Ήταν μια νύχτα Φθινοπωρινή
ο έρωτας στα ξέφωτα εβγήκε για σεργιάνι
το μερτικό του εζήταε μαθές μες στη βροχή..
κι εκειά..χωρίς δεύτερην σκέψιν εις το νου
άνοιξε το σεντούκι της..φόρεσε το φουστάνι το λευκό
εκείνο που της έραψεν η μάνα της και το 'χε φυλαγμένο
σαν έρθει η ώρα η καλή να το φορέσει να γευτεί
τη νυφική παστάδα..
ρόδα υακίνθους φόρεσε στα καστανά μαλλιά
ακροπατώντας εκατέβη τα σκαλιά
χρόνους μόνη εκαρτέραε να εύρει ένα ταίρι ζηλευτό
η διψασμένη σάρκα της μαραίνονταν..
θρηνούσε ηδονές..
δεν πρόκαναν γυναίκες μονοστέφανες..απίκραντες
να στρώσουνε γι αυτήν γαμήλιο κρεβάτι..
η Λευκοθέα δεν λογάριαζε..δε μέτραε..
που γρήγορα ξεθώριαζαν οι Άνοιξες
είχε μιαν ελευθερίαν εσωτερικήν
προσμένουσα το ιδανικόν
και ας την καταγράφαν όλοι στο χωριό
πως είν' απ' το Θεό λησμονημένη..
✿
Οι μέρες ελιγόστευαν..το ιατρικό ραπόρτο ήταν σαφές
πως το σαράκι που εκατέτρωγε τ' αδύναμο κορμί της
δεν είχε πια αντίδοτο..δεν είχε πια σωσμό..
εβγήκε σαν αερικό μες στη νυχτιά ..
χρόνους την είχαν ξεγραμμένη..
ήπιε μια κούπα με γλυκό κρασί
η παραζάλη του έρωτα..ανέραστη κι αν ήτανε
στα ύστερα της έστειλε ακριβήν ανταμοιβή
η μέθη έφερε μπροστά της νιο τον Κωνσταντή
μες σ' ένα βαλς ερωτικό..λικνίστηκε παράφορα..
κι ύστερα προς το μέρωμα η πούλια πριν πλαγιάσει
εχάϊδεψε τους υακίνθους εις την κεφαλήν της μίαν στιγμήν
επέταξε στους ουρανούς κι εχάθη μοναχή της στο φεγγάρι..
⫷ Λευκοθέα ..η λησμονημένη ⫸ - Σοφίας Θεοδοσιάδη
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου