30 Σεπτεμβρίου 2019

''ΑΚΡΩς ΓΟΗΤΕΥΤΙΚΟΝ''


Η ησυχία του πρωϊού
χωρίς τις άναρθρες κραυγές
παρέας του συμβιβασμού
άκρως σε γοητεύει..
πως σε τιμούνε οι σιωπές
που μέσα σου κραυγάζουν
γαλήνια σ' επισκέπτονται
συχνά σε λοιδωρούνε
μη φοβηθείς να τις ηλιάζεις εις το φως

μη φοβηθείς επί πίνακι
απέχθεια στιγμές - φορές
ωμά και στης σκληρότης..
στο ανούσιον να τρατάρεις.

άλλως..θα φέρεις εις τους ώμους
βάρος εγκληματικόν..συνέργεια..
να σέπεται η αλήθεια στους διαδρόμους...

Να λες σου κρένει η φωνή η εντός

μη σταματάς να λες..
αποθρασύνονται αλλέως πως οι ανθρώποι..

μ' ένα λοφίο εις την κεφαλή
ανοήτως μηρυκάζοντες στου ευτελούς...
θαρρούν πως χτίζουνε ανώγια και 
κατώγια ως ο Μανωλιός
μ' όλως σαθρές..παραδομένες στο σαράκι
ανούσιες..της ελαφράδας τους μιλιές..
Μη σκιάζεσαι στης άρνησης..
είναι που ασφυχτιούνε..
κατακρημνίζονται στης θέασης
στο διάτρητον του νου 
και του κορμιού τους παντελόνι....
Έχε το θάρρος να σταθείς

γίνε ιέρεια των θέλω σου των ακριβών
μονάχη να κωπηλατείς
μην αθετείς..έχε τα κότσια
μην ταλαντευθείς..
στις αφρισμένες θάλασσες του νου
σ' ακτές με Φοίνικες να βγαίνεις
κι όταν τα χιόνια τους σκεπάζουνε
εσύ να καρτερείς..


Όλα έχουν τίμημα να λες εις τη ζωή 

και τι θαρρείς είν' ακριβό..
μα σα διαμάντι αστραφτερό
το δαχτυλίδι που θε να φορείς

στιγμές - στιγμές..εκειό..
της ακριβής.......
ενσυνειδήτου επιλεγμένης μοναξιάς σου.
Στην ησυχία του πρωϊού..
φαντάζει άκρως γοητευτικόν..
να αυτοσυστήνεσαι απαρχής..
να λες......εχάραξε...
Καλώς την είμαι εδώ.......

"ΑΚΡΩς  ΓΟΗΤΕΥΤΙΚΟΝ" - Σοφίας Θεοδοσιάδη.

,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

'' ΚΕΙΝΟς Ο ΔΡΟΜΟς''



Εκεί..

στο δρόμο βγαίνω που ενοστάλγησα
στους ίσκιους απ' τις λεύκες τις ψηλές
ψάχνω για τις σκιές τους
ψάχνω μες στα θροϊσματα
λαλήματα των αηδονιών
κουβέντες που ψηλώναν την ψυχή μου..
στου τόπου που με γέννησε ξαναγυρνώ
ωσάν που επιστρέφουνε
οι θαλάσσιες χελώνες...
ξορκίζω τις αδύναμες στιγμές
στων αναμνήσεων σαν περπατώ
εξαγνίζω την ψυχή μου...
 
Εκεί..
μια χαραγμένη διαδρομή
ο δρόμος που με  πήγαινε
 στα πολύβουα της πόλης
ο δρόμος που με επέστρεφε.
σ' εκειούς που με αγαπούσαν.
στους κάμπους που επλαγιάσαμε..
στα καπνοχώραφά μας
στις δημοσιές που εμάζωξα
τα Μαρτολούλουδά μας. 



Εκεί.. 
που η νιότη ανέσεις δεν λογάριασε
εκεί στις λεύκες  στις κορφές
που επέφταν πεφταστέρια
γέμιζαν το κρεββάτι μας
εγέμιζαν το νου...
 Όταν σε μιαν επιστροφή..το δρόμο
τούτον το μακρύ τον ξαναπερπατήσω..
σ' εκειούς π' αγαπηθήκαμε πολύ
σ' εκείνους θα με βγάλει
που από κοντά μου έφυγαν
ουχί ως κύμβαλα αλαλάζοντα
μα με διάκριση μεγάλη...

''ΚΕΙΝΟς Ο ΔΡΟΜΟς'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη..
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,



29 Σεπτεμβρίου 2019

''ΦΙΛΙ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ''



Λευκής μιας οπτασίας η σκια
χρώματα..αρώματα εσεργιάναγε
των φευγαλέων..περασμένων δειλινών της..
Σκόρπισε γύρω της κραγιόνια και μπογιές
τη δίψα της στιγμής..να την εζωγραφίσει
αίωρες στάλες στο χαρτί
να τις προλάβει ..να βραχεί
απ' τη χρυσόσκονη των αστεριών
πριν μετοικήσουνε ..χαθούν
εις το Σταυρό του Νότου...
άφηναν πίσω όνειρα..αγκάλες και φιλιά..
κορμιά που συναντήθηκαν..
αρώματα που έσμιξαν..
χνώτα που μπερδευτήκανε.
ανάσες που γεννήσανε αγάπες..
κείνες τις Παραδείσιες που εμοιάζανε
κι εδώσαν στης αιωνιότης το φιλί τους..
Κι έτσι καθώς τα σύννεφα άναρχα
εμετοικούσανε στο θόλο τον ουράνιο
η αγωνία της ενδύονταν την παλαιά
την μεγαλόπρεπή της αίγλη..
Φόρεσε λίγο κοκκινάδι στ' άχροα
στα τριανταφυλλένια της να μοιάζουνε
πάλαι ποτέ του πρωινού
μπουμπουκιασμένα χείλη... 
 
Ενότισε..εμαλάκωσε ο τοίχος της ψυχής
αχ! πως την εβασάνιζε το κόκκινο
το καταχωνιασμένο της συναίσθημα..
έφερνε ζέστη..φλόγα για ζωή
τι κι αν εξέπλενε τη γλύκα του ο χρόνος..
έσβηνε όλες της τις δυστυχιές..
ανεμοστρόβιλος η δική της η ζωή
γαλήνη..οργή..θλίψη..ξανά γαλήνη
αστέρι έψαχνε να βρει
φιλί στο χρόνο και σ' Εσέ
για να ταχυδρομήσει...

''ΦΙΛΙ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη.
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,, 

28 Σεπτεμβρίου 2019

'' ΔΑΥΙΔ ΕΣΥ''..





Δεν είναι που του παραδόθηκες
είναι που εθέλησες να ζήσεις..
το κτήνος εξωθέν σου ατιθάσευτο..
βρυχάται ακατάπαυστα εντός σου...
Γολιάθ το σύστημα μες στ' αλωνάκι σου
αντίκρυ εστάθη πολεμόχαρο
Δαβίδ εσύ και πως να το παλέψεις..
τη σχηματοποιημένη που σου πρόσφερε
αρνήθηκες ζωή να κατοικήσεις..
τη θρυλική ιστορία του
καθένας μοναχός του καταγράφει.
Συνειδητά το εστήριξες φορές
ανάγκη επιβίωσης..
την απορρόφηση αρνήθης..
Περιπλανιέσαι στους θαλάμους σου..
θαρρείς πως η σφεντόνα σου
το στόχο δε θα φτάσει
τα πάντα είναι θέμα τακτικής
είναι φορές..που ο πόλεμος 
εις τα σημεία κερδιέται
είναι φορές που οι πανοπλίες οι βαρειές
στον πόλεμο σαν τσόφλια καταρρέουν..



Κι είναι φορές..
που σε νικούν..άπληστα στα σημεία.
στης Οικουμένης πέφτουνε
ακρίδες στους καρπούς..
και οι σωτήρες άσπλαχνα
μοιράζουν στα κατώγια την πενία...
Κι εσύ όλο λες και λες..και λες...
μη θλίβεσαι..θαρθεί ο καιρός Σοφία
θ' αλλάξουν χέρια οι σκυτάλες τι θαρρείς
θα 'ρθουν και στα δικά μας..
και λες..και λες..και φεύγει ο καιρός
και μόνο εσύ αλλάζεις
στρείδι που στο καβούκι κλείνεται η ψυχή
θιασώτης άποψης Ομηρικής
τα σημαντικότερα γεννώνται εις το ''μόνος'' 
βγάζει..κολλά φτερά ο νους ..
η σκέψη πεταρίζει..
πετάει απάνω απ' τους ομοίους της και 
κλείνεται στους κήπους της Εδέμ της..
Χαράς τονε που εδιάλεξε
την ήττα αποποιούμενος
σπορά στο χώμα να εγκυμονεί
μιας βλάστησης στο αύριο ν' ανθίζει.....

'' ΔΑΥΪΔ ΕΣΥ'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
......................................................................................................

  

27 Σεπτεμβρίου 2019

''ΓΡΙΛΙΕς ΜΙΣΑΝΟΙΧΤΕς''..



Εμείς π' αξιωθήκαμε..εις των στιγμών
στην κολυμβήθρα εβαφτιστήκαμε..
στων εποχών της αθωότητας..  
και στων καιρών μας την αψάδα..
εμείς που δεν ελογαριάσαμε..  
δε φοβηθήκαμε τα χέρια μας να μπήξουμε..
 σ' αλάτι σε έρημους γιαλούς..  
συλλέκτες νοστιμιάς για να χρισθούμε..  
για μας που αγαπήσαμε..
ετραγουδήσαμε στιχάκια καρδιακά..
ανθρώπων που μας στάλαξαν..
και στο φευγιό τους 
φόρεσαν στο πέτο μυρωδιά.. 
είναι όλες πρόσφορα οι εποχές..  
οι θάλασσες δεν στέρεψαν..
αλάτι να ξεβράζουνε στις αλυκές..  
γκρίζες..με ήλιο ή βροχές..  
ακόμα αρμυρίζουν τις ψυχές μας.. 

Όσα συμμάζεψα..όσα πρόκανα..

αποθήκευσα..
ηδύποτα άλλοτες μεθυστικά..
και άλλοτες..

κρασιά ήσαν ξινισμένα..
να περισώσω πάλεψα..
να μη θρηνώ τα βράδια τα μοναχικά..
κινηματόγραφου ταινία η ζωή..
στου ''σάουντρακ'' το αντίκρυσμα.. 
να μη βουλιάζω..να μεθώ..
εξευμενίζοντας τα βήματα..
στου χρόνου τη φθορά μου..


Όσοι..γενναίοι εραστές της ομορφιάς..

υποψιασμένοι ανελέητα στης ηδονής
καρπούς τρυγάμε ώριμους..
ταινίας λες σαν σινεμά..
τη λέξη γράφει προσεχώς..
το έργο συνεχίζεται............
για όσο.......
δεν έπεσαν οι τίτλοι της..
μακράν..αργεί το..ΤΕΛΟς..
μας πιάνει ένα γλυκό μεράκι να σου πω..

έρωτας ελιξήριος..ακόμα μας υφαίνει
είμαστε ακόμα εδώ!!!

 ''ΓΡΙΛΙΕς ΜΙΣΑΝΟΙΧΤΕς''- Σοφίας Θεοδοσιάδη..

.............................................................................................................

''ΚΑΛΠΑΣΜΟς ΝΕΑΝΙΔΟς ''


Κι όσο εμουρμούραγε στον τσίγκο η βροχή
ο καλπασμός των λόγων σου παλίμψηστον
επέστρεφε ως σύννεφο
κι όπου κι αν με ταξίδευε
δεν ηύρα άλλην περγαμηνήν..
δεν ηύρα τέτοιαν χαίτη......
''Άλογο κούρσας να γενείς..
να πέφτεις..να σηκώνεσαι
το χέρι ν' ακουμπάς στη γης
όρθή τα γκέμια να τραβάς
μ' ορμή εις την αρένα να διαβαίνεις..''
Βαριά στους ώμους για μικρού παιδιού
η συμβουλή σου του πατέρα..
Στο θαυμασμό μου για τα σε..
στης δύναμης..
τις πέτρες να σηκώνεις τις βαριές
στην δύσκολη ζωή σου
ενέδιδα ανεπιστρεπτί..
προσκύναγα τα λόγια τα σοφά σου.

Κι όταν την ψυχή εστένευε
το κοντό που της εφόραγαν
αδέξιο χαλινάρι..
έπαιρνα παραμάσχαλα τη ρήση σου
εφόραγα τη χαίτη μου
με το άλογο της κούρσας μου
το ακριβό μου Arrogate το πουλάρι
έβγαινα..να  καλπάσω τη ζωή
εκεί..που έμοιαζε στο ιδεατόν..
καθώς της άρμοζε
ως να 'ναι..κι ως της πρέπει...
Είναι όμορφα να σαλαγάς
τα γκέμια να ελέγχεις
ελεύθερος μες στα λιβάδια τα πλατιά
να χλιμιντράει η ψυχή σου..

''ΚΑΛΠΑΣΜΟς ΝΕΑΝΙΔΟς'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη..
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

26 Σεπτεμβρίου 2019

''ΣΤ' ΑΓΙΑΖΙ ΤΩΝ ΛΕΙΜΩΝΩΝ''






Μες σε κοιλάδες με πολύχρωμες
σε έψαχνα τα βράδια πεταλούδες
εκεί που έστηναν χορό ψυχές γυμνές..

ζωές ευλογημένες..
ήταν που με κοινώνησες 

στης Ρόδου την κοιλάδα .
Εκεί που κυνηγήσαμε μαζί

που εξέφυγε απ' τα γήινα ο νους
πλανήθηκε η αγωνία ερήμην μας

μη και τις φυλακίσουμε
στης χούφτας της στενότης το σκοπό..

Καθώς δεν πιάνονται 
μου το ψιθύρισες στ' αυτί
μάτια μου οι ψυχές
είν' να πετούν ελεύθερες
το νου μας να μαγεύουν.


'' Έλα κυρά μου σ' ένα στοίχημα''..
ο ψίθυρός σου άγρυπνη
ακόμα με κρατάει...
να δώσουμε τα χέρια εμείς οι δυο..
υπόσχεση να δώσουμε ακριβή..
να γίνουμε κοιλάδα μοναχοί..
να στρώσουμε λιβάδια ..
λάβδανο να ν' το γιατρικό 
το Μύρο στις ψυχές μας
τ' αγιάζι των λειμώνων να αντέχουνε
ελεύθερες να μένουνε στο χρόνο..

Κι έρχεσαι τώρα και μου λες να μην πετώ 
στα σκοτεινά..σ' αφώτιστες κοιλάδες
πως τα φτερά σου χάθηκαν

στου Άδη τ' αχανή..
μα εγώ πετώ μες στις κοιλάδες σου
το στοίχημά μας αθετώ
το στοίχημα εσβήσθη..
στα ονείρατά μου
αγγίζω τα γαλάζια σου φτερά
και στέλνω δώρα και χοές..
ωσάν την Περσεφόνη ο εύσπλαχνος Θεός

επί της γης για να σε φέρνει..
ν' ανθείς καλέ μου στα λιβάδια του..
κι εκεί ανάμεσα στις πεταλούδες που πετούν..
να σε γνωρίζω..

να σου κλέβω στιγμιαία την ψυχή σου...

''ΣΤ' ΑΓΙΑΖΙ ΤΩΝ ΛΕΙΜΩΝΩΝ'' - Σοφίας Θεοοδοσιάδη..
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

'' ΣΤΗΝ ΚΥΔΩΝΕΑ ΤΗς ΣΤΕΡΝΑς''...


Αχνάρια άφηναν στο διάβα τους
κι ευλογημένοι εμείς..
όσοι  τη μνήμη εξεδιψάσαμε
στης στέρνας το πηγάδι 
μεταλαβιά ευτυχήσαμε..
εμείς οι ζωντανοί επί της γης..
τα επατήσαμε ξανά..
λουστήκαμε στου ήλιου τα λιοπύρια
ξορκίσαμε τη γρουσουζιά 
στ' απήγανου τη μυρωδιά..
βραχήκαμε..
στις άκριες των νεραϊδοποταμιών..
και στων ξωθιών τις κόμες...
Ροδάνι ο χρόνος που κλωθογυρνάει
ριγώ σαν φύλλο του Φθινόπωρου
μαζεύω τα υφάδια της ζωής μου...
έπεσε πια το οχυρό στην έμορφη επικράτεια
των παλαίμαχων γονιών μου..
γκρεμίστηκαν οι πολεμίστρες από τον εχθρό
ο Παντοκράτωρ Θάνατος κυρίαρχος
εσάρωσε τα ονείρατα..
φερμένα απ' της Ανατολής..
τα έμορφα παρχάρια...
Άφησα πίσω μου την κυδωνέα μοναχή.
φύλακας άγγελος του παλαιού..
στης στέρνας δίπλα που εξεδίψαγε..
ανθρώπους..ζωντανά... 
Μοναχικός ο ένοικος στο πατρικό..
χορταριασμένης μνήμης
της Μνήμης  μου ο σύντροφος
τραγουδιστής στο χρόνο..
Είναι η Κυδωνέα μας
της στέρνας μας η έμπιστος..
η καρτερούσα ένοικος αμετανόητη..
ανθούσα..απελπισμένη..
Είναι η κυδωνέα ροζιασμένη..γέρικη
μοναδικής της συντροφιά 
τα αργοπατήματα..βραδύτητας..επιμονής
χελώνας στα ριζά της..
το κλάμα το ασίγαστο..
δεκαοχτούρας στ' αψηλά
στης εκκλησιάς τον πεύκο..
Να αγαπάς..να ταξιδεύεις..να πισωγυρνάς
στο καραβάνι να αφήνεσαι του χρόνου
σχοινί να ρίχνεις γέφυρας..να ακουμπάς
στον τόπο που σε γέννησε
για κείνον να δακρύζεις..
Προσκύνημα ποιος τα 'χατες για ποια φορά
στης παιδικότης την αυλή..θε να ματαπροκάμει?

'' Στην Κυδωνέα της στέρνας'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη.
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,, 

25 Σεπτεμβρίου 2019

''ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΔΡΟΜΟΙ ΣΟΥ''

art: Katia Chausheva


Γλιστράς τις νύχτες σου..παραπατάς..
στα υπόγεια εισχωρείς με τις σκιές.. 
στης ενδοχώρας της κρυμμένης σου αλήθειας..  
εκεί που τα όνειρα αλωνίζονται..αιμορραγούν..
στα μαρμαρένια αλώνια..
σκύβει το βλέμμα της ψυχής και σε κοιτά.. 
ανταποκρίνεσαι... 
του λες αλήθειες σιωπηρά..  
που δεν τολμάς θαρρείς με ανθρώπινη λαλιά   
να βγεις να τις μιλήσεις..
μιας βιωμένης..δεύτερης ζωής..
τους δράκοντες δολοφoνείς..  
χαράζεις σωτηρίας διαδρομές 
ευελπιστώντας για τον άνθρωπο..για σε
το ύψιστον κατά Αριστοτέλην αγαθόν
πλήρην Ευδαιμονία...
Όχι..δεν είναι οι ώρες οι μοναχικές.. 
ούτε και μοναξιάς σταλάγματα..
ετούτες..οι πολύτιμες..οι ακριβές σου ώρες..
Είναι οι δρόμοι σου..  
που δεν ευρήκαν μονοπάτια για να χαραχτούν..
εγίναν λέξεις..μουσικές  
σιωπές που με μελάνι ζωγραφίσανε..
της αλχημείας σου τον άγραφο τον πάπυρο.


Τους Δαίμονές σου μες στη νύχτα κυνηγάς..  
καλείς σαν άλλη μάγισσα το τάγμα των Αγγέλων..
γονυπετής μια χάρη τους ζητάς..  
μην κρύψουν τα μαλάματα που κατοικούν εντός..  
όμοιος ''αυτόχειρας'' να ανασύρεις..
ίνα  να δυνηθείς
 στην επιφάνεια..για να τα κατοικήσεις...

''ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΔΡΟΜΟΙ ΣΟΥ''-  Σοφίας Θεοδοσιάδη. ..............................................................................................................

24 Σεπτεμβρίου 2019

'' ΑΚΟΥΑΡΕΛΕς''''

Ήτο έαρ ανατέλλον βαθύ
αιφνιδίως καρτ- ποστάλ μου είχες λάβει
μα οι Άνοιξες είπες εσέ προσπεράσαν
του Χεινόπωρου η πάχνη νωρίς πως σε ηύρε..
Στα νυχτέρια τις νύχτες παστίλιες σωρεύω
με ρομφαία μου ακόμα στου Σεπτέμβρη τη θλίψη
ακουαρέλλες μ' αρέσκει ..στο χαρτί να σταλάζω
το πρωί σαν ξυπνώ,εγκαρδίως
συστημένες τρυφερά εσωκλείω
χαμογέλιο αγάπης σε φίλους να φτάνουν..
Μα για σε..
τι λουλούδι ακουαρέλας να στάξω
βγαίνω τσάρκα σ' ακριβά ανθοπωλεία πλανιέμαι..
ρόδα, βιόλες, ζουμπούλια θαυμάζω..
μετανιώνω εξ αρχής..
δε θα στείλω λουλούδια με φιόγκους
βαριά φορτωμένα σε ρόδα
σε παρτέρι μικρό θα σταθώ με πανσέδες
το μαβί τους να κλέψω το χρώμα
για να μοιάζουν να έχουν ψυχή τα λουλούδια
λένε μοιάζουν ψυχές που κοιτούν στο φεγγάρι..
Το εβρήκα..
καλέ μου αυτό θα σου στείλω..
στης καρδιάς να κρεμάσεις τον τοίχο..
στης παλιάς αδειανής 
σκοτεινής ακουαρέλας τη θέση.
Βάζω μπόλικο χρώμα απ' το μωβ
που εμέ ξετρελλαίνει..
σε φτερούγες να φέρνουν στο δείλι..
λίγο μαύρο τριγύρω της ψυχής σου να μοιάζει
που στο σκότος την άφηκες μόνη
και στη μέση με πινέλλο παχύ ζωγραφίζω
πιτσιλιές από  κίτρινο ήλιο 
στης αγάπης μιας πλάνης τα βράδια
στις σκιές της αποχρώσεις να δίνει..
Τώρα στέκομαι εμπρός εις τις άγριες βιόλες
με πινέλλα ουρανούς ζωγραφίζω
εις τη Γης λέν' πανσέδες πως είναι..
μα εμέ μου θυμίζουν πουλιά καρφωμένα
που ζητούν αψηλά να πετάξουν.

'' ΑΚΟΥΑΡΕΛΕς'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

23 Σεπτεμβρίου 2019

''ΙΣΩς ΕΚΕΙ''

Ίσως εκεί..
στις μύτες των ποδιών αλαφροϊσκιωτα
τα βράδια σου σαν περπατείς..
τα χνάρια μη σβηστούνε... 
τις μυρωδιές που ράντιζα 
κατόπι σαν τις παίρνεις...
μοιραίας μιας συνάντησης
στης θάλασσας τα κύματα
σ' ένα ναυάγιο μικρό 
στων πόθων μας
να ξαναδέσουμε άγκυρα μαζί..
στη χώρα του Γιουκάλι..
Εσύ κι εγώ..οι δυο μας 
εμείς που δεν τις αγαπήσαμε 
τις λέξεις τις βαρύγδουπες
το αβυσσαλέον ντεκολτέ
στου εγωισμού τη χώρα.
Λιγόστεψαν τα χρόνια μας
και η όραση μικραίνει..
δεν σπαταλιέται ο χρόνος μάτια μου
στις επικεφαλίδες.. 

Εμείς που με φειδώ εγράψαμε..
της ποίησης τα λόγια στη ζωή.
που δεν εκαμωθήκαμε τους ποιητές
κι ας είμασταν οι ποιητές
της δύσκολης ζωής μας..
Εκεί..
εμείς που τίτλους δεν εκυνηγήσαμε
δεν εφουσκώσαμε τα στήθη μας
άγνωστοι στο απέραντον
την αθανασία αρνούμενοι
και αγνωστικιστές..
την ευτυχία εκλαδέψαμε
σ' απάτητα λιβάδια...
Ίσως εκεί..
παιδίσκη να ντυθώ της πρώτης νιότης μου..
οι κληρωτοί του έρωτα
εσύ κι εγώ...
χαμένες ηδονές να ζητιανέψουμε
εκεί να σμίξουμε οι δυο
αξόδευτες μη μένουνε στην πρύμνη..

''ΙΣΩς ΕΚΕΙ'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη..
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,


22 Σεπτεμβρίου 2019

''ΞΟΡΚΙΖΟΝΤΑς ΤΟ ΘΑΜΠΟς''

Μια γλύκα εσκόρπαγαν στις σκέψεις μου
εκάλπαζαν να λιώσουν το σκοτάδι
απά στο προσκεφάλι μου αξημέρωτα
του γλυκαυγούς οι ώρες..
οι υποσχέσεις της Ηούς..νικούσαν τα σκοτάδια.
Έτσι το θέλησεν η Μοίρα για τα με
στις ιριδίζουσες τις κόψεις του ερέβους μου
να ψαχουλεύω την ψυχή μου...

Στο χαυραγές εκίναγα..στο γλυκοχάραμα.
ροδακινί  ένα τριαντάφυλλο..
το δώρο στων κραυγών μου τις σιωπές
στους κήπους της καρφίτσωνα
στης κεφαλής το μέρος..
αφουγκραζόμενη..μιας θύμησης σοφής
στου ρόδου μου του χρώματος
μην τύχει και απωλεσθεί
η αγνότης..η σεμνότης της ψυχής μου...
φως της καρδιάς μου ο σηματοδότης μου..
σινιάλο που σε ξέφωτα με βγάζει
κι οι σκέψεις αίωρες εσαεί..μες στων βλεφάρων σου..  
δροσοσταλιές ελπίδας ακουμπούσαν..

Νυχτερινός περπατητής..
μοναχικός κι ελπιδοφόρος αναχωρητής..
πάντα στο γλυκοχάραμα..
στα πόδια το φευγιό μου κατοικούσε..
και ζαλισμένη σαν τυφλόμυγα
στων σκοταδιών στις φωτεινές τις γρίλλιες τους
τρυπώνω στην ψυχή σου να συναντηθώ..
να μοιρασθώ..ξορκίζοντας το θάμπος...

''Ξορκίζοντας το θάμπος'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

21 Σεπτεμβρίου 2019

''ΤΗ ΖΑΚΕΤΟΥΛΑ ΝΑ ΦΟΡΕΙς''






Μπάζει αγιάζι απόψε απ' το φεγγίτη μας.. 
απότομα που εκρυάδιασε ο καιρός!
Μια ζακετούλα αγάπης να φορείς
τα βράδια σου τα Χεινοπωρινά
τρυφερά να σε σκεπάζει..
μη μου κρυώσει η αγάπη μου..
ζεστά να τη φοράς...
να την εψάξουμε αν δεν τη βρεις..
στο δρόμο πάρε με μαζί ..
σε κείνο το τσεπάκι να μας βγάλει..
που αφήσαμε τις φλούδες της
στης γειτονιάς το θερινό το σινεμά... 


 
''ΤΗ  ΖΑΚΕΤΟΥΛΑ ΝΑ ΦΟΡΕΙς'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

20 Σεπτεμβρίου 2019

''ΤΗς ΜΑΝΑς ΤΟ ΣΚΑΦΙΔΙ''



Έτσι εξέφευγα τα βράδια μου
  στης απουσίας της.. 
το παραθύρι αέριζα της θλίψης μου  
μια δεύτερη της νιότης μου ζωή
  απ' την αρχή την ξαναζούσα..
  με πότιζαν οι μυρωδιές
  έρχονταν απροσκάλεστα
  απ' το σεντούκι το κλειστό
  φρεσκάδα στα σεντόνια μου σταλάζαν..
Πως  λαμπυρίζουνε..ξεπλένουνε
εξαγνίζουν την ψυχή μου οι θύμησες..
στα σύρματα σαν τρέχω από κάτω
κυνηγητό..κρυφτό σαν παίζουνε
στης μάνας την αυλή..
Ασπρόρουχα και γιακαδάκια σχολικά
με βελονάκι της γιαγιάς τα μεσοφόρια
όλα μες στο σκαφίδι της μάνας μου
ζητούσαν των χεριών της τη στοργή..
Πετρώνουν μάτια μου οι ψυχές
στον ήλιο σαν δεν απλωθούν..
μόσχο..λουλάκι να ξασπρίσουνε
φρεσκοπλυμένο ρούχο..



Δυό σκάφες είχε η μάνα μου
στο φούρνο κρεμασμένες..
η μια ήτανε ξύλινη για το προζύμι..
το ψωμί....
μαγιά να πιάνει αποβραδίς
ζωή τα πρωινά για να τρατάρει
κι η άλλη να ξεπλένει αμαρτίες
σώματος..ψυχής..κάθε Σαββάτο βράδυ
να λούζει το κορμί..την κεφαλή
εσώρουχο να σου φορεί
βότανου να 'χει μυρουδιά
απόσταγμα  λεβάντας..

Είχαν μια δύναμη τρανή και μαγική
τα χέρια της..της μάνας..
απ' το πρωί στις θυμωνιές
το βράδυ εντυνότανε το γιορτινό 
της μάνας της αγάπης το φουστάνι.. 
γρήγορα που αλλάζουν οι καιροί
εχάθη η δύναμη απ' τα χέρια της
εχάθη κι η μορφή της...
στα απλωμένα ρούχα ψάχνω για να βρω
σαν λογυρνώ μες στις αυλές μου τις παλιές.. 
μυρίζοντας τα χέρια τα δικά της..
απορρυπαντικό θαρρείς δυσεύρετο
το χρόνο να ξεπλένει...
να κοινωνούνε νου και λογική
σαν πρόσφορο της εκκλησιάς
της μάνας τα σκαφίδια....

'' ΤΗς ΜΑΝΑς ΤΟ ΣΚΑΦΙΔΙ' - Σοφίας Θεοδοσιάδη..
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,, 

19 Σεπτεμβρίου 2019

''ΜΟΝΑΧΙΚΗ ΑΡΑΧΝΗ''





Καθώς ο αγέρας έφευγε
και σ' έπαιρνε μαζί του..
παρασυρμένος
σε μιας θύελλας θαμπής..
επιλογής λαθραίας..
μες στην τεράστια χοάνη 
στις παλινωδίες και 
στις αντιφάσεις σου..
την καταπόντιση εδιάλεξες..  
σε άλλες παραλλήλους..
των αναγκών η χοάνη σε ερούφηξε..
σε σκοροφαγωμένα παραθύρια
πλέκεις τον ιστό..μοναχική αράχνη...
πλασμένος ήσουνα για τα τρανά
 τα άπιαστα εσένα σου ταιριάζαν
σε συμμαχίας ανίερης..
 
στις πολεμίστρες των καιρών
εστάθη ηττημένη η μορφή σου..
 
αποκαθήλωσε το πέταγμα του νου
εσυνομώτησε με το ελάχιστον
η επιβίωση ορθώθη κραταιά

ελήστεψε την ουτοπία της ψυχής σου.
ανύποπτα στο χλευασμό
της ποίησης 
τα σκήπτρα σου κατάθεση 
σε ελλειπείς συναλλαγές
βορά του χρόνου εγίναν..


Δε σου ταιριάζει τέτοιο τέλεμα εσέ
για άλλα ήσουν πλασμένος
και αν τα χρόνια σου εμελώσανε
αντέννες ύψωσε εξαρχής
ο θάνατος του νου ο τρανός
εσένα δε σου πρέπει.. 

Το πιο γλυκό τ' ανθρώπου τέλεμα
είναι εκείνο το ονείρεμα

π' ακούμπησε το μπόι της ψυχής του..
Εστάχιασε ο καιρός..εκάρπισε η καρδιά
δρεπάνι ο πόνος για τα σε
δεμάτι στην ψυχή μου.
Μη με ρωτάς πως και γιατί
 
τα βάσανα που εσένα  τυραννούν
τραγούδι στην καρδιά μου εγώ τα κάμω..

Στις χαραυγές..  
όντας ο νους σ' εσένα λογυρνά 
η θλίψις φευγαλέα κατοικεί με..  

''ΜΟΝΑΧΙΚΗ ΑΡΑΧΝΗ'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη ,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

18 Σεπτεμβρίου 2019

''ΛΙΠΟΤΑΚΤΙΣΑ'''

Χρόνε ανυπότακτε 
κρυφτούλι παίζεις με τα με..
μα εγώ δε σε φοβούμαι
σκασιαρχεία εθισμένη παιδιόθεν
λιώνω τις αλυσίδες σου μες στον καιρό..
στη σκάω και θυμώνεις..
μου αγριεύεις και γελάς..
τη γλώσσα βγάζεις περιπαιχτικά..
μα μες στις χαραμάδες
απ' την πόρτα που μου κλειείς..
γίνομαι φως..αόρατη σκιά..
παντρεύομαι τον ήλιο
μπαίνω στο χορό..
κλέβω μαντήλι τις αχτίνες του
να φωτιστώ..να σκορπιστώ
όσο κρατεί το φως μίας ημέρας..
πριν μας προκάνει στο σκαλί
το παραπαίον γήρας...

Στην αλάνα του πανηγυριού μου της ζωής.. 
βρίσκω παιδιά που μοιάζουνε ''αμούστακα''..
κι ας έχουν γκρίζα τη γενειάδα..
Συντρόφια αυτά δικά μου από παλιά κοπή..
της λιποταξίας τα παιδιά..
αρνητές του μίζερου..του εγκλεισμού..
παίζουν μαζί μου το κρυφτό.. κυνηγητό..
μου τραγουδούν κοτσάκια..
γεύονται..απομυζούν..
ενέσεις λες και δυναμωτικές..
στην άχαρη στιγμές - στιγμές..
λιμνάζουσα ζωή τους..

Είμαστε ''αλάνια''..μιας λιποταξίας ώριμης..
στο γήρας δεν συναγελάζεται..
 κι αν η επίγνωση επιτακτικά
τον ολιγόωρον της νιότης μας καρπόν
τείνει να μας θυμίζει..
Τα αραχνιασμένα τα κορμιά..
οφείλουνε να μένουν στο σκοτάδι..
εκεί να πλέκουν τον ιστό..
το σκότος τους ταιριάζει..
Αλάνι εγώ ατίθασο..ανένταχτο
κρυώνω μες στον κρύο θάλαμο του νου..
παρέα..συντροφιά..δεν κατοικώ
με τις δικές μου ταραντούλες..
Τι..τα αλάνια τα αληθινά..
ως τα βαθιά γεράματα δε ζούνε σε θαλάμους...

''ΛΙΠΟΤΑΚΤΙΣΑ''- Σοφίας Θεοδοσιάδη

,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

''ΣΚΙΑ...ΓΡΑΦΗΜΑ''...



Μετράς τα χρόνια.....
τις νύχτες στο κρεβάτι σου
σαν σβήνουν οι λυχνίες..
ανοίγεις της Πανδώρας το κουτί
στα χνάρια περπατάς..
βαθειά στον πάτο αναζητάς
στον πάπυρο κρυμμένα..
εκείνα που εγιόρτασες..αγάπησες..
καβάλα στο φαρί του χρόνου σεργιανάς
δρόμους που εκάλπασες στα δύσβατα..
γεφύρια αγάπης που εστήλωσες
ρίζες που φύτρωσες μετράς
στα χέρσα τα λαγκάδια..
αρώματα..αγάπες που σε φόρεσαν
έρωτες που σε κάψαν..
σκόρπια τριγύρω αχνοφέγγουνε
σινιάλα από αναμμένη θυμωνιά..
στης αποδημίας τον τόπο..
θλίβεσαι άλλοτε και άλλοτε γελάς..
είναι που..
ξεφυλλίζοντας..........
οι χρόνοι ασύνοροι το μάτι σου κλειούνε
 μια συνεχής ροή και αέναη 
σπρώχνει τα γεγονότα.. 
δίνοντας νόημα άλλοτε..
τσαλαπατώντας κάποτε.

Μεγάλωσες..
αληθινό το είδωλο τα πρωινά..
στον αντικέ σου Βενετσιάνικο καθρέφτη
τις προεκτάσεις ψάχνεις κοριτσιού 
αποκρυπτογραφημένο και το μήνυμα ..
πιστοποιητικό ταυτότητας κρατεί
ο μόνος καπετάνιος είσαι εσύ.. 
στο πέλαο της ζωής σου...  
Άφηνε τη ζωή σου να κυλά..
ξεχώριζε τις μυρουδιές
τους ήχους αφουγκράσου
αβίαστα..ονειρευάμενη..ελπίζοντας..
και τα όνειρα..
θα σε ακούσουνε και θα 'ρθουν ..

μα κι αν σκοντάψουν για να 'ρθούν .. 
σάμπως και σαν τον Οδυσσέα εσύ..
δεν έκαμες το μακρινό σου το ταξίδι ?
 
''ΣΚΙΑ...ΓΡΑΦΗΜΑ'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
18/9/2019
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

17 Σεπτεμβρίου 2019

''ΤΟ ΦΕΥΓΑΛΕΟΝ ΚΑΛΛΟς''





 
 
Γινόσουνα συλλέκτης των στιγμών..
σ' ένα κρυφτούλι αδιάκοπο..
σε εμαρτύραγαν..τα συναισθήματά σου..
ομπρέλλα γίνονταν η ''παλέτα της καρδιάς''..
μην τύχει και βραχούνε  στη βροχή..  
μην τύχει και το όνειρο μουσκέψει
μην τύχει και βρεθείς στ' ανήλιαγο
στο σκοτεινό υπόγειό ου...
Χεινόπωρος  υγρός και βροχερός..
Φθινόπωρο ρομαντικό για ''τους'' 
 που το τοπίο μάγια κάνει...

Κι Εσύ..
Του βράχου τη σκληράδα δε λογάριασες..

στη σιγουριά του μίσχου σου ποντάρησες..
έρχεσαι πάντα το Φθινόπωρο..
Χειμώνες να υποδεχτείς..
μαράζια του Καλοκαιριού..
απ' την καρδιά να διώξεις..
Μοιάζεις απλό και ταπεινό..
μια χαμηλοβλεπούσα νύφη για τα ροζ.. 
ρίχνεις πάντοτε καταγής και
ταπεινά..την τριανταφυλλί ματιά σου..
Σε είπανε κυκλάμινον..μα
αυτή τολμώντας..
Εμορφάδα σε ονόμασε
γιατί έμοιαζες του κάλλους του αρχαίου..
μιας εποχής το μήνυμα να κουβαλείς..
 μήνυμα τόλμης..αρχοντιάς ξεχωριστής..
 καρδιόσχημο το φύλλο σου..
αμήχανον και άκτιστον το κάλλος σου γεννούσε..
 

Φυτρώνεις στις σχιμάδες της εντός..
κλωστίτσα μεταξένια ευάλωτη..
Θαρρώ πολύ της μοιάζεις..
Άνθος εσύ..παράτολμον
στου μίσχου τα φτερά σου πεταρίζεις..
ένα Φθινόπωρο κρατείς
ωσάν και τη δική της τη ζωή..
φυλακισμένη ανελέητα στη ρίζα σου
η ζωντανή σου αποκάλυψη..
δέσμια την κρατεί να κυνηγά
''Το φευγαλέον σου το κάλλος''... 

'' Το φευγαλέον κάλλος'' - Σοφία Θεοδοσιάδη.
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,