικά:

Ο Θάνατος του Μύρωνα (Θεσσαλονίκη, Διαγώνιος, 1960)
Ποιήματα για ένα καλοκαίρι (Θεσσαλονίκη, Διαγώνιος, 1963)
44 ποιήματα. Επιλογή 1946-1964 (Θεσσαλονίκη, Διαγώνιος, 1970)
Νοσοκομείο Εκστρατείας (ιδιωτική έκδοση, Θεσσαλονίκη, 1972)
Αργό Πετρέλαιο. Ποιήματα 1971-1974 (Αθήνα, Πολύτροπον, 1974)
Ο Δύσκολος Θάνατος (συγκεντρωτική έκδοση ποιημάτων, Θεσσαλονίκη, Εγνατία, 1978)
Ωδές στον Πρίγκηπα (Αθήνα, Ύψιλον, 1981)
Τρία ποιήματα (Αθήνα, Νεφέλη, 1987).
ΠΗΓΗ : ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ.
................................................................................................................................................................... 
...................................................................................................................................................................

17 Μαρτίου 2016

Ίσως νάναι κι έτσι - Ανταλλαγές και διασταυρώσεις..








Ονειρεύεσαι, ονειρεύεσαι .Διαρκώς ονειρεύεσαι.
Εσύ ο αταξίδευτος , ταξιδεύεις ατέλειωτα, με πλοία , αεροπλάνα ,πούλμαν, φορτηγά, νταλίκες, με κάρα , με αραμπάδες, άρματα ,δίφρους, τριήρεις, με μαούνες, κα'ί'κια, βάρκες, με ποταμόπλοια , προπάντων με τρένα.
Πόσες ανακαλύψεις,αναγνωρίσεις,επαληθεύσεις απ' τ' όνειρο στα πράγματα, απ'τα πράγματα στ' όνειρο.
Και εικασίες και προαισθήσεις και μνήμες του ανύπαρκτου μ' ένα εικονικό δέντρο στη διασταύρωση, και κείνο το φουγάρο έβγαζε καπνό στο λιόγερμα βάζοντας σε λειτουργία αρχέγονους μύθους, μια συνομιλία της γερόντισσας με το ψωμί τυλιγμένο σε χωριάτικη πετσέτα, σκληρή, φαντή, όλο γαλάζια τετράγωνα,  και κάθονται τα χελιδόνια στο σκοινί της μπουγάδας και την κοίταζαν με κατανόηση, ενώ ένα χελιδόνι πήγε κουτσαίνοντας κι έπινε νερό απ' το σκουτέλι της κότας.
Μα όλα τούτα θα τα πεις πιο κάτω, με τη σειρά τους, - ποιά σειρά ?- δεν υπάρχει προτεραιότητα, το πριν, το μετά, το εδώ, το εκεί, το πέρα, το εσύ, το εγώ, το αυτός, το εμείς, το εσείς, το εκείνοι, ανάκατα όλα, αλληλοσπρωχνόμενα να μπουκάρουν στο θέατρο ή να βρουν μια θέση στο τρένο ή να πλησιάσουν το μεγάλο φακό του τηλεοπτικού συνεργείου, ν' αποθανατιστούν, - ένας σήκωσε το χέρι του κι έκανε νοήματα σε κάποιον φίλο του ή σε κάποιο σύννεφο ψηλά, έτσι για ν' αποτυπωθεί έστω το χέρι του σ' αυτή  την ουρανομήκη ταινία.
Γιάννης Ρίτσος.- (απόσπασμα).
.....................................................................................................................................................................

Αέναη αναζήτηση.....


Αέναη αναζήτηση το ''ταξίδι της ζωής'''...
Κι εσύ μες στο χορό τα βήματα να μάθεις και να σύρεις...να το χορέψεις προσπαθείς...πότε τα καταφέρνεις ...κι άλλοτε πάλι όχι...τα βήματα μπερδεύεις , μα επιμένεις και δεν σταματάς.
Και ψάχνεις και κοιτάζεις και απορείς...κι όλο στα ίδια και στα ίδια συμπεράσματα πάντοτε καταλήγεις...κι εγκλωβισμένος μένεις μέσα εκεί...στης αναζήτησής σου τα ταξίδια...
Και φτιάχνεις σχέδια και διαγράμματα  ...επί χάρτου τη ζωή σου σχεδιάζεις...
Χρόνος ελάχιστος σου μένει να αναλογιστείς...πως όλοι γύρω οι λαοί τριγύρω σου...σεργιάνι βγήκανε και κυνηγούν το άπιαστο.. της ζωής το πανηγύρι...
Άλλοι το ψάχνουν το ταξίδι αυτό για επιβίωση...κι άλλοι παρασυρμένοι ...στης ματαιοδοξίας τα γρανάζια εκεί παγιδευμένοι...
Χρήματα ..εξουσία...δόξα...προβολή...μα και βούρκος ...λάσπη...φτώχεια και ανέχεια...έχει γεμίσει από χορευτές...ετούτος ο αέναος χορός...
Κι αναρωτιέσαι τώρα πια...στο σταυροδρόμι της ζωής...εσυναντήθηκες ποτές με την αλήθεια ?
Το ''δέντρο '''που εφύτεψες...το εμεγάλωσες...και βλάστησε...αντέχει μες στο δάσος?
Αέναο το ταξίδι της ζωής...αέναος κι ο χρόνος....
 Σκέψεις- Σοφία Θεοδοσιάδη.
................................................................................................................................................................... 


 
 

16 Μαρτίου 2016

Τα παιδικά μας χρόνια - της Σοφίας Θεοδοσιάδη.



Και αν τα παιδικά μας χρόνια είναι αυτά...που στη ζωή μας βάζουν βάσεις και θεμέλια γερά...και αν τα παιδικά μας χρόνια είν' αυτά που τις αποσκευές μας τις πλουτίζουν...και αν τα παιδικά μας χρόνια ένα γέλιο ή ένα μελαγχολικό χαμόγελο κολλούν στο πρόσωπό μας....πάντα καλοδεχούμενα ...νοσταλγικά περιδιαβαίνουν ...μπρος στα μάτια μας μπροστά...
Είμαι μεγάλη πια και πίσω να κοιτώ μου επιτρέπεται να νοσταλγώ...να ξεδιαλύνω καταστάσεις...να μετρώ...να κρίνω με τα δικά μου μέτρα και σταθμά...το κέρδος...τα διαμάντια που φορτώθηκα από αυτά...κι ας μοιάζει αυτό πολύ ουτοπικό, στ' αυτιά των θυμωμένων φίλων μου...που έμαθαν τις καταστάσεις μέσα από το ροζ το συννεφάκι τους να βλέπουν και να κρίνουν...

Διάβασα στη ζωή μου τη μικρή δοκίμια για την καθοριστική την ηλικία μας την παιδική...
Με χρυσόσκονη πασπαλισμένα ήτανε πολλά και άλλα δύσκολα...πολύ και θυμωμένα...φλόγες να βγάζουνε για τους γονείς και τους δασκάλους τους συνάμα...
Βρισιές για τους κακούς δασκάλους τους...που μουσική παιδεία δεν κατείχαν...που ήταν έτσι ...που ήτανε αλλιώς...που ...που...που μόνο αυτοί σαν συγγραφείς και ποιητές ...ελέω του Θεού...και της ταυτότητάς τους μπορούν να τους χαραχτηρίζουν...να τους βρίζουν....
Η πρόθεση σαφώς και κατηγορηματικώς του κάθε γονέα και δασκάλου και παιδαγωγού...δεν είν' να ξεκινήσει ένα πρωί...να ρθει να σε ισοπεδώσει...μα να βοηθήσει τον εαυτό του και εσένα προσπαθεί...έστω κι αν κάποιες φορές αδυνατεί και δεν το πετυχαίνει...
Τα παιδικά μας χρόνια είν' στυλοβάτης της μετέπειτα ζωής...και όμορφα ή άσχημα τα γεγονότα και τα περιστατικά ...μας διαπλάθουν...μας μεγαλώνουν...και μας προστατεύουν με το πέπλο τους...στη θύμησή τους σοφότεροι για να γενούμε...
Τι μ'έπιασε θα λέτε και στα μονοπάτια αυτά να τριγυρνώ πρωί πρωί ξανά...
Σίγουρα δεν νοστάλγησα απλά με τους φίλους μου...μες στην αλάνα να βρεθώ..ποδόσφαιρο ...κουτσό ή και μήλα για να παίξω...
Είναι που κάποια ανγνώσματα συγγραφέων που μέφεραν πάλι εδώ... που δηλώνουν...βρισιές γεμάτα για τα πρόσωπα και του γονιού μα και του δάσκαλου ...γεμάτα θυμό και μίσος να εξαπολύουν...
Είναι ανθρωποι ευάλωτοι και οι γονιοί και οι δάσκαλοι...και λάθη ίσως όπως όλοι κάνουν...
Και σε σένα θα μιλήσω δάσκαλε και σε σένα θα απευθυνθώ με σεβασμό και με αγάπη :

Τράβα πρώτα το δικό σου το '''αυτί'''μέχρι και να πονέσει...και άσε ελεύθερα τα αυτιά των ολόδροσων παιδιών...τους ΄΄ηχους της μάθησης και της ελευθερίας και της φαντασίας να ακούν...και να μεθούν ...με την αυτενέργεια και τη δημιουργικότητά τους...
Μην καταστρέφεις γιατί ίσως σε κατάστρεψαν από παλιά,τα παιδικά σου χρόνια τα εκμεταλλευτήκαν ελλειπώς...και τον λειψό σου εαυτό ..να μεταλαμπαδεύσεις προσπαθείς... 

Πολίτης ολοκληρωμένος και σωστός...άνθρωπος ευτυχής και χαμογελαστός δε γίνεσαι...αν το στραπάτσο της ζωής...στα πρώτα σου τα βήματα ...τόφαγες βίαια και αναπάντεχα ...σαν νάτανε βαγγέλιο με κανόνες... κι ας ήτανε παραπλανητικό εκείνο εκεί.. το τετράδιο των πρέπει....
Άλλαξε δάσκαλε το σκεπτικό...κατέβα από τα '''εδρανα'''έλα στο ύψος του παιδιού...το όνειρο μην ψαλιδίζεις...θυμίσου πως πετυχημένος δάσκαλος είναι μόνο αυτός που άνοιξε ορίζοντες...και στόχο πάντα έβαζε...να τον ξεπερνούν οι μαθητές του...
Σου τα διδάξανε αυτά...στα είπανε εσέ...μεγάλοι και παιδαγωγοί...μα εσύ τα ελησμόνησες πολλές στιγμές...και άρχοντας της έδρας σου θέλησες για να γίνεις... 
Και σαν πολλάκις το ξεχνάς γονιέ και δάσκαλε και πολιτεία ανεύθυνη...θα στο θυμίζω συνεχώς...πως οι παιδικές ψυχές...πάντα τα πάντα καταγράφουν , με μελάνι ανεξίτηλο ..κι αυτό με γομολάστιχες εύκολα από μέσα τους δεν σβήνει...γι αυτό κι εσύ και πάλι φρόντισε την '''εξουσία' σου και σαν γονιός και δάσκαλος και αμείλικτη σε σε μιλάω  πολιτεία...φρόντισε να την περιορίσεις...κι αγάπη δώσε στο παιδί...στον αυριανό σου τον πολίτη...

Μα οι εξαιρέσεις στη ζωή ...δεν ακυρώνουν τον κανόνα...
Κι έρχονται κάποιοι θυμωμένοι άνθρωποι...και με τη γνωστή περίσσεια της μαύρης τους ψυχής...να μουτζουρώσουν τους ανθρώπους προσπαθούν...και με τα γραπτά τους να εντυπωσιάσουν....
Αν πράγματι για τα παιδικά τα χρόνια νοιάζεσαι...προσπάθησε πιο μαλακά και πιο γλυκά...και γύρω σου βλέμμα ρίξε στα παιδιά...όχι μόνο στα δικά σου τα παιδιά...αλλά και στα παιδιά όλου του κόσμου...και εμβάθυνε..ενδοσκόπησε...το κέρδος που αποκόμισες και μέσα από τα κακά...τα παιδικά σου χρόνια....

Κι αυτά που ζουν μέσα στα πούπουλα...παιδιά ..κι αυτά που είναι τυλιγμένα στη χρυσόσκονη...κι αυτά που φαντάζουν στα μάτια σου ''μυξιάρικα'''κι αυτά που θαλασσοπνίγονται...όλα μα όλα την αγάπη ψάχνουν...και πάψε να δικάζεις σαν Πόντιος Πιλάτος γύρω σου δασκάλους και γονείς...τον εαυτό σου να δικάσεις αν τολμάς...που δεν επεξεργάστηκες, όσα σου εχαρίσανε εσέ στην παιδική σου ηλικία και φλόγες βγάζεις μίσους ..θυμωμένες ...φθονερές...και τις μοιράζεις γύρω...

Κείμενο - Σοφία Θεοδοσιάδη.
.....................................................................................................................................................................

                                              Tον εαυτό του παιδί - Μάριος Φραγκούλης.
......................................................................................................................................................................

15 Μαρτίου 2016

Το βάρος του Φωτάκη Σεβαστοκράτορα - Χουλιαράς Νίκος.

Το βάρος του Φωτάκη Σεβαστοκράτορα Χουλιαράς Νίκος
Εκτύπωση


 
  Υπάρχουν όμως κι άλλα είδη βροχής. Ανάλογα με το μέρος και με τον άνθρωπο.
     Για παράδειγμα, ο Φωτάκης ο Σεβαστοκράτορας, που κάθεται στο στενό πίσω απ’ το γηροκομείο, μπορεί να σας πει για τη βροχή που βλέπει πολύ συχνά να τρέχει παράλληλα με το ταβάνι του σπιτιού του χωρίς ποτέ να πέφτει σταγόνα στο δωμάτιο ή για την άλλη, τη διαρκώς σταματημένη μα πάντα ευδιάκριτη, ιδίως τις νύχτες του καλοκαιριού: βροχή, δηλαδή, κανονική με κόκκους κόκκους έντομα, πάνω στο άσπρο καπελάκι και γύρω απ’ τον δημόσιο λαμπτήρα: εκείνο το παμπάλαιο φωτιστικό του δρόμου, που μένει, πάντα, ξεχασμένο ανοιχτό ώς τα χαράματα έξω, ακριβώς, από το κόκκινο το σπίτι με τις γεροντοκόρες· για τη βροχή που βρέχει, χειμώνα-καλοκαίρι, αυτές τις δυο γυναίκες που μένουν, χρόνια τώρα, μόνες τους, σε κείνο το μεγάλο σπίτι, και βγαίνουν από κει, αραιά και πού, κρατώντας πάντοτε εκείνες τις παλιομοδίτικες ομπρέλες― με τα μικρά μαβιά ανθάκια, για το καλοκαίρι και τις γκριζόμαυρες παράλληλες γραμμές, για το χειμώνα ―όπως, μπορεί ακόμα, να σας μιλήσει για τη βροχή που πέφτει, εδώ και κάμποσο καιρό, στο πίσω μέρος του μυαλού του, θαμπώνοντας, ολοένα, το τζαμιλίκι εκείνο που χωρίζει το παρόν από το μέλλον, γιατί το παρελθόν, έτσι κι αλλιώς, είναι πίσω, σ’ άλλο δωμάτιο ―βαθιά και ξεκομμένο― μιας κι ο Φωτάκης ο Σεβαστοκράτορας, που έκλεισε κιόλας τα πενήντα του χωρίς καθόλου να το καταλάβει, δε θέλει να βλέπει πια τίποτα προς τα πίσω, αφού, έτσι κι αλλιώς, δεν έχει και τίποτα σπουδαίο πια να θυμηθεί.

  Είναι πάλι εκείνο το νερό που πέφτει με το τουλούμι, για ώρες: βροχή, δηλαδή, στα γεμάτα και κατακλυσμός που λένε. Να πλημμυρίζει ο τόπος νερά και να κατεβαίνουν ποταμάκια σωστά στους δρόμους. Να γίνονται, δηλαδή, οι δρόμοι χείμαρροι και να παρασέρνουν ό,τι βρουν μπροστά τους. Χώματα να παρασέρνουν, φλούδες και ξύλα· χαρτόκουτα, παπούτσια και ζωύφια: κάτι μικρά κι ανήμπορα πλασματάκια που χτυπάνε, για λίγο, απελπισμένα τα φτερά κι ύστερα αφήνονται να κατηφορίζουν ―ανάσκελα και ψόφια― σε άλλες γειτονιές ή χάνονται, πρόωρα, στους ύπουλους τους υπονόμους που καραδοκούν, με το ξεδοντιασμένο στόμα τους, πάντοτε, ανοιχτό σε κάτι απίθανες μεριές γι’ αυτόν, ακριβώς, το λόγο.

Η βροχή είναι πολλών ειδών: είναι η ψιλή που πέφτει, πλαγιαστά κι ανάλογα με τον αέρα, όλο βελονίτσες βελονίτσες· αυτή που σχεδόν δε φαίνεται αλλά τα καταφέρνει, με την υπομονή της, να μουσκεύει λίγο λίγο τα ρούχα και να ποτίζει ώς μέσα τον άνθρωπο που περπατάει στο δρόμο, με τρόπο ύπουλο και μεθοδικό κι η άλλη, η χοντρή βροχή, που φαίνεται: με τις βαριές σταγόνες, τις στρογγυλές, που κάνουν θόρυβο στα τσίγκια ― αυτή που θέλουν τα μικρά παιδιά γιατί τα νανουρίζει αλλά κι η γη, γιατί το φχαριστιέται.

ΠΗΓΗ : Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού...
 (από το Η μέσα βροχή, Νεφέλη 1991)
.................................................................................................................................................................. 

14 Μαρτίου 2016

Υπάρχουν και αυτοί οι άνθρωποι..της Σοφίας Θεοδοσιάδη.


 Αφιερωμένο εξαιρετικά...στους αληθινούς ανθρώπους...
Αφιερωμένο στην υπέροχη συναδέλφισσα Τζόντι Σμιθ. 

Σου βάζαν πάντα λόγια οι φίλοι σου από παιδιά...σου λέγανε από νωρίς τα περισσότερα πολύχρωμα..
χαρτιά γυαλιστερά να τα κρατάς...χαρταετούς μ' αυτά να φτιάχνεις τους καλύτερους...και πρώτος και καλύτερος εσύ με το δικό σου το χαρταετό...την Καθαρή Δευτέρα να πετάς...
Ούτε θυμάμαι πότε και για τελευταία φορά το έκανα αυτό το πέταγμα του αετού...την μέρα τούτη του πανηγυριού των πεταγμάτων των χαρταετών...
Και σίγουρα οι χαρταετοί δεν θα πάψουν να πετούν την Καθαρή τη μέρα τούτη...επειδή εγώ το αποφάσισα για μια στιγμή της σκέψης μου...την κάθε μέρα εκεί ψηλά ένα χαρταετό να ψάχνω για να βρίσκω...κι ας είμαι τόσο δα μικρή και ταπεινή...κι ας μην μπορώ να βλέπω τους χαρταετούς...εκεί ψηλά στον ουρανό μου...

Όχι δεν απελπίζομαι εγώ...δεν μιζεριάζω...δεν απαξιώ να σκύψω με ευλάβεια και σεβασμό...στο σκεπτικό εκείνων των ανθρώπων...που τις έννοιες μες στη ζωή ,καλά τις κατανόησαν...που άνθρωποι γεννήθηκαν ολοκληρωμένοι από μιας εξαρχής...και έμαθαν να δίνουν γύρω τους ,χωρίς να περιμένουν...
Ποιός από μας στ' αλήθεια θα μπορούσε να σταθεί με αυταπάρνηση ,με θυσία και αληθινή επιστροφή χαράς...για το δώρο αυτό που λέγεται ζωή ?
Ποιός θα τολμούσε να γενεί χαρταετός εκείνος..επάνω από το μίζερο και τον μικρό εαυτό του να πετάξει ...στα μάτια ενός παιδιού μπροστά... μεγάλος και ασύλληπτος για να ζωγραφιστεί ?
Πρώτο τον εαυτό μου ρώτησα και απάντηση συγκεχυμένη πήρα...
Δεν ξέρω αν είχα τη δύναμη σε μια πράξη τόσο μεγάλη απέναντι και να σταθώ...ούτε και το φαντάζομαι κι εσείς οι φίλοι μου οι πολλοί...καλά του καθουμένου...την υγεία σας θα κλονίζατε και σε κίνδυνο θα μπαίνατε...για κάποιον ξένο από συγγένεια στη ζωή, στην οικογένειά σας...?
Ναι.. υπάρχουν και γεννιούνται στη ζωή αυτοί οι άνθρωποι...που δεν ξέρω αν πετούν χαρταετούς στη χώρα τους την Καθαρή Δευτέρα...μα ένα είναι βέβαιο πως πετούν χαρταετούς...την μία, την μοναδική,την καθημερινή κι ας μοιάζει μέρα...κείνη τη μέρα την αλλιώτικη...που το καθήκον τους μιλά με δυνατή φωνή...κραυγή τους γίνεται μέσα τους.. χαρά για να μοιράσουν...
Εύγε λοιπόν στη συναδέλφισσα την Τζόντι Σμιθ ..το εύγε είναι λίγο...σκύβω μπροστά στο μεγαλείο της ψυχής της ταπεινά...και σκέφτομαι :
Έτσι αξίζει νάχει σημασία και αξία η λέξη του χαρταετού της Καθαρής Δευτέρας...όταν κατορθώσει ν' ανεβεί...τόσο πολύ ψηλά..
Έτσι αξίζει να αρχίσουμε ετούτη τη Σαρακοστή...ενδοσκοπώντας και ψάχνοντας μέσα μας βαθιά...να ανακαλύψουμε τις ρίζες μας και τα χαραχτηριστικά...εκείνα που μας ξεχωρίσαν από το βασίλειο των ζώων, στη Γη ετούτη επάνω....

Κείμενο - Σοφία Θεοδοσιάδη.
................................................................................................................................................................... 

Το μεγαλείο της ψυχής, μπροστά στο δώρο της ζωής....
Πρακολουθείστε το Βίντεο...είναι μοναδικό!!! 
Δώρο ζωής από μια δασκάλα στη μαθήτριά της... 

               
...........................................................................................................

13 Μαρτίου 2016

Είναι γιατρειά μεγάλη ο έρωτας...τις νύχτες..

Ζωγράφος : Alex Alemany.

Νύχτωσε πάλι.... εσκοτείνιασε ...το πάει για βροχή...εκεί έξω ετοιμάζεται  ...για μια βροχή σιγανή.. τραγουδιστή.. ποτιστική...
Και θα  ποτίσει τη γη... θα τη μουσκέψει και θα νοτίσει ως βαθιά  το χώμα της...μα όχι και το όνειρο...
Γιατί τα όνειρα αντέχουνε στη νύχτα...αντέχουν μέσα  στη βροχή...
Βράχηκε πάλι απόψε το καμπαναριό του Αη- Γιώργη στο βουνό..και άλλαξε της καμπάνας η φωνή...Τρομάξαν και βραχήκαν τα πουλιά...φωλιάσαν και κουρνιάσανε νωρίς...
Και νύχτωσε ξανά...σκοτάδι και ομίχλη απλώθηκε θαρρείς...
Μα εγώ τις νύχτες δεν τρομάζω... γαληνεύω...κι έρχεται και με βρίσκει ο έρωτας...
 και  επίσκεψη μου κάνει απρόσμενη συχνά......
κι έτσι τον παίρνω αγκαλιά και δίπλα του κοιμάμαι....
Το πρωί θα μπει το φως της μέρας απ' τις γρίλλιες και δεν ξέρω απ' το κάδρο αυτό τι θα φωτίσει...τι θα φωτιστεί...
Μα το όνειρο της νύχτας είναι  γλυκό και τόσο ...που κι αν ακόμα  φάλτσα φωτιστεί ...
ίσως δεν το προσέξω καν...
Το κάδρο του έρωτα.. με τις γλυκές φωτοσκιάσεις του και πάλι εκεί ..το πρωινό...
στην ίδια θέση θα κρεμάσω...
Είναι γιατρειά μεγάλη ο έρωτας...τις νύχτες..

 Κείμενο - Σοφία Θεοδοσιάδη. 13/3/2016
....................................................................................................................................................................

12 Μαρτίου 2016

Το έθιμο της κυρα- Σαρακοστής.

Το έθιμο της κυρα- Σαρακοστής.



 Η Κυρά Σαρακοστή λοιπόν είναι ένα παλιό ελληνικό έθιμο που έπαψε να τηρείται στις μέρες μας . Στην ουσία είναι ένα αυτοσχέδιο ημερολόγιο που είχαν οι παλιοί για να μετρούν τις εβδομάδες από την Καθαρά Δευτέρα μέχρι την Κυριακή του Πάσχα. Οι εβδομάδες είναι επτά, γι αυτό και η Κυρά Σαρακοστή έχει επτά πόδια. Ένα πόδι για κάθε εβδομάδα.

 Η Κυρά Σαρακοστή έχει σταυρωμένα τα χέρια της, επειδή προσεύχεται, δεν έχει στόμα γιατί δεν μιλάει και γιατί νηστεύει, δεν έχει αυτιά για να μην ακούει.

Όλα αυτά γιατί η περίοδος μέχρι το Πάσχα στην ουσία σημαίνει στροφή στον εσωτερικό μας κόσμο με σκοπό την κάθαρση μέσω της νηστείας, όχι μόνο των τροφών αλλά και των κακών μας συνηθειών: δεν βλέπουμε δηλαδή, δεν ακούμε και δεν σχολιάζουμε τι κάνουν οι άλλοι, αλλά στρέφουμε την προσοχή μας στην δική μας βελτίωση.
 
Άλλοτε, πάλι, κι αλλού, την κυρά Σαρακοστή την πλάθαν με ζυμάρι, γι’αυτό και μας έχει διασωθεί το τραγουδάκι:

Την Κυρά Σαρακοστή,που είναι έθιμο παλιό
οι γιαγιάδες μας τη φτιάχναν με αλεύρι και νερό!
Για στολίδι της φορούσαν στο κεφάλι της σταυρό

και το στόμα της ξεχνούσαν γιατί νήστευε καιρό !
Και μετρούσαν τις ημέρες με τα πόδια της τα εφτά
Κόβαν ένα τη βδομάδα,μέχρι νάρθει η Πασχαλιά. 
 

στοιχεία από: http://firiki.pblogs.gr
............................................................................................................................................................................................................................. 
Καλή Σαρακοστή!!!
 
 Πέρα και μακριά από κάθε στενή, συντηρητική και αναχρονιστική αντίληψη...πέρα από θρησκόληπτες αντιλήψεις...η νηστεία ...η ενδοσκόπηση...η μετάνοια...η διαδρομή προς την κάθαρση...είναι το ζητούμενο του κάθε ανθρώπου...Διότι τι αξία θάχε στη ζωή...αν καθημερινά...ενδεδυμένοι το μανδύα του καλού καγαθού...τηρώντας εθιμοτυπικά κάποια έθιμα...δεν εμβαθύναμε στην πίσω όψη των πραγμάτων...Σοφός και πάντα ο λαός μας δεν λαθεύει...Την έπλαθε με λίγο ζυμαράκι την Κυρά -Σαρακοστή...μα δεν της έπλασε ούτε στόμα ,ούτε αυτιά...Και τούτο δω δε σήμαινε πως ήθελε να τη ''φιμώσει'''. Όχι ,μόνο αυτό δεν ήθελε...για να την κάνει να αφουγκραστεί και πιο βαθιά...κλειστό το στόμα να κρατά..να ακούει και να σκέφτεται...τούτες τις εφτά βδομάδες...σε τούτη τη διαδρομή της κάθαρσης ,μέχρι και την Ανάσταση.. γιατί τι είναι η ανάσταση ,χωρίς την ενδοσκόπηση ,χωρίς το διαλογισμό των πεπραγμένων μας...χωρίς την αυτοκριτική μας? 
Σοφία Θεοδοσιάδη.
...................................................................................................................................................................... 

''λυσίκομε μικρέ χαρταετέ μου''




Από μικρή ταξίδια ονειρευόμουνα...ταξίδια μακρινά...εκεί στο καταπράσινο και γραφικό ,γεμάτο ηλίανθους χωριό μου...κάθε που έρχονταν Απόκριες και καθαρά Δευτέρα...Αγώνα έκανα να μεταμφιεστώ ..μαζί μ' εσέ λυσίκομε μικρέ χαρταετέ μου..μήπως  παρασυρθώ.. αετός τη μέρα τούτη να γενώ.. και με το βλέμμα μου στραμμένο προς τον ουρανό..μαζί σου να πετάξω.Φυσάγανε βοριάδες δυνατοί συχνά φορές..τον παρασέρνανε επάνω απ' τα ψηλά τα δέντρα μας του βάλτου τις καμποφτελιές ,που στο μικρό μου το χωριό ο πάππος μου τα 'λεγε καραγάτσια...

Και τότε κλάμα μ' έπιανε γοερό ,γιατί δεν τα κατάφερνα ,μαζί μ' αυτόν κι εγώ να ανεβώ...ψηλά εκεί στον ουρανό... μαζί με τα πουλιά για να πετάξω..κι από εκεί ψηλά...τον κόσμο μ' άλλο μάτι να αγναντέψω...Τρομάζανε κείνη τη μέρα τα πετούμενα...δεν αναγνώριζαν τι είδους είν' πουλιά οι χαρταετοί...που ανταγωνισμό με κείνα βάζαν...και να τα προσπεράσουν προσπαθούσαν...

Με μάλωνε η μάνα μου...που τόσο υψηλά εφανταζόμουν ,πως μπορώ να ανέβω...να πετάξω...
Θα γκρεμοτσακιστείς μου φώναζε...μα εμένα η πολύχρωμη η ουρά του ''αετού''' προς την ανύψωση  του ουρανού...πάντα με προσκαλούσε...Να ξεκολλήσω ήθελα από τη θέση του φορές το όμορφο χωριό μου...και σε ένα ύψωμα ψηλά ,εκεί για να το χτίσω...και από κει ψηλά τον κόσμο να αγναντεύει...Και να το ξεκολλήσω ήθελα..από  τις λάσπες που το βασανίζαν....

Μα και εφοβόμουνα, πως ένας τόσο δα χαρταετός...αν θα αντέξει με το δόλιο του σκοινί,το βάρος να σηκώσει...ενός ολόκληρου χωριού...αμόλα...και  καλούμπα άκουγα συνέχεια.. εις τα αυτιά μου μέσα...και έτρεχα και έτρεχα...ποτέ μου δεν εσταματούσα...μέχρι το βράδυ αυτό για νάρχουνταν...της Καθαρής Δευτέρας...Προσπάθησε...βάλε πιο δυνατό σκοινί μου μήναγε η φωνή από μέσα μου...και ζύγιασε και την ουρά του του ''χαρταετού''',κάντο νε να αντέχει,εκεί στα ύψη να πετά...και μην τα παρατάς...Ανέβηκε πολλές φορές..και πέταξε πολύ ψηλά...μα ήτανε και κάποιες μερικές  φορές...που σκάλωνε στα δέντρα τα ψηλά...και έπεφτε στο πρώτο πάλι φύσημα καταμεσίς στις λάσπες...

΄Ητανε άλλες πάλι οι φορές...που ο αγέρας εγινότανε Νοτιάς...και δεν ανέβαινε ο χαρταετός μου δεν πετούσε...και τότε πείσμωνα πολύ...κι έλεγα στην καρδιά μου...πριν θρυμματιστεί...αγέρα μέσα της να βγάλει ,να φυσήξει...μη φοβηθείς της έλεγα...ο αετός σου θα πετάξει...Με καταρώγανε στο συχνά..οι ρήσεις των τρανών μας ποιητών..μου λέγαν άνεμος μονάχη μου να γίνουμαι..να χτίζω ουράνιους θόλους.. και έτσι να πορεύομαι...Υπόσχεση τους έδινα..καινούριο κάθε χρόνο έλεγα θα φτιάχνω...υπόσχεση τιμής κρατούσα...πάντα με τον καλύτερο λυσίκομο ..με τη ναζιάρικη ουρά χαρταετό...μέσα στο '''πανηγύρι'''της ζωής...να προσπαθώ να συμμετέχω...
 
  Δοκίμιον - ''λυσίκομε μικρέ χαρταετέ μου'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη.
.................................................................................................................................................................... 


                           Χαρταετοί - Μίκης Θεοδωράκης.
.............................................................................................................

11 Μαρτίου 2016

Χαμόγελο- Ροδένια μου παλιάτσε...της Σοφίας Θεοδοσιάδη.

Πεσίματα ...πληγές...γδαρσίματα ...στα γόνατά μου τυπωμένα ...και στης ψυχής το κάδρο αποτυπωμένα ...ακουαρέλες μου ασπρόμαυρες ...κραγιόνια ανεξίτηλα ...μολύβια αυτά κερένια ...απομεινάρια μιας ολάκερης ζωής ...μέσα στους πάπυρους ,για χρόνια στοιβαγμένα.
Κι εσύ εκεί ...να επιμένεις με ένα άλλο πρόσωπο ...που σήμερα το φόρεσες...το στόλισες ...και βγήκες να το σεργιανίσεις, στις γειτονιές τις γνώριμες και στα σοκάκια τα περπατημένα τα αλλοτινά, για να ξεχάσεις και να λησμονήσεις ,όσα δεν εζωγράφισες καλά,από τη μνήμη να τα σβήσεις....
Μεταμορφώθηκες με μια σου φορεσιά...όμορφα ντύθηκες και εστολίστηκες ...τα ροζ σου φόρεσες ...χαρούμενος παλιάτσος για να μοιάζεις....
Όλοι ντυθήκαν γύρω σου ...μες στη γιορτή της μέρας για να βγούνε...
Και δε γελάει κανείς μαζί σου πια...που έτσι απλά...μεταξωτά και πάνινα ...μπρος τους σε αντικρύζουν ...για...το χαμόγελό σου αυτό ζωή,μες στη ζωή τους δίνει...

Κανείς απάνω σου δε θα σκύψει για να δει ,το ύφασμα που ξόδεψες ,το όμορφο κουστούμι σου να ράψεις...τα χρώματα που απ' την ψυχή σου τα δανείστηκες,για μια στιγμή μονάχα,τη γύμνια της να ντύσει...τι ...έχει ανάγκη σήμερα κι αυτή ...από το λίγο ροζ...τα ροζ της να φορέσει...
Παλιάτσος θέλησες για λίγο να ντυθείς, τα πάνινα τα ποδαράκια σου σε δρόμους δίχως τη σκληράδα αυτή των χαλικιών να περπατήσεις....
Άφησες τα διάβασματά σου τα σοφά...που ήθελαν προσγειωμένο εκεί και ''σοβαρό'' για να σε μετατρέψουν...και σε ένα άλλο σου εγώ να παρουσιαστεί, γιατί δεν άντεχε μαθές...άλλο μες στο σκοτάδι εκεί κρυμμένος...κουρνιασμένος για να μένει...
Να ξεφαντώσει θέλησε για μια στιγμή...γδαρσίματα ...πληγές ...πεσίματα...και κάδρα γκρίζα ...σκυθρωπά...να τα πετάξει ...για ανακύκλωση να παν...καινούρια πια με τα κραγιόνια του να ζωγραφίσει....
Κοιτάχτηκε καλά μες στον καθρέφτη του ,ο όμορφος παλιάτσος μου...του άρεσα πολύ...πήρα το καπελλάκι μου το ασορτί,έβαλα και στα μάγουλα το ροζ που μου ταιριάζει και σαν Ροδένια πάλι ντύθηκα και σήμερα ,για μια ημέρα μοναχά...λίγο να ξαποστάσω....
Μέσα στο πλήθος θα χαθώ...κι εγώ σαν ''καρναβάλι''της Αποκριάς, κανείς τους δε θα καταλάβει...το δάκρυ μου πως σκούπισα πρωί- πρωί ,το σκέπασα με λίγο ρουζ..και ντύθηκα Χαμόγελο- Ροδένια και Παλιάτσος..
Kείμενο - Σοφία Θεοδοσιάδη.
....................................................................................................................................................................