18 Απριλίου 2021

''φίλτρον ελπίδος''

G. Frederic Watts - Hope

Μπερδεύονταν οι λύπες κι οι χαρές
πόλεμο άνισο στα μέσα της κινούσαν την αυγούλα
φίλτρον ελπίδος εγεννούσαν αμυδρόν
ομίλει κι ονειρεύονταν μονάχη της 
την ειρωνείαν της τύχης της εξόρκιζε στιγμές
μέρες καλές προσεύχονταν 
να μέλλουνε να 'ρθούνε..
στον κήπο της να υπερτερούνε οι χαρές
να μην τις καίνε οι πάχνες του Φθινόπωρου
στο νου ν' ανθίζουν μοναχά οι Άνοιξες
ν' ακολουθούνε Καλοκαίρια στην ψυχή της.
 
Σιωπούσε..αυτοσχεδίαζε..λογάριαζε
να τραγουδήσει ωσάν κι αυτούς
ως τις φερμένες των παράφωνες φωνές 
απ' τ' ανοιχτό της παραθύρι?
έφηβου νέου η πλάνη της ελπίδας η περπατησιά
στου γέροντα τα βήματα αυτή δεν εσυμβάδιζεν
ένα αίσθημα αυτοσυντήρησης την εκυρίευεν
εβύθιζε τις λύπες της εις το βαθύν πηγάδι της
κι άφηνε τις ευλογημένες της χαρές να ασελγούν..
η αρμονία της φύσης και του Πλάστη αλάνθαστες
φιλοσοφώντας τους κροτάφους της ασπρίζαν.
 
''φίλτρον ελπίδος'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

17 Απριλίου 2021

''ένα ανεπαίσθητον άρωμα''


Κι εκεί που λες..
πως τη ζωή σου έβαλες σε τάξιν περισσήν..
ένα ανεπαίσθητον άρωμα ραντίζει τον λαιμόν
σκαλώνεις στο κλαρί..στο γιασεμόκλωνον
το άρωμα να κλέψεις να ντυθεί η ψυχή
κι αν σπάσει το κλαρί διόλου δε νοιάζεσαι
είναι γλυκύς της αμαρτίας ο τριγμός..
είναι που σε παρέσυρεν το ανεπαίσθητον το άρωμα
δεν κάμει επίσκεψιν καθημερνά
δεν τον ραντίζει τον λαιμόν εις τα στερνά
δεν μπουμπουκιάζουν τ' άνθια της ψυχής
είν' δομημένη σκληροτράχηλα..
η τάξις των πραγμάτων.

''ένα ανεπαίσθητο άρωμα'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη

,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

 


15 Απριλίου 2021

'' τρικύμισμα νεότητας''



Είν' επικίνδυνον τρικύμισμα η σκέψις της νεότητας
σαν κάθεται απρόσκλητα στου γέροντα τα θέλω
για πάντα μου 'λεγες μποέμικα πως δίπλα μου θα περπατείς
η μέρα σ' εκανε να μοιάζεις με ποτάμι ορμητικό
γρήγορα που ενύχτωσεν..ήρθανε χιόνια στα μαλλιά
τώρα τα βράδια κρύβεσαι απ' τα νερά
είναι ζόρικα όταν σπάνε τα κουπιά
αδυνατούνε οι καρποί κωπηλασίες να αντέξουν.

Γι αυτό σου γράφω μην αλησμονήσεις..θα λησμονηθείς
φόρα μαντήλι στο λαιμό μη μου κρυώσεις
τα λόγια π' εκαρπώθηκες κάτω από την πορτοκαλιά
στις ήττες σου τις ύστερες μην τύχει και χαρίσεις..
μου γράφεις πως εγέρασες κι ασπρίσαν τα μαλλιά
κι εγώ στο υστερόγραφον μήνυμα εσωκλείω
σου γράφω πως οι ράγες απ' το τρένο κι αν εσκούριασαν
σε φέρανε ως εδώ..

'' τρικύμισμα νεότητας'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

13 Απριλίου 2021

«τα περάσματά μας»

Χορός ασίγαστος του σύντομου του βίου μας
τα βήματά μας τα μικρά και οι τρανές περπατησιές μας..
τα χνάρια λίγο μένουνε στο παγωμένο χιόνι
τα ίχνη σου διαβάτη μου τα λιώνουνε οι ήλιοι .
 
Στης νιότης τα περάσματα εγύρευες να βρίσκεις παραμύθια  
λευκό σεντόνι ο δρόμος  σου..άλλοτες ροδοπέταλα
τραχιά λιθάρια  κάποτες σκεπασμένος. 
Ακροπατούσες τις νυχτιές μη και ξυπνήσουν τα όνειρα
στις όχθες της υπομονής τα εκράταες φυτρωμένα.. 
 
Και προχωρούσες στο άγνωστο στιγμές
ιχνηλασίες ξέφτιζαν τα δάχτυλα ..κι αν γέμιζαν ουλές
τούτο να θυμάσαι μου έλεγες..να το θυμάσαι..
να μην κλαις..........
τις νύχτες σου του έρωτα τις φεγγαρόλουστες
στα θεωρεία της ψυχής πλανάριζε τις σκέψεις
βήματα ελπίδας γενναιόδωρα σε πλάνην προαιρετικήν
να χρωματίζουνε τα πένθη σου
στης αντοχής τους φράχτες σου 
να σκαρφαλώνουν εκατόφυλλες
θαρρείς πως θα 'ναι λίγο?
 
 «τα περάσματά μας»  - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

 

12 Απριλίου 2021

''τρελλή πεταλούδα''


φωτο : από το διαδίκτυο

Απλώνει εμπρός μου στρέμματα φωτός
μ' ένα λαγήνι με ποτίζει αθάνατο νερό
ο Απρίλης μου ο εμπαίχτης
γύρω μου στήνουν βακχικό χορό
φανήκανε κι οι πρώτες πεταλούδες..
στο φως των ομματιών μου ανελέητα ασελγούν
μια είναι επίμονη πολύ...πορτοκαλί έχει τα φτερά
γλυκά με παρασέρνει...
Και αν ο έρωτας μας λέει ο Σοφοκλής
σε οδηγεί εις τη φωτιά..
υπάρχει και η αντίπερα η όχθη
ο ύψιστος ο ΄ερωτας ο ανεκπλήρωτος
εκείνος που το νου..το λογισμό μας εξιτάρει
τη σκάλα ανεβαίνει τ' ουρανού
απαλλαγμένος σάρκας και οστών
αγγίζει τα του φεγγαριού τα ξέφτια..
Και τι θαρρείς.............
προνόμιο είναι να μη βολεύεται η καρδιά
να ράβει εις τους ώμους πεταλούδας τα φτερά
κι ανάμεσίς στα ανεμόβροχα
ν' ακούει τους ήχους των φτερών
υπνωτισμένη να τολμά..
κι αν κουβαλά δυο γέρικα φτερά
τρελλή μια πεταλούδα να γεννιέται..
 
''τρελλή πεταλούδα'' -Σοφίας Θεοδοσιάδη.

 

10 Απριλίου 2021

''μικρή λιακάδα''

Δρόμοι μακρείς και σιωπηλοί..ίσκιοι βουβοί μ' ακολουθούν..
τις φωτεινές μου μέρες..
Έρχεται η λογική και μου μηνάει πως εμεγάλωσα πολύ
να μην πια ονειρεύομαι.. πως δεν υπάρχει ελπίδα
στο δρόμο με τα ηλιοτρόπια δε θα ξαναβρεθώ..
και μη θαρείς..
πονάνε οι επιστροφές σε δρόμους που αγαπήσαμε πολύ..
κρυμμένες έχουνε παγίδες..

Μα δεν εδείλιασα για μια στιγμή στην άγρια καταιγίδα
έβγαζα την ψυχή στα λιακωτά..σαν κόπαζεν η μπόρα
καθώς μεγάλωνε η ψυχή εβολευότανε σε μια μικρή λιακάδα..
σαν εσταμάταγαν βροντές και αστραπές ..οι κεραυνοί..
απ' το ουράνιο τόξο από κάτω μ' ορθοπεταλιές..
ανασεμιές επιζητούσε η ψυχή..
για να φορέσει ήλιο..χρώματα..εδικαιούνταν μία περαντζάδα..
να συναντάει στις γωνιές τους μουσικούς του δρόμου..
εκειούς που αφουγκράζονται σιωπές..
τραγούδια στέλνουν στα κλειστά τα παραθύρια..
τι κι αν το γκρίζο βάφει σύννεφα ψυχές..
φουρκίζεται η ψυχή ..λυγάει..σαν σκύψεις το κεφάλι..
 
Εγύρισα τον κόσμο σε λιακάδες εσεργιάνισα πολλές
μα απ' όλες πιότερο εσκέφθηκα σοφά..
της μοναξιάς μου τη λιακάδα αγάπησα πολύ
γιατί εκεί δε βρέθηκε άνθρωπος ποτές να μου τη βρέξει..
Πήρα απόφαση κι ετράβηξα το δρόμο μου..
γιατί λειμώνες μέσα σου αν δεν κουβαλείς
όταν ολόγυρα τα πάντα θα ρημάζουνε
μην ψάχνεις για λιακάδες..

''μικρή λιακάδα'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη


8 Απριλίου 2021

''η φωτογραφία στην λίμνην''

 

 
 
Στην λίμνην του έρωτα με έφερνεν η Μούσα μου
Εκεί..με κάθιζε  τα δειλινά
σαν τότες..
που ονειροπλέχτης ο έρωτας μας επαγίδευεν..
κι εβγήκαμε εκείνην την φωτογραφίαν μας
για να μην λησμονήσουμε..αυτόπτες μάρτυρες
συλλέκτες των στιγμών του κάλλους της αγάπης μας 
πως στη ζωή μας συναντήσαμε μιαν λίμνην
το χαμογέλιο εις το'' κλικ'' φορτωμένον μ' έπαρσιν
ανυποψίαστον για της λίμνης τον βυθόν
δυο κύκνοι εμείς..ως η λευκή αγάπη μας
στέκομαι ασάλευτη ..
την ξεφτισμένη απ' τον καιρό φωτογραφία μας κρατώ.. τόσο βαθειά τα μάτια σου..
κι μνήμη μου παγώνει..
την απουσία σου στους καιρούς μου προσπερνώ
παρένθεση ευτυχίας απ' το άψυχον γυρεύω..
τα λόγια σου τα ακριβά..
φέρνει ο αγέρας στ' ακροδάχτυλα
να τα δανείζω στα πουλιά
να γίνουνται τραγούδια εις τα κελαηδήματα αηδονιών..
την  αίγλη της αγάπης μας δεν εξεθώριασεν ο Θάνατος
στα ξεθαμμένα χνάρια της
 η άνθιση της Άνοιξης φωλιάζει..


'' η φωτογραφία στην λίμνην'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη

,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

 

7 Απριλίου 2021

''τις αναμνήσεις μου χαϊδεύω''



 
 
 
 
Τώρα π' αλλάξαν χρώματα τα χρόνια κι οι ουρανοί..
εχαμηλώσανε τα βαρομετρικά
κι εφτάσανε τα σύννεφα ίσαμε τα μπαλκόνια
τις αναμνήσεις μου γυρεύω στα σοκάκια 
μη βραχούν..
ψάχνω στιγμές κι ώρες πλανιέμαι για σεργιάνι..
τις αναμνήσεις μου  χαϊδεύω τρυφερά..
να σ' ανταμώσω πάλι απ' την αρχή να συστηθούμε.
Κι αν ναυαγήσανε τα όνειρά μας στ' ακρογιάλι το ξερό
γλυκειά η βύθιση........
σαν κράταγα σφιχτά τα δυο σου χέρια..
Να το θυμάσαι..
κάποια ναυάγια δεν σκουριάζουν στους καιρούς..
 
 
''τις αναμνήσεις μου χαϊδεύω'' 
Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,


6 Απριλίου 2021

''η ανοησία της επιφάνειας'' - Δοκίμιον.

 

Αγαπούσα και αγαπώ τα βιβλία από μικρό παιδί..
ήτανε..είναι οι φάροι μου που κρύβομαι όταν το φως της μέρας με τυφλώνει ..και εμεγάλωνα μ' αυτά μου συντροφιά καθώς εις το μικρό μου το χωριό δεν είχε σινεμάδες ..ο καιρός κυλούσε και με έτρεφαν τα παραμύθια..οι ιστορίες που με ταξίδευαν σε χώρες μακρινές..σε ζωές συναρπαστικές και άλλοτε θλιμένες..

Κρατούσα και κρατάω σημειώσεις μες στο νου..
και έγραφα στα σχολικά μου τα τετράδια ό,τι με σημάδευε ..ό,τι με χρώματα έβαφε την ψυχή..
Και το αποφάσισα να γράφω ιστορίες και εγώ..
Να τις διαβάζω στα μικρά παιδιά μες στο σχολειό 
και στους δικούς μου ανθρώπους..

Οι φίλοι με παρότρυναν..μου λέγανε πως είναι άδικο να μην έχω ένα πλατύ κοινό..
Κι εκοίταξα τριγύρω μου..ολόγυρα σήμερα το γίγνεσθαι πλήρως αποκαρδιωτικό..
Ανθρώποι βουτηγμένοι στην ανοησία της επιφάνειας..πληρώνουν όσο όσο να εκδώσουν ό,τι ανοησία κατεβάζει η γκλάβα τους κι ο νους..αποπροσανατολισμοί και προχειρότης.
Κι έτσι με βήματα γοργά εφευρέθηκαν κι οι"βιβλιοπαρουσιάσεις".
 
 
 
 
Κοινωνικές συνάξεις γεμάτες επίπλαστο καθωσπρεπισμό, 
ύφος διανοουμενίστικο ,απόντες..αγνοούμενοι  απ' τα λιβάδια της γνώσης
οι παρουσιαστές εις  τον καιρό.. όλοι σε μια κακοστημένη παράσταση..
του Καραγκιοζ - μπερντέ..Και ο τρανός "δημιουργός" άλλοτε με έπαρση,
 άλλοτε δήθεν ταπεινός, σε αίθουσες πληρωτικές και σε μπαράκια σκοτεινά,
 συνοδευόμενος από φίλους και ομιλητές που θα υμνήσουν έργο και δημιουργό.

Ενθουσιάζονται ορισμένοι από επαίνους κι αναλύσεις βαθυστόχαστες 
συχνά εκτός θέματος με δίχως ειρμό..κι άλλοι πλήττουν θανάσιμα ..
κλέβοντας ξεκομμένες φράσεις και εικόνες να χουν ως περισπούδαστοι
 στα πηγαδάκια για να συζητούν σαν έρθει η ώρα του κοκτέηλ.
Άλλα ήθη..άλλη ηθική δια την ταλαίπωρην την γώσιν.

Κύλησε ο καιρός.Χαθήκανε οι εμπνευσμένοι εκδότες..
εμείναν οι επιχειρηματίες εις την αγορά.. χαμένες ηθικές..
δεν ψάχνουνε για εμπνευσμένους συγγραφείς και ποιητές..
όλα βορά στο κέρδος και στη διαφήμηση..Κάτι πιασάρικο.
κάτι που να πουλάει βρε αδελφέ..και παρ'όλα αυτά θα το πληρώσεις μόναχός.
Είναι σημεία των καιρών και των χαμένων αξιών..
Κάποτε οι εκδότες έψαχναν..προωθούσαν έστω ολίγοι τις ιδέες..
Τώρα ?
Έτσι λοιπόν έφτασα ως εδώ στα χρόνια μου ετούτα τα μεστά,
κι αναρωτιέμαι ποιό είναι το πλατύ κοινό που με παρότρυναν 
οι φίλοι μου να ψάξω..να καταθέσω τις απόψεις μου..να μοιραστώ..
Όλα ντυμένα με ιλουστρασιόν..ανθρώποι και βιβλία..
Μα το βιβλίο το επιλέγεις εσύ κι όχι αυτό εσένα..
έτσι έφτασα στην εσωστρέφεια στου λύχνου μου το φως..
Απεμπολίζει το χειροκρότημα ενίοτε τη Σκέψη..
σε άλλες ατραπούς την οδηγεί..της επιφάνειας η ανοησία.

''η ανοησία της επιφάνειας'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη..
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

2 Απριλίου 2021

''στη σκόνη του χρόνου''



Θυμάμαι ήτανε Άνοιξη που κίνησες να έβρεις τη γιαγιά..
Σ' ένα παλιό τετράδιο με γραμμές..
χρόνους εμένανε στ' αζήτητα τα λόγια σου παπού..
μα απόψε εφύσηξε βοριάς
και έδιωξεν τη στοιβαγμένη απάνω σκόνη.. 
Kι αν έρθουνε κι οι φίλοι σου μαζί μ' εσέ από τους ουρανούς
και με καθίσουνε εις το σκαμνί
σαν με ρωτήσουνε τι έκαμα στις μάχες της ζωής
θα τους αποκριθώ πως επολέμησα χωρίς σπαθιά
μονάχα όπλα μου ακριβά εις τη φαρέτρα μου
οι λέξεις σας οι καρδιακές
που εστοχεύανε ολημερίς κι ολονυχτίς
αλλες καρδιές να ''σημαδέψουν''
να τις εκάμουν να χτυπούνε ρυθμικά
την αρμονία του κόσμου στο σφυγμό ν' αφουγκραστούνε.
Αναίμακτα ποτές δεν κέρδισε κανείς..
τραχύ το χνάρι των πολεμοκάπηλων
στις σκοτεινές διαδρομές  ..
Τούτο θα ειπώ στους φίλους σου..σ' εσέ  παπού ψιθυριστά :
Θυμάμαι ακόμα την αυλή με την κληματαριά..
τη σκάλα που μας έβγαζε απάνω στην ταράτσα..
τα λόγια που μιλήσαμε καθώς ετρώγαμε 
τις ρόγες σταφυλιών..
τα λόγια τα σοφά..που κουβαλάγανε μαζί τους 
χρόνους απ' τα ποτάμια της αρχαιότης τα πλωτά
κι ήσαν κρασί σ' αποστακτήριο..μεθάγαν την ψυχή..
Όσο αλαργεύω απ' τη ζωή..στου λύχνου τ' αντιφέγγισμα..
τα λόγια στο τετράδιο θα ψάχνω τα σβησμένα..

''στη σκόνη του χρόνου'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη.
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

 

1 Απριλίου 2021

Φίλιον κάλεσμα''




EYΧΑΡΙΣΤΩ από καρδιάς και αληθινά τον αξιόλογο κατά γενικήν ομολογίαν 
και τ΄εμέ.. ποιητή κ. Δημήτριον Γκόγκα για την ευγενική χειρονομία του 
να μου αποστείλει το βιβλίο του.Εύχομαι να 'ναι καλοτάξιδο
 και να ακουμπήσει τις ψυχές όσων θα σταθούν στις λέξεις του..'
 

 
 
'ΤΕΣΣΕΡΑ ΤΕΤΑΡΤΑ'' ο τίτλος..ως οφείλει η ίδια η ζωή να μοιράζεται..
Δεν δηλώνω εξεταστής..δεν το 'καμα ούτε και τότες που διόρθωνα 
τα γραπτά των μαθητών μου..είμαι αναγνώστης ..αναζητητής των λέξεων 
που κρύβουν την αλήθεια..την πεμπτουσία της ζωής μας..
Έσκυψα και με προσοχή εδιάβασα..κι έκαμα μίαν ''στάσιν''  ..
''ΣΤΑΣΕΙς''- Δημητρίου Γκόγκα.
Σας το παραθέτω αυτούσιον
η φίλη σας Σοφία..... 




 
''ΣΤΑΣΕΙς''

Κίνησαν από μέρη όπου ανέτειλε ο ήλιος
Νέοι και γέροι τολμηροί. 
« Στη Δύση θέλουμε να πάμε » λέγανε
και δεν περίμεναν ποτέ τον ήλιο να σιωπήσει.
Στον πρώτο ποταμό,
έπλυναν τα πόδια τους.
Οι γυναίκες τα σκούπιζαν με τα μακριά μαλλιά τους.
Στη λίμνη που συνάντησαν
Λούστηκαν στην απόγνωση,
χτενίστηκαν με δυο τσάκνα της γης.
Κρύωσαν λιγάκι τα παιδιά.
Στην πρώτη νοικιαζόμενη θάλασσα
χάσανε τη ζωή τους.
Τους έλειψε η μοίρα.

Εμείς πάλι, απωλέσαμε το αρνητικότερο προσόν.
Το μεταχειρισμένο προσωπείο.
Συνθήκη Ζωής,συνθήκη Θανάτου.

Δημήτριος Γκόγκας.
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,
 
 ΦΙΛΟΞΕΝΩ  ΕΠΊΣΗς!!! Με ιδιαίτερη αγάπη και θέρμη στο ιστολόγιό μου..
γιατί με άγγιξε βαθιά η σελίδα 42 στο ποίημα ''ΑΡΤΟΠΟΙΕΙΑ'' Δημητρίου Γκόγκα..
απόσταγμα αληθινής ζωής.. Ένα διαμάντι ποιήσεως!
 
''ΑΡΤΟΠΟΙΕΙΑ''

Σκυφτοί με τις άσπρες ποδιές,τα αξύριστα πρόσωπα.
Έπλαθαν το ζυμάρι και την ακυβέρνητη ζωή τους.
Στο βάθος η πινακωτή.
Οι ώρες τους σιωπηλές.
Οίκτος τις περιέλουζε, χολή και ξύδι.
Οι μέρες καημένες και σιωπηλές,
βηματίζουν μέσα στα φορτισμένα χρόνια,
θωρώντας δεξιά και αριστερά τις στέρφες σταγόνες
ζωής.
Αλευρωμένες,ξεσκόνιστες.
Θλιβερές,κυρτωμένες από κούραση.
Τα χέρια στραγγαλίζουν τη μαγιά
αναπηδά κι ανεμίζει η κόρα,
έτοιμη να ξυπνήσει ένα όνειρο,
τυχαία σωσμένο απ' το μεθύσι
που σκορπά το άρωμα του φρέσκου.
Στην καλημέρα η κούραση.
Στη ρυτίδα ο σπόρος.

Ο άνθρωπος βρε συ,
σαν μπει μες στη φωτιά,καίγεται.
Το ψωμί φουσκώνει.

Δημήτριος Γκόγκας
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,