τη ρετσινιά εφοβήθηκα..πως θα με πουν δειλή
τη ρήση παιδιόθεν μου εμάθαιναν..''η σιωπή είναι χρυσός''
κι έρχονταν οι σοφότεροι μ' εξύπναγαν..''πως είν' συνενοχή''.
Έτσι λοιπόν ένα πρωί εκατηφόρισα στο ερημικό μου ακρογιάλι
εβούτηξα..εξέπλυνα..εψέλισσα απελθέτω απ' εμού
εκείνο το σημάδι το λερό της ρετσινιάς της ''φοβικής''
γίναν οι λέξεις μου τα όπλα μου, οι ξιφολόγχες της ψυχής μου.
Οι νοθευμένες προσμονές..τις νύχτες στο κελί μου τριγυρίζουν
με σφίγγουνε οι χειροπέδες που με φόρεσαν γραμματικοί
είναι που πολύ μ' ονείρεψαν..ελεύθερη να μένω και να πράττω
είναι που τόσα μου έταξαν..τον κόσμο μου ν' αλλάξουν.
Γι αυτό με βλέπεις να κινώ τα πρωινά..να δρασκελίζω μνήματα παλαιά
θέλω να θάψω τις ντροπές..αξίες να ξεθάψω και γραφές σοφές
στης μνημοσύνης το βωμό..σαν κόλυβα στον κόσμο να μοιράσω..
κι ας λέν οι αδιάφοροι περαστικοί πως είμαι τάχα μια τρελλή
που ψάχνω σε πυθάρια προσκυνήματα σ' αρχαίες περγαμηνές.
''είπα να μείνω σιωπηλή'' - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου