και πως ραίνουνε
τις κούνιες των νεογέννητων..
σταλάζουνε χαρίσματα..αφήνουν δώρα..
τάλαντα..πάνω στο προσκεφάλι..
χάρες να πάρει το μωρό..
στη Γης καμαρωτό να περπατεί..
τον κόσμο να ομορφαίνει..
Ήρθαν που λες και στάθηκαν..
επάνω από το ροδαλό..Ροδένια
εψέλισσε η μάνα του το όνομα..
σταθήκανε καμαρωτές..
η Λάχεσις που μοίραζε τους κλήρους από ανέκαθεν..
η προκομμένη η Κλωθώ..
που έγνεθε το νήμα της ζωής μας..
και η άχαρη στο ρόλο της..
η Άτροπος..που έκοβε το νήμα μονομιάς..
σαν έρχονταν η ώρα του καθένα..
κι όταν τα μάτια άνοιξε η κόρη η ζηλευτή..
με απορία τις κοίταξε..και με το βλέμμα κάλεσε..
τη μοίρα τη δική της..
ήρθε από τα καπνοχώραφα η μοίρα η καλή..
ξυπόλητη περπάταγε..
στης νύχτας το σκοτάδι..
της έταξε..τη ράντισε..της κράτησε το χέρι..
να περπατά στη νοτισμένη Γης..
το χώμα να μυρίζεται..
γλυκείς να κάνει συνειρμούς..
το νου της να σκαλίζει..
Της χάρισε κονδυλοφόρο ακριβό..
και σινική μελάνη..
να ζωγραφίζει λέξεις καρδιακές..
της αλήθειας της τα κάδρα να κρεμάει..
της εψιθύρισε στ' αυτί στα σιγανά
γιορντάνι να κρεμάει στο λαιμό της..
λέξεις που ξεφυτρώνουν..χρωματίζουνται..
σαν λούλουδα ανθισμένα....
σε κήπους χέρσους να φυτρώνουνε..
σ' αλίπαστα παρτέρια..
μα η Κλωθώ επέμενε..εράντιζε την κούνια.
θέλησε να την τυραγνεί..
η μοίρα της ζωής της..
ξυπόλητη τη ράντισε να περπατεί..
μελάνι να αγοράζει ακριβό..
ποτέ να μη στερεύει..
διαδρομές ..χιλιόμετρα..οι έννοιες..
οι λέξεις της επάνω στο χαρτί..
σφραγίδες επιτακτικές..
στο ζύμωμα..στο πλάσιμο..
του καρβελιού της στης ζωής..
στην ανημπόρια των αιώνων να σφραγίζει..
'' η κόρη και οι μοίρες - Σοφίας Θεοδοσιάδη..
............................................................................................................
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου