23 Ιανουαρίου 2022

⫷ νοσταλγώντας των άστρων το φως⫸



 
Στον κάμπο αμέριμνα εκοιμότανε στους πρόποδες
στων ορέων της Ροδόπης μιας οροσειράς..
το όμορφο μικρό μου το χωριό
χωρίς να μοιάζει να 'χει επαφή..
απ' τον υπόλοιπο τον κόσμο ξεχασμένο..
μα μέσα εκεί ένας μικρόκοσμος ανήσυχος..ασφυχτιών
οι κάτοικοι ήσαν λιγοστοί..μα ως άνθρωποι ωραίοι
κι εγώ μικρή παιδίσκη..εἷς λιλιπούτειος αλχημιστής..
μου τριβελίζουν το μυαλό ακόμα οι αναμνήσεις..
παιδιόθεν αρεσκόμουνα ιστορίες να σκαρώνω
μ' αρέσανε πολύ τα παραμύθια που άπτονταν
της φαντασίας της ''επιστημονικής'' ενός μικρού παιδιού..ένιωθα μια ελευθερία εσωτερική..
όντας απέδραμα..
σε γαλαξίες όντας έφτανα επικοινωνούσα με τα αστέρια με τα φεγγάρια που καρφώνονταν στον ουρανό..οι εκκλείψεις της σελήνης φαγωμένα μισοφέγγαρα..
ο ήλιος που φοβόμουν να αντικρύσω με γυμνούς τους οφθαλμούς
όλα τα αστέρια με μαγεύανε..γλυκά με παρασέρναν
να κοιτώ νύχτες ατέλειωτες τον ουρανό
εμάθαινα τα ονόματα των αστεριών..
ξενύχταγα βραδιές και με την κώμη εκειάς της Βερενίκης .
 
 
Κι όσο η ζωή στην ύπαιθρο εκύλαε βαρετά..
αδιάφορα χωρίς να μας αιφνιδιάζει..
χωρίς να εκτυλίσσεται  το συνταρακτικόν ουδέν ..
πλην γέννες και θανάτοι........
στο ανοιχτό βιβλίο της μνήμης μου
σελίδα τη σελίδα αναζητούσα διακαώς
τα χνάρια απ' τις ρίζες μου
που θάφτηκαν σε τούτη την ευλογημένη γη
που γίναν άλας και τροφή
και πέρασαν για πάντα στο σκοτάδι.
Πάντα επίστευα από μικρό παιδί πως η προέλευσή μας ήτανε
θαμμένη κάτω από το χώμα ή στο βυθό μιας θάλασσας
κι ησύχαζα τα βράδια
αλλά καθώς μεγάλωνα..εδιάβαζα..μορφώνομουν σταδιακά
άλλαξα τρόπο σκέψης και μυαλά
έπαψα να κοιτάζω χαμηλά στη γης
τις ρίζες να σκαλίζω για να εύρω
εσήκωσα το βλέμμα μου στον ουρανό..κοίταξα αψηλά
εκεί ψάχνω τις ρίζες μας να βρω...πέρα απ' το φως ..
στα μακρινά..στα διάφανα..εκεί σιμά εις το Θεό
που ο ήλιος λάμπει καθαρά.
Τούτο το ερώτημα εκατομμύρια χρόνους μένει αναπάντητο
από που ερχόμαστε στ' αλήθεια και που πάμε?

Κι όσο κι αν η επιστήμη ξεχωρίζει τα ερωτήματα
απ' της θρησκείας τις γραφές και τα κιτάπια
τα ερωτήματα που απασχολούν το νου και την ψυχή
του ανθρώπου επάνω εις τη γη..πηγάζουν..παραμένουνε
άκρως θρησκευτικά..έτσι μας εγαλούχησαν
καθώς η θρησκεία δίνει ελπίδα στην ψυχή
πως συνεχίζεται η ζωή της..
Αέναο το ερώτημα της ύπαρξης
αέναος κι ο φόβος για το άγνωστο.
Στέκομαι μπρος στις φωτογραφίες των παπούδων μου
στον τάφο των γονιών μου..χαίρομαι που με γέννησαν στη γη
και νοσταλγώντας κείνο κει το φως που μου εχαρίσθη στις στιγμές
κρατώ στις τσέπες μου σαν βώλους παιδικούς
τους γαλαξίες ολάκερους ..ολόκληρο το σύμπαν..
 
Η μνήμη έχει πάντοτε την έλξη της βαρύτητας..
με έλκει συνεχώς με μίαν σαγήνην περισσή
γιατί διαπίστωσα με τον καιρό
όσοι έχουν μνήμη ζούνε το παρόν καθημερνά
όσοι δεν έχουνε..δε ζούνε αρκούντως πουθενά.
Ίσως ετούτη η μνήμη να γενεί η αφορμή
μαζί τους πάλι να βρεθώ εκεί ψηλά στους γαλαξίες
που ονειρεύτηκα παιδί.. εραστής αμετανόητος των αστεριών..
καθώς θαρρώ την αστρική τους σκόνη κουβαλώ
κι αν πάλι στους γαλαξίες τους αγαπημένους μου δεν βρω..
καθώς το σύμπαν είναι απέραντο..αχανές
κι αν πέτρωμα λαμπερό στη Γης βρεθώ
πάντα η ψυχή εκεί ψηλά στο φως θε να κοιτά
θα 'ναι σαν να μου γνέφουν.
 
 ⫷ νοσταλγώντας των άστρων το φως⫸ - Δοκίμιον Λυρικόν
         Υπαρξιακές αναζητήσεις - Σοφίας Θεοδοσιάδη
 
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

⫷από αγάπη⫸


art : Alla Tsank
Η καρδιά μου δεν επόθησε
φιέστες και στεφανώματα
φιοριτούρες δεν επόθησε
φιλιά σε σελοφάν..
λαμπιόνια που τυφλώνουνε των ομματιών
δεν ελαχτάρησε..δε γύρεψε..δεν ηύρε
μον' σαν αντάριαζε η ψυχή
τις νύχτες θέλησε να έρχεσαι
οι όρθροι σου οι λαγαροί
να διώχνουν τα σκοτάδια της
που ζωγραφίζανε τη μέρα οι ανθρώποι.
Από αγάπη σου μιλώ
και μην πικροχολάσαι
δεν είν' οι λέξεις μου καρφιά
που καταγής καρφώνουν
είν' παρασόλια της βροχής
τις καταιγίδες σου κωπάζουν.
Γι αυτό σου λέγω από εμέ να μη χαθείς
γενοῦ σταγόνες της βροχής
μαζί να τραγουδήσουμε τις λύπες μας
γι αυτούς που μίσεψαν αντάμα να θρηνήσουμε 
παρασυρμένοι στο όνειρο ας κυλήσουμε
 με τις αριές..βαριές τις στάλες.


⫷ από αγάπη ⫸ - Σοφίας Θεοδοσιάδη.
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,


16 Ιανουαρίου 2022

⫷ λευκή πεταλούδα - σονέτο 2 ⫸



Λευτερωμένη απ' το κουφάρι το νεκρό
λευκή πεταλούδα η ψυχή σου
πετάει ανάλαφρα σ' αλάργιους κόσμους
γυρεύοντας το λυτρωμό..
 
Ξεμάκραινες..ψιλόβροχο
κι όλο χαμήλωνε η φλογίτσα στο φιτίλι..
όλο γινόσουν πιο μικρός
γινόσουν μια κουκίδα..
 
μπροστά στο λίγο της ζωής
τόπος οδύνης η επίσκεψη
στο παγωμένο μάρμαρο 
 
ψιθυριστά οι χορταριασμένες πέτρες
στέλνανε φωνή
αντέχεις τον τον ίσκιο του θανάτου?

 ⫷ λευκή πεταλούδα ⫸ - Σοφίας Θεοδοσιάδη

,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

11 Ιανουαρίου 2022

⫷ χρόνια γεμάτα αρώματα ⫸

Στο τάσι της ψυχής σταλάγματα
χρόνια γεμάτα αρώματα
από του κόσμου τα σοκάκια κλαδεμένα
σε μπουκαλάκια εσάνς μικρά 
με τέχνη συναγμένα.....
σε μονοπάτια απάτητα τα γύρεψα
στα βράχια του Ολύμπου κρεμασμένα τα εβρήκα σε φράχτες εσκαρφάλωσα των γιασεμιών εκλάδεψα λευκό της αθωότης
στων χρόνων τις κρυφές σπηλιές
τα εκρέμασα..εμείναν φυλαγμένα
μα στης καρδιάς μου την απαντοχή
κάθε που ένιβα το πρόσωπο
στον παλαιό καθρέφτη εμπρός τα εφορούσα..
ελιξήρια θαρρείς γιατρευτικά..
απ' το Θεό σταλμένα..
Δώρα Θεού στα φύλλα της καρδιάς
ραντίσματα...αγγίγματα
τις νύχτες που η βροχή αδιάκοπα
ύγραινε την ψυχή μου.
Στους κήπους μου ακόμα ευδοκιμούν
δυόσμοι και μαντζουράνες..
και ως εμέ με λιώνει ο καημός
κι εσένανε το χώμα..
έρχονται οι μάγισσες σκαλίζουνε
τις στάχτες απ' τις μνήμες μου
σε βρίσκω μέσα μου στο άρωμα των γιασεμιών
αρωματίζεις το κορμί πριν μαρασμός 
της γύμνιας μου των γηρατειών
της θύμησης το άρωμα σκεπάσει .
 
 ⫷ χρόνια γεμάτα αρώματα ⫸ - Σοφίας Θεοδοσιάδη
 

 
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

9 Ιανουαρίου 2022

⫷ ταξίδι εις το αθέατον ⫸


Μία καινούρια γη θα ξεπροβάλλει απ' το χάος το αλλόκοτον
κι ένα φεγγάρι πελιδνόν θα κατεβαίνει απ' το στερέωμα
θα στέλνει φως ωχρόν να λαμπυρίζουν τρεμοσβήνουσες
ζωές που κρέμονταν μεταξωτές κλωστές..
της Λένας..της Ανθούλας...της Ευτέρπης..του Στρατή.
Σμιλεύει ο χρόνος τις γωνίες αιχμηρών καιρών
στους σμιλεμένους κύκλους θα 'σαι απών
αναμεσίς εις το αθέατον θα κατοικείς
αλεύρι τα οστά σου για καρβέλι..για ζεστό ψωμί
στη Γης που κουβαλεί στα σπλάχνα της
..ναυάγια..θρύλους..θεωρίες.
Από τα βάθη ο άνεμος θα φέρνει τις φωνές
κι εγώ δε θα 'χω θέση επάνω στην καινούρια γης
θα κατοικήσω δίπλα σου..άπελπις κοιμωμένη
καθ' ότι γαρ...........
κοινή η μοίρα των ανθρώπων εις την ζώνη την αδιάβατη
εκεί που καίγονται στην άβυσσο οι ψυχές
ταξίδι εις το αθέατον..δεν πρόκανα ούτε έναν ασπασμό  
στον τόπο σου της λήθης θα διαβαίνω..

 ⫷ ταξίδι εις το αθέατον ⫸ - Σοφίας Θεοδοσιάδη

( Φιλοσοφώντας τον αέναο κύκλο της ζωής)

,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

7 Ιανουαρίου 2022

⫷λευκός της φύσεως μανδύας ⫸

Είχε μια απρόσμενη σιωπή
την πολιτεία εσκέπαζε
βαθύ εξαγνισμό ευελπιστώντας
ανυποψίαστο επάγωνε
εσκέπαζε στα σπλάχνα του τη Γης
και τις βουλές εσκέπαζε
και τις τρανές ιδέες του κόσμου..
μα το πρωί ..απόφαση επαίρνανε σκληρή οι τρανοί 
ο κόσμος όφειλε ξανά να περπατήσει..
τις χιονισμένες δύσκολες τις ατραπούς.
ξυπόλητος ξανά να διασχίσει
Ουρλιάζαν ..αλυχτάγανε τη νύχτα τα σκυλιά
κι αυτός γυμνός στην κάμαρη
τη θαλπωρή αναζήταε
για να ζεστάνει την ψυχή του
μες στα λασπόνερα εις το σεργιάνι της ζωής
άραγες πόσο χιόνι έφαγε ετούτο το κορμί του
όσο ο καιρός επέρναε κι εκρύβονταν
χαμένοι έρωτες ..φιλίες..πόθοι..προδοσιές
εταλανίζαν την ψυχή του... 
αναρωτιόνταν σιωπηλά
πού 'ναι τα χιόνια τα αλλοτινά
που τα όνειρά του έβαφαν λευκά
που 'ναι ο λευκός της φύσεως μανδύας των
που τις αγνές εζέσταινε  προθέσεις της αθωότης?
Χιόνι σεντόνι άχραντο εσκέπασε το πνεύμα του
αποχαιρέτησε τους κύκλους τους παλιούς
καθώς ψυχορραγούσε στο καντήλι του το φως
θυμόσοφες οι σκέψεις ζωγραφίζονταν στο νου
και έβαφαν νια..ροδόχροη την ελπίδα.
 
⫷ λευκός της φύσεως μανδύας⫸ - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

6 Ιανουαρίου 2022

⫷ στις θέσεις τους τις αδειανές⫸



Με δείκτες ρόδινους που γρήγορα
ανέλπιστα σχεδόν γυρνούν
ένας φακός αρπάζει τη στιγμή
και την κρατεί με ευαισθησίαν απίστευτην
αποτύπωμα στου χρόνου τη ροή.
Στων ημερολογίων το γείσο μου σε συναντώ
η μόνη ασφαλής κρυψώνα μου
μία ευγενής ασάφεια σαν μου κρατάς το χέρι
μένω εκεί...
κάπου εδιάβασα μικρή
πως η πλέον ασφαλής κρυψώνα μας είναι η ασάφεια
στων χρόνων τις αιώρες
πριχού να πέσει ο κεραυνός στη στέγη της ζωής μας.
Ανέκαθεν με έθρεφαν εικόνες ..παραμύθια
στις θέσεις τους τις αδειανές  ψυχές αποζητούσα
το 'ξερα πως ένα άψυχο χαρτί
θα μ' έκανε ξανά απ' την αρχή να σ' αγαπούσα
κι επέμενα σαν γυρολόγα που στις γειτονιές
πουλάει και ζητιανεύει την αγάπη.
σε μια εικόνα αρκέστηκα παλιά
κι εγέννησα στον όρθρο μου το λαγαρό
τις μύριες τις σκέψεις. 
 
⫷ στις θέσεις τους τις αδειανές⫸ - Σοφίας Θεοδοσιάδη.
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,


5 Ιανουαρίου 2022

⫷ εύθρυπτον ήμαρ⫸

Nino Chakvetadze
Γλυκό και αλμυρό οι γεύσεις της ζωής
ζάχαρη άχνη οι γλυκές στιγμές
αλάτι για το γιατρικό
ψήνει..επουλώνει τις πληγές σου πεζοπόρε.
Θαμνότοποι και όρη και βουνά
κάμποι και ρεματιές και ποταμοί..
στο μπουκαλάκι το μικρό
στο απάνω απάνω ράφι φυλαγμένα..
Μέσα από το ταξίδι σου αυτό το αλλαργινό
Αναστάσιμης μεταλαβιάς
 γεύεται η ψυχή σου..
Ζήσε το πάθος στη στιγμή..
πριχού ανεμοσκορπισθεί
ακούεται απ' το παραμύθι η φωνή
 της νόνας της σοφής σου..
τη φλόγα αναμμένη να κρατείς
ζεστά να συνδαυλίζεις....
Εις τα λημέρια με τα λόγια της 
τις γκρίζες σου τις σκοτεινές νυχτιές
γενού ουράνιος αναζητητής
τα φωτεινότερα να συναντάς αστέρια.
και να σκαρώνεις στίχους λυρικούς
στις συνιστώσες να γυρνάς
 στις αύρες της  ψυχής σου.
Εύθρυπτον ήμαρ οι επιστροφές..
το ψυχοράγισμα νοσταλγικόν
στα πάτρια εδάφη σκορπισμένο..
ανοίγουν οι αισθήσεις σου
τα καρυκεύματα λογής
πληρούν τον ουρανίσκο σου
αρωματίζουν την ψυχή σου.

⫷ εύθρυπτον ήμαρ⫸ - Σοφίας Θεοδοσιάδη.
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

3 Ιανουαρίου 2022

⫷στου χρόνου τ' αεράκι⫸


Αν διάλεγα να χτίσω σχέση με τις λέξεις μου
την πένα μου θα ονόμαζα
πένα της εν δυνάμει δυνατότητας
πένα της προσδοκίας
να 'χει μελάνι απόσταγμα ζωής..εμπειριών
ευδόκιμης..εφάμιλλης εκειάς της φαντασίας
που λογυρνά εις τα σοκάκια φεγγαριού
εκεί που οι λέξεις άυλα κατοικούν
βρίσκουν τη χώρα των ρομαντικών
εκεί που σμίγουν οι αγάπες του παλιού καιρού
γράφουν των χρόνων τα ρομάντζα.
κι ύστερα να αποσυρθώ
μια δεύτερη ζωή εις το λυκόφως για να ζήσω
παρέα με τις αναμνήσεις μου
κάθε φωτογραφία στον κομό
μια τρυφερή ιστορία ζωντανή
κι οι μυρωδιές εκείνες των μωρών
που δεν εμεγαλώσανε στης μάνας τα εντός
κι εμείνανε για πάντοτε παιδιά
και οι γονιοί μου που με αγάπησαν
το χάδι τους γλυκά να νοσταλγήσω.
Περνούν οι χρόνοι βιαστικά κι εσύ
στου χρόνου τ' αεράκι εστάθης αντικρύ
αμετανόητα εφόρεσες ξανά εκείνο το παιδί
ηθέλησες στοργή..αγάπη τρυφερότη
πριν κατοικήσεις εις τους ουρανούς
να συναντήσεις λατρεμένους.

⫷ στου χρόνου τ' αεράκι ⫸ - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

2 Ιανουαρίου 2022

⫷να ήταν τάχα σ' όνειρο?⫸


Στις στράτες της απανεμιάς
σκόρπισα την ψυχή μου
κι αν ερημιά τις εσκοτείνιασε 
σβήσαν οι φανοστάτες
ανέγνοιαστη πλανιόμουνα
μέσα στα δασοτόπια
εσκόρπαα τα λόγια στα σοκάκια της απανεμιάς
το αγεράκι να τα φέρνει για να σ' έβρουν
ν αγγίξουν τη ζεστή σου τη ματιά
που εσκέπασε το χώμα..
δεν γράφονται ψυχούλα μου
στιχάκια καρδιακά
σαν δεν σταλάξει αίμα στην καρδιά
σαν δεν γεμίσει πόνους το κορμί
σαν δεν δακρύσουνε τα μάτια..
Γλυκά το παραμύθι εξετυλίγονταν
εις τα στερνά το συναπάντημα πικρό
εσύ στης Γης π' αγάπαγες τα χώματα
κι εγώ βλαστός μονάχος.
Εχάθηκα μες στους θαμνότοπους
ρόδινα ρείκια στα ποτάμια εσυλλέγαμε
οι ψυχές μας εχορεύανε απάνω από θάλασσες
ετραγουδάγαμε σεκόντο όπως παλιά
με τύλιξε ο Μορφέας στα σεντόνια του
να ήταν τάχα σ' όνειρο
οι φιλντισένιες μας στιγμές
για της ψυχής παιχνίδισμα
που σ' έφερνε στην κλίνη μου ξανά?

⫷ να ήταν τάχα σ' όνειρο? ⫸ - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

30 Δεκεμβρίου 2021

⫷ στάθηκα αγνάντια στους καιρούς ⫸


Στάθηκα αγνάντια στους καιρούς
χρόνους τους ονομάζανε
εις την ψυχή μου αγνάντια εστάθηκα
σμίλεψα παραμύθια
χωρίς ψεγάδια..ατόφια γλυκερά
τι κι αν επαραμόνευαν οι δράκοι εις τους δρόμους..
κι από νωρίς μέτοικος χρίστηκα του φεγγαριού
έψαξα μουσικές που δεν ακούστηκαν στη Γης..
τις βρήκα εις τα βάθη τα εντός μου
κι εχόρεψα μονάχη μου
με μέθυσαν ζεϊμπέκικα
εσπάγαν τα ψεγάδια μου στα βήματα
με κράταγαν ορθή.
Μη σπας ψυχή μου
οι χρόνοι μας ακολουθούν
σαν ο αγέρας που γεννάς
στα πρύμα τους πηγαίνουν..
ίσως και να σκορπίσουν στον ορίζοντα μακριά
το αιώνιο παράπονο του κόσμου.


⫷ στάθηκα αγνάντια στους καιρούς ⫸ - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

28 Δεκεμβρίου 2021

⫷ μικρό καλύβι⫸

Dmitry Alexandrovich Kustanovich (Russian: Дмитрий Кустанович)

Μες στο μικρό καλύβι μου
απ' της ψυχής μου τη ρωγμή στάζει μηνύματα η βροχή
και η σιωπή στη νοτισμένη μου ψυχή..στέλνει τραγούδι
αρουραίοι παντός είδους τρωκτικά και όφεις δε χωρούνε
επαναστάτες δεν χωρούν που τους ροκάνισε ο σκόρος
ουδέ γυναίκες που ''εκδόθηκαν''..επαραδόθησαν στην ήττα
ποιητές που δεν γροικάγανε μια ρίμα να σκαλώσουν
στέρφοι το στάρι που δεν σπείρανε στου κόσμου την αλήθεια.
που είχαν τη γλώσσα μακριά..το σύστημα λυμαίνονταν..εγλείφαν. 
Μες στο φτωχό καλύβι μου 
γίνεται  ο πόθος τις νυχτιές μου αητός
εις τα φεγγάρια φτερουγίζει και πετά..μου χτίζει παραμύθια.
Εμπούχτισα να περπατώ σε μονοπάτια αγκαθωτά
τα πόδια και τα μάτια να ματώνουν
είμαι καλά με όσα εκυνήγησα..με όσα εκαζάντισα 
μένω αθεράπευτα ρομαντική..
ως μη για το ρομαντικόν Μαγδαληνή μετανοούσα.
Θέλω ν' αράξω στο μικρό καλύβι μου
και στης μικρής μου Επικράτειας το φως
το παραμύθι μου να συνεχίζω για να γράφω
να νανουρίζουμαι στον ήχο της βροχής 
πλάσματα των ονείρων μου να συναντώ στα χλοερά
και να γλυκοκοιμιέμαι.
 
⫷ μικρό καλύβι⫸ - Σοφίας Θεοδοσιάδη.
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,