6 Ιουνίου 2017

Όνομα......Σταύρος Γκιργκένης

Δεν το περίμενες πως τελικά θα ερχόταν και σ’ εσένα η θάλασσα;

Κοιτάς επίμονα των γλάρων το αμίλητο φτερούγισμα
και περιμένεις πως θ' ακούσεις το χαμένο σου όνομα.
Δικό σου ήτανε ή κάποιου άλλου;
Τι σημασία έχει εδώ,
όπου θολώνουνε τα όρια και σβήνει η μορφή μ’ αφρούς,
εναγκαλίζεται τους βράχους κι αφήνεται στ’ ατέρμονο τρικύμισμα,
μία ρυτίδα χρόνου στο λειασμένο της ανυπαρξίας πρόσωπο.

Κοιτάς σε βάθος το είναι σου και προσκαλείς το παρελθόν,
αν και γνωρίζεις πως εκείνο είναι ήδη εξαντλημένο
σε λέξεις, σε περιπαθείς προτάσεις που έσπασαν στα βράχια
και θρυμματίστηκαν σε συλλαβές, σε ήχους ανερμάτιστους.
Άλλωστε τι άλλο είναι οι στιγμές οι περασμένες,
αν όχι χρόνος ξοδεμένος στη δημιουργία ενός μέλλοντος
που όταν ήρθε τελικά το απέρριψες;
Άλλος είναι αυτός που ξεκινά και άλλος αυτός που τελειώνει το ταξίδι σου.

Κι εσύ μένεις να ιχνηλατείς πορείες που ποτέ δεν πήρες
ή πορείες που πήρες, αλλά έχασες το δρόμο σου,
ονόματα λησμονημένα σε μια διαδρομή φωνών,
διερευνώντας δήθεν με γνώση τον λαβύρινθο,
πηγαίνοντας από άνθρωπο σε άνθρωπο,
από τη στίξη στην αντίστιξη,
από όρθρο λύπης σ’ εσπερινό χαράς,
απ' τη δροσιά του πρωινού στην παγωνιά της νύχτας,
ψάχνοντας το χαμένο σου μισό,
την ποθητή, ιδανική σου όψη στον απέναντι καθρέφτη,
μια όψη που η μοίρα δεν την χάραξε ποτέ στο σώμα άλλου ανθρώπου,
αλλάζοντας το Εγώ σε Εσύ και το Εσύ σ’ Εγώ,
αλχημιστής που ξέχασε τη μυστική του τέχνη.
Ξέρεις, σ’ αυτόν τον κόσμο δεν ξεχνάς μονάχα εσύ, 
ξεχνούν και οι άλλοι.
Ακόμη κι αν σε ψάχνουνε απελπισμένα
μες στις ρωγμές και στα ορύγματα που κρύβεσαι.
Κάθε περιπλανώμενος ερημίτης αναζητά τον άλλο ερημίτη,
να σβήσουνε τη μοναξιά με μοναξιά.

Κι εσύ στο ακρογιάλι περιμένεις να ’ρθει το χαμένο σου όνομα.
Δικό σου ή κάποιου άλλου.
Τι σημασία έχει πια, σαν σμίγουν οι φωνές 
για ν’ ακυρώσουν τον ίδιο τον αντίλαλό τους;
Τι άλλο είναι η σιωπή από σκέψεις που δεν ακούν η μια την άλλη,
μα συνεχίζουν να συμπορεύονται άσκοπα;
Εδώ στο χείλος της στεριάς και του νερού προσμένεις
μήπως και ακουστεί μια τελευταία φορά το χαμένο σου όνομα.
Ώσπου να έρθει να σε βρει το κύμα.
Ώσπου να σ’ αγκαλιάσει το νερό σ' όλη τη δόξα των ονείρων του,
σ΄ όλο το μεγαλείο της πληρότητας και του κενού,
με όλα τα χαμένα ονόματα μα και με τ' όνομα του τίποτα.
Μόνο τα ύδατα κρατούν το λόγο τους ασάλευτο μες στο τρικύμισμα.
Καλά, δεν το περίμενες πως τελικά θα ερχόταν και σ’ εσένα η θάλασσα;  

''πεθυμιές''...της Σοφίας Θεοδοσιάδη.

Ζωγράφος: Monica Carretero
 Πιότερο απ' όλα που πεθύμησα σ' εκείνα του Καλοκαιριού..είν' η ξυπολησιά μου...σαν το μελίσσι που σε πανηγύρι γύρης χύνεται.. μικρά παιδιά και νέοι και γέροι..ο καθένας να γευτεί..λίγο για να ''φορέσει'' Καλοκαίρι..να ζεσταθούν τα δάχτυλα απ' το καυτό το χώμα..να νιώσουνε την κάψα του..πριν έρθουν και προλάβουνε οι αέρηδες οι δυνατοί..τ' Αυγούστου τα μελτέμια..με βήματα να οδηγήσουνε στου Φθινοπώρου τις βροχές και τα ''χρυσά'' τα φύλλα...

Ένα πανηγύρι αλλιώτικο..ο ήλιος είν' στα κέφια του..εκείνα τα μεγάλα..Βιβλίο της μνήμης μου ''χρυσόδετο'' ..γεμάτο χρώματα παλέτας είν' Καλοκαιριού....το πράσινο των κάμπων του μικρού χωριού.. μα και το μπλε της θάλασσας που ήταν η κρυφή λαχτάρα μας και το ''γευόμασταν'' όχι τόσο συχνά..μα αληθινά..γεμάτο ζαβολιές ... παιχνίδια του νερού..δροσιές και στάλες του κορμιού..
Στης << ευτοπίας>> μου το καταφύγιο αδιάκοπα..αδιάλειπτα ..θαμώνας επιστρέφοντας να γίνομαι ποθώ...οι πεθυμιές.. καράβια με πανιά αβούλιαχτα..μες στου μυαλού τις θάλασσες στο χρόνο παραμένουν...

πεθυμιές - Σοφία Θεοδοσιάδη.
...............................................................................................................

5 Ιουνίου 2017

στους κήπους....Της Σοφίας Θεοδοσιάδη.

 Σαν ζηλωτής του κήπου της Εδέμ..τους μυθικούς μου κήπους ''φύτεψα''..να μπαίνω εκεί ανάσες ..να μυρίζομαι..ψυχές μες στη λουλουδιασμένη τους σιωπή να αφουγκράζομαι..να χάνομαι μες στα παρτέρια τους..να προκαλώ τ' αηδόνια..τα πουλιά..να κλέβω απ' τη λαλιά τους..να μ' αγαπούν και να με παίρνουνε..μαζί στο  ελπιδοφόρο πέταγμά τους...από την ομορφιά τους να μαγεύομαι.. χορό η ψυχή μου ν' αρχινάει..

Δυο κήπους όμορφους εφύτεψα ..ο σκηνοθέτης μιας ζωής..που απ' τα μικράτα του τις έκοψε με την πεζότητα τις διπλωματικές του σχέσεις..να ''βγαίνω''..να τους ποτίζω για να ανθούν..να τους κλαδεύω σαν θα χρειασθεί..άνθια.. καρπούς..βελούδινα τριαντάφυλλα και μεταξένια γιασεμιά..της ομορφιάς συλλέκτης.. 

Έρχονταν μήνες κι εποχές..το γοερό το κλάμα επότιζε..εστέκονταν ..μια υδροφόρος νέα και καθαρτική..για την καμένη γη των κήπων μου..μεταναστεύοντας..μεταφυτεύοντας σε νέες ''αποικίες'' της ψυχής μου....Έμαθα..δε σεργιανώ.. σε ξένα περιβόλια με λεβάντες και βασιλικούς και δυόσμους να μαζεύω.. Φυτεύω μες στον κήπο μου..ποτίζω καθαρό νερό..ξεβοτανίζω και μυρίζω ευωδία  αληθινή ..κι έπειτα στης ψυχής μου τα αρώματα κλείνω ερμητικά.. σε κείνο το συρτάρι το ζωγραφιστό..με σμάλτο στολισμένο..τρέχω ..τ' αποθηκεύω..

Μετρώντας.. θαρρούν οι φίλοι μου αλλόκοτα πως σκέφτομαι..που στα γρανάζια τους δεν μπαίνω..Πίσω απ' τα χαμηλά φώτα του ''κήπου'' μου μ' αρέσει να δημιουργώ..και με το φως της μέρας τα ανθισμένα μου ''παρτέρια'' ν' αγναντεύω..Μου μήνυσαν πως είναι λέει ασύμφορο..και πως κανείς δε θα γνωρίζει πίσω από το φράχτη μου τι λούλουδα φυτεύω..είν' βιαστικοί οι περαστικοί.. και που να ψάχνουνε και το συρτάρι το κρυμένο...

Φορούν καπέλα με φτερά..με γείσο που το βλέμα το κονταίνει.. φορούνε και λουστρίνια πέδιλα..μα είναι ανυποψίαστοι ..πως τα ''λουστρίνια '' τους συχνά..είναι παπούτσια  γλυστερά..Αγαπάνε οι άνθρωποι απ' την αρχή.. το ..που γυαλίζει αυτό..και λαμπερό φαντάζει..μα μένει εκεί ξεσκέπαστο..αν με του λόγου του πνευματικού..φόρεμα δεν κατόρθωσε ..τη γύμνια του κορμιού του να σκεπάσει...και.. σαν αγκάθια κάθε που φυτρώνουνε στον κήπο της καρδιάς..ραντίζω τα με της αγάπης μου το φάρμακο..μήπως και μαραθούνε..να μείνει το παρτέρι της ψυχής..στ' άνθια παραδομένο.

 στους κήπους- Σοφία Θεοδοσιάδη
...............................................................................................................

3 Ιουνίου 2017

ΤΑΚΗς ΧΡΟΝΟΠΟΥΛΟς- Γοργόνα...

Ξαπλώνει ανάσκελα
πάνω σε λαμπερά φύλλα
με ξεβρασμένα φύκια
ζωγραφίζει διαδρομές.
Λιάζεται αμέριμνη στο βράχο
ξέπλεκα τα μαλλιά της
σαν χρυσαφένια μέδουσα
χορεύουν χείλη, κυματίζουνε χαμόγελα
κρατάει την άκρη της κλωστής στα δόντια της.
Μαγεύει τις φωνές των κυμάτων
ανοίγει την αγκαλιά της
ξυπνάει τα βότσαλα
τρυπώνει στ’ απροστάτευτο νησί μου
μ’ άσπρο κοχύλι την καρδιά μου σκίζει.
Το βλέμμα της σκεπάζει την ορμή μου
κάθε σταγόνα της κυλάει, ξεχειλίζει
σφουγγάρι απλώνει ως και των ποδιών τα δάχτυλα
καταποντίζομαι χωρίς αναπνευστήρα.
Μικρά ψαράκια κολυμπάν στα φρύδια ανάμεσα
με τα μαλλιά της τυλιγμένα στο λαιμό μου
γεύση αλήθειας γυαλισμένης στην ανάσα της
σκιά σελήνης, όπως μου έμαθε τον ήλιο
.............................................................................................................................................................

1 Ιουνίου 2017

"Ο ίδιος εαυτός"...Eλευθερία Θεοδώρου.

Σαν ετερόφωτος αστέρας
άνθρωπε εσύ...
Αυτονομείσαι
με δάνεια φωτός από τον ήλιο
και προσωπεία
ντύνεσαι τη δύστυχη ζωή σου ...
Σκευοποιοί σφυρηλατούν
το εκμαγείο της ψυχής σου
και χειριστής δεινός και ηθοποιός
άνθρωπε εσύ...
σαν τραγική φιγούρα
θα εμφυσήσεις την πνοή
στην ίδια σου την ύλη
σε μασκαράτα
ψευδαισθήσεων μιας ευτυχίας.
Μαύρη μουντζούρα
αποσιωπά στερεότυπα
απωθημένες επιθυμίες
και κώδικες κοινωνικούς.
Το οχυρό σου;;;
Μάσκα, περσόνα, προσωπείο..
Το κίνητρο σου;;;
Ο ίδιος ο άλλος εαυτός σου...
Φερέφωνο και καλύπτρα ψυχής
συγκαλυμμένοι δράστες
σε παραπέτασμα υποκρισίας...
Άνθρωπε...
Λεηλάτησε τη μάσκα σου
γδύσου το άχρωμο μαύρο
της σιωπής σου
κάψε το κέρινο ομοίωμα σου
και παραδώσου άνευ όρων
στην αυθεντία της γύμνιας
της ζωής σου .
Άνθρωπε...
Γίνε αυτός και όχι ο άλλος
μα ο ίδιος ο εαυτός σου...

"Ο ίδιος εαυτός" - Ελευθερία Θεοδώρου
............................................................................................................

Αφορμή για μένα στάθηκε μια ανάρτηση του κ. Τάκη Χρονόπουλου για την ποίηση στο διαδίκτυο και συγκεκριμένα:
<< ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ''ΔΙΑΚΟΙΝΩΝΙΚΟ'' ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ >>..ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον άρθρο..πέρα για πέρα αληθινό και με βρίσκει σύμφωνη βεβαίως..Προβληματίστηκα..ήμουν ήδη προβληματισμένη από καιρό..μα πάλι σκέφτηκα ...πως μέσα σε όλο αυτό τον ορυμαγδό..μέσα σ' αυτό το βομβαρδισμό των όλων που αυτοχρίζονται ποιητές..υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι..που μας δίνουν αληθινά μαργαριτάρια...

Και ναι..σήμερα έπεσε εδώ μέσα στην αντίληψή μου αυτό το εξαιρετικά βαθύ ποίημα της κ. Ελευθερίας Θεοδώρου που σας αναρτώ...και είναι τιμή μου να υπάρχει στο  Άρωμα Σοφίας... Λόγος υπέροχος.. νοήματα μεστά...Κι ανάτρεξα στη σελίδα και του κ. Χρονόπουλου για να διαβάσω όλο το άρθρο..και κατόπιν διάβασα δυο δικά του εξαιρετικά ποιήματα.. και είπα στον εαυτό μου ..πως για κάποια λίγα εξαιρετικά γραπτά .. αξίζει τον κόπο να σερφάρει κανείς.. εδώ στα νερά του διαδικτύου ..Βεβαίως το να γράφει κανείς μαθαίνεται εύκολα..μα το να μάθει κανείς  ανάγνωση σωστή είναι δυσκολότερο..πιστέψτε με..χρόνια πάλευα να μάθω στα παιδιά σωστή ανάγνωση..Θέλει ηρεμία  και χρόνο...
η φίλη σας Σοφία..
..............................................................................................................

σου πλέκω ψάθινο καπέλο.. - της Σοφίας Θεοδοσιάδη.

  Αδράχτι ο χρόνος που κλωθογυρνάει..κλωστές κι ονείρατα να γνέθει..κλωστές πα σε ανέμες πότε γκρίζες..άλλοτες λευκές .. χρωματιστές να βάφονται..υφάδια αργαλειού ζωής.. να ανοίγουν δρόμους.. μοναχά μπροστά για να κοιτάνε..δε σου γυρίζει πίσω ό,τι έγνεσε..μορτάκι αλήτικο..τρέχει και τρέχει να προλάβει....

Κι εμείς σε μια πορεία αέναη..το νήμα ακολουθούμε.. και..
ανάμεσα κρατώντας την κλωστή.. ανέμες ξετυλίγοντας..
 μπροστά σε μια αλήθεια..που χρόνια τώρα παραμόνευε και άξαφνα...καθώς το πλήρωμα του χρόνου την  καλούσε..''εσκασε βόμβα'' ίσως και όχι απρόσμενη.. μπροστά μου και μπροστά σας...μα..Καλοκαίρι πάλι έφτασε..τι ανυπόμονες που μοιάζουνε κι αυτές οι εποχές !!!

 Κι έρχεσαι εσύ  και μου μιλάς για ξωτικά νησιά..κι εγώ μιλάω ''παλιομοδίτικα'' και σ' εξοχές μου γνώριμες σε στέλνω..
Φοράς φουστάνια πλουμιστά.. καπέλα με λοφίο..κι έρχομαι εγώ και σου μιλώ για το φουστάνι εκείνο το λουλουδιαστό από τσίτι καμωμένο.. Όσο σου πλέκω ψάθινο καπέλο εγώ.. κορδέλα να 'χει θαλασσί κι ένα άσπρο περιστέρι..να μοιάζεις με τα κύματα.. στις ανταύγειες του Αιγαίου..να μη φοβάσαι τη χαρά..να σε ''γεμίζουν τα φτωχά'' ..κι ας μοιάζουν.......

γι αυτό σου λέω τραγουδιστά έλα στη βάρκα μας
 εκεί όπου της νιότης μας οι ''εκδρομές''..δεν πάψανε στιγμή για να μας τυραννάνε..με της ψυχής μας τα πανιά.. στα πέλαγα τα καταγάλανα παρέα με τους γλάρους ν' ανοιχτούμε..να μας ''χτυπήσουν'' οι αέρηδες οι καλοκαιρινοί.. ν' ανάψουμε ξανά φωτιές..να αυθαιρετήσουμε και πάλι απ' την αρχή..τη μοίρας τα κιτάπια μήπως αλλάξουν ρότα και χαθούνε....

σου πλέκω ψάθινο καπέλο..- Σοφία Θεοδοσιάδη 
..............................................................................................................

 

31 Μαΐου 2017

''άλογο κούρσας'' o καθείς..- της Σοφίας Θεοδοσιάδη

Άλογο κούρσας μου 'λεγες..άτι λευκό και γρήγορο να γίνεις στη ζωή σου..ποιός ξέρει άραγε αν αντεξα..καθώς κρύος ιδρώτας μ' έλουζε στις ανηφόρες με τα γκέμια μου σφιχτά..ανάβαση κοιτούσα για να κάνω.. αν το κατόρθωσα..να γίνω ένα τέτοιο..μα και να παραμείνω..να σταθώ ..πολλά τα  κακοτράχαλα σοκάκια της ζωής..

 Ήμουνα νια ..αθώα και απροετοίμαστη..δεν είχα κάνει διόλου μια ''προπόνηση'' δεν είχα ιδέα από ''ιππασία'' απ' τα μικράτα μου..δεν ήμουν δα κι από μεγάλο τζάκι και γενιά..Μα έβλεπα τα άλογα στο φτωχικό το σταύλο σου πατέρα μου..κι ολημερίς μου έρχονταν ιδέες στο μυαλό μου..

Καβάλαγα φαντάζομουν εκείνη τη φοράδα τη λευκή..κι έτρεχα μες στους κάμπους σαν αγρίμι που ζητάει..να βρει..και να γνωρίσει εκειά τα σύνορα..να δει μέχρι που φτάνει ο ορίζοντας .. άλλα λημέρια να γνωρίσω..ανθρώπους να 'βρω μες σε μαγαζάκια του καφέ..γνώση για ν' αποχτήσω...δεν μου εφτάναν τα σχολειά.. ..γιατί όλο το παιχνίδι επαιζότανε μου έλεγες.. μέσα στα ''καφενεία''  της ζωής ..τα φτωχικά τα μαγαζάκια ήταν σχολειά..κάνανε πρακτική εξάσκηση στο νου..στη λογική τ' ανθρώπου... Μου  έδειξες.. μου έμαθες να καβαλάω το άλογο και να τραβάω τα γκέμια..μα είχε ''κουρσάρους'' τούτη η ζωή και καουμπόυ κρυμένους.. 

Προσπάθησα..είχα όπλο μου τα λόγια σου πατέρα μου με το θλιμμένο σου χαμόγελο.. που πάντα σε συνόδευε..γιατί νωρίς - νωρίς.. από μικρός ''σπουδασες'' τη ζωή.. Λιγόψυχοι και ''ανοργασμικοί'' σε μια παλέτα.. που σκιών ζωές να συμβολίζει.. άντρες..γυναίκες ελλειπείς..πολίτες έρμαια πάντα των ανικανοποίητων παθών τους..δρόμους ακολουθώντας όχι ευθείς..στήνανε φράγματα ..άλογα κούρσας δεν τα άντεχαν ποτές..δεν το αντέχαν στον τερματισμό..να βλέπουνε να κόβουν την κορδέλλα..Άλογο κούρσας..όπως ο καθείς..πέφτω..σηκώνομαι μπρος στ' αναχώματα..που ανεπαρκείς μας στήνουν......

''άλογο κούρσας'' -  Σοφία Θεοδοσιάδη...
..............................................................................................................

30 Μαΐου 2017

Πόσο σ' αγαπώ, πουλάκι του δρόμου......

Έλα να σου δείξω τις τριανταφυλλιές
τα πράσινα, τα κόκκινα, τα σπίτια, τις αυλές.


Πόσο σ' αγαπώ, πουλάκι του δρόμου,
πόσο σ' αγαπώ, πόσο σ' αγαπώ
Έλα να σου πω αγόρι γλυκό μου
πόσο σ' αγαπώ, πόσο σ' αγαπώ.


Έλα να σου μάθω, πως είναι το φιλί,
σαν κόκκινο τριαντάφυλλο και σαν ανατολή


Πόσο σ' αγαπώ, πουλάκι του δρόμου,
πόσο σ' αγαπώ, πόσο σ' αγαπώ.

 Έλα να σου πω αγόρι γλυκό μου
πόσο σ' αγαπώ, πόσο σ' αγαπώ.


Έλα να σου δείξω το στάχυ το ξανθό
τ' αστέρια που σωπαίνουνε για ν' αποκοιμηθώ

Πόσο σ' αγαπώ, πουλάκι του δρόμου,
πόσο σ' αγαπώ, πόσο σ' αγαπώ
Έλα να σου πω αγόρι γλυκό μου
πόσο σ' αγαπώ, πόσο σ' αγαπώ.


 Στίχοι: Λευτέρης Παπαδόπουλος
Μουσική: Μάνος Λοΐζος

..............................................................................................................

γλυκές αναδρομές....
Τότε που οι εμπνευσμένες παρέες γράφανε μουσική ιστορία..
ήταν στα 1972..θυμάμαι στα σκαλιά στο Λύκειο Φιλοθέης ..ένα σχολειό Δημοτικό που δούλευα.....κοριτσάκι εγώ..και Μάνος Λοϊζος και Φωτόπουλος..ο διευθυντής μου...κουβεντούλες όμορφες..δημιουργικές..λαξεύματα ψυχής..κι εγώ να προσπαθώ να δώσω τα ''φώτα'' μου στα παιδάκια της Α' Δημοτικού...με μαθήτρια τη μικρή Μυρσίνη...κι ο θαυμασμός μου γλυκός και τρυφερός στους δημιουργούς...ήχοι του χτες..στ' αυτιά μου και μέσα μου.....ορχηστρικά..ακκορντεόν και πιάνο...για σας.......
η φίλη σας Σοφία...
..............................................................................................................

29 Μαΐου 2017

νόστος..αγάπης νόστος.. - της Σοφίας Θεοδοσιάδη.

Κι εγώ ν' αναζητώ τ' απόβραδα.. εκείνα της μαγείας της ψυχής..και να τα συναντώ..μονάχα πέρα από τα σύννεφα..εκεί όπου εχάθης.. Δεν έχει πια τη δύναμη κανείς..κανείς δεν βρήκε το κλειδί..την πόρτα της καρδιάς μου να ανοίξει..Θυμώνω ώρες - ώρες μαζί σου και τα βάζω δυνατά..λέω να μαζέψω ό,τι άφησα στη θέση τους .. από τα πράγματά σου..Εκείνο το ρολόι της τσέπης σου..που το σταμάτησα την ώρα του φευγιού σου...το κεχριμπαρένιο κομπολόγι σου..που εκουβάλησε ο πατέρας σου..απ' της πατρίδας σου τα μέρη..εκεί απ' τα βάθη του Βορρά.. της Οδησσός τα αλώνια.. 

Μα μετανιώνω στη στιγμή.. μονολογώ και λέω: Ευλογημένοι απ' το Θεό..όσοι εγεύτηκαν και ''μονορούφι'' ήπιαν τη μαγεία της ζωής..κρατώντας σου το χέρι...έστω και μια φορά..Πώς να ανταλλάξω μες σε μια στιγμή..πως να κατέβω από το πιο ψηλό σκαλί..στο τελευταίο μίας πίστας ''λαϊκής'' να τραγουδήσω ? Χαμογελώ..και δε θυμώνω πια..που εξέχναγες όπου προλάβαινες κλειδιά..γυαλιά.. ακόμα και ανθρώπους..ήταν που μου λεγες πως τάχατες..δεν αναλώνεσαι στα τετριμένα..στα απλά....

Κι εγώ ..που ήξερα..κι εγώ που καταλάβαινα..ο χρόνος καθώς πέρναγε..και μέτραγε ''αντίστροφα'' για σε..εχαμογέλαγα μαζί σου και εγώ..πως συνενούσα έλεγα..κι είχαμε έναν κώδικα σιωπής.. παραδοχής..δίχως μια λέξη να ειπωθεί..για την αφηρημάδα σου αυτή..που την καθημερινότητα δυσκόλευε..μα επορεύοσουν καλέ μου εσύ..γιατί πολύ σε αγαπούσανε οι ανθρώποι οι δικοί σου..Έπαψε να με νοιάζει πια από καιρό..ούτε που ακούω τις ανίαρες και ''φλύαρες'' σειρήνες..που τάχα λέν' πως είμαι αθεράπευτα ρομαντική..και μένω ώρες- ώρες ''κολλημένη'' στα παλιά...Μα τα παλιά κρασιά και τα αρώματα είναι τα ''ακριβά''..κι όποιος δεν ήπιε μια φορά και δεν τα φόρεσε..έχασε και την ''αίσθηση'' αυτή των αρωμάτων..μέθη λαγνείας μέσα μας τα ''δυνατά'' κρασιά...

Έρχονται βράδια και φορές και δειλινά..που χω ''φτερά'' στα πόδια μου σε σένα να πετάξω..Ψάχνω..και ψάχνω..στης ομίχλης και της καταχνιάς των σύννεφων..και στης ομίχλης των καιρών..εκείνη τη μορφή να αναγνωρίσω..και να βρω..μορφή να μεταλλάσσεται.. χίλιες μορφές να παίρνει..και το χαμόγελό σου να γεννά..Νόστος χωρίς επιστροφή..νόστος γλυκός και ακατόρθωτος.. νόστος γλυκό σαν βύσσινο του κουταλιού της μάνας μου..μα πάντα ένας νόστος.. αληθινής ''αγάπης'' νόστος παραμένεις..και αν πολλές αγάπες ήρθανε..μου συστηθήκανε για αγνές..είναι η δική σου που ''ξεχώρησα''.. γιατί κάθε που κίναγα να ''μυριστώ και να μυρίσω'' ..καινούριο άρωμα να το φορέσω και να φορεθώ.. έρχονταν υποδόρεια η δική σου η υφή.. με χάϊδευε απαλά. ..να μου θυμίσει στη ζωή.. καθώς νοθεία έπεσε πολύ..ακριβά πολύ τα υλικά τα ατόφια.. Η θύμησή σου μου εψέλλιζε πως των ερώτων της συνήθειας..δεν ήμουν θιασώτης.. γι αυτό έχω το δικαίωμα να σου μιλώ για ''νόστο''.......

μα...στο θεατράκι της ζωής..δεν παγιδεύτηκα ανάμεσα στο μαύρο και στο άσπρο..διάλεξα χρώματα ζωής στο ομολογώ..όσο κι αν μου ''θυμώσεις''..είναι βαθιά η επιθυμία μου να ζωγραφίσω όσο ζω..γυρίζοντας προκλητικά την πλάτη μου στο χρόνο..την τρικυμία που 'χω μέσα μου μήπως και την κοπάσω...είναι ''πλανευτικά'' τα χρώματα και οι ήχοι της ''σειρήνας'' της ζωής...

νόστος..αγάπης νόστος - Σοφία Θεοδοσιάδη.
..............................................................................................................

σκέψεις για τη ''Μελισσάνθη'' - της Σοφίας Θεοδοσιάδη.


Πως ν' αρνηθείς τις στάλες της βροχής..που μούσκευαν ερήμην σου το φόρεμα εκείνο..που το άπλωνες κάθε φορά λιακάδα να γευτεί..ανυποψίαστη πως είχαν μαζευτεί τα σύννεφα και ξέσπαγαν αθόρυβα..και ύπουλα.. στάλα τη στάλα να σε ξεγελάσουνε..πως τάχα εσύ απλά θα δροσιστείς..δε θα βραχείς κατάσαρκα..μα αθώα εσύ δεν το φαντάστηκες..δεν ήθελες..δεν άντεχες.. πως...η εποχή της Μελισσάνθης  τέλειωσε..άπλωνες στα σχοινιά τα ρούχα  να στεγνώσεις...

Ερχότανε απροσκάλεστα τα σύννεφα..να σου θυμίσουνε τα λόγια τους..μα είχες πάψει από καιρό..δεν ήξερες..δεν καταλάβαινες.. ξέχασες τη γραφή και την ανάγνωση.. που αυτά μαζί τους κουβαλούσαν..Μοιάζαν βρεγμένα ρούχα πα στο λιακωτό τα ρούχα σου στο σύρμα απλωμένα..μα κουβαλούσες πα στα γκρίζα σου μαλλιά..λουλούδια λες και γίνονταν..οι χαμένες μας που μοιάζανε επιθυμιές κι ελπίδες...

 σκέψεις για τη ''Μελισσάνθη'' - Σοφία Θεοδοσιάδη..
..............................................................................................................

.............................................................................................................

28 Μαΐου 2017

''άστεγη'' η ψυχή του..- της Σοφίας Θεοδοσιάδη.


Είχε μείνει πλέον ''άστεγος''..έψαχνε απεγνωσμένα να 'βρει μία στέγη..ένα ''δωμάτιο'' να ξαποστάσει τη λεηλατημένη από μόνη της ψυχή του..Ρακένδυτη η ψυχή στα θέλω του κορμιού του ..βήμα αργόσυρτο..ζητιάνος μιας αγάπης..θύμα της ίδιας ανημπόριας του.. να αγαπήσει και να αγαπηθεί...Έψαχνε απεγνωσμένα..χάνονταν μες στα σοκάκια τα ανήλιαγα..τρύπωνε  στα καλύβια που δεν τον χωρούσαν..

Θόλωνε το μυαλό του απ' την ''κλεισούρα'' της ψυχής..έβλεπε όσα ονειρεύονταν..έβλεπε όσα έζησε λειψά..πόναγε..στιχάκια σκάρωνε ψυχής να 'βρει έναν ήλιο το απομεσήμερο..λίγο να τα φωτίσει..Μα ο ήλιος στάθηκε ψηλά..τον κρύψανε τα σύννεφα..Κι αυτός..έπαψε πια να κελαηδεί μελωδικά..βραχνό κελάηδημα η μελωδία του να μοιάζει..χανόταν στα ''κρωξίματα''.. των μαύρων της ψυχής του των πουλιών..τα ''τιτιβίσματα'' είχανε από καιρό κρυφτεί..

 Σκέψεις για ένα φίλο - Σοφία Θεοδοσιάδη.
...............................................................................................................

25 Μαΐου 2017

και συλλαβίζοντας... - της Σοφίας Θεοδοσιάδη.

 Και συλλαβίζοντας..ως τα σκαλιά της ''πόρτας'' μου του νου μου να συρθώ..να ξεκλειδώσω..να ακουμπήσω την ''πραμάτεια'' που εμάζεψα ολημερίς..μέσα στου κόσμου και της πόλης τα σοκάκια..
Θα ''συλλαβίσω'' όπως κάθε απόβραδο..ό,τι αγκάλιασα από το χάραμα..ό,τι με πόνεσε..με πλήγωσε..μου χαμογέλασε..θα ''συλλαβίσω''την ασχήμια και την ομορφιά..όση χωράει μέσα σε λέξεις..θα συλλαβίσω εκείνες τις φωνές που χάϊδεψαν τ' αυτιά μου..

Τις λέξεις μου θα τις στολίσω για άλλη μια φορά..θα τις κεντήσω καλλιγραφικά..μήπως και σώσω την ''ψυχή'' τους..μήπως κι εγώ μαζί μ' αυτές τολμήσω και σωθώ...Θα ζωγραφίσω με πινέλλα ολοκαίνουρια..λέξεις με χρώματα Άνοιξης να μοιάζουν..στιχάκια που αγκαλιάζουνε τα  συναισθήματα..μήπως τα μάτια μου αντέξουν να κοιτούν..Βάρυνε ο κόσμος πα στα βλέφαρα..έκρυψε λες τα δειλινά..τα πορφυρά τα χρώματα θέλει κατόπι να τα πάρεις..απ' την αρχή ..στις χούφτες σου τις αδειανές μέσα για να τα κρύψεις.. τα χέρια να τα απλώσεις σαν δε φοβηθείς..να κόψεις..να μυρίσεις το φλισκούνι κι άγρια μέντα..

Τελειώνει τούτη η Άνοιξη..είχε τα χρώματα πολλά..θαρρείς και δεν
 προλάβανε οι άνθρωποι..τα ρούχα τα χρωματιστά.. στον ήλιο να απλώσουν..Λερά τα σύρματα και οι απλώστρες  μες στους κάμπους της μικρής μας της ζωής..χέρι δε βρέθηκε να γίνει γυαλιστής..να καθαρίσει και τη σκόνη αυτή.. που απλώθηκε στις πόλεις..στις ψυχές ..Μα εγώ μαζεύτηκα..συνήθειο κάθε σούρουπο το'χω από παιδί..να χουχουλιάζω στου μυαλού..στης ''κατακόμβης''μου τη σκέψη..θα ονειρευτώ για άλλη μια φορά..ποιός ξέρει ίσως  να 'ναι εις μάτην .. μα θα ονειρευτώ ξανά μιαν Άνοιξη..προσμένοντας αλλιώτικη.. ολοκαίνουρια να μοιάζει..

και συλλαβίζοντας.. - Σοφία Θεοδοσιάδη
.............................................................................................................

23 Μαΐου 2017

δε μου άρεσε το μάθημα ..που για καννίβαλους μιλούσε - της Σοφίας Θεοδοσιάδη.


Κι εσύ που κάνεις τον αγώνα σου τον ''εσωτερικό'' ορθή σαν το δεντρί που το χτυπούν οι ανέμοι των καιρών για να σταθείς..κι εσύ που ανοίγεις διάπλατα τ' αυτιά..τις μουσικές της φύσης.. τις μουσικές από τα φυλλοκάρδια των ανθρώπων να διαβάσεις και να αφουγκραστείς..έρχονται εκείνες οι στιγμές..που γονατίζεις στην ασχήμια τους μπροστά..σε κείνη την ασχήμια της ψυχής και του μυαλού..κάποιων διεστραμμένων..καθοδηγούμενων απ' το σκοταδισμό των θρησκειών..των συμφερόντων..και του κέρδους.. 

Μας το 'πανε οι γονιοί μας μες στο σπίτι μας..μας το παν κι οι δασκάλοι..πως ο κόσμος τούτος μάτια μου..δεν είν' αγγελικά πλασμένος..έχει θεριά ανήμερα στα δάση του..στης ζούγκλας τις κρυψώνες..Δεν μας άρεσε το ''μάθημα'' αυτό ποτές..που για λιοντάρια και καννίβαλους μιλούσε..μα ήμασταν υποχρεωμένοι από μικρά παιδιά..να το διαβάσουμε..να το εμπεδώσουμε και να το γευθούμε..καθώς κι εμείς εμεγαλώναμε στης ζούγκλας τα λημέρια..

Γιατί πως να στα ονομάσω τα λιβάδια αυτά εσένα μάτια μου..που γέμισαν ''ζιζάνια'' και φύτρωσαν παντού ''ανθρωποφάγοι''..
Σήμερα σκότωσαν εδώ..μικρά παιδιά και νιούς και γέρους..αύριο παραπέρα..κι εσύ κι εγώ θαρρούμε πως είναι μακρινό το γήπεδο..που φονικά συντελούνται..

Πληθύνανε οι ανόητοι..αιμοχαρείς και αιμοδιψείς..θρασύδειλα ανθρωπάκια..επαναστάτες της ''οκάς''..κρυμμένοι με κουκούλες..( οι επαναστάτες έχουν πρόσωπο ) ..πληθύναν τα ''θεριά'' και δεν στηρίζουνε την εξουσία τους..ούτε και την κυριαρχία τους..στο κέρδισμα του νου..Τώρα το φόβο αυτοί σκορπούν..και να μας κυριεύσουν προσπαθούν..ύπουλα ροκανίζοντας..σπέρνοντας αδιάκοπα το φόβο στο μυαλό μας..Σαν άλλοι Hannibal κι αυτοί τους φόνους τους μετρούν..Είναι φυτό πολύκλαδο ο φόβος σαν γεννιέται...Είναι μεγάλο το κακό που απλώθηκε στις γειτονιές όλου του κόσμου..μια τροχοπέδη πρέπει να βρεθεί για να το σταματήσει....

Κείμενο - Σοφία Θεοδοσιάδη..
..............................................................................................................

22 Μαΐου 2017

με τον κονδυλοφόρο της καρδιάς..στις λέξεις μου τα κελαηδήματά τους- της Σοφίας Θεοδοσιάδη


Λαλούν τ' αηδόνια απ' το πρωί..δε λογαριάζουνε ποτές..αν ημπορείς να τα αντέξεις...μα αυτά λαλούν γιατί το βάλανε σκοπό στη σύντομη.. γεμάτη ρίσκο τους ζωή ..την ομορφιά σ' ένα κελάηδημα πρωινό..πάντα να την  σκορπούν.. Τραγούδια πλάθουνε με το κελαηδητό..δίνουν ορμήνειες στους ρομαντικούς.. και τους μηνούν κελαηδητά..ποτέ τους μην αλλάξουν...

Κι εγώ  σαν το μικρό παιδί..που το ξεχνώ παράμερα συχνά..απ' της ζωής τον κάματο γερμένη..δειλιάζω τη φωνή τους να ακούσω..να συγχρονιστώ με το τραγούδι τους..ξεχνιέμαι και να ονειρευτώ..Μα είναι επίμονη..εκείνη η μελωδία τους στιγμές - στιγμές..φτάνουν στο κορδελάκι της μικρής ''κοτσίδας'' μου..και γίνομαι  μια ''τρελλοκοτσιδού''..όπως παλιά..και θέλω να τα μιμηθώ.. να κελαηδώ κι εγώ..ένα τραγούδι αλλιώτικο..αηδονιού τραγούδι για να μοιάζει..

Δεν ξέρω αν είν' λυπητερό ή και χαρούμενο ετούτο το τραγούδι..ή και τα δυό μαζί..Μα είναι τραγούδι όμορφο..γιατί αυτόν τον στίχο του τον έγραψα εγώ..με το μελάνι της δικής μου της ζωής..με τον κονδυλοφόρο της καρδιάς μου...Καλή σου μέρα τραγουδάει το αηδόνι μου το πρωινό..ήρθα στο παραθύρι σου..άνοιξε για να μπω..να λύσω εκειό το κορδελάκι σου..εκείνης της κρυμμένης και δειλής  ''μικρούλας'' σου..στο όνειρο μαλλιά και νους να  ταξιδέψουν...

στις λέξεις μου..τα κελαηδήματά τους..- Σοφία Θεοδοσιάδη... 
..............................................................................................................

21 Μαΐου 2017

Η αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα - της Άλκης Ζέη

"Ανεβαίνω στο τρένο με τον χωροφύλακα. Κηφισιά-Αθήνα. Είκοσι λεπτά διαδρομή. Ατέλειωτο ταξίδι. Το ήξερα πως θα με πιάνανε.
— Και την αρραβωνιαστικιά μου τη λένε Δάφνη, κάνει ο χωροφύλακας κοιτάζοντας την ταυτότητά μου. Μικρή κοπέλα, τι πας και μπλέκεις; Έχεις αρραβωνιαστικό;
Δεν απαντάω. Γνέφω κάτι αόριστο με το κεφάλι. Έχω ακόμα την παλιά μου ταυτότητα. Δεν την άλλαξα όταν παντρεύτηκα με τον Αχιλλέα. 

Παντρεύτηκα! Ένα κορίτσι παντρεύεται με φούστα και πουλόβερ. Χωρίς κουφέτα και λουλούδια. Χωρίς καλεσμένους και νυφικό κρεβάτι. Ο Αχιλλέας φεύγει την ίδια μέρα. Αντάρτης, κάπου στο βουνό. Αντάρτης! Χωρίς να είναι πια πόλεμος, ούτε Κατοχή. Αντάρτης! Όταν σ’ όλους τους τόπους άρχιζε μια καινούργια ζωή. «Σ’ ένα χρόνο θα έχουμε μπει στην Αθήνα.» Είχε σιγουριά η φωνή του. «Το είπε ο Αχιλλέας.» «Μείνε γι’ απόψε», παρακαλούσα. Δεν γινότανε. Όλα είχανε κανονιστεί με το δευτερόλεπτο. 

Ο πρώτος σύνδεσμος, ο δεύτερος... Εγώ όμως το ’θελα πολύ ένα μεγάλο νυφικό κρεβάτι. Ένα διπλό κρεβάτι με σιδερένιο τσέρκι για την κουνουπιέρα, σαν κι αυτό που είχαμε στο σπίτι του παππού στο νησί. Κουβέρτες άσπρες, πλεγμένες με το κροσεδάκι, μεγάλες στενόμακρες μαξιλάρες. Το θέλω το νυφικό κρεβάτι. Χωρίς βιασύνη από το ένα ραντεβού στο άλλο. Χωρίς φόβο. 

Μια ολόκληρη νύχτα. Η δικιά μου νύχτα που δεν θα ’ρθει ποτέ. Να ξυπνώ και να βλέπω πλάι μου στο μαξιλάρι τα σμιχτά καστανόξανθα φρύδια. Κι έξω, ούτε Γερμανοί ούτε χαφιέδες ούτε όλμοι ούτε σφαίρες.
Δεν έχω περάσει ποτέ μου μια ολόκληρη νύχτα με άντρα. Με τον Αχιλλέα. Γιατί άλλος άντρας δεν υπάρχει κι ούτε θα υπάρξει ποτέ. Όσος καιρός κι αν περάσει.
Η Αρραβωνιαστικιά Του Αχιλλέα - Άλκη Ζέη ( απόσπασμα )
..............................................................................................................


Κάποια βιβλία σου γεννούν το ενδιαφέρον να τα διαβάσεις και μια άλλη δεύτερη φορά μετά από χρόνια..μια άλλη ματιά..καθώς η ωριμότητα είναι σύμμαχός μας..Και ναι..ήμουνα νια..μόλις είχα γεννήσει το κοριτσάκι μου ..ήταν που επετράπη να κυκλοφορήσει το σπουδαίο αυτό βιβλίο στην Ελλάδα..για την ''Αρραβωνιστικιά του Αχιλλέα '' σας μιλώ το 1987..Το διάβασα τότε ρουφώντας τις σελίδες του..με το ίδιο πάθος και τώρα που  είμαι πια  μεγάλη...


Διάλεξα ένα απόσπασμα που αφορά περισσότερο στο ''ανθρώπινο'' κομμάτι..και τη στέρηση και τα ψυχικά ''δεινά'' που επιφέρουν συχνά οι ιδεολογίες..και οι εμφύλιοι πόλεμοι και η φαγομάρα των λαών..Ένα βιβλίο όχι ιστορικό..μα μιλάει για την ιστορία ανάμεσα στο μύθο και την αλήθεια της ίδιας της ζωής της συγγραφέως..της αγαπημένης σε μένα προσωπικά Άλκης Ζέη. 

Σπουδαίο λογοτεχνικό ανάγνωσμα..ίσως και πολιτικό δοκίμιο..που βάζει σε σκέψη και σήμερα..για τις μέρες τις δύσκολες..και τις αγκυλώσεις των ιδεολογιών.. Kι όπως είχε πει και η ίδια η συγγραφέας''εμείς δεν προλάβαμε να ζήσουμε από το '40 - 70..Κατοχή..Εμφύλιος..Δικτατορία..Πετράδι πετράδι συνθέτει το ψηφιδωτό της σημαντικότερης τριακονταετίας (’40-’70) της Ελλάδας, ξύνοντας παλιές και νεότερες πληγές που άφησαν ανεξίτηλα σημάδια σε ψυχές και σώματα.

'' Να ένας ''προβληματισμός'' για την αξία της ζωής..να ένας προβληματισμός για το ''φευγιό'' των νέων απ' τον τόπο που τους γέννησε..πάλι για άλλους λόγους..πάντα υπάρχουν λόγοι στην πατρίδα μας..που ''διώχνει'' τα παιδιά της..να ένα ''σπουδαίο'' δώρο που μπορείτε να κάνετε στους  αγαπημένους σας φίλους..καθώς Καλοκαιράκι  έρχεται σιγά- σιγά...κι ο χρόνος θα μας περισσεύει..

ΓΙΑΤΙ..κάθε γεννιά...περνάει τα δικά της ''λούκια''...και κάθε γενιά πρέπει να γαλουχείται με αλήθειες και συμπεράσματα..χωρίς παρωπίδες..χωρίς φόβο και στενότητα αντιλήψεων..σκεπτόμενη και αναλογιζόμενη την ιστορία που επαναλαμβάνεται..γιατί η ζωή είναι ωραία και δεν πρέπει να χαραμίζεται !!!

η φίλη σας Σοφία 
..............................................................................................................

20 Μαΐου 2017

βόλτα θα βγω..μ' εκείνο το ''παιδί''...- της Σοφίας Θεοδοσιάδη.




 
 
 
 
 
 

.


 
 
 
.....βόλτα θα βγω..μ' εκείνο το ''παιδί''

Θέλω να βγάλω βόλτα εκείνο το ''παιδί''..να πάρω το ποδήλατο των παιδικών μου χρόνων..να βγω ξανά στις εξοχές..στο ξέφωτο να αράξω...Να με κυκλώσουνε οι μυρωδιές..απ' τα περβόλια τα ψηλά ψηλά ..εκείνα της ψυχής μου..και να διασχίσω κήπους όμορφους..με τις λεβάντες να χαϊδεύουνε της μύτης μου την αίσθηση..να γεύομαι και να χορταίνω εγώ..της μυρωδιάς..την ''πείνα''.

Θέλω να βγω με δύναμη..τις ορθοπεταλιές μου να μετρώ.. και πάντοτε στο μέτρημα..περίσσιες να τις βγάζω..με αφετηρία.. χωρίς σταθμούς να είναι μίζεροι..και με προορισμό.. ένα μοναχά μικρό κι απόμερο σταθμό ζητώ να δω να γράφει:
<< γέλιο πωλείται εδώ >>..

Βαρέθηκα να εξηγώ τα όμορφα..σ' αυτούς που φύτεψαν μες στα λιβάδια τους τα δέντρα της ''ασχήμιας''..Δεν βγαίνουνε περίπατο με μένανε όσοι φορτώνονται δισάκι τους τη γκρίζα σκοτεινιά.. που καταιγίδες ''μαγνητίζουν'' να 'ρθουνε στου κόσμου τ' αλωνάκια..

Δεν καρτερώ από δέντρα στέρφα να καρπίσουνε..παρά στα δέντρα που γεννούν καρπούς..πάντοτε τριγυρνώ..κι έχουνε φύλλα πλούσια ..στον ίσκιο τους να κάτσω...Μέθεξη της ζωής.. συνάντηση ψυχών.. να συναντήσω μες στη βόλτα μου με το ''παιδί''..πα στο ποδήλατο ζητώ..στιγμών.. και ονείρων φευγαλέων που δεν ακουμπήθηκαν.. κορμιά που γίναν ένα σε μια ένωση μαγείας της στιγμής..έρωτες που απογειώθηκαν..όλα ..μα όλα μεθεξη..μέθεξη μίας ζωής..ζωής που ''λούστηκε'' αστέρια όταν ''έβρεχε'' ο ουρανός τις νύχτες..
με ένα ποδήλατο μικρό..μα στολισμένο στο καλάθι του..με αρωματικά λογιών - λογιών..να με κυκλώνουνε τα πρωινά αυτά τα Ανοιξιάτικα..όταν η ψυχή αποζητά..σεργιάνι εκεί.. μες στην πανήγυρη της φύσης να με βγάνει.....

''βόλτα θα βγω..μ' εκείνο το ''παιδί'' - Δοκίμιον Λυρικόν - Σοφίας Θεοδοσιάδη.
.......................................................................................................
 

18 Μαΐου 2017

Το κορίτσι της Κερασούντας.. - της Σοφίας Θεοδοσιάδη.



 - Ναι Ροδένια μου..ναι..έτσι έγιναν τα πράγματα κορίτσι μου.Την τόση ομορφιά,την τόση τη γαλήνη,την τόση ευτυχία ,ήρθε να τη σκεπάσει ένα τεράστιο σύννεφο,που έφερε μια αναπάντεχη καταιγίδα και να μας διαλύσει μπόρεσε... σαν να 'ταν κεραυνός.. Εμείς ρίζα μου περνάγαμε ανέμελα..μυρωδάτα ήταν τα χρόνια μας εκεί κοντά στο λόφο..που αγναντεύαμε τη θάλασσα..στη λατρεμένη Κερασούντα.Σαν παραμύθι έμοιαζε η δική μας η ζωή..και ναι.. έτσι θα σου το έλεγα απλά..πως μια φορά κι έναν καιρό..όχι και πολύ μακρινό καιρό..και πάρα πολύ γνωστό καιρό..της καταστροφής του Πόντου τον καιρό..ζούσε εκεί στη Μαύρη Θάλασσα ,που Εύξεινο τον λέγανε τον Πόντο,για να τον καλοπιάσουνε μαθές…ζούσε μια οικογένεια σωστή..χαρούμενη πολύ ..πολύ οργανωμένη..

Αποβραδίς πριν το ταξίδι αυτό στο άγνωστο να ξεκινήσουμε.. άρχισα τις ετοιμασίες..Όχι μη φανταστείς πως είχαμε μπαγκάζια περισσά ή τίποτες βαλίτσες.Δύο μποχτσάδες πήραμε μαζί μας μοναχά..και την εικόνα μας στο τρίπτυχο της Παναγίας… Γιατί εμείς δε θα εφεύγαμε να αφήσουμε πίσω εκεί και το Θεό μας.. Έτάϊσα και έβαλα από νωρίς όλα μου τα μωρά να κοιμηθούνε..για να αντέχουνε  το αύριο..που δύσκολο πολύ θα ήταν.Ζύμωσα και τηγάνισα και λίγα πιροσκία..να φάμε έτσι μια ‘’μπουκιά’’με τους γειτόνους μας..και να τους παραδώσουμε τα ζώα μας ..το βιός μας…Ήτανε καλοί άνθρωποι οι γειτόνοι μας ο Αχμέτ και η Φατμέ…Ποτέ δεν τσακωθήκαμε..και ας επιστεύανε αυτοί  εις τον δικό τους τον Αλλάχ κι εμείς εις το Θεό μας..

Γιατί κορίτσι μου γλυκό..εμείς δεν εκοιτάζαμε ονόματα Θεών και πως τους ονομάζαν και τους λένε..Το μόνο που μας ένοιαζε ήταν οι ανθρώποι να ‘χουν μέσα τους έναν Θεό ολοζώντανο …και με αυτόν να συμπεριφέρονται δίκαια και ταπεινά…να σέβονται τους γύρω  τους ανθρώπους…Συγκινηθήκαμε και κλάψαμε πολλές στιγμές εκείνη την τελευταία μας βραδιά..έδωσε ορμήνειες ο παππούλης σου εις τον Αχμέτ κι εκεί αποχαιρετιστήκαμε..με δάκρυα στα μάτια..Αφήσαμε πίσω όλα μας τα ζωντανά..μονάχα το κλειδί δεν παραδώσαμε του όμορφου σπιτιού μας..Το έκρυψε ο πάππος σου στην πόρτα δίπλα μας κάτω από το βαρέλι με το γιασεμί..και είπε όταν γυρίσουμε εκεί για να το βρούμε…

Ξημέρωνε ο ουρανός..και εζέψαμε το κάρο…με τις δυο  αγελάδες μας  τις δυνατές..που πάντα με αυτές εταξιδεύαμε εκεί γυρω… Τα μάτια των παιδιών μου ορθάνοιχτα να μας κοιτούν ..πολύ απορημένα..και να μη σταματούν να με ρωτούν..που μας πηγαίνεις μάνα μες στη νύχτα..Ταξίδι τους  είπα πως θα πάμε μακρινό..για να γνωρίσουνε τη μακρινή μας την πατρίδα..Είμαστε Έλληνες τους είπαμε..και πρέπει σε αυτή την εκδρομή..να δείτε εσείς και να γνωρίσετε τις ρίζες των προγόνων σας…είναι μας είπανε όμορφη χώρα η Ελλάδα..Ησύχασαν τότε τα παιδιά..και με χαμόγελο εξεκινήσαν…Γελάγανε ..χοροπηδούσαν και ελέγανε..πως θα αγοράσουνε εκεί..πολλά και όμορφα παιχνίδια..Κι έτσι ..με ένα ψέμμα που εξεστομίσαμε εις τα παιδιά..κλειδώσαμε και φύγαμε..με την καρδιά μας  χίλια δυο κομμάτια.

Έξι μερόνυχτα εκούναγε..μας εταξίδευε στη θάλασσα την ανοιχτή..με λιγοστό ακόμα κι εκείνο το νερό..που τον άνθρωπο τον κάνει να στεγνώνει..να πεθαίνει..Και ο καθένας από εμάς..εμάς τους στοιβαγμένους..σαν να 'μασταν αγέλη  μοσχαριών.. εσκέφτονταν πως τη δίψα του θα ικανοποιήσει τη μικρή έστω κι αυτή..για να σωθεί..ώσπου εις την ξηρά το πόδι να πατήσει.. Παράξενη που είναι η ζωή Ροδένια μου..παράξενη και ανεξήγητη μαζί..Εκείνο το μικρούλη μου..το βλασταράκι μου που θάφτηκε στη θάλασσα και που δεν πρόλαβε ούτε τη λέξη μάνα για να πει..κοίτα πουλάκι μου τι δώρο έκαμε στα αδέλφια του,μ’ αυτό τον βίαιο και αναπάντεχο το θάνατό του..Το γέννησα όλο χαρά κι εγέμισε το στήθος μου από γάλα..Να το ταϊζω το 'δωσε ο Θεός το γάλα εις το στήθος μου..όπως σε κάθε νεογέννητη,όπως σε κάθε μάνα..Και το ετάϊζα,το μοσχανάθρεφα κι ας ήμουνα μια απλή ,χωρίς παλάτια περισσά..Μα ήρθε κι έγινε το κακό αυτό..φευγιό να γεύεται η φαμίλια μου..και ξεριζωμό βαρύ όλη η οικογένειά μου..

Σε κείνο το παπόρο που δεν ξέχασα ποτές..ούτε θα το ξεχάσω..το γάλα που εγέμισαν τα στήθια μου..απ' το μωρό μου.. που ποδοπατήθηκε και  ήτανε  πνιγμένο στο λιμάνι εκεί της Τραπεζούντας..έγινε το νερό το σωτήριο των άλλων τριών παιδιών μου.. Τα εβύζαινα με τη σειρά κι ας ήτανε μαθές όλα παιδιά μεγάλα.. Δώδεκα και δέκα και 6 χρονών ο Ηλίας μου..ερούφαγαν και στέγνωναν το στήθος μου..μη τύχει και διψάσουν και πεθάνουν..Αχ το μωρό μου ,ο Χρήστος μου..ο θαλασσοπνιγμενος.. ήταν η αιτία που το στήθος μου εγέμιζε  με γάλα.. ''χρυσό νερό'' πολύτιμο γινόταν στην κοιλίτσα των παιδιών μου..Κοίτα πως τα φέρνει η μοίρα κόρη μου.ο θάνατος να φέρνει και να γεννά ζωή ,χωρίς να το καταλαβαίνει..   Εθαλασσοδαρθήκαμε ..κουράστηκα και εξαντλήθηκα πολύ..εστέγνωσαν τα στήθια μου..το στόμα μου..μα πιότερο από όλα αυτά.. εστέγνωσε η ψυχή μου…Δεν καταλάβαινα κι ας ζούσα μια ιστορία αφάνταστη για με..νόμιζα πως βλέπω ένα όνειρο κακό και πως σαν ξημερώσει θα ξυπνήσω…

Τα αδέλφια μου που έμειναν τα δυο και δεν εξοντωθήκανε στα Τάγματα Εργασίας..άλλο δρόμο τραβήξανε στου ξεριζωμού και του φευγιού το δρόμο.Άλλο βαπόρι στη Ρωσία τους εξέβρασε αυτούς.. Τα τρια αδέλφια μου ήδη ήταν νεκρά στα Τάγματα  Εργασίας και τα άλλα δύο αφήσανε τα κοκαλάκια  τους στη μακρινή Ρωσία, που διώχθηκαν εκεί και ποτέ μου δεν τα ξαναείδα.Έλα μικρούλα μου και πες μου εσύ..πόσο μεγάλη νάχει άνθρωπος καρδιά,για να χωρέσει τόσο πόνο....
Χρόνια μετά το λέγανε..ετούτο το αληθινό..το δύσκολο και τραγικό..το παραμύθι του φευγιού μας..Γενοκτονία των Ποντίων το ονομάσανε ..κι άλλοι δεν το δεχτήκανε..εκεί στα μακρινά τα ξένα.. μα εγώ το λέγω φονικό .. ένα φονικό ανελέητο..ετούτο του ξεριζωμού μας.. Δεν θέλω εγώ πια μοιρολόγια ούτε και κλάματα.. κάτι ακόμα πιο μεγάλο τους ταιριάζει..Γιατί όταν ο άνθρωπος χάνεται ρίζα μου.. μια ζωγραφιά ανεξίτηλη η μορφή του είν' ταιριαστό να γένει...και να πλανιέται απάνω από βουνά και θάλασσες όπου τον αναθρέψαν.κι οι ζωντανοί να μην ξεχνούν..να ''γεύονται''..και να μαθαίνουνε πως από τα ''συμφέροντα'' ισοπεδώνονται οι ζωές αθώων ανθρώπων...
 

''Το κορίτσι της Κερασούντας''- (απόσπασμα) - της Σοφίας Θεοδοσιάδη - εκπαιδευτικού.
( μιας ζωής σαν παραμύθι..μια αληθινή ιστορία ''ξεριζωμού'' )...
...............................................................................................................