το 'χε ληστέψει το φευγιό σου
το ολόχαρο κρυμμένο μου παιδί..
ερχόταν από το βουνό κατεβασιά
στο δρόμο με τις λεύκες και τις κουτσουπιές
το είχε στρώσει για καλά..
το πάναγνο το χιόνι αποβραδίς..
εκρύωνα αλλόκοτα..
εχιόνιζε στις μέσα μου πλαγιές..ετόλμησα
τη γέφυρα των αναμνήσεων εδιάβηκα
κι ας επαγώνανε τα χαμογέλια μου
στης υποψίας μου των φευγαλέων μου ιδεών..
η λαχτάρα αντάριαζε επικίνδυνα..
ζητούσε μερτικό στ' ανύποπτα
η κοριτσίστικη ψυχή μου..
αχ!
πόσο θα 'θελα τραγούδι ανέμελο ν' αρχίναγα
εκείνο που εμίλαγε..
πως χιόνι έπεσε πολύ και κοκκινίζει η μύτη μας
και τρέχουμε στο σπίτι μας..
και μιας καντρίλιας μοναχά
να γεύομουν χορό..
κι η μάνα να περίμενε με σούπα αχνιστή!
Κοιτάζω τη σκια μου..εμεγάλωσα πολύ
στη ζεστασιά της κάμαρας γυρίζω να χωθώ
κοιτώ τις στέγες των αντικρινών σπιτιών
κι εσένα συλλογιέμαι αγαπημένε..
εκρύωνες πολύ όταν εχιόνιζε
το τζάκι εκράταες αναμμένο ως το πρωί..
τώρα το παγωμένο μάρμαρο
φορεί το πέπλο της σιωπής σου..
τι κι αν μια τέτοια θύμηση
για πάντα επιθυμώ για να χαθεί..
Ένα μονάχα θα με τυραγνεί..
δεν πήρες για αναμνηστικό..
το ελησμόνησες
εις τη βιασύνη σου για το φευγιό
τα γάντια που σου έπλεξα
τις παγωμένες νύχτες τις λευκές
γλυκά να σε ζεσταίνουν...
Ψάχνω τριγύρω για ξερόκλαδα..
σκεπάστηκαν στου άγριου Δεκέμβρη το χιονιά
φωτιά ν' ανάψω για τα σε
που ξεπαγιάζεις μόνος..
έρχεσαι..φεύγεις..χάνεσαι αθόρυβα
στο βάθος της αλέας..
''ΤΑ ΓΑΝΤΙΑ ΕΛΗΣΜΟΝΗΣΕς'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη....
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου